• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 8
  • Tagged with
  • 8
  • 8
  • 8
  • 8
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Μελέτη σύγκλισης του κατά κεφαλή ΑΕΠ στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τη χρήση κλασσικών και νέων μεθόδων

Τσαγκανός, Αθανάσιος Γ. 25 August 2010 (has links)
- / -
2

Οικονομική ολοκλήρωση και δημοσιονομική εναρμόνιση στην Ευρώπη: επιπτώσεις στη φορολογία επιχειρήσεων, τον τόπο εγκατάστασης επιχειρήσεων και την ελληνική οικονομία

Βογιατζόγλου, Κλήμης 12 October 2010 (has links)
- / -
3

Διαχείριση, οργάνωση και ταξινόμηση της στατιστικής της διάρθρωσης των επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό περιφερειακό επίπεδο

Σταμίρης, Σπυρίδων 09 January 2012 (has links)
Στην παρούσα εργασία εξετάζονται τα αποτελέσματα της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη δομή των επιχειρήσεων των χωρών-μελών. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο κομμάτι στο πως συλλέχθηκαν τα δεδομένα και το πώς ταξινομούνται ώστε να έχουμε επαρκή και αξιόπιστα αποτελέσματα στην περιγραφή των δεδομένων μας. Προκειμένου να μελετήσουμε τη δομή των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, χρησιμοποιήσαμε δεδομένα ανά κλάδο δραστηριότητας και ανά Ευρωπαϊκή περιφέρεια που συλλέξαμε από τη eurostat για τα έτη 1997-2007. Οι επιχειρήσεις ανάλογα με τον τομέα που δραστηριοποιούνται έχουν καταταχθεί σε γενικότερους κλάδους σύμφωνα με την επίσημη στατιστική κατηγοριοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωπαϊκή κοινότητα κατά “NACE”. Οι κλάδοι των επιχειρήσεων που περιλαμβάνει το δείγμα μας είναι οι ακόλουθοι: D. Manufacturing (Κατασκευή σε βιομηχανίες), C. Mining and quarrying (Ορυκτός Πλούτος), E. Electricity, gas and water supply(Ηλεκτρισμός, παροχή αερίου και νερού), F. Construction (Οικοδομικές κατασκευές), G. Distributive trades(Διανεμητικό Εμπόριο), H. Hotels and Restaurants (Ξενοδοχεία και εστιατόρια), I. Transport, Storage and Communication (Μεταφορές και Αποθηκευτικός χώρος) και K. Real estate, renting and business activities(Κτηματομεσιτικές υπηρεσίες ενοικιάσεις και άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες). Για τις επιχειρήσεις (local units) του δείγματος εκτός από τον κλάδο και τη χώρα προέλευσης υπάρχει διαθέσιμη πληροφορία και για τον αριθμό των ατόμων που εργάζονται ως προσωπικό (workforce). Στη συνέχεια μετά από τη συλλογή των δεδομένων, αφού απορρίψαμε τις ελλείπουσες μεταβλητές (missing values), προχωρήσαμε σε περιγραφική ανάλυση των διάφορων κλάδων της οικονομικής δραστηριότητας σε επίπεδο χωρών ώστε να εξακριβώσουμε σε ποια χώρα εμφανίζουν την μεγαλύτερη συχνότητα, καθώς και την κατανομή του εργατικού δυναμικού και την κατανομή των διάφορων κλάδων σε χρονικό διάστημα δεκαετίας (1997-2007). Αυτή η ανάλυση έγινε σε επίπεδο τριετίας ώστε να εξάγουμε όσο το δυνατόν σαφέστερα αποτελέσματα. Η εξαγωγή όλων των παραπάνω συμπερασμάτων έγινε με τη βοήθεια του λογισμικού spss –το πιο εξειδικευμένο στατιστικό πρόγραμμα για επεξεργασία μεγάλου αριθμού μεταβλητών από τα εκάστοτε δείγματα. Ιδιαίτερη έμφαση πέρα από την αρχική ταξινόμηση των δεδομένων δώσαμε στο πως χειριστήκαμε τις missing values ώστε να δώσουμε όσο το δυνατόν πιο ακριβή και αξιόπιστα αποτελέσματα για την περιγραφική ανάλυση που θα ακολουθήσει. / In this work we present the structural business statistics of European area during a decade (1997-2007) of all countries –states of European Union. We used data from all structures of business activities and from each European state during the last decade. We collected the data from the official site of Eurostat. Businesses according to the sector that are activating have been categorized at more general units in compliance with the official statistical categorization of European business activities at European Community as "NACE". Our sample includes this sectors of businesses : D. Manufacturing, C. Mining and quarrying, E. Electricity, gas and water supply, F. Construction, G. Distributive trades, H. Hotels and Restaurants, I. Transport, Storage and Communication K. Real estate, renting and business activities. For all local units we have information about their sectors and the country that exist. We also have important information about the workforce that each sector includes. Then we selected the data and we rejected the missing values of the sample in order to conduct perigraphical statistical analysis for these sizes. We examined the frequency of each business structure in order to conclude at which country each sector has the larger frequency. We also examined the workforce distribution at each country during the last decade (1997-2007). All the conclusions are extracted with the use of specific statistical software-named spss –the most specific software for the collection and usage of data that are extracted from large samples. In this project we tried to be very careful at how we are going ro handle the missing values. And this happened in order to have the most accurate results as we could.
4

