• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 11
  • Tagged with
  • 11
  • 10
  • 7
  • 6
  • 6
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Συσχέτιση του μηχανισμού κάκωσης με την βαρύτητα κάκωσης σε τραυματίες, μετά από συγκρούσεις επιβατηγών οχημάτων

Στεφανόπουλος, Νίκος 05 July 2010 (has links)
- / -
2

Μελέτη της σχέσης μεταξύ προφυλακτικών μέσων και βαρύτητας της κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης βαθμολογούμενης σύμφωνα με την κλίμακα της Γλασκώβης

Σπυροπούλου, Παρασκευή 15 April 2010 (has links)
- / -
3

Προγνωστική σημασία οπτικών και ακουστικών προκλητών δυναμικών στις ελαφρές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις

Κωνσταντίνου, Δημήτρης 19 April 2010 (has links)
- / -
4

Συγκριτική μέτρηση αρτηριακής ροής ενδοκρανιακής πιέσεως και κορεσμού αίματος σε O2, σε ασθενείς με βαρειές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις

Βούλγαρης, Σπυρίδων Γ. 20 April 2010 (has links)
- / -
5

Δίκτυα πεποίθησης στην πρόγνωση ασθενών με μεταδιασειστικό σύνδρομο / Belief networks in prognosis of patients with post-concussion syndrome

Αντωνόπουλος, Παναγιώτης 12 April 2013 (has links)
Καθημερινά στα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων μας αντιμετωπίζονται πάρα πολλά περιστατικά ελαφρών κρανιοεγκεφαλικων κακώσεων. Πολλά από αυτά ακολουθούνται από παράπονα για εμφάνιση μετατραυματικων συμπτωμάτων όπως ζαλάδες ή και μερικές φορές πιο σοβαρών, το σύνολο των οποίων αποτελούν το μεταδιασεισικό σύνδρομο. Ο συνδυασμός των κρανιοεγκεφαλικών κακώσεων και του μεταδιασεισικού συνδρόμου αποτελούν σοβαρό πρόβλημα στις σύγχρονες κοινωνίες γιατί είναι η αιτία για την επαγγελματική ανικανότητα των πασχόντων αποτελώντας έτσι σοβαρό οικονομικό αντίκτυπο. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η οικοδόμηση ενός εργαλείου υποστήριξης ιατρικών αποφάσεων που θα μπορεί να εκτιμήσει ποσοτικά την πιθανότητα εμφάνισης του μεταδιασεισικού συνδρόμου σε κάποιον ασθενή με ήπια κρανιοεγκεφαλική κάκωση, στηριζόμενο σε προγνωστικούς παράγοντες που αναδείχθηκαν από δεδομένα που συγκεντρώθηκαν στις εξετάσεις που πραγματοποιούνται στα εξωτερικά ιατρεία. Υλικό-Μέθοδοι: Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών, στη Δυτική Ελλάδα. Η συλλογή των μετρήσεων έγινε στα πλαίσια διδακτορικής διατριβής της Νευροχειρουργικής Κλινικής του Τμήματος Ιατρικής Οι μετρήσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν στη παρούσα μελέτη για την εξαγωγή των δικών μας αποτελεσμάτων. Συνολικά καταγράφηκαν μετρήσεις από 539 ασθενείς με ήπια κρανιοεγκεφαλική κάκωση. 