• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 5
  • Tagged with
  • 5
  • 4
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Προγνωστικοί δείκτες εξέλιξης νεφρικής βλάβης στο νεφρικό ιστό και τα ούρα ασθενών με νεφρωσικό σύνδρομο

Παπασωτηρίου, Μάριος 15 September 2014 (has links)
Η παρουσία λευκωματουρίας αποτελεί δυσμενή προγνωστικό παράγοντα για τους ασθενείς με σπειραματονεφρίτιδα (ΣΝ) χωρίς εντούτοις αυτό να επιβεβαιώνεται πάντα. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η εύρεση περισσότερο ειδικών προγνωστικών δεικτών που να αντανακλούν τη διαδικασία επούλωσης της βλάβης ή εξέλιξής της σε ίνωση. Σκοπός, της παρούσας μελέτης ήταν η αναγνώριση πρώιμων δεικτών εξέλιξης της νεφρικής βλάβης σε ασθενείς με σημαντικού βαθμού λευκωματουρία. Ως τέτοιοι προγνωστικοί δείκτες μελετήθηκαν η έκφραση της τρανσγελίνης (SM22) και της τρανσγλουταμινάσης–2 (TG2). Η SM22 είναι μια πρωτεΐνη που εκφράζεται στα λεία μυϊκά κύτταρα και αποτελεί δείκτη της επιθήλιο-μεσεγχυματικής μετάπτωσης. Η TG2 αποτελεί ένα ένζυμο που επάγει τη νεφρική ίνωση μεταβάλλοντας την ομοιόσταση της εξωκυτταρίου θεμέλιας ουσίας. Η έκφραση της SM22 μελετήθηκε με τη μέθοδο της ανοσοϊστοχημείας και του ανοσοφθορισμού, σε νεφρικές βιοψίες 67 ασθενών με διάφορους τύπους ΣΝ, και συσχετίστηκε με την κλινική τους πορεία μετά πάροδο πενταετούς παρακολούθησης. Επιπλέον, εξετάστηκε με τη μέθοδο του συνεντοπισμού, κατά πόσον η έκφραση της SM22 συμπίπτει με αυτήν της α–ακτίνης των λείων μυϊκών ινών (α–SMA). Η έκφραση της TG–2 μελετήθηκε με ανοσοφθορισμό σε νεφρικές βιοψίες από 32 ασθενείς με μεμβρανώδη νεφροπάθεια (ΜΝ). Όλοι οι ασθενείς με ΜΝ έλαβαν αγωγή με κορτικοειδή και κυκλοσπορίνη για 24 μήνες και σε 14 από αυτούς διενεργήθηκε επαναληπτική βιοψία και έγινε περαιτέρω μελέτη της TG2. Ως ομάδα ελέγχου για την έκφραση των παραπάνω μορίων χρησιμοποιήθηκαν τομές από υγιείς περιοχές νεφρών. Από τους 67 ασθενείς που μελετήθηκε η έκφραση της SM22, οι 46 διατήρησαν σταθερή νεφρική λειτουργία. Στις βιοψίες ελέγχου η έκφραση της SM22 περιορίστηκε στο τοίχωμα των αγγείων ενώ στους ασθενείς με ΣΝ επεκτάθηκε εντός των σπειραμάτων και του διάμεσου χώρου. Η SM22 βρέθηκε να σχετίζεται με το βαθμό σπειραματικής σκλήρυνσης και ίνωσης του διάμεσου χώρου, με το βαθμό μεσαγγειακής υπερπλασίας και την έκβαση της νεφρικής λειτουργίας. Η μελέτη συνεντοπισμού της SM22 και της α-SMA ανέδειξε περιοχές όπου οι δύο πρωτεΐνες εκφράζονταν ταυτόχρονα ενώ σε άλλες κάθε πρωτεΐνη εκφραζόταν χωριστά. Κατά το διάστημα παρακολούθησης οι 22 από τους 32 ασθενείς με ΜΝ παρουσίασαν σταθερή νεφρική λειτουργία. Η έκφραση της TG2 βρέθηκε αυξημένη στις βιοψίες των ασθενών με ΜΝ σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Η έκφραση της TG2 στις βιοψίες διάγνωσης ήταν περισσότερο αυξημένη στους ασθενείς με πιο έντονη διάμεση ίνωση και σπειραματική σκλήρυνση. Τέλος, η TG2 βρέθηκε αυξημένη στους περισσότερους ασθενείς στην επαναληπτική βιοψία, ενώ οι ασθενείς που παρουσίαζαν έντονη αύξηση της διάμεσης ίνωσης στην επαναληπτική βιοψία είχαν και εντονότερη έκφραση της TG2 κατά τη διάγνωση της νόσου. Συμπερασματικά, η έκφραση της SM22 βρέθηκε αυξημένη στο νεφρικό ιστό ασθενών με ΣΝ, ενώ η μελέτη συνεντοπισμού της SM22 και της α–SMA ανέδειξε την παρουσία πιθανώς διαφορετικών υποπληθυσμών μυοϊνοβλαστών. Όσον αφορά την TG2, η έντονη έκφραση της στο νεφρικό ιστό ασθενών με ΜΝ, η οποία καθίσταται εντονότερη μετά τη χορήγηση ανοσοκατασταλτικής αγωγής, υποδηλώνει τη συμμετοχή της TG2 