• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 2
  • Tagged with
  • 2
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Μεταλλικές ενδοπροθέσεις που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες στο ενδαγγειακό μοντέλο φλεβών κονίκλου

Κίτρου, Παναγιώτης 18 June 2014 (has links)
Το παρόν πρωτόκολλο σχεδιάστηκε προκειμένου να εκτιμήσει την ασφάλεια και την feasibility των μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες (Drug-Eluting Stents, DES) έναντι των απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων (Bare-Metal Stents, BMS) στο φλεβικό μοντέλο κονίκλου, χρησιμοποιώντας Οπτική Συνεκτική Τομογραφία (Frequency Domain – Optical Coherence Tomography, FD-OCT). Μέθοδοι Δεκατρείς λευκοί κόνικλοι Νέας Ζηλανδίας υποβλήθηκαν σε τοποθέτηση μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν Zotarolimus (Group DES) στη μία κοινή λαγόνιο φλέβα και απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων (Group BMS) στην απέναντι κοινή λαγόνιο. Τα πρωτογενή καταληκτικά σημεία περιελάμβαναν την τεχνική επιτυχία της τοποθέτησης των μεταλλικών ενδοπροθέσεων καθώς και την σύγκριση της νεοενδοθηλιακής υπερπλασίας ανάμεσα στα δύο υπό μελέτη σύνολα με την βοήθεια την οπτικής συνεκτικής τομογραφίας. Αποτελέσματα Η τεχνική επιτυχία της τοποθέτησης 13 μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες και 13 απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων ήταν 100% (26/26 μεταλλικές ενδοπροθέσεις). Τρεις κόνικλοι πέθαναν (3/13, 23%) μέσα στις πρώτες 45 μέρες. Τα υπόλοιπα 10/13 ζώα (77%) θανατώθηκαν την 90η μέρα από την ημέρα τοποθέτησης των μεταλλικών ενδοπροθέσεων. Οι 20 μεταλλικές ενδοπροθέσεις (stents) αφαιρέθηκαν με επιτυχία. Επιτυχής FD-OCT πραγματοποιήθηκε σε όλα τα τμήματα των κοινών λαγόνιων φλεβών που αφαιρέθηκαν, 10 στο Group DES και 10 στο Group BMS. Δεν υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά στην μέση νεοενδοθηλιακή υπερπλασία ανάμεσα στα δύο σύνολα (3.02±1.19mm2 στο Group DES, έναντι 2.76±1.17mm2 στο Group BMS). Συμπέρασμα Σε αυτό το πειραματικό πρωτόκολλο, η τοποθέτηση DES στο φλεβικό αγγειακό σύστημα ήταν δυνατή. Η νεοενδοθηλιακή υπερπλασία ήταν παρόμοια και στα δύο σύνολα μετά από περίοδο ελέγχου τριών μηνών. / This protocol was designed to evaluate the safety and feasibility of drug-eluting stents (DES) implantation, as well as to compare their long-term results vs. bare-metal stents (BMS) in a rabbit venous model, using Frequency-Domain Optical Coherence Tomography (FD-OCT). Methods Thirteen New Zealand white rabbits underwent implantation of a Zotarolimus-eluting stent in the iliac vein (Group DES) and a BMS in the contralateral iliac vein (Group BMS). Study’s primary endpoints included technical success and the comparison of in-stent neointimal hyperplasia in the two study groups using ex vivo FD-OCT, at 3 months. Results Thirteen DES and 13 BMS were successfully implanted. Technical success rate was 100% (26/26 stents). Three animals (3/13, 23.0%) died within the first 45 days. The remaining 10/13 animals (77%) were euthanized at the 90th day following stent implantation. The 20 stents were successfully removed. Successful ex vivo FD-OCT was performed in all stent-implanted iliac vein segments; 10 in group DES and 10 in group BMS. There was no statistically significant difference in the mean neointimal thickness (NIT) between the two groups (3.02±1.19mm² in group DES vs. 2.76±1.17mm² in group BMS; p=0.0501). Conclusions In this experimental protocol, DES application in the venous system was safe and feasible. Hyperplasia thickness was similar in both groups after 3 months follow-up.