223 από αυτούς τους ασθενείς πληρούσαν τα κριτήρια του "Colorado Medical Society Guidelines" για τον καθορισμό της διάσεισης, με μέση ηλικία τα 30 έτη (εύρος: 18.5-57.5). Για την εξαγωγή των αποτελεσμάτων κατασκευάστηκε ένα δίκτυο πεποίθησης και εντάχθηκε στο λογισμικό Netica για την μαθηματική του ανάλυση. Συμπεράσματα: Μετά την εξεργασία των μετρήσεων πρόεκυψαν ενδιαφέροντα αποτελέσματα σχετικά με την πρόβλεψη εμφάνισης του μεταδιασεισικου συνδρόμου. Φάνηκε λοιπόν ότι δυο από τους πλέον σημαντικούς παράγοντες είναι το φύλο και το είδος του ατυχήματος εξαιτίας του οποίου υπέστη ο ασθενής την κρανιοεγκεφαλικη κάκωση. Χαρακτηριστικά μπορούμε να δούμε ότι η πιθανότητα εμφάνισης για μια γυναίκα που ενεπλακη σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα είναι 42,7%, ενώ αντίστοιχα για έναν άντρα είναι 19,8%. Επίσης σε μια γυναίκα που δέχτηκε επίθεση η πιθανότητα είναι 37,4%, ενώ για έναν άντρα είναι 16,5%. Μέσω της χρήσης του Δικτύου Πεποίθησης μπορούμε να ξέρουμε από πριν ποιες είναι εκείνες οι μεταβλητές που με την παρουσία τους αυξάνουν ή ελαττώνουν την πιθανότητα εμφάνισης του μεταδιασεισικού συνδρόμου και να ποσοτικοποιήσουμε αυτή την επίδραση. / Outpatient departments in hospitals treat many cases of mild traumatic brain injury daily. Many of these complaints are followed by the appearance of post traumatic symptoms as dizziness or sometimes more serious, which comprise the post-concussion syndrome. The combination of craniocerebral injuries and post-concussion syndrome is a serious problem in modern societies because it is the cause of occupational disability of patients, thus constituting a serious economic impact. The purpose of this study is to combine the main prognostic factors that lead to post-concussion syndrome in an adult Greek population after a traumatic brain injury into a decision support tool that could be useful in the outpatient department. Material-Methods: The study was conducted at the University Hospital of Patras, Western Greece. The collection of the measurements which were used in this study were made in the context of a doctoral thesis of the Neurosurgery Department. Overall, 539 patients with mild head-injuries were recorded. Of these, 223 patients patients met the criteria of "Colorado Medical Society Guidelines" to determine concussion, with a mean age of 30 years (range: 18.5-57.5). Based on these data, a naïve Bayesian Network was constructed and Netica software for the mathematical analysis that followed. Results: The use of the Bayesian Network allows us to measure the impact of certain prognostic factors to the probability of occurrence of post-concussion syndrome. It was found, that two of the most important factors is the gender and the type of accident which the patient suffered a traumatic brain injury. As an example, the estimated probability to develop a post-concussion syndrome for a woman who was involved in a car accident is 42.7%, while for a man is 19.8%. Also, for a woman who was attacked, the probability is 37.4%, while for a man is 16.5%.
6

Προγνωστικοί παράγοντες του μεταδιασειστικού συνδρόμου μετά από ήπια κρανιοεγκεφαλική κάκωση / Prognostic factors of post-concussion syndrome following mild head injuries

Τσιντώνη, Ασπασία 07 June 2013 (has links)
Η υψηλή συχνότητα εμφάνισης του μεταδιασεισικού συνδρόμου μετά από ελαφριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις έχει σοβαρό κοινωνικό και οικονομικό αντίκτυπο. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να προσδιοριστούν οι προγνωστικοί παράγοντες του μεταδιασεισικού συνδρόμου. Για τον λόγο αυτό, συγκεντρώθηκαν έρευνες που έχουν γίνει κατά το παρελθόν στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Για κάθε έρευνα προσδιορίστηκαν κάποια στοιχεία όπως: η χώρα στην οποία έγινε η έρευνα, η χρονολογία, ο αριθμός των ασθενών που έλαβαν μέρος, η μέθοδος στατιστικής ανάλυσης καθώς και τα αποτελέσματα που καταλήγει η καθεμία. Όλα αυτά τα στοιχεία συγκεντρώθηκαν σε ένα πίνακα για καλύτερη ανάλυση. Το συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι οι προγνωστικοί παράγοντες ποικίλουν από έρευνα σε έρευνα. Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους όπως : οι πολιτιστικές διαφορές κάθε χώρας, οι διαφορετικοί ορισμοί της διάσεισης καθώς και οι διαφορετικοί τρόποι στατιστικής ανάλυσης. / The high incidence of postconcussion syndrome following mild traumatic brain injury hαs severe social and economic impact. The purpose of this study is to identify predictors of postconcussion syndrome. For this reason, gathered studies done in the past in Greece and abroad. For each study identified some elements such as the country in which the research took place, the date, the number of patients included in, the statistical analysis method and the results that ends each. All these elements were gathered together in one table for better analysis. The conclusion of the research is that the predictors vary from study to study. This is due to many reasons such as: the cultural differences of each country, different definitions of concussion and the different modes of statistical analysis.
7