Η τουριστική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Παπουτσή, Αικατερίνη 30 April 2014 (has links)
Ο τουρισμός όπως είναι γνωστό αποτελεί βασικό βραχίονα της οικονομίας μας, δηλαδή της βαριάς βιομηχανίας της Ελλάδας. Σαφώς είμαστε προσανατολισμένοι στο να γίνει το καλύτερο προκειμένου να αναπτυχθεί και να αποδώσει για την Ελλάδα καρπούς ,πολύ δε περισσότερο σήμερα στη δυσμενή κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας. Είναι ευχής έργο ότι με τον τομέα του τουρισμού απασχολήθηκε η Συνθήκη της Λισσαβόνας και χάραξε κατευθυντήριες γραμμές και κανόνες καθιερώνοντας καταυτό τον τρόπο κατά μία έννοια τουριστική πολιτική στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τούτο πρέπει να αποτελεί βασικό και απαραβίαστο κανόνα και κατευθυντήρια γραμμή των επενδύσεων που θα γίνουν είτε στην Ελλάδα είτε σε οποιοδήποτε κράτος –μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ,έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ανταγωνιστικότητα και να μεγιστοποιείται το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης και της Ελλάδας ειδικότερα. Η Ευρώπη και τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερτερούν σε ορισμένους τομείς κυρίως διότι εδώ υπάρχει ο τύπος του «ώριμου» αστικού κράτους , ο δυτικός τρόπος ζωής και διασκέδασης και κάλλιστα μπορεί να αποτελέσει στόχο για τον επισκέπτη ενός υπεύθυνου και ποιοτικού τουρισμού. Η διασφάλιση περιβαλλοντολογικών όρων -πράσινη ανάπτυξη- ποιότητας αποτελεί βασικό μέλημα και μέσο ανάδειξης πλεονεκτήματος σε σχέση με προορισμούς του τρίτου κόσμου. Οι υποδομές των μεταφορών (λιμάνια, αερομεταφορές, τρένα , σύγχρονο οδικό δίκτυο κτλ.) , εκτός κάποιων εξαιρέσεων π.χ. Ελλάδα, βρίσκονται σε ώριμο επίπεδο ανάπτυξης και καμιά φορά και πρωτοποριακό λ.χ. TGV Γαλλία, η υποθαλάσσια σήραγγα στη Μάχη. Πρόβλημα αποτελεί η μη δυνατότητα συμπιέσεως του κόστους και κυρίως οι νομισματικές ισοτιμίες ευρώ έναντι δολαρίου, γιεν και νομισμάτων γενικότερα τρίτων χωρών. Η εμμονή σε «σκληρό» νόμισμα δηλαδή ακριβό ευρώ, για τους Αμερικάνους ή κατοίκους τρίτων χωρών, δημιουργεί όσο υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα το οποίο θα πρέπει να αντισταθμιστεί από την ποιότητα των υπηρεσιών και την αρτιότητα τους. / -
5