2

Συμβολή στη μελέτη της επίδρασης του τοπικού πειραματικού τραύματος του τοιχώματος της θωρακικής αορτής σ' ό,τι αφορά στις ανατομοφυσιολογικές μεταβολές του, σε συνάρτηση με το υπερλιπιδαιμικό προφίλ του αίματος και πιθανοί φαρμακευτικοί χειρισμοί τροποποίησής των

Κόνιαρη, Ιωάννα 28 February 2013 (has links)
Η επαναστένωση των στεφανιαίων αρτηριών μετά από αγγειοπλαστική αποτελεί μια συχνή επιπλοκή, που αναπαριστά την επουλωτική απόκριση του αρτηριακού τοιχώματος στο μηχανικό τραυματισμό. Οι στατίνες σταθεροποιούν τις αθηρωματικές πλάκες, αφενός μειώνοντας τα λιπίδια και τη θρομβογενητικότητά τους και αφετέρου μέσω της αντιφλεγμονώδους δράσης τους και της βελτίωσης της ενδοθηλιακής λειτουργίας. Πρόσφατες πειραματικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η ιβαμπραδίνη ελαττώνοντας την καρδιακή συχνότητα συντελεί στη μείωση του μεγέθους της αθηρωματικής πλάκας . Πρωταρχικός σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανάπτυξη ενός καινοτόμου και ασφαλούς μοντέλου διωτιαίας επαγωγής μηχανικού τραυματισμού στην κατιούσα θωρακική αορτή κονίκλων Νέας Ζηλανδίας, διατρεφόμενων με υπερχοληστερολαιμική δίαιτα, ως εναλλακτικό μοντέλο προσομοίωσης της επαναστένωσης των στεφανιαίων αγγείων. Επιπλέον, η μελέτη αυτή σχεδιάστηκε για να καθορίσει αν η υπερχοληστερολαιμική δίαιτα προάγει την εξέλιξη αυθόρμητων και επαγόμενων από αγγειοπλαστική αθηρωματικών βλαβών και αν η σιμβαστατίνη και η ιβαμπραδίνη αναστέλλουν περαιτέρω την αθηρωμάτωση και την επαναστένωση. Υλικό-μέθοδοι: Τα πειραματόζωα τυχαιοποιήθηκαν σε 2 πειραματικά πρωτόκολλα, που περιλάμβαναν 40 κονίκλους το καθένα, ανάλογα με το αν επρόκειτο να υποβληθούν σε μηχανικό τραυματισμό ή όχι. Εν συνεχεία, οι κόνικλοι του κάθε πειραματικού πρωτοκόλλου τυχαιοποιήθηκαν σε 4 ομάδες που περιλάμβαναν 10 ζώα η καθεμιά ως εξής: ομάδα Α- ομάδα αθηρογενετικής δίαιτας (4% δίαιτα εμπλουτισμένη σε χοληστερόλη), ομάδα Β- αθηρογενετική δίαιτα σε συνδυασμό με σιμβαστατίνη (5 mg/kg/day) ομάδα Γ- αθηρογενετική δίαιτα σε συνδυασμό με ιβαμπραδίνη (5 mg/kg/day) και ομάδα Δ – αθηρογενετική δίαιτα σε συνδυασμό με ταυτόχρονη χορήγηση σιμβαστατίνης (5mg/kg/day) και ιβαμπραδίνης (5 mg/kg/day) για 9 εβδομάδες. Μία εβδομάδα αργότερα, διάστημα ικανοποιητικό για την αύξηση των επιπέδων της χοληστερόλης τα πειραματόζωα του πειραματικού πρωτοκόλλου Ι υποβλήθηκαν σε τραυματισμό με μπαλόνι της κατιούσας θωρακικής αορτής μέσω διαδερμικού καθετηριασμού της ωτιαίας αρτηρίας. Στο τέλος των 9 εβδομάδων έγινε ευθανασία των κονίκλων, εκτομή της ανιούσας και της κατιούσας θωρακικής αορτής και ιστολογική / ανοσοϊστοχημική αξιολόγηση με αντισώματα έναντι των αφρωδών μακροφάγων (RAM 11) και της α-ακτίνης λείων μυϊκών κυττάρων (HHF-35). Ενώ, τμήμα της τραυματισθείσας κατιούσας αορτής καταψύχθηκε για μοριακή εκτίμηση της νίτρωσης των πρωτεϊνών με Western Blot. Τέλος, έγινε ιστομορφομετρική ποσοτικοποίηση της υπερπλασίας του νέου έσω χιτώνα και προσδιορισμός του λόγου έσω /μέσου χιτώνα , της αυλικής και της συνολικής περιοχής του αγγείου με το λογισμικό Image J. Αποτελέσματα: Οι τραυματισθείσες κατιούσες αορτές ανέδειξαν ιστολογικά σοβαρότερες αθηρωματικές βλάβες και σημαντική αύξηση του λόγου έσω /μέσου χιτώνα σε σύγκριση με τις μη τραυματισθείσες. Η χορήγηση σιμβαστατίνης πέρα από την ελάττωση των επιπέδων της χοληστερόλης, οδήγησε σε σημαντική ελάττωση του αριθμού των αφρωδών μακροφάγων και των SMCs και σε περαιτέρω αναστολή των αυθόρμητων και των επαγόμενων από αγγειοπλαστική αθηρωματικών βλαβών. Επιπλέον, η σιμβαστατίνη οδήγησε σε σημαντική ελάττωση της