Spelling suggestions: "subject:"seja water intrusion""
1 |
Forecasting seasonal drawdowns in Whangamata town supply wellsJelley, Neil January 2007 (has links)
The coastal township of Whangamata's reticulated water supply is provided by a number of groundwater bores, extracting water from local fractured rhyolite and andesite aquifers. A need has arisen to create a greater understanding of the aquifers, because of an increased demand for water abstraction. Water demand in Whangamata increases dramatically during the summer vacation period. Occupant numbers increase from 4,000 up to 50,000 during peak times, resulting in increased water demand. Over the past five years an increase in groundwater abstraction has produced an evident downward trend in bore water levels. Electrical conductivity is also increasing in several aquifers, posing a realistic threat of sea water intrusion and questioning the sustainability of current abstraction volumes. Multiple linear regression and an artificial neural network model were investigated as simple empirical forecasting tools for well drawdowns to predict the effect of future increases in groundwater demand. This approach was adopted as opposed to a groundwater numerical model because of poor time resolution of available data and the complex, fractured nature of the aquifer. By using pumping volumes as variables, seasonal bore water level variations and long term trends were predicted. The models were evaluated with independent validation data sets. The actual ability of a model to predict bore water level seasonal variation and long term trends was assessed using a comparison with a moving average of the validation data set. Multiple linear regression proved superior to the neural network in almost every bore modelled. Although neural networks proved capable of modelling seasonal bore water level variations it was not to the same degree of accuracy as the regression approach. The regression approach yielded a modified index of agreement of 0.6-0.74 when comparing a moving average of observed data with the validation data sets. The developed models were used to forecast well water levels with varying abstraction volumes aiming to prevent further long term decline in bore water levels.
|
2 |
Περιβαλλοντική υδρογεωλογική έρευνα του προσχωματικού υδροφόρου της περιοχής Κιάτου - Κορίνθου. Κατασκευή μοντέλου προσωμοίωσης της υπόγειας ροήςΤάντος, Βασίλειος 03 December 2008 (has links)
Η περιοχή μελέτης εκτείνεται στο βόρειο και παραλιακό τμήμα του νομού Κορινθίας μεταξύ των πόλεων Κιάτου και Κορίνθου και καταλαμβάνει έκταση 65km2. Η νέα εθνική οδός Κορίνθου – Πατρών αποτελεί το νότιο όριο της περιοχής ενώ προς βορρά περιορίζεται από τον Κορινθιακό κόλπο. Το τοπογραφικό ανάγλυφο είναι ήπιο με το υψόμετρο να κυμαίνεται από 0 – 50 μέτρα. Ο ποταμός Ασσωπός και οι χείμαρροι Ραχιάνης και Ζαπάντης δομούν το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής.
Το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής αποτελείται από ανθρακικά ιζήματα των ζωνών Τρίπολης και Πίνδου, των οποίων υπέρκεινται μετα-ορογεντικά ιζήματα Πλειο-πλειστοκαινικής ηλικίας. Ο υδροφόρος ορίζοντας που μελετήθηκε αναπτύσσεται σε αλλουβιακά ιζήματα, κυρίως άμμους, κροκάλες, λατύπες, και λεπτομερή αργιλοαμμώδη και πηλοαμμώδη ιζήματα που εμφανίζουν υψηλό βαθμό ετερογένειας. Το πάχος του υδροφόρου κυμαίνεται από λίγα μέτρα έως 60 m και χαρακτηρίζεται ως ελεύθερος.
Η ρηξιγενής ζώνη που εμφανίζεται κατά μήκος της Ν.Ε.Ο. Κορίνθου – Πατρών αποτελεί υδρογεωλογικό όριο προς νότο για τον υπό μελέτη υδροφόρο. Η εμφάνιση μαργών στην περιοχή του Κιάτου είναι το δυτικό υδρογεωλογικό όριο, ενώ ανατολικά περιορίζεται από την επέκταση των Τυρρήνιων αναβαθμίδων στη θάλασσα.
