Spelling suggestions: "subject:"inflammations"" "subject:"d’inflammations""
1 |
Protéases à serine du neutrophile et inflammations pulmonaires : 1. L’air exhalé condensé est-il un matériel adapté pour les mesures d’activités protéolytiques ? : 2. La spécificité des protéases neutrophiliques valide-t-elle l’utilisation du modèle souris de Broncho-Pneumopathie Chronique Obstructive (BPCO) ?Kalupov, Timofey 17 December 2009 (has links)
Le recrutement des neutrophiles qui caractérise l’inflammation observée lors de différentes pathologies pulmonaires conduit à la libération dans le milieu extracellulaire de protéases à sérine qui sont en partie responsables de la dégradation du tissu pulmonaire et/ou de la chronicité de l’inflammation. L’objectif initial de cette thèse était de développer une méthode de quantification de ces protéases, à partir des condensats d’air exhalé. En dépit de la sensibilité de la technique nous n’avons pas été en mesure de détecter des quantités significatives de protéases actives dans ces condensats. Ces résultats négatifs ont néanmoins permis de confirmer des hypothèses sur la distribution des protéases dans le milieu extracellulaire. La deuxième partie des travaux a été consacrée à la validation du modèle souris exposée à la fumée de cigarette comme modèle animal de bronchopneumopathie chronique obstructive. Nous avons purifié les trois protéases à sérine du neutrophile murin et avons construit des nouveaux substrats sensibles et spécifiques à partir des informations fournies par des études de modélisation moléculaire. Ces nouveaux outils permettent de valider l’utilisation du modèle souris pour comprendre le rôle des protéases à sérine dans la génération de peptides chimiotactiques au cours de la BPCO. / Neutrophils recruitment is a hallmark of the inflammation associated with different lung diseases. This recruitment leads to the release in the extracellular matrix of serine proteases that are responsible at least in part, of the degradation of the pulmonary tissue and/or of the chronicity of inflammation. The initial objective of this thesis was to develop a method of quantification of these proteases, based on the analysis of exhaled air condensate. But in spite of the sensitivity of the methods, we have not been able to detect any significant activity of neutrophil serine proteases in these condensates. This negative result however gave support a hypothesis we formulated on the extracellular biodistribution of proteases in lung secretions. The second part of this thesis was devoted to the validation of an animal model of chronic obstructive pulmonary disease, i.e. the mouse exposed to cigarette smoke. We have purified three murine serine neutrophil proteases and developed new sensitive and specific FRET substrates which were designed starting from molecular modeling studies. These new tools that validate the use of the mouse model of human COPD, will be of great help to understand the role of serine proteases for generating chemotactic peptides during this chronic disease.
|
2 |
Διερεύνηση σηπτικών φλεγμονών επί εδάφους ολικής αρθροπλαστικής ισχίου με ραδιοεπισημασμένα μονοκλωνικά αντισώματα (LeukoSkan)Καϊσίδης, Αριστοτέλης Α. 23 January 2009 (has links)
Όταν οι κλινικοεργαστηριακές πληροφορίες είναι ανεπαρκείς για τη διά-
γνωση σηπτικής φλεγμονής επί αρθροπλαστικής ισχίου, η Πυρηνική Ιατρική μπορεί
να προσφέρει σημαντικά στη διαφοροδιάγνωση. Σκοπός της παρούσας προοπτικής
μελέτης είναι ο έλεγχος της καταλληλότητας του σπινθηρογραφήματος με σημασμένα
με 99mΤc μονοκλωνικά Fab-τμήματα αντισωμάτων ποντικού (IMMU-MN3, Leuko-
Scan®) ως προς την ακριβή τοπογραφική εντόπιση και διάγνωση περιπροθετικών
σηπτικών φλεγμονών επί αρθροπλαστικής ισχίου.
