Spelling suggestions: "subject:"ηπατίτιδας"" "subject:"ηπατική""
1 |
Λειτουργικός χαρακτηρισμός της μη δομικής πρωτεΐνης NS5A του ιού της ηπατίτιδας C (HCV)Καραμιχάλη, Ειρήνη 03 August 2009 (has links)
Ο ιός της ηπατίτιδας C (HCV) είναι η κύρια αιτία της χρόνιας ηπατίτιδας. Το γενετικό υλικό του ιού είναι ένα μονόκλωνο RNA θετικής πολικότητας μήκους 9600 νουκλεοτιδίων, που κωδικοποιεί ένα ανοιχτό πλαίσιο ανάγνωσης. Στα 5’ και 3’ άκρα της κωδικής περιοχής υπάρχουν ιδιαίτερα συντηρημένες και με έντονη δευτεροταγή δομή μη μεταφραζόμενες περιοχές.
Αντίθετα με το γενικό κανόνα, η έναρξη της μετάφρασης του γονιδιώματος πραγματοποιείται με το μηχανισμό της εσωτερικής πρόσδεσης του ριβοσώματος (IRES). Η αλληλουχία RNA που απαιτείται για τη λειτουργία IRES, περιλαμβάνει όλη την 5’ μη- μεταφραζόμενη περιοχή, εκτός της περιοχής I, και τα πρώτα 75 νουκλεοτίδια της κωδική περιοχής.
Μέχρι τώρα είναι γνωστό ότι μέσω της HCV IRES εξαρτώμενης μετάφρασης εκφράζονται όλες οι δομικές και μη δομικές πρωτεΐνες του ιού. Με την βοήθεια δισιστρoνικών συστημάτων μελέτης έχει δειχθεί ότι η HCV IRES εξαρτώμενη μετάφραση του γονιδιώματος του ιού καταστέλλεται από την μη-δομική πρωτεΐνη NS5Α του ιού.
Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι α) να διερευνηθεί εάν η καταστολή αυτή της HCV IRES εξαρτώμενης μετάφρασης του ιού επηρεάζεται από την παρουσία των υπολοίπων μη δομικών πρωτεϊνών και β) να διερευνηθεί εάν το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και στα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας Flaviviridae και συγκεκριμένα στον GBV-B ιό.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η HCV IRES εξαρτώμενη μετάφραση του ιού που καταστέλλεται από την HCV NS5A δε μεταβάλλεται παρουσία των υπολοίπων μη δομικών πρωτεϊνών. Σε αντίθεση η GBV-B NS5A δε φαίνεται να έχει την ικανότητα καταστολής της μετάφρασης μέσω του ομόλογου GBV-B IRES / -
|
2 |
Πολυσταδιακή δειγματοληπτική έρευνα ιογενών ηπατίτιδων B & C πληθυσμού νομού ΑχαΐαςΦούκα, Καλλιόπη Π. 27 June 2007 (has links)
Πραγματοποιήσαμε πολυσταδιακή δειγματοληπτική έρευνα, προκειμένου να μελετήσουμε τον επιπολασμό και τις οδούς μετάδοσης της ηπατίτιδας Β και C στο γενικό πληθυσμό του Νομού Αχαΐας. Για το σκοπό αυτό εξετάσαμε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1500 ατόμων χρησιμοποιώντας τρίτης γενιάς αντιδραστήρια. Δείκτες HBV μόλυνσης διαπιστώθηκαν σε 339 άτομα (22,6%) με επιπολασμό anti-HBc αντισωμάτων 21,6% (95%CI:19,5-23,8) και HBsAg αντιγόνου 2,1% (95%CI:1,5-3). Anti-HCV θετικά αντισώματα διαπιστώθηκαν σε 8 άτομα με ELISA-3 (0,5%, 95%CI:0,2-1,1), από τα οποία 5 (62,5%) επιβεβαιώθηκαν με LIA-3 και 3 (37,5%) είχαν PCR θετική. Συλλοίμωξη ή παρελθούσα μόλυνση και από τους δύο ιούς ανιχνεύτηκε σε 5 άτομα (0,3%). Από τη στατιστική σύγκριση που έγινε διαπιστώθηκε αυξημένη HBV μόλυνση σε στατιστικά σημαντικό βαθμό στους άνδρες, στους πλέον ηλικιωμένους, στους εγγάμους/διαζευγμένους/χήρους, σε άτομα χαμηλότερου επιπέδου μόρφωσης, με >2 παιδιά, με συγκατοίκηση <2 άτομα καθώς και στις ορεινές και αγροτικές περιοχές έναντι των αστικών και πεδινών. Επίσης, το θετικό περιβάλλον, η κατάχρηση αλκοόλ, η ύπαρξη σεξουαλικών σχέσεων και η μη χρήση προφυλακτικού τόσο με τον περιστασιακό όσο και με το μόνιμο σύντροφο ήταν παράγοντες κινδύνου της μόλυνσης από ιό Β. Αντίθετα, δε βρέθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά HBV μόλυνσης σε σχέση με τις μεταγγίσεις και τη νοσηλεία >1d. Από την άποψη της επαγγελματικής κατανομής της Β μόλυνσης, ιδιαίτερα επιβαρημένη ήταν η αγροτική και η εργατική τάξη. Πάντως, από την πολυπαραγοντική ανάλυση που ακολούθησε μόνο το άρρεν φύλο (ΣΚ 4,1, 95%CI:2,4-7,1), η αυξημένη ηλικία (≥30 ετών ΣΚ 9, 95%CI:4,2-19,4) και το θετικό περιβάλλον (ΣΚ 1,3, 95%CI:0,9-1,8) είχαν ανεξάρτητη σχέση με την HBV μόλυνση. Η γενετήσια και η ενδοοικογενειακή οδός αποτελούσαν τους συχνότερους τρόπους διασποράς του ιού Β, ενώ η παρεντερική οδός ήταν η κυρίαρχη στην μετάδοση του ιού