• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 8
  • 1
  • Tagged with
  • 9
  • 8
  • 4
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Προσαρμογή των πολιτικών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον / Adaptation of business policies for competitiveness strengthening in SME's in the new entrepreneurial environment

Γεωργίου, Χρήστος 11 July 2013 (has links)
Η διδακτορική διατριβή με τίτλο: «Προσαρμογή των πολιτικών για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον» εστιάζει στη μελέτη των ελληνικών πολυεθνικών επιχειρήσεων και συγκεκριμένα στα κριτήρια επιλογής της χώρας υποδοχής των διεθνών επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους. Οι στόχοι της διδακτορικής διατριβής, ήταν: 1. η μελέτη των κινήτρων, των οφελών, των στρατηγικών και των προσκομμάτων για τη διεθνοποίηση των ελληνικών επιχειρήσεων, 2. η καταγραφή των πολιτικών ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων που ισχύουν στη χώρα, 3. η ανάλυση των τάσεων για το θέμα της διεθνοποίησης που επικρατούν σήμερα στο παγκόσμιο περιβάλλον, 4. η αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, και, τέλος, 5. η πρόταση για τις αναγκαίες προσαρμογές των πολιτικών που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων στη χώρα μας, μέσω της υλοποίησης διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Η διδακτορική διατριβή, αφού έχει μελετήσει τα κίνητρα και τα προσκόμματα των ελληνικών επιχειρήσεων για την επιλογή μιας χώρας υποδοχής διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, ολοκληρώνεται με την πρόταση προσαρμογής των υφιστάμενων πολιτικών και με την υιοθέτηση νέων, που στόχο έχουν την αποτελεσματική ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον. Τα ερευνητικά ερωτήματα της παρούσας εργασίας είναι πέντε (5) και οργανώνονται κατά τον ακόλουθο τρόπο: • τρία από αυτά αφορούν τη μελέτη των κινήτρων των ελληνικών επιχειρήσεων για τη χωροθέτηση της διεθνούς παραγωγής τους: α.1.) στα Βαλκάνια, α.2.) στη Δυτική Ευρώπη, και, α.3.) στον Υπόλοιπο Κόσμο, • ένα από τα πέντε εξετάζει ως μελέτη περίπτωσης τη γειτονική Βουλγαρία, ενώ, • το πέμπτο από αυτά εξετάσει συνολικά τη συμπεριφορά των διεθνοποιημένων ελληνικών επιχειρήσεων που ακολουθούν στρατηγική οριζόντιας ολοκλήρωσης. Συγκεκριμένα τα ερευνητικά ερωτήματα είναι: (Ε1) Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία λαμβάνεται η απόφαση των ελληνικών επιχειρήσεων για τη δημιουργία άμεσης επένδυσης στις χώρες των Βαλκανίων; (Ε2) Ποιοι είναι οι παράγοντες που υπαγορεύουν την παρουσία των ελληνικών επιχειρήσεων στις αγορές των χωρών της Δυτικής Ευρώπης; (Ε3) Πόσοι και ποιοι είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για την ανάληψη δράσεων εξαγωγής προϊόντων από τις ελληνικές επιχειρήσεις στις χώρες του «Υπόλοιπου Κόσμου»; (Ε4) Ποιοι είναι οι βασικοί παράγοντες διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων στη γειτονική Βουλγαρία; (Ε5) Από ποιους παράγοντες εξαρτάται η επιλογή της στρατηγικής «οριζόντιας ολοκλήρωσης» για τις ελληνικές επιχειρήσεις που υλοποιούν άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό; / The doctoral dissertation entitled “Adaptation of Policies for Strengthening the Competitiveness of Firms within the New Business Environment” focuses on the study of Greek multinational firms and more specifically on the criteria for the selection of countries that are to host their international business activities, under the general objective of strengthening their competitive edge. The objectives of the doctoral dissertation have been the following: 1. to study the incentives, prospective gains, entrepreneurial strategies and possible obstacles related to the process of internationalization of Greek firms, 2. to record policies for strengthening business competitiveness that are currently in force in the country, 3. to analyze tendencies and approaches to the issue of entrepreneurial internationalization that are currently prevalent in the global environment, 4. to evaluate the competitiveness of the Greek economy, and, finally, 5. to put forth proposals for the necessary adaptation and adjustment of policies that apply to our country for strengthening business competitiveness through the implementation of international business activities. Having examined the incentives afforded and obstacles faced by Greek firms in their selection of a third country to host their international business activities, the doctoral dissertation concludes with a proposal for the adaptation of existing policies and the adoption of new ones, aimed at an effective strengthening of Greek firm competitiveness within the new business environment. The five (5) research themes of the present research work are organized in the following fashion: • three of these themes regard the study of incentives afforded to Greek firms for the spatial location of their international productive activities, (a.1.) in the Balkans, (a.2.) in Western Europe and (a.3.) in the rest of the world, • one of the five research themes regards our neighboring Bulgaria as a case study, while • the fifth of these themes regards an overall examination of the behavior of internationalized Greek firms that follow a strategy of horizontal integration. More specifically, research questions are as follows: (Ε1) What are the criteria utilized by Greek firms in the process of deciding the location of a direct investment in the Balkan countries? (Ε2) What are the underlying factors for the presence of Greek firms in the markets of Western European countries? (Ε3) What are the defining factors that lead to the adoption by Greek firms of product exporting actions aimed at countries of “the rest of the world”? (Ε4) What are the main factors leading to the internationalization of Greek firms by locating in neighboring Bulgaria? (Ε5) In reference to Greek firms that are in the process of implementing direct investment projects abroad, what are the factors on which the choice of a strategy of “horizontal integration” depends?
2

Εταιρικές στρατηγικές διεθνοποίησης : μελέτη περίπτωσης ΤΙΤΑΝ Α.Ε.