στους μηχανισμούς βλάβης και εξέλιξης της ΜΝ. Επιπρόσθετα, η πρώιμη ανίχνευση της TG2 πιθανόν να έχει ιδιαίτερη σημασία στη ΜΝ καθώς η αυξημένη έκφρασή της φαίνεται να προηγείται της διάμεσης ίνωσης. / It is well established that albuminuria is an unfavorable prognostic factor for patients with various types of glomerulonephritis (GN), however, this is not observed in all patients. It is therefore important to identify more specific prognostic markers that reflect the healing process of injury or the progression to fibrosis. The aim of this study was to identify early markers of progression to renal injury in patients with significant degree of albuminuria. As such markers the expression of transgelin (SM22) and transglutaminase–2 (TG2) was studied. SM22 is expressed specifically in smooth muscle cells and is an early marker of epithelial to mesenchymal transition. TG–2 is an enzyme that contributes to renal scarring through altering extracellular matrix homeostasis. SM22 was studied in 67 patients with various kinds of GN and a 5 year follow up. SM22 was identified in kidney sections at the time of diagnosis using immunohistochemistry and immunofluorescence. SM22 expression was examined concerning its correlation with the clinical course of GNs. The expression of alpha smooth muscle actin (a–SMA) and co-localization with SM22 was also investigated. TG2 expression was studied by immunofluorescence in kidney sections from 32 patients with MN. These MN patients were subsequently treated by combination of cyclosporine and prednisolone for 24 months with a repeat biopsy taken in 14. Kidney sections from the normal part of kidneys were used as normal controls for the expression of the aforementioned molecules. Forty six out of 67 patients, that transgelin was studied, showed stable renal function. In control biopsies SM22 and a-SMA were restricted to vascular wall whereas in patients with GN expression was extended within glomeruli and the interstitium. SM22 expression correlated to the degree of glomerular sclerosis and interstitial fibrosis, to the degree of mesangial proliferation and renal function outcome. Double staining for co-localization of both SMM22 and a-SMA showed that in some areas of kidney tissue both proteins were identified whereas in other areas the expression of either SM22 or a-SMA was predominant. Twenty two out of 32 patients with MN showed stable renal function. TG2 immunostaining was increased in sections from patients with MN compared to healthy controls. TG2 at diagnosis was more intense in patients with more severe interstitial fibrosis and advanced glomerular sclerosis. TG2 significantly increased in most patients in the repeat biopsies whereas patients that showed a marked increase in interstitial fibrosis in the repeat biopsy had significantly more TG2 expression in the first biopsy. In conclusion, intense SM22 expression was observed in the renal tissue of patients with different types of GN. The co-localization study of SM22 and a–SMA suggests that different subpopulations of myofibroblasts might be involved in the development of kidney injury. As far it concerns TG2, its’ expression is increased in MN patients and continues to increase despite treatment which is suggestive of its’ involvement in the development and progression of renal scarring. Moreover, early detection of TG2 might be of value in MN since increased TG2 production seems to precede extensive interstitial fibrosis.
