• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 7
  • Tagged with
  • 7
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Διερεύνηση συσχετίσεων μεταβλητών που σχετίζονται με την ίδρυση μιας μικρομεσαίας επιχείρησης

Τσιλιχρήστου, Αποστολία 21 July 2015 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάλυση του δείγματος των ερωτηματολογίων ως εργαλείο μελέτης των παραγόντων που σχετίζονται μεταξύ τους και επηρεάζουν σημαντικά στην ίδρυση μιας μικρομεσαίας επιχείρησης. Το είδος και η μορφή των ερωτήσεων, μας οδηγούν αρχικά να διερευνήσουμε τις μεταβλητές μας μέσω πινάκων συνάφειας, καθώς οι εμπλεκόμενες μεταβλητές είναι κυρίως κατηγορικές. / The topic of the present thesis is, at a first stage, the evaluation of those questionnaires on the whole, as a tool of the study of the factors that may affect the establishment of a small and medium-sized enterprise. The type and the form of the questions initially lead us to introduce mainly categorical variables (nominal or ordinal) and to cross-classify them, forming thus contingency tables.
2

Πειραματική και υπολογιστική διερεύνηση ροϊκής συμπεριφοράς φυγοκεντρικών αντλιών : επίδραση της γωνίας εισόδου των πτερυγίων στη σπηλαίωση και την απόδοση της αντλίας

Κυπαρίσσης, Σπυρίδων 01 February 2013 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η πειραματική και η υπολογιστική διερεύνηση της επίδρασης της γωνίας εισόδου των πτερυγίων στη σπηλαίωση και την απόδοση μίας φυγοκεντρικής αντλίας. Στην εργασία αυτή πραγματοποιείται ο σχεδιασμός των πτερυγίων εφαρμόζοντας μία νέα μέθοδο, το σύνθετο διπλό κυκλικό τόξο(Double-Arc Synthetic Method - DASM), η οποία συνδυάζει δύο μεθόδους σχεδιασμού κατά Pfleiderer. Για την υλοποίηση της πειραματικής μελέτης, κατασκευάζονται τρία διαφορετικά στροφεία με γωνία εισόδου των πτερυγίων 9, 15 και 21 μοίρες, από κράμα αλουμινίου και από πλεξιγκλάς. Κατασκευάζεται πειραματική εγκατάσταση αντλίας και εξοπλίζεται με μεγάλης ακρίβειας όργανα μέτρησης. Διαφανή μέρη της πειραματικής εγκατάστασης επιτρέπουν την παρατήρηση της ροής και της σπηλαίωσης στο εξεταζόμενο στροφείο της αντλίας και με τη βοήθεια ενός στροβοσκόπιου φωτογραφίζεται η σπηλαίωση που αναπτύσσεται στα πτερύγια. Η πειραματική ανάλυση επικεντρώνεται στη μελέτη της μονοφασικής ροής και της σπηλαίωσης. Συγκεκριμένα, για την πειραματική μελέτη της μονοφασικής ροής, εξετάζεται η μεταβολή του μανομετρικού και του βαθμού απόδοσης της αντλίας συναρτήσει της παροχής της. Επιπλέον, μελετάται η μεταβολή του μανομετρικού και του βαθμού απόδοσης της αντλίας συναρτήσει της γωνίας εισόδου των πτερυγίων, για τρεις διαφορετικές εξεταζόμενες παροχές. Εξετάζεται η απόκλιση των πειραματικών αποτελεσμάτων του μανομετρικού από τα αντίστοιχα αποτελέσματα που προκύπτουν από το νόμο ομοιότητας. Τέλος, υπολογίζεται η αβεβαιότητα των μετρήσεων και συγκεκριμένα του μανομετρικού και του βαθμού απόδοσης της αντλίας. Μελετώντας πειραματικά τη σπηλαίωση, επικεντρωνόμαστε στη μεταβολή του μανομετρικού και του βαθμού απόδοσης της αντλίας συναρτήσει του διαθέσιμου καθαρού θετικού ύψους αναρρόφησης, για διάφορες παροχές της αντλίας. Μελετάται η μεταβολή του μανομετρικού και του βαθμού απόδοσης της αντλίας συναρτήσει της γωνίας εισόδου των πτερυγίων, για τρεις διαφορετικές τιμές του διαθέσιμου καθαρού θετικού ύψους αναρρόφησης. Στη συνέχεια εξετάζεται το ποσοστό πτώσης του μανομετρικού τη στιγμή που ξεκινάει η σπηλαίωση, αλλά και το μέγιστο ποσοστό πτώσης του, για τη μεγαλύτερη εξεταζόμενη παροχή. Εξετάζεται η μεταβολή του απαιτούμενου καθαρού θετικού ύψους αναρρόφησης και του κρίσιμου αριθμού σπηλαίωσης συναρτήσει της παροχής της αντλίας, για τις τρεις γωνίες εισόδου των πτερυγίων. Τέλος, υπολογίζεται η αβεβαιότητα των μετρήσεων και συγκεκριμένα του μανομετρικού, του διαθέσιμου καθαρού θετικού ύψους αναρρόφησης και του βαθμού απόδοσης της αντλίας. Επιπλέον, στην παρούσα διδακτορική διατριβή πραγματοποιείται υπολογιστική ανάλυση τρισδιάστατων μοντέλων φυγοκεντρικής αντλίας με δομημένο πλέγμα, χρησιμοποιώντας το υπολογιστικό πακέτο ANSYS CFD-Fluent, για τη μελέτη της μονοφασικής ροής και της σπηλαίωσης των εξεταζόμενων στροφείων της αντλίας. Η υπολογιστική μελέτη της μονοφασικής ροής για τα τρία διαφορετικά εξεταζόμενα στροφεία της φυγοκεντρικής αντλίας επικεντρώνεται στη μεταβολή του μανομετρικού της αντλίας συναρτήσει της παροχής της και εξετάζεται η απόκλιση των υπολογιστικών αποτελεσμάτων του μανομετρικού από τα αντίστοιχα αποτελέσματα που προκύπτουν από τα πειράματα. Μελετάται η κατανομή της απόλυτης πίεσης στο μέσο επίπεδο των εξεταζόμενων στροφείων της αντλίας και η αδιάστατη κατανομή της απόλυτης πίεσης γύρω από το μέσο επίπεδο των στροφείων, για τη μέγιστη εξεταζόμενη παροχή. Η υπολογιστική μελέτη της σπηλαίωσης επικεντρώνεται, κυρίως, στη μεταβολή του μανομετρικού της αντλίας συναρτήσει του διαθέσιμου καθαρού θετικού ύψους αναρρόφησης και εξετάζεται η απόκλιση των υπολογιστικών αποτελεσμάτων του μανομετρικού από τα αντίστοιχα αποτελέσματα που προκύπτουν από τα πειράματα. Εξετάζεται η κατανομή της απόλυτης πίεσης στο μέσο επίπεδο των εξεταζόμενων στροφείων της αντλίας και η αδιάστατη κατανομή της απόλυτης πίεσης γύρω από το μέσο επίπεδο των στροφείων, για τη μέγιστη εξεταζόμενη παροχή. Τέλος, παρουσιάζονται οι κατανομές της σπηλαίωσης, που προκύπτουν από τα υπολογιστικά αποτελέσματα και συγκρίνονται με τις αντίστοιχες φωτογραφίες με σπηλαίωση που ελήφθησαν με τη βοήθεια του στροβοσκόπιου κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, για τις τρεις γωνίες εισόδου των πτερυγίων. Από τα αποτελέσματα της πειραματικής και της υπολογιστικής διερεύνησης παρατηρούμε ότι η απόκλιση των υπολογιστικών αποτελεσμάτων από τα αντίστοιχα πειραματικά είναι πολύ μικρή. Επομένως, η υπολογιστική ανάλυση που αναπτύσσεται στην παρούσα εργασία αποτελεί ένα αξιόπιστο εργαλείο διερεύνησης των ροϊκών μεγεθών και της σπηλαίωσης σε φυγοκεντρικές αντλίες και αποσκοπεί σε μελλοντικές μελέτες, όπως την παραμετρική διερεύνηση και τη βελτιστοποίηση του σχεδιασμού μίας αντλίας. / Object of the present doctoral thesis constitutes the experimental and computational study of the effect of the blade leading edge angle to the cavitation and performance of a centrifugal pump. In this study, the blade design is realized, applying a new blade design method (Double-Arc Synthetic Method - DASM), that combines two Pfleiderer' s design methods. For the realization of the experimental study, three different centrifugal