Βάγια, Αλεξάνδρα 09 October 2009 (has links)
«Πάντα ἀλλήλοις ἐπιπέπλεκται [...] καὶ σχεδόν τι οὐδὲν ἀλλότριον ἄλλο ἄλλωι· συγκατατέτακται γὰρ καὶ συγκοσμεῖ τὸν αὐτὸν κόσμον». Τα εις εαυτόν, VII, 9 Μάρκος Αυρήλιος, 121-180 π.Χ. Η ρήση αυτή φράση βρίσκει σήμερα εφαρμογή περισσότερο από ποτέ. Στη σύγχρονη ρευστή πραγματικότητα, το επιχειρηματικό περιβάλλον έχει μετατραπεί σε διεθνή αρένα, όπου οι συνεργάτες και οι ανταγωνιστές προέρχονται από μια πλειάδα χωρών. Η διασυνδεσιμότητα των οικονομιών, των αγορών και των κλάδων δεν επιτρέπει στις επιχειρήσεις να μένουν αποκομμένες από τον εξωτερικό κόσμο και τις ωθεί να δραστηριοποιηθούν σε αγορές εκτός των εθνικών τους συνόρων. Ταυτόχρονα, οι κυβερνητικές πολιτικές, η ραγδαία ανάπτυξη των μέσων επικοινωνίας, οι τεχνολογικές εξελίξεις, ο αυξανόμενος εγχώριος ανταγωνισμός, ο κορεσμός της τοπικής ζήτησης, η εξειδίκευση, η ανάγκη πρόσβασης σε πλουτοπαραγωγικούς και χρηματοοικονομικούς πόρους καθιστούν τη διεθνή επέκταση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αναγκαία. Σήμερα, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις αποτελούν βασική επιχειρηματική μορφή και πλαισιώνουν τον μικρόκοσμο των σχέσεων και της δομής της παγκόσμιας οικονομίας. Μάρτυρας της έντασης και του ρυθμού διεθνοποίησης είναι η παγκόσμια οικονομική κοινότητα, η οποία αποτελεί τον αποδέκτη των συνεπειών της διεθνούς δικτύωσης. Στα πλαίσια της οικονομικής κρίσης που πλήττει τον πλανήτη μας, η ανάγκη για υιοθέτηση μιας κατάλληλης εταιρικής στρατηγικής διεθνοποίησης κατέχει εξέχοντα ρόλο για την επιβίωση και ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Διότι ο πυρήνας της επιτυχίας βρίσκεται στον καθορισμό σαφών προτεραιοτήτων και επιτεύξιμων στόχων για τη θεμελίωση ενός ισχυρού στρατηγικού προσανατολισμού, που συνάδει με το κατευθυντήριο όραμα της επιχείρησης. Παράλληλα, η θεμελίωση συγκριτικών πλεονεκτημάτων και η επέκταση της ανταγωνιστικής θέσης της επιχείρησης στην αγορά κρίνεται από την ικανότητά της να προβλέπει τις περιβαλλοντικές εξελίξεις και να αντιδρά σε αυτές. Όμως, η δυνατότητα επεξεργασίας και προσαρμογής της πληροφόρησης στα επιχειρησιακά δεδομένα επιβάλλει την ύπαρξη ενός αυστηρά δομημένου συστήματος που διατηρεί ένα ισχυρό δίκτυο διεθνών σχέσεων και έχει μια συγκεκριμένη αποστολή. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις εταιρικές στρατηγικές διεθνοποίησης στην περίπτωση του Ομίλου ΤΙΤΑΝ. Σκοπός της εργασίας είναι να μελετήσει τις εταιρικές στρατηγικές διεθνούς επέκτασης του Ομίλου, ώστε αφ’ενός να θεμελιώσει ένα γνωστικό υπόβαθρο στη μελέτη οργανισμών υπό το πρίσμα της διεθνοποίησης και αφ’ετέρου να εξακριβώσει την ύπαρξη συσχέτισης μεταξύ των θεωρητικών προσσεγίσεων και των ρεαλιστικών πρακτικών. Ο Όμιλος επιλέχθηκε ως μελέτη περίπτωσης (case study) λόγω της διαχρονικής εστίασής του στην επέκταση γεωγραφικής διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων του. Επιπρόσθετα, ο ΤΙΤΑΝΑΣ αποτελεί την παλαιότερη τσιμεντοβιομηχανία της Ελλάδας και μια ισχυρή δύναμη στον κλάδο των δομικών υλικών τόσο στην εγχώρια όσο και στην τοπική αγορά. Η εργασία είναι δομημένη σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος αναλύει το θεωρητικό υπόβαθρο της διεθνοποίησης, εστιάζοντας αρχικά στις κυριότερες θεωρίες και εμβαθύνοντας έπειτα στις στρατηγικές επιλογές της διεθνούς επέκτασης. Στο δεύτερο μέρος εφαρμόζονται τα παραπάνω για τη μελέτη των στρατηγικών διεθνοποίησης του Ομίλου ΤΙΤΑΝ. Η εργασία κλείνει με την παράθεση των βασικών συμπερασμάτων από την υπαγωγή της θεωρίας στην εξελικτική πορεία της Εταιρίας. / -
3

