• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 3
  • Tagged with
  • 3
  • 3
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Εφαρμογές ΓΠΣ και αποτελεσματικότητα δικτυού ΑΤΜ τραπεζών / GIS applications and efficiency of ATM banks

Σταθόπουλος, Χρήστος 01 October 2008 (has links)
Η τεράστια και ραγδαία ανάπτυξη στην επιστήμη και στην τεχνολογία σε αυτήν την υφήλιο, τέτοια όπως τα ΓΣΠ και η δορυφορική ψηφιακή χαρτογράφηση οφείλεται στην επιτακτική ανάγκη της ανάπτυξης των χωρών να την προλάβουν και να την αξιοποιήσουν. Η χρήση της τεχνολογίας των ΓΣΠ είναι ουσιώδης, καθώς εξελίσσεται σε ένα από τα καλύτερα και γρηγορότερα εργαλεία ως προς την αξιοποίηση των παραγωγικών πόρων και βοηθά στην απόφαση υποστήριξης της διαδικασίας. Τα ΓΣΠ χρησιμοποιούν την τεχνολογία των ηλεκτρονικών χαρτών δημιουργώντας αλληλεπίδραση με πολύ-επίπεδους χάρτες έτσι ώστε να βρεθούν βέλτιστες λύσεις για τα προβλήματα. Συνδυάζει χωρικά και μη-χωρικά δεδομένα για να κατασκευάσει πληροφορίες που μπορούν εύκολα να αναλυθούν από αυτούς που παίρνουν αποφάσεις. Χρησιμοποιώντας την τεχνολογία των ΓΣΠ έχουμε ένα ισχυρό εργαλείο για την επίτευξη του σχεδιασμού αφού ο ψηφιακός χάρτης θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην εύρεση καλύτερων τοποθεσιών για διαφορετικούς σκοπούς όπως στις τράπεζες, στα ΑΤΜ, στα νέα σχολεία, εστιατόρια κτλ. Η εργασία συζητά τα κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν στη στατική ανάλυση και επίσης αναφέρεται στην επιτυχία της GIS ανάλυσης στο να προτείνει τοποθεσίες για τα ΑΤΜ. / The huge and rapid advancement in science and technology in this globe such as GIS and Satellite digital mapping makes it a must for developing countries to catch-up and utilize it. Usage of GIS-technology is essential, as it is becoming one of the better and faster tools to manage resources and helps in the decision support process .A GIS uses electronic mapping technology in producing interactive multi-layer maps so that queries are set to find optimal solutions for problems. It combines spatial and non-spatial data to construct visualized information that can be easily analyzed by decision makers.Using GIS technology is a powerful tool to help in planning since the digital map could be used in defining best positions for different purposes such as banks, ATMs, new schools, restaurant, etc. The paper discusses the criteria used in the spatial analysis, and also, reports on the success of the resultant GIS analysis to suggest proper locations for ATM’s.
2

Ενεργός τεκτονική της ΝΑ Στερεάς Ελλάδας

Τσόδουλος, Ιωάννης 21 March 2011 (has links)
Η περιοχής της διατριβής βρίσκεται στη ΝΑ Στερεά Ελλάδα μεταξύ του συστήματος τάφρων-ζωνών, του Κορινθιακού και του Νότιου Ευβοϊκού Κόλπου και η κατανόηση της τεκτονικής εξέλιξής της κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για την κατανόηση της πιθανής αλληλεπίδρασής τους ή ακόμη και της σύνδεσης τους. Για να σκιαγραφηθεί αυτή η σχέση έγινε τεκτονική ανάλυση στη Λεκάνη Θηβών όπου αναγνωρίσθηκαν τέσσερις (4) κύριες ρηξιγενείς ζώνες με μήκη που κυμαίνονται από ~18 έως ~27 km. Κάθε μια από τις ρηξιγενείς ζώνες αποτελείται από επιμέρους κύρια ρήγματα. Αναλύθηκαν συνολικά 10 κύρια ρήγματα με μήκος που κυμαίνεται από ~7 έως ~15 km. Τα ρήγματα και οι αντίστοιχες ρηξιγενείς ζώνες, που αυτά συνθέτουν, αποτελούν, κατά την εξέλιξη της Λεκάνης Θηβών, περιθώρια επιμέρους λεκανών. Η διατριβή συνεισφέρει στην κατανόηση της τεκτονικής εξέλιξής της περιοχής μελέτης, η οποία κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική για την κατανόηση της πιθανής αλληλεπίδρασής των γειτονικών ρηξιγενών ζωνών, ή ακόμη και της σύνδεσης