• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 4
  • Tagged with
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Ασθένειες ταμπού : το πρόβλημα της ακράτειας ούρων στην Ελλάδα και η επίδρασή του στην ποιότητα ζωής των ασθενών

Χαρμπίλα, Αντιγόνη 11 June 2012 (has links)
Η ακράτεια ούρων είναι ένα πρόβλημα ιδιαίτερα συχνό σε ηλικιωμένα άτομα αλλά αφορά και άλλες ηλικίες. Υπάρχουν διάφοροι τύποι ακράτειας, διαφορετική συμπτωματολογία, αίτια πρόκλησης καθώς και τρόποι αντιμετώπισης. Πολύ συχνή διαταραχή αποτελεί το σύνδρομο υπερδραστήριας κύστης με συμπτώματα που μπορούν να δημιουργήσουν πολλά και ποικίλης φύσεως προβλήματα και να επηρεάσουν την ποιότητα ζωής των ασθενών. Για την εκπόνηση της εργασίας έγινε αρχικά μία θεωρητική προσέγγιση και έπειτα διερεύνηση με ερωτηματολόγια σε άτομα διαφορετικού φύλου και ηλικίας. Οι απαντήσεις συγκεντρώθηκαν και επεξεργάστηκαν μέσω κατάλληλου στατιστικού λογισμικού προγράμματος (SPSS). Η παρούσα έρευνα αποτυπώνει καθαρά πως η ακράτεια ούρων και πιο συγκεκριμένα το σύνδρομο υπερδραστήριας κύστης αφορά ένα σημαντικό ποσοστό (35%) του πληθυσμού στη χώρα μας. Είναι ένα πρόβλημα που επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες και άτομα πάνω από 55 ετών. Τα συμπτώματα που συνοδεύουν το σύνδρομο επηρεάζουν αρκετά την καθημερινότητα των ασθενών, οι οποίοι στην πλειοψηφία είναι εσωστρεφείς με το πρόβλημά τους και απογοητευμένοι από τις μέχρι τώρα λύσεις. Η άγνοια των ίδιων αλλά και όσων δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπερδραστήριας κύστης κάνει αναγκαία την επίλυση του γιατί πέρα από πρόβλημα υγείας παραμένει και πρόβλημα κοινωνικό. Για αυτό και η ενημέρωση από ανθρώπους ειδικούς μπορεί να δώσει στους ασθενείς πραγματικές λύσεις που θα αλλάξουν και θα βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους και θα αλλάξει την λανθασμένη αντίληψη της κοινωνίας γύρω από τη φύση της ασθένειας. / -
2

Η επίδραση της απώλειας βάρους, μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση, στην ποιότητα ζωής σε ασθενείς με σοβαρού βαθμού παχυσαρκία

Ευθυμίου, Βασίλειος 01 July 2015 (has links)
Όπως φαίνεται από τα ερευνητικά δεδομένα, η παχυσαρκία αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα των συγχρόνων κοινωνιών, καθώς αυτή αποτελεί μια προδιαθεσική κατάσταση και έναν παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση διαφόρων παθήσεων. Η παχυσαρκία αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη καρδιοαγγειακής νόσου, σακχαρώδη διαβήτη, διαφόρων μορφών καρκίνου και άλλων χρόνιων παθήσεων όπως οστεοαρθρίτιδας, νόσων του ήπατος και των νεφρών, υπνικής άπνοιας, ουρικής αρθρίτιδας, γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης και κατάθλιψης. Τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα της δίαιτας, της άσκησης και της φαρμακευτικής αγωγής στην μείωση του σωματικού βάρους παραμένουν σχετικά πτωχά, έως αναποτελεσματικά. Η βαριατρική χειρουργική είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για την παχυσαρκία και συνιστάται για όλους τους ασθενείς με ΒΜΙ ≥40 kg/m2 (νοσογόνος παχυσαρκία) και για όσους έχουν ΒΜΙ ≥35 kg/m2 οι οποίοι παρουσιάζουν και συμπαρομαρτούσες διαταραχές, οι οποίες αποτελούν συννοσηρότητα της παχυσαρκίας, έπειτα από αποτυχία άλλων θεραπευτικών προσπαθειών, όπως η αλλαγή του τρόπου ζωής με δίαιτα, άσκηση και φαρμακευτική αγωγή, οι οποίες είναι τις περισσότερες φορές αναποτελεσματικές. Η παρούσα μελέτη διενεργήθηκε στην Χειρουργική Κλινική του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Πατρών, μεταξύ του Οκτωβρίου του 2008 και του Απριλίου του 2010. Το δείγμα των ασθενών της μελέτης αποτελούσαν 80 διαδοχικοί ασθενείς (50 γυναίκες και 30 άνδρες), οι οποίοι εισήχθησαν στην χειρουργική κλινική για να υποβληθούν σε βαριατρική χειρουργική