Στο διάστημα 1/2001-2/2004 διερευνήθηκαν 21 ασθενείς με 21
αρθροπλαστικές ισχίου (12 ολικές αρθροπλαστικές χωρίς και 3 με τσιμέντο, 2 υβριδιακές αρθροπλαστικές, 3 αρθροπλαστικές διπλής κίνησης και 1 ημιολική) ως προς
την πιθανότητα περιπροθετικής λοίμωξης και σηπτικής χαλάρωσης της αρθροπλαστικής. Ο χρόνος παρακολούθησης (follow up) ήταν κατά μέσο όρο 4,4 έτη (2-12). Οι
ασθενείς αντιμετωπίσθηκαν με αναθεώρηση της αρθροπλαστικής σε ένα χρόνο (9
ασθενείς, 42,8%), επέμβαση τύπου Girdlestone (8 ασθενείς, 38,1%), χειρουργικό
καθαρισμό και ροή-πλύση (3 ασθενείς, 14,3%) και αναθεώρηση της οστεοσύνθεσης
με πλάκα-βίδες επί οστεοτομίας βράχυνσης του μηριαίου σε συγγενή πάθηση ισχίου
(1 ασθενής, 4,7%). Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 63 έτη (42-78), με αναλογία άνδρες
/γυναίκες 8:13. Aπαραίτητες προϋποθέσεις για να συμπεριληφθούν οι ασθενείς στη
μελέτη ήταν: 1) Απουσία πιθανής εγκυμοσύνης, 2) Φυσιολογική νεφρική λειτουργία,
3) Μετεγχειρητικό διάστημα μετά την εμφύτευση της πρωτογενούς αρθροπλαστικής
του ισχίου μεγαλύτερο από 12 μήνες, 4) Χρονικό διάστημα άνευ λήψεως αντιμικροβιακών φαρμάκων τουλάχιστον 3 εβδομάδων προ της διερεύνησης μέσω
LeukoScan® και 5) Παθολογικά αυξημένες τιμές ταχύτητας καθίζησης ερυθρών
αιμοσφαιρίων (ΤΚΕ) και C-αντιδρώσας πρωτεϊνης (CRP), επειδή οι φυσιολογικές
τιμές ουσιαστικά αποκλείουν την πιθανότητα σηπτικής φλεγμονής επί
αρθροπλαστικής ισχίου. Η επιλογή των ασθενών προς διαγνωστική διερεύνηση
βασίσθηκε σε ένα «πρωτόκολλο παραγόντων κινδύνου» σε συνδυασμό με την
κλινική υποψία της παρουσίας περιπροθετικής λοιμώξεως και σηπτικής χαλάρωσης.
Ο έλεγχος των ασθενών περιελάμβανε κλινική αξιολόγηση (Harris Hip Score),
κλασική ακτινολογική απεικόνιση και εργαστηριακές εξετάσεις αίματος (απόλυτος
αριθμός λευκοκυττάρων, ποσοστιαία αναλογία πολυμορφοπυρήνων ουδετεροφίλων
κοκκιοκυττάρων, ταχύτητα καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων και C-αντιδρώσα πρωτεϊνη). Κατά τη σπινθηρογραφική διερεύνηση, το 99mTc-Dynamic Bone Scan προηγήθηκε του LeukoScan® λόγω της υψηλής ευαισθησίας του ως προς την ανίχνευση φλεγμονωδών εστιών, το χαμηλό του κόστος και της ισχύουσας διαγνωστικής τακτικής σε αμφίβολες περιπτώσεις οστικής λοίμωξης. Tα ευρήματα του LeukoScan®
διαβαθμίστηκαν σε 4 διακριτές κατηγορίες αποτελεσμάτων I-IV (I-άνευ αυξημένης καθήλωσης του ραδιοφαρμάκου, II-αυξημένη πρόσληψη στα μαλακά μόρια και φυσιολογική στο οστούν, III-ίση κατανομή σε μαλακά μόρια και οστούν, IV-μεγαλύτερη
πρόσληψη στο οστούν ή μόνο σε αυτό). Οι κατηγορίες I και II αντιπροσωπεύουν
