Spelling suggestions: "subject:"μεγανήσι"" "subject:"μαγνήσιο""
1 |
Γεωλογική και στρωματογραφική μελέτη του Μεγανησίου, Ιόνια νησιάΚούσης, Ηλίας 11 October 2013 (has links)
Το Μεγανήσι και οι μικρότερες νησίδες Κυθρός και Θηλειά βρίσκονται στο
Εσωτερικό Αρχιπέλαγος του Ιονίου Πελάγους. Κατά το διάστημα Μέσης – Ανώτερης
Παλαιολιθικής (μπορεί και Κατώτερης) αποτέλεσε χώρο κατοίκισης προϊστορικών
ανθρώπων, προφανώς εξαιτίας της άφθονης παρουσίας της πρώτης ύλης για την
κατασκευή λίθινων εργαλείων (κερατόλιθος) αλλά και της ύπαρξης προνομιακών για
την επίβιωση σπηλαίων και άλλων καρστικών δομών. Το αντίστοιχο διάστημα στη
γεωλογική κλίμακα του χρόνου τοποθετείται μέσα στο Ανώτερο Πλειστόκαινο. Η
κύρια τεχνοτροπία των λίθινων τέχνεργων που έχουν βρεθεί είναι Μουστέρια και
αυτό αποδεικνύει ότι οι κάτοικοι ήταν Νεάτερνταλ (Homo neanderthalensis King,
1864). Αυτό το γεγονός προκάλεσε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας, με
αποτέλεσμα να ξεκινήσουν αρχαιολογικές και γεωλογικές έρευνες. Η εκπόνηση της
παρούσης εργασίας ελπίζουμε ότι θα καλύψει ένα μεγάλο μέρος των γεωλογικών
μυστηρίων που κρύβει πίσω του το Μεγανήσι. / The main topic of the project is the geological and stratigraphical analysis of Meganisi island.
|
2 |
Χαρτογράφηση του Μεγανησίου από εικόνες ASTERΚοντογεώργος, Κωνσταντίνος 16 May 2014 (has links)
Ο σκοπός της εργασίας αυτής είναι η περιβαλλοντική χαρτογράφηση του Μεγανησίου από δορυφορικές εικόνες ASTER προκειμένου να χαρτογραφηθούν οι καλύψεις Γης. Έτσι θα μπορούμε να αξιολογήσουμε τις δυνατότητες και τις εφαρμογές που έχουν αυτά τα δεδομένα. Θα εφαρμοστούν τεχνικές ψηφιακής επεξεργασίας εικόνας που αποσκοπούν στο να δημιουργηθεί ένα έγχρωμο σύνθετο, το οποίο θα εμπεριέχει σχεδόν το σύνολο της πληροφορίας που είναι διαθέσιμο στα κανάλια του ASTER. Το έγχρωμο σύνθετο θα ερμηνευτεί με εργασίες πεδίου και βάση της υπάρχουσας εμπειρίας. / The purpose of this study is the environmental mapping of Meganisi Island from ASTER satellite images in order to map the land-cover. Thus we can evaluate the features and applications that these data have. We will apply techniques of digital image processing , designed to create a color composite , which will contain almost all the information that is available in the channels of ASTER. The color combo will be interpreted through field work based on existing experience.
|
3 |
Ποικιλότητα της εδαφοπανίδας του Μεγανησίου και των δορυφορικών νησίδων (Κεντρικό Ιόνιο Πέλαγος) / Diversity of pedofauna of Meganisi and its satellite islets (Central Ionian sea)Τζωρτζακάκη, Όλγα 11 July 2013 (has links)
Η πανίδα των νησιών του Αιγαίου προσέλκυε ανέκαθεν το ενδιαφέρον Ελλήνων και
ξένων επιστημόνων, κυρίως λόγω της ιδιαίτερης γεωλογικής ιστορίας και τοπογραφίας τους.
Αντιθέτως, για την πανίδα των νησιών του Ιονίου διαθέτουμε περιορισμένα στοιχεία. Λόγω
της σχετικά πρόσφατης απομόνωσής τους (ύστερο Πλειστόκαινο) από την ηπειρωτική
περιοχή, δεν αναμένονται εντυπωσιακές διαφορές στη σύνθεση των ειδών τους. Ωστόσο, η
διερεύνηση των προτύπων ποικιλότητας στο χώρο και το χρόνο εμφανίζει ιδιαίτερο
ενδιαφέρον.
Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η συλλογή ποιοτικών και ποσοτικών στοιχείων
για τις κοινότητες ορισμένων ομάδων εδαφόβιων Αρθροπόδων (Κολεοπτέρων, Ισοπόδων,
Χειλοπόδων και Ψευδοσκορπιών) και ποιοτικών για τις κοινότητες των Ερπετών και των
Θηλαστικών στα νησιά Μεγανήσι, Κυθρός και Θηλειά του Εσωτερικού Αρχιπελάγους του
Ιονίου (GR 2220003). Κυρίως, όμως, επικεντρώνεται στη μελέτη και σύγκριση της σύνθεσης
των κοινοτήτων των ισοπόδων και των κολεοπτέρων μεταξύ των διαφορετικών βιοτόπων
των νησιών και των εποχών, καθώς και στην εκτίμηση της ποικιλότητας των διαφορετικών
βιοτόπων και των εποχών.
