Στην παρούσα διατριβή εξετάστηκε η δυνατότητα χρήσης της σιδηραλούμινας, του προϊόντος που προέρχεται από την επεξεργασία της ερυθράς ιλύος, ως πρώτη ύλη και ως πρόσθετο στη διεργασία παραγωγής τσιμέντου.
Η ερυθρά ιλύς αποτελεί το παραπροϊόν της επεξεργασίας του βωξίτη για την παραγωγή αλούμινας μέσω της διεργασίας Bayer. Αποτελείται από το τμήμα του βωξίτη που δεν αντιδρά, το τμήμα του βωξίτη που έχει αντιδράσει προς το σχηματισμό άλλων ενώσεων, από συστατικά που εισάγονται στη διεργασία και από τα υδροξείδια του αργιλίου που δεν ανακτώνται.
Η απομάκρυνση του νερού από την ερυθρά ιλύ έχει ως αποτέλεσμα την παραγωγή ενός στερεού υπολείμματος, της σιδηραλούμινας. Αν και υπάρχουν αρκετές διαθέσιμες τεχνολογίες για απομάκρυνση του νερού, η χρήση πρέσας φίλτρων υψηλής πίεσης συγκεντρώνει πολλά προτερήματα. Η μελέτη απομάκρυνσης του νερού πραγματοποιήθηκε σε μια εργαστηριακής κλίμακας πρέσα φίλτρων, όπου και διαπιστώθηκε ότι είναι δυνατή η παραγωγή στερεού υπολείμματος (κέικ) με περιεκτικότητα ~35% σε νερό. Η έρευνα επεκτάθηκε σε πιλοτικής κλίμακας πρέσα φίλτρων όπου εξετάστηκαν περισσότερες παράμετροι, όπως ο τύπος του φίλτρου και το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι είναι δυνατή η παραγωγή στερεού υπολείμματος με σταθερό ποσοστό υγρασίας μεταξύ 27% και 32% και πυκνότητα περίπου 2g/cm3, οδηγώντας στην εγκατάσταση μιας βιομηχανικής πρέσας φίλτρων υψηλής πίεσης, η οποία λειτουργεί από την αρχή του 2006 με επιτυχία στο «Αλουμίνιο της Ελλάδας».
Η χημική ανάλυση της σιδηραλούμινας καταδεικνύει ότι πρόκειται για ένα υλικό που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν δευτερεύουσα πρώτη ύλη στην βιομηχανία τσιμέντου ως φορέας σιδήρου. Η μελέτη της καταλληλότητάς
της πραγματοποιήθηκε με το σχεδιασμό μιγμάτων πρώτων υλών για την παραγωγή τσιμέντου τύπου Portland στα οποία η σιδηραλούμινα συμμετείχε σε ποσοστά έως 5%κ.β. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παραγόμενα με σιδηραλούμινα τσιμέντα παρουσιάζουν ίδια ποιοτικά ορυκτολογική σύσταση με το αντίστοιχο αναφοράς ενώ οι φυσικές τους ιδιότητες όπως η απαίτηση σε νερό και ο χρόνος πήξης βρίσκονται στα ίδια επίπεδα. Όσον αφορά στις μηχανικές τους ιδιότητες, οι τιμές που ελήφθησαν κατατάσσουν όλα τα τσιμέντα στην κατηγορία των 42.5N. Ειδικότερα τα τσιμέντα με σιδηραλούμινα κατατάσσονται σε υψηλότερη κατηγορία (52.5N) λόγω των αυξημένων πρώιμων αντοχών (2 ημερών). Τέλος, τα παραγόμενα με σιδηραλούμινα τσιμέντα έδειξαν ότι απελευθερώνουν μεγαλύτερη ποσότητα υδατοδιαλυτού χρωμίου από το τσιμέντο αναφοράς, απόρροια του υψηλότερου αρχικού φορτίου ολικού χρωμίου που περιέχουν.