τους. Στόχοι της διατριβής αποτέλεσαν: (1) η αναγνώριση και λεπτομερής χαρτογράφηση των κύριων ρηξιγενών ζωνών της Λεκάνης Θηβών και η σύνδεσή τους με τις τεκτονικές και σεισμολογικές παρατηρήσεις στην περιοχή της ΝΑ Στερεάς Ελλάδας, (2) η κατανόηση του τρόπου σύνδεσης και εξέλιξης των ρηγμάτων, (3) η εκτίμηση του «βαθμού ενεργότητας» των ρηξιγενών δομών, και (4) η κατανόηση του ρόλου της ενεργού τεκτονικής στην εξέλιξη του αναγλύφου της περιοχής μελέτης. Οι σεισμοί, ως φυσικό φαινόμενο, έχουν την δυνατότητα να προκαλούν εκτεταμένες υλικές καταστροφές και πολλές φορές και την απώλεια ανθρώπινων ζωών, επιδρούν κατά κανόνα αρνητικά στην πρόοδο της οργανωμένης κοινωνίας. Συνεπώς, ο καθορισμός των ενεργών τεκτονικών διεργασιών είναι σημαντικός για την κατασκευή μεγάλων τεχνικών έργων αλλά και για τη σχεδίαση της αντισεισμικής πολιτικής μιας περιοχής ή μιας χώρας. Το βασικό ‘’εργαλείο’’ της παρούσας μελέτης αποτέλεσε ένα ευρύ φάσμα ‘’τεχνικών’’ της Ενεργού Τεκτονικής και της Τεκτονικής Γεωμορφολογίας. Η ποσοτική μορφοτεκτονική ανάλυση των ρηξιγενών ζωνών με τη χρήση μορφομετρικών δεικτών, επιτρέπει τόσο την ακριβή χαρτογράφηση και ανάλυση των ρηγμάτων όσο και την εκτίμηση του ‘’βαθμού ενεργότητάς’’ τους. Τα όρια των ρηγμάτων και οι ζώνες μεταβίβασης που αναπτύσσονται μεταξύ των ρηγμάτων στις ρηξιγενής ζώνες αναλύθηκαν με την κατασκευή διαγραμμάτων κατανομής της μετατόπισης. Η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της μετατόπισης του ρήγματος με το επιφανειακό του μήκος, βοηθάει στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αναπτύσσονται τα ρήγματα και των κλασματικών ιδιοτήτων της μετατόπισης σε σχέση με το μήκος. Επιπρόσθετα, η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ αναγλύφου και λεκανών απορροής στη βάση των ρηξιγενών ζωνών, αποτελεί ένα ακόμα ‘’βήμα’’ για την κατανόηση της εξέλιξης του αναγλύφου των ρηξιγενών ορεογραφικών μετώπων. Τα νεοτεκτονικά στοιχεία που συλλέχθηκαν συμπληρώθηκαν με την εκσκαφή παλαιοσεισμολογικών τομών και την εφαρμογή μεθόδων και αρχών της Παλαιοσεισμολογίας και οδήγησαν στη διερεύνηση της σεισμικής ιστορίας του Ρήγματος Καπαρέλλιου, με γεωλογικές μεθόδους, ώστε να εκφράζεται αυτή με όρους ανάλογους της σεισμολογίας. Η χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (G.I.S) αποτέλεσε ένα ‘’δυναμικό εργαλείο’’ συλλογής, διαχείρισης και απεικόνισης χωρικών δεδομένων που προέκυψαν από την εφαρμογή των παραπάνω μεθόδων στην περιοχή μελέτης. Η ποιοτική και ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης, έδειξε ότι η εξέλιξη των λεκανών απορροής επηρεάζεται σημαντικά από τη δράση των επιμέρους ρηξιγενών ζωνών, και σε μικρότερο βαθμό και από τις τοπικές γεωλογικές και υδρογεωλογικές συνθήκες της περιοχής. Ο υπολογισμός της ασυμμετρίας των κύριων λεκανών απορροής της περιοχής μελέτης υπολογίσθηκε με το Συντελεστή Ασυμμετρίας (Αf) και το Συντελεστή Εγκάρσιας Τοπογραφικής Συμμετρίας (Τ). Κατά μήκος των ρηξιγενών ζωνών υπολογίσθηκαν οι μορφοτεκτονικοί δείκτες: δείκτης ευθυγράμμισης ορεογραφικού μετώπου (Smf), δείκτης λόγου πλάτους κοιλάδας προς ύψος κοιλάδας (Vf), δείκτης σχήματος λεκάνης απορροής (Bs) και δείκτης μήκους-κλίσης ρέματος (SL). Οι τιμές των μορφοτεκτονικών δεικτών καταδεικνύουν ότι όλες οι ρηξιγενείς ζώνες είναι ενεργές και υπόκεινται σε υψηλό ρυθμό ανύψωσης σύμφωνα με τα διεθνώς παραδεκτά δεδομένα. Η ανάλυση με μεθόδους της Τεκτονικής Γεωμορφολογίας, που πραγματοποιήθηκε στις τέσσερις ρηξιγενής ζώνες της περιοχής μελέτης, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όλες οι ζώνες μπορούν να χαρακτηρισθούν σαν υψηλής ενεργότητας. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων των παλαιοσεισμολογικών τομών διαπιστώθηκε ότι το Βόρειο Ρήγμα Καπαρελλίου παρουσιάζει συνεχή τεκτονική δραστηριότητα. Σε μια περιοχή όπως ο ευρύτερος Αιγιακός χώρος, η μελέτη του αναγλύφου με τη χρήση μορφοτεκτονικών παραμέτρων μπορεί να αποτελέσει οδηγό για την κατανόηση των επιφανειακών επιπτώσεων των σεισμών επί του ανάγλυφου. / The study area is located in the easternmost sector of the Gulf of Corinth, the Beotia area in SE Central Greece, which is an area with active normal faults located between two major rift structures of Central Greece, the Gulf of Corinth and the South Gulf of Evia. The Gulf of Corinth is an active rift with high rates of uplift and high seismicity, on the contrary the South Gulf of Evia is an area with low rates of uplift, compared with the Gulf of Corinth, moderate seismicity but with strong seismic events. The research is focused on four fault zones, which are described from west to east: the Neochori-Leontari, the Livadostras-Kaparelli, the Erithres-Dafnes and the Kallithea-Asopia fault zones with lengths from ~18 km to ~27 km. Each one of the fault zones consist from a number of discrete main faults with lengths ranging from ~7 to ~15 km. The purpose of this study is to analyze the drainage pattern and landscape evolution in order to evaluate the tectonic activity and the fault growth within the actively deformed easternmost sector of the Gulf of Corinth. In order to achieve this aim, a variety of morphotectonic parameters is used additionally with detailed mapping of faults to refine geometry and evolution of fault systems in the study area. In addition, we used G.I.S. techniques to estimate the morphotectonic parameters. In addition, three palaeoseismological trenches were excavated across the Kaparelli fault scarp, in order to understand the seismic history of the Kaparelli normal fault that ruptured during the March 1981 Gulf of Corinth earthquakes. All faults or fault zones analyzed in this study control a basin and range topography accommodating the current extension in the South Sterea Hellas region. These faults follow two trends: ENE to NE and WNW to E-W. The former fault system prevails in western Greece, with Rio Graben as a typical structure controlled by these faults. In eastern Peloponnese and south Sterea Hellas this fault system appears to be weaker. The Livadostras, Neochori and Dafnes faults belong to this fault trend. The WNW to E-W trending faults control a series of typical grabens, like the Gulf of Corinth, Tithorea, Sperchios-Atalanti as well as the Thiva graben. The Kaparelli, Leontari, Tanagra, Kallithea, Asopia, Kirikion and Erithres faults belong to this fault trend. All mentioned faults are organized in fault zones. It is also commonly observed that faults belonging to the two fault trends show a physical or mechanical linkage and thus in the same fault zone both fault trends are included. The results of this study shows that vertical motions and tilting associated with normal faulting influence the drainage geometry and its development. Values of stream-gradient indices (SL) are relatively high close to the fault traces of the studied fault zones suggesting high activity. Mountain-front sinuosity (Smf) mean values along the fault zones ranges from 1.08 to 1.26. Valley floor width to valley height ratios (Vf) mean values along the studied fault zones range between 0.5 and 1.6. Drainage basin shape (BS) mean values along the fault zones range from 1.87 to 3.54. Drainage density (Dd) mean values along the studied fault zones range from 1.56 to 5.65. All these morphotectonic parameters and geomorphological data suggest