Spelling suggestions: "subject:"αρτηριακή"" "subject:"εργαστηριακή""
1 |
Η επίπτωση εκτεταμένης πειραματικής ηπατεκτομής καθώς και του χειρισμού Pringle, στη μορφολογία του εντερικού βλεννογόνου, την εντερική βακτηριακή μετακίνηση και ενδοτοξιναιμία Φαρμακολογικοί χειρισμοί για την πρόληψη και αποφυγή του φαινομένουΚιρκιλέσης, Ιωάννης Γ. 17 December 2008 (has links)
Σκοπός της μελέτης ήταν να εξετάσουμε, σε ένα πειραματικό μοντέλο πειραματικής ηπατεκτομής (70%) αφ’ ενός και παροδικής απόφραξης του ηπατοδωδεκαδακτυλικού συνδέσμου (χειρισμός Pringle) αφ’ ετέρου, το φαινόμενο της βακτηριακής μετακίνησης, της ενδοτοξιναιμίας, καθώς και τις μεταβολές οι οποίες συμβαίνουν στην εντερική χλωρίδα και τον εντερικό βλεννογόνο.
Σε αυτά τα δύο μοντέλα προσπαθήσαμε κατ’ αρχήν να πιστοποιήσουμε την αυξημένη μετακίνηση των εντερικών βακτηρίων στους μεσεντέριους λεμφαδένες και την διαπίδυση ενδοτοξινών από τον αυλό του εντέρου στην πυλαία και την αορτή.
Στα ίδια μοντέλα προσπαθήσαμε να αναστείλουμε τα ανωτέρω φαινόμενα με φαρμακολογικούς χειρισμούς, μελετώντας πρώτον τη χορήγηση λακτουλόζης από το στόμα, η οποία έχει την ικανότητα να δεσμεύει την ενδοτοξίνη και να σχηματίζει σύμπλεγμα που δεν απορροφάται από το έντερο, με σκοπό τη μείωση της ενδοαυλικής απορροφήσιμης ενδοτοξίνης και δεύτερον τη χορήγηση δυσαπορρόφητων αντιβιοτικών από το στόμα, με σκοπό την ποσοτική ελάττωση του πληθυσμού της μικροβιακής χλωρίδας στον αυλό του εντέρου.
Τα αποτελέσματα κάθε φάσης της μελέτης της ηπατεκτομής (70%) και του χειρισμού Pringle είχαν ως εξής:
Η ηπατεκτομή (70%), προάγει την εντερική βακτηριακή μετακίνηση στους μεσεντέριους λεμφαδένες και στο ήπαρ, αυξάνει την ενδοτοξιναιμία και επιφέρει ιστολογικές αλλαγές στο ύψος των λάχνων. Η χορήγηση λακτουλόζης δημιουργεί τις κατάλληλες συνθήκες που επιφέρουν την μείωση των θετικών καλλιεργειών ιδιαίτερα αυτών του ήπατος και ελαττώνει την ενδοτοξίνη στην πυλαία. Η αποστείρωση του εντέρου με τη χορήγηση δυσαπορρόφητων αντιβιοτικών, μειώνει την εντερική βακτηριακή μετακίνηση στους μεσεντέριους λεμφαδένες και την ενδοτοξιναιμία.
Ο χειρισμός Pringle, προάγει την εντερική βακτηριακή μετακίνηση και την ενδοτοξιναιμία, ενώ η απόπτωση ελαττώνεται με την αποστείρωση του εντέρου και τη χορήγηση λακτουλόζης μόνο άμεσα μετά τον χειρισμό.
Η εξασφάλιση της ανατομικής και λειτουργικής ακεραιότητας του εντερικού βλεννογόνου έχει ιδιαίτερη σημασία στη διατήρηση του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού και αποτρέπει την ενδοτοξιναιμία και τη βακτηριακή μετακίνηση. Η αποκατάσταση της δομικής και λειτουργικής ακεραιότητας του εντερικού βλεννογόνου, στην εκτεταμένη ηπατεκτομή, με τη χορήγηση μη απορροφήσιμων αντιβιοτικών και λακτουλόζης, αναστέλλει σημαντικά τα ανωτέρω φαινόμενα. / The purpose of this study is to investigate on an experimental model of extended hepatectomy(70%) and temporary occlusion of the hepatoduodenal ligament (Pringle maneuver), the phenomenon of bacterial translocation, endotoxaemia as well as the changes that are taking place, both in the intestinal flora and intestinal mucosa.
In both models we attempt to demonstrate the increase translocation of intestinal bacteria to mesenteric lymph nodes (MLNs) and increase of endotoxin in the systemic and portal circulation.
Using the same models, we attempted to inhibit the above phenomena with pharmacological manipulation. We examined the decrease of the endotoxins translocation, by administering per.os lactulose, which has the property to bind the endotoxin formatting a nonabsorbable comlex in the gut lumen. We also investigated the effect of nonabsorbable antibiotics per. os on reducing the intestinal flora.
Our results indicated that, extended hepatectomy (70%) increased translocation of intestinal bacteria to mesenteric lymph nodes and liver and increased the endotoxaemia inducing the decrease of intestinal villus height. The administering of lactulose created the proper conditions which decreased positive liver cultures and reduced the endotoxin concentrations in portal blood. Gut decontamination by administration of nonabsorbable antibiotics reduced the intestinal flora, the intestinal bacteria translocation to MLNs and endotoxaemia.