Για τις δειγματοληψίες επιλέχθηκαν τέσσερις σταθμοί στο Μεγανήσι και ένας σε καθένα
από τα μικρά νησιά, ώστε να αντιπροσωπεύονται οι επικρατέστεροι βιότοποι (μακκία
βλάστηση, τέλματα με μακκία, ελαιώνες, βοσκότοποι). Οι δειγματοληψίες διεξήχθησαν σε
τρεις χρονικές περιόδους (φθινόπωρο 2010, άνοιξη και καλοκαίρι 2011). Η συλλογή του
υλικού έγινε με παγίδες παρεμβολής (pitfall traps), οι οποίες παρέμεναν ενεργές συνήθως 7
-10 μέρες σε κάθε σταθμό.
Για τις ομάδες με μικρό αριθμό παρατηρήσεων καταγράφηκε μόνο ο αριθμός των
ειδών (χειλόποδα: 10, ερπετά: 11, θηλαστικά: 4 είδη) ή των οικογενειών (ψευδοσκορπιοί: 4
οικογένειες). Για τα ισόποδα και τα κολεόπτερα, για τα οποία υπήρχε ικανοποιητικός όγκος
δεδομένων, αφού υπολογίστηκε η αφθονία (άτομα/100 παγιδοημέρες) των ειδών και των
οικογενειών αντίστοιχα, πραγματοποιήθηκαν στατιστικές αναλύσεις (two-way ANOVA,
εκτίμηση ποικιλότητας και ισοκατανομής, ανάλυση ομαδοποίησης) για τη διερεύνηση των
παραπάνω ερωτημάτων.
Συνολικά καταγράφηκαν 9 είδη ισοπόδων, από τα οποία 7 είναι ενδημικά της Ελλάδας
και 4 είδη του γένους Armadillidium ενδημικά του Ιονίου. Τα είδη Armadillidium
frontemarginatum και Chaetophiloscia leucadia εμφανίζουν τη μέγιστη αφθονία, ενώ το
τελευταίο αποτελεί το μόνο είδος που είναι παρόν σε όλους τους βιοτόπους. Όσον αφορά
στα Κολεόπτερα, καταγράφηκαν περισσότερες από 25 οικογένειες, ωστόσο, κυριαρχούν
2
κατά βάση τρία είδη (Thorectes brullei, Carabus preslii και Oryzaephilus surinamensis).
Ομοίως και για τις δύο ομάδες, οι τιμές της αφθονίας δε σημείωσαν σημαντικές μεταβολές
μεταξύ των διαφορετικών βιοτόπων. Από την άλλη, εμφανίζεται ένα σαφές εποχικό
πρότυπο, με τη μέγιστη αφθονία να καταγράφεται κατά την καλοκαιρινή και τη φθινοπωρινή
περίοδο για τα ισόποδα και τα κολεόπτερα αντίστοιχα.
Όπως αναμενόταν, η μέγιστη ποικιλότητα καταγράφηκε στους βιοτόπους με μακκία
βλάστηση και για τις δύο ομάδες που μελετήθηκαν, σε αντίθεση με το διαταραγμένο βιότοπο του Κυθρού, όπου κυριαρχούν λίγα είδη με σχετικά μεγάλες αφθονίες, με συνέπεια να
μειώνεται και η ποικιλότητα. Εξαίρεση αποτελεί ο σταθμός με τους ελαιώνες, όπου η
κολεοπτεροπανίδα είναι πιο πλούσια και ισορροπημένη σε σχέση με την ισοποδοπανίδα.
Από την άλλη, κατά την καλοκαιρινή δειγματοληψία καταγράφηκε μία σημαντική αύξηση
τόσο στον αριθμό των ειδών των ισοπόδων και των οικογενειών των κολεοπτέρων όσο και
στην ποικιλότητα. Η απόκλιση από το αναμενόμενο πρότυπο εμφάνισης της μέγιστης
ποικιλότητας την άνοιξη οφείλεται ενδεχομένως στην παρατεταμένη διάρκεια της υγρής
περιόδου και στις σχετικά χαμηλότερες θερμοκρασίες που επικρατούν στο Ιόνιο.
Επιπλέον, η ανάλυση ομαδοποίησης (με το δείκτη Jaccard) για τα ισόποδα τοποθετεί
τους σταθμούς με παρόμοια χαρακτηριστικά βιοτόπου σε κοντινούς κλάδους, ενώ οι σταθμοί
που έχουν υποστεί έντονες ανθρωπογενείς επεμβάσεις διαφοροποιούνται περισσότερο όσο
αυξάνεται ο βαθμός διατάραξης. Αντιθέτως, βάσει των κολεοπτέρων (με τους δείκτες Bray-
Curtis και Jaccard) προκύπτει ένα σύμφωνο με τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά των νησιών
πρότυπο: οι βιότοποι του Μεγανησίου σχηματίζουν ένα ενιαίο κλάδο και ο Κυθρός με τη
Θηλειά ένα δεύτερο.
