Spelling suggestions: "subject:"εντερόκοκκος"" "subject:"εντερόκοκκους""
1 |
Φαινοτυπικός και γονοτυπικός χαρακτηρισμός εντεροκόκκων σε κλινικά και περιβαλλοντικά δείγματαΦιλιππίδου, Σεβαστή 14 February 2012 (has links)
Για περισσότερο από έναν αιώνα, οι εντερόκοκκοι προβληματίζουν τους ερευνητές ως προς την ταξινόμηση, τη λοιμογόνο ικανότητα, την επιδημιολογία και την ανθεκτικότητα τους στα αντιβιοτικά, αλλά και ως προς τη διασπορά τους στο περιβάλλον, αφού αυτή συνδέεται άμεσα με τη Δημόσια Υγεία. Οι εντερόκοκκοι, αποτελούν μέρος της φυσιολογικής εντερικής χλωρίδας ανθρώπων και ζώων και μπορούν να επιβιώσουν στο υδάτινο περιβάλλον για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτω από αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες. Στον άνθρωπο προκαλούν βακτηριαιμία, ενδοκαρδίτιδα, λοιμώξεις του ουροποιητικού και άλλων συστημάτων. Μέσο διασποράς τους μπορεί να είναι και το περιβάλλον, γεγονός που καθιστά τη μελέτη της οικολογίας τους και την επιδημιολογική τους επιτήρηση ζωτικής σημασίας.
Κατά τη χρονική περίοδο 10/2009-7/2010 στο νομό Αχαΐας, από 2115 δείγματα θαλάσσιου, επιφανειακού και πόσιμου ύδατος, 168 δείγματα βρέθηκαν θετικά για παρουσία εντερόκοκκων μετά από καλλιέργεια σε SB agar, δοκιμασία υδρόλυσης εσκουλίνης, αρνητική αντίδραση καταλάσης, ανάπτυξη σε 6,5% NaCl και βιοτυπία με Vitek. Επιπλέον, προσδορίστηκε η αντοχή στα αντιβιοτικά Penicilin, Erythromycin, Vancomycin, Teicoplanin, Chloramphenicol, Ciprofloxacin και Quinupristin/Dalfopristin. Ακολούθησε Pulsed-Field Gel Electrophoresis για την τυποποίηση των στελεχών σε κλώνους. Τέλος, πραγματοποιήθηκε συσχέτιση με αντίστοιχα κλινικά στελέχη ασθενών από το ΠΓΝΠ.
Τα 121 από τα 168 δείγματα ανήκουν στο γένος των εντεροκόκκων, σύμφωνα με τον βιοχημικό φαινότυπο (50 E. faecalis, 43 E. faecium, 10 E. villorum, 9 E. gallinarum, 5 E. casseliflavus και 4 E.durans). To 85% των εντεροκόκκων ήταν ευαίσθητα στην Ρenicillin, το 17% στην Erythromycin, το 95% στην Vancomycin, το 100% στην Teicoplanin, το 70% στην Chloramphenicol και το 1% στην Ciprofloxacin. Συνολικά ταυτοποίηθηκαν σε κλώνους 76 από τα 105 στελέχη. Τα E. faecalis σε 2 ομάδες, τα E. faecium σε 5, τα E. gallinarum σε 3, τα E. villorum σε 1, τα E. casseliflavus σε 1 και τα E.durans σε 1. / For more than a century, there is great concern about enterococci, regarding the classification, pathogenicity, epidemiology and resistance to antibiotics, but also the distribution into the environment, since this fact is directly linked to Public Health. Enterococci are part of the normal intestinal flora of humans and animals and can survive in the aquatic environment for long periods under adverse environmental conditions. In humans, enterococci are leading causes of bacteraemia, endocarditis and urinary tract infections.. The environment is involved in their distribution, which makes the study of their ecology and the epidemiological surveillance of vital importance.
During the period 10/2009-7/2010, in the geographic area of the prefecture of Achaia, 2115 samples from marine, surface and drinking water were collected and 168 of them were positive for the presence of enterococci according to inoculation in SB agar, bile-aesculin agar, negative catalase reaction, growth in 6,5% NaCl and biotyping with Vitek. Moreover, resistance to Penicillin, Erythromycin, Vancomycin, Teicoplanin, Chloramphenicol, Ciprofloxacin and Quinupristin / Dalfopristin was determined. Pulsed-Field Gel Electrophoresis was applied for clonal identification. Finally, a correlation with corresponding clonal types isolated from patients hospitalised at the University Hospital of Patras was performed.