υπερπλασίας του έσω χιτώνα και του λόγου έσω /μέσου χιτώνα στις τραυματισθείσες και μη τραυματισθείσες αορτές. Ενώ, η σιμβαστατίνη ανέστειλε σημαντικά την ελάττωση της περιοχής του αυλού και της συνολικής περιοχής της τραυματισθείσας αορτής, διατηρώντας το αγγειακό τοίχωμα σε επίπεδο αντίστοιχο με το φυσιολογικό. Η ιβαμπραδίνη εμφάνισε σημαντική ελάττωση των αφρωδών μακροφάγων στις αυθόρμητες και επαγόμενες από αγγειοπλαστική αθηρωματικές βλάβες, αποκαλύπτοντας μικρότερη αποτελεσματικότητα τη σιμβαστατίνη. Η ιβαμπραδίνη δεν κατόρθωσε να ελαττώσει σημαντικά τον αριθμό των SMCs στις αυθόρμητες βλάβες της ανιούσας και στις επαγόμενες από αγγειοπλαστική αθηρωματικές βλάβες της τραυματισθείσας κατιούσας αορτής. Ωστόσο, εμφάνισε σημαντική ελάττωση των SMCs στις μη τραυματισθείσες κατιούσες αορτές. Η ιβαμπραδίνη ανέστειλε την επαγωγή σοβαρών αυθόρμητων και επαγόμενων από αγγειοπλαστική βλαβών και ελάττωσε σημαντικά την υπερπλασία του έσω χιτώνα και του λόγου έσω / μέσου χιτώνα. Ωστόσο, η ιβαμπραδίνη αποκάλυψε σημαντική απώλεια του αυλού και της συνολικής περιοχής του τραυματισθέντος αγγείου παρά την ελάττωση της υπερπλασίας του έσω χιτώνα. Σε μοριακό επίπεδο η σιμβαστατίνη και η ιβαμπραδίνη ανέστειλαν την επαγόμενη από χοληστερόλη καθώς και την επαγόμενη από χοληστερόλη και αγγειοπλαστική νίτρωση σε θέση τυροσίνης των πρωτεϊνών σε εκχυλίσματα κατιούσας αορτής. Συμπεράσματα: Η σιμβαστατίνη και η ιβαμπραδίνη ανέστειλαν την αθηρογένεση στις τραυματισθείσες με μπαλόνι και μη τραυματισθείσες αορτές υπερλιπιδαιμικών κονίκλων. Ειδικότερα, η σιμβαστατίνη και η ιβαμπραδίνη ανέστειλαν την υπερπλασία του έσω χιτώνα και σε μοριακό επίπεδο ελάττωσαν το οξειδωτικό στρες. Καινοτόμο εύρημα της μελέτης αποτελεί η προστατευτική δράση της σιμβαστατίνης στη διατήρηση του αυλού και στην αναστολή της περιοριστικής αναδιαμόρφωσης του αγγείου, μετά από τραυματισμό με μπαλόνι. Η ιβαμπραδίνη αποκάλυψε σημαντική απώλεια του αυλού και επαγωγή της αρνητικής αναδιαμόρφωσης του αγγείου μετά από τραυματισμό με μπαλόνι. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί η δυνητική ευεργετική δράση της ιβαμπραδίνης στην αναστολή της επαναστένωσης μετά από τοποθέτηση stent, όπου η υπερπλασία του έσω χιτώνα αποτελεί το μοναδικό μηχανισμό επαναστένωσης. Συνεπώς, η σιμβαστατίνη και ιβαμπραδίνη δυνητικά κατέχουν ανασταλτικό ρόλο στην επαναστένωση των στεφανιαίων μετά από τοποθέτηση stent, εύρημα που χρήζει περαιτέρω τεκμηρίωση με κλινικές μελέτες. / Coronary post- angioplasty restenosis constitutes a common complication, depicting arterial wall healing response to mechanical injury. Statins stabilize atherosclerotic plaques either by reducing their lipids levels’ and their thrombogenicity or by restoring endothelial function through anti-inflammatory action. Recent studies demonstrate that ivabradine via heart rate reduction contributes to the reduction of atherosclerotic plaque size. Primary aim of this study is the demonstration of an innovative and safe model of transauricular balloon angioplasty in the descending thoracic aorta of high-cholesterol fed rabbits, as an alternative model of coronary restenosis simulation. In addition, this study was designed to determine if hypercholesterolemic diet promotes the development of spontaneous and angioplasty-induced atherosclerotic lesions and further if simvastatin and ivabradine inhibit atherogenesis and restenosis progression. Materials and Methods: Rabbits randomized in two experimental protocols of 40 animals each, based on the mechanical injury induction or not. Rabbits of