2

Επίδραση της αλβουμίνης στο σύστημα ενδοθηλίνης-μονοξειδίου του αζώτου σε in vitro καλλιεργούμενα ΗΚ-2 κύτταρα

Κωτσαντής, Παναγιώτης 03 December 2008 (has links)
Σκοπός της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας ήταν η αποσαφήνιση του ρόλου της αλβουμίνης στην πρόκληση νεφρικής ίνωσης, διαμέσου του συστήματος ΕΤ-1/ΝΟ. Για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκαν in vitro πειράματα, στα οποία χρησιμοποιήθηκαν ΗΚ-2 κύτταρα και διερευνήθηκε η επίδραση της αλβουμίνης στην αλλαγή της μορφολογίας, στην προσκόλληση, στη μετανάστευση, στην παραγωγή ΝΟ και cGMP, στην έκφραση των et-1, etr-a, etr-b, enos και inos και τη συσσώρευση των αντίστοιχων πρωτεϊνών, καθώς επίσης και των πρωτεϊνών τουμπουλίνης και ακτίνης και τέλος στην ενζυμική δραστικότητα της μεταλλοπρωτεϊνάσης MMP-2. Προέκυψε ότι η αλβουμίνη τροποποιεί την έκφραση των γονιδίων et-1 και των υποδοχέων της etr-a και etr-b, των συνθετασών του ΝΟ, enos και inos, τη συσσώρευση των αντίστοιχων πρωτεϊνών, του cGMP, καθώς και του παραγόμενου NO. Επίσης, η αλβουμίνη δεν επηρεάζει τη συσσώρευση της ακτίνης, ενώ προκαλεί ελάττωση της συσσώρευσης της τουμπουλίνης και αναδιοργάνωση του κυτταροσκελετού. Τέλος, επάγει την ενζυμική δραστικότητα της MMP-2 και τον πολλαπλασιασμό, ενώ εμποδίζει τη μετανάστευση και την προσκόλληση των HK-2. / The aim of this research was the elucidation of the role of albumin in the induction of renal fibrosis, through the activation of the ET-1/NO system. We performed in vitro experiments using HK-2 cells (human proximal tubular epithelial cells) and we studied the morphological alterations, cell adhesion, migration, production of NO and cGMP, expression of et-1, etr-a, etr-b, enos and inos and the accumulation of the subsequent proteins, as well as tubulin and actin. Finally we studied the enzymic activity of metalloproteinase MMP-2. Albumin was found to alter the expression of et-1, etr-a, etr-b and enos and the accumulation of the subsequent proteins. Moreover, it affects the amount of the synthesized and secreted cGMP and NO, reduces the accumulation of tubulin, while having no effect on the accumulation of actin and participates in the reorganization of the cytoskeleton. Furthermore, albumin alters the enzymic activity of MMP-2, induces cell proliferation and inhibits the adhesion and migration of the HK-2 cells.