Οι βιομηχανικές δοκιμές που ακολούθησαν στις βιομηχανίες ΤΙΤΑΝ και ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ έδειξαν ότι η προσθήκη σιδηραλούμινας σε επίπεδα 2.7%κ.β οδηγεί σε βελτίωση της εψησιμότητας του μίγματος λόγω της μείωσης του πυριτικού δείκτη. Επίσης η προσθήκη σιδηραλούμινας προς αντικατάσταση του χρησιμοποιούμενου πυρίτη στο μίγμα οδήγησε στη μείωση των ιχνοστοιχείων Mn, Pb, Zn και Cu στο μίγμα ενώ αύξησε το ποσοστό του Cr. Τα αποτελέσματα για το παραγόμενο κλίνκερ έδειξαν ότι η προσθήκη δεν επηρέασε ποιοτικά τις σχηματιζόμενες ορυκτολογικές φάσεις ενώ οι αντοχές που παρουσίασαν τα παραγόμενα τσιμέντα φτάνουν τα 27.7MPa για τις πρώτες 2 ημέρες και τα 51.6MPa μετά από 28 ημέρες. Η επίδραση της προσθήκης στους αέριους ρύπους των εργοστασίων ήταν μηδενική, καθώς οι τιμές αυτών παρέμειναν στα ίδια επίπεδα κατά τη διεργασία παραγωγής.
Προκειμένου να αξιολογηθεί η περιβαλλοντική συμπεριφορά των παραγόμενων με σιδηραλούμινα τσιμέντων, πραγματοποιήθηκαν δοκιμές εκπλυσιμότητας. Για τις δοκιμές χρησιμοποιήθηκαν δύο δείγματα τσιμέντου, ένα χωρίς σιδηραλούμινα (αναφορά) και ένα 2%κ.β σιδηραλούμινα. Οι ανωτέρω δοκιμές πραγματοποιήθηκαν υπό το πρίσμα δύο προτύπων, του NEN 7345-tank test που αναφέρεται σε μονολιθικά υλικά (service life scenario) και του prEN 14429-pH dependence test που αναφέρεται σε κοκκώδη υλικά (“second life” scenario). Σύμφωνα με τη χημική ανάλυση των δύο τσιμέντων, το τσιμέντο με σιδηραλούμινα παρουσιάζει μεγαλύτερο αρχικό φορτίο σε Cr, Ni και V από το αντίστοιχο αναφοράς. Το παραπάνω γεγονός δεν επηρεάζει την απελευθέρωση στην περίπτωση του μονολιθικού υλικού, όπου τόσο για την περίπτωση του Cr όσο και για αυτές των Ni και V παρατηρούνται ίδια επίπεδα απελευθέρωσης τόσο για το δοκίμιο αναφοράς όσο και για το δοκίμιο με σιδηραλούμινα. Στην περίπτωση του κοκκώδους (θραυσμένου) υλικού η απελευθέρωση των ιχνοστοιχείων στο περιβάλλον είναι ανάλογη του αρχικού τους φορτίου και εντείνεται καθώς η ισορροπία μετατοπίζεται προς χαμηλότερα pH.
Οι σύγχρονες τάσεις που αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας και την προστασία του περιβάλλοντος έστρεψαν την έρευνα στη δυνατότητα προσθήκης σιδηραλούμινας ως πρώτη ύλη για την παραγωγή τσιμέντων μπελιτικού τύπου. Η διαφορά των ανωτέρω τσιμέντων με τα τσιμέντα τύπου Portland είναι τα μειωμένα επίπεδα της φάσης του πυριτικού τριασβεστίου (C3S) απόρροια της χαμηλότερης θερμοκρασίας έψησης (~1350οC) γεγονός που τα κατατάσσει στην κατηγορία των φιλικών προς το περιβάλλον τσιμέντων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η χρήση σιδηραλούμινας για την παραγωγή μπελιτικών τσιμέντων είναι εφικτή αλλά και ότι τα τσιμέντα αυτού του τύπου έχουν ένα σαφές μειονέκτημα έναντι των Portland, τις χαμηλές πρώιμες αντοχές τους. Το μειονέκτημα αυτό αντιμετωπίστηκε με την εισαγωγή γύψου στο μίγμα των πρώτων υλών που είχε ως επακόλουθο τη δημιουργία της υδραυλικής ένωσης 4CaO.3Al2O3.SO3 κατά τη διαδικασία έψησης.
