Spelling suggestions: "subject:"διάγνωση""
1 |
Μελέτη σύγκλισης του κατά κεφαλή ΑΕΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τη χρήση κλασσικών και νέων μεθόδωνΤσαγκανός, Αθανάσιος Γ. 25 August 2010 (has links)
- / -
|
2 |
Οικονομική ολοκλήρωση και δημοσιονομική εναρμόνιση στην Ευρώπη: επιπτώσεις στη φορολογία επιχειρήσεων, τον τόπο εγκατάστασης επιχειρήσεων και την ελληνική οικονομίαΒογιατζόγλου, Κλήμης 12 October 2010 (has links)
- / -
|
3 |
Διαχείριση, οργάνωση και ταξινόμηση της στατιστικής της διάρθρωσης των επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό περιφερειακό επίπεδοΣταμίρης, Σπυρίδων 09 January 2012 (has links)
Στην παρούσα εργασία εξετάζονται τα αποτελέσματα της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη δομή των επιχειρήσεων των χωρών-μελών. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι στο πως συλλέχθηκαν τα δεδομένα και το πώς ταξινομούνται ώστε να έχουμε επαρκή και αξιόπιστα αποτελέσματα στην περιγραφή των δεδομένων μας.
Προκειμένου να μελετήσουμε τη δομή των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, χρησιμοποιήσαμε δεδομένα ανά κλάδο δραστηριότητας και ανά Ευρωπαϊκή περιφέρεια που συλλέξαμε από τη eurostat για τα έτη 1997-2007.
Οι επιχειρήσεις ανάλογα με τον τομέα που δραστηριοποιούνται έχουν καταταχθεί σε γενικότερους κλάδους σύμφωνα με την επίσημη στατιστική κατηγοριοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωπαϊκή κοινότητα κατά “NACE”.
Οι κλάδοι των επιχειρήσεων που περιλαμβάνει το δείγμα μας είναι οι ακόλουθοι: D. Manufacturing (Κατασκευή σε βιομηχανίες), C. Mining and quarrying (Ορυκτός Πλούτος), E. Electricity, gas and water supply(Ηλεκτρισμός, παροχή αερίου και νερού), F. Construction (Οικοδομικές κατασκευές), G. Distributive trades(Διανεμητικό Εμπόριο), H. Hotels and Restaurants (Ξενοδοχεία και εστιατόρια), I. Transport, Storage and Communication (Μεταφορές και Αποθηκευτικός χώρος) και K. Real estate, renting and business activities(Κτηματομεσιτικές υπηρεσίες ενοικιάσεις και άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες).
Για τις επιχειρήσεις (local units) του δείγματος εκτός από τον κλάδο και τη χώρα προέλευσης υπάρχει διαθέσιμη πληροφορία και για τον αριθμό των ατόμων που εργάζονται ως προσωπικό (workforce).
Στη συνέχεια μετά από τη συλλογή των δεδομένων, αφού απορρίψαμε τις ελλείπουσες μεταβλητές (missing values), προχωρήσαμε σε περιγραφική ανάλυση των διάφορων κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας σε επίπεδο χωρών ώστε να εξακριβώσουμε σε ποια χώρα εμφανίζουν την μεγαλύτερη συχνότητα, καθώς και την κατανομή του εργατικού δυναμικού και την κατανομή των διάφορων κλάδων σε χρονικό διάστημα δεκαετίας (1997-2007). Αυτή η ανάλυση έγινε σε επίπεδο τριετίας ώστε να εξάγουμε όσο το δυνατόν σαφέστερα αποτελέσματα.
Η εξαγωγή όλων των παραπάνω συμπερασμάτων έγινε με τη βοήθεια του λογισμικού spss –το πιο εξειδικευμένο στατιστικό πρόγραμμα για επεξεργασία μεγάλου αριθμού μεταβλητών από τα εκάστοτε δείγματα.
Ιδιαίτερη έμφαση πέρα από την αρχική ταξινόμηση των δεδομένων δώσαμε στο πως χειριστήκαμε τις missing values ώστε να δώσουμε όσο το δυνατόν πιο ακριβή και αξιόπιστα αποτελέσματα για την περιγραφική ανάλυση που θα ακολουθήσει. / In this work we present the structural business statistics of European area during a decade (1997-2007) of all countries –states of European Union. We used data from all structures of business activities and from each European state during the last decade. We collected the data from the official site of Eurostat.
Businesses according to the sector that are activating have been categorized at more general units in compliance with the official statistical categorization of European business activities at European Community as "NACE".
Our sample includes this sectors of businesses : D. Manufacturing, C. Mining and quarrying, E. Electricity, gas and water supply, F. Construction, G. Distributive trades, H. Hotels and Restaurants, I. Transport, Storage and Communication K. Real estate, renting and business activities.
For all local units we have information about their sectors and the country that exist. We also have important information about the workforce that each sector includes.
Then we selected the data and we rejected the missing values of the sample in order to conduct perigraphical statistical analysis for these sizes. We examined the frequency of each business structure in order to conclude at which country each sector has the larger frequency. We also examined the workforce distribution at each country during the last decade (1997-2007).
All the conclusions are extracted with the use of specific statistical software-named spss –the most specific software for the collection and usage of data that are extracted from large samples.
