Spelling suggestions: "subject:"αιγαίο""
1 |
Βυζαντινή ναοδομία στη Νάξο : η μετεξέλιξη από την παλαιοχριστιανική στη μεσοβυζαντινή αρχιτεκτονικήΑσλανίδης, Κλήμης 02 March 2015 (has links)
Η Νάξος παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα της διατήρησης μεγάλου αριθμού βυζαντινών ναών, πολλοί από τους οποίους χρονολογούνται στην πρώτη χιλιετία και, επομένως, προσφέρεται για τη μελέτη της εξέλιξης από την παλαιοχριστιανική στη μεσοβυζαντινή αρχιτεκτονική.
Μετά από συνοπτική αναφορά στην μέχρι σήμερα έρευνα, την ιστορία και την τοπογραφία του νησιού, εξετάζονται συνολικά εξήντα πέντε μνημεία, με έμφαση σε όσα χρονολογούνται από το τέλος της παλαιοχριστιανικής περιόδου (μέσα 7ου αι.) έως την εποχή κατά την οποία αποκρυσταλλώθηκαν τα χαρακτηριστικά της μεσοβυζαντινής αρχιτεκτονικής (μέσα 11ου αι.). Στα τριάντα τέσσερα αυτά μνημεία αφιερώνεται ειδικό λήμμα, με περιγραφή, ανάλυση της οικοδομικής ιστορίας και βιβλιογραφία, το οποίο συνοδεύεται από σχέδια σε ενιαία κλίμακα 1:100, τις περισσότερες φορές πρωτότυπα. Η τεκμηρίωση των υπολοίπων μνημείων γίνεται συνοπτικότερα. Στη συνέχεια, γίνεται σύνθεση των παρατηρήσεων ως προς την τυπολογία, την κατασκευή, τις μορφές και τη χρονολόγηση των μνημείων, ούτως ώστε να διατυπωθούν τα τελικά συμπεράσματα, που αφορούν στην εξέλιξη της βυζαντινής ναοδομίας στο νησί, την ένταξη του φαινομένου στο πλαίσιο της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και στην ιστορική του ερμηνεία.
Τα συμπεράσματα της εργασίας συνοψίζονται στα ακόλουθα:
1. Μέχρι τα μέσα του 9ου αιώνος, η ναξιακή ναοδομία παρακολουθεί τη γενικότερη πορεία της αρχιτεκτονικής, αλλά καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τις περιορισμένες οικονομικές και τεχνικές δυνατότητες που επιφέρει η ιστορική συγκυρία. Μετά από ένα κενό, που ταυτίζεται με την περίοδο της Αραβοκρατίας στην Κρήτη, αρχίζει μία περίοδος ανάκαμψης, που, ως τα μέσα του 11ου αιώνος, προσδιορίζεται από το παρελθόν, με ελάχιστα νέα στοιχεία. Μετά από τα μέσα του 11ου αιώνος, τα στοιχεία αυτά επικρατούν, ώστε να διαμορφωθεί ένα νέο ύφος, με χαρακτήρα λαϊκό και καταγωγή από την τοπική παράδοση, η οποία έχει ως αφετηρία την αρχιτεκτονική της όψιμης παλαιοχριστιανικής περιόδου. Οι επιδράσεις από την επίσημη αρχιτεκτονική του Βυζαντίου περιορίζονται σε ελάχιστα μνημεία.
2. Η ναξιακή ναοδομία δεν αποτελεί φαινόμενο τοπικό, αλλά μέρος μιας ευρύτερης ενότητας, τα γνωρίσματά της οποίας δεν οφείλονται σε συνειδητές κοινές μορφολογικές και αισθητικές επιλογές αλλά έχουν προκύψει από τη μετάπλαση των χαρακτηριστικών της παλαιοχριστιανικής αρχιτεκτονικής, στο πλαίσιο μιας μακρόχρονης εξελικτικής διαδικασίας.