Η κύρια τροφοδοσία του υδροφόρου προέρχεται από τη διήθηση των επιφανειακών υδάτων του ποταμού Ασωπού και των παρακείμενων χειμάρρων, ενώ κατά δεύτερο λόγω από την απευθείας κατείσδυση των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων.
Για την προσομοίωση της υπόγειας ροής του αλλουβιακού υδροφόρου έγινε χρήση του κώδικα MODFLOW της USGS. Από την εφαρμογή του μοντέλου εξήχθησαν ικανοποιητικά αποτελέσματα που έδωσαν τη δυνατότητα υπολογισμού ενός αξιόπιστου ισοζυγίου, το οποίο μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο στην εφαρμογή ενός σχεδίου ορθολογικής διαχείρισης των υδατικών πόρων της Κορινθίας.
Για την υδροχημική έρευνα χρησιμοποιήθηκε πυκνό δίκτυο δειγματοληψίας νερού σε 35 υδροσημεία της περιοχής μελέτης. Ο υδροφόρος έχει επηρεαστεί από φαινόμενα υφαλμύρινσης και ανταλλαγής ιόντων κυρίως στις βόρειες παράκτιες ζώνες. Οι συγκεντρώσεις των NO3-, NH4+ και των SO4-2 ιόντων παρουσιάζονται υψηλότερες από τα ανώτατα επιτρεπόμενα όρια ποσιμότητας. Η εφαρμογή της παραγοντικής ανάλυσης ανέδειξε τις παραπάνω υδροχημικές διεργασίες. / The study area forms the northern coastal part of Corinth’s prefecture, between the towns of Kiato and Corinth and has an area extend of 65 km2. To the south it is bounded by Athens - Patras National road, whilst to the north it is bounded by Corinthian Gulf. The topographic relief is quite gentle and varies from 0 to 50 m. A considerable hydrographic network develops across the studied region and is represented mainly by the river Asopos and the less important torrents Rachianis and Zapantis. The region can be characterized as an agro tourism center. The land is used mainly for the cultivation and of citrus fruits, olives, apricots and vineyards. Regional environment is subject to numerous pressures most important of which are intensified uses of land and water resources. Water demands have considerably increased over the last 15 years and mainly are covered by groundwater abstract from the alluvial aquifer system.
The geological bedrock of the study area consists of the carbonate sediments of Tripolis and Pindos isopics zones and a transitional zone between Pindos and Pelagonial Zone.
The plain north of the national zone is covered by post orogenetic sediments of Pliocene to Holocene age which unconformably overlay the bedrock formations. The studied aquifer is formed of recent unconsolidated material consisting of sands, pebbles, breccias and fine clay to silty sand deposits, characterized by high degree of heterogeneity and anisotropy. The thickness of the aquifer varies from a few meters to 40 m. From a hydrogeological point of view the system consists of an unconfined phreatic aquifer. A fault zone along the national highway delineates the southern edge of aquifer system, which is bounded by the Gulf of Corinth to the north. To the east, the system is bounded by the Tyrrhenian deposits extended to the sea. The marl series which, as an entity, is considered an aquitard, slopes to the north and forms the bedrock of the studied coastal alluvial aquifer system.
The basic recharge of the phreatic aquifer is from the fluviotorrential deposits, especially those of the Asopos River and also from the Tyrrhenian deposits across the southern edge of the basin. In addition to that the aquifer recharged from direct infiltration of precipitation and river bed indirect infiltration.
The simulation of ground water flow of the alluvial aquifer is based on the MODFLOW model of the USGS. The application of the mathematical model had very satisfactory results which is a reliable hydrogeological balance. Estimation of hydraulic conductivity distribution was optimized by using trial and error inverse method.