that the analyzed normal faults are highly active. Although fault zones controlling the Thiva Basin show lateral growth both westwards and eastwards, in several cases the tendency for eastward lateral growth is more predominant. The analyzed trenches expose evidence of at least three events, for the past 10,000 years, with the 1981 event included. Displacements per event on different fault segments within the trenches vary between 0.7 and 1 m. Average vertical displacements associated with interpreted paleoearthquakes at the trench site are in the order of 2.7 m. Average slip rates derived from the trenches is in the order of c. 0,3 mm/yr.
3

Μελέτη περιβαλλοντικών και γεωλογικών παραμέτρων στη θέση του νέου λιμένα Αιγίου με χρήση γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών (GIS)

Σουλιώτη, Σωτηρία 04 December 2008 (has links)
Η παρούσα εργασία μελετά τις περιβαλλοντικές και γεωλογικές παραμέτρους στη θέση κατασκευής του νέου λιμένα της πόλης του Αιγίου. Για την μελέτη αυτή, σημαντικό ρόλο έπαιξε η χρήση των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (GIS) και ειδικότερα του προγράμματος ArcGIS έκδοση 9, με το οποίο αναλύθηκαν και εκτιμήθηκαν οι διάφορες παράμετροι που επιλέχθησαν, αυξάνοντας έτσι την αποτελεσματικότητα των μεθοδολογιών και συγκροτώντας ταυτόχρονα μία πολύτιμη τράπεζα δεδομένων για τη θαλάσσια περιοχή κατασκευής του λιμένα. Παρουσιάζονται δηλαδή τα αποτελέσματα μιας θαλάσσιας γεωφυσικής έρευνας που έλαβε χώρα στην παράκτια ζώνη του Αιγίου. Ο σκοπός της είναι διττός καθώς επιχειρείται να δοθούν λύσεις και απαντήσεις σε δύο σημαντικά ερωτήματα: α) στον εντοπισμό των επικινδυνοτήτων της περιοχής και β) στην ποσοτική ανάλυση των γεωφυσικών μεθόδων. Το μέγεθος της εργασίας εκτείνεται σε τέσσερα κεφάλαια στα οποία περιγράφονται αναλυτικά η όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε καθώς και τα αποτελέσματα και συμπεράσματα που προέκυψαν για τον πυθμένα του λιμένα, από τις μετρήσεις και αναλύσεις που έγιναν μέσω των τομογραφιών. Πρέπει να τονιστεί ότι αφετηρία για τις οποιεσδήποτε μελέτες έγιναν, αποτέλεσαν οι αρχικοί χάρτες του προγράμματος Autocad καθώς και οι τομογραφίες που είχαν ληφθεί από τον τομογράφο υποδομής πυθμένα 3.5KHz. Έτσι στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται μία περιγραφή των γεωφυσικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή θαλάσσιων τεχνικών έργων. Επίσης γίνεται αναφορά στις γεωλογικές και ανθρωπογενείς επικινδυνότητες από τις οποίες επηρεάζεται ο πυθμένας και οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στα τεχνικά έργα μέσω των φορτίων που εξασκούν σε αυτά. Στο κεφάλαιο αυτό αναφέρονται και τα όργανα που χρησιμοποιούνται για την εφαρμογή των μεθόδων αυτών, όπως είναι οι τομογράφοι, οι ηχοβολιστές πλευρικής σάρωσης και τα κατευθυνόμενα βαθυσκάφη. Το δεύτερο κεφάλαιο της διπλωματικής εργασίας αναφέρεται στη θέση που βρίσκεται η περιοχή που μελετάται και στα γεωλογικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν αυτή. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά στις μεθοδολογικές προσεγγίσεις που εφαρμόστηκαν για α) την αποτύπωση της βυθομετρίας και της μορφολογίας του πυθμένα, β) τον προσδιορισμό της υποδομής και του πάχους των σύγχρονων επιφανειακών ιζημάτων, γ) τον υπολογισμό της κλίσης των υποεπιφανειακών στρωμάτων και δ) τον εντοπισμό πιθανών γεωλογικών επικινδυνοτήτων, όπως ρηγμάτων, κατολισθητικών φαινόμενων και αέριων υδρογονανθράκων στου πόρους των ιζημάτων. Επίσης αναφέρεται το μεθοδολογικό σχήμα ανάλυσης και επεξεργασίας των αναλογικών καταγραφών με βάση την ποσοτικοποίηση των αναλογικών καταγραφών του τομογράφου υποδομής πυθμένα και την