3. Καθοριστικοί παράγοντες για την εξέλιξη της ναοδομίας στη Νάξο είναι: α) Η εμφάνιση της αραβικής απειλής στο δεύτερο μισό του 7ου αιώνος, β) Η κάμψη της επιθετικότητας των Αράβων στα μέσα του 8ου αιώνος και η σχετική ανάκαμψη του Βυζαντίου στο Αιγαίο, κατά την περίοδο που εν πολλοίς συμπίπτει με την Εικονομαχία, κατά τη διάρκεια της οποίας κτίζεται μεγάλος αριθμός ναών, γ) Η κατάληψη της Κρήτης από τους Άραβες, που συνεπάγεται μία περίοδο μεγάλης ανασφάλειας στο Αιγαίο και πιθανό έλεγχο ορισμένων νησιών. Ένα από αυτά ήταν και η Νάξος, η οποία μαρτυρείται πως ήταν υποτελής σε αυτούς κατά το έτος 904, δ) Η ανακατάληψη της Κρήτης από την Αυτοκρατορία και η αποκατάσταση της ειρήνης στο Αιγαίο, ε) Η πολιτική των Κομνηνών για τα νησιά του Αιγαίου. / Among the numerous churches preserved on the island of Naxos, a considerable number dates back to the first millennium. Therefore, Naxos offers an ideal opportunity for studying the evolution from Early-Christian to Middle-Byzantine architecture.
After a brief account of the relevant bibliography as well as the history and topography of the island, sixty-five churches are examined, with emphasis to those which date from the end of the Early-Christian period (mid 7th century) to the time by which Middle-Byzantine architecture had acquired its main characteristics (mid 11th century). For each of these thirty-four churches there is a special entry, which includes a description, an account of its building history and bibliographical references. Each entry is followed by drawings on a scale of 1:100, in most cases original. The documentation of the remaining churches is less detailed. The comparative study of remarks on typology, construction, architectural forms and chronology, leads to the final conclusions on the evolution of church architecture, its integration to the general context of Byzantine architecture and its historical interpretation.
The general conclusions sum up as follows:
1. Until the mid 9th century, church architecture in Naxos follows the current architectural advances, but is to a great extent defined by the economic and technical decline caused by historic circumstances. After a gap in construction, which coincides with the period of the Arab occupation of Crete, a period of prosperity follows, when church architecture, until the mid 11th century, is defined by the past and very few new characteristics are introduced. After the second half of the 11th century, these new elements prevail, and, thus, a new architectural style is created. The new style is informal in character and derives from local tradition, which, in turn, traces its origins back to the architecture of the post-Justinian era. The formal architecture of Byzantium has a very limited impact, which is apparent only in rare cases.
2. Church architecture in Naxos is not a local phenomenon, but forms part of a wider context, whose common features do not derive from conscious morphological and aesthetic choices, but have resulted from the long evolutionary process Early-Christian architecture underwent.
3. The evolution of church architecture in Naxos is defined by: a) The emergence of the menace of the Arabs in the second half of the 7th century, b) The attenuation of the Arab aggression in the mid-8th century and the relative rise of the Byzantine Empire in the Aegean, during a period which mostly coincides with Iconoclasm, when a large number of churches is built on the island, c) The conquest of Crete by the Arabs and, possibly, their control of some islands, which provokes a period of great insecurity in the Aegean. One of them is Naxos, which in the year 904 is mentioned to be subject to taxation to the Arabs, d) The re-conquest of Crete by the Empire and the re-establishment of peace in the Aegean, e) The policy of the Komnenoi for the Aegean islands.