επέμβαση. Οι ασθενείς ενημερώθηκαν για την μελέτη προτού υποβληθούν στην χειρουργική επέμβαση, και συμφώνησαν να λάβουν μέρος σε αυτή. Ο σκοπός της μελέτης ήταν να εκτιμήσει την ποιότητα ζωής (HRQOL) και την σεξουαλική λειτουργικότητα (SF), πριν και μετά από βαριατρική χειρουργική επέμβαση σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία. Η ποιότητα ζωής είναι μια πολυδιάστατη έννοια η οποία περιλαμβάνει τομείς που σχετίζονται με την φυσική (σωματική), ψυχική, συναισθηματική και κοινωνική λειτουργικότητα του ατόμου. Η ποιότητα ζωής (HRQOL), εκφράζει τον αντίκτυπο που έχει μια νοσηρή κατάσταση ή μια θεραπευτική αγωγή, στην αίσθηση σωματικής και ψυχικής ευεξίας του ατόμου και στην καθημερινή προσωπική και κοινωνική του ζωή. Η σεξουαλικότητα είναι μια εξίσου σημαντική παράμετρος της ανθρώπινης ευεξίας και ευημερίας. Παρουσιάζει αμφιδρομη αλληλεπίδραση με την ψυχική υγεία και με την ποιότητα ζωής. Τα αποτελέσματα των ερευνών δείχνουν ότι η παχυσαρκία επιδρά αρνητικά στην σεξουαλική ζωή του ατόμου. Σχετίζεται με σεξουαλική δυσλειτουργία στις παχύσαρκες γυναίκες και με στυτική δυσλειτουργία και γενικότερη σεξουαλική δυσλειτουργία στους παχύσαρκους άνδρες. Αυτό καθιστά πλέον αναγκαία την εκτίμηση της σεξουαλικής λειτουργικότητας, όταν αξιολογούμε την αποτελεσματικότητα των διαφόρων θεραπειών για την παχυσαρκία. Όλοι οι ασθενείς που αποδέχθηκαν την συμμετοχή τους στην μελέτη συμπλήρωσαν το SF-36 ερωτηματολόγιο για την εκτίμηση της HRQOL. Η σεξουαλική λειτουργικότητα εκτιμήθηκε με το δείκτη γυναικείας σεξουαλικής λειτουργίας (FSFI-Female Sexual Function Index), για τις γυναίκες και με το Διεθνή Δείκτη της στυτικής λειτουργίας ( IIEF -International Index of Erectile Function), για τους άνδρες. Οι ασθενείς συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια με την συνδρομή ενός ατόμου από την ερευνητική ομάδα, το οποίο καθοδηγούσε τους ασθενείς για να καταλάβουν τις ιδιαιτερότητες των ερωτηματολογίων και να διευκρινίσει τυχόν ασάφειες στις ερωτήσεις που δεν μπορούσαν να διαχειριστούν οι ίδιοι οι ασθενείς, πρόσφερε βοήθεια όπου χρειαζόταν και έλεγχε για τυχόν παραλείψεις στην απάντηση των ερωτήσεων . Οι ασθενείς συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια πριν το χειρουργείο(Τ1), καθώς και 1 μήνα(Τ2), 6 μήνες(Τ3) και 1 χρόνο(Τ4) μετά το χειρουργείο. Κοινωνικο-δημογραφικά δεδομένα συλλέχτηκαν που συμπεριλάμβαναν την ηλικία, το φύλο, την χρήση καπνού, το μορφωτικό επίπεδο καθώς και την οικογενειακή κατάσταση. Η παρουσία συμπαρομαρτούντων παθολογικών καταστάσεων διαπιστώθηκε από τα ιστορικά των ασθενών. Οι γυναίκες ερωτήθηκαν και για την γυναικολογική τους κατάσταση (για τον αν είχαν κανονικό ή ακανόνιστο κύκλο ή αν ήταν μετεμμηνοπαυσιακές). Η μελέτη εγκρίθηκε από την αρμόδια Επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας του Νοσοκομείου και όλοι οι ασθενείς έδωσαν την έγγραφη ενημερωμένη συγκατάθεσή τους πριν την είσοδό τους στην μελέτη. Όλοι οι ασθενείς ήταν κατάλληλοι για βαριατρική χειρουργική επέμβαση σύμφωνα με τις υφιστάμενες ενδείξεις. Η σοβαρότητα της παχυσαρκίας μετρήθηκε με τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΒΜΙ) σε Kg βάρους σώματος διηρημένα με το ύψος του ατόμου σε μέτρα εις το τετράγωνο (kg/m2). Ενήλικες με ΒΜΙ ≥25kg/m2 θεωρούνται υπέρβαροι, με ΒΜΙ ≥30 kg/m2 θεωρούνται παχύσαρκοι και με ΒΜΙ ≥40 kg/m2 ως πάσχοντες από νοσογόνο παχυσαρκία (νοσηρά παχύσαρκοι). Το είδος της χειρουργικής επέμβασης που εφαρμόσθηκε σε κάθε ασθενή βασίστηκε σε ειδικά χειρουργικά κριτήρια σύμφωνα με χειρουργικό πλάνο το οποίο εφαρμόζεται στην χειρουργική κλινική. Σύμφωνα με αυτό, ασθενείς με ΒΜΙ ≥50 kg/m2 υπεβλήθησαν σε χολοπαγκρεατική εκτροπή με Roux-en-Y διαμόρφωση,όπως τροποποιήθηκε στο κέντρο μας (BPD), ενώ ασθενείς με ΒΜΙ<50kg/m2 υποβλήθηκαν σε