Διεθνοποίηση καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Καραμούζη, Αθανασία 08 May 2012 (has links)
Η παγκόσμια ολοκλήρωση αλλάζει το ανταγωνιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο όλες οι επιχειρήσεις λειτουργούν απαιτώντας μια διεθνή στρατηγική επέκτασης που επιδρά θετικά στην μακροχρόνια ανάπτυξη και την επιβίωση των επιχειρήσεων. Σήμερα, ο κλάδος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει καταστεί ακόμα πιο σημαντικός καθώς οι ΜΜΕ έχουν αποκτήσει μια κυρίαρχη δύναμη που επιδρά θετικά στην ανάπτυξη των οικονομιών. H εισαγωγή νέων τεχνολογικών μεθόδων στις παραγωγικές διαδικασίες, η δημιουργία νέων εξελιγμένων προϊόντων που καλύπτουν ολοένα και πιο εξειδικευμένες ανάγκες, η υιοθέτηση ευέλικτων οργανωτικών δομών αποτελούν ισχυρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, καθιστώντας τις ΜΜΕ αναμφισβήτητα ισχυρές στην διεθνή αρένα έχοντας να επιδείξουν ολοένα και πιο βελτιωμένα οικονομικά στοιχεία με τα μερίδια των αγορών τους να παρουσιάζουν αυξητική τάση. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθούν οι δυο σχέσεις αφενός της καινοτομίας και της διεθνοποίησης και αφετέρου της διεθνοποίησης και της αποδοτικότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αντικείμενο της εν λόγω μελέτης είναι η αιτιολογική φύση που παρουσιάζουν οι δυο σχέσεις καθώς εξετάζεται το κατά πόσο η καινοτομία ως αιτία έχει αποτέλεσμα την διεθνοποίηση και ταυτόχρονα η διεθνοποίηση των επιχειρήσεων έχει ως αποτέλεσμα την καλύτερη απόδοση των επιχειρήσεων. Πιο αναλυτικά, σε πρώτο πλάνο στο επίκεντρο της μελέτης τέθηκε το κατά πόσον αφενός η εισαγωγή καινοτομίας και οι επενδύσεις σε καινοτομικές δραστηριότητες και Ε&Α έχουν επίδραση στην στρατηγική εξάπλωσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές. Παράλληλα, σε δεύτερο πλάνο τέθηκε το κατά πόσον η εξάπλωση σε διεθνείς αγορές με τις διάφορες μορφές διείσδυσης(που αντικατοπτρίζουν και το βαθμό διεθνοποίησης) και η αύξηση των εξαγωγών οδηγούν στην αποδοτικότητα των επιχειρήσεων, στην βελτίωση της οικονομικής τους θέσης και στην μείωση του παραγωγικού κόστους. Η ερευνητική μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στην παρούσα διπλωματική εργασία είναι η ανάλυση μελετών περίπτωσης σε μια ομάδα 6 καινοτόμων μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο νομό Αχαΐας που αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα της περιοχής ως προς τον βαθμό καινοτομικότητας τους σε επίπεδο προϊόντος, παραγωγικών διαδικασιών και οργανωτικής δομής και έχουν διακριθεί και αναγνωριστεί όχι μόνο σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο για τις οριακές αλλά κυρίως τις ριζικές καινοτομίες που παρουσιάζουν. Η συγκεκριμένη ερευνητική προσέγγιση επέτρεψε την εις βάθος κατανόηση του επιπέδου καινοτομίας στο οποίο έχει φτάσει η κάθε μια επιχείρηση ενώ στο πλαίσιο της πραγματοποιείται μια πλήρης ανάλυση του ιστορικού της κάθε μιας επιχείρησης, του εταιρικού επιπέδου στρατηγικής της επιχείρησης, η καταγραφή και ανάλυση των πληροφοριών για το εξωτερικό της περιβάλλον και ειδικά για το διεθνές περιβάλλον των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται. Στο πλαίσιο αυτό μελετώνται και αναλύονται τα κίνητρα, οι προσδοκίες και οι ευκαιρίες στις οποίες αποβλέπουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του νομού καθώς και τα εμπόδια που καλούνται ν’ αντιμετωπίσουν όσον αφορά την εξάπλωση τους στις διεθνείς αγορές και το βαθμό επιρροής τους που ασκούν στην στρατηγική διεθνοποίησης τους. Τα αποτελέσματα της έρευνας σε γενικό πλαίσιο έδειξαν στο αντιπροσωπευτικό αυτό δείγμα των επιχειρήσεων ότι η εισαγωγή καινοτομιών και η δαπάνες για E&Α έχουν αντίκτυπο στην στρατηγική επέκτασης των επιχειρήσεων και μάλιστα θετικό ταυτόχρονα η αύξηση των εξαγωγών κι η διεύρυνση των μεθόδων διείσδυσης στις ξένες αγορές έχει θετική επίδραση στην αποδοτικότητα των επιχειρήσεων και την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, τα αποτελέσματα της εφαρμογής της καινοτομίας έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της γκάμας των αγαθών, την βελτίωση της ευελιξίας της παραγωγικής διαδικασίας και σε αρκετά σημαντικό βαθμό την μείωση του παραγωγικού κόστους. Θα πρέπει βέβαια να επισημανθεί ότι κάθε μια επιχείρηση παρουσιάζει τις δικές τις ιδιαιτερότητες ως προς τα αποτελέσματα που αποδίδονται σε ενδο-επιχειρησιακούς και εξω-επιχειρησιακούς παραμέτρους. / -
4