3

Ο ρόλος του SMAD σηματοδοτικού μονοπατιού στις σπειραματονεφρίτιδες του ανθρώπου

Κασιμάτης, Θεόδωρος Ι. 17 December 2008 (has links)
Οι σπειραματονεφρίτιδες (ΣΝ) αποτελούν μια ομάδα νοσημάτων του σπειράματος ανοσολογικής αιτιολογίας που σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν στην πλήρη καταστροφή του νεφρικού παρεγχύματος με αποτέλεσμα τη νεφρική ίνωση και την ανάγκη υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με μεθόδους εξωνεφικής κάθαρσης. Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στην ανίχνευση των μοριακών μηχανισμών που οδηγούν στη νεφρική ίνωση. Κεντρικό ρόλο στη διαδικασία αυτή φαίνεται να διαδραματίζει το Smad σηματοδοτικό μονοπάτι που διαμεσολαβεί τα σήματα του TGF-β στα νεφρικά κύτταρα. Ο ρόλος του TGF-β στη νεφρική βλάβη είναι πλέον καλά τεκμηριωμένος. Αντίθετα ελάχιστα είναι γνωστά για την έκφραση και τη λειτουργία του Smad σηματοδοτικού μονοπατιού στις ανθρώπινες ΣΝ. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της έκφρασης των παραγόντων pSmad2/3, p300, Sp1, Smad7 και Ski (μορίων που συμμετέχουν στο Smad σηματοδοτικό μονοπάτι) σε νεφρικές βιοψίες ασθενών με ΣΝ και η ανίχνευση της δράσης τους όσον αφορά την παθογένεση και την εξέλιξη της νεφρικής βλάβης. Χρησιμοποιήθηκαν 157 βιοψίες ασθενών με ΣΝ και 15 φυσιολογικά νεφρικά δείγματα από ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε νεφρεκτομή για καρκίνο του νεφρού. Οι σπειραματονεφρίτιδες κατηγοριοποιήθηκαν σε πρωτοπαθείς (n=91) και δευτεροπαθείς (n=66) ή υπερπλαστικές (n=86) και μη υπερπλαστικές (n=71). Η μελέτη της έκφρασης των pSmad2/3, p300, Sp1, Smad7 και Ski έγινε με τη χρήση ανοσοϊστοχημικής μεθόδου. Έγιναν συσχετίσεις με κλινικά δεδομένα των ασθενών (κρεατινίνη ορού και λεύκωμα ούρων 24ώρου), καθώς και δείκτες ιστολογικής βλάβης (σπειραματοσκλήρυνση, διάμεση ίνωση, σωληναριακή ατροφία και διάμεση φλεγμονή). Παρατηρήθηκε πολύ μεγάλη αύξηση της έκφρασης των pSmad2/3, Sp1 και p300 σε όλα τα σπειραματικά κύτταρα των ΣΝ σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Επίσης, αυξήθηκε η έκφραση του πυρηνικού Smad7 στις υπερπλαστικές κυρίως ΣΝ με ταυτόχρονη εξάλειψη της κυτταροπλασματικής έκφρασής του σε όλες τις ΣΝ και παράλληλη μείωση της έκφρασης του Ski. Όσον αφορά τα σωληνάρια, στα εγγύς παρατηρήθηκε αύξηση της έκφρασης των pSmad2/3, Sp1 και p300 σε όλες τις ΣΝ και αύξηση του πυρηνικού Smad7 στις υπερπλαστικές, ενώ στα άπω και τα αθροιστικά παρατηρήθηκε αύξηση της έκφρασης του pSmad2/3 και του πυρηνικού Smad7 με ταυτόχρονη μείωση του κυτταροπλασματικού Smad7. Το Ski παρουσίασε σημαντική μείωση της έκφρασής του στις ΣΝ σε όλους τους τύπους σωληναρίων. Η σπειραματική έκφραση των pSmad2/3, p300 και του πυρηνικού Smad7 ήταν αυξημένη στις υπερπλαστικές ΣΝ και κυρίως τις δευτεροπαθείς. Η σωληναριακή έκφραση των pSmad2/3 και Smad7 και η εγγύς σωληναριακή των p300, Sp1 και του κυτταροπλασματικού Smad7 ήταν επίσης αυξημένες στις υπερπλαστικές ΣΝ. Αντίθετα, το Ski δεν παρουσίασε διαφορές στην έκφραση μεταξύ των υπερπλαστικών και μη υπερπλαστικών ΣΝ. Ακόμη, ανιχνεύθηκαν σημαντικές συσχετίσεις μεταξύ μεταξύ της έκφρσης των pSmad2/3, p300, Sp1 και Smad7 στο σπείραμα και τα εγγύς σωληνάρια. Η σπειραματική και εγγύς σωληναριακή έκφραση των pSmad2/3, Sp1 και η σπειραματική του πυρηνικού Smad7 έδειξαν να συσχετίζονται θετικά με τα επίπεδα της κρεατινίνης του ορού, ενώ η έκφραση αυτών και του p300 σε διαφόρους τύπους σωληναρίων εμφάνισαν θετική στσχέτιση με δείκτες ιστολογικής βλάβης. Τέλος η έκφραση όλων των μορίων (εκτός του Ski) ήταν συχνότατη στις στοιχειώδεις σπειραματικές βλάβες. Συμπερασματικά, το Smad σηματοδοτικό μονοπάτι φαίνεται να ενεργοποιείται στις ανθρώπινες ΣΝ. Μάλιστα, η ενεργοποίησή του αυτή πιθανώς συμβάλλει στην παθογένεση αλλά και την εξέλιξη της νεφρικής βλάβης. Μελλοντικές θεραπευτικές στρατηγικές που θα στοχεύουν στην αναστολή του μονοπατιού αυτού ίσως συμβάλλουν στην παρεμπόδιση της εξέλιξης και τη θεραπεία των ανθρωπίνων ΣΝ. / -
4

Μυική ισχύς και κόπωση αναπνευστικών μυών σε παιδιά με κυστική ίνωση

Δάσιος, Θεόδωρος 26 July 2013 (has links)
Η λειτουργία των αναπνευστικών μυών σε ασθενείς με Κυστική Ίνωση (ΚΙ) μπορεί να εκτιμηθεί με τη μέτρηση της μέγιστης εισπνευστικής πίεσης (Pimax), της μέγιστης εκπνευστικής πίεσης (Pemax), του δείκτη πίεσης-χρόνου των αναπνευστικών μυών (PTImus), του ρυθμού μυϊκής χαλάρωσης (MRR) και του μέγιστου ρυθμού αύξησης πίεσης (MRPD). Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να μελετήσει τους δείκτες εκτίμησης της λειτουργίας των αναπνευστικών μυών σε ασθενείς με ΚΙ και την πιθανή επίδραση σπιρομετρικών και διατροφικών διαταραχών στη λειτουργία των αναπνευστικών μυών στους ασθενείς αυτούς. Επίσης να μελετήσει την πιθανή επίδραση της αεροβικής άσκησης στη λειτουργία των αναπνευστικών μυών σε ασθενείς με ΚΙ. Μελετήθηκε η λειτουργία των αναπνευστικών μυών με μέτρηση των PTImus, Pimax, Pemax, MRR και MRPD σε 140 ασθενείς με ΚΙ και σε ομάδα ελέγχου 140 υγιών μαρτύρων αντίστοιχης ηλικίας και φύλου. Η εκτίμηση της αναπνευστικής λειτουργίας περιλάμβανε μέτρηση του βιαίως εκπνεόμενου όγκου αέρα σε 1 δευτερόλεπτο (FEV1), της βιαίως εκπνεόμενης χωρητικότητας (FVC) και της βιαίως εκπνεόμενης ροής μεταξύ του 25% και του 75% της ζωτικής χωρητικότητας (MEF25-75). Η διατροφική εκτίμηση περιλάμβανε μέτρηση της περιφέρειας μυών μέσου βραχίονα (MAMC), της δερματικής πτυχής τρικεφάλου (TST), της μυϊκής επιφάνειας του βραχίονα (UAMA) και του δείκτη μάζας σώματος (BMI). Οι Pimax και Pemax βρέθηκαν σημαντικά ελαττωμένες σε ασθενείς με ΚΙ συγκρινόμενες με την ομάδα ελέγχου (p<0.01 και p<0.001 αντίστοιχα). Ο δείκτης PTImus βρέθηκε σημαντικά αυξημένος σε ασθενείς με ΚΙ σε σχέση με τα υγιή άτομα της ομάδας ελέγχου (p<0.05). Ο δείκτης PTImus βρέθηκε σημαντικά αυξημένος σε ασθενείς με ΚΙ και επηρεασμένους σπιρομετρικούς δείκτες. Επιπλέον, σε ασθενείς με ΚΙ ο δείκτης PTImus βρέθηκε να παρουσιάζει σημαντική αρνητική συσχέτιση με το δείκτη UAMA (p<0.05). Οι ασθενείς με ΚΙ και χαμηλές τιμές BMI δεν εμφάνισαν σημαντικά αυξημένες τιμές PTImus. Ο δείκτης MRR κατά την εκτέλεση δοκιμασίας Pemax (p<0.05) και ο δείκτης MRPD κατά την εκτέλεση δοκιμασίας Pemax (p<0.005) ήταν σημαντικά επηρεασμένοι σε ασθενείς