γαστρικό bypass με μακρές έλικες (RYGBP-LL), ή επιμήκη γαστρεκτομή (SG), ανάλογα με τις συνυπάρχουσες νοσηρότητες και τις διαιτητικές συνήθειες. Αποτελέσματα Η στατιστική ανάλυση έδειξε μια σημαντικού βαθμού μείωση του ΒΜΙ με πάροδο του χρόνου(p<0,001). Όλοι οι τομείς της σεξουαλικής λειτουργίας βελτιώθηκαν μεταξύ του Τ1 και Τ4, με μόνη εξαίρεση την ανδρική οργασμική λειτουργία. Όλοι οι τομείς της HRQOL βελτιώθηκαν και αυτή η βελτίωση έφθασε στο μέγιστο επίπεδο ανάμεσα από το Τ2 και Τ3 χρονικό διάστημα. Το βασικό επίπεδο της HRQOL (Τ1), βρέθηκε να συσχετίζεται σημαντικά με την βελτίωση όλων των τομέων της HRQOL μετεγχειρητικά και η μείωση του ΒΜΙ βρέθηκε να συσχετίζεται μόνον με την βελτίωση στις βαθμολογίες στους τομείς του σωματικού ρόλου, του σωματικού πόνου και της ψυχικής υγείας. Τα βασικά επίπεδα της συνολικής σεξουαλικής ικανοποίησης, αποτελούσαν ανεξάρτητο στατιστικά σημαντικό προγνωστικό παράγοντα για την βελτίωση μετεγχειρητικά της συνολικής σεξουαλικής ικανοποίησης και στα δύο φύλα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η σωματική λειτουργία, η ζωτικότητα, ο σωματικός πόνος, και η γενική υγεία, βελτιώθηκαν όλα με την πρόοδο του χρόνου. Ο σωματικός ρόλος βελτιώθηκε με την πρόοδο του χρόνου και τελικά οι πορείες του συναισθηματικού ρόλου, και της ψυχικής υγείας, ακολούθησαν τις ίδιες τάσεις. Τα αποτελέσματα για κάθε ηλικία και φύλο ήταν στατιστικά παρόμοια. Η σεξουαλική ποιότητα ζωής βελτιώθηκε 1 χρόνο μετά την βαριατρική χειρουργική επέμβαση και στους άνδρες και στις γυναίκες. Όλοι οι δείκτες συνηγορούν για το ότι η HRQOL και η σεξουαλική ποιότητα ζωής βελτιώθηκαν μετά το χειρουργείο σε σύγκριση με τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν προ του χειρουργείου . Συμπεράσματα Η Βαριατρική χειρουργική συνοδεύεται από σημαντικού βαθμού μείωση του σωματικού βάρους (ΒΜΙ) και βελτίωση στην ποιότητα ζωής (HRQOL) και στην σεξουαλική λειτουργικότητα σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία. Ο μεγαλύτερος βαθμός βελτίωσης παρατηρήθηκε ανάμεσα από τον 1 και 6 μήνες μετεγχειρητικά. Η βελτίωση στην HRQOL και στην σεξουαλική λειτουργικότητα συσχετιζόταν σημαντικά με τα βασικά προεγχειρητικά επίπεδα αυτών, ενώ η μείωση του ΒΜΙ συσχετιζόταν σημαντικά με βελτίωση μόνο σε 3 τομείς της HRQOL. Η τιμή του ΒΜΙ προεγχειρητικά συσχετιζόταν αντίστροφα με την επακόλουθη βελτίωση στην σωματική λειτουργικότητα και στο επίπεδο του σωματικού πόνου 1 χρόνο μετεγχειρητικά. / Obesity is considered one of the most relevant problems of modern societies, as it constitutes a predominant risk factor in the development of various diseases. Obesity is a significant risk factor for cardiovascular disease (CVD) and diabetes, for cancer and chronic diseases, including osteoarthritis, liver and kidney disease, sleep apnea and depression. The long term effects of diet, exercise and medical therapy on weight are relatively poor. Bariatric surgery is the most effective treatment for obesity and is considered for all patients with BMI more than 40 kg/m2 and for those with a BMI of more than 35 kg/m2 with concomitant obesity related conditions, after failure of other options as dietary, lifestyle and drug administration, which are often ineffective. The current study was conducted in the Department of Surgery of the University of Patras Medical School, between October 2008 and April 2010. Our sample are 80 (30 men and 50 women) patients who admitted in the Surgery Clinic to undergo a Bariatric Operation.The patients were approached before the operation and invited to take part in the study. The purpose of the study was to measure the Health related quality of life and Sexual functioning, before and after a Bariatric surgery in patients with morbid obesity. Health-related quality of