αρνητικά LeukoScan®-αποτελέσματα, ενώ οι ΙΙΙ και ΙV θετικά αποτελέσματα. Ακολούθησε ιστοπαθολογική και μικροβιολογική εξέταση διεγχειρητικών δειγμάτων (αξιολογήθηκαν μόνο τα θετικά μικροβιολογικά αποτελέσματα) που ελήφθησαν από
προκαθορισμένες περιοχές. Ιστοπαθολογικό κριτήριο περιπροθετικής σηπτικής
φλεγμονής αποτέλεσε η ανεύρεση >5 ουδετερόφιλων πολυμορφοπυρήνων κοκκιο-
κυττάρων κατά μέσο όρο για κάθε μεγάλο οπτικό πεδίο. Τα ευρήματα του LeukoScan® συσχετίσθηκαν με τα ιστοπαθολογικά και μικροβιολογικά αποτελέσματα και
έγινε ονομαστική καταγραφή αληθών και λανθασμένων σπινθηρογραφικών διαγνώσεων.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η προεγχειρητική αξιολόγηση των ασθενών ανέδειξε τους εξής
μείζονες παράγοντες κινδύνου: Άλγος ισχίου ή/και άλγος μηρού (21 ασθενείς, 100%),
παθολογικές εργαστηριακές εξετάσεις αίματος (21 ασθενείς, 100%), προηγηθείσες
χειρουργικές επεμβάσεις (13 ασθενείς, 61,9%), λοίμωξη τραύματος του χειρουργημένου ισχίου (10 ασθενείς, 47,6%) και εστίες λοιμώξεως (9 ασθενείς, 42,8%). O
προεγχειρητικός μέσος όρος του υπολογιζόμενου κλινικού Harris Hip Score ήταν 64 βαθμοί, από 28 έως 93 βαθμούς. Η ιστολογική και μικροβιολογική εξέταση των διεγχειρητικών δειγμάτων ανέδειξε την παρουσία περιπροθετικής λοίμωξης σε 17 αρθροπλαστικές, ενώ σε 4 αρθροπλαστικές δεν ανιχνεύθηκε σηπτική φλεγμονή. Η υπολογιζόμενη μέση τιμή των εργαστηριακών παραμέτρων φλεγμονής ήταν σχετικά με τον
απόλυτο αριθμό λευκοκυττάρων 8,6 Κ/μl (3,9 – 14,5 Κ/μl), την ποσοστιαία αναλογία
των πολυμορφοπυρήνων κοκκιοκυττάρων 64% (39 – 79%), την ταχύτητα καθίζησης
ερυθρών αιμοσφαιρίων 56,3 mm (23 – 101 mm ) και την C-αντιδρώσα πρωτεϊνη 6,1
mg/dl (αρνητική τιμή – 40,5 mg/dl). Σε συνδυασμό με τα ιστολογικά και
μικροβιολογικά ευρήματα προκύπτει για την ΤΚΕ ευαισθησία ίση με 1, ακρίβεια 0,8
και θετική προγνωστική αξία 0,8. Αντίστοιχα για την CRP προκύπτει ευαισθησία
0,94, ειδικότητα 0,25, ακρίβεια 0,8, θετική και αρνητική προγνωστική αξία 0,84 και
0,5 αντίστοιχα.
Έγιναν 15 Dynamic Bone Scan εκ των οποίων 12 αληθώς θετικά, 1 αληθώς
αρνητικό και 2 ψευδώς θετικά. Η σπινθηρογραφική διερεύνηση μέσω LeukoScan®
που διενεργήθηκε σε 21 ασθενείς, ανέδειξε 17 αληθώς θετικά και 4 αληθώς αρνητικά
αποτελέσματα. Στην κατηγορία-III ταξινομήθηκαν 7 θετικά και στην κατηγορία-IV 10 θετικά LeukoScan®. Στην κατηγορία-I ταξινομήθηκε 1 αρνητικό και στη κατηγορία-II 3 αρνητικά LeukoScan®. Από τη στατιστική ανάλυση προκύπτει για το σπινθηρογράφημα οστών τριών φάσεων ευαισθησία ίση με 1, ειδικότητα 0,33, ακρίβεια 0,86,
θετική και αρνητική προγνωστική αξία 0,85 και 1 αντίστοιχα. Αντίστοιχα για το 99mTc-
Sulesomab όλες οι στατιστικές παράμετροι είναι ίσες με 1.