In this project we tried to be very careful at how we are going ro handle the missing values. And this happened in order to have the most accurate results as we could.
|
4 |
Η τουριστική πολιτική στην Ευρωπαϊκή ΈνωσηΠαπουτσή, Αικατερίνη 30 April 2014 (has links)
Ο τουρισμός όπως είναι γνωστό αποτελεί βασικό βραχίονα της οικονομίας μας, δηλαδή της βαριάς βιομηχανίας της Ελλάδας. Σαφώς είμαστε προσανατολισμένοι στο να γίνει το καλύτερο προκειμένου να αναπτυχθεί και να αποδώσει για την Ελλάδα καρπούς ,πολύ δε περισσότερο σήμερα στη δυσμενή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας.
Είναι ευχής έργο ότι με τον τομέα του τουρισμού απασχολήθηκε η Συνθήκη της Λισσαβόνας και χάραξε κατευθυντήριες γραμμές και κανόνες καθιερώνοντας καταυτό τον τρόπο κατά μία έννοια τουριστική πολιτική στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τούτο πρέπει να αποτελεί βασικό και απαραβίαστο κανόνα και κατευθυντήρια γραμμή των επενδύσεων που θα γίνουν είτε στην Ελλάδα είτε σε οποιοδήποτε κράτος –μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ,έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ανταγωνιστικότητα και να μεγιστοποιείται το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης και της Ελλάδας ειδικότερα.
Η Ευρώπη και τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερτερούν σε ορισμένους τομείς κυρίως διότι εδώ υπάρχει ο τύπος του «ώριμου» αστικού κράτους , ο δυτικός τρόπος ζωής και διασκέδασης και κάλλιστα μπορεί να αποτελέσει στόχο για τον επισκέπτη ενός υπεύθυνου και ποιοτικού τουρισμού. Η διασφάλιση περιβαλλοντολογικών όρων -πράσινη ανάπτυξη- ποιότητας αποτελεί βασικό μέλημα και μέσο ανάδειξης πλεονεκτήματος σε σχέση με προορισμούς του τρίτου κόσμου.
Οι υποδομές των μεταφορών (λιμάνια, αερομεταφορές, τρένα , σύγχρονο οδικό δίκτυο κτλ.) , εκτός κάποιων εξαιρέσεων π.χ. Ελλάδα, βρίσκονται σε ώριμο επίπεδο ανάπτυξης και καμιά φορά και πρωτοποριακό λ.χ. TGV Γαλλία, η υποθαλάσσια σήραγγα στη Μάχη.
Πρόβλημα αποτελεί η μη δυνατότητα συμπιέσεως του κόστους και κυρίως οι νομισματικές ισοτιμίες ευρώ έναντι δολαρίου, γιεν και νομισμάτων γενικότερα τρίτων χωρών. Η εμμονή σε «σκληρό» νόμισμα δηλαδή ακριβό ευρώ, για τους Αμερικάνους ή κατοίκους τρίτων χωρών, δημιουργεί όσο υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα το οποίο θα πρέπει να αντισταθμιστεί από την ποιότητα των υπηρεσιών και την αρτιότητα τους. / -
|
5 |
Δοκίμια πάνω στην επίδραση του ευρώ στο διεθνές εμπόριο των χωρών της Οικονομικής και Νομισματικής ΈνωσηςΨαλλίδας, Διονύσιος 09 March 2011 (has links)
Ο πρωταρχικός σκοπός αυτής της διατριβής είναι η μελέτη της επίδρασης του Ευρώ στο διεθνές εμπόριο των χωρών της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης
(ΟΝΕ) για τη περίοδο από το 1995 έως το 2007. Επιπλέον, εκτιμήθηκε η παραπάνω επίδραση και στο τομεακό εμπόριο, με την ανάλυση της επίδρασης
του Ευρώ στους δέκα βασικούς τομείς της παραγωγής των παραπάνω οικονομιών.
Συνοπτικά, τα αποτελέσματα αυτής της διατριβής δείχνουν ότι το εμπόριο αυξάνεται αρκετά για τις χώρες του Ευρώ σε σύγκριση με αυτό των άλλων
χωρών του ΟΑΣΑ. Επίσης βρίσκεται ότι το Ευρώ όχι μόνο δεν προκαλεί εμπορική παρεκτροπή αλλά αυξάνει επίσης το εμπόριο των χωρών της ΟΝΕ με τον
υπόλοιπο κόσμο. Επιπλέον, οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο από την εισαγωγή
αυτού του κοινού νομίσματος είναι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας. Από την άλλη, αν και υπήρχε αυξημένο εμπόριο μεταξύ των χωρών της Ένωσης πριν την εισαγωγή του Ευρώ, αυτή δεν ήταν η γενεσιουργός αιτία της δημιουργίας της. Τέλος, το Ευρώ υπήρξε ο σπουδαιότερος παράγοντας που εξηγεί την αύξηση της εξαγωγικής απόδοσης των χωρών της ΟΝΕ για την περίοδο 1995-2007. / The primary purpose of this PhD thesis is to study how the Euro affects the international trade of the countries of the Economic and Monetary Union (EMU) for the period from 1995 to 2007. Furthermore, the above effect is estimated and analyzed in the ten key sectors of production of these economies. In summary, the results of this thesis show that, trade increases considerably for the countries of the Euro compared with that of other OECD countries. Moreover, the Euro does not cause trade diversion.