εφαρμογή της πολυδιάστατης στατιστικής ανάλυση όπως της Παραγοντικής Ανάλυσης (Factor Anlysis) και της ανάλυσης Επιφανειών Τάσης (Trend Surface Analysis). Τέλος, το τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας αυτής, αφορά τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από τις παραπάνω αναλύσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τις επιφανειακές κατανομές της βυθομετρίας τόσο του πυθμένα και των υποεπιφανειακών οριζόντων όσο και των άλλων παραμέτρων που μετρήθηκαν, αλλά και τα αποτελέσματα της παραγοντικής ανάλυσης, επιχειρείται η εξαγωγή συμπερασμάτων για την κατανόηση των όσων αναφέρθηκαν και μετρήθηκαν στην εργασία αυτή. / The present master thesis examines the environmental and geologic parameters of the new harbour site in the city of Aegio. In this research the Geographic Information Systems (GIS) played a major role and more specifically the software ArcGIS version 9, which was used to analyze and evaluate the various parameters, increasing thus the methodology effectiveness and at the same time creating a valuable data bank concerning the sea area of the harbour site. In the research below are presented the results of a marine geophysical survey that took place in the coastal region of Aegio. The object of this survey is double, as it attempts to provide answers and solutions to two substantial questions: a) the localization of the areas risks and b) the quantitative analysis of the geophysical techniques. The research is extended in four chapters, in which it is detailed the whole process followed as well as the results and the conclusions arising from the seafloor of the harbour, from the measurements and the analysis done through the tomographies. We should point out that the starting point of our research were the original maps of the Autocad as well as the tomographies taken from the subbottom profiler 3.5 KHz In the first chapter, we describe the geophysical techniques used for the construction of the sea technical works. It is also mentioned the geologic and anthropogenic risk which affects the seafloor and could damage the works due to the pressure put on them. There are also mentioned the instruments used for the implementation of these techniques, such as the subbottom profilers, side scan sonars and the bathyscaphes. The second chapter is dedicated to the location of the region and its typical geologic phenomena. The third chapter is about the methods we implemented for: a) the plotting of the seafloor bathymetry and morphology, b) the definition of the substructure and the thickness of the contemporary superficial sediments, c) the estimation of the gradient of the sub-superficial beds and d) the detection of possible geological risks, such as faultings, landslides and hydrocarbon gases in the sediments pores. It is also mentioned the methodological plan used for the analysis and the processing of the analogue recordings on the basis of the quantification of the subbottom profilers analogue recordings and the application of the multidimensional statistical analysis, such as the Factor Analysis and the Trend Surface Analysis . Finally in the fourth chapter of this master thesis are included the results and the conclusions that arose from the aforementioned analysis. Taking into account the superficial distribution of the bathymetry of the seafloor and of the sub-superficial horizons as well as of the other parameters counted, but also the results of the factor analysis, we attempted to arrive at a conclusion in order to make more intelligible what has been mentioned in this master thesis.

Page generated in 0.0223 seconds