Spelling suggestions: "subject:"πρακτική""
1 |
Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και συγκρότηση παιδαγωγικών πρακτικών για την αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίαςΣακκούλης, Δημήτριος 07 July 2015 (has links)
Η σχολική αποτυχία αποτελεί διαχρονικά το ζητούμενο του εκπαιδευτικού συστήματος. Φαινόμενο πολυσχιδές και πολυδιάστατο προσεγγίζεται ερευνητικά με διαφόρους τρόπους. Στην έρευνά μας επιχειρούμε να συνδέσουμε την αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, ως φορέα διαμόρφωσης παιδαγωγικών πρακτικών ανάσχεσης του φαινομένου. Αξιοποιώντας το θεωρητικό πλαίσιο του B. Bernstein και εφαρμόζοντας την πολυμεθοδολογική προσέγγιση έρευνας – συνέντευξη και παρατήρηση στο πεδίο – συλλέξαμε τα δεδομένα μας και οδηγηθήκαμε σε συγκεκριμένα συμπεράσματα. Διαπιστώσαμε ότι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών υπολείπεται στη διαδικασία συγκρότησης παιδαγωγικών πρακτικών που θα συμβάλλουν στον περιορισμό της σχολικής αποτυχίας. Οι κυρίαρχες παιδαγωγικές πρακτικές εμφανίζονται ομοιόμορφα, με επιμέρους διαφοροποιήσεις, αποτελούν διαδικασία μύησης στον κυρίαρχο κώδικα και συμβάλλουν στην πολιτισμική αναπαραγωγή ρυθμίζοντας τη συνείδηση των υποκειμένων. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί μετέρχονται συγκεκριμένες στρατηγικές για τη στήριξη των "αδύνατων" μαθητών, οι οποίες επιφέρουν μια επιπλέον διαστρωμάτωση στην ήδη διαστρωματίζουσα παιδαγωγική πρακτική. / All over the years, school failure has been the aim of the educational system. Being a rather multifaceted and multidimensional phenomenon, school failure can be approached in various ways. This research attempts to associate facing school failure with in-service training which can be regarded as an agent to eliminate it. Utilizing B. Berstein’s theoretical framework and applying mixed methodology in our research – interview and observation in the field – we collected our data and reached certain conclusions. We found that in-service training falls short of establishing pedagogical practices that could help to reduce school failure. Dominant pedagogical practices are common, having only a few variations, and conductive to cultural reproduction as they influence the consciousness of the subjects. Finally, teachers use certain strategies to support weak students causing an additional stratification to pedagogical practice which is already stratifying
|
2 |
Η οργάνωση και η λειτουργία της γωνιάς της βιβλιοθήκης στο νηπιαγωγείοΜαντζουράτου, Βασιλική 24 February 2011 (has links)
Στην παρούσα εργασία ερευνάται η οργάνωση και η λειτουργία της γωνιάς της βιβλιοθήκης ως τόπος εφαρμογής πρακτικών γραμματισμού, που συντελούν στη μετάβαση των παιδιών από τη φυσική γραμμή γλωσσικής ανάπτυξης στον επίσημο εκπαιδευτικό λόγο. Ως προς τη γλωσσική ανάπτυξή τους, τα παιδιά έρχονται στο νηπιαγωγείο με διαφοροποιήσεις στο επίπεδο φυσικού γραμματισμού –ανάλογα με τις πρακτικές οικογενειακού γραμματισμού στις οποίες συμμετείχαν. Η μετάβαση στο επίσημο εκπαιδευτικό πλαίσιο συμβάλλει στην επιτυχή σχολική –και αργότερα κοινωνική– εξέλιξη του παιδιού. Το νηπιαγωγείο αποτελεί το πρώτο δομημένο σχολικό περιβάλλον, που χρησιμοποιεί επίσημο εκπαιδευτικό λόγο. Η έρευνα μέσω ενός ειδικά κατασκευασμένου εργαλείου καταγράφει τον τρόπο οργάνωσης της γωνιάς της βιβλιοθήκης και τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στα ελληνικά νηπιαγωγεία. Σκοπός είναι να αποτυπώσει εάν προωθούνται δραστηριότητες που συμβάλλουν στη μετάβαση των παιδιών στον επίσημο εκπαιδευτικό λόγο και εάν υποστηρίζεται και ενισχύεται η ενασχόληση των παιδιών με τα βιβλία. Τα δεδομένα της έρευνας αναλύονται στατιστικά και παρουσιάζονται αναλυτικά. Κατά την ανάλυση γίνεται προσπάθεια ανίχνευσης και συσχέτισης παραγόντων που επιδρούν θετικά ή αρνητικά στην οργάνωση και τη λειτουργία της συγκεκριμένης γωνιάς. / In this dissertation we explore the organization and the function of the “library corner” as a space for the application of literacy practices which contribute to the transition of the students from the natural sequence of their language development to the official discourse of the educational system. Regarding the language development, children enter the pre-school environment with different levels of physical literacy, depending on the family literacy practices in which they have been participating. The transition to the official educational environment contributes to school success – and later to the consequent social development of the student. The nursery school is the first structured educational environment where official educational discourse is used.