Σε τρεις ασθενείς διενεργήθηκε SPECT/CT-scan χωρίς επιπλέον χορήγηση
ραδιοφαρμάκου, προς διερεύνηση της περιοχής των τροχαντήρων και ενισχύθηκε η
ταξινόμηση των 99mTc-Sulesomab-ευρημάτων στην εκάστοτε κατηγορία. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ακολουθώντας τον προτεινόμενο διαγνωστικό αλγόριθμο με τη
σωστή επιλογή των ασθενών, το 99mTc-Sulesomab μπορεί να αποτελέσει σημαντική
διαγνωστική επιλογή κατά τη διερεύνηση των σηπτικών φλεγμονών επί αρθροπλαστικών ισχίου, καθώς κάτω από τις παραπάνω προϋποθέσεις παρουσιάζει ευαισθησία, ειδικότητα, ακρίβεια, θετική και αρνητική προγνωστική αξία ίση με 1. Το
SPECT/CT-scan προσφέρει διαγνωστικά όταν οι φλεγμονώδεις αλλοιώσεις εντοπίζονται πάνω από το όριο σώματος μηριαίας πρόθεσης-αυχένος μηριαίας πρόθεσης. / AIM: Nuclear Medicine can contribute in differential diagnosis of septic loosening of
hip arthroplasty, when the clinical and laboratory findings are not clear. The aim of
this study was to determine the ability of scintigraphy with 99mΤc–Sulesomab
(LeukoScan®), to diagnose and localize periprosthetic septic lesions in patients with hip arthroplasty.
MATERIALS AND METHODS: 21 patients with hip arthroplasty (12 cementless, 3
cemented, 2 hybrid, 3 bipolar total hip arthroplasties and 1 semiarthroplasty) were
studied between 1/2001 up to 2/2004, for possible periprosthetic inflammation and
septic loosening. The mean follow up period was 4,4 years (2-12). 9 patients
(42,8%), were subjected in revision arthroplasty, 8 patients in Girdlestone procedure,
3 patients in surgical debridement and 1 patient, with congenital hip luxation who
was primary subjected in femoral shortening osteotomy and fixation with plate and
screws, in revision of the fixation. Then mean patient age was 63 years (42-78) and
the male to female ratio was 8:13.
All patients, in order to be evaluated, had to fulfill the following requirements:
1) absence of pregnancy, 2) normal renal function, 3) 12 months period after the
implantation of the primary prosthesis, 4) 3 weeks period free of antibiotic therapy,
before the investigation with Leukoscan and 5) abnormal high values of ESR and
CRP, since normal values exclude septic loosening. Patients’ selection for diagnostic
evaluation was based on a “high risk protocol” in combination with clinical suspicion
of periprothetic infection and septic loosening.
All patients were clinically evaluated using Harris Hip Score and were
investigated with standard x-rays and blood tests, including total white cell number,
percentage of neutrophile granulocytes, ESR and CRP. During scintigraphic studies,
99mTc-Dynamic Bone was done before LeukoScan®, because of its high sensitivity for detecting infectious areas, its low cost and the current diagnostic strategy for
doubtful cases of bone infection. LeukoScan® findings were classified in four distinct
categories I – IV (I – with normal radiopharmaceutical concentration, II – increased uptake in soft tissues and normal in bone, III – equal increased uptake in soft tissues
and bone, IV – increased bony uptake). Categories I and II represent negative
LeukoScan® findings, while III and IV were classified as positive. Histopathologic and
microbiologic tests of intraoperative samples were done (only positive microbiologic
tests were evaluated). Histopathologic criterion for periprothetic septic loosening was considered the finding of >5 neutrophile granulocytes per high energy field.
LeukoScan® findings were matched with histopathologic and microbiologic results. RESULTS: Patients’ preoperative evaluation revealed the following risk factors: hip
or thigh pain (21 patients, 100%), pathologic blood tests (21 patients, 100%),
previous operations (13 patients, 61,9%), wound infection (10 patients, 47,6%) and
other infectious regions (9 patients, 42,8%). Preoperative Harris Hip Score was 64
points (28 – 93). Histologic and microbiologic tests of intraoperative samples
revealed periprothetic infection in 17 cases. Mean value of laboratory tests revealing
infection with respect to total white cells number was 8,6 Κ/μl ( 3,9 – 14,5 Κ/μl ),
percentage of neutrophile granulocytes 64% (39 – 79%), ESR 56,3 mm (23 – 101
mm) and CRP 6,1 mg/dl. ESR showed a sensitivity of 1, accuracy 0,8 and positive
prognostic value 0,8. CRP had 0,94, 0,25 and 0,8 respective values, with positive
prognostic value 0,84.