Στρατηγικές διεθνοποίησης των ελληνικών κατασκευαστικών επιχειρήσεων

Διαμάντης, Θωμάς 11 October 2013 (has links)
Η ελληνική κατασκευαστική αγορά έχει γίνει πολύ ανταγωνιστική και τα περιθώρια κέρδους λιγοστεύουν όλο και περισσότερο. Αυτοί είναι μερικοί από τους λόγους που ενθάρρυναν τις ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες να αναζητήσουν περαιτέρω ευκαιρίες σε νέες αγορές. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι από τους επενδυτές προσπαθούν να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους, μεταβαίνοντας στο εξωτερικό, για να αναζητήσουν καλύτερες προοπτικές για την εταιρεία. Επιπλέον, αυξάνουν το μερίδιο αγοράς στον τομέα των κατασκευών και αποκτούν ανταγωνιστικά πλεονέκτημα σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους. Ο πρωταρχικός στόχος αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά των ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών όταν επεκτείνονται σε νέες αγορές καθώς και την επιλογή της μορφής εισόδου που υιοθετούν. Επιπλέον, αυτή η μελέτη ερευνά τους παράγοντες που οδηγούν τις ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες στη διεθνή δραστηριότητα. Οι στόχοι της έρευνας με σκοπό την εξεύρεση απαντήσεων στα ερωτήματα της μελέτης, είναι οι ακόλουθοι: α) Η ανάλυση των κινήτρων που οδηγούν τις ελληνικές κατασκευαστικές να εισέλθουν σε νέες αγορές. β) Η αξιολόγηση των παραγόντων που λαμβάνουν υπόψη όταν επιλέγουν την νέα αγορά στόχο. γ) Ο προσδιορισμός των επιλογών της μορφής εισόδου σε νέες αγορές των ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών. δ) Η διερεύνηση της στρατηγικής ανάπτυξης που υιοθετούν όταν εισέρχονται σε νέες αγορές. Τα πρωτογενή στοιχεία για την διερεύνηση των ερωτημάτων της μελέτης, αντλήθηκαν από τη χορήγηση ερωτηματολογίου στις ελληνικές διεθνοποιημένες κατασκευαστικές επιχειρήσεις. Στη συνέχεια κωδικοποιήθηκαν και ακολούθησε η επεξεργασία τους με το στατιστικό πακέτο SPSS 19.0. Τα ευρήματα της έρευνας μπορούν πλέον να τα χρησιμοποιήσουν οι ελληνικές κατασκευαστικές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι πρόθυμες να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε νέες αγορές, κατά την χάραξη της στρατηγικής διεθνοποίησης τους. Επιπρόσθετα, θα μπορούσε η παρούσα έρευνα να συνεχιστεί με πεδίο εφαρμογής μία ευρύτερη αγορά όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. / The Greek construction market has become very competitive and profit margins are dropping off more and more. These are some of the reasons that encouraged the Greek construction companies to seek further opportunities in new markets. Therefore, most of the investors are trying to expand their business, going abroad in search of better prospects for the company. Moreover, they increase their market share in the construction sector and gain competitive advantage over their competitors. The primary objective of this research is to understand the behavior of the Greek construction companies when expanding into new markets as well as the choice of entry mode they adopt. In addition, this study investigates the factors leading Greek construction companies in international business. The objectives of the research aimed at finding answers to the questions of the study are: a) Analysis of the motives that lead Greek construction companies to enter new markets. b) Evaluation of the factors that they take into consideration when choosing a new target market. c) The determination of the entry modes they choose to enter new markets. d) Investigation of the development strategy that they adopted when entering new markets. The primary data for investigating questions of the study were obtained from a questionnaire answered by the Greek internationalized construction firms. Then coded and followed by treatment with the statistical package SPSS 19.0. The Greek construction companies, which are eager to expand their business into new markets, are able to use the research findings when they formulate their internationalization strategy. Additionally, this research could be continued with a broader scope market like the European Union.
5

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στον κλάδο αγροτικών προϊόντων

Ασπρούδα, Βασιλική 11 July 2013 (has links)
Στην παρούσα διπλωματική γίνεται μία παρουσίαση διεθνών ερευνών που αφορούν μελέτες περιπτώσεων μικρομεσαίων αγροτικών επιχειρήσεων στην Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα, αφορούν την επίδραση των στρατηγικών συμμαχιών για επιτυχημένη διεθνοποίηση των μικρομεσαίων αγροτικών επιχειρήσεων. Επίσης, παρουσιάζονται οι σημαντικότεροι παράγοντες που καθιστούν τις συμμαχίες αυτές βιώσιμες. Τέλος, όσον αφορά την Ελλάδα, αναφέρονται τα σημαντικότερα προβλήματα που υφίστανται στις συνεργασίες μεταξύ αγροτικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων και εμποδίζουν τις εταιρίες να αποκομίσουν το μέγιστο όφελος από της συνέργιες αυτές. Συγκεκριμένα, στη διπλωματική εργασία παρουσιάζονται τα παρακάτω τρία άρθρα: 1. Does Network Matter in International Expansion? Evidence from Italian SMEs (Luca Petruzzellis and Antonia Rosa Gurrieri, NOTA DI LAVORO 65.2008, JULY 2008) 2. Determinants of sustainable business relationships in selected German agri-food chains (Nikolai Reynolds, Christian Fischer, Monika Hartmann) 3. Agrifood SMEs in Greece: the role of collective action (Chrysoula Lamprinopoulou and Angela Tregear, Mitchell Ness). / -
6