Σύστημα εμπειρογνώμονας (expert system) για τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις

Τζωρτζίδης, Φώτης 17 September 2009 (has links)
- / -
8

Παράγοντες που οδηγούν σε έκτοπη οστεοποίηση μετά από κρανιοεγκεφαλική κάκωση

Σακελλαράκη, Παναγιώτα 12 June 2015 (has links)
Με τον όρο «Έκτοπη Οστεοποίηση» περιγράφεται ο σχηματισμός οστού σε σημεία που υπό φυσιολογικές συνθήκες δεν υφίσταται. Τα σημεία αυτά μπορεί να είναι μύες, τένοντες ή σύνδεσμοι και γενικότερα μεσεγχυματικού τύπου μαλακά μόρια, κυρίως γύρω από τις μεγαλύτερες αρθρώσεις. Η επίκτητη μορφή της νόσου, που είναι και η πιο κοινή, εμφανίζεται μετά από μυοσκελετικούς τραυματισμούς, κακώσεις του νωτιαίου μυελού και του κεντρικού νευρικού συστήματος γενικότερα, αλλά και σε περιπτώσεις σοβαρών εγκαυμάτων. Η παθοφυσιολογία της έκτοπης οστεοποίησης παραμένει άγνωστη, αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι για τον σχηματισμό της απαιτούνται τρείς βασικές προϋποθέσεις που είναι α) τα οστεοπρογονικά κύτταρα, β) οι κατάλληλοι επαγωγικοί παράγοντες και γ) το ευνοϊκό οστεοεπαγωγικό περιβάλλον. Στην παρούσα εργασία με την χρήση κυτταρομετρίας ροής, δοκιμασιών με ηλεκτροχημειοφωταύγεια, Elisa και ανοσοπροσδιορισμού με χρήση Cytometric Bead Array προσδιορίσαμε τις συγκεντρώσεις των total procollagen type 1 amino-terminal propeptide (TP1NP), osteoprotegerin (OPG), β-isomerized C-terminal telopeptides (β- Crosslaps), soluble receptor activator of nuclear factor kappa-B ligand (sRANKL), N-MID osteocalcin, S100 και των κυτταροκινών IL-2, IL-4, IL-6, IL-10, INF-γ και TNF-a στον ορό ασθενών και υγιών μαρτύρων. Επιπλέον, στο ολικό αίμα προσδιορίσαμε τον πληθυσμό των θετικών στην οστεοκαλσίνη κυττάρων. Όλα τα προς μελέτη μόρια είχαν άμεση ή έμμεση σχέση με την οστική ανακατασκευή και τις φλεγμονώδεις αντιδράσεις. Συνολικά μελετήθηκαν 55 ασθενείς από τους οποίους ελήφθησαν δείγματα καθόλη την διάρκεια νοσηλείας τους. Οι ασθενείς μελετήθηκαν με βάση το είδος του τραύματος, την εμφάνιση ή όχι έκτοπης οστεοποίησης και την έκβαση της κατάστασης τους. Επιπλέον, οι επιμέρους ομάδες ασθενών μελετήθηκαν συναρτήσει του χρόνου. Τα αποτελέσματα μας έδειξαν ότι στο σύνολο των ασθενών παρατηρήθηκαν στατιστικά μειωμένα επίπεδα β- crosslaps, N-MID osteocalcin, sRANKL και S100 συγκριτικά με τους υγιείς μάρτυρες. Αντίθετα, τα επίπεδα των TP1NP, των θετικών στην οστεοκαλσίνη κυττάρων, της OPG, της INF-γ και της IL-6 ήταν στατιστικά σημαντικά αυξημένα. Επιπλέον, στατιστικά σημαντικά αυξημένα παρατηρήθηκαν τα επίπεδα του S100 στους ασθενείς που είχαν υποστεί κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις κατά το πρώτο εικοσιτετράωρο μετά την επαγωγή της κάκωσης. Στατιστικά σημαντικά αυξημένο επίσης παρατηρήθηκε και στην ομάδα των ασθενών με κακή έκβαση συγκριτικά με τους υγιείς δότες. Στην ίδια ομάδα ασθενών παρατηρήθηκε μια γενικευμένη αύξηση των επιπέδων των κυτταροκινών που φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την κακή έκβαση της κατάστασης τους. Πιο συγκεκριμένα η αύξηση αυτή ήταν στατιστικώς σημαντική για τις IL-4, INF-γ και TNF-α. / Heterotopic ossification (HO) is the presence of bone in soft tissue where normally does not exist. The acquired form, which is also the most common, develops after musculoskeletal trauma, spinal cord injury or central nervous system injury and severe burns. Pathophysiology of OH still remains unclear, what we know is that the formation of ectopic bone requires three entities which are a) osteogenic precursor cells, b) inducing agents and c) an appropriate environment. In the present study using either flow cytometry, Elisa, electrochemiluminescence immunoassays or cytometric bead array assays we determined the concentrations of the osteoblast progenitors: osteocalcin positive cells in peripheral blood and the serum concentrations of total procollagen type 1 amino-terminal propeptide (TP1NP), osteoprotegerin (OPG), β-isomerized C-terminal telopeptides (β- Crosslaps), soluble receptor activator of nuclear factor kappa-B ligand (sRANKL), N-MID osteocalcin, S100 and the cytokines IL-2, IL-4, IL-6, IL-10, INF-γ and TNF-a. All measured molecules participate directly or indirectly in bone formation and metabolism and in inflammation. Our 55 patients were divided and studied in 3 different ways, regarding the kind of their injury, their outcome and the formation of HO. They were also monitored in course of time. Among our most interesting results is that patients had significantly lower levels of β- crosslaps, N-MID osteocalcin, sRANKL and S100 compared to healthy donors. On the other hand, levels of TP1NP, osteocalcin positive cells, OPG, INF-γ and IL-6 were significantly higher. S100 is significantly increased during the first 24 hours in patients who have sustained traumatic brain injury. In addition, S100 was significantly increased in patients with poor outcome compared to healthy donors. Furthermore, patients with poor outcome seem to develop a cytokine storm which is of great importance for their outcome. All measured cytokine levels were increased compared to patients with good outcome. Especially for IL-4, INF-γ, TNF-α this increase was statistically significant.
9