Κινητικότητα εταιρειών και κανονιστικός ανταγωνισμός στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Πεφάνη, Μαρία 03 October 2011 (has links)
Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει αφενός την σημασία των τελευταίων εξελίξεων στο ευρωπαϊκό δίκαιο για την κινητικότητα των εταιρειών στην ευρωπαϊκή αγορά και αφετέρου αν το ευρωπαϊκό περιβάλλον παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξης ανταγωνισμού δικαίων στο εταιρικό δίκαιο. Αρχικά γίνεται μια σύντομη αναφορά στη θεωρία του νομοθετικού ανταγωνισμού, καθώς και στην κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Στη συνέχεια, εξετάζεται το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης, όπως αυτό απορρέει από τις διατάξεις της Συνθήκης, καθώς και η ερμηνεία του μέσα από τη νομολογία του Δικαστηρίου. Στην τέταρτη ενότητα, γίνεται η παρουσίαση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας και διερευνώνται οι επιπτώσεις της στον ανταγωνισμό δικαίων. Στην πέμπτη ενότητα της εργασίας, εξετάζονται οι διασυνοριακές συγχωνεύσεις και πως αυτές επηρεάζουν την κινητικότητα των εταιρειών. Τέλος, εξετάζεται η δυνατότητα των εταιρειών να ασκούν ρυθμιστικό αρμπιτράζ με σκοπό να περιορίσουν τα δικαιώματα συμμετοχής των εργαζομένων. / -
6

Οι επιπτώσεις της αχωρικής περιφερειακότητας στην καινοτομία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε μειονεκτικά περιβάλλοντα