Our study used a special developed research tool to record the organization of the “library corner” and the various activities that are implemented in a series of Greek nursery schools. Our aim is to inquiry whether the activities within the function of the corner are contributing to the aforementioned transition and whether the process is supporting and empowering students towards their further developmental involvement with books.
Our findings are statistically analyzed and presented descriptively. The analysis tries to identify and correlate factors that may have a positive or a negative effect in the transitional functionality of the “library corner”.
|
3 |
Αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και προστασία του καταναλωτή στην ευρωπαϊκή αγοράΜανέτας, Ανδρέας-Πάτροκλος 16 June 2011 (has links)
- / The United European legislation, as a result among other things, unified the markets. Products now circulate, freely, among the member states. This development allows the consumer who lives in one part of the world to be informed, to research and to buy products from other parts of the world.
However, reservations have been observed, because of the different legislations among countries. Businesses take advantage of the situation and aspire to increase there capital and strengthen their superiority by adjusting prices (through the web or their stores) to their consumers, and different unfair commercial practices that don’t benefit the consumer.
To face this situation the European Union (E.U) has set the goal of harmonization of laws in the area of protecting the consumer of illegal actions by businesses and in long term goals to simplify trading among borders.
The laws of the E.U for protecting the economic benefits of the consumer from illegal trading practices, were until recently, sketchy, for example sect oral instructions 84/450/E.U for deceptive advertising, the instructions 97/55/E.U for comparative advertising (which therefore were coded by the instructions 2006/114/E.U and other detailed instructions.
In May of 2005, the European Parliament voted in favor of the law 2005/29/E.C, with the object of protecting consumers of illegal trading practices by businesses.
These directive are said to contribute to regulations, on the side of the businesses to activate boundry marketing and promote their sales on the other hand, it will help consumers approach overboundry buying with more trust with the result of assured and safe trade. It involves directive frameworks, fully harmonized which means that member-countries, will not have the power to preserve or introduce new strict regulations, but will restrict regulations of the directives.
|
4 |
Ανίχνευση πρακτικών γραμματισμού μαθητών Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού σε κείμενα μαζικής κουλτούρας και το ισχύον διδακτικό υλικόΤσάμη, Βασιλική 28 February 2013 (has links)
Η προοδευτική στροφή των σχολικών προγραμμάτων έχει αναδείξει τη σημασία αξιοποίησης των κειμένων μαζικής κουλτούρας στη γλωσσική διδασκαλία (Alvermann et al. 1999˙ Stevens 2001˙ Morrell 2002).