Ανάπτυξη συστήματος υποστήριξης ιατρικών αποφάσεων μέσω δικτύων πεποίθησης για την πρόγνωση ασθενών με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις

Σακελλαρόπουλος, Γεώργιος 14 April 2010 (has links)
- / -
10

Κακώσεις κατώτερης αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης: αντιμετώπιση και επιπλοκές που σχετίζονται με τη μέθοδο της σπονδυλοδεσίας

Κασιμάτης, Γεώργιος 10 October 2008 (has links)
Σκοπός: Η προσέγγιση και η αντιμετώπιση των κακώσεων της Αυχενικής Μοίρας της Σπονδυλικής Στήλης (ΑΜΣΣ) εξακολουθεί και σήμερα να παρουσιάζει διαφορές μεταξύ των διαφόρων κέντρων. Κατά καιρούς μάλιστα έχουν προταθεί πλείστοι τρόποι αντιμετώπισης: από συντηρητική με κρανιακή έλξη μέχρι πολύ επιθετική χειρουργική αντιμετώπιση με συνδυασμένες πρόσθιες και οπίσθιες προσπελάσεις. Στόχος της διατριβής ήταν η παρουσίαση της χειρουργικής εμπειρίας της Ορθοπαιδικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Πατρών στην αντιμετώπιση των ασθενών αυτών και η ανάλυση των επιπλοκών των διαφόρων μεθόδων σταθεροποίησης. Έγινε προσπάθεια να απαντηθούν τα ακόλουθα ερωτήματα: 1) Ποια πρέπει να είναι σήμερα η διαγνωστική προσέγγιση των ασθενών με κάκωση στην ΑΜΣΣ; 2) Ποιοι ασθενείς χρειάζονται σταθεροποίηση; 3) Τι είδους σταθεροποίηση και ποιες είναι οι επιπλοκές αυτής; Ακολούθως, ποιος πρέπει να είναι ο σύγχρονος αλγόριθμος προσέγγισης των ασθενών με κακώσεις στην ΑΜΣΣ; 4) Ποιες είναι οι μακροχρόνιες επιπτώσεις της σταθεροποίησης; Μεθοδολογία: Εκατόν-δώδεκα ασθενείς με ασταθείς κακώσεις στην ΑΜΣΣ υποβλήθηκαν στην Κλινική μας σε πρόσθια, οπίσθια σταθεροποίηση ή και στις δύο. Ένας ασθενής θεωρούνταν ότι είχε ασταθή κάκωση της ΑΜΣΣ εάν είχε 5 ή παραπάνω βαθμούς με βάση τα κριτήρια αστάθειας των White & Panjabi. Τουλάχιστον ένας χρόνος παρακολούθησης (follow-up) ήταν αναγκαίος για να ενταχθεί ένας ασθενής στη μελέτη, με αποτέλεσμα να επιλεγούν τελικά 97 ασθενείς. Εβδομηντατέσσερις ασθενείς υποβλήθηκαν σε αριστερή προσθιοπλάγια προσπέλαση [Ομάδα Α]. Σε 65 ασθενείς έγινε πρόσθια αποσυμπίεση και τοποθέτηση φλοιοσπογγώδους λαγονίου αυτομοσχεύματος και σταθεροποίηση με πλάκα και βίδες, είτε με πλάκα της AO/ASIF ή με πλάκα CSLP. Στους υπόλοιπους 9 ασθενείς, η αποκατάσταση της σπονδυλικής στήλης περιελάμβανε τη χρήση κλωβού πλέγματος τιτανίου στο οποίο τοποθετούνταν σπογγώδη αυτομοσχεύματα από την περιοχή της σωματεκτομής. Εικοσιτρείς ασθενείς υποβλήθηκαν σε οπίσθια σταθεροποίηση είτε με πλάκες πλαγίων ογκωμάτων (πλάκες Roy-Camille) (19 ασθενείς), ή με πολυαξονικές βίδες (4 ασθενείς) [Ομάδα Β]. Αποτελέσματα – Συμπεράσματα: 1) Εφόσον η κλινική εικόνα ενός ασθενούς με κάκωση στην ΑΜΣΣ επιβάλλει τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας, η διερεύνηση μπορεί να γίνει με ασφάλεια με τη χρήση ενός σύγχρονου πολυτομικού αξονικού τομογράφου (MDCT) και μόνο, παραλείποντας τις απλές ακτινογραφίες. 2) Τα κριτήρια αστάθειας των White και Panjabi υπαγορεύουν μια ασταθή κάκωση στην ΑΜΣΣ, η οποία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται κατά προτίμηση με χειρουργικό τρόπο. 3) Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων δεν ανέδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των 2 ομάδων σταθεροποίησης όσον αφορά τις κλινικά σημαντικές επιπλοκές (p=0.26). Ομοίως, οι κλινικά μη σημαντικές επιπλοκές, καθώς και το ποσοστό επανεγχειρήσεων δε διέφεραν στατιστικά μεταξύ των δύο ομάδων (p=0.245 και p=0.475 αντίστοιχα). Ωστόσο, η πρόσθια σταθεροποίηση παρουσιάζει σημαντικά πλεονεκτήματα, μπορεί να αντιμετωπίσει το σύνολο σχεδόν των κακώσεων της ΑΜΣΣ συμπεριλαμβανομένου των εξαρθρημάτων, και μόνο κατ’ εξαίρεση απαιτείται συμπληρωματική σταθεροποίηση. Επιπλέον, η εξέλιξη της μεθόδου βοήθησε στην εξάλειψη επιπλοκών που παρατηρούνταν με τα παλαιότερης τεχνολογίας υλικά. Ως εκ τούτου, οι τρέχουσες ενδείξεις για οπίσθια σταθεροποίηση είναι τα μη ανατασσόμενα εξαρθρήματα, οι κακώσεις πολλαπλών επιπέδων και οι ασθενείς με τραχειοστομία. 