On the other hand, the sectors, which are most affected by the introduction of this common currency, are the labor-intensive ones. Although, before the introduction of the Euro, there was an increase in trade between the EU countries, this did not cause the creation of EMU. Finally, the Euro was the most important factor explaining the increase in export performance of EMU countries for the period 1995-2007.
|
6 |
Κινητικότητα εταιρειών και κανονιστικός ανταγωνισμός στην Ευρωπαϊκή ΈνωσηΠεφάνη, Μαρία 03 October 2011 (has links)
Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει αφενός την σημασία των τελευταίων εξελίξεων στο ευρωπαϊκό δίκαιο για την κινητικότητα των εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά και αφετέρου αν το ευρωπαϊκό περιβάλλον παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξης ανταγωνισμού δικαίων στο εταιρικό δίκαιο. Αρχικά γίνεται μια σύντομη αναφορά στη θεωρία του νομοθετικού ανταγωνισμού, καθώς και στην κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Στη συνέχεια, εξετάζεται το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης, όπως αυτό απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης, καθώς και η ερμηνεία του μέσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου. Στην τέταρτη ενότητα, γίνεται η παρουσίαση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας και διερευνώνται οι επιπτώσεις της στον ανταγωνισμό δικαίων. Στην πέμπτη ενότητα της εργασίας, εξετάζονται οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις και πως αυτές επηρεάζουν την κινητικότητα των εταιρειών. Τέλος, εξετάζεται η δυνατότητα των εταιρειών να ασκούν ρυθμιστικό αρμπιτράζ με σκοπό να περιορίσουν τα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων. / -
|
7 |
Μελέτη αποδέσμευσης ιόντων δισθενούς χαλκού σπό σύμπλοκα πολυηλεκτρολυτών με αντίθετα φορτισμένες επιφανειοδραστικές ενώσειςΟικονόμου, Ευδοκία 22 December 2009 (has links)
Στην παρούσα διατριβή διερευνήθηκαν οι παράμετροι που ελέγχουν τη δέσμευση/αποδέσμευση ιόντων Cu2+ ή/και κατιοντικών επιφανειοδραστικών ενώσεων, όπως το βρωμιούχο δεκαεξυλοτριμεθυλαμμώνιο (CTAB) ή το βρωμιούχο δεκαεξυλοτριμεθυλo φοσφώνιο (PC16) από αντίθετα φορτισμένους πολυηλεκτρολύτες. Mελετήθηκαν διαφορετικές πολυμερικές μήτρες που αποτελούνται είτε από εμπορικά διαθέσιμα πολυμερή είτε συντεθήκαν για αυτό το σκοπό, έτσι ώστε να γίνει κατανοητή η επίδραση της χημικής δομής του πολυμερούς στη ταχύτητα δέσμευσης και αποδέσμευσης των δραστικών συστατικών. Καθώς τα ιόντα αυτά έχουν βιοστατική δράση, απώτερος πρακτικός στόχος της διερεύνησης είναι η πιθανή εφαρμογή τέτοιων υβριδικών πολυμερικών υλικών σε υφαλοχώματα που θα εμποδίζουν την απόθεση θαλάσσιων βιοαποθέσεων και θα χαρακτηρίζονται από ιδιότητες «αυτοκαθαρισμού».
Έτσι, παρασκευάστηκαν στατιστικά ή συσταδικά αμφίφιλα συμπολυμερή, στα οποία το υδρόφιλο μονομερές μπορεί να δεσμεύσει τα ιόντα Cu2+ ή/και τις αντίθετα φορτισμένες επιφανειοδραστικές ενώσεις, όπως το στυρενοσουλφονικό νάτριο (SSNa), το μηλεϊνικό (ΜΑc) και το ακρυλικό οξύ (ΑΑ), ενώ το υδρόφοβο μονομερές, το οποίο εισάγεται για τον έλεγχο του ισοζυγίου υδροφιλικότητας/υδροφοβικότητας, είναι ο μεθακρυλικός μεθυλεστέρας (ΜΜΑ). Έτσι, χρησιμοποιήθηκαν ομοπολυμερές PSSNa αλλά και συμπολυμερή του MAc με το SSNa (P(SSNa50-co-MANa). Επιπλέον, για συγκριτικούς λόγους παρασκευάστηκε και το συμπολυμερές του ΜΑc με οξικό βινυλεστέρα, (P(VAc-co-MAc), ενώ χρησιμοποιήθηκε και το εναλλασσόμενο συμπολυμερές του μηλεϊνικού οξέος με αιθυλένιο, P(Eth-alt-MAc). Τα στατιστικά αμφίφιλα συμπολυμερή P(MMAx-co-SSNa), P(MMAx-co-AA) παρασκευάστηκαν με συμπολυμερισμό ελευθέρων ριζών, ενώ τα συσταδικά αμφίφιλα συμπολυμερή PMMAx-b-PSSNa και PSSNa-b-PMMAx παρασκευάστηκαν με πολυμερισμό ελευθέρων ριζών μέσω μεταφοράς ατόμου (ΑΤRP), χρησιμοποιώντας ως μακροεκκινητή είτε PMMA είτε PSSNa, αντίστοιχα. Τα μοριακά βάρη των συμπολυμερών χαρακτηρίστηκαν με SEC, ενώ η χημική τους δομή ταυτοποιήθηκε με 1H-NMR και FT-IR. Η εκατοστιαία σύσταση των συμπολυμερών σε μονάδες ΜΜΑ, x, κυμαίνεται στην περιοχή 10-65 mol%, όπως προσδιορίστηκε με 1H-NMR και TGA. Από τη συγκριτική μελέτη της αυτοοργάνωσης σε υδατικό διάλυμα των συσταδικών και των στατιστικών αμφίφιλων συμπολυμερών, P(MMAx-co-SSNa) και PSSNa-b-PMMAx) με ιχνηθέτηση με φθορίζοντες ιχνηθέτες διαπιστώθηκε πως τα συσταδικά συμπολυμερή εμφανίζουν σημαντικότερη τάση αυτοοργάνωσης, καθώς έχουν σημαντικά μικρότερη κρίσιμη συγκέντρωση μικκυλοποίησης και χαρακτηρίζονται από υψηλότερα επίπεδα υδροφοβικότητας.