pump impellers, with blade leading edge angle of 9, 15 and 21 deg, are constructed by aluminium alloy and plexiglas. A pump test rig is constructed and equipped with high accuracy instrumentation. Transparent parts of the pump test rig allow the observation of fluid flow inside the examined impeller and the photography of the cavitation that is developed in the blades, using a stroboscope. The experimental analysis is focused on the study of the one-phase flow and cavitation. Concretely, for the experimental study of the one-phase flow, the change of the total head and performance of the pump with respect to the flow rate is examined. Moreover, the change of the total head and performance of the pump with respect to the blade leading edge angle is studied, for three different flow rates. The deviation of the experimental results of the total head from the corresponding results of the affinity law is investigated. Lastly, the uncertainty of the measurements and concretely of the total head and performance of the pump is calculated. Studying experimentally the cavitation, we focus on the change of the total head and performance of the pump with respect to the net positive suction head available, for different flow rates. The change of the total head and performance of the pump with respect to the blade leading edge angle, for three different values of the net positive suction head available is tested. Afterwards, the percentage of the total head drop is examined, when cavitation begins. Moreover, the maximum percentage of the total head drop is studied for the greatest tested flow rate. The change of the net positive suction head required and the crucial cavitation number with respect to the flow rate is studied, for three different blade leading edge angles. Lastly, the uncertainty of the measurements and concretely of the total head, the net positive suction head available and the performance of the pump is calculated. Furthermore, in the present doctoral thesis the computational analysis of three-dimensional centrifugal pump with structured mesh is realized using the computational package ANSYS CFD-Fluent, for the study of both the one-phase flow and the cavitation, of the tested centrifugal pump impellers. The computational study of the one-phase flow for the three different examined centrifugal pump impellers, is focused on the change of the total head with respect to the flow rate. Furthermore, the deviation of the computational results of the total head from the corresponding results of the experimental study is investigated. The absolute pressure distribution inside the tested centrifugal pump impellers at the middle span and the dimensionless pressure distribution around the impellers, at the middle span, are investigated for the greatest flow rate. The computational study of the cavitation, is mainly focused on the change of the total head with respect to the net positive suction head available. Moreover, the deviation of the computational results of the total head from the corresponding results of the experimental study is investigated. The absolute pressure distribution inside the tested centrifugal pump impellers at the middle span and the dimensionless pressure distribution around the impellers, at the middle span, are investigated for the greatest flow rate. Lastly, the vapour distributions are resulted by the computational analysis and are compared with the corresponding photographs of cavitation that were snapped with the aid of the stroboscope, during the experiments, for the three blade leading edge angles. From the experimental and computational results, we observe that the deviation of the computational results from the corresponding experimental results is very small. Thus, the computational analysis that is developed in the present work constitutes a reliable tool of the investigation of the flowfield and cavitation in centrifugal pumps and it aims at future studies, such as parametric investigation and optimization of pump design.
3

Πειραματική και υπολογιστική διερεύνηση αεροδυναμικής συμπεριφοράς πτερύγων σε διφασική ροή αέρα – νερού και εφαρμογή σε πτερύγια ανεμοκινητήρων

Δουβή, Ελένη 17 July 2014 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η πειραματική και υπολογιστική διερεύνηση αεροδυναμικής συμπεριφοράς πτερύγων σε διφασική ροή αέρα–νερού και η εφαρμογή σε πτερύγια ανεμοκινητήρων. Αρχικά, γίνεται πειραματική και υπολογιστική μελέτη μονοφασικής ροής αέρα γύρω από αεροτομές, πτέρυγες και πτερύγιο ανεμοκινητήρα και στη συνέχεια μελέτη διφασικής ροής αέρα-νερού γύρω από τα ίδια σώματα. Η σύγκριση μεταξύ των αποτελεσμάτων της μονοφασικής ροής με τα αντίστοιχα της διφασικής ροής αέρα-νερού είναι αναγκαία ώστε να μελετηθούν οι επιπτώσεις της διφασικής ροής αέρα–νερού στην αεροδυναμική απόδοση. Η πειραματική ανάλυση αφορά τη διεξαγωγή πειραμάτων για τη μελέτη της αεροδυναμικής συμπεριφοράς αεροτομών και πτερύγων σε συνθήκες μονοφασικής και διφασικής ροής. Για την προσομοίωση συνθηκών διφασικής ροής αέρα-νερού τροποποιείται η αεροσήραγγα που διαθέτει ήδη το Εργαστήριο με την προσαρμογή ειδικών ακροφυσίων ψεκασμού νερού (συνθήκες βροχής). Για τις ανάγκες των πειραμάτων χρησιμοποιούνται τα μοντέλα αεροτομών και πτερύγων NACA 0012 που συνοδεύουν την αεροσήραγγα και κατασκευάζονται αεροτομή και πτέρυγες S809. Τα πειράματα μονοφασικής και διφασικής ροής γίνονται για την ίδια ταχύτητα αέρα. Για τη διφασική ροή αέρα-νερού εξετάστηκαν τέσσερις διαφορετικές πυκνότητες περιεχόμενης βροχής. Η υπολογιστική ανάλυση γίνεται με το υπολογιστικό πακέτο ANSYS CFD-Fluent. Αρχικά, γίνονται προσομοιώσεις για μονοφασική ροή αέρα γύρω από την αεροτομή NACA 0012, για την οποία υπάρχει πλήθος δημοσιευμένων αποτελεσμάτων, με τρία διαφορετικά μοντέλα τύρβης ώστε να βρεθεί το καταλληλότερο. Ο συντελεστής άνωσης υπολογίζεται με μεγάλη ακρίβεια, σε αντίθεση με το συντελεστή αντίστασης. Το πρόβλημα αυτό οφείλεται στην αδυναμία του Fluent να υπολογίσει το σημείο μετάβασης του οριακού στρώματος από στρωτό σε τυρβώδες. Κρίνεται επομένως αναγκαίο να γίνει σύγκριση του συντελεστή αντίστασης με πειραματικά δεδομένα για πλήρως τυρβώδες οριακό στρώμα. Για ακόμα πιο ακριβή αποτελέσματα αναπτύσσεται αλγόριθμος για τον υπολογισμό του σημείου μετάβασης από στρωτό σε τυρβώδες οριακό στρώμα και γίνονται προσομοιώσεις ορίζοντας την περιοχή αριστερά από το σημείο μετάβασης ως στρωτή και δεξιά από αυτό ως τυρβώδη. Υπολογίζονται