|
2 |
Πιθανές συγγενετικές σχέσεις και φαινόμενα μείξης στα ηφαιστειακά κέντρα του δυτικού ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου και προσδοκιμότητα του ηφαιστειακού κινδύνου στην περιοχήΑλεξοπούλου, Νικολέτα 09 May 2012 (has links)
Η έναρξη της ηφαιστειακής δραστηριότητας εις τον Σαρωνικό Κόλπο έγινε κατά το Άνω Πλειόκαινο και είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ασβεσταλκαλικών κέντρων όπως τα Μέθανα, η Αίγινα και ο Πόρος. Η ηφαιστειότητα εις το βορειοανατολικό άκρο του Τεταρτογενούς Ηφαιστειακού Τόξου του Αιγαίου είναι αποτέλεσμα της ανάλωσης του Ωκεανού της Τηθύος κάτω από την Ευρασία. Δεδομένου ότι 18000 χρόνια πριν αποτελούσαν το ίδιο χερσαίο ηφαιστειακό συγκρότημα ετέθη το ερώτημα εάν τα προϊόντα τους που καλύπτουν το συστασιακό φάσμα από βασαλτικό ανδεσίτη έως δακίτη (-ρυοδακίτη) είναι "συγγενετικά". Επειδή ακόμη οι λάβες των κέντρων αυτών τυπικά χαρακτηρίζονται από πολυπληθή υποστρόγγυλα "εγκλείσματα" (enclaves) μαφικού μάγματος διερευνήθηκε η δυνατότητα ότι η μείξη μαγμάτων ήταν ενεργή διεργασία κατά τη διαφοροποίησή τους, μία διεργασία η οποία προκαλεί βίαιες ηφαιστειακές εκρήξεις με επακόλουθο ηφαιστειακό κίνδυνο.
Οι συμπαγείς στο σύνολό τους τροχιές χημικής διαφοροποίησης οξειδίων των κυρίων στοιχείων και κατανομές ιχνοστοιχείων σε διαγράμματα Harker καθώς και οι παράλληλες συμπαγείς κατατομές Σπανίων Γαιών (REE's) και κατατομές ιχνοστοιχείων (αραχνοδιαγράμματα), όλα τα στοιχεία της έρευνας συνηγορούν ότι τα μαγματικά προϊόντα των τριών υπό εξέταση ηφαιστειακών κέντρων είναι "συγγενετικά".
Εκτός από τις πολυπληθείς μακροσκοπικές ενδείξεις των εγκλεισμάτων στις λάβες, άλλες ενδείξεις μείξης παρέχονται από τις "εξωτικές" ορυκτολογικές παραγενέσεις, από τις καταγραφές των μικροϊστών και ορυκτοχημείας πλαγιοκλάστων που έχουν υποστεί την μέθοδο Nomarski, από τις δισχιδείς τροχιές ασυμβάτων ιχνοστοιχείων σε διαγράμματα Harker που συνενώνονται με τις τροχιές υβριδικών μαγμάτων, και τελικά η μαγματική μείξη γίνεται εμφανής από τις παραβολικές κατανομές των λόγων των ασυμβάτων ιχνοστοιχείων οι οποίες παραβολικές κατανομές δεν είναι τυχαίες όπως αποδεικνύουν τα ευθύγραμμα "συνοδά" τους διαγράμματα.
Παρά την εμφανή δράση φαινομένων "μαγματικής μείξης" κατά την εξέλιξη των ηφαιστειακών κέντρων της Αίγινας-Μεθάνων-Πόρου η ορατή τους στρωματογραφία δεν βρίθει πυροκλαστικών προϊόντων. Γι' αυτό το λόγο προτείνουμε ότι ο ηφαιστειακός κίνδυνος που προέρχεται από πυροκλαστικές εκρήξεις ιδίως για το ενεργό κέντρο των Μεθάνων, με τελευταία έκρηξη το 230 π.Χ., δεν είναι μεγάλος. Αντίθετα ο ηφαιστειακός κίνδυνος που προέρχεται από εισπνοές τοξικών αερίων ιδίως για τους επισκέπτες των ιαματικών θερμοπηγών, όπως έχουν αποδείξει παρελθόντα ατυχή συμβάντα, είναι σαφώς υπαρκτός.