Η δέσμευση των ιόντων Cu2+ από τα παραπάνω συμπολυμερή σε αραιά υδατικά διαλύματα πραγματοποιήθηκε μέσω ιονoανταλλαγής χρησιμοποιώντας τη μετά νατρίου άλατος μορφή των συμπολυμερών ή μέσω εξουδετέρωσης της όξινης μορφής των συμπολυμερών με Cu(OH)2 και διερευνήθηκε με φυσικοχημικές μεθόδους, όπως η θολομετρία, η ιξωδομετρία τριχοειδούς και η φασματοσκοπία υπεριώδους-ορατού. Διαπιστώθηκε πως σε αραιά διαλύματα η δέσμευση των ιόντων Cu2+ οδηγεί σε συρρίκνωση των πολυμερικών αλυσίδων (ιξωδομετρία τριχοειδούς). Μάλιστα, σε αντίθεση με τα συμπολυμερή που περιέχουν SSNa, στα πολυμερή που περιέχουν καρβοξυλικές ομάδες, η συρρίκνωση είναι ιδιαίτερα ισχυρή και οδηγεί σε διαχωρισμό φάσεων καθώς η αναλογία των ιόντων Cu2+ προς τις καρβοξυλικές ομάδες προσεγγίζει τη στοιχειομετρία (θολομετρία), ως αποτέλεσμα του σχηματισμού συμπλόκων ένταξης μεταξύ των ιόντων Cu2+ και των καρβοξυλικών ομάδων (φασματοσκοπία υπεριώδους-ορατού). Μάλιστα, στην περίπτωση του P(Eth-alt-MAc), η φασματοσκοπία υπεριώδους-ορατού έδωσε σαφείς ενδείξεις για το σχηματισμό διπύρηνων συμπλόκων χαλκού με τις ομάδες καρβοξυλίου, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να δράσουν ως σταυροδεσμοί δικτυώνοντας τις πολυμερικές αλυσίδες. Ως αποτέλεσμα, σε ημιαραιά διαλύματα σχηματίζονται υδροπηκτώματα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως οι ιξωδοελαστικές ιδιότητες των σχηματιζόμενων υδροπηκωτμάτων εξαρτώνται σημαντικά από το χρόνο ανάμιξης των συμπολυμερών με τα ιόντα Cu2+.
Στην επόμενη φάση διερευνήθηκε ο σχηματισμός μικτών συσσωματωμάτων (συμπλόκων) μεταξύ των πολυηλεκτρολυτών που περιέχουν SSNa και της αντίθετα φορτισμένης επιφανειοδραστικής ένωσης, CTAΒ. Στην περίπτωση του ομοπολυμερούς PSSNa ή των συσταδικών αμφίφιλων συμπολυμερών PSSNa-b-PMMAx παρατηρείται διαχωρισμός φάσεων, καθώς η αναλογία των αλληλεπιδρώντων ειδών προσεγγίζει τη στοιχειομετρία φορτίων. Αντίθετα, όταν χρησιμοποιούνται τα στατιστικά αμφίφιλα συμπολυμερή P(MMAx-co-SSNa) με x=33-47mol%, σχηματίζονται ιξώδη διαλύματα ή ασθενή πηκτώματα. Η ρεολογική διερεύνηση του φαινόμενου κατέδειξε πως εξαρτάται από τη συγκέντρωση του πολυμερούς, τη γραμμομοριακή αναλογία CTAΒ/SSNa και την ιοντική ισχύ του υδατικού διαλύματος.