life (HRQOL) is a multi-dimensional concept that includes domains related to physical, mental, emotional and social functioning. HRQOL focuses on the impact of a disease or a medical treatment, on one’s physical and mental wellbeing and on his every day private and social life. Sexuality is an equally important aspect of human well-being and prosperity. Sexual functioning interacts and influences the mental health and the quality of life. The research results show that obesity negatively affects the sexual quality life of the individual, associated with sexual dysfunction in obese women and with erectile dysfunction and general sexual dysfunction in obese men. This makes it necessary to assess sexual functioning when evaluating the effectiveness of several treatments for obesity. All the patients who accepted, were administered the questionnaires accessing Health related quality of life as the sort form 36 questionnaire (SF36). Sexual Functioning was estimated by the Female Sexual function Index (FSFI) for the women, and the International Index of Erectile Function (IIEF) for the men. Patients were administered the questionnaires by a member of our research team who offered assistance when needed and checked the answers for omissions. The patients completed the questionnaires before the operation and 1 month, 6 months and 1 year after the weight loss operation. Sociodemographic data were elicited including age, gender, smoking, educational level and marital status. Comorbidities information was obtained from the hospital charts. The women asked for their gynecological status. If the cycle was regular, irregular or if they were after menopausal. The study protocol was approved by the Institutional Review Board of The University Hospital of Patras, and all participants gave written inform consent before study entry. All the patients were eligible for bariatric operation according the indications for bariatric surgery. The severity of obesity was measured by the B.M.I. (kg/m2). Adults with BMI >25 kg/m2 are overweight, >30 kg/m2 are obese and >40 kg/m2 are considered morbidly obese. The type of procedure performed, was based on specific selection criteria according to an algorithm developed in our center, whereby patients with body mass index (BMI) over 50 kg/m2 undergo biliopancreatic diversion with RYGB (BPD-RYGB) as modified in our center, while patients with BMI under 50 kg/m2 undergo RYGB with long limb (RYGB-LL) or Sleeve Gastrectomy (S.G.), depending on comorbidities and eating habits. RESULTS: Body mass index (BMI) significantly decreased over time (p<0.001). Apart from male orgasm, all sexual functioning components as well as all SF-36 sub-scales improved between T1 and T4. The maximum improvement was observed between T2 and T3. Baseline HRQOL scores correlated with postoperative improvement in all HRQOL components. BMI improvement was correlated with improvement in role physical, bodily pain and mental health scores. Baseline total sexual satisfaction score independently predicted total satisfaction improvement in both genders. The basic levels of total sexual satisfaction (T1-Total Satisfaction score) were independent significant predictor for postoperative improvement in overall sexual satisfaction in both sexes. The results showed that Physical Function,Vitality, the Bodily Pain, and General Health, all improved with the progress of time. The Role Physical improved over time, and finally the improvement in Role Emotional, and Mental Health, followed the same trends. The results for each age and sex were statistically similar. Sexual quality of life improved 1 year after bariatric surgery, in both men and women. All indicators suggest that HRQOL and sexual quality of life