each experimental protocol further randomized to 4 groups of 10 animals each, as follows: group A or group of atherogenic diet (4% hypercholesterolemic diet), group B or group of atherogenic diet plus simvastatin (5 mg/kg/day), group C or group of atherogenic diet plus ivabradine (5 mg/kg/day), and group D or group of atherogenic diet plus simvastatin (5 mg/kg/day) combined with ivabradine (5 mg/kg/day) for 9 weeks. A week later, after the sufficient elevation of cholesterol levels, rabbits of experimental protocol I underwent transauricular balloon angioplasty of descending aorta. At the end of 9 weeks, rabbits euthanisized and ascending and descending aortas removed for further histological and immunochemical evaluation with a foam macrophage antibody (RAM-11) and a SMCs a-actin antibody (HHF-35). Furthermore, a segment of descending aortas was frozen for the Western Blot evaluation of protein tyrosine nitration. Also, histomorphometric quantification of intimal thickening, intima /media ratio, lumen and total vessel area was performed using Image J software. Results: Injured thoracic aortas revealed more severe histological lesions and further more significant increase of intima/media ratio compared to non-injured. Beyond its lipid lowering effect, simvastatin resulted in significant reduction of the amount of foam cells and SMCs and further inhibition of spontaneous and angioplasty induced lesions. Moreover, simvastatin reduced significantly intimal thickening and intima / media ratio in both injured and non-injured aortas. Also, simvastatin inhibited significantly the lumen and total vessel reduction after balloon angioplasty. Ivabradine revealed a significant reduction of foam cells in spontaneous and angioplasty induced atherosclerotic lesions, showing less effectiveness compared with simvastatin. Ivabradine did not attempt to reduce significantly the number of SMCs in spontaneous lesions of ascending aortas and in angioplasty-induced lesions, respectively. While, ivabradine reduced significantly the amount of SMCs in non-injured descending aortas. Ivabradine inhibited the development of severe spontaneous and angioplasty-induced atherosclerotic lesions as well as intimal thickening and intima/media ratio. Despite the inhibition of intimal hyperplasia, ivabradine revealed a significant lumen and total vessel area reduction. In molecular level simvastatin and ivabradine inhibited both the cholesterol and cholesterol/ angioplasty induction of tyrosine nitration in proteins of descending aortas. Conclusions: Both simvastatin and ivabradine inhibited atherogenesis in injured and non-injured aortas of hyperlipidemic rabbits. Specifically, simvastatin and ivabradine inhibited intimal thickening and further reduced oxidation stress in molecular level. Innovative finding of the study constitutes the protective effect of simvastatin, concerning the lumen restoration and further the inhibition of constrictive remodelling after balloon angioplasty. Ivabradine revealed a significant lumen loss and further induction of constrictive remodelling after balloon angioplasty. However, it should be noted the potential beneficial impact of ivabradine on restenosis inhibition after stent deployment, as intimal hyperplasia comprises the only mechanism of restenosis in this case. Consequently, simvastatin and ivabradine possess a potentially inhibitory role in coronary restenosis after stent deployment, fact that should be further documented with clinical trials.

Page generated in 0.026 seconds