Πριν τις τελικές δοκιμές σε πραγματικές συνθήκες παρασκευάστηκαν αιδιάλυτα στο νερό υβριδικά υλικά πολυμερούς-χαλκού, ενδεχομένως παρουσία CTAΒ ή PC16 χρησιμοποιώντας όλες τις προηγούμενες οικογένειες συμπολυμερών αλλά και εμπορικά διαθέσιμα πολυμερή αντίστοιχης δομής. Χρησιμοποιώντας κατάλληλο εκλεκτικό αντιδραστήριο (bathocuproine) μελετήθηκε φωτομετρικά η αποδέσμευση των ιόντων Cu2+ σε υδατικό διάλυμα NaCl 1 M. Έτσι, διευκρινίστηκε η επίδραση διαφόρων παραγόντων στο ρυθμό αποδέσμευσης των ιόντων Cu2+, όπως η ύπαρξη υδρόφοβων μονομερών, το είδος και το ποσοστό αυτών, η αρχιτεκτονική (στατιστική ή συσταδική) των συμπολυμερών, η εισαγωγή και το είδος της επιφανειοδραστικής ένωσης, ο τρόπος εισαγωγής και το είδος της αλληλεπίδρασης με τα ιόντα Cu2+.
Στο τελευταίο στάδιο, διερευνήθηκε η συμβατότητά/αναμιξιμότητα των παρασκευασθέντων βιοστατικών υλικών με τυπικές πολυμερικές μήτρες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε υφαλοχρώματα. Στις περιπτώσεις που διαπιστώθηκε ικανοποιητική συμβατότητα/αναμιξιμότητα (συστήματα PSSNa/CTAB, PSSNa/PC16, P(SSNa50-co-MANa)/CuPC16, P(VAc-co-MANa)/Cu) και ήταν εφικτό, παρασκευάστηκαν τα αντίστοιχα υφαλοχρώματα. Η συμπεριφορά αυτών των υφαλοχρωμάτων διερευνήθηκε εργαστηριακά με ηλεκτρονική μικροσκοπία σάρωσης (SEM), όσον αφορά τις μορφολογικές μεταβολές της επιφάνειας και τις μεταβολές του πάχους του χρώματος σε επιταχυνόμενες συνθήκες αποδέσμευσης βιοστατικού (υδατικό διάλυμα 5M NaCl). Επίσης, μελετάται και η συμπεριφορά τους σε πραγματικές συνθήκες με τη βοήθεια ειδικής διάταξης σε ελεγχόμενο θαλάσσιο χώρο. / At this thesis, the parameters that influence the interaction and the release of copper ions and/or of cationic surfactants as hexadecyltrimethyl ammonium bromide (CTAB) or hexadecyltrimethyl phosphonium bromide (PC16) from opposite charged polyelectrolytes, are studied. Different polymeric matrixes that are consisted either by commercially available polymers or by polymers that were synthesized for this purpose, were used in order, the influence of the polymer structure to the release rate of copper ions, to be identified. As these ions can behave as biocides, the practical purpose of this study is the possible application of these polymers to self-polishing antifouling paints.
Random or block amphiphilic copolymers, whose hydrophilic monomer can interact with copper ions and/or the surfactants, such as styrene sulfonate (SSNa), maleic acid (MAc) and acrylic acid (AA), while the hydrophobic one, which is introduced for the hydrophilicity/hydrophobicity control, such as methyl methacrylate (MMA), were prepared. In addition, for comparison, the copolymer of maleic acid with vinyl acetate (VAc), (P(VAc-co-MAc)) was prepared. The alternative copolymer of maleic acid with ethylene was also used. The random copolymers P(MMAx-co-SSNa), P(MMAx-co-AA) were synthesized by free radical polymerization while the block copolymers PMMAx-b-PSSNa and PSSNa-b-PMMAx were synthesized through atom transfer polymerization (ATRP), using either PMMA or PSSNa as macroinitiator. The molecular weights of the copolymers were determined by SEC while their structure was identified by 1H-NMR and FT-IR. The copolymer composition in MMA untis is between 10-65 mol% as it was determined by 1H-NMR and TGA. The ability of self-assembling of random and block copolymers (P(MMAx-co-SSNa) και PSSNa-b-PMMAx) in aqueous solution was studied by pyrene fluorescence probing. The block copolymers was found to present self-assembling properties as they have lower critical micellization concentration.
The binding of Cu2+ by the above mentioned polymers in dilute solutions was achieved through ion-exchange procedure using the sodium salt form of the copolymers or through neutralization of the acid form of the polymers using Cu(OH)2. Tholometry, viscometry and UV-Vis spectrometry were used to study this binding. The interaction of Cu2+ with the polymers leads to the shrinkage of the polymer chains. To the copolymers that contain carboxylic groups this shrinkage is more intense and leads to macroscopic phase separation, as the ratio of Cu2+ to the carboxylic groups is near the stoichiometry, as a consequence of complexes formation. The UV-Vis study of P(Eth-alt- MAc) denoted the formation of binuclear complexes between the Cu2+ and the carboxylic groups. These complexes can behave as crosslinks of the polymer chains. As a result, in semi-dilute solutions, gels are formed. Interestingly, the viscoelastic properties of these gels are dependent on the time elapsed from the mixture of the Cu2+ with the polymer.
The interaction of polyelectrolytes that contain SSNa units, with opposite charged surfactant CTAΒ was studied. The interaction of homopolymer PSSNa or of the blocks copolymers PSSNa-b-PMMAx with CTAB leads to phase separation as the ratio of these compounds is near the stoichiometry. On the contrast, the interaction of CTAB with random copolymers P(MMAx-co- SSNa) where x=33-47mol%, leads to the formation of very viscous solutions or weak gels. By the study of the rheological properties of these systems, the influence of the polymer concentration, the molar ratio CTAΒ/SSNa and the ionic strength was found.