Στην παρούσα εργασία θα διερευνηθεί σε ποιο βαθμό μαθητές/τριες της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού έχουν πρόσβαση σε μέσα (τηλεόραση, ραδιόφωνο, υπολογιστής κ.ά) τα οποία είναι φορείς κειμένων μαζικής κουλτούρας και σε ποιο βαθμό προτιμούν δραστηριότητες που εμπεριέχουν κείμενα μαζικής κουλτούρας (ακρόαση τραγουδιών, παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων, πλοήγηση στο διαδίκτυο, ανάγνωση εξωσχολικών εντύπων, παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων και κινηματογραφικών ταινιών). Παράλληλα, θα μελετηθεί αν και σε ποιο βαθμό οι προτιμήσεις των παιδιών επηρεάζονται από διάφορους κοινωνικούς παράγοντες, καθώς και αν σχετίζονται με τις σχολικές επιδόσεις του/της μαθητή/τριας στο γλωσσικό μάθημα. Επιπλέον, διερευνάται αν και σε ποιο βαθμό οι προτεινόμενες διδακτικές πρακτικές από το ισχύον αναλυτικό πρόγραμμα και το διδακτικό υλικό για το γλωσσικό μάθημα στο δημοτικό σχολείο αξιοποιούν και βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις προτιμήσεις και τις καθημερινές εμπειρίες των μαθητών/τριών από τον ευρύτερο κοινωνικοπολιτισμικό τους χώρο. Τέλος, γίνεται σύγκριση των όσων καταδεικνύουν τα αποτελέσματα της έρευνάς μας με τις ισχύουσες διδακτικές πρακτικές στην Ελλάδα, όπως περιγράφονται σε σχετικές έρευνες.
H συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων από τους/τις μαθητές/τριες. Η έρευνα διεξήχθη σε πέντε δημόσια σχολεία του νομού Αχαΐας, τα οποία λειτουργούν σε περιοχές με διαφορετικό κοινωνικό επίπεδο.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα παιδιά της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού φαίνεται να δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην οπτική και ακουστική διάσταση των κειμένων μαζικής κουλτούρας. Φαίνεται να προτιμούν λιγότερο τα έντυπα κείμενα μαζικής κουλτούρας, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να συνδυάζουν μόνο τον γραπτό λόγο και την εικόνα, ενώ υπάρχει η τάση να προτιμούν τραγούδια και κείμενα της τηλεοπτικής μαζικής κουλτούρας, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να συνδυάζουν σύγχρονους σημειωτικούς τρόπους της ψηφιακής τεχνολογίας, όπως εικόνα, κίνηση και ήχο. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ανάμεσα στο ισχύον διδακτικό υλικό και τις εξωσχολικές πρακτικές γραμματισμού των παιδιών υπάρχει μια σημαντική αναντιστοιχία (Luke 2004). / -
|
5 |
Ανάλυση των κειμενογλωσσικών επιλογών σε γραπτά μαθητών/ τριών ελληνικής και αλβανικής καταγωγήςΔούκα, Ανθίππη 21 April 2013 (has links)
Σημαντικές μεταβολές παρατηρούνται τις τελευταίες δεκαετίες στις σχολικές τάξεις της χώρας οι οποίες έχουν διαμορφωθεί με την έλευση πλήθους οικονομικών μεταναστών σχεδόν από όλο τον κόσμο. Από τη συνύπαρξη αυτοχθόνων και αλλοδαπών μαθητών ανακύπτουν διάφορα ζητήματα τα οποία έχουν απασχολήσει προηγούμενες μελέτες και σχετίζονται με την κοινωνική και ψυχολογική προσαρμογή των δεύτερων, την εκπαιδευτική τους πορεία καθώς και τον κίνδυνο εκπαιδευτικής αποτυχίας και κοινωνικού τους αποκλεισμού. Ωστόσο, δεν τίθενται συχνά ερευνητικά ερωτήματα που να εστιάζονται στην κειμενογλωσσική συμπεριφορά των μαθητών/τριών αλλοδαπής καταγωγής στο πλαίσιο της παραγωγής γραπτού μαθητικού λόγου και τη σύγκρισή της με τη αντίστοιχη συμπεριφορά των αυτοχθόνων μαθητών/τριών. Προς την κατεύθυνση προσανατολίζεται η παρούσα έρευνα. / Serious changes are observed the last decandes, since 1990, in the schoolrooms of our country because of the constant inflow of economic migrants. The issue of coexistence of migrants and indigenous pupils is central for a lot of previous studies. In other words are related to the social and phychological adjustment of the later, their educational course and the danger of educational failure. Nevertheless there are not a lot of studies wich focus on the textlingustic options of imigrant male and female students while they are writing an essay and the comarison of these otions to greek stundent's textlingustic behavior. Thiw is exactly the main target of our paper.