Στρατηγικές εισόδου σε αναδυόμενες αγορές

Μπούμπουρας, Βασίλειος 20 October 2010 (has links)
Σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι η περιγραφή και η ανάλυση των ευκαιριών που προκύπτουν κατά την είσοδο των επιχειρήσεων στις αναδυόμενες αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Αρχικά επιδιώχθηκε μια θεωρητική προσέγγιση του θέματος περιγράφοντας τις θεωρίες διεθνοποίησης. Οι θεωρητικές προσεγγίσεις όλων των γνωστών επιστημόνων στο χώρο της διοίκησης και όχι μόνο, εμπλούτισαν τις γνώσεις μας και οριοθέτησαν το περιεχόμενο της παρούσας εργασίας. Στη συνέχεια καθορίστηκαν οι λόγοι για τους οποίους μια επιχείρηση επιθυμεί να διεθνοποιηθεί. Δίπλα στους λόγους δεν μπορούσαν να απουσιάζουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει μια επιχείρηση κατά την διεθνοποίηση της καθώς και οι τρόποι εισόδου. Έγινε προσπάθεια να καταγραφούν και συστηματοποιηθούν όλες οι δυνατές μορφές εισόδου σε μια αγορά του εξωτερικού. Βέβαια η παρούσα διπλωματική εργασία επικεντρώνεται στην Νοτιοανατολική Ευρώπη. Κρίθηκε συνεπώς απαραίτητο να αναφερθούν και οι αιτίες οι οποίες καθοδηγούν την απόφαση των Ελλήνων επιχειρηματιών να χαράξουν νέες διαδρομές σε καινούργιες αγορές. Στο σημείο αυτό η εργασία αλλάζει μορφή και περνάει στο δεύτερο μέρος, το πρακτικό. Η συμβολή του εν λόγω τμήματος ήταν σημαντική διότι συνέδεσε την θεωρία με αυτό που συμβαίνει στην ελληνική πραγματικότητα. Αναλυτικότερα, για την έκφραση των προφίλ των Ελλήνων επιχειρηματιών χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο και μέσα από μια σειρά παραμέτρων οδηγηθήκαμε σε δεδομένα τα οποία μπορούμε να θεωρήσουμε γενικεύσιμα. Προτιμήθηκε η χρήση της ποιοτικής μεθόδου για την διατύπωση αποτελεσμάτων σχετικά με την είσοδο μιας ελληνικής επιχείρησης στο εξωτερικό προκειμένου τα δεδομένα να αποφευχθούν να είναι ευάλωτα σε στερεοτυπίες. Με τη μέθοδο των συνεντεύξεων συλλέξουμε σημαντικά ευρήματα αναφορικά πάντα με τις αναδυόμενες αγορές, τις στρατηγικές που ακολουθήθηκαν και τα εμπόδια που αντιμετώπισαν. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν μέσα από τη διαδικασία των συνεντεύξεων μελετήθηκαν και παρατίθενται αναλυτικά στο πρακτικό μέρος. / -
7

“Πράσινη πολιτική” : οι επιδράσεις της στην κουλτούρα, στην ανάπτυξη και στη διεθνοποίηση των βιομηχανικών επιχειρήσεων

Καλογερά, Μαρία 16 June 2010 (has links)
Η βιωσιμότητα έχει έρθει να αντιπροσωπεύσει την περιβαλλοντική επιστήμη στην οικονομική ανάπτυξη. Η "οικολογική βιωσιμότητα" αναφέρεται τόσο στην κοινωνική όσο και στην περιβαλλοντική ευθύνη και κυμαίνεται ανάμεσα στα ζητήματα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη βιωσιμότητα των τοπικών κοινοτήτων με απώτερο στόχο τη συντήρηση των φυσικών πόρων. Σε αυτό το επίπεδο οι επιχειρήσεις προσπαθούν να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη περιβαλλοντική ανησυχία των καταναλωτών με την εισαγωγή μιας ποικιλίας πράσινων προϊόντων και πολιτικών. / Sustainability has come to represent everything from economic decelopment to environmental science.In the present argument, 'ecological sustainability' refers to both social and environmental responsibility, ranging from issues to human rights to viability of local communities and conservation of natural resources. Firms have attempted to respond to the growing environmental concern of consumers with the introduction of a variety of green products.
8

Διεθνοποίηση των επιχειρήσεων. Εφαρμογή στην εταιρία τσιμέντων ΤΙΤΑΝ

Αστερή, Μαρία 22 May 2012 (has links)
Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τόσο από θεωρητικής πλευράς το φαινόμενο της διεθνοποίησης και των εταιρικών στρατηγικών διεθνοποίησης, αλλά και πως αυτές εφαρμόζονται στην περίπτωση του Ομίλου ΤΙΤΑΝ. ‘Ετσι εξετάζουμε εκτενώς τις εταιρικές στρατηγικές διεθνούς επέκτασης του Ομίλου, ώστε αφ’ ενός να θεμελιώσει ένα γνωστικό υπόβαθρο στη μελέτη οργανισμών υπό το πρίσμα της διεθνοποίησης και αφ’ετέρου να εξακριβώσει την ύπαρξη συσχέτισης μεταξύ των θεωρητικών προσεγγίσεων και των ρεαλιστικών πρακτικών. Ο Όμιλος επιλέχθηκε για την μελέτη διεθνοποίησης και στρατηγικών ανάπτυξης μιας εταιρίας στο διεθνές περιβάλλον, λόγω της διαχρονικής εστίασης του σαν εταιρία σε διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων του και στην γεωγραφική διαφοροποίησης του στις δραστηριότητες του. Επιπρόσθετα, ο ΤΙΤΑΝΑΣ αποτελεί την παλαιότερη τσιμεντοβιομηχανία της Ελλάδας και μια πολύ ισχυρή δύναμη στον κλάδο των δομικών υλικών τόσο στην εγχώρια όσο και στην παγκόσμια αγορά. Η έρευνα και η μελέτη της εργασίας μας βασίστηκε σε διάφορες πηγές πληροφοριών όπως το διαδίκτυο, τα πανεπιστημιακά βιβλία, σχετικά οικονομικά άρθρα καθώς και από συνεντεύξεις από στελέχη της εταιρίας ΤΙΤΑΝ και από τα οποία καταφέραμε να συγκεντρώσουμε αρκετά στοιχεία για την στρατηγική διεθνοποίησης που ακολουθεί η εταιρία ΤΙΤΑΝ. / -
9