The ground water hydrochemical study was carried out, by an extensive network of 35 samples. The use of inorganic fertilizers in cultivations has a great pollution effect in ground water. The coastal aquifer has been affected, by sea water intrusion and as a result catio-exchange phenomena took plase along the coastline mainly at Lechaio area. The concentration of NO3- , NH4+, and SO4- ions are higher than the maximum allowed drinking limits. The application of R-mode factor analysis helped to delineate the major hydrochemical process of the area.
|
3 |
Περιβαλλοντική έρευνα των υδροφόρων οριζόντων του ΒΔ Λασιθίου με τη χρήση σπάνιων γαιών / Environmetal study of karstic aquifers in region NW Lasithi using rare earth elementsΠυτικάκης, Εμμανουήλ 28 June 2007 (has links)
Στην περιοχή του ΒΔ Λασιθίου απαντώνται οι γεωλογικοί σχηματισμοί των πλακώδων ασβεστόλιθων και των ασβεστόλιθων της ζώνης Τρίπολης. οι σχηματισμοί αυτοί είναι έντονα καρστικοποιημένοι και αποτελούν τους κύριους υδροφόρους της περιοχής έρευνας. Μεταξύ των δύο υδροφόρων, στις περιοχές Νεάπολης και Ποτάμων παρεμβάλλονται τα αδιαπέρατα στρώματα των Φυλλιτών-Χαλαζιτών. Ο υδροφόρος που αναπτύσσεται στους ανθρακικούς σχηματισμούς της ζώνης Τρίπολης κατηγοριοποιείται σε τρεις ζώνες σύμφωνα με τον υδροχημικό χαρακτήρα του υπόγειου νερού. η πρώτη ζώνη αποτελείται από τις περιοχές τροφοδοσίας του υδροφόρου (Δράσι, Άγιος Κωνσταντίνος και Ποτάμοι) με εξαίρετη ποιότητα νερού, η δεύτερη ζώνη συνιστάται από τις περιοχές των Λακωνίων και Κριτσάς, όπου το νερό του υδροφόρου έχει επηρεαστεί από τη διείσδυση του θαλασσινού νερού. Τέλος, η τρίτη ζώνη αποτελείται από τις παράκτιες περιοχές του Αγίου Νικολάου και Αλμυρού με έντονη επιρροή από την διαδικασία της υφαλμύρινσης Ο υδροφόρος που αναπτύσσεται στους Πλακώδεις ασβεστόλιθους είναι ανοικτός στην θάλασσα και επηρεάζεται στο σύνολο του από την διείσδυση του θαλασσινού νερού. Με τη χρήση των κανονικοποιημένων διαγραμμάτων των σπάνιων γαιών, τόσο σε δείγματα πετρωμάτων όσο και σε δείγματα νερού προέκυψε ότι οι δύο καρστικοί υδροφόροι επικοινωνούν υδραυλικά στην περιοχή του Δάμακα Β-ΒΔ του Αγίου Νικολάου. / The region of NW Lasithi is dominated by plattenkalk and Tripoli’s zone limestones. These geological formations are characterized by karst and host the main aquifers of study area. Impermeable layers of phyllite-quartzite formation occur between these limestone formations, in the areas of Neapolis and Potami. The aquifer hosted by the carbonate formations of Tripoli’s zone is divided in three zones based on the hydrochemical characteristics of the underground water. The first zone includes the areas Drasi, Agios Konstantinos and Potami that are the sources of the aquifer, with excellent water quality. The second zone consists of the areas Lakonia and Kritsa, in which the underground water have been infiltrated by sea water. Finally the third consists of the coastal zones of Agios Nikolaos and Almyros, which have been affected by the process of brackish water. The aquifer hosted by the plattenkalk limestones is open to the sea and is affected by the intrusion of sea water. It can be shown, using normalized rare earth element diagrams of analyses of both rocks and underground waters, that the two karstified aquifers communicate hydraulically in the area of Damakas, N-NW of city Agios Nikolaos.
|
Page generated in 0.1158 seconds