|
6 |
Μελέτη και μεθοδολογία ανάδειξης καλών πρακτικών για την ψηφιοποίηση πολιτιστικού περιεχομένου / Research and methodology for promoting good practices for the digitisation of cultural contentΑναγνώστου, Ελένη 16 May 2007 (has links)
Σύμφωνα με τις αρχές του Lund (2001), οι πολιτιστικοί πόροι σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο συνιστούν ένα μοναδικό δημόσιο πλούτο που διαμορφώνει τη συλλογική και εξελισσόμενη μνήμη των διαφορετικών κοινωνιών και παρέχει μια στέρεα βάση για την ανάπτυξη των βιομηχανιών πολιτιστικού περιεχομένου σε μια διαρκή κοινωνία της γνώσης. Με βάση τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι είναι επιτακτική η ανάγκη για τη διάσωση και τη μακροπρόθεσμη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ο καλύτερος τρόπος, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, είναι μέσα από την εφαρμογή των διαδικασιών ψηφιοποίησης. Παρά το γεγονός ότι η αξία της ψηφιοποίησης προς την κατεύθυνση της διατήρησης και της ανάδειξης πολιτιστικού, επιστημονικού και άλλου είδους περιεχομένου είναι αδιαμφισβήτητη, οι φορείς που εμπλέκονται σε διαδικασίες ψηφιοποίησης αντιμετωπίζουν μια σειρά από ιδιαίτερα σημαντικά προβλήματα. Τα προβλήματα αυτά καταδεικνύουν έντονα την ανάγκη για συντονισμό των διαδικασιών ψηφιοποίησης μέσα από την εφαρμογή καλών πρακτικών οι οποίες θα προκύψουν έπειτα από την αξιοποίηση της διεθνούς εμπειρίας πάνω στο θέμα. Η διπλωματική εργασία αντιμετωπίζει το θέμα των καλών πρακτικών για την ψηφιοποίηση πολιτιστικού περιεχομένου κατά ένα ολοκληρωμένο τρόπο, αξιοποιώντας την αντίστοιχη ευρωπαϊκή εμπειρία. Τα αποτελέσματα της εργασίας συμβάλλουν ουσιαστικά στην καθοδήγηση των πολιτιστικών οργανισμών – φορέων που έχουν αναλάβει ή πρόκειται να εμπλακούν σε διαδικασίες ψηφιοποίησης στην Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό η παρούσα εργασία περιλαμβάνει τη μελέτη των καλών πρακτικών για την ψηφιοποίηση πολιτιστικού περιεχομένου μέσα από την επιλογή και παρουσίαση των καταλληλότερων οδηγιών για την ψηφιοποίηση πολιτιστικού και επιστημονικού περιεχομένου και την καταγραφή των αντίστοιχων διεθνών προτύπων, τη θεωρητική προσέγγιση του ζητήματος της ανάδειξης καλών πρακτικών και την υλοποίηση ενός συστήματος που έχει ως στόχο την ανάδειξη καλών πρακτικών. / According to the Lund principles (2001) Europe\'s cultural and scientific knowledge resources are a unique public asset forming the collective and evolving memory of our diverse societies and providing a solid basis for the development of our digital content industries in a sustainable knowledge society. It’s obvious that the conservation and long-term preservation of the cultural heritage are absolutely necessary. Digitization is the best way to achieve these goals. In spite of the fact that the preservation and promotion of cultural, scientific and other content is nearly impossible without digitisation, the organizations that undertake relevant projects face a number of quite serious issues. These problems indicate that it is absolutely mandatory to coordinate digitisation activities through the adoption of good practices which have emerged from the numerous digitisation projects carried out so far worldwide. The subject of this master thesis is an integrated approach of the issue of good practices for digitisiting cultural content, by exploiting the relevant European experience. The thesis results contribute to the guidance of cultural organisations that are about to start or are executing digitisation activities in Greece. This thesis comprises of the research on good practices for digitising cultural and scientific content, the selection and presentation of the most important and appropriate ones, the presentation of the relevant international standards, the theoretical basis for promoting good practices and the development of a software system for the promotion of good practices.