improved postoperatively compared to the levels before surgery. CONCLUTIONS The Bariatric surgery accompanied by a significant degree of reduction in body weight (BMI) and improvement in quality of life (HRQOL) and sexual function in patients with morbid obesity. The greatest degree of improvement was observed between the 1 and 6 months postoperatively. The improvement in HRQOL and sexual function correlated significantly with basic preoperative levels of these, while the reduction in BMI was associated with significant improvement in only three aspects of HRQOL. The baseline levels of BMI was reversely significant associated with postoperatively improvement in physical functioning and bodily pain aspects of HRQOL, 1 year postoperatively.
3

Κακώσεις κατώτερης αυχενικής σπονδυλικής στήλης : κλινική πορεία των ασθενών - αλγόριθμοι – νευρολογικές κλίμακες – κλίμακες κατάθλιψης - κλίμακες ποιότητας ζωής και προσωπικότητας

Ματζάρογλου, Χαράλαμπος 14 October 2008 (has links)
Ε1. Ποιότητα της ζωής, άγχος και κατάθλιψη σε ασθενείς με κακώσεις νωτιαίου μυελού: Αυτή η μελέτη έχει σκοπό να αξιολογήσει την ποιότητα ζωής, το άγχος και την κατάθλιψη αλλά και τη νευρολογική θέση, σε ένα σύνολο ασθενών που ζουν με κάκωση του νωτιαίου μυελού (SCI). Μία «διατομική» μελέτη χρησιμοποιήθηκε σε 92 ανθρώπους που ζουν με κάκωση νωτιαίου μυελού SCI. Ολοκλήρωσαν το ερωτηματολόγιο της νοσοκομειακής κλίμακας άγχους και κατάθλιψης HADS (ν=42 ), την κλίμακα ποιότητας ζωής SF-36 (ν=42), καθώς επίσης τυποποιήθηκαν οι νευρολογικές (κλίμακα Frankel, Asia motor score), και οι λειτουργικές κλίμακές τους(FIM, MBI). Οι αναλύσεις μελετήθηκαν για ολόκληρο το δείγμα, κατά φύλο, κατά την κλίμακα Frankel, το Asia motor score, την FIM, και το επίπεδο νευρολογικής βλάβης. Αυτή η μελέτη παρουσιάζει τα προκαταρκτικά συμπεράσματα, τα οποία υποστηρίζουν υψηλά αποτελέσματα άγχους και κατάθλιψης (HADS) σε αυτό τον πληθυσμό των ασθενών με SCI, καθώς επίσης και πολύ χαμηλή ποιότητα ζωής. Ε 2. Σεξουαλική λειτουργία σε γυναίκες με κακώσεις νωτιαίου μυελού: Ο στόχος αυτής της μελέτης ήταν να προσδιοριστεί η σεξουαλικότητα των γυναικών με βαριές κακώσεις νωτιαίου μυελού (SCI) χρησιμοποιώντας την κλίμακα γυναικείας σεξουαλικής λειτουργίας. Το ερωτηματολόγιο με 19 ερωτήματα εκφάνσεις της σεξουαλικότητας του FSFI αφορά τη σεξουαλική λειτουργία και την ικανοποίηση στη σεξουαλική ζωή των γυναικών. Σε αυτή τη μελέτη, χρησιμοποίησαμε ένα δείγμα 39 γυναικών ασθενών με σοβαρή κάκωση νωτιαίου μυελού SCI. Συγκρίναμε δε αυτές τις ασθενείς με ένα υγιές δείγμα γυναικών αντίστοιχο σε οικονομικό –εκπαιδευτικό –επίπεδο ηλικίας - και συζυγική θέση- του γενικού πληθυσμού. Η σεξουαλική δραστηριότητα ήταν χαμηλότερη μεταξύ των γυναικών με SCI, αλλά η επιθυμία, η συναισθηματική ποιότητα της ζωής φύλων και η γενική σεξουαλική ικανοποίηση δεν διέφεραν από τις «υγιείς» γυναίκες του γενικού πληθυσμού. Αυτά τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι η σεξουαλική ζωή σε γυναίκες με κάκωση νωτιαίου μυελού παραμένει σχεδόν απρόσβλητη. E3. Ίλιγγος μετά από κάκωση ΑΜΣΣ δίκην μαστιγίου. Ο ίλιγγος συνοδεύει περιστασιακά μία κάκωση τύπου «whiplash». Η πιστοποίηση του συνδρόμου είναι ιδιαίτερης αξίας, αν αναλογιστούμε τις πολλές προσφυγές στα δικαστήρια και τις υψηλές δαπάνες που προκύπτουν μετά από τέτοιου τύπου κάκωση. Δώδεκα ασθενείς, που αναφέρθηκαν στα εξωτερικά ιατρεία της κλινικής μας, εξαιτίας μακράς διαρκείας υποκειμενικών ενοχλημάτων με κύριο σύμπτωμα τον ίλιγγο μετά από τον αυχενικό τραυματισμό τύπου “whiplash”, υποβλήθηκαν σε κλινικές, εργαστηριακές και ψυχομετρικές εξετάσεις. Κανένας από τους ασθενείς δεν είχε σημαντικά νευρολογικά συμπτώματα,ούτε ιδιαίτερη επίδραση στη ποιότητα ζωής του, και κανένα σημαντικό τραύμα της αυχενικής σπονδυλικής στήλης