15 Dynamic Bone Scan were done, 12 were classified as positive, 1 true
negative and 2 false positive. LeukoScan® were classified as 17 true positive and 4
true negative. 7 true positive tests were classified in category III and 10 in category
IV. 1 negative LeukoScan® was classified in category I and 3 in category II. Dynamic
Bone Scan showed a sensitivity 1, specificity 0,33, accuracy 0,86, positive and
negative prognostic value 0,85 and 1 respectively. 99mTc-Sulesomab showed for all
parameters value 1.
CONCLUSIONS: Following the appropriate diagnostic algorithm and patient
selection, 99mTc-Sulesomab can detect septic loosening, since it shows sensitivity,
specificity, accuracy, positive and negative prognostic values of 1. SPECT/CT-scan
offers significant diagnostic help when infection is localized above the neck of the
femoral component.
|
3 |
Ο ρόλος των κυτταροκινών αντιπονεκτίνης TNF-α του λιπώδους ιστού στην εκδήλωση του μεταβολικού συνδρόμουΠαναγοπούλου, Παρασκευή 20 September 2010 (has links)
Ο λιπώδης ιστός είναι πλέον ένα ενδοκρινές όργανο το οποίο εκκρίνει ένα μεγάλο αριθμό βιοδραστικών μεσολαβητών που στοχεύουν σε όργανα μεταβολικής σημασίας όπως ο εγκέφαλος, το ήπαρ, οι σκελετικοί μύες και το ανοσοποιητικό σύστημα, ρυθμίζοντας την ομοιόσταση, την αρτηριακή πίεση, το μεταβολισμό των λιπιδίων και της γλυκόζης, την φλεγμονή και την αθηροσκλήρυνση. Η αντιπονεκτίνη κύρια πρωτεΐνη παραγόμενη από τον λιπώδη ιστό δρα προστατευτικά στην ανάπτυξη ινσουλινοαντίστασης, φλεγμονής και αθηρωμάτωσης. Η παχυσαρκία και κυρίως η κεντρική παχυσαρκία συνδέεται με την εμφάνιση πολλών νοσογόνων καταστάσεων. Στο σπλαχνικό λίπος εκκρίνεται TNF-α από τα λιποκύτταρα και τα μακροφάγα του στρώματος, ο οποίος καταστέλλει την παραγωγή και την δράση της αντιπονεκτίνης δρώντας ευωδοτικά στην ανάπτυξη του μεταβολικού συνδρόμου.
Μελετήσαμε τις διαφορές της έκφρασης της αντιπονεκτίνης και του TNF-α σε σπλαχνικό και υποδόριο λιπώδη ιστό με τη μέθοδο της έμμεσης ανοσοϊστοχημείας σε τρεις ομάδες ασθενών: υγιείς, παχύσαρκους υγιείς και σε παχύσαρκους με μεταβολικό σύνδρομο και Σ.Δ. / Adipose tissue, besides of its energy producting role, is now considered as an endocrine organ which releases numerous cytokines and adipokines. Adipose tissue crosstalks with immune, cardiovascular reproductive and other systems. In obesity (BMI>30) the adipocytes become hypertrophic, loosing their normal activity and increasing the risk of appearence of the Metabolic Syndrome (a cluster of risk factors which may lead to Coronary Artery Disease). Adiponectin is an adipokine which plays pivotal role protecting from Diabetes Melitus t. 2 and inflammation. In obesity, the level of serrum adiponektin is remarkably low. TNF-α is a multifunctional cytokine released mostly from the immune cells. Central obesity (waist circumference >102cm) is characterized of a low grade inflammation combined with decreased secretion of TNF-α from adipocytes and stroma cells of visceral adipose tissue. In central obesity TNF-α acts against insulin leading to the appearance of insulin resistance and M.S. In our study we examined the different levels of secretion of adiponectin and TNF-α from the adipocytes of subcutaneous and visceral fat between three categories of patients: a) Controls, b) Obese without central obesity M.S. and c) Obese with M.S.