Essays on the role of internationalization on the R&D activities

Γκυπάλη, Αρετή 27 May 2014 (has links)
Firms of European small open peripheral economies face an increasing globalization of markets, a strengthening of global value chains, a well documented knowledge and technological gap and these in conjunction to the current crisis at least in the southern part of Europe. These conditions compose a demanding and complex environment within which firms must cope and survive. In this direction, analyzing first and improving in turn competitiveness and productivity of European firms’ has become a primary policy objective of the EU at the national, regional, sectoral and firm level in an attempt to close the growth gap with the United States (Aghion et al., 2008). In this mission, boosting exporting activities and investments in Innovation, R&D and knowledge intensity is of the outmost importance since they are seen as drivers of productivity, growth and competitiveness (EU, 2012). Especially with respect to Greece’s economic outlook and as it has been documented in several European policy documents and analyses, the country’s innovation performance has been consistently characterized as “moderately following” (IUS, 2013) the EU’s innovation leaders. The same picture is sketched with Greek firms’ export performance as a crucial component of its overall competitiveness (European Competitiveness Report, 2012). Examining more closely the relationship between firms’ exporting activities and innovation dynamism, the theoretical and empirical evidence suggests that firms which are presenting innovation activities are more likely to export, more likely to export successfully, and more likely to generate growth from exporting than non-innovating firms (Golovko and Valentini, 2011; Love and Roper, 2013). In other words, innovation and export performance are directly linked with the creation of a sustainable competitive advantage and are considered as a primary precondition for economic growth (Piercy et al., 1998; EU, 2012). More specifically, exporting activities are considered as the primary internationalization mode (Johanson and Valhne, 1977; 2009) and firms’ knowledge and learning processes are expected to play a pivotal part in the internationalization process; firms need to be in a position to apprehend and assimilate new knowledge in order to compete and grow in markets in which they have little or no previous experience (Autio et al. 2000). In this direction, the relationship between the degree of internationalization and the intensity of the production of technological knowledge remains under examination, since the significant heterogeneity in terms of country, industrial distribution, firm size, and other factors has lead to contradictory results (Harris and Li, 2009). In addition, the differential effects of the firms’ environment which in turn can be further specified in various dimensions –such as business culture, organizational characteristics, strategic orientation, national and regional systems of innovation- introduce a significant amount of unobserved heterogeneity in the employed methodological frameworks. At the same time, the causality direction, too closely related to endogeneity issues, between exporting and R&D activities has not been yet addressed adequately. The relevant literature has documented two theoretical strands, the Product Life Cycle and Endogenous Growth theory, which hypothesize on causality direction between exports and R&D activities. More specifically, the Product life cycle theory argues that innovation eventually leads to exporting (Posner, 1961; Vernon, 1966; Krugman, 1979; Dollar, 1986) and this theoretical strand is strongly interrelated with the Market Selection Hypothesis (MSH; Wagner 2007) which favours the argument that exporters have superior performance characteristics than non-exporters. On the other hand, the Endogenous growth models (Grossman and Helpman, 1989, 1990, 1991a; Segerstrom et al., 1990; Young, 1991; Aghion and Howitt, 1998, ch. 11) argue on the reverse direction of causality. The notion behind this is that exporting firms access to foreign markets provides them with feedback from their suppliers and/or customers, which gives them the opportunity to transform this knowledge into innovation. This theoretical strand has been recorded as opposite to the market selection hypothesis and is named Learning by Exporting Hypothesis (LEH; Clerides et al., 1998; Salomon and Shaver, 2005) Both the above hypotheses seem plausible and have been empirically but the relevant literature has provided contradictory results. However, it would only make sense to assume that this causality direction may be not so straightforward since causality may run in both directions that is a two-way linkage between a firm’s exporting and innovating activities may exist (Filipescu et al. 2013). The starting point of this PhD thesis lies on the idea that both these activities may influence each other and therefore, is focused on the investigation of the endogeneity between established knowledge creation processes (R&D activities) and internationalization activities as they are depicted in exporting activities. It is worth mentioning that towards the direction of seeking proof for the existence of an endogenous relationship between R&D activities and exports different methodological approaches have been employed. All of them however, examine the existence of endogeneity between the two main firm activities as well as identifying the