δεν προσδιορίστηκε με MRI. Τα στοιχεία μας δείχνουν ότι ο ίλιγγος τύπου “whiplash” είναι σημαντικά δυσκολότερο να το χειριστεί και να το αντιμετωπίσει ένας ιατρός συγκριτικά με τον ιδιοπαθή ίλιγγο. Η επαλήθευση του συνδρόμου αυτού απαιτεί ίσως αντικειμενικότερα κλινικά μέσα. Αυτή η έρευνα προτείνει ότι υπάρχει μια οργανική βάση του συνδρόμου αυτού, αλλά δεν δίνει λύση στην πλήρη κατανόηση των παθοφυσιολογικών μηχανισμών που το προκαλούν, δείχνει ότι το σύνδρομο αυτό δεν έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στον ελληνικό πληθυσμό και προτείνει αυτό το σύνδρομο να εξετάζεται ως τμήμα του χρόνιου συνδρόμου κάκωσης τύπου “whiplash”, του γενικού όρου δηλαδή στην διεθνή βιβλιογραφία : Chronic or Late Whiplash. / Ε1. Quality of life, anxiety and depression in adults with spinal cord injuries: This study aimed to evaluate Life Satisfaction, the Anxiety and Depression and neurologic status, in a community sample of adults living with a spinal cord injury (SCI). A cross-sectional design was used with 92 people living in the community with an SCI. They completed the HADS (42 pts) and SF-36 (42 pts), Life Satisfaction Questionnaire. Analyses were conducted for the whole sample, by gender, Frankel Scale, ASIA motor score, FIM, and level of injury. No correlation findings between motor neurologic scales and quality of life assessment. Additionally this study presents preliminary findings, which support the psychometric integrity of HADS and high HADS scores within an outpatient population with SCI. Items that included potential somatic components revealed a more complex factor loading profile. E2. Sexual function in females with severe spinal cord injuries: The objective of this study was to identify the sexual adjustment of females with severe cervical spinal cord injuries (SCI) using the Female Sexual Function Index (FSFI). The 19-item questionnaire of the FSFI concerns sexual function and satisfaction in sex life. This study, conducted by the Orthopaedic and Psychiatry Departments of Patras University, used a sample of a series of 39 consecutive female patients with severe traumatic SCI. We compared these female patients with an age–economic–educational level- and marital status-matched control group of the general population. Sexual activity was lower among females with SCI, but the desire, the emotional quality of sex life and overall sexual satisfaction did not differ from the controls. These results demonstrate that sexual life in females with SCI remains almost unaffected. E3. Whiplash vertigo: Vertigo or dizziness occasionally accompanies a rear –end, neck injury or is provoked by a neck posture no matter what the orientation of the head is to gravity. Whiplash vertigo is matter of considerable concern because of the high litigation related costs of whiplash injuries. When Whiplash cervical vertigo is diagnosed, the usual symptoms are vertigo, dizziness associated with neck movement. Twelve patients, which were referred to our Outpatient Clinic because of long-lasting subjective vertigo complaints after cervical whiplash spine injury, underwent clinical, laboratorial and psychometric examinations. None of the patients had typical neurological symptoms, and no important lesions of the cervical spine were identified with MRI. Our data indicate that Whiplash Vertigo significantly is more difficult to treat than idiopathic Vertigo. The verification of Whiplash Vertigo Syndrome requires more objective clinical means. This investigation proposes that an organic base of the syndrome might be considered, but does not promote the comprehension of pathophysiologic mechanisms that induces it and of course this syndrome considered as part of the general term Chronic Whiplash Syndrome.