Pringle maneuver promoted the intestinal bacterial translocation and endotoxaemia. Apoptosis decreases, by gut decontamination and administration of lactulose only immediately after Pringle maneuver. The anatomic and functional integrity reassurance, of intestinal mucosa, has strong significance for the preservation of intestinal mucosal barrier to prevent endotoxaemia and bacterial translocation.
The structural and functional establishment of enteric mucosa integrity, after extended hepatectomy, by administration of nonabsorbable antibiotics and lactulose, inhibit considerably the above phenomena.
|
2 |
Επίπεδα ενζύμων λυοσωμάτων κατά τη θεραπεία ασθενών με μικροβιακή μηνιγγίτιδαΗλιοπούλου, Μαρία 07 August 2008 (has links)
Σκοπός. Η δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) είναι αυξημένη στην βακτηριακή μηνιγγίτιδα, αλλά η πορεία της κατά τη διάρκεια της θεραπείας είναι άγνωστη. Σκοπός της μελέτης ήταν η μέτρηση της δραστηριότητας της β-γλυκουρονιδάσης κατά τη διάρκεια της θεραπείας και η σύγκρισή της με άλλες κυτταρικές και βιοχημικές παραμέτρους του ΕΝΥ.
Μέθοδος. H δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης, ο αριθμός κυττάρων, η συγκέντρωση πρωτεΐνης και ο λόγος γλυκόζης ΕΝΥ/αίματος μετρήθηκαν κατά τη διάρκεια της θεραπείας σε 47 ασθενείς με βακτηριακή μηνιγγίτιδα, από τους οποίους 4 ήταν νεογνά και 97 μάρτυρες. Οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε 1 ή 2 επαναληπτικές οσφυονωτιαίες παρακεντήσεις. Επίσης η δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης μετρήθηκε σε 8 ασθενείς με πυελονεφρίτιδα και στείρα πλειοκυττάρωση ΕΝΥ.
Αποτελέσματα. Πριν τη θεραπεία η διάμεση δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης σε ασθενείς βρεφικής μέχρι εφηβικής ηλικίας ήταν 136 moles 4-methylumbelliferone/ml/ώρα (με διακύμανση από 44 έως 826), ενώ στους μάρτυρες ήταν 14 nmoles/ml/ώρα (με διακύμανση 7 έως 23) (p<0,000001). Σε όλους τους ασθενείς με κλινική βελτίωση, η δραστηριότητα της β- γλυκουρονιδάσης ήταν χαμηλότερη σε δείγματα ΕΝΥ, τα οποία ελήφθησαν μετά πάροδο τουλάχιστον 6 ωρών από την έναρξη της θεραπείας. Έξι μέχρι 12 ώρες μετά την έναρξη της θεραπείας η διάμεση δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης είχε ήδη μειωθεί κατά 59%. Αντιθέτως, οι υπόλοιποι παράμετροι του ΕΝΥ έδειξαν μεταβλητότητα των τιμών τους, κατά τις πρώτες 24 ώρες της θεραπείας, η οποία ήταν ανεξάρτητη από την πορεία της νόσου. Σε 1 ασθενή με πνευμονιοκοκκική μηνιγγίτιδα, ο οποίος ενεμφάνισε επιδείνωση των συμπτωμάτων του 22 ώρες μετά την έναρξη της θεραπείας, η δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης αυξήθηκε κατά 89%. Στη νεογνική μηνιγγίτιδα η δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης πριν τη θεραπεία ήταν αυξημένη, αλλά η παρακολούθηση της πορείας της νόσου απαιτεί παρατεταμένη περίοδο ενζυμικών μετρήσεων, για έγκαιρη ρύθμιση της θεραπείας επί υποτροπών και αναμολύνσεων.
Συμπεράσματα. Η δραστηριότητα της β-γλυκουρονιδάσης του ΕΝΥ είναι αξιόπιστος δείκτης βακτηριακής μηνιγγίτιδας, που μπορεί να προσδιορίσει, νωρίς στην πορεία της νόσου, την ανταπόκριση στην θεραπεία. / Aim: β-Glucuronidase activity is increased in the cerebrospinal fluid (CSF) of patients with bacterial meningitis. The aim of this study was to investigate the β-glucuronidase activity in the cell-free CSF of bacterial meningitis, its course during treatment and compare it to other CSF parameters.
Methods: The β-glucuronidase activity, cell number, protein concentration and CSF/blood glucose ratio were measured in 47 consecutive infants and children with bacterial meningitis, and 97 control subjects. Patients had 1 or 2 follow-up lumbar punctures. Results: The β-glucuronidase activity was increased early in bacterial meningitis, even when the other CSF parameters were undisturbed. Before treatment, the median activity in affected children was 136 moles 4-methylumbelliferone/L/h (range 44-826) and in controls 14 (7-23). In all patients who improved, the activity was lower in the follow-up CSF samples. Six to 12 hours after starting treatment, the median activity was already reduced by 59%. The other CSF parameters showed a variability during the first 24 hours of treatment independently of the course of the disease. Multiple comparisons of the CSF parameters in 17 patients who had 2 follow-up punctures showed that the β-glucuronidase activity was the best prognostic index.
Conclusion: β-Glucuronidase activity in the CSF is a reliable indicator of bacterial meningitis, which can identify the response to treatment early in the course of illness. The enzyme activity is increased early in the disease, even when the other laboratory parameters from the CSF remain normal.
|
Page generated in 0.037 seconds