οι κατανομές πίεσης και ταχύτητας γύρω από την αεροτομή, καθώς επίσης και τα σημεία ανακοπής, μέγιστης ταχύτητας, αποκόλλησης και επανακόλλησης του οριακού στρώματος. Παρουσιάζονται επίσης οι ροϊκές γραμμές και τα διανύσματα της ταχύτητας γύρω από την αεροτομή. Αντίστοιχες προσομοιώσεις γίνονται και για την αεροτομή S809. Για τη μελέτη του τρισδιάστατου χαρακτήρα της ροής, γίνονται προσομοιώσεις γύρω από πτέρυγα S809. Υπολογίζονται οι συντελεστές άνωσης και αντίστασης, τα σημεία ανακοπής, μέγιστης ταχύτητας, αποκόλλησης και επανακόλλησης του οριακού στρώματος. Επίσης παρουσιάζονται κατανομές της έντασης της τύρβης στην άνω επιφάνεια της πτέρυγας και της συνισταμένης ταχύτητας, της ταχύτητας στη z-διεύθυνση, της έντασης της τύρβης και της επιτάχυνσης της ροής πίσω από την πτέρυγα. Για τη μελέτη της ροής γύρω από περιστρεφόμενο πτερύγιο γίνονται προσομοιώσεις γύρω από το πτερύγιο Phase IV της NREL. Γίνεται μελέτη της κατανομής της αξονικής ταχύτητας πίσω από το δρομέα, της κατανομής της στατικής πίεσης και της έντασης της τύρβης πάνω στην επιφάνεια του πτερυγίου και της κατανομής της στατικής πίεσης σε διάφορα σημεία πάνω στο πτερύγιο. Η υπολογιστική μελέτη της διφασικής ροής αέρα-νερού γίνεται αρχικά για την αεροτομή NACA 0012 με πυκνότητα περιεχόμενης βροχής LWC=30 g/m³, επειδή υπάρχουν αντίστοιχα έγκυρα πειραματικά αποτελέσματα ώστε να γίνει σύγκριση για την εγκυρότητα της διαδικασίας της προσομοίωσης. Στη συνέχεια γίνονται προσομοιώσεις για διφασική ροή αέρα-νερού γύρω από την αεροτομή S809, την πτέρυγα S809 και το περιστρεφόμενο πτερύγιο Phase IV της NREL. Προσομοιώσεις γίνονται επίσης για διαφορετικές πυκνότητες περιεχόμενης βροχής για τη ροή γύρω από τις αεροτομές σε χαμηλό αριθμό Reynolds. Τα αποτελέσματα της διφασικής ροής αέρα-νερού συγκρίνονται με τα αντίστοιχα της μονοφασικής ροής ώστε να προκύψουν συμπεράσματα για τις επιπτώσεις της βροχής στην αεροδυναμική απόδοση. Γίνεται επίσης υπολογισμός του συντελεστή ισχύος του ανεμοκινητήρα σε συνθήκες μονοφασικής ροής αέρα και διφασικής ροής αέρα-νερού. Σε συνθήκες διφασικής ροής αέρα-νερού παρατηρείται υποβάθμιση της αεροδυναμικής απόδοσης, συγκεκριμένα μείωση της άνωσης με παράλληλη αύξηση της αντίστασης. Δυο είναι οι βασικοί μηχανισμοί που επικρατούν και έχουν ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση αυτή. Στην επιφάνεια της αεροτομής δημιουργείται ανομοιόμορφο φιλμ νερού που αυξάνει την τραχύτητα και το πάχος της αεροτομής. Τα σταγονίδια καθώς προσκρούουν πάνω στο φιλμ νερού δημιουργούν «κρατήρες» αυξάνοντας την τραχύτητα της αεροτομής. Επίσης, τα σωματίδια νερού διασπώνται κατά την πρόσκρουσή τους πάνω στην αεροτομή σε άλλα σταγονίδια μικρότερης διαμέτρου και μειωμένης ταχύτητας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τα σταγονίδια αυτά, επαναεπιταχυνόμενα από τη ροή του αέρα να αποσπούν ποσό ενέργειας από το οριακό στρώμα καθιστώντας το πιο ευάλωτο σε αποκόλληση. Στόχος της μελέτης της αεροδυναμικής συμπεριφοράς των πτερυγίων σε διφασική ροή αέρα-νερού είναι η κατασκευή ανεμοκινητήρων υψηλού βαθμού απόδοσης και η παραγωγή φθηνής ενέργειας από την όσο το δυνατόν καλύτερη αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας. / The aim of the present doctoral thesis is the experimental and computational study of the aerodynamic behavior of wings in two-phase flow and the application on wind turbine blades. First of all, experimental and computational study of one-phase flow over airfoils, wings and wind turbine blade and afterwards study of two-phase flow over the same bodies is conducted. The comparison of the results between dry and wet conditions is necessary in order to show the effects of two-phase flow at the aerodynamic performance. Wind tunnel tests were conducted to show the aerodynamic behavior of airfoils and wings in one-phase and two-phase flows. To simulate two-phase flow, the wind tunnel of the Fluid Mechanics Laboratory has to be configured with adding commercial rain simulated nozzles. For the experiments NACA 0012 airfoils and wings which come along the wind turbine are utilized and airfoil and wings S809 are constructed. The experiments of one-phase flow and two-phase flow are conducted for the same air velocity. For the two-phase flow four different Liquid Water Contents are examined. For the computational analysis the commercial CFD code ANSYS Fluent is used. In first place, simulations of one-phase flow over the NACA 0012 airfoil are done with three different turbulence models. The NACA0012 airfoil is chosen because it has been studied in depth and has a precise data base to compare the results of the simulation with. The lift coefficients are computed with accuracy in contrast to the drag coefficient. The overprediction of drag is expected since the actual airfoil has laminar flow over the forward half. The turbulence models cannot calculate the transition point from laminar to turbulent and consider that the boundary layer is turbulent throughout its length. Therefore, it is necessary to compare the computational results with experimental data of a fully turbulent boundary layer. In order to get more accurate results, the computational domain could be split into two different domains to run mixed laminar and turbulent flow. The contours of pressure and velocity over the airfoil are presented, as well as stagnation, maximum velocity, detachment and reattachment points of the boundary layer are computed. Streamlines and velocity vectors over the airfoil are also presented. Similar simulations are conducted for the S809 airfoil. In order to study the tree-dimensional effects of the flow, simulations over the S809 wing are made. Lift and drag coefficients, stagnation, maximum velocity, detachment and reattachment points of the boundary layer are computed. Moreover, contours of turbulent intensity on the upper surface of the wing and velocity, z-velocity, turbulence intensity and helicity behind the wing are presented. Simulations over the Phase IV blade of NREL are also conducted. The axial velocity behind the rotor, the static pressure and the turbulence intensity contribution on the blade’s surface and the static pressure contours at several blade cross-sections are studied. First of all, the computational study of the two-phase flow over a NACA 0012 airfoil and Liquid Water Content LWC=30 g/m3 is conducted, because there are published experimental data for comparison, in order to validate the