|
4 |
Untersuchungen zum peripartalen Festliegen bei Milchkühen in MittelgebirgsbetriebenSiebenaller, Cora 26 May 2011 (has links) (PDF)
Betriebe in Mittelgebirgslagen mit einem hohen Anteil Grassilagefütterung, der damit verbundenen größeren K-Aufnahme sowie höheren DCAD (Dietary-Cation-Anion-Difference) sollten für Gebärparese stärker prädisponiert sein. Ziel dieser Arbeit war es deshalb, Ursachen des Festliegens im Erzgebirge unter Berücksichtigung der DCAD zu ermitteln. Dazu wurden sowohl Fütterungsparameter und die Körperkondition analysiert, als auch Blut- und Harnuntersuchungen ante (a.p.) und post partum (p.p.) durchgeführt.
In 21 Betrieben wurden insgesamt 249 Kühe im Zeitraum von 2 Wochen ante partum (a.p.) bis eine Woche p.p. untersucht. Bei 206 gesunden Kühen erfolgte 2 Wochen a.p. eine jeweils einmalige Harn- und Blutentnahmen. Ferner wurden bei 43 peripartal festliegenden Kühen nur Blut- und Harnproben direkt vor der Behandlung analysiert. Die sonographische Ermittlung der Rückenfettdicke (RFD) erfolgte bei je zehn klinisch gesunden Kühen pro Betrieb je 2 Wochen a.p. Die Silageproben (Grundfutteranalyse) wurden hinsichtlich ihrer Inhaltsstoffe untersucht und die DCAD berechnet. Laktationsnummern, Milchleistungen und Krankheitsinzidenzen der Kühe wurden ermittelt. Im Blutserum wurden ß-Hydroxy-Butyrat (BHB), Cholesterol, Bilirubin, Aspartat-Aminotransferase (ASATS), Creatinkinase (CK), Alkalische Phosphatase (AP), Protein (TP), Albumin, Harnstoff, Creatinin, Calcium (Ca), anorganisches Phosphat (Pi), Magnesium (Mg), Natrium (Na), Kalium (K) und im Vollblut die Leukozytenanzahl bestimmt. Im Harn erfolgte die Analyse derselben Mineralstoffe wie im Serum sowie weiterhin des pH-Wertes, der NSBA (Netto-Säure-Basen-Ausscheidung) und des Creatinins. Errechnet wurden die fraktionierten Eliminationen der einzelnen Mineralstoffe, der BSQ (Basen-Säure-QuotienTS) aus den Mengen der Basen, Säuren und Ammoniumionen im Harn sowie der Creatininquotient aus Harn- und Serumcreatinin.
Befunde der Klinisch gesunden Kühe zwei Wochen a.p.:
Die durchschnittliche RFD der Kühe lag in den Betrieben im Mittel zwischen 19 bis 26 mm.
Muskel- und Knochenstoffwechsel charakterisierende Parameter waren physiologisch. Die Mediane der AP-Aktivität im Serum lagen in 15 der 21 Betriebe unter 100 U/l.
Energie- und Eiweißstoffwechsel, Leukozytenanzahlen sowie Mineralstoffe in Serum und Harn ergaben keine Hinweise für präpartale Stoffwechselstörungen. Die Mediane von pH-Wert, NSBA sowie K- und Creatininkonzentrationen im Harn überschritten in mindestens fünf Betrieben die Grenzwerte, da die K-Konzentrationen in den Silagen bis fünffach über dem empfohlenen Bereich lagen. Die DCAD lag im Mittel aller Betriebe mit 458 meq/kg T weit über –100 bis +150 meq/kg T. Eine gesicherte Korrelation zur Anzahl der Festlieger bestand nicht.