Γενικά, οι βιοκοινότητες κυριαρχούνται από λίγα είδη, ενώ τα υπόλοιπα βρίσκονται σε
μικρές αφθονίες. Η εποχικότητα, οι κλιματικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή, ο
κατακερματισμός των βιοτόπων και η ένταση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων φαίνεται να
αποτελούν τους κύριους παράγοντες διαμόρφωσης των χωρο-χρονικών προτύπων των
ειδών στα νησιά μελέτης. / As the fauna of the Aegean archipelago has always attracted ecologists’ interest,
Ionian Islands’ fauna has remained in obscurity, mainly due to their rather recent isolation
from the mainland (during Late Pleistocene). Thus, compared with the mainland no
surprising differences in terms of species composition are expected; however, the
identification of special diversity patterns, seasonal and between different habitats as well, is
considered of particular interest.
The present thesis is a preliminary contribution to the study of the temporal and spatial
composition and diversity of specific pedofaunal groups (terrestrial Isopoda (Oniscidea),
Coleoptera, Chilopoda, Pseudoscorpiones) on Meganisi Island and on its satellite islets
Kythros and Thilia, located in the Internal Ionian Archipelago, which consists a Natura 2000
site (GR 2220003). Qualitative data were also collected for reptiles and terrestrial (nonchiropteran)
mammals.
Four sampling sites on Meganisi and one on each islet were established, covering the
main habitats of the islands (maquis shrublands, ponds with maquis, olive groves, grazing
land). Arthropod assemblages were sampled using pitfall traps (20 traps at each site) during
three sampling periods, i.e. autumn 2010, spring 2011 and summer 2011. Traps were left
active each period between 7 and 10 days for each site. The collected material was first
sorted and then determined to the family level (Coleoptera, Pseudoscorpiones) and, where
possible, to the species level (Isopoda, Chilopoda).
Abundance (individuals per 100 trap-days) of the most abundant taxa, i.e. Isopoda and
Coleoptera, was calculated for each sampling site and each period, as well. Statistical
analysis, including two-way ANOVA, diversity estimate with different diversity and evenness
indices (Shannon-Wiener H’, Simpson’s D, Pielou J’, Simpson's E) and cluster analysis
(based on Jaccard and Bray-Curtis indices), was performed. Due to scarce data, the
conducted sampling for the other animal groups was only qualitative. As a result, eleven
reptile, four terrestrial mammal, ten Chilopoda species and four Pseudoscorpion families
were identified.
A total of 9 isopod species were identified, revealing a relatively high endemicity ratio;
7 of them are endemic in Greece, of which four Armadillidium species are distributed only in
the Ionian Islands. The dominant isopod species are Armadillidium frontemarginatum and
Chaetophiloscia leucadia, the latter being a very common species for the study area and the
only one found in all sampling sites. Isopod abundance values did not show any statistically
4
significant variation among the sampling sites. Nevertheless, a clear seasonal pattern was
evident, with a significant increase in the abundance and species richness during summer.
Concerning Coleoptera, more than 25 families were determined. The dominant
coleopteran species are Thorectes brullei, a coprophagus beetle that thrives due to the
presence of abundant cattle on the islands, Carabus preslii, with a notable activity peak
during autumn, and Oryzaephilus surinamensis, a cosmopolitan species probably brought by
humans and related with cereal cultivation. Abundance values did not differ significantly
among the sampling sites; however, a significantly higher abundance value was recorded
during autumn.
The number of recorded taxa on Meganisi was higher than the other two islets and a
decreasing trend related to the respective size of the island surface was observed. Only ten
Coleopteran families, three Isopod and three Chilopod species were common findings in all
three islands.
As expected, diversity was found higher in maquis shrublands. On the other hand, the
disturbed islet of Kythros, which was dominated by a few species with quite high
abundances, showed low diversity. Consequently, comparisons between these two different
cases highlight the importance of natural undisturbed habitats for biodiversity conservation.
Olive grove habitats provided also interesting results, where coleopteran communities were
found to be much more balanced than the isopod ones. Another notable finding of this study
is the observed increase in the number of isopod species and coleopteran families and their
diversity as well during summer, contrary to the commonly observed activity peak during
spring. Most likely, the prevailing weather conditions in Western Greece with late spring
rainfalls and relatively low temperatures seem to be responsible for this delayed activity.
In addition, cluster analysis (based on Jaccard index) on isopod data grouped similar
habitats in the same clades, whereas similarity decreased in the highly impacted habitats
according to the disturbance level. Thus, habitat character seems to play an important role
on isopod distribution. Conversely, coleopterans present a different pattern, as community
similarity (based on both Bray-Curtis and Jaccard indices) showed a clear geographical
pattern of distribution.
Generally, it is clear that the recorded number of dominant species on the islands
under study remains small, while all the others are found in small abundances. Seasonality,
local climatic conditions, habitat fragmentation and intense human activities, especially
during the last decades seem to affect significantly the spatial and temporal distribution of
the studied arthropod fauna.
|
Page generated in 0.0228 seconds