Τέλος εξετάστηκε η δυνατότητα της σιδηραλούμινας να δράσει ως υπόστρωμα για την ρόφηση του εξασθενούς χρωμίου (Cr(VI)) σε υδατικά διαλύματα προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως πρόσθετο στο τελευταίο στάδιο της παραγωγής τσιμέντου. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε λαμβάνοντας υπ’ όψιν παραμέτρους όπως το pH του διαλύματος, ο χρόνος επαφής και η αναλογία υγρού προς στερεό (l:s ratio). Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι η σιδηραλούμινα εμφανίζει ροφητικές ιδιότητες οι οποίες αυξάνονται εάν προηγηθεί ένα στάδιο χημικής και θερμικής επεξεργασίας αυτής. Αυτό οφείλεται στην αύξηση της ειδικής επιφάνειας της σιδηραλούμινας από τα 10m2 g-1 στα 70m2 g-1 λόγω της αύξησης του μικροπορώδους της. Τα επίπεδα ρόφησης χρωμίου για την επεξεργασμένη σιδηραλούμινα έφτασαν σε ιδανικές συνθήκες στα 0.82mg g-1. Ο μηχανισμός της ρόφησης περιγράφεται από την ισόθερμη Langmuir ενώ περιορίζεται σε μια στενή περιοχή τιμών του pH ανάμεσα στο 5 και στο 6. / In the present thesis the potential utilization of ferroalumina, a by-product that derives from the dewatering of red mud, as a raw material as well as an additive material in the cement production route is examined.
Red mud is the main by-product that derives from the digestion of bauxite ores during Bayer process in order to produce alumina. It comprises from the ore part that has not reacted, the part that has reacted and has formed other than the desired compounds, from supplementary materials that were introduced during the procedure and from aluminium hydroxides that were not recovered.
The removal of red mud’s water content leads to the production of ferroalumina. Although there are many ways of removing the water, the use of a filter press has many advantages. The laboratory study of the water removal from red mud by means of a filter press led to the formation of a cake with ~35%wt of water. Parameters, such as the filter type and the material that it comprises were examined with the further use of a pilot scale filter press. The results indicated that the filter press can produce a cake with constant water amount between 27% and 32%wt and density 2g/cm3. The latter results, led to the installation of an industrial high pressure filter press, which is in operation since the beginning of 2006, in the Aluminium Hellas industry.
Ferroalumina’s chemical analysis indicates that it can be used as a secondary material in the cement industry, mainly as an iron oxide carrier. The study for its suitability was performed by preparing Portland cement raw mixtures introducing ferroalumina up to 5%wt are a raw material. Consequently, the raw mixtures were fired up to 1550oC in order to produce clinker and co-grounded with gypsum in order to produce Portland cement. The results indicate that the produced ferroalumina cements presents similar mineralogical composition with the cements without ferroalumina whilst their physical properties such as the water demand and the setting time are at the same levels. Regarding their mechanical properties, the obtained compressive strength values are ranking all the cements in the 42.5N category. Especially the ferroalumina cements are falling into a higher category and more specifically in the 52.5N category due to their high early day strengths. Finally, the study indicate that the ferroalumina cements presents higher amounts of water soluble chromium than the cement without ferroalumina (reference), most probably due to their higher initial amount of total chromium.