Befunde der Festlieger p.p.:
Die Festlieger hatten zu je 60% reduzierte Ca- sowie Pi- und zu 16% verminderte Mg-Konzentrationen. Die Verteilung auf die Gebärparesetypen war wie folgt: Typ I = 42% Typ II= 19%, Typ III = 5%, Typ IV = 12% und Typ V = 21%. Dies entspricht mehrheitlich den Literaturangaben. Die Ca-, Pi- und Mg-Konzentrationen im Harn lagen bei den Festliegern in den physiologischen Bereichen. Die Mehrzahl der Festlieger hatte gleichzeitig erhöhte CK- (74%) und AST-Aktivitäten (53%). In 38% der Fälle war die AP-Aktivität vermindert. Die K- und NSBA-Konzentrationen im Harn der Festlieger zeigten als Folge der reduzierten Futteraufnahme gegenüber den Befunden a.p. eine Abnahme bis in den unteren physiologischen Bereich und z.T. darunter. Störungen des Energiestoffwechsels in Form erhöhter Ketonkörper- (58%) und Bilirubin- (40%) sowie reduzierter Cholesterol- (58%) Konzentrationen hatte die Mehrheit der festliegenden Kühe. Dabei war die kombinierte Ca-Pi-BHB-Stoffwechselstörung die Regel, traf aber nicht in jedem Fall zu. Die moderat veränderten Parameter des Energiestoffwechsels sind offensichtlich Folge der reduzierten Futteraufnahme.
Eine Steigerung der Leukozytenzahl als Hinweis auf eine akut-entzündliche Reaktion bestand bei 44% der Festlieger, - die Leukopenie war die Ausnahme. Mit der Leukozytose waren in 36,8% respektive 42,1% der Fälle eine Hypokalz- resp. Hypophosphatämie gekoppelt. Bei dem größeren Teil (47,4%) der Leukozytosen waren die Ca- und Pi-Konzentrationen jedoch physiologisch. Das zeigt in Übereinstimmung mit den klinischen Befunden, dass entzündliche Prozesse und Verletzungen als weitere Ursache des Festliegens angesehen werden mussten.
Fazit: Die erhöhte DCAD war in den untersuchten Mittelgebirgsbetrieben kein prädisponierender Faktor für die Gebärparese. Neben den bekannten Ca-Pi-Störungen spielten entzündliche Prozesse dafür eine wichtige Rolle.
|
5 |
Untersuchungen zum peripartalen Festliegen bei Milchkühen in MittelgebirgsbetriebenSiebenaller, Cora 18 January 2011 (has links)
Betriebe in Mittelgebirgslagen mit einem hohen Anteil Grassilagefütterung, der damit verbundenen größeren K-Aufnahme sowie höheren DCAD (Dietary-Cation-Anion-Difference) sollten für Gebärparese stärker prädisponiert sein. Ziel dieser Arbeit war es deshalb, Ursachen des Festliegens im Erzgebirge unter Berücksichtigung der DCAD zu ermitteln. Dazu wurden sowohl Fütterungsparameter und die Körperkondition analysiert, als auch Blut- und Harnuntersuchungen ante (a.p.) und post partum (p.p.) durchgeführt.
In 21 Betrieben wurden insgesamt 249 Kühe im Zeitraum von 2 Wochen ante partum (a.p.) bis eine Woche p.p. untersucht. Bei 206 gesunden Kühen erfolgte 2 Wochen a.p. eine jeweils einmalige Harn- und Blutentnahmen. Ferner wurden bei 43 peripartal festliegenden Kühen nur Blut- und Harnproben direkt vor der Behandlung analysiert. Die sonographische Ermittlung der Rückenfettdicke (RFD) erfolgte bei je zehn klinisch gesunden Kühen pro Betrieb je 2 Wochen a.p. Die Silageproben (Grundfutteranalyse) wurden hinsichtlich ihrer Inhaltsstoffe untersucht und die DCAD berechnet. Laktationsnummern, Milchleistungen und Krankheitsinzidenzen der Kühe wurden ermittelt. Im Blutserum wurden ß-Hydroxy-Butyrat (BHB), Cholesterol, Bilirubin, Aspartat-Aminotransferase (ASATS), Creatinkinase (CK), Alkalische Phosphatase (AP), Protein (TP), Albumin, Harnstoff, Creatinin, Calcium (Ca), anorganisches Phosphat (Pi), Magnesium (Mg), Natrium (Na), Kalium (K) und im Vollblut die Leukozytenanzahl bestimmt. Im Harn erfolgte die Analyse derselben Mineralstoffe wie im Serum sowie weiterhin des pH-Wertes, der NSBA (Netto-Säure-Basen-Ausscheidung) und des Creatinins. Errechnet wurden die fraktionierten Eliminationen der einzelnen Mineralstoffe, der BSQ (Basen-Säure-QuotienTS) aus den Mengen der Basen, Säuren und Ammoniumionen im Harn sowie der Creatininquotient aus Harn- und Serumcreatinin.