CFD developed model. After that, simulations of two-phase flow over the S809 airfoil, S809 wing and Phase IV blade are made. In addition, computational study of the effects of different Liquid Water Content on the aerodynamic performance of NACA 0012 and S809 airfoil at low Reynolds number is made. The results from two-phase flow are compared with the corresponding results from one-phase flow in order to show the effects of two-phase flow at the aerodynamic performance. The influence of two-phase flow on the power coefficient of a wind turbine is also investigated. The results show that the aerodynamic performance degrades when encountering rain, especially lift is degreased and drag is increased. The aerodynamic degradation is caused by the water film formation on the airfoil’s surface and the cratering effects from the raindrops impact. The presence of uneven water film on the airfoil surface roughens the airfoil surface and increases the airfoil thickness. The cratering effects from the water droplets impact on the water film layer increase also the airfoil thickness. Moreover, the droplets splash-back when they impact the airfoil and as a result droplets with smaller diameter and velocity are formed. The acceleration of the splashed-back droplets by the air flowfield acts as a momentum sink, deenergizing the boundary layer and leaving it more susceptible to separation. The aim of the study of the aerodynamic behavior of blades in two-phase flow is the construction of wind turbines with greater efficiency and the production of energy from wind with low cost.
4

Παραμετρική διερεύνηση για το [sic] σχεδιασμό αυτόνομων φωτοβολταϊκών συστημάτων στη Βόρεια Ελλάδα

Βανδώρος, Νικόλαος 30 December 2014 (has links)
Σκοπός της διπλωματική αυτής εργασίας είναι η παραμετρική διερεύνηση ενός αυτόνομου φωτοβολταϊκού συστήματος. Η διερεύνηση αυτή γίνεται για έξι πόλης της Βορείου Ελλάδος με στόχο την εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων σχετικά με τον σχεδιασμό αυτόνομων φωτοβολταϊκών συστημάτων. Πριν προχωρήσουμε στην παραμετρική διερεύνηση, θεωρήθηκε σκόπιμο να μελετήσουμε θεωρητικά τα κυριότερα μέρη ενός φωτοβολταϊκού συστήματος. Αρχικά, παρατίθεται μια σύντομη Εισαγωγή στην οποία παρουσιάζεται το ενεργειακό, ενώ τονίζεται η σημασία της ανάπτυξης και βελτίωσης ηλεκτροπαραγωγικών μεθόδων βασιζόμενες στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.). Στο κεφάλαιο 1, αναλύεται η αρχή λειτουργίας των ηλιακών κυττάρων. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην εξίσωση, την I-V χαρακτηριστική και την απόδοση των Φ/Β κυττάρων, ενώ αναφέρονται και τα κυριότερα είδη αυτών. Στο κεφάλαιο 2, αναφερόμαστε στα κύρια δομικά χαρακτηριστικά μιας Φ/Β συστοιχίας, καθώς και στα προβλήματα που αυτή αντιμετωπίζει και την επίλυση αυτών. Στο κεφάλαιο 3 παρατίθεται η αρχή λειτουργίας καθώς και η δομή των δευτερευόντων συσσωρευτών. Επίσης, ειδική αναφορά γίνεται στους συσσωρευτές Νικελίου-Καδμίου. Στο κεφάλαιο 4, αναπτύσσεται το μοντέλο το οποίο χρησιμοποιούμε για να μετατρέψουμε τιμές της προσπίπτουσας ηλιακής ακτινοβολίας σε οριζόντια επιφάνεια σε αντίστοιχες τιμές σε κεκλιμένη επιφάνεια. Στο κεφάλαιο 5, χρησιμοποιούμε το μοντέλο που αναπτύχθηκε στο κεφάλαιο 4 για τον υπολογισμό τιμών της ηλιακής ακτινοβολίας σε κεκλιμένη επιφάνεια, για τις έξι υπό μελέτη πόλεις, χρησιμοποιώντας ως τιμές εισόδου τις τιμές που παρατίθενται στον πίνακα Α.1 (Παράρτημα). Οι τιμές που υπολογίζουμε στο κεφάλαιο αυτό μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο σχεδιασμό Φ/Β συστημάτων συνδεδεμένων με το δίκτυο. Στο κεφάλαιο 6, αναπτύσσεται μια μεθοδολογία υπολογισμού αυτόνομων Φ/Β συστημάτων. Στα κεφάλαια 7 και 8, χρησιμοποιούμε την μεθοδολογία που αναπτύχθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο για να προσομοιώσουμε την λειτουργία ενός αυτόνομου Φ/Β συστήματος για ετήσια και καλοκαιρινή λειτουργία αντίστοιχα. Μάλιστα, στο κεφάλαιο 8 χρησιμοποιούμε και μια παραλλαγή της βασικής μεθόδου για τη μελέτη της καλοκαιρινής περιόδου λειτουργίας του Φ/Β συστήματος. Τέλος, στον επίλογο γίνεται μια συνολική αποτίμηση όσων έγιναν στην διπλωματική αυτή εργασία και παρατίθενται κάποια γενικά συμπεράσματα. / This thesis deals with the parametric study of a Stand Alone Photovoltaic System. This study is being conducted in six cities of Northern Greece, for the purpose of extracting general guidelines regarding the design of stand-alone PV systems. Before we proceed with the study, it is considered useful to study theoretically the main parts of a stand-alone PV system. We start off with a short introduction in which the global energy problem is being described. Emphasis is also given to the importance of developing energy production methods based on Renewable Energy Sources. Chapter 1 deals with the working principle of solar cells. Furthermore, we also investigate the equivalent circuit model, the I-V curve and the efficiency of solar cells. Finally, the primary types of solar cells are being demonstrated. In chapter 2 we study the main parts of a PV array. We also refer to the problems that a PV array faces during its operation, as well as the possible solutions of these problems. In chapter 3 we refer to the working principles and to the structure of batteries. In particular, we study Nickel-Cadmium batteries. In chapter 4, the model that is used in order to convert solar radiation values, taken in horizontal surface, to corresponding values taken in inclined surface, is being described. In chapter 5, we use the model described in chapter 4 in order to calculate values of solar radiation in inclined surface, for the six cities in which this study takes place. The data based on which we calculate the above values are being demonstrated in table A.1 (appendix A). The values calculated in this chapter can be used in the design of a grid connected PV system. In chapter 6, a methodology used in designing a stand-alone PV system is being described. In chapters 7 and 8, we use the above methodology in order to simulate the operation of a stand-alone PV system during annual and summer working periods correspondingly. In chapter 8 we also use a slight alteration of the above methodology in order to study the operation of a stand-alone PV system, during a summer working period even further. Finally, an overall valuation of this thesis is made in the epilogue. Furthermore, some overall conclusions are being presented.