4) Η οστεοποίηση των παρακειμένων διαστημάτων στις κακώσεις της ΑΜΣΣ φαίνεται ότι έχει διαφορετική αιτιολογία από αυτή της αυχενικής σπονδύλωσης, μπορεί να εμφανιστεί πολύ πρώιμα στην μετεγχειρητική περίοδο και, ακόμα και όταν είναι εμφανής ακτινολογικά, σπανίως προκαλεί συμπτώματα. / Aim: The diagnostic approach and management of patients with cervical spine injuries differs among various centers. Conservative management with skeletal traction to aggressive surgical treatment with combined anterior and prosterior stabilization are within the possible alternatives. We aimed at presenting the experience from the surgical treatment of these patients gathered in the Department of Orthopaedic Surgery in the University Hospital of Patras. We further analyzed the complications associated with each approach and we tried to answer the following questions: 1) Which is the current diagnostic approach of patients with cervical spine injuries? 2) Which patients should be stabilized? 3) What type the stabilization should be and which are its complications? Moreover, which is the appropriate algorithm in the treatment of these patients? 4) Which are the long-term consequences of the stabilization? Materials & Methods: One hundred and twelve patients with unstable cervical spine injuries underwent anterior, posterior stabilization or both. A patient was considered to have an unstable injury if he had ≥ 5 points in the White and Panjabi checklist. At least one year of follow-up was necessary for a patient to be included in the study, which yielded a total of 97 patients. Seventy-four patients underwent a left-sided anterolateral approach [Group A]. Sixty-five of them had anterior decompression and iliac bone grafting. The remaining 9 patients underwent corpectomy and cervical spine reconstruction with titanium mesh cage, filled with morselized autograft from the corpectomy site. All these patients were instrumented using an anterior cervical plate. Twenty-three patients underwent posterior stabilization, either with lateral mass plates of Roy-Camille (19 patients), or polyaxial screws and rods (4 patients) [Group B], along with concomitant iliac bone autografting. Results – Conclusions: 1) If there is a need for computed tomography (CT) in a patient with cervical spine injury, the diagnostic work-up can be done with safety using only a modern multi-detector CT, obviating the need for plain radiographs. 2) The White and Panjabi criteria imply an unstable injury which should be preferentially stabilized by surgical means. 3) Statistical analysis of the clinically significant complications did not reveal significant difference between the posterior procedures and the anterior ones (p=0.26). Likewise, insignificant complications, as well as reoperation rates did not differ significantly among the two groups (p=0.245 and p=0.475 respectively). However, anterior stabilization for cervical spine injuries presents several advantages, can deal with almost all types of injuries and it only exceptionally requires supplemental stabilization. It should be also stressed that the advances in technology and metallurgy have eliminated the complications observed with older implants. Current indications for posterior stabilization are the irreducible dislocations, multilevel injuries and patients with tracheostomy. 4) Adjacent-level ossification in cervical spine injuries appears to be of different etiology than in cervical spondylosis, it may appear very early in the postoperative period and, even when it is evident radiographically, it very rarely (if ever) produces any symptoms.

Page generated in 0.6178 seconds