All the above mentioned polymers where used for the preparation of hybrid materials that contain Cu2+. CTAΒ ή PC16 were also introduced to some of them in order to take a water insoluble material. The final purpose of this thesis was to control the release of Cu+2 ions from the prepared hybrid materials in aqueous NaCl 1M solution. The Cu+2 -release studies were performed photometrically using a selective dye (bathocuproine). As a result, the influence of many parameters such as the presence of hydrophobic monomers, their type and their content, the architecture of the copolymers (random or blocks), the introduction and the type of surfactants, the way of introduction of copper ions to the polymers and the type of their interaction was studied.
The compatibility of all these materials with matrixes which are used in the antifouling paints was studied. In case that this compatibility was satisfying, antifouling paints using these polymeric materials (PSSNa/CTAB, PSSNa/PC16, P(SSNa50-co-MANa)/CuPC16, P(VAc-co-MANa)/Cu) were prepared. The morphology of the surface of these paints and the changes to their thickness was studied by SEM after staying in aqueous solution of NaCl 5M. Their behavior to real conditions (sea) is being studied.
|
8 |
Οι επιπτώσεις της αχωρικής περιφερειακότητας στην καινοτομία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε μειονεκτικά περιβάλλονταΤσεγενίδη, Κυριακή 19 August 2008 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τους παράγοντες που επηρεάζουν την καινοτόμο δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη και υποστήριξη της καινοτομίας στην περιφέρεια.
Για την πραγματοποίηση της έρευνας επιλέχθηκαν δώδεκα περιοχές μελέτης που βρίσκονται σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε μια από τις έξι χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, επιλέχθηκε μια περιοχή με σχετικά καλή οικονομική απόδοση λαμβανομένου υπόψη του μειονεκτήματος λόγω της απομακρυσμένης της θέσης (περιοχή Α), και μια περιοχή σχετικά προσβάσιμη (περιοχή Β) με οικονομική απόδοση αντίστοιχη με αυτή της περιοχής Α. Οι περιοχές είναι οι εξής: Shetland (Α) και East Ayrshire (Β) στη Σκωτία, Keski- Suomi (Α) και Satakunta (Β) στη Φινλανδία, L’Alcoià (Α) και Camp de Morvedre (Β) στην Ισπανία, Rottal-Inn (Α) και Bitburg-Prüm (Β) στη Γερμανία, Ευρυτανία (Α) και Καλάβρυτα (Β) στην Ελλάδα και Midwest Clare (Α) και Southeast Wexford (Β) στην Ιρλανδία. Τα δεδομένα προήλθαν από 600 συνολικά επιχειρήσεις (50 από κάθε περιοχή) και συλλέχθηκαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίων και μέσω προσωπικών συνεντεύξεων στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος χρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. (AsPIRE: Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy).
Η διδακτορική διατριβή είναι χωρισμένη σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος δίνεται καταρχήν ο ορισμός της καινοτομίας και πραγματοποιείται μια ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας για την καινοτομία και την κατανομή της στο χώρο. Στη συνέχεια αποτυπώνεται η επιρροή του χωρικού, τοπικού και μη τοπικού, περιβάλλοντος μιας επιχείρησης στην καινοτόμο δραστηριότητά της. Γίνεται η υπόθεση ότι η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε μη- τοπικά περιβάλλοντα καθορίζει την πιθανότητα να εισάγουν οι επιχειρήσεις καινοτομία και ελέγχει το ποσοστό της συνολικής καινοτόμου δραστηριότητας μιας περιοχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καινοτόμος δραστηριότητα των επιχειρήσεων επηρεάζεται από παράγοντες που σχετίζονται με το άνοιγμα των τοπικών συστημάτων παραγωγής σε μη τοπικούς κόσμους. Τα δίκτυα επιχειρήσεων, το συσσωρευμένο επιχειρηματικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, η γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν σε μη τοπικό επίπεδο, καθώς και η υπάρχουσα τοπική επιχειρηματική ιστορία ενισχύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν και διευρύνουν την ικανότητα μάθησής τους.