με ΚΙ σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Οι ασκούμενοι ασθενείς με ΚΙ εμφάνισαν υψηλότερες τιμές μέγιστων αναπνευστικών πιέσεων και χαμηλότερες τιμές του δείκτη PTImus σε σχέση με μη ασκούμενους ασθενείς με ΚΙ. Συμπερασματικά, αυτή η μελέτη κατέδειξε ότι οι ασθενείς με ΚΙ εμφανίζουν υψηλότερες τιμές PTImus σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Ασθενείς με επηρεασμένους σπιρομετρικούς δείκτες όπως οι FEV1,FVC and MEF25-75, και διατροφικούς δείκτες όπως ο UAMA εμφανίζουν υψηλότερες τιμές PTImus σε σχέση με ασθενείς με φυσιολογικούς ή λιγότερο επηρεασμένους διατροφικούς και σπιρομετρικούς δείκτες. Η αεροβική άσκηση πιθανόν να επιδρά ευεργετικά στη διατήρηση της ισχύος των αναπνευστικών μυών σε ασθενείς με ΚΙ. / Respiratory muscle function in patients with Cystic Fibrosis (CF) can be assessed by measurement of maximal inspiratory pressure (Pimax), maximal expiratory pressure (Pemax), pressure time index of the respiratory muscles (PTImus), muscle relaxation rate (ΜRR) and maximum rate of pressure development (MRPD). This study aimed to examine respiratory muscle function indices in CF and the possible effect of pulmonary function and nutrition abnormalities to respiratory muscle performance, in patients with CF, as well as to investigate the possible effect of aerobic exercise in respiratory muscle function in CF. Respiratory muscle function by measurement of PTImus, Pimax, Pemax, MRR and MRPD was assessed in 140 CF patients and a control group of 140 healthy subjects matched as possible for age and gender. Pulmonary function evaluation consisted of forced expiratory volume in 1 sec (FEV1), forced vital capacity (FVC) and maximal expiratory flow between 25 and 75% of VC (MEF25-75). Nutritional assessment consisted of mid arm muscle circumference (MAMC), triceps skinfold thickness (TST), upper arm muscle area (UAMA) and body mass index (BMI). Pimax and Pemax were significantly lower in CF patients compared to the control group (p<0.01 and p<0.001 respectively). PTImus in CF patients compared to healthy controls was significantly increased (p<0.05). PTImus was significantly higher in CF patients with impaired pulmonary function. Furthermore, in CF patients, PTImus was significantly negatively related to UAMA (p<0.05). Patients with low BMI values did not have significantly higher PTImus values. MRR during Pemax (p<0.05) and MRPD during Pemax (p< 0.005) were significantly altered in CF compared to the control group. Exercising CF patients maintained higher maximal respiratory pressures and lower PTImus values compared to non-exercising patients. In conclusion this study demonstrated that CF patients exhibit higher PTImus values compared to the healthy population. Patients with affected pulmonary function parameters, such as FEV1, FVC and MEF25-75, and nutrition parameters such as UAMA exhibit higher PTImus values compared to CF patients with normal or less affected pulmonary function and nutrition indices. Exercise might exert a beneficial effect on respiratory muscle strength in patients with CF.