|
7 |
Εκπαιδευτική πολιτική για την ποιότητα της εκπαίδευσης : ο σχολικός σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης / Educational policy for the quality in educatio : the school consultant of primary educationΜπαρτζάκλη, Μαριάννα 07 April 2011 (has links)
Η παρούσα διατριβή ασχολείται με την έννοια της Ποιότητας της Εκπαίδευσης και συγκεκριμένα εστιάζεται στο ρόλο και τη δράση του Σχολικού Συμβούλου Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο θέμα αυτό ως υπεύθυνου για την επιστημονική και παιδαγωγική καθοδήγηση και αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Οι πολιτικές για την ποιότητα φαίνεται ότι δεν προέρχονται από την ελληνική παράδοση ή και τις ελληνικές εκπαιδευτικές προτεραιότητες. Είναι περισσότερο επίδραση της συμμετοχής της χώρας σε υπερ-εθνικούς και διεθνείς θεσμούς και μορφώματα. Κατά συνέπεια, η μελέτη αυτή εκκινεί από τη διττή διαπίστωση πως η διερεύνηση της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής για την εκπαίδευση δεν μπορεί παρά να εστιάζει ταυτόχρονα, τόσο στο διεθνές περιβάλλον (ΕΕ και μεγάλοι διεθνείς οργανισμοί) όσο και στις ιδιαιτερότητες του εθνικού μέσα από τις δράσεις φορέων που μπορούν να διαμορφώσουν, να επηρεάσουν ή να καθορίσουν την τελική επιτυχία μιας οποιασδήποτε δέσμης πολιτικών αποφάσεων κατά την εφαρμογή τους.
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται απόπειρα να αναλυθεί η έννοια της Ποιότητας της Εκπαίδευσης, να διερευνηθεί το πώς προσεγγίζεται από τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς και πώς σχεδιάζεται και εν τέλει υλοποιείται ως εκπαιδευτική πολιτική. Στη συνέχεια, ενδιαφέρει το πώς αυτή η πολιτική μεταφέρεται, εφαρμόζεται και προσαρμόζεται τελικά στην ελληνική πραγματικότητα.
Μέσα από την ανάλυση περιεχομένου κειμένων διεθνών οργανισμών, ευρωπαϊκών νομοθετικών κειμένων, ελληνικών νομοθετημάτων και του Διδασκαλικού Βήματος (1993-2008) καθώς και την ανάλυση ημί-δομημένων συνεντεύξεων σε 28 Σχολικούς Συμβούλους Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης επιχειρείται η ανάλυση και ερμηνεία τόσο των πολιτικών για την εκπαίδευση, διεθνώς και στην Ελλάδα, όσο και το ρόλο του Σχολικού Συμβούλου σε αυτές.
Στα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύονται και ερμηνεύονται οι λόγοι απόστασης θέσπισης και εφαρμογής των νομοθετημάτων που παρατηρείται στην ελληνική εκπαιδευτική πολιτική. Ακόμα συγκαταλέγονται τα εμπόδια που συναντά ο Σχολικός Σύμβουλος κατά τη δράση του, οι περιορισμοί της δράσης του καθώς επίσης και τα περιθώρια που έχει να αναπτύξει πρακτική που στοχεύει στην ποιότητα της εκπαίδευσης. Προς επικύρωση αλλά και ανάδειξη της καλής πρακτικής χρησιμοποιούνται ευρήματα έρευνας πεδίου σε εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. / The present thesis deals with the subject of quality in education. More specifically it deals with the role and action of the Scholikou Symvoulou of Primary Education. This person in the Greek educational system is responsible for the scientific and pedagogical guidance, consultation and the evaluation of teachers.