Τσεγενίδη, Κυριακή 19 August 2008 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τους παράγοντες που επηρεάζουν την καινοτόμο δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη και υποστήριξη της καινοτομίας στην περιφέρεια. Για την πραγματοποίηση της έρευνας επιλέχθηκαν δώδεκα περιοχές μελέτης που βρίσκονται σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε μια από τις έξι χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, επιλέχθηκε μια περιοχή με σχετικά καλή οικονομική απόδοση λαμβανομένου υπόψη του μειονεκτήματος λόγω της απομακρυσμένης της θέσης (περιοχή Α), και μια περιοχή σχετικά προσβάσιμη (περιοχή Β) με οικονομική απόδοση αντίστοιχη με αυτή της περιοχής Α. Οι περιοχές είναι οι εξής: Shetland (Α) και East Ayrshire (Β) στη Σκωτία, Keski- Suomi (Α) και Satakunta (Β) στη Φινλανδία, L’Alcoià (Α) και Camp de Morvedre (Β) στην Ισπανία, Rottal-Inn (Α) και Bitburg-Prüm (Β) στη Γερμανία, Ευρυτανία (Α) και Καλάβρυτα (Β) στην Ελλάδα και Midwest Clare (Α) και Southeast Wexford (Β) στην Ιρλανδία. Τα δεδομένα προήλθαν από 600 συνολικά επιχειρήσεις (50 από κάθε περιοχή) και συλλέχθηκαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίων και μέσω προσωπικών συνεντεύξεων στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος χρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. (AsPIRE: Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy). Η διδακτορική διατριβή είναι χωρισμένη σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος δίνεται καταρχήν ο ορισμός της καινοτομίας και πραγματοποιείται μια ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας για την καινοτομία και την κατανομή της στο χώρο. Στη συνέχεια αποτυπώνεται η επιρροή του χωρικού, τοπικού και μη τοπικού, περιβάλλοντος μιας επιχείρησης στην καινοτόμο δραστηριότητά της. Γίνεται η υπόθεση ότι η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε μη- τοπικά περιβάλλοντα καθορίζει την πιθανότητα να εισάγουν οι επιχειρήσεις καινοτομία και ελέγχει το ποσοστό της συνολικής καινοτόμου δραστηριότητας μιας περιοχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καινοτόμος δραστηριότητα των επιχειρήσεων επηρεάζεται από παράγοντες που σχετίζονται με το άνοιγμα των τοπικών συστημάτων παραγωγής σε μη τοπικούς κόσμους. Τα δίκτυα επιχειρήσεων, το συσσωρευμένο επιχειρηματικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, η γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν σε μη τοπικό επίπεδο, καθώς και η υπάρχουσα τοπική επιχειρηματική ιστορία ενισχύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν και διευρύνουν την ικανότητα μάθησής τους. Το δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζει την επίδραση της χωροθέτησης των επιχειρήσεων στην καινοτόμο δραστηριότητά τους, τόσο σε μικρο- όσο και σε μακρο- επίπεδο. Στο μικροοικονομικό επίπεδο συνάγεται ότι η πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας είναι καλά προβλεπόμενη από παρατηρήσιμα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο προσβάσιμες περιοχές παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας σε σχέση με τις λιγότερο προσβάσιμες. Στη συνέχεια η διαφορά στα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας ανάμεσα στις περισσότερο και λιγότερο προσβάσιμες περιοχές αποδομείται σε εκείνη που οφείλεται σε παρατηρήσιμους και σε εκείνη που οφείλεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες. Συμπεραίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς των πιθανοτήτων να παρουσιάσει μία εταιρεία καινοτόμο δραστηριότητα αποδίδεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες αποκαλύπτοντας έτσι την σοβαρή επίδραση του τοπικού περιβάλλοντος (όπως αυτό συλλαμβάνεται από την επίπτωση των μη-παρατηρήσιμων παραγόντων) στη καινοτομία. Κατά συνέπεια τα συμπεράσματα προτείνουν να είναι η πολιτική καινοτομίας για τις ΜΜΕ εξειδικευμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και να στοχεύει στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών των επιχειρήσεων και στη διατήρηση και βελτίωση του τοπικού περιβάλλοντος καινοτομίας. Σε μακροοικονομικό επίπεδο γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής κάποιων παραγόντων που ευθύνονται για την «Αχωρική Περιφερειακότητα». Αποδεικνύεται ότι η συμβατική περιφερειακότητα (μετρούμενη σε όρους προσβασιμότητας) δεν μπορεί από μόνη της να εξηγήσει τις παρατηρημένες μορφές απόστασης και την οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός απομακρυσμένων και σχετικά μη προσβάσιμων περιοχών που ξεπερνούν τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και ένας επίσης σημαντικός αριθμός περισσότερο προσβάσιμων περιοχών που παρουσιάζουν αρκετά μικρότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης. Αποδεικνύεται ότι οι παράγοντες της αχωρικής περιφερειακότητας είναι εκείνοι που ευθύνονται για την απόκλιση των περιφερειών από