5

Διερεύνηση σηπτικών φλεγμονών επί εδάφους ολικής αρθροπλαστικής ισχίου με ραδιοεπισημασμένα μονοκλωνικά αντισώματα (LeukoSkan)

Καϊσίδης, Αριστοτέλης Α. 23 January 2009 (has links)
Όταν οι κλινικοεργαστηριακές πληροφορίες είναι ανεπαρκείς για τη διά- γνωση σηπτικής φλεγμονής επί αρθροπλαστικής ισχίου, η Πυρηνική Ιατρική μπορεί να προσφέρει σημαντικά στη διαφοροδιάγνωση. Σκοπός της παρούσας προοπτικής μελέτης είναι ο έλεγχος της καταλληλότητας του σπινθηρογραφήματος με σημασμένα με 99mΤc μονοκλωνικά Fab-τμήματα αντισωμάτων ποντικού (IMMU-MN3, Leuko- Scan®) ως προς την ακριβή τοπογραφική εντόπιση και διάγνωση περιπροθετικών σηπτικών φλεγμονών επί αρθροπλαστικής ισχίου. Στο διάστημα 1/2001-2/2004 διερευνήθηκαν 21 ασθενείς με 21 αρθροπλαστικές ισχίου (12 ολικές αρθροπλαστικές χωρίς και 3 με τσιμέντο, 2 υβριδιακές αρθροπλαστικές, 3 αρθροπλαστικές διπλής κίνησης και 1 ημιολική) ως προς την πιθανότητα περιπροθετικής λοίμωξης και σηπτικής χαλάρωσης της αρθροπλαστικής. Ο χρόνος παρακολούθησης (follow up) ήταν κατά μέσο όρο 4,4 έτη (2-12). Οι ασθενείς αντιμετωπίσθηκαν με αναθεώρηση της αρθροπλαστικής σε ένα χρόνο (9 ασθενείς, 42,8%), επέμβαση τύπου Girdlestone (8 ασθενείς, 38,1%), χειρουργικό καθαρισμό και ροή-πλύση (3 ασθενείς, 14,3%) και αναθεώρηση της οστεοσύνθεσης με πλάκα-βίδες επί οστεοτομίας βράχυνσης του μηριαίου σε συγγενή πάθηση ισχίου (1 ασθενής, 4,7%). Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 63 έτη (42-78), με αναλογία άνδρες /γυναίκες 8:13. Aπαραίτητες προϋποθέσεις για να συμπεριληφθούν οι ασθενείς στη μελέτη ήταν: 1) Απουσία πιθανής εγκυμοσύνης, 2) Φυσιολογική νεφρική λειτουργία, 3) Μετεγχειρητικό διάστημα μετά την εμφύτευση της πρωτογενούς αρθροπλαστικής του ισχίου μεγαλύτερο από 12 μήνες, 4) Χρονικό διάστημα άνευ λήψεως αντιμικροβιακών φαρμάκων τουλάχιστον 3 εβδομάδων προ της διερεύνησης μέσω LeukoScan® και 5) Παθολογικά αυξημένες τιμές ταχύτητας καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων (ΤΚΕ) και C-αντιδρώσας πρωτεϊνης (CRP), επειδή οι φυσιολογικές τιμές ουσιαστικά αποκλείουν την πιθανότητα σηπτικής φλεγμονής επί αρθροπλαστικής ισχίου. Η επιλογή των ασθενών προς διαγνωστική διερεύνηση βασίσθηκε σε ένα «πρωτόκολλο παραγόντων κινδύνου» σε συνδυασμό με την κλινική υποψία της παρουσίας περιπροθετικής λοιμώξεως και σηπτικής χαλάρωσης. Ο έλεγχος των ασθενών περιελάμβανε κλινική αξιολόγηση (Harris Hip Score), κλασική ακτινολογική απεικόνιση και εργαστηριακές εξετάσεις αίματος (απόλυτος αριθμός λευκοκυττάρων, ποσοστιαία αναλογία πολυμορφοπυρήνων ουδετεροφίλων κοκκιοκυττάρων, ταχύτητα καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων και C-αντιδρώσα πρωτεϊνη). Κατά τη σπινθηρογραφική διερεύνηση, το 99mTc-Dynamic Bone Scan προηγήθηκε του LeukoScan® λόγω της υψηλής ευαισθησίας του ως προς την ανίχνευση φλεγμονωδών εστιών, το χαμηλό του κόστος και της ισχύουσας διαγνωστικής τακτικής σε αμφίβολες περιπτώσεις οστικής λοίμωξης. Tα ευρήματα του LeukoScan® διαβαθμίστηκαν σε 4 διακριτές κατηγορίες αποτελεσμάτων I-IV (I-άνευ αυξημένης καθήλωσης του ραδιοφαρμάκου, II-αυξημένη πρόσληψη στα μαλακά μόρια και φυσιολογική στο οστούν, III-ίση κατανομή σε μαλακά μόρια και οστούν, IV-μεγαλύτερη πρόσληψη στο οστούν ή μόνο σε αυτό). Οι κατηγορίες I και II αντιπροσωπεύουν αρνητικά LeukoScan®-αποτελέσματα, ενώ οι ΙΙΙ και ΙV θετικά αποτελέσματα. Ακολούθησε ιστοπαθολογική και μικροβιολογική εξέταση διεγχειρητικών δειγμάτων (αξιολογήθηκαν μόνο τα θετικά μικροβιολογικά αποτελέσματα) που ελήφθησαν από προκαθορισμένες περιοχές. Ιστοπαθολογικό κριτήριο περιπροθετικής σηπτικής φλεγμονής αποτέλεσε η ανεύρεση >5 ουδετερόφιλων πολυμορφοπυρήνων κοκκιο- κυττάρων κατά μέσο όρο για κάθε μεγάλο οπτικό πεδίο. Τα ευρήματα του LeukoScan® συσχετίσθηκαν με τα ιστοπαθολογικά και μικροβιολογικά αποτελέσματα και έγινε ονομαστική καταγραφή αληθών και λανθασμένων σπινθηρογραφικών διαγνώσεων. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η προεγχειρητική αξιολόγηση των ασθενών ανέδειξε τους εξής μείζονες παράγοντες κινδύνου: Άλγος ισχίου ή/και άλγος μηρού (21 ασθενείς, 100%), παθολογικές εργαστηριακές εξετάσεις αίματος (21 ασθενείς, 100%), προηγηθείσες χειρουργικές επεμβάσεις (13 ασθενείς, 61,9%), λοίμωξη τραύματος του χειρουργημένου ισχίου (10 ασθενείς, 47,6%) και εστίες λοιμώξεως (9 ασθενείς, 42,8%). O προεγχειρητικός μέσος όρος του υπολογιζόμενου κλινικού Harris Hip Score ήταν 64 βαθμοί, από 28 έως 93 βαθμούς. Η ιστολογική και μικροβιολογική εξέταση των διεγχειρητικών δειγμάτων ανέδειξε την παρουσία περιπροθετικής λοίμωξης σε 17 αρθροπλαστικές, ενώ σε 4 αρθροπλαστικές δεν ανιχνεύθηκε σηπτική φλεγμονή. Η υπολογιζόμενη μέση τιμή των εργαστηριακών παραμέτρων φλεγμονής ήταν σχετικά με τον απόλυτο αριθμό λευκοκυττάρων 8,6 Κ/μl (3,9 – 14,5 Κ/μl), την ποσοστιαία αναλογία των πολυμορφοπυρήνων κοκκιοκυττάρων 64% (39 – 79%), την ταχύτητα καθίζησης ερυθρών αιμοσφαιρίων 56,3 mm (23 – 101 mm ) και την C-αντιδρώσα πρωτεϊνη 6,1 mg/dl (αρνητική τιμή – 40,5 mg/dl). Σε συνδυασμό με τα ιστολογικά και μικροβιολογικά ευρήματα προκύπτει για την ΤΚΕ ευαισθησία ίση με 1, ακρίβεια 0,8 και θετική προγνωστική αξία 0,8. Αντίστοιχα για την CRP προκύπτει ευαισθησία 0,94, ειδικότητα 0,25, ακρίβεια 0,8, θετική και αρνητική προγνωστική αξία 0,84 και 0,5 αντίστοιχα. Έγιναν 15 Dynamic Bone Scan εκ των οποίων 12 αληθώς θετικά, 1 αληθώς αρνητικό και 2 ψευδώς θετικά. Η σπινθηρογραφική διερεύνηση μέσω LeukoScan® που διενεργήθηκε σε 21 ασθενείς, ανέδειξε 17 αληθώς θετικά και 4 αληθώς αρνητικά αποτελέσματα. Στην κατηγορία-III ταξινομήθηκαν 7 θετικά και στην κατηγορία-IV 10 θετικά LeukoScan®. Στην κατηγορία-I ταξινομήθηκε 1 αρνητικό και στη κατηγορία-II 3 αρνητικά LeukoScan®. Από τη στατιστική ανάλυση προκύπτει για το σπινθηρογράφημα οστών τριών φάσεων ευαισθησία ίση με 1, ειδικότητα 0,33, ακρίβεια 0,86, θετική και αρνητική προγνωστική αξία 0,85 και 1 αντίστοιχα. Αντίστοιχα για το 99mTc- Sulesomab όλες οι στατιστικές παράμετροι είναι ίσες με 1. Σε τρεις ασθενείς διενεργήθηκε SPECT/CT-scan χωρίς επιπλέον χορήγηση ραδιοφαρμάκου, προς διερεύνηση της περιοχής των τροχαντήρων και ενισχύθηκε η ταξινόμηση των 99mTc-Sulesomab-ευρημάτων στην εκάστοτε κατηγορία. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ακολουθώντας τον προτεινόμενο διαγνωστικό αλγόριθμο με τη σωστή επιλογή των ασθενών, το 99mTc-Sulesomab μπορεί να αποτελέσει σημαντική διαγνωστική επιλογή κατά τη διερεύνηση των σηπτικών φλεγμονών επί αρθροπλαστικών ισχίου, καθώς κάτω από τις παραπάνω προϋποθέσεις παρουσιάζει ευαισθησία, ειδικότητα, ακρίβεια, θετική και αρνητική προγνωστική αξία ίση με 1. Το SPECT/CT-scan προσφέρει διαγνωστικά όταν οι φλεγμονώδεις αλλοιώσεις εντοπίζονται πάνω από το όριο σώματος μηριαίας πρόθεσης-αυχένος μηριαίας πρόθεσης. / AIM: Nuclear Medicine can contribute in differential diagnosis of septic loosening of hip arthroplasty, when the clinical and laboratory findings are not clear. The aim of this study was to determine the ability of scintigraphy with 99mΤc–Sulesomab (LeukoScan®), to diagnose and localize periprosthetic septic lesions in patients with hip arthroplasty. MATERIALS AND METHODS: 21 patients with hip arthroplasty (12 cementless, 3 cemented, 2 hybrid, 3 bipolar total hip arthroplasties and 1 semiarthroplasty) were studied between 1/2001 up to 2/2004, for possible periprosthetic inflammation and septic loosening. The mean follow up period was 4,4 years (2-12). 9 patients (42,8%), were subjected in revision arthroplasty, 8 patients in Girdlestone procedure, 3 patients in surgical debridement and 1 patient, with congenital hip luxation who was primary subjected in femoral shortening osteotomy and fixation with plate and screws, in revision of the fixation. Then mean patient age was 63 years (42-78) and the male to female ratio was 8:13. All patients, in order to be evaluated, had to fulfill the following requirements: 1) absence of pregnancy, 2) normal renal function, 3) 12 months period after the implantation of the primary prosthesis, 4) 3 weeks period free of antibiotic therapy, before the investigation with Leukoscan and 5) abnormal high values of ESR and CRP, since normal values exclude septic loosening. Patients’ selection for diagnostic evaluation was based on a “high risk protocol” in combination with clinical suspicion of periprothetic infection and septic loosening. All patients were clinically evaluated using Harris Hip Score and were investigated with standard x-rays and blood tests, including total white cell number, percentage of neutrophile granulocytes, ESR and CRP. During scintigraphic studies, 99mTc-Dynamic Bone was done before LeukoScan®, because of its high sensitivity for detecting infectious areas, its low cost and the current diagnostic strategy for doubtful cases of bone infection. LeukoScan® findings were classified in four distinct categories I – IV (I – with normal radiopharmaceutical concentration, II – increased uptake in soft tissues and normal in bone, III – equal increased uptake in soft tissues and bone, IV – increased bony uptake). Categories I and II represent negative LeukoScan® findings, while III and IV were classified as positive. Histopathologic and microbiologic tests of intraoperative samples were done (only positive microbiologic tests were evaluated). Histopathologic criterion for periprothetic septic loosening was considered the finding of >5 neutrophile granulocytes per high energy field. LeukoScan® findings were matched with histopathologic and microbiologic results. RESULTS: Patients’ preoperative evaluation revealed the following risk factors: hip or thigh pain (21 patients, 100%), pathologic blood tests (21 patients, 100%), previous operations (13 patients, 61,9%), wound infection (10 patients, 47,6%) and other infectious regions (9 patients, 42,8%). Preoperative Harris Hip Score was 64 points (28 – 93). Histologic and microbiologic tests of intraoperative samples revealed periprothetic infection in 17 cases. Mean value of laboratory tests revealing infection with respect to total white cells number was 8,6 Κ/μl ( 3,9 – 14,5 Κ/μl ), percentage of neutrophile granulocytes 64% (39 – 79%), ESR 56,3 mm (23 – 101 mm) and CRP 6,1 mg/dl. ESR showed a sensitivity of 1, accuracy 0,8 and positive prognostic value 0,8. CRP had 0,94, 0,25 and 0,8 respective values, with positive prognostic value 0,84. 15 Dynamic Bone Scan were done, 12 were classified as positive, 1 true negative and 2 false positive. LeukoScan® were classified as 17 true positive and 4 true negative. 7 true positive tests were classified in category III and 10 in category IV. 1 negative LeukoScan® was classified in category I and 3 in category II. Dynamic Bone Scan showed a sensitivity 1, specificity 0,33, accuracy 0,86, positive and negative prognostic value 0,85 and 1 respectively. 99mTc-Sulesomab showed for all parameters value 1. CONCLUSIONS: Following the appropriate diagnostic algorithm and patient selection, 99mTc-Sulesomab can detect septic loosening, since it shows sensitivity, specificity, accuracy, positive and negative prognostic values of 1. SPECT/CT-scan offers significant diagnostic help when infection is localized above the neck of the femoral component.