Το δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζει την επίδραση της χωροθέτησης των επιχειρήσεων στην καινοτόμο δραστηριότητά τους, τόσο σε μικρο- όσο και σε μακρο- επίπεδο. Στο μικροοικονομικό επίπεδο συνάγεται ότι η πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας είναι καλά προβλεπόμενη από παρατηρήσιμα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο προσβάσιμες περιοχές παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας σε σχέση με τις λιγότερο προσβάσιμες. Στη συνέχεια η διαφορά στα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας ανάμεσα στις περισσότερο και λιγότερο προσβάσιμες περιοχές αποδομείται σε εκείνη που οφείλεται σε παρατηρήσιμους και σε εκείνη που οφείλεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες. Συμπεραίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς των πιθανοτήτων να παρουσιάσει μία εταιρεία καινοτόμο δραστηριότητα αποδίδεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες αποκαλύπτοντας έτσι την σοβαρή επίδραση του τοπικού περιβάλλοντος (όπως αυτό συλλαμβάνεται από την επίπτωση των μη-παρατηρήσιμων παραγόντων) στη καινοτομία. Κατά συνέπεια τα συμπεράσματα προτείνουν να είναι η πολιτική καινοτομίας για τις ΜΜΕ εξειδικευμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και να στοχεύει στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών των επιχειρήσεων και στη διατήρηση και βελτίωση του τοπικού περιβάλλοντος καινοτομίας. Σε μακροοικονομικό επίπεδο γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής κάποιων παραγόντων που ευθύνονται για την «Αχωρική Περιφερειακότητα». Αποδεικνύεται ότι η συμβατική περιφερειακότητα (μετρούμενη σε όρους προσβασιμότητας) δεν μπορεί από μόνη της να εξηγήσει τις παρατηρημένες μορφές απόστασης και την οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός απομακρυσμένων και σχετικά μη προσβάσιμων περιοχών που ξεπερνούν τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και ένας επίσης σημαντικός αριθμός περισσότερο προσβάσιμων περιοχών που παρουσιάζουν αρκετά μικρότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης. Αποδεικνύεται ότι οι παράγοντες της αχωρικής περιφερειακότητας είναι εκείνοι που ευθύνονται για την απόκλιση των περιφερειών από τη συμβατική σχέση τοποθεσίας και επιπέδου ανάπτυξης. Τέτοιοι παράγοντες είναι για παράδειγμα η λειτουργία χωρικά οριζόντιων και κάθετων επιχειρηματικών δικτύων.
Τέλος, το τρίτο μέρος της διατριβής ασχολείται με την επίδραση της καινοτομίας στην απόδοση των επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα με την επίδραση της καινοτομίας προϊόντος στις επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εισαγωγή καινοτομίας προϊόντος μειώνει την πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το μέγεθος της επιχείρησης ασκεί μια ιδιαίτερα σύνθετη επίδραση στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων. Η επίδραση αυτή αποτελείται από δυο συνθετικά μέρη, μια μορφής ανεστραμμένου U άμεση επίδραση του μεγέθους της επιχείρησης στην πιθανότητα για πραγματοποίηση επενδύσεων και μια έμμεση γραμμική επίδραση του μεγέθους στην πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι το χάσμα στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων μεταξύ καινοτόμων και μη καινοτόμων επιχειρήσεων αυξάνεται με την αύξηση του μεγέθους. / The aim of this PhD Thesis is to examine the factors that influence the innovative activity of SMEs in peripheral and less favored areas of the European Union by posing research questions that relate to the development and support of innovation in this type of areas.
In the framework of this research, survey data collected in twelve case study regions in six EU member states was used. Within each of the six participating member states, one region (Region A) was selected as a relatively peripheral region, perceived to be performing relatively well economically (given its locational disadvantages), and a second one (Region B) was selected as an example of a relatively accessible region with a perceived performance similar to that of Region A. These areas were Shetland (Α) and East Ayrshire (Β) in Scotland, Keski- Suomi (Α) and Satakunta (Β) in Finland, L’Alcoià (Α) and Camp de Morvedre (Β) in Spain, Rottal-Inn (Α) and Bitburg-Prüm (Β) in Germany, Evrytania (Α) and Kalavryta (Β) in Greece and Midwest Clare (Α) and Southeast Wexford (Β) in Ireland.This data was collected from 600 businesses (50 in each case study area) during 2003 for the EU Fifth Framework research project entitled “Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy” (AsPIRE). Data was collected through personal interviews with the firm’s owner or manager and with the use of questionnaires.
The PhD Thesis is divided into three parts. In the first part there is a literature review on the definition of innovation and the dissemination of innovation through space. In a second step it is hypothesized that firms’ access to the non-local domain determines the probability to innovate and controls the rate of an area’s overall innovative activity. Results reveal that firms’ innovative activity is influenced by factors opening local production systems to the non-local world. Business networks, accumulated entrepreneurial human capital, knowledge and experience acquired non-locally and the embedded local business history enrich firms’ innovative capacities and shape the learning capacity of firms and localities. When local economic systems operate under national systems that are prone to innovation, these factors account less for the probability that a firm will innovate and vice versa.
The second part of the thesis examines the effect of the peripheral location of firms on their innovativeness. It is concluded that the probability to innovate is well predicted by observable firm, entrepreneurial and business network characteristics. Results show that more accessible areas consistently present higher activity rates than their peripheral counterparts. The difference in innovation activity rates between peripheral and central areas is then decomposed into observable and non-observable factors. It arises that the whole innovation gap is attributed to non-observable factors constituting a combination of ‘behavior and environment’. Innovation policy for SMEs should thus aim at meeting businesses’ specific needs (firm-specific factors) and at sustaining and improving the innovation environment.