τη συμβατική σχέση τοποθεσίας και επιπέδου ανάπτυξης. Τέτοιοι παράγοντες είναι για παράδειγμα η λειτουργία χωρικά οριζόντιων και κάθετων επιχειρηματικών δικτύων. Τέλος, το τρίτο μέρος της διατριβής ασχολείται με την επίδραση της καινοτομίας στην απόδοση των επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα με την επίδραση της καινοτομίας προϊόντος στις επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εισαγωγή καινοτομίας προϊόντος μειώνει την πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το μέγεθος της επιχείρησης ασκεί μια ιδιαίτερα σύνθετη επίδραση στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων. Η επίδραση αυτή αποτελείται από δυο συνθετικά μέρη, μια μορφής ανεστραμμένου U άμεση επίδραση του μεγέθους της επιχείρησης στην πιθανότητα για πραγματοποίηση επενδύσεων και μια έμμεση γραμμική επίδραση του μεγέθους στην πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι το χάσμα στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων μεταξύ καινοτόμων και μη καινοτόμων επιχειρήσεων αυξάνεται με την αύξηση του μεγέθους. / The aim of this PhD Thesis is to examine the factors that influence the innovative activity of SMEs in peripheral and less favored areas of the European Union by posing research questions that relate to the development and support of innovation in this type of areas. In the framework of this research, survey data collected in twelve case study regions in six EU member states was used. Within each of the six participating member states, one region (Region A) was selected as a relatively peripheral region, perceived to be performing relatively well economically (given its locational disadvantages), and a second one (Region B) was selected as an example of a relatively accessible region with a perceived performance similar to that of Region A. These areas were Shetland (Α) and East Ayrshire (Β) in Scotland, Keski- Suomi (Α) and Satakunta (Β) in Finland, L’Alcoià (Α) and Camp de Morvedre (Β) in Spain, Rottal-Inn (Α) and Bitburg-Prüm (Β) in Germany, Evrytania (Α) and Kalavryta (Β) in Greece and Midwest Clare (Α) and Southeast Wexford (Β) in Ireland.This data was collected from 600 businesses (50 in each case study area) during 2003 for the EU Fifth Framework research project entitled “Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy” (AsPIRE). Data was collected through personal interviews with the firm’s owner or manager and with the use of questionnaires. The PhD Thesis is divided into three parts. In the first part there is a literature review on the definition of innovation and the dissemination of innovation through space. In a second step it is hypothesized that firms’ access to the non-local domain determines the probability to innovate and controls the rate of an area’s overall innovative activity. Results reveal that firms’ innovative activity is influenced by factors opening local production systems to the non-local world. Business networks, accumulated entrepreneurial human capital, knowledge and experience acquired non-locally and the embedded local business history enrich firms’ innovative capacities and shape the learning capacity of firms and localities. When local economic systems operate under national systems that are prone to innovation, these factors account less for the probability that a firm will innovate and vice versa. The second part of the thesis examines the effect of the peripheral location of firms on their innovativeness. It is concluded that the probability to innovate is well predicted by observable firm, entrepreneurial and business network characteristics. Results show that more accessible areas consistently present higher activity rates than their peripheral counterparts. The difference in innovation activity rates between peripheral and central areas is then decomposed into observable and non-observable factors. It arises that the whole innovation gap is attributed to non-observable factors constituting a combination of ‘behavior and environment’. Innovation policy for SMEs should thus aim at meeting businesses’ specific needs (firm-specific factors) and at sustaining and improving the innovation environment. Finally, the third part of this Thesis explores the relationship between product innovation and investments in fixed capital assets. Results show that the presence of product innovation reduces the probability to invest. Another result is that a firm’s size exerts a rather complicated effect on the probability to invest. This effect consists of a direct, inverted U-shape component of firm’s size on the probability to invest and an indirect component through the size’s linear effect on the probability to innovate. The gap in the probability to invest between innovative and non-innovative firms increases with size.
7