6

Σχεδιασμός και ανάλυση μεθόδου διερεύνησης παραγόντων και της αλληλεπίδρασής τους στην πρόκληση των εργατικών ατυχημάτων / Design and analysis of an investigation method of aiming at the finding factors and their interelationships to the accident causation

Κατσακιώρη, Παναγιώτα 13 July 2010 (has links)
Αντικείμενο της διατριβής είναι η έρευνα των παραγόντων πρόκλησης των εργατικών ατυχημάτων με το σχεδιασμό και την ανάλυση μιας ολοκληρωμένης μεθόδου διερεύνησης, περιορίζοντας τους παράγοντες σε συγκεκριμένες κατηγορίες με τις αλληλεπιδράσεις τους και την ποσοτικοποίηση των σχέσεών τους. Από την ανάλυση των μοντέλων πρόκλησης, προσδιορίζονται τρεις ομάδες μοντέλων (διαδοχικά, επεξεργασίας της ανθρώπινης πληροφορίας και συστημικά), αναδεικνύεται η αντιστοιχία τους με τις μεθόδους διερεύνησης και προτείνεται ολοκληρωμένο πλαίσιο αξιολόγησης των μεθόδων διερεύνησης με συγκεκριμένα κριτήρια. Παράλληλα, οι έρευνες πεδίου σε διαφορετικά δείγματα εργατικών ατυχημάτων ταυτοποιούν παράγοντες πρόκλησης επιβεβαιώνοντας τη σημερινή έρευνα για άμεσους και έμμεσους παράγοντες χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το συνολικό πλαίσιο πρόκλησής τους. Η αξιολόγηση των μεθόδων διερεύνησης και τα αποτελέσματα των ερευνών πεδίου, οδήγησαν στο σχεδιασμό μιας νέας μεθόδου διερεύνησης, η οποία στηρίζεται σε συνδυαστικό μοντέλο πρόκλησης εμπλουτίζοντάς το με τη νομική διάσταση. Η μέθοδος λαμβάνει υπόψη τέσσερις ομάδες παραγόντων: εργασιακούς, ανθρώπινους, οργανωτικούς και νομικούς, οι οποίες διακρίνονται σε υποομάδες με τη βοήθεια σχεδίων ταξινόμησης στοχεύοντας σε μια ολοκληρωμένη διερεύνηση του ατυχήματος. Τα πρώτα αποτελέσματα από την επικύρωση της προτεινόμενης μεθόδου, όσον αφορά στην αξιοπιστία της και την εγκυρότητά της, είναι ενθαρρυντικά για την εφαρμογή της μεθόδου. Ο έλεγχος των υποθέσεων για τη διασφάλιση της εγκυρότητας της μεθόδου, με την ποσοτικοποίηση των σχέσεων των παραγόντων πρόκλησης, όπως ο σχεδιασμός της εργασίας με την κατάρτιση καθώς και η παροχή ανασφαλούς εξοπλισμού με την έλλειψη συμμετοχής των εργαζομένων σε θέματα σχετικά με την εργασία και τα καθήκοντά τους οδηγεί στην πληρέστερη απεικόνιση της πρόκλησης. / This thesis concerns the identification of accident causation factors and their interrelationships with the design and analysis of a structured accident investigation method. The main contribution of the research reported is the development of an evaluation framework of accident investigation methods in terms of their alignment with accident causation models, the design of an investigation method based on the evaluation results and covering the descriptive, revealing, qualitative, quantitative and legal requirements of the investigation and the quantification of the relation between accident causation factors aiming at a more precise structural equation model explaining the occupational accident causation phenomenon. Preliminary research on various samples of accidents identified accident causation factors confirming the current research on immediate and underlying factors without taking into account the whole context of accident causation. The proposed method takes into account four areas: workplace, human, management and legal factors. The method process breaks down the four areas into simpler components with the aid of classification schemes aimed at an integrated accident reconstruction. Results from the application of the proposed method can reveal patterns of associations between factors such as work design and training as well as between provision of unsafe equipment and employee involvement which form the basis to understand complex accident causation mechanisms.
