Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν η μελέτη της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των αντι-TNFα βιολογικών παραγόντων, ινφλιξιμάβης και αδαλιμουμάβης, στους ασθενείς με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (ΙΦΝΕ) στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών. Προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τυχόν συσχετίσεις μεταξύ ομάδων ασθενών και εμφάνισης παρενεργειών ή κλινικής ανταπόκρισης.
Μέθοδοι: Από τον Μάιο του 2013 ως τον Μάιο του 2014 καταγράφηκαν τα στοιχεία 63 ασθενών με μοναδικά κριτήρια εισαγωγής τη διάγνωσή τους με ΙΦΝΕ (νόσο του Crohn, ελκώδη κολίτιδα ή αδιευκρίνιστη κολίτιδα) και τη θεραπεία τους με ινφλιξιμάβη ή αδαλιμουμάβη. Κριτήριο αποτελεσματικότητας ήταν η κλινική ύφεση ή έξαρση της νόσου. Κριτήριο ασφαλείας ήταν η εμφάνιση ή όχι παρενεργειών.
Αποτελέσματα: Το 65,1% των ασθενών (41/63) λάμβανε ινφλιξιμάβη. Μόλις το 20,6% των ασθενών (13/63) απαίτησε τροποποίηση του βιολογικού παράγοντα (αύξηση δόσης ή συχνότητας χορήγησης). Το 11,1% των ασθενών (7/63) διέκοψαν οριστικά τη θεραπεία εξαιτίας μη ανταπόκρισης ή απώλειας ανταπόκρισης και το 3,2% (2/63) εξαιτίας παρενεργειών. Το 7,9% των ασθενών (5/63) αναγκάστηκαν να διακόψουν παροδικά (λιγότερο από 1 έτος) τη θεραπεία λόγω μη ανταπόκρισης ή απώλειας ανταπόκρισης και το 9,5% (6/63) εξαιτίας παρενεργειών. Το 61,1% των ασθενών (33/54) που είχαν λάβει έστω και μια φορά ινφλιξιμάβη και το 38,1% των ασθενών (8/21) που είχαν λάβει έστω και μία φορά αδαλιμουμάβη εμφάνισε παρενέργειες. Οι πιο συχνές παρενέργειες ήταν οι λοιμώξεις (12/59, 20,3%) και οι αρθραλγίες (12/59, 20,3%) στους ασθενείς που λάμβαναν ινφλιξιμάβη, και οι λοιμώξεις (4/10, 40%) και η κεφαλαλγία (4/10, 40%) σε όσους λάμβαναν αδαλιμουμάβη. Το 69,8% των ασθενών (44/63) βρίσκονταν σε ύφεση.
Συμπεράσματα: Η δράση των βιολογικών παραγόντων είναι στατιστικά σημαντικά καλύτερη στη νόσο του Crohn παρά στην ελκώδη κολίτιδα (81,4% vs 18,6%, αντίστοιχα βρίσκονταν σε κλινική ύφεση, p < 0,005). Για όσο περισσότερο χρόνο οι ασθενείς λαμβάνουν τους βιολογικούς παράγοντες και όσο νωρίτερα στην πορεία της νόσου τους ξεκινά η λήψη τους, τόσο καλύτερα ανταποκρίνονται. Κανένας θάνατος δεν παρουσιάστηκε. Οι παρενέργειες που αποτέλεσαν αιτία διακοπής (παροδικής ή οριστικής) εμφανίστηκαν μόνο σε ασθενείς που λάμβαναν ινφλιξιμάβη. Η αδαλιμουμάβη φαίνεται να έχει λιγότερες και λιγότερο σοβαρές παρενέργειες. Περαιτέρω μελέτες σε περισσότερους ασθενείς ή σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου (περισσότερο από ένα έτος) είναι απαραίτητες για την εξαγωγή πιο ασφαλών συμπερασμάτων. / The aim of this work was to study the safety and efficacy of anti-TNFα biologic agents, infliximab and adalimumab, in patients suffering from inflammatory bowel disorders (IBD) at Patras University Hospital. We tried to associate clinical response or the occurrence of side-effects with several patient groups.
Methods: From May 2013 to May 2014, 63 patients were recorded with the only inclusion criteria being their diagnosis with IBD (Crohn’s disease, ulcerative colitis or indeterminate colitis) and the treatment with infliximab or adalimumab. The efficacy was evaluated based on the presence of clinical remission or active disease. The safety was evaluated based on the presence or absence of side-effects.
Results: 65.1% of all patients (41/63) received infliximab infusions. Only 20.6% of patients (13/63) required any adjustment to their biologic agent (dose increase or increased dose frequency). 11.1% of patients (7/63) permanently stopped treatment due to lack or loss of response and 3.2% (2/63) due to side-effects. 7.9% of patients (5/63) transiently stopped treatment (up to 1 year) due to lack or loss of response and 9.5% (6/63) due to side-effects. 61.1% of patients (33/54) who had been treated at least once with infliximab presented side-effects. 38.1% of patients (8/21) who had been treated at least once with adalimumab presented side-effects. The most common side-effects recorded in the group of patients that were treated with infliximab were infections (12/59, 20.3%) and arthralgias (12/59, 20.3%). The most common side-effects recorded in the group of patients that were treated with adalimumab were infections (4/10, 40%) and headache (4/10, 40%). 69.8 of patients (44/63) were in clinical remission.
Conclusions: The efficacy of biologic agents is statistically significant better in Crohn’s disease than in ulcerative colitis (81.4% Vs 18.6% respectively were in clinical remission, p < 0.005). The longer the patients were being treated with the biologic agents and the sooner these agents were introduced in the course of the disease the better the clinical response was. No death was observed. The side-effects that led to treatment cessation (either permanent or transient) were only associated with the treatment with infliximab. The treatment with adalimumab seems to be associated with both fewer and less serious side-effects. Studies recording more patients and for a longer period of time (more than one year) need to be conducted in order to draw more clear conclusions.
Identifer | oai:union.ndltd.org:upatras.gr/oai:nemertes:10889/8367 |
Date | 02 March 2015 |
Creators | Τσιώτος, Δημήτριος |
Contributors | Παπαδημητρίου, Ευαγγελία, Tsiotos, Dimitrios, Παπαδημητρίου, Ευαγγελία, Θωμόπουλος, Κωνσταντίνος, Νικολοπούλου, Βασιλική |
Source Sets | University of Patras |
Language | gr |
Detected Language | Greek |
Type | Thesis |
Rights | 0 |
Page generated in 0.0028 seconds