Ασυμμετρίες και διάχυση των οικονομικών κύκλων στη διευρυμένη Ευρώπη

Δημητρακοπούλου, Μαρία 20 October 2010 (has links)
Στην παρούσα εργασία επιχειρούμε να διερευνήσουμε το βαθμό στον οποίο οι οικονομικοί κύκλοι μεταξύ των χωρών-μελών στη διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση των 25 χωρών εμφανίζονται ή όχι συγχρονισμένοι και επιπλέον εξετάζουμε την πιθανότητα ύπαρξης ασυμμετριών. Το θεωρητικό πλαίσιο της ανάλυσής μας στηρίζεται στη Θεωρία της Άριστης Νομισματικής Περιοχής, στην οποία αναφερόμαστε εκτενώς, παρουσιάζοντας τόσο την παραδοσιακή όσο και τη σύγχρονη προσέγγισή της, ενώ παράλληλα θίγουμε και το ζήτημα της ενδογένειας των κριτηρίων. Στη συνέχεια, παραθέτουμε αναλυτικά ένα σημαντικό μέρος της σύγχρονης εμπειρικής βιβλιογραφίας που εξετάζει το ζήτημα που μας απασχολεί, ενώ παρουσιάζουμε και ορισμένες από τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις που έχουν υιοθετηθεί από τους ερευνητές. Στο υπόδειγμα που αναπτύσσουμε, χρησιμοποιούμε στοιχεία χρονολογικών σειρών που αφορούν σε δυο μακροοικονομικές μεταβλητές, το πραγματικό ΑΕΠ και το επίπεδο τιμών και διερευνούμε σε πρώτη φάση το βαθμό συγχρονισμού των οικονομικών κύκλων στην ΕΕ-25. Ως σημείο αναφοράς ορίζουμε τις 15 χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-15), ενώ στο δείγμα μας μεταξύ των υπόλοιπων χωρών συμπεριλαμβάνουμε και τις υποψήφιες για ένταξη στην ΕΕ χώρες. Στόχος μας είναι να προσδιορίσουμε την έκταση στην οποία η πραγματική οικονομική δραστηριότητα σε κάθε μία από τις χώρες αυτές κινείται ή όχι προς την ίδια κατεύθυνση με την ΕΕ-15. Αναλογιζόμενοι τους μηχανισμούς μέσω των οποίων μπορεί να προκαλείται αυτή η κυκλική συσχέτιση, προχωρούμε την ανάλυσή μας ένα βήμα πιο πέρα και εξετάζουμε την πιθανότητα ύπαρξης ασυμμετριών στις διαταραχές. Ακολουθώντας τη μεθοδολογία SVAR, εκτιμούμε για κάθε μία χώρα τα σχετικά υποδείγματα, επιδιώκοντας αρχικά να αναγνωρίσουμε τις διαρθρωτικές διαταραχές με τις οποίες έρχονται αντιμέτωπες οι εξεταζόμενες οικονομίες. Στη συνέχεια, υπολογίζουμε το βαθμό της συμμετρίας που παρουσιάζουν οι διαταραχές συνολικής ζήτησης και συνολικής προσφοράς ξεχωριστά για κάθε μία χώρα σε σχέση με τις αντίστοιχες διαταραχές στην ΕΕ-15. Όσον αφορά στα αποτελέσματα της ανάλυσής μας, εστιάζουμε κυρίως στη συμπεριφορά που επιδεικνύουν τόσο τα νέα κράτη-μέλη όσο και οι υποψήφιες χώρες, ενώ επιχειρούμε και μια πρόβλεψη για το τι μέλλει γενέσθαι σε σχέση με την πολυσυζητημένη ευρωπαϊκή διεύρυνση. / This paper seeks to explore the extent to which economic cycles between member states in the enlarged European Union of 25 countries appear or not synchronized and further examines the possible existence of asymmetries. The theoretical framework of our analysis is based on the Theory of Optimum Currency Area, to which we refer extensively, presenting both traditional and modern approach, while addressing the question of endogeneity criteria. Then, we present in detail an important part of modern empirical literature examining the issue before us, while also highlighting some of the methodological approaches adopted by researchers. In our model we use time-series data related to two macroeconomic variables, real GDP and price level and explore initially the degree of synchronization between business cycles in EU-25. As a point of reference we define the 15 member countries of the European Union (EU-15), whereas in our sample among the remaining countries we include the candidate countries for EU membership. Our goal is to determine the extent to which real economic activity in each of these countries is moving or not in the same direction with the EU-15. Considering the mechanisms by which this cyclic correlation can be caused, we proceed our analysis a step further and examine the possible existence of asymmetries in shocks. Following the SVAR methodology, we estimate for each country relevant models, seeking initially to identify the structural shocks experienced by the economies concerned. Then, we calculate the degree of symmetry of aggregate demand and aggregate supply shocks separately for each country in relation to the respective shocks in the EU-15. Regarding the results of our analysis, we focus mainly on the behaviour shown by both the new member states and candidate countries, while attempting a prediction about what happens next in relation to the much-discussed EU enlargement.
8

Θεωρία άριστων νομισματικών περιοχών και πραγματική & ονομαστική σύγκλιση : είναι τα νέα κράτη μέλη της ΕΕ έτοιμα να ενταχθούν στην ευρωζώνη;

Αβραμοπούλου, Χριστίνα 07 January 2009 (has links)
Ο σκοπός αυτής της εργασίας είναι να εξετάσει σε ποιό βαθμό τα δώδεκα νέα κράτη μέλη (ΝΚΜ)της ΕΕ είναι έτοιμα να ενταχθούν στην ΟΝΕ. Αρχικά, αναφέρονται γενικά τα κριτήρια των άριστων νομισματικών περιόχών (ΑΝΠ) και έπειτα η σχετική βιβλιογραφία για τα ΝΚΜ. Έπειτα, ακολουθεί μια περιγραφική ανάλυση της ανοιχτότητας του εμπορίου και της διαχρονικής πορείας του κατα κεφαλήν προϊόντος των ΝΚΜ. Τέλος,εξετάζεται ο βαθμός σύγκλισης των οικονομικών κύκλων των 12 ΝΚΜ με της Ευρωζώνης και ελέγχονται οι υποθέσεις της ενδογένειας και της β-σύγκλισης αυτών των χωρών. / The aim of this study is to examine in what extent the twelve new member states (NMS)of EU are ready to join the EMU. Firstly, it is refered to the optimum currency area (OCA) criteria in general and to the relative bibliography for the NMS. Secondly, it is presented a descriptive analysis of the openness of the trade and of the time path of the per capita product of NMS. Finally, it is examined the extend of convergence of business cycles of the 12 NMS to the Eurozone and the hypotheses of endogeneity and beta-convergence for these countries.

Page generated in 0.0278 seconds