7

Χαρακτηριστικά του τρόπου ζωής των ασθενών με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που υποβάλλονται σε θεραπεία υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση, περιτοναϊκή κάθαρση, ή έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού

Παναγοπούλου, Αλκυόνη 07 June 2010 (has links)
Η εργασία αυτή αποτελεί μία από τις πρώτες που ασχολήθηκαν με τη διερεύνηση του τρόπου ζωής των ασθενών με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου, οι οποίοι υποβάλλονται σε μέθοδο υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας με αιμοκάθαρση ή περιτοναϊκή κάθαρση ή έχουν υποβληθεί σε επιτυχή μεταμόσχευση νεφρού στον Ελλαδικό χώρο και συγκρίνει τα αποτελέσματα με τα υπάρχοντα από ανάλογες εργασίες που έχουν επιτελεστεί στην Ευρώπη και στη Βόρειο Αμερική. Στο πρώτο μέρος της διατριβής έγινε αναφορά: α) στους νεφρούς και στη λειτουργία τους και β) στη διαχρονική εξέλιξη των μεθόδων υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας. Στο δεύτερο μέρος αναφέρθηκαν τα γενικά χαρακτηριστικά των ασθενών σε υποκατάσταση και στη συνέχεια τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ανάλογα με την μέθοδο υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας, αιμοκάθαρση ,περιτοναϊκή κάθαρση ή μεταμόσχευση Στη συνέχεια για κάθε ομάδα ασθενών προσδιορίστηκαν: α) δημογραφικά χαρακτηριστικά (ηλικία, οικογενειακή κατάσταση, τόπος κατοικίας, γραμματικές γνώσεις, χρονικό διάστημα σε υποκατάσταση) β) επαγγελματική κατάσταση γ) δραστηριότητες και φυσική κατάσταση δ) κοινωνική κατάσταση (σεξουαλική ζωή, συμμετοχή στις κοινωνικές εκδηλώσεις, ικανοποίηση από τη ζωή, τις κοινωνικές παροχές, την ιατρική και νοσηλευτική φροντίδα, σχέσεις με οικογενειακό και φιλικό περιβάλλον ) ε) ψυχολογική κατάσταση ως προς το άγχος και την κατάθλιψη και ζ) έγινε σύγκριση των αποτελεσμάτων με αυτά από ανάλογες εργασίες που έχουν επιτελεστεί στον Ευρωπαϊκό και στον βόρειο-αμερικανικό χώρο. Από τα αποτελέσματα της διατριβής προκύπτει ότι από τις διάφορες μεθόδους αντιμετώπισης της ΧΝΝ τελικού σταδίου, η νεφρική μεταμόσχευση φαίνεται να υπερέχει, συμβάλλοντας σε καλύτερο βαθμό συνολικής αποκατάστασης, αφού εξασφαλίζει βελτιωμένη φυσική κατάσταση, καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση και κοινωνική ευεξία. Ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ οι οποίοι φαίνεται να έχουν καλύτερη ψυχολογική προσαρμογή με λιγότερο stress, άγχος και κατάθλιψη, μεγαλύτερη αυτονομία και ανεξαρτησία. Αυτό τους διευκολύνει για καλύτερη κοινωνική προσαρμογή με μεγαλύτερες δυνατότητες και ευκαιρίες απασχόλησης και κοινωνικής δραστηριοποίησης. Αντίστοιχα η ζωή των ασθενών υπό ΑΚ επηρεάζεται ιδιαίτερα, ο τρόπος ζωής αλλάζει δραματικά σε όλους τους παραπάνω τομείς, αν και δείχνουν να προσαρμόζονται καλύτερα στις αντίξοες συνθήκες που βιώνουν έναντι των ασθενών άλλων χωρών. Πιο αναλυτικά τα αποτελέσματα της διατριβής ήταν τα παρακάτω: - Οι ασθενείς των ομάδων ΑΚ και ΣΦΠΚ είναι κυρίως ηλικιωμένα άτομα, ενώ οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς είναι άτομα νεαρής ηλικίας. Ως προς την οικογενειακή κατάσταση και τον τόπο κατοικίας και οι τρεις ομάδες ακολουθούν την κατανομή του γενικού πληθυσμού. Οι γραμματικές γνώσεις των ασθενών των ομάδων ΑΚ και ΣΦΠΚ είναι κυρίως επιπέδου δημοτικού σχολείου, ενώ των μεταμοσχευμένων ασθενών επιπέδου γυμνασίου. Μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε θεραπεία υποκατάστασης παρουσιάζουν οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς. - Οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς παρουσιάζουν καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση και ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ, ενώ το ποσοστό των ασθενών υπό Α/Κ που εργάζεται είναι πολύ μικρό. - Προβάδισμα στις δραστηριότητες, φυσική κατάσταση έχουν και πάλι οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς έναντι των άλλων ομάδων και ακολουθούν οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ. - Οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς παρουσιάζουν καλύτερο επίπεδο κοινωνικής κατάστασης. - Σε καλύτερη ψυχολογική κατάσταση βρίσκονται οι ασθενείς υπό ΣΦΠΚ και ακολουθούν με μικρή διαφορά οι μεταμοσχευμένοι. - Αντίστοιχα αποτελέσματα δίνουν έρευνες που έχουν γίνει σε ασθενείς σε άλλες Ευρωπαϊκές και Βόρειο-Αμερικανικές χώρες αν και οι ασθενείς της παρούσας έρευνας και των τριών ομάδων δείχνουν να έχουν καλύτερους δείκτες αναφορικά με τις παραπάνω παραμέτρους και να προσαρμόζονται καλύτερα στις αντίξοες συνθήκες που βιώνουν, έναντι των ασθενών άλλων χωρών. / The present work is one of the first dealing with the study of the lifestyle of patients with end stage renal failure, under renal function substitution with haemodialysis or peritoneal dialysis or successful kidney transplantation, in Greece, and compares this data with existing results from Europe and North America. In the first part of the thesis there is a presentation of: a) the kidneys and their function and b) the evolution of renal function substitution methods through time. In the second part, the general characteristics of the included patients are reported, followed by the specific characteristics due to the renal substitution methods, haemodialysis, peritoneal dialysis or transplantation. In every group of patients the following parameters were determined: α) demographic data (age, family status, place of living, education, time in renal substitution) β) job status γ) activities and physical status δ) social status (sex life, participation in social events, satisfaction due to life, social benefits, medical and nursery care, relations with friends and relatives) ε) psychology due to stress and depression ζ) comparison of these results with other from Europe and North America. The results of this work reveal that renal transplantation preponderates all other substitution methods for renal function, since it guarantees improved physical status, better job rehabilitation and social welfare. Patients in peritoneal dialysis come next in adaptation, with lesser stress anxiety and depression, bigger autonomy and independence. They have more possibilities and opportunities to work and participate in social activities. On the contrary, the lifestyle of renal patients under dialysis is more negatively affected and their lives changes dramatically in all of the above sections; even though they seem to adapt better in the adverse conditions they are dealing with. In detail, the results of this work are: - Patients under haemodialysis (HD) or peritoneal dialysis (PD) are older people, while transplanted patients are younger. All patients follow the general population distribution, as for family status and place of living. The education level of the HD and PD patients is mostly elementary, while, most transplanted patients have a high school degree. These patients have spent longer periods under renal substitution. - Transplanted patients present better job rehabilitation, followed by patients in PD, while the percentage of working patients in HD is too small. - Transplanted patients have a better physical condition, followed by PD patents. - Transplanted patients are in a better level of social status compared with other renal patients. - Patients in PD seem to have a better psychological profile slightly higher than transplanted patients. - Similar results are presented in other studies from Europe and North America, although patients of all groups, in the present work, show better indices as for the above parameters and adapt better in adverse living conditions, compared with patients of other countries.

Page generated in 0.0248 seconds