Επειδή τα υπό εξέταση ηφαίστεια τώρα έχουν νησιωτικό χαρακτήρα (Μέθανα), η κατολίσθηση ηφαιστειακών πρανών στην θαλάσσια λεκάνη με επακόλουθη δημιουργία tsunami είναι ένας ηφαιστειακός κίνδυνος στον οποίο είναι τα κέντρα αυτά ιδιαίτερα ευάλωτα. Επειδή οι κατολισθήσεις των ηφαιστειακών πρανών προκαλούνται από την ελάττωση της τριβής και την αύξηση της πίεσης που ασκείται στα τοιχώματα των ρηγμάτων από μάγματα ή υδροθερμικά ρευστά, διαλέξαμε να προσομοιώσουμε κατολίσθηση πρανούς στο πλέον κατακερματισμένο από ρήγματα και πλέον ενεργό κέντρο δηλαδή αυτό των Μεθάνων. Χρησιμοποιώντας την εξίσωση του Murty, (2003) δείξαμε ότι το ύψος Η ενός προκληθέντος από κατολίσθηση tsunami είναι 0.77 m και 0.79 m όταν η κατολίσθηση προσομοιωθεί ότι φτάνει σε βάθος λεκάνης 100 m και 200 m αντίστοιχα. Το ύψος του tsunami θα είναι πολλαπλάσιο του αρχικού όταν φτάσει στον Πειραιά. / The onset of volcanic activity in the Saronic Gulf occured during Upper Pliocene and resulted in calc-alkaline volcanic centers such as Methana, Aegina and Poros located in the northeastern extremity of the Quaternary Aegean Volcanic Arc which is the result of the subduction of Tethys under Eurasia.
Since 18000 years ago these 3 centers comprised the same volcanic complex on land one can pose the question if their products which cover the compositional spectra from basaltic andesite to dacite-rhyodacite are "syngenetic". Since the lavas of the centers display abundant subrounded mafic inclusions the question arose if magma mixing was a magmatic process operational during their petrogenesis. Magma mixing is related with explosive magmatic activity and the associated volcanic hazards.
The overall integral (integer) (compact) differentiation paths of the major element oxides and the distributions of trace elements in HARKER diagrams, as well as the parallel "compact" profiles of REE and spidergrams all corroborate towards the argument of a syngenetic relationship between the three understudy volcanic centers.
In addition to the macroscopic evidence provided by the mafic inclusions in the lavas other lines of evidence point towards magma mixing, such as "exotic" mineral assemblages, the plagioclase record of microtextures and mineral chemistry, the distributions of incompatible trace elements on HARKER diagrams and the parabolic distributions of incompatible trace element ratios with their corresponding linear companion diagrams.
In spite of the evidence of operation of mixing phenomena during the petrogenesis of the volcanic centers of Aegina, Methana and Poros in their "exposed" volcanic stratigraphy, pyroclastic deposits are rather sparse. Therefore we suggest that volcanic hazards associated with pyroclastic flows, falls and pyroclastic surges, in the volcanic center of Methana which is still active since it's last eruption was in historic times, 230 BC, is not very probable to occur.
On the contrary, volcanic hazard that is related to inhalations of toxic gases especially by visitors of the thermal springs, as evidenced by unfortunate events in the past is a real issue. Also, because these volcanoes have presently insular (Aegina, Poros) or almost insular character (Methana) volcanic hazard associated with landslides and/or debris of volcanic slopes and the ensuing tsunami is highly probable. Since volcanic edifice landslides occur due to reduction of friction and the increase of pressure which is attributed to the intrusion of magma into the faults and fissures transecting the volcanic edifice and/or by the hydrothermal fluids and gases we have chosen to simulate landslide of a volcanic slope in the most dissected by faults and active volcanic center among the three, that of the volcano of Methana.
Using the equation of Murty (2003) in this simulation we have shown that the height of a tsunami wave near the site of the volcanic landslide will vary between 0.77 and 0.79 m depending on the depth that the landslide will reach in the marine basin and it will increase in height arriving near the shores of Piraeus and Athens.
|
Page generated in 0.024 seconds