It seems that the Greek educational policies that concerns quality in education do not have roots in the Greek educational tradition. They come as a result and consequence to the Greek’s participation in International Organizations and Unions. The dissertation focus starts from the dual point that the study of Greek educational policy should consider on the one hand the international makers of educational policy (European Union and International Organizations) and on the other the national specific under which the action of players who can modify, affect or determine the final success of political decision in their implementation.
In this context we attempt to understand the meaning of quality in education, to study how this notion is used by the international organizations and how it is formulated and implemented in the Greek educational system.
Through the content analysis of documents of International Organizations, of the European Union, of the Greek regulative framework and of the journal “Didaskaliko Vima” (1993-2008) and also the findings of the 28 semi-structured interviews of Scholikous Symvoulous we attempt on the one hand to analyze and explain the implementation of the Greek regulative framework and on the other to clarify and analyze the role and actions of Scholikou Symvoulou.
The findings of the research bring to light the gap between formulation and implementation of the Greek educational policy that concerns quality in education. Furthermore the findings bring to light the obstacles, the restrictions of his/ her action but also the ways that he/ she has to develop action that promotes quality in education. In order to make clear this action that promotes quality, findings are used from semi-structured interviews to teachers.
|
8 |
Το εργασιακό habitus των διευθυντών πολυθεσίων σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσηςΜωυσίδου, Ευαγγελία 21 December 2012 (has links)
Επιχειρείται η διερεύνηση των αντιλήψεων και των πρακτικών των διευθυντών δημοτικών σχολείων σε σχέση με την ηγεσία της σχολικής μονάδας, καθώς και του "κεφαλαίου" που φέρουν για να ανταπεξέρθουν στις απαιτήσεις του έργου τους. Χρησιμοποιείται η θεωρία του Bourdieu και η μέθοδος της ημιδομημένης συνέντευξης. Διαπιστώνεται μία τάση προς την επιλογή συγκεντρωτικών και κατευθυντικών πρακτικών απο τους διευθυντές. Επίσης διαπιστώνεται η αξιοποίηση του πολιτισμικού και του κοινωνικού τους κεφαλαίου με αποτελέσματα που ωφελούν αφενός τις σχολικές μονάδες που διευθύνουν, αφετέρου τους ίδιους προσωπικά. / The research is focused on the descriptions of the beliefs of school principals concerning leadership in primary education, their cooperation practices with the members of the school society and the skills they employ to cope with their professional demands
|
9 |
Απόψεις και πρακτικές παιδιών προσχολικής ηλικίας αναφορικά με τη στοματική υγείαΚλήμη, Δέσποινα 14 May 2014 (has links)
Η παρούσα έρευνα έχει στόχο τη διερεύνηση των απόψεων των παιδιών προσχολικής ηλικίας στην Ελλάδα για τη στοματική υγεία και των πρακτικών που εφαρμόζουν ως προς αυτή. Έλαβαν μέρος 72 παιδιά από Δημόσια Νηπιαγωγεία της Πάτρας και 60 γονείς που κλήθηκαν να απαντήσουν συμπληρωματικά για τις πρακτικές που εφαρμόζονται από τα παιδιά τους. Το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων ήταν αυτό των ατομικών συνεντεύξεων για τα παιδιά και αυτό των ερωτηματολογίων για τους γονείς.
Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα παιδιά διέθεταν γνώσεις για τη στοματική υγεία, την οποία αντιμετώπιζαν ισότιμα με τη γενική υγεία, τους τρόπους προάσπισής της και την τερηδόνα, και η άποψη τους για τον οδοντίατρο ήταν θετική. Εντούτοις, σε αρκετές περιπτώσεις οι απόψεις τους φάνηκαν να διαφέρουν σημαντικά από την επιστημονική άποψη. Η συμπεριφορά τους ως προς τη στοματική υγεία κρίθηκε μέτρια. Τα παιδιά βούρτσιζαν τα δόντια υπό την επίβλεψη των γονέων και επισκέπτονταν τον οδοντίατρο για προληπτικούς λόγους, όμως η συχνότητα με την οποία πραγματοποιούνταν αυτά ήταν χαμηλότερη από την ενδεδειγμένη. Ακόμη, κατανάλωναν αρκετά συχνά ζαχαρούχα προϊόντα. Συνολικά, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας έδειξαν να διαθέτουν δυνατότητες κατανόησης, γεγονός που σημαίνει ότι με τις κατάλληλες εκπαιδευτικές παρεμβάσεις είναι δυνατό να σημειωθεί βελτίωση στο κομμάτι των γνώσεων και κατ’ επέκταση στο κομμάτι της συμπεριφοράς που υιοθετούν για τη στοματική υγεία. / The present study aims to investigate young children’s perspectives and practices towards oral health, in Greece. The participants of the study were 72 children from public kindergartens of Patras and 60 parents that were asked to respond complementary accordingly their children’s practices. The data was collected through individual interviews for the children and questionnaires for their parents.