appropriate set of determinants for each one of the firms’ activities as the relevant literature dictates. In order to (i) sufficiently address the abovementioned multiple heterogeneity, and (ii) be able to compare them, the present research investigates the interrelationship between R&D and exporting activities on two distinctively different groups of firms. More specifically, two different contextual frameworks are employed, one International and one National. The first group of firms focuses on those firms that are considered to be leaders with respect to R&D investments at a global level. The second group of firms under investigation, concerns the Greek firms which are in turn considered leaders within the national system of innovation they operate but have been consistently characterized as moderately followers within the European context (IUS, 2013). Information for the investigation of the international context was provided by the UK Department of Business, Innovation and Skills (BIS, 2007; 2008). Yet, regarding the national context, a profound lack of information exists both with respect to exporting activities but also with respect to R&D activities at the firm level, which inevitably led to the conducting of a field research at the National Level targeting the Manufacturing Sector. In this line, and in order for the gathered information to be comparable with other European surveys on Innovation and in particular with Community Innovation Survey (CIS), the design of the questionnaire was primarily based on the CIS standards. In addition to the data provided by the National survey, all the financial and other information, including annual expenditures on R&D, for the period 2001-2010 was provided by the electronic database “i-mentor”. Based on this information, a better approximation of R&D performance has become feasible through the construction of Greek R&D active manufacturing firms’ R&D stock (Kumbhakar et al., 2012). The main argument supporting this transformation is that fluctuations in R&D investment flows are more volatile than the knowledge stock acquired from such investments (Dierickx and Cool, 1989). The third chapter of this PhD thesis is devoted in presenting the specificities of the field research, the adopted methodology for the construction of firms’ knowledge stock, along with primary descriptive results sketching the outlook of Greek R&D manufacturing firms. The rest of this PhD thesis involves three essays each one of them examining research questions arising from the endogenous relationship between R&D and export activities. / Η ενίσχυση της δυναμικότητας και του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των επιχειρήσεων με βάση την καινοτομία και την εξωστρέφεια έχουν απασχολήσει τόσο την ακαδημαϊκή έρευνα όσο και την πολιτική. Ειδικότερα η Ευρωπαϊκή Ένωση στήριξε την πολιτική της για την κάλυψη του χάσματος, σε σχέση με τους κύριους ανταγωνιστές της, σε αυτούς τους δυο πυλώνες (Lisbon strategy, ….) τουλάχιστον από τις αρχές του 2000. Αναγνωρίζεται ευρύτατα ότι οι πολιτικές αυτές δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα όχι γιατί στους δυο παραπάνω πυλώνες αποδόθηκε δυναμική που στην πραγματικότητα δεν είχαν αλλά γιατί οι επιμέρους πολιτικές που σχεδιάσθηκαν και εφαρμόσθηκαν δεν κατάφεραν αφενός να ενισχύσουν κάθε πυλώνα χωριστά και δεν αναγνώρισαν τις μεταξύ τους αλληλεξαρτήσεις. Έτσι, τα ζητήματα τόσο του τεχνολογικού πλεονεκτήματος όπως αυτό αποτυπώνεται στην καινοτομία όσο και της εξωστρέφειας παραμένουν ιδιαίτερα επίκαιρα ειδικά στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης που είναι κυρίαρχη, αν και ασύμμετρα, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικά για την Ελλάδα, την περισσότερο πληττόμενη από την κρίση Ευρωπαϊκή οικονομία, αν και έχει αναγνωρισθεί τόσο η υστέρηση των επιχειρήσεων σε όρους καινοτομίας και εξαγωγικού προσανατολισμού και αν και έχουν υλοποιηθεί μια σειρά από παρεμβάσεις σε αυτή την κατεύθυνση, το χάσμα τόσο ως προς το μέσο Ευρωπαϊκό αλλά και ως προς τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ παραμένει ιδιαίτερα μεγάλο. Η παρούσα Διδακτορική Διατριβή εστιάζει σε ζητήματα που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση των δραστηριοτήτων παραγωγής γνώσης και καινοτομίας από την μια και των δραστηριοτήτων διεθνοποίησης των επιχειρήσεων από την άλλη. Πιο συγκεκριμένα διερευνώνται θέματα που προκύπτουν από την ενδογένεια των διαδικασιών παραγωγής γνώσης που αποτυπώνονται σε διαδικασίες Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ) και δραστηριότητες διεθνοποίησης (internationalization) που με τη σειρά τους αποτυπώνονται σε εξαγωγικές δραστηριότητες. Οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται προσαρμόζονται κάθε φορά αφενός στα ιδιαίτερα ερευνητικά ερωτήματα που τίθενται και αφετέρου στην πολλαπλή ετερογένεια που χαρακτηρίζει τις επιχειρήσεις σε μικρή ανοικτή οικονομία, όπως η Ελλάδα, σε σύγκριση με τις ηγέτιδες σε όρους ΕΤΑ επιχειρήσεις διεθνώς. Σε αυτή την κατεύθυνση, διερευνώνται δύο διαφορετικά συστήματα καινοτομίας-διεθνοποίησης, και συγκεκριμένα το Διεθνές και το Εθνικό, που αναφέρονται αντίστοιχα σε δύο διακριτές ομάδες επιχειρήσεων. Η πρώτη ομάδα επιχειρήσεων επικεντρώνεται σε εκείνες που θεωρούνται πρωτοπόροι σε επενδύσεις σε ΕΤΑ σε παγκόσμιο επίπεδο. Η δεύτερη ομάδα επιχειρήσεων που διερευνάται αφορά τις Ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες με τη σειρά τους θεωρούνται πρωτοπόροι εντός του εθνικού συστήματος καινοτομίας στο οποίο δραστηριοποιούνται αλλά ταυτόχρονα έχουν επανειλημμένως χαρακτηριστεί ως «μέτριοι ακόλουθοι» (moderately following) σε όρους καινοτομικής δραστηριότητας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (IUS, 2013). Ενώ η διαθεσιμότητα των πληροφοριών για τις επιχειρήσεις που αναγνωρίζονται σε διεθνές επίπεδο ως πρωτοπόρες σε επενδύσεις ΕΤΑ προέκυψε από ανοικτής πρόσβασης βάσεις δεδομένων, για την ελληνική περίπτωση παρατηρήθηκε παντελής έλλειψη σχετικών πληροφοριών τόσο όσον αφορά τις δραστηριότητες ΕΤΑ όσο και τις εξαγωγικές δραστηριότητες των ελληνικών επιχειρήσεων. Η έλλειψη αυτή οδήγησε στην διενέργεια έρευνας πεδίου σε Πανελλαδικό επίπεδο στον τομέα της Μεταποίησης. Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελείται από έξι κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο πραγματοποιείται επισκόπηση της βιβλιογραφίας πάνω στη σχέση των εξαγωγικών δραστηριοτήτων και των δραστηριοτήτων ΕΤΑ τόσο σε θεωρητικό όσο και σε εμπειρικό επίπεδο και τίθεται το γενικό πλαίσιο της ανάλυσης. Σε αυτή την κατεύθυνση, αναδεικνύεται η συμβολή της παρούσας Διατριβής. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο διεθνές σύστημα καινοτομίας όπου οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης, ανταγωνίζονται σε όρους παραγωγής γνώσης. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται η ύπαρξη ενδογένειας ανάμεσα στην εξαγωγική ένταση από την μια και την ένταση των δραστηριοτήτων ΕΤΑ από την άλλη στη βάση του επιχειρήματος ότι η γνωσιακή βάση (knowledge base) των ηγέτιδων επιχειρήσεων, σε όρους ΕΤΑ, μεγεθύνεται από ροές γνώσης που προκύπτουν τόσο από τις δραστηριότητες ΕΤΑ όσο και από τις εξαγωγικές δραστηριότητες. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βήματα που ακολουθήθηκαν σε σχέση με τον εντοπισμό του πληθυσμού των επιχειρήσεων που καταγράφουν δαπάνες ΕΤΑ στους ετήσιες δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις τους, τα κριτήρια που ακολουθήθηκαν για τον «καθαρισμό» των δεδομένων (data cleaning) καθώς και αναλυτική περιγραφή της έρευνας πεδίου. Επιπλέον, παρουσιάζεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την κατασκευή του αποθέματος γνώσης (knowledge stock) των ελληνικών επιχειρήσεων που παρουσιάζουν δραστηριότητες ΕΤΑ καθώς και βασικά περιγραφικά στατιστικά που προέκυψαν από την πληροφορία που συνελέγη από την έρευνα πεδίου. Στη συνέχεια, το τέταρτο κεφάλαιο της παρούσας διδακτορικής διατριβής τοποθετείται εντός του Ελληνικού Συστήματος και αφορά ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις που παρουσιάζουν δαπάνες σε ΕΤΑ και ανήκουν σε κλάδους χαμηλής έντασης τεχνολογίας. Συγκεκριμένα, τα ερευνητικά ερωτήματα επικεντρώνονται τόσο στην διερεύνηση ύπαρξης όσο και εκδήλωσης διαφορικών επιδράσεων στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (competitive advantage) των επιχειρήσεων αυτών που προκύπτει από την απόφαση τους να (μην) εξάγουν. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα προσεγγίζεται από την εκτίμηση της τεχνικής αποτελεσματικότητας (technical efficiency) όπου το απόθεμα γνώσης αποτελεί την τρίτη εισροή μαζί με τις εισροές του κεφαλαίου και της εργασίας. Έτσι δημιουργείται θεωρητικό υπόδειγμα στο πλαίσιο του οποίου η τεχνική αποτελεσματικότητα, μέσω της διαδικασίας μετατροπής δεξιοτήτων (competences) σε ικανοτήτων (capabilities), αποτυπώνει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Σε αυτή την κατεύθυνση υποστηρίζεται ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που βασίζεται στις δραστηριότητες ΕΤΑ των ελληνικών επιχειρήσεων προσδιορίζει ενδογενώς της απόφαση τους να συμμετέχουν στις ξένες αγορές. Το επιχείρημα αυτό στηρίζεται στο ότι οι επιχειρήσεις που καλούνται να αποφασίζουν εάν θα εξάγουν στην πραγματικότητα προεξοφλούν τα αναμενόμενα οφέλη και τα κόστη από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα σε σχέση με τη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος που κατέχουν. Με άλλα λόγια, διερευνάται αν το επιχειρηματικό μοντέλο που έχει υιοθετηθεί από τις εξεταζόμενες επιχειρήσεις, και μετατρέπει τις δεξιότητες σε ικανότητες, στην ουσία προσδιορίζει και την απόφαση για εξαγωγές. Το πέμπτο κεφάλαιο της παρούσας Διδακτορικής Διατριβής διερευνά την ύπαρξη ενδογένειας ανάμεσα στις εξαγωγικές δραστηριότητες και τις διαδικασίες παραγωγής γνώσης των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων που παρουσιάζουν δραστηριότητες ΕΤΑ εντός ενός διευρυμένου θεωρητικού πλαισίου όπου συν-θεωρούνται και άλλες στρατηγικές παράμετροι που είναι πιθανό να επηρεάζουν αυτή τη σχέση. Πιο συγκεκριμένα, οι διαδικασίες παραγωγής γνώσης, όπως έχουν αποτυπωθεί στα επιμέρους συστατικά της γνωσιακής βάσης των επιχειρήσεων αλλά και στην στρατηγική διερεύνησης εξωτερικών συνεργασιών για συνεργασίες στις δραστηριότητες ΕΤΑ, συνδέονται με την εξαγωγική και καινοτομική αποδοτικότητα (export and innovation performance). Ένα επιπλέον επίπεδο πολυπλοκότητας προστίθεται όταν ο διττός χαρακτήρας της έντασης των εξωτερικών συνεργασιών σε ΕΤΑ λαμβάνεται υπόψη. Δηλαδή, διερευνάται σε ποιο βαθμό η ένταση των εξωτερικών συνεργασιών για δραστηριότητες ΕΤΑ συνδέεται με την αποδοτικότητα της διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων καθώς μπορεί να θεωρηθεί ως εναλλακτικός δρόμος διεθνοποίησης τους. Από την άλλη μεριά η διαδικασίες που συγκροτούν το γνωσιακό απόθεμα των επιχειρήσεων μπορεί να συνδέονται και με την καινοτομική τους απόδοση. Τέλος στο έκτο κεφάλαιο συνθέτονται τα συμπεράσματα από το σύνολο της Διατριβής, διατυπώνονται προτάσεις πολιτικής και καταγράφονται αφενός οι ερευνητικοί περιορισμοί αλλά και αφετέρου τα μελλοντικά ερευνητικά σχέδια.

Page generated in 0.0311 seconds