Finally, the third part of this Thesis explores the relationship between product innovation and investments in fixed capital assets. Results show that the presence of product innovation reduces the probability to invest. Another result is that a firm’s size exerts a rather complicated effect on the probability to invest. This effect consists of a direct, inverted U-shape component of firm’s size on the probability to invest and an indirect component through the size’s linear effect on the probability to innovate. The gap in the probability to invest between innovative and non-innovative firms increases with size.
|
9 |
Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας τα τελευταία 10 χρόνια / The financial course of Greece the last 10 yearsΒυθούλκα, Ελένη 07 July 2010 (has links)
- / -
|
10 |
Ασυμμετρίες και διάχυση των οικονομικών κύκλων στη διευρυμένη ΕυρώπηΔημητρακοπούλου, Μαρία 20 October 2010 (has links)
Στην παρούσα εργασία επιχειρούμε να διερευνήσουμε το βαθμό στον οποίο οι οικονομικοί κύκλοι μεταξύ των χωρών-μελών στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση των 25 χωρών εμφανίζονται ή όχι συγχρονισμένοι και επιπλέον εξετάζουμε την πιθανότητα ύπαρξης ασυμμετριών. Το θεωρητικό πλαίσιο της ανάλυσής μας στηρίζεται στη Θεωρία της Άριστης Νομισματικής Περιοχής, στην οποία αναφερόμαστε εκτενώς, παρουσιάζοντας τόσο την παραδοσιακή όσο και τη σύγχρονη προσέγγισή της, ενώ παράλληλα θίγουμε και το ζήτημα της ενδογένειας των κριτηρίων. Στη συνέχεια, παραθέτουμε αναλυτικά ένα σημαντικό μέρος της σύγχρονης εμπειρικής βιβλιογραφίας που εξετάζει το ζήτημα που μας απασχολεί, ενώ παρουσιάζουμε και ορισμένες από τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις που έχουν υιοθετηθεί από τους ερευνητές. Στο υπόδειγμα που αναπτύσσουμε, χρησιμοποιούμε στοιχεία χρονολογικών σειρών που αφορούν σε δυο μακροοικονομικές μεταβλητές, το πραγματικό ΑΕΠ και το επίπεδο τιμών και διερευνούμε σε πρώτη φάση το βαθμό συγχρονισμού των οικονομικών κύκλων στην ΕΕ-25. Ως σημείο αναφοράς ορίζουμε τις 15 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-15), ενώ στο δείγμα μας μεταξύ των υπόλοιπων χωρών συμπεριλαμβάνουμε και τις υποψήφιες για ένταξη στην ΕΕ χώρες. Στόχος μας είναι να προσδιορίσουμε την έκταση στην οποία η πραγματική οικονομική δραστηριότητα σε κάθε μία από τις χώρες αυτές κινείται ή όχι προς την ίδια κατεύθυνση με την ΕΕ-15.
Αναλογιζόμενοι τους μηχανισμούς μέσω των οποίων μπορεί να προκαλείται αυτή η κυκλική συσχέτιση, προχωρούμε την ανάλυσή μας ένα βήμα πιο πέρα και εξετάζουμε την πιθανότητα ύπαρξης ασυμμετριών στις διαταραχές. Ακολουθώντας τη μεθοδολογία SVAR, εκτιμούμε για κάθε μία χώρα τα σχετικά υποδείγματα, επιδιώκοντας αρχικά να αναγνωρίσουμε τις διαρθρωτικές διαταραχές με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπες οι εξεταζόμενες οικονομίες. Στη συνέχεια, υπολογίζουμε το βαθμό της συμμετρίας που παρουσιάζουν οι διαταραχές συνολικής ζήτησης και συνολικής προσφοράς ξεχωριστά για κάθε μία χώρα σε σχέση με τις αντίστοιχες διαταραχές στην ΕΕ-15.
Όσον αφορά στα αποτελέσματα της ανάλυσής μας, εστιάζουμε κυρίως στη συμπεριφορά που επιδεικνύουν τόσο τα νέα κράτη-μέλη όσο και οι υποψήφιες χώρες, ενώ επιχειρούμε και μια πρόβλεψη για το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με την πολυσυζητημένη ευρωπαϊκή διεύρυνση. / This paper seeks to explore the extent to which economic cycles between member states in the enlarged European Union of 25 countries appear or not synchronized and further examines the possible existence of asymmetries. The theoretical framework of our analysis is based on the Theory of Optimum Currency Area, to which we refer extensively, presenting both traditional and modern approach, while addressing the question of endogeneity criteria. Then, we present in detail an important part of modern empirical literature examining the issue before us, while also highlighting some of the methodological approaches adopted by researchers. In our model we use time-series data related to two macroeconomic variables, real GDP and price level and explore initially the degree of synchronization between business cycles in EU-25. As a point of reference we define the 15 member countries of the European Union (EU-15), whereas in our sample among the remaining countries we include the candidate countries for EU membership. Our goal is to determine the extent to which real economic activity in each of these countries is moving or not in the same direction with the EU-15.
Considering the mechanisms by which this cyclic correlation can be caused, we proceed our analysis a step further and examine the possible existence of asymmetries in shocks. Following the SVAR methodology, we estimate for each country relevant models, seeking initially to identify the structural shocks experienced by the economies concerned. Then, we calculate the degree of symmetry of aggregate demand and aggregate supply shocks separately for each country in relation to the respective shocks in the EU-15. Regarding the results of our analysis, we focus mainly on the behaviour shown by both the new member states and candidate countries, while attempting a prediction about what happens next in relation to the much-discussed EU enlargement.
|
Page generated in 0.029 seconds