4

Χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των ασθενών με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που υποβάλλονται σε θεραπεία υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση, περιτοναϊκή κάθαρση, ή έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού

Παναγοπούλου, Αλκυόνη 07 June 2010 (has links)
Η εργασία αυτή αποτελεί μία από τις πρώτες που ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση του τρόπου ζωής των ασθενών με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, οι οποίοι υποβάλλονται σε μέθοδο υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση ή έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού στον Ελλαδικό χώρο και συγκρίνει τα αποτελέσματα με τα υπάρχοντα από ανάλογες εργασίες που έχουν επιτελεστεί στην Ευρώπη και στη Βόρειο Αμερική. Στο πρώτο μέρος της διατριβής έγινε αναφορά: α) στους νεφρούς και στη λειτουργία τους και β) στη διαχρονική εξέλιξη των μεθόδων υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας. Στο δεύτερο μέρος αναφέρθηκαν τα γενικά χαρακτηριστικά των ασθενών σε υποκατάσταση και στη συνέχεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ανάλογα με την μέθοδο υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας, αιμοκάθαρση ,περιτοναϊκή κάθαρση ή μεταμόσχευση Στη συνέχεια για κάθε ομάδα ασθενών προσδιορίστηκαν: α) δημογραφικά χαρακτηριστικά (ηλικία, οικογενειακή κατάσταση, τόπος κατοικίας, γραμματικές γνώσεις, χρονικό διάστημα σε υποκατάσταση) β) επαγγελματική κατάσταση γ) δραστηριότητες και φυσική κατάσταση δ) κοινωνική κατάσταση (σεξουαλική ζωή, συμμετοχή στις κοινωνικές εκδηλώσεις, ικανοποίηση από τη ζωή, τις κοινωνικές παροχές, την ιατρική και νοσηλευτική φροντίδα, σχέσεις με οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον ) ε) ψυχολογική κατάσταση ως προς το άγχος και την κατάθλιψη και ζ) έγινε σύγκριση των αποτελεσμάτων με αυτά από ανάλογες εργασίες που έχουν επιτελεστεί στον Ευρωπαϊκό και στον βόρειο-αμερικανικό χώρο. Από τα αποτελέσματα της διατριβής προκύπτει ότι από τις διάφορες μεθόδους αντιμετώπισης της ΧΝΝ τελικού σταδίου, η νεφρική μεταμόσχευση φαίνεται να υπερέχει, συμβάλλοντας σε καλύτερο βαθμό συνολικής αποκατάστασης, αφού εξασφαλίζει βελτιωμένη φυσική κατάσταση, καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση και κοινωνική ευεξία. Ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ οι οποίοι φαίνεται να έχουν καλύτερη ψυχολογική προσαρμογή με λιγότερο stress, άγχος και κατάθλιψη, μεγαλύτερη αυτονομία και ανεξαρτησία. Αυτό τους διευκολύνει για καλύτερη κοινωνική προσαρμογή με μεγαλύτερες δυνατότητες και ευκαιρίες απασχόλησης και κοινωνικής δραστηριοποίησης. Αντίστοιχα η ζωή των ασθενών υπό ΑΚ επηρεάζεται ιδιαίτερα, ο τρόπος ζωής αλλάζει δραματικά σε όλους τους παραπάνω τομείς, αν και δείχνουν να προσαρμόζονται καλύτερα στις αντίξοες συνθήκες που βιώνουν έναντι των ασθενών άλλων χωρών. Πιο αναλυτικά τα αποτελέσματα της διατριβής ήταν τα παρακάτω: - Οι ασθενείς των ομάδων ΑΚ και ΣΦΠΚ είναι κυρίως ηλικιωμένα άτομα, ενώ οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς είναι άτομα νεαρής ηλικίας. Ως προς την οικογενειακή κατάσταση και τον τόπο κατοικίας και οι τρεις ομάδες ακολουθούν την κατανομή του γενικού πληθυσμού. Οι γραμματικές γνώσεις των ασθενών των ομάδων ΑΚ και ΣΦΠΚ είναι κυρίως επιπέδου δημοτικού σχολείου, ενώ των μεταμοσχευμένων ασθενών επιπέδου γυμνασίου. Μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε θεραπεία υποκατάστασης παρουσιάζουν οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς. - Οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς παρουσιάζουν καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση και ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ, ενώ το ποσοστό των ασθενών υπό Α/Κ που εργάζεται είναι πολύ μικρό. - Προβάδισμα στις δραστηριότητες, φυσική κατάσταση έχουν και πάλι οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς έναντι των άλλων ομάδων και ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ. - Οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς παρουσιάζουν καλύτερο επίπεδο κοινωνικής κατάστασης. - Σε καλύτερη ψυχολογική κατάσταση βρίσκονται οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ και ακολουθούν με μικρή διαφορά οι μεταμοσχευμένοι. - Αντίστοιχα αποτελέσματα δίνουν έρευνες που έχουν γίνει σε ασθενείς σε άλλες Ευρωπαϊκές και Βόρειο-Αμερικανικές χώρες αν και οι ασθενείς της παρούσας έρευνας και των τριών ομάδων δείχνουν να έχουν καλύτερους δείκτες αναφορικά με τις παραπάνω παραμέτρους και να προσαρμόζονται καλύτερα στις αντίξοες συνθήκες που βιώνουν, έναντι των ασθενών άλλων χωρών. / The present work is one of the first dealing with the study of the lifestyle of patients with end stage renal failure, under renal function substitution with haemodialysis or peritoneal dialysis or successful kidney transplantation, in Greece, and compares this data with existing results from Europe and North America. In the first part of the thesis there is a presentation of: a) the kidneys and their function and b) the evolution of renal function substitution methods through time. In the second part, the general characteristics of the included patients are reported, followed by the specific characteristics due to the renal substitution methods, haemodialysis, peritoneal dialysis or transplantation. In every group of patients the following parameters were determined: α) demographic data (age, family status, place of living, education, time in renal substitution) β) job status γ) activities and physical status δ) social status (sex life, participation in social events, satisfaction due to life, social benefits, medical and nursery care, relations with friends and relatives) ε) psychology due to stress and depression ζ) comparison of these results with other from Europe and North America. The results of this work reveal that renal transplantation preponderates all other substitution methods for renal function, since it guarantees improved physical status, better job rehabilitation and social welfare. Patients in peritoneal dialysis come next in adaptation, with lesser stress anxiety and depression, bigger autonomy and independence. They have more possibilities and opportunities to work and participate in social activities. On the contrary, the lifestyle of renal patients under dialysis is more negatively affected and their lives changes dramatically in all of the above sections; even though they seem to adapt better in the adverse conditions they are dealing with. In detail, the results of this work are: - Patients under haemodialysis (HD) or peritoneal dialysis (PD) are older people, while transplanted patients are younger. All patients follow the general population distribution, as for family status and place of living. The education level of the HD and PD patients is mostly elementary, while, most transplanted patients have a high school degree. These patients have spent longer periods under renal substitution. - Transplanted patients present better job rehabilitation, followed by patients in PD, while the percentage of working patients in HD is too small. - Transplanted patients have a better physical condition, followed by PD patents. - Transplanted patients are in a better level of social status compared with other renal patients. - Patients in PD seem to have a better psychological profile slightly higher than transplanted patients. - Similar results are presented in other studies from Europe and North America, although patients of all groups, in the present work, show better indices as for the above parameters and adapt better in adverse living conditions, compared with patients of other countries.

Page generated in 0.0271 seconds