Befunde der Klinisch gesunden Kühe zwei Wochen a.p.:
Die durchschnittliche RFD der Kühe lag in den Betrieben im Mittel zwischen 19 bis 26 mm.
Muskel- und Knochenstoffwechsel charakterisierende Parameter waren physiologisch. Die Mediane der AP-Aktivität im Serum lagen in 15 der 21 Betriebe unter 100 U/l.
Energie- und Eiweißstoffwechsel, Leukozytenanzahlen sowie Mineralstoffe in Serum und Harn ergaben keine Hinweise für präpartale Stoffwechselstörungen. Die Mediane von pH-Wert, NSBA sowie K- und Creatininkonzentrationen im Harn überschritten in mindestens fünf Betrieben die Grenzwerte, da die K-Konzentrationen in den Silagen bis fünffach über dem empfohlenen Bereich lagen. Die DCAD lag im Mittel aller Betriebe mit 458 meq/kg T weit über –100 bis +150 meq/kg T. Eine gesicherte Korrelation zur Anzahl der Festlieger bestand nicht.
Befunde der Festlieger p.p.:
Die Festlieger hatten zu je 60% reduzierte Ca- sowie Pi- und zu 16% verminderte Mg-Konzentrationen. Die Verteilung auf die Gebärparesetypen war wie folgt: Typ I = 42% Typ II= 19%, Typ III = 5%, Typ IV = 12% und Typ V = 21%. Dies entspricht mehrheitlich den Literaturangaben. Die Ca-, Pi- und Mg-Konzentrationen im Harn lagen bei den Festliegern in den physiologischen Bereichen. Die Mehrzahl der Festlieger hatte gleichzeitig erhöhte CK- (74%) und AST-Aktivitäten (53%). In 38% der Fälle war die AP-Aktivität vermindert. Die K- und NSBA-Konzentrationen im Harn der Festlieger zeigten als Folge der reduzierten Futteraufnahme gegenüber den Befunden a.p. eine Abnahme bis in den unteren physiologischen Bereich und z.T. darunter. Störungen des Energiestoffwechsels in Form erhöhter Ketonkörper- (58%) und Bilirubin- (40%) sowie reduzierter Cholesterol- (58%) Konzentrationen hatte die Mehrheit der festliegenden Kühe. Dabei war die kombinierte Ca-Pi-BHB-Stoffwechselstörung die Regel, traf aber nicht in jedem Fall zu. Die moderat veränderten Parameter des Energiestoffwechsels sind offensichtlich Folge der reduzierten Futteraufnahme.
Eine Steigerung der Leukozytenzahl als Hinweis auf eine akut-entzündliche Reaktion bestand bei 44% der Festlieger, - die Leukopenie war die Ausnahme. Mit der Leukozytose waren in 36,8% respektive 42,1% der Fälle eine Hypokalz- resp. Hypophosphatämie gekoppelt. Bei dem größeren Teil (47,4%) der Leukozytosen waren die Ca- und Pi-Konzentrationen jedoch physiologisch. Das zeigt in Übereinstimmung mit den klinischen Befunden, dass entzündliche Prozesse und Verletzungen als weitere Ursache des Festliegens angesehen werden mussten.
Fazit: Die erhöhte DCAD war in den untersuchten Mittelgebirgsbetrieben kein prädisponierender Faktor für die Gebärparese. Neben den bekannten Ca-Pi-Störungen spielten entzündliche Prozesse dafür eine wichtige Rolle.
|
Page generated in 0.0678 seconds