The industrial trials that were performed by the Greek cement industries TITAN and AGET Heracles showed that the addition of ferroalumina up to 2.7%wt improves the burnability of the mixture due to the silica modulus reduction. The substitution of the raw material pyrite from the ferroalumina, led to the reduction of Mn, Pb, Zn and Cu on the raw mixture whilst it increased the Cr percentage. The results for the produced clinker indicate that the ferroalumina addition did not affect the formatted mineralogical phases. The compressive strength values of the obtained cements, was 27.7MPa after the first 2 days and 51.6MPa after 28 days of curing. The flue gas emissions were at the same levels during the cement production indicating that the ferroalumina addition does not affect that part of production either.
In order to evaluate the environmental behaviour of the ferroalumina cements, two types of leaching tests, which refer to different field scenarios, were employed. The NEN 7345-tank test which refers to monolithic materials (“service life” scenario) and the prEN 14429-pH dependence test, which concerns granular materials (“second life” scenario). Two different cement samples were used for the above mentioned tests. The first one was produced without ferroalumina (reference sample) whilst the second one was produced with a 2%wt ferroalumina addition. The chemical analysis of the cement with ferroalumina showed that it presents greater content of Cr, Ni and V than the reference cement. The latter does not affect leaching in the service life scenario. More specifically in the case of Cr the reference cement presents the same leaching amount with the ferroalumina cement whilst in the case of Ni and V no leaching is observed for any of the two cement samples. During the “second life” scenario the leaching is greater in the case of the ferroalumina cement. The latter is related to the greater initial content of the above mentioned cement in Cr, Ni and V. The leaching behaviour is for both cements pH sensitive as higher leaching values for Cr and Ni are observed while the pH shifts to lower values.
The new trends concerning the sustainable development through energy conversion and environmental protection have led the current study in the utilization of ferroalumina in the field of belite cements. The main difference of the above mentioned cements from the Portland cements is the low content in calcium silicate (C3S) mainly due to the lower firing temperature (~1350οC). The latter ranks the above mentioned cements in the environmental friendly cements category (green cements). The obtained results indicate that the use of ferroalumina as a raw material for the production of belite cements is possible as well as that the produced cements have a certain drawback when compared with the OPC. The lack of C3S leads to low early day strength. This drawback was confronted with the introduction of gypsum in the raw mixture which led to the formation of the hydraulic compound 4CaO.3Al2O3.SO3 (Klein’s compound) during the firing procedure.
The last chapter deals with the possibility of utilize ferroalumina as a substrate for the absorption of hexavalent chromium in order to use it as an additive material in the last stage of cement production. The study examined parameters such as the pH of the solution, the contact time and the liquid to solid ratio (l:s ratio). The results indicate that the ferroalumina is able to absorb chromium and that this ability increases if a stage of chemical and thermal treatment is employed before. The treatment enhances ferroalumina’s absorption ability due to an increase of specific surface from 10m2 g-1 to 70m2 g-1. The absorbance mechanism is described with the Langmuir model and the best results are obtained for pH 5 and contact time 1h. The amount of chromium that is absorbed from each grammar of ferroalumina in the above mentioned conditions is 0.82mg.
Identifer | oai:union.ndltd.org:upatras.gr/oai:nemertes:10889/2915 |
Date | 19 April 2010 |
Creators | Βαγγελάτος, Ιωάννης |
Contributors | Αγγελόπουλος, Γεώργιος, Vagelatos, Ioannis, Κουτσούκος, Πέτρος, Νικολόπουλος, Παναγιώτης, Σταματάκης, Μιχάλης, Φτίκος, Χρήστος, Αγγελόπουλος, Γεώργιος, Ματαράς, Δημήτρης, Παρασκευά, Χρηστάκης |
Source Sets | University of Patras |
Language | gr |
Detected Language | Greek |
Type | Thesis |
Rights | 0 |
Relation | Η ΒΥΠ διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή στο βιβλιοστάσιο διδακτορικών διατριβών που βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου της. |
Page generated in 0.0037 seconds