One hundrend and twenty-one out of 168 isolates were identified as enterococci, according to their biotypes (50 E. faecalis, 43 E. faecium, 10 E. villorum, 9 E. gallinarum, 5 E. casseliflavus and 4 E.durans). 85% of enterococci were sensitive to Penicillin, 17% to Erythromycin, 95% to Vancomycin, 100% to Teicoplanin, 70% to Chloramphenicol, and 1% to Ciprofloxacin. Overall 76 of the 105 strains were grouped. E. faecalis strains were classified into two PFGE types, E. faecium into five, E. gallinarum into three, E. villorum into one, E. casseliflavus into one and E.durans into one.
|
2 |
Εντερόκοκκοι υδάτινου περιβάλλοντος : ταυτοποίηση, ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά και κλωνική ανάλυση / Enterococci isolated form waters samples : biotyping, antibiotic, resistance and clonal analysisΓραμμένου, Παναγιώτα 25 June 2007 (has links)
Στην παρούσα μελέτη η βιοτυπία και η ανάλυση του DNA με ηλεκτρο-φόρηση σε παλλόμενο ηλεκτρικό πεδίο (PFGE) εφαρμόσθηκαν σε ένα σύνο-λο εντε-ρο-κόκ-κων που απομονώθηκαν από νερά αναψυχής και πόσιμα νερά, προκει-μένου να προσδιορισθεί πιθανή γενετική συγγένεια. Τα 200 στελέχη εντε-ρο--κόκκου απομονώθηκαν από 246 δείγματα νερών αναψυχής και 903 δείγματα πόσιμου νερού, από θάλασσα, νερό δικτύου, ποταμούς και πηγές της Ν.Δ. Ελλάδας. Η ταυτοποίηση σε επίπεδο είδους έγινε με το σύστημα API 20strep. Ο έλεγχος της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά έγινε με προσδιορισμό της ελάχιστης ανασταλτικής πυκνότητας (MIC) με την μέθοδο ταινιών E-test. Η ηλεκτροφό-ρηση σε παλλόμενο ηλεκτρικό πεδίο εφαρμόσθηκε για τις γονοτυπικές δοκιμασίες. Ο χαρακτηρισμός σε επίπεδο είδους ταξινόμησε τους εντερόκοκκους σε 22 βιότυπους. Στην πλειοψηφία τους τα στελέχη ήσαν E. faecium (142 ή 71%), ακολουθούσε ο E. faecalis (40 ή 20%), o E. durans (9 ή 4,5%), o E. gallinarum (5 ή 2,5%) και o E. avium (4 ή 2%). Μεταξύ των στελεχών του E. faecium υπήρ-χε σχέση των βιοτύπων και της πηγής του δείγματος. Αυτό δεν παρατηρή-θη-κε στα στελέχη του E. faecalis ούτε στα υπόλοιπα είδη. Κανένα στέλεχος δεν βρέθηκε να παράγει β-λακταμάση. Δεν παρατηρήθηκε καμία σχέση μεταξύ της αντοχής στα αντιβιοτικά και της προέλευσης των στελεχών. Κανένα είδος εντεροκόκκου δεν παρουσίασε αντοχή στα γλυκοπεπτίδια. Κλινικά στελέχη E. faecium περιελήφθησαν στα γονοτυπικά πειράματα ως μάρτυρες για τους ήδη ταυτοποιημένους κλώνους που ενδημούν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Πάτρας. Η ανάλυση των τύπων PFGE μεταξύ των 104 στελεχών αποκάλυψε την παρουσία 18 κλώνων μεταξύ του E. faecium, 14 του E. faecalis, 2 του E. durans, 3 του E. gallinarum και ενός του E. avium. Αν και μεταξύ των εξετασθέ-ντων στελεχών παρατηρήθηκε γενετική ποικιλία, προσδιορίσθηκαν κοινοί κλώ-νοι μεταξύ διαφορετικών δειγμάτων νερών. Τα δενδρογράμματα αποκά-λυ-ψαν γενετική σχέση μεταξύ συγκεκριμέ-νων περιβαλλοντικών στελεχών του E. faecium και αυτών που ήσαν νοσοκομειακής προέλευσης. Για τη μελέτη της παρουσίας κλώνων μεταξύ εντεροκόκκων που απομονώνονται από το περιβάλλον πρέπει να εφαρμόζονται μέθοδοι ανάλυσης χρωμοσωμικού DNA. / In this study we have identified the enterococcal species isolated from different environmental sources and we have characterized their biotypes, antibiotic resistance patterns and PFGE types. Biotyping and DNA fingerprinting by pulsed-field gel electrophoresis was applied to a collection of enterococci recovered form recreational and drinking water, in order to identify possible genetic relationships. Clinical strains of hospital origin were compared to the environmental isolates. A total of 200 enterococci were isolated from 246 recreational water, and 900 drinking water. One hundred forty two isolates were characterized as Enterococcus faecium recovered from all sources, 40 E. faecalis, 9 E. durans, 5. E. gallinarum and E. avium. Biotypes, determined with API 20 strep, among E. faecium were correlated with certain environmental sources, while antibiotypes, determined with Etest, did not reveal any relationship with the sample origin. Even though genetic diversity was observed among the studied strains, common clonal types were also identified in different sources, suggesting a possible common origin of the enterococci. Cluster analysis revealed a genetic relationship between certain environmental E. faecium and clinical strains.
|
Page generated in 0.0231 seconds