The results showed that children possessed knowledge about oral health issues, practices sustaining oral health, and decay. In addition, oral health was treated equally with general health and children’s opinion about dentists was positive. However, in several cases, their views were found to differ significantly from the scientific perspective. Their behavior regarding oral health was considered moderate. The children brushed their teeth under the supervision of their parents and visited the dentist for preventive reasons, but the frequency of these was lower than necessary. Yet, children consumed sugary products quite often. Overall, the preschoolers were shown to have capabilities of understanding, meaning that with the appropriate educational interventions the knowledge about oral health may be improved and thus, the behavior they adopt may be improved as well.
|
10 |
Τα μαθηματικά στο χώρο εργασίας και η σύνδεσή τους με την τυπική εκπαίδευσηΤριανταφύλλου, Χρυσαυγή 19 August 2010 (has links)
Η παρούσα διδακτορική διατριβή επικεντρώνεται σε δύο ερευνητικά προβλήματα που αποτελούν τα αντικείμενα δύο ερευνητικών φάσεων. Στην Α΄ ερευνητική φάση, διάρκειας ενός έτους, ασχολείται με τη διερεύνηση μαθηματικών πρακτικών σε τρεις ομάδες τεχνικών του Οργανισμού Τηλεπικοινωνιών Ελλάδας αναζητώντας παράλληλα την ύπαρξη αμετάβλητων στοιχείων της μαθηματικής επιστήμης τα οποία διαπερνούν την ακαδημαϊκή και την παρούσα εργασιακή κοινότητα. Στη Β΄ ερευνητική φάση, διάρκειας οκτώ μηνών, εξετάζει κάτω και υπό ποιες προϋποθέσεις πέντε σπουδαστές ενός Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος που πραγματοποιούν την πρακτική τους άσκηση στον ίδιο Οργανισμό είναι σε θέση να αναγνωρίσουν τα αμετάβλητα αυτά στοιχεία.
Στην Α΄ ερευνητική φάση η Θεωρία Δραστηριότητας των Vygotsky, Leont’ ev και των συνεχιστών του έργου τους, Engeström & Cole, αποτελεί τη θεωρητική βάση της εργασίας. Τα ερευνητικά δεδομένα προκύπτουν από εθνογραφικής φύσης παρατηρήσεις αλλά και συζητήσεις με τους συμμετέχοντες. Η μαθηματική δραστηριότητα που αναγνωρίσαμε στο χώρο εργασίας ήταν πολύπλοκη και πλούσια αλλά πλήρως ενταγμένη στο πλαίσιο αναφοράς της. Ειδικότερα, αναγνωρίσαμε και ταξινομήσαμε τα μαθηματικά εργαλεία τα οποία διαμεσολαβούσαν στις κεντρικές καθημερινές εργασιακές δραστηριότητες των τεχνικών και αναδείξαμε τους τρόπους με τους οποίους αυτά εμπλέκονταν με τα τεχνικής φύσης εργαλεία τους. Ταυτόχρονα αναγνωρίσαμε αμετάβλητα μαθηματικά στοιχεία στις μαθηματικές έννοιες, στο τρόπο κατανόησής τους από τους τεχνικούς και σε μαθηματικές διαδικασίες που οι ίδιοι χρησιμοποιούσαν για την επίτευξη των εργασιακών τους στόχων.