5

Χρόνια νεφρική νόσος και BMP-7 (Bone morphogenic protein-7) : σημασία του μορίου BMP-7 στην πρόληψη ή αναστροφή της νεφρικής ίνωσης

Τρίγκα, Κωνσταντίνα Κ. 16 December 2008 (has links)
Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια οφείλεται σε διάφορα αίτια βλάβης του σπειράματος και του διαμεσοσωληναριακού χώρου. Χαρακτηρίζεται ιστολογικά από την παρουσία σοβαρού βαθμού σπειραματικής σκλήρυνσης, ίνωσης του διάμεσου ιστού, ατροφίας των ουροφόρων σωληναρίων και υαλίνωσης των αρτηριδίων. Η αρχική βλάβη του σπειράματος που προκαλείται από διάφορα είδη ερεθισμάτων μπορεί να ακολουθήσει την οδό της αποκατάστασης ή να εξελιχθεί προς σκλήρυνση, διαδικασίες στις οποίες συμμετέχουν κυτταροκίνες και αυξητικοί παράγοντες που προέρχονται από ενδοθηλιακά, μεσαγγειακά, επιθηλιακά σωληναριακά κύτταρα, μονοκύτταρα και ινοβλάστες1 . Ο Transforming Growth Factor-β1 (TGF-β1) είναι ο κυριότερος αυξητικός παράγοντας που μέσω πολλαπλών μηχανισμών συμμετέχει στην ανάπτυξη σκληρυντικών αλλοιώσεων2. Προάγει την παραγωγή συστατικών της εξωκυττάριας θεμέλιας ουσίας και μειώνει την αποικοδόμησή τους, προκαλεί ενεργοποίηση των μυοϊνοβλαστών, δηλαδή κυττάρων με μεταναστευτικές ιδιότητες που παράγουν κολλαγόνο, συμμετέχει στη διαφοροποίηση των επιθηλιακών σωληναριακών κυττάρων προς ινοβλάστες και ευοδώνει την κυτταρική απόπτωση η οποία οδηγεί στην απογύμνωση του νεφρικού ιστού από τα φυσιολογικά του κύτταρα. Η χρήση αντισωμάτων κατά του TGF-β1 και αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης σε διάφορα πειραματικά μοντέλα νεφρικής βλάβης έχει συμβάλλει στην κατανόηση μηχανισμών που συμμετέχουν στη διαδικασία εξέλιξής της. Σε πειραματικά μοντέλα έχει διαπιστωθεί ότι ο TGF–β ευθύνεται για την αυξημένη παρουσία μυοινοβλαστών, την εναπόθεση κολλαγόνου και την απώλεια του σωληναριακού επιθηλίου. Πιο πρόσφατα, ένα μέλος της υπερ-οικογένειας των ΤGF–β, η ΒΜΡ7, φάνηκε να εξουδετερώνει την ίνωση που προκαλείται μέσω του TGF–β. Οι δραστηριότητα των παραγόντων αυτών ελέγχεται από άλλες πρωτείνες οι οποίες μπορούν να αυξήσουν ή να καταστείλουν τη διέγερση των υποδοχέων των παραγόντων αυτών. Τα BMPs είναι ενδογενή μόρια που προστατεύουν το νεφρό από διάφορα είδη βλάβης όπως γενετικές βλάβες, ανοσολογικές αντιδράσεις, περιβαλλοντικοί παράγοντες, μεταβολικά αίτια και καταστάσεις οξείας ή χρόνιας νεφρικής βλάβης. / -

Page generated in 0.022 seconds