Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να ερευνηθεί κατά πόσο η ανάσπαση του
τμήματος ST και η θετικοποίηση του κύματος Τ στις Q – απαγωγές του ΗΚΓ κατά τη
διάρκεια της δοκιμασίας κόπωσης πρό της εξόδου από το νοσοκομείο, μπορούν να
συνεισφέρουν στη κλινική αντιμετώπιση των ασθενών με πρόσφατο έμφραγμα
μυοκαρδίου.
Εισαγωγή: Η κλινική σημασία αυτών των ΗΚΓ ευρημάτων παραμένει αμφισβητούμενη,
παρά το γεγονός ότι σε αρκετές μελέτες σχετίζεται με την ύπαρξη μυοκαρδιακής
βιωσιμότητας όπως και λειτουργικής αποκατάστασης μετά από επαναγγείωση. Από τη
στιγμή που η επιλογή των ασθενών που συμμετέχουν σε κάθε μελέτη μπορεί να εξηγήσει
τα διαφορετικά αποτελέσματα, η αξία αυτών των ευρημάτων στη τωρινή εποχή της
θρομβόλυσης πρέπει να διευκρινισθεί.
Μέθοδος: Στη μελέτη έλαβαν μέρος 101 ασθενείς, ηλικίας 58+11 έτη, με πρόσφατο,
πρώτο, ανεπίπλεκτο Q – έμφραγμα μυοκαρδίου (εκ των οποίων 56% ήταν πρόσθια, 57%
θρομβολυμένα με κλάσμα εξώθησης αριστεράς κοιλίας 43 + 7%). Οι ασθενείς προ της
εξόδου από το νοσοκομείο υποβάλλονταν σε υπομεγίστη δοκιμασία κόπωσης.
Ακολούθως, σε απουσία σοβαρής ισχαιμίας, διενεργείτο διαδοχικά μελέτη δυναμικής
ηχοκαρδιογραφίας με χρήση δοβουταμίνης (DSE), σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου με
θάλλιο – 201 (201Tl-SPECT) και αγγειογραφία των στεφανιαίων αρτηριών.
Αποτελέσματα: Οι ασθενείς με ανάσπαση του τμήματος ST στη μέγιστη κόπωση έχουν
μεγαλύτερης έκτασης εμφράγματα (peak CPK 2351+1465 versus 1671+1132 U/L, p<0.05)
και περισσότερο επηρεασμένη συστολική λειτουργία με κριτήριο τον αριθμό των μυοκαρδιακών τμημάτων με συμπεριφορά ουλώδους ιστού τόσο στη δυναμική
ηχοκαρδιογραφία με χρήση δοβουταμίνης (p<0.05) όσο και στο σπινθηρογράφημα
μυοκαρδίου με θάλλιο – 201 (p<0.01). Η επίπτωση βιωσιμότητας και / ή ισχαιμίας δεν
διέφερε στις δύο ομάδες. Τα αποτελέσματα ήταν παρόμοια και στη χαμηλής φόρτισης
κόπωση. Η εντόπιση του εμφράγματος στο πρόσθιο τοίχωμα και η παρουσία > 3
τμημάτων με συμπεριφορά ουλής στη DSE ήταν μεταξύ των ανεξάρτητων θετικών
προβλεπτικών παραγόντων της ανάσπασης του ST στη μέγιστη άσκηση. Η
θετικοποίηση του κύματος Τ απεδείχθει το ίδιο αναποτελεσματική στη πρόβλεψη
βιωσιμότητας και / ή ισχαιμίας. Κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης κλινικής
παρακολούθησης που ακολούθησε (31+13 μήνες), η συχνότητα των συμβαμάτων ήταν
χαμηλή (8 % για θάνατο ή μη θανατηφόρο ΟΕΜ) και δεν διέφερε μεταξύ των ομάδων.
Συμπέρασμα: Σε ασθενείς με πρόσφατο Q – έμφραγμα μυοκαρδίου, χωρίς κλινικά και
ΗΚΓ κριτήρια σημαντικής υπολειπομένης ισχαιμίας, οι ανασπάσεις του διαστήματος ST
κατά την δοκιμασία κοπώσεως εκφράζουν την μεγάλη έκταση του εμφράγματος. Η
δυνατότητα αυτών των ST/T μεταβολών του ΗΚΓ να συνεισφέρουν στη ανίχνευση
βιωσιμότητας και ισχαιμίας και στη διαστρωμάτωση κινδύνου αυτών των ασθενών ,
αποδεικνύεται χαμηλή. Τά κλασσικά κλινικά κριτήρια που χρησιμοποιούνται και σήμερα
αποδεικνύονται ιδιάτερα αποτελεσματικά στη επιλογή των ασθενών χαμηλού κινδύνου. / Objectives: The aim of this prospective study was to investigate whether ST segment
elevation and T wave normalization in Q-wave leads on pre-discharge exercise
electrocardiogram (ECG) can contribute to patient management after recent myocardial
infarction (MI)
Background: The clinical relevance of these exercise ECG changes remains controversial
despite accumulating evidence of their association with myocardial viability as well as
functional recovery after revascularization. Since patient selection may explain the
discordant results across the studies, the value of these ST/T abnormalities in the
thrombolytic era should be better defined.
Methods: One-hundred one patients, aged 58+11 years, with a recent, first, uncomplicated
Q-wave MI (56% anterior, 57% thrombolyzed, ejection fraction 43+7%) underwent predischarge,
submaximal treadmill testing followed, in the absence of severe ischemia, by
dobutamine stress echocardiography, thallium-201 single photon emission computed
tomography and coronary angiography.
Results: Patients with, as compared with those without ST elevation at peak exercise had
more severe infarctions (peak creatine kinase 2351+1465 versus 1671+1132 U/L, p<0.05)
and more extensively impaired left ventricular contractility due to scar tissue as based on
the number of segments with scar on echocardiography (p<0.05) or scintigraphy (p<0.01).
However, the incidence of myocardial viability and ischemia was not different between the
two groups. Results were similar for ST elevation at low level exercise. Anterior infarction
location and at least three scarred segments on dobutamine stress echocardiography were among the independent predictors of ST elevation at peak ergometric exercise. T wave
normalization was similarly inaccurate in identifying viability or ischemia. Over long-term follow-up of 31+13 months, the event rate was low ( 8 % for death or nonfatal MI) and did
not differ between groups with or without these exercise-induced ST/T wave changes.
Conclusions: In patients after acute, Q-wave MI without severe ischemia according to
clinical and standard ECG criteria, exercise-induced ST elevation is associated with larger infarctions. The contribution of these ST/T changes to identify patients with myocardial viability or ischemia and for risk stratification is poor. In-hospital management of these patients based on routine clinical practice is sufficient for selection of a population with a relatively low long-term risk.
Identifer | oai:union.ndltd.org:upatras.gr/oai:nemertes:10889/1271 |
Date | 20 January 2009 |
Creators | Σταθόπουλος, Χρήστος |
Contributors | Αλεξόπουλος, Δημήτριος, Βαγενάκης, Απόστολος, Αλεξόπουλος, Δημήτριος, Δουγένης, Δημήτριος, Γώγος, Χαράλαμπος, Σιαμπλής, Δημήτριος, Αποστολόπουλος, Δημήτριος, Αποστολάκης, Ευστράτιος |
Source Sets | University of Patras |
Language | gr |
Detected Language | Greek |
Type | Thesis |
Rights | 0 |
Relation | Η ΒΥΠ διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή στο βιβλιοστάσιο διδακτορικών διατριβών που βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου της. |
Page generated in 0.0034 seconds