Στην Β΄ ερευνητική φάση τα ερευνητικά δεδομένα προέρχονται από διερευνητικής και παρεμβατικής φύσης συνεντεύξεις με τους σπουδαστές και εθνογραφικές παρατηρήσεις. Μέσα από τις διερευνητικής φύσης συνεντεύξεις καταγράψαμε τις στάσεις των σπουδαστών ως μέλη της σπουδαστικής και της συγκεκριμένης εργασιακής κοινότητας και αναζητήσαμε μαθηματικές πρακτικές που ανέπτυξαν ως μαθητευόμενοι στην παρούσα εργασιακή τους κοινότητα. Οι μαθηματικές πρακτικές που ανέπτυξαν οι σπουδαστές, έστω και ασυνείδητα, είχαν άμεση εξάρτηση από τα εργαλεία και τους εργασιακούς στόχους της κάθε κοινότητας και αφορούσαν την ικανότητα οπτικοποίησης και την ανάγνωση και ερμηνεία σύνθετων οπτικών αναπαραστάσεων. Τέλος, μέσα από μια σειρά παρεμβατικής φύσης συνεντεύξεων αναλύσαμε με εργαλεία σημειωτικής τη δραστηριότητα που ανέπτυξαν οι ίδιοι σπουδαστές στην προσπάθεια ερμηνείας αυθεντικών αναπαραστάσεων με σκοπό τη σύνδεση κοινών μαθηματικών εννοιών που συναντώνται στην ακαδημαϊκή και στην παρούσα εργασιακή κοινότητα. Οι έννοιες αυτές αφορούσαν το θεσιακό σύστημα αρίθμησης και τη συναρτησιακή σχέση αντίστασης, μήκους, διαμέτρου χάλκινων καλωδίων. Καταλήγουμε, καταγράφοντας τα χαρακτηριστικά που προάγουν και αναστέλλουν, τη μεταφορά της γνώσης στο νέο κοινωνικό-πολιτισμικό πλαίσιο.
Στο τέλος της διατριβής καταγράφονται και αναλύονται οι εκπαιδευτικές προεκτάσεις της έρευνας. / This dissertation thesis focuses on two different research problems carried out in two research phases. In the first research phase, lasting one year, it focuses on the exploration –identification of mathematical practices of three different groups of technicians of the Greek Telecommunication Organization. In parallel, it investigates the existence of invaried mathematical elements that are crossing the academic and the current workplace community. In the second research face, lasting eight months, it investigates how and whether five students of a Technological Educational Institute who were doing their practicum in this setting could recognize these invariant mathematical elements.
In the first research phase, the theoretical framework is guided by Vygotsky and Leont’ev work on Activity theory and their followers, Engeström & Cole. Our data are coming from ethnographic observations and discussions with the participants. The mathematical activity we identified was complex and rich but completely contextual. Especially, we recognized and categorized the mediated mathematical tools in technicians’ central workplace activities and we were showing off how these are interrelated with their physical mediated tools. At the same time we recognized invariant mathematical elements in the category of mathematical concepts, the meanings the technicians attributed to these concepts and in the category of mathematical processes they were using in order to achieve their workplace goals.
In the second research phase, our data are coming from eexploratory and intervention interviews with the students and ethnographic observations. In the exploratory interviews we recorded their experiences and their attitudes as members of the academic and the workplace community and we identified mathematical practices they developed as apprentice members of this community. Τhe main mathematical practices the students developed, mainly unconsciously, were attached to the tools and the goals of the workplace community and referring to visualization and reading and interpreting complex visual representations. Finally, through the intervention interviews, we analyzed with the help of semiotic tools the activity the same students developed in order to interpret mathematical objects that are common to the academic and workplace community. The mathematical objects were referring to the place value concept and the functional relation between the resistance, the length and the diameter of the copper wires. In the conclusion, we recorded the characteristics that support and block students’ transfer of knowledge in their new socio-cultural context.
In the end of the thesis we discuss and analyze the educational implications of our findings.
|
Page generated in 0.128 seconds