C. Χρόνια ηπατίτιδα Β διαπιστώθηκε στο 9,5% των HBsAg θετικών που ελέγχτηκαν στο Τμήμα Λοιμώξεων (σε κανέναν δεν ανιχνεύτηκε HBV-DNA ιαιμία), ενώ το 60% των επιβεβαιωμένων anti-HCV θετικών έπασχε από χρόνια ηπατίτιδα C. Εμβολιασμό έναντι της ηπατίτιδας Β δήλωσαν 183 άτομα (12,2%), στο 85,8% μαθητές και H.C.W, και anti-HBs>10mIU/ml ανιχνεύτηκαν στο 83,6%. Τέσσερα άτομα (2,2% των εμβολιασθέντων) παρουσίασαν και δείκτες παρελθούσας HBV μόλυνσης. Η «αποτυχία» του εμβολίου υπολογίστηκε στο 7,5%. Οι άνδρες, παρά τον τετραπλό κίνδυνο μόλυνσης, εμβολιάζονταν σε μικρότερο βαθμό συγκριτικά με τις γυναίκες, ενώ δεν υπήρχε στατιστικώς σημαντική διαφορά εμβολιασμού μεταξύ αυτών που είχαν θετικό και αρνητικό περιβάλλον. Συμπερασματικά, ο Νομός Αχαΐας κατατάσσεται στις ενδιάμεσης ενδημικότητας περιοχές όσον αφορά στην ηπατίτιδα Β και στις χαμηλής ενδημικότητας όσον αφορά στην ηπατίτιδα C. Οι κύριοι οδοί μετάδοσης είναι η γενετήσια και η ενδοοικογενειακή για τον ιό Β και η παρεντερική για τον ιό C. Παρά την πολύ μικρή συχνότητα στο γενικό πληθυσμό και λόγω του υψηλού ποσοστού μετάπτωσης σε χρονιότητα, η ηπατίτιδα C παίζει όχι μόνο εξίσου σημαντικό αλλά ίσως και πρωταγωνιστικό ρόλο στη νοσηρότητα από χρόνια ιογενή ηπατοπάθεια στην περιοχή μας. Ειδικά για την ηπατίτιδα Β, η υιοθέτηση του μαζικού εμβολιασμού θα αλλάξει το επιδημιολογικό τοπίο, αλλά χρειάζεται παράλληλα πιο ικανοποιητική κάλυψη των ομάδων υψηλού κινδύνου. / A community-based survey was conducted using the multistage random sampling method, in order to determine the prevalence and routes of transmission of hepatitis B and C in the general population of Achaia region in the Southwestern Greece. For this purpose we examined a representative sample of 1500 individuals using third generation assays.
HBV infection markers were detected in 339 subjects (22,6%) with anti-HBc prevalence 21,6% (95%CI:19,5-23,8) and HBsAg prevalence 2,1% (95%CI:1,5-3). Anti-HCV antibodies were detected in 8 subjects with ELISA-3 (0,5%, 95%CI:0,2-1,1), 5 of which (62,5%) were confirmed with LIA-3 and 3 (37,5%) were HCV-RNA positive. Dual or past infection with both viruses was detected in 5 subjects (0,3%).
Male sex, older age, married/divorced/widowed family status, lower level of education, more than two children, cohabitation with less than two persons, positive environment, alcohol abuse, sex, absence of condom prophylaxis during sexual intercourse with single or multiple partners were all risk factors for HBV infection (statistically significant). On the contrary, there was not significant difference between HBV-negative and HBVinfected individuals when transfusions or hospitalization >1d were concerned. Workers and people in the agricultural sector were particularly affected.
Nevertheless, multivariate statistical analysis revealed that male sex (RR 4,1, 95%CI:2,4-7,1), older age (≥30y RR 9, 95%CI:4,2-19,4) and positive environment (RR 1,3, 95%CI:0,9-1,8) were the only independently associated with HBV infection risk factors.
Sexual and intrafamiliar exposure were the commonest ways for HBV transmission, while percutaneous exposure was the main route for HCV transmission. Chronic hepatitis B was diagnosed in 9,5% of HBsAg carriers who were examined by the physicians of the Department of Infectious Diseases (nobody was HBV-DNA positive), while 60% of those with confirmed anti-HCV antibodies had chronic hepatitis C.
183 subjects declared B immunization (12,2%), mostly pupils and health care workers (85,8%), and anti-HBs>10mIU/ml were detected in 83,6% of them. Four (2,2%) had, also, positive markers of past HBV infection. Vaccination failure was estimated at 7,5%. Men, despite their fourfold risk of infection, were immunized at a lower rate than women, while there was not significant difference in immunization rate between those with positive and negative environment.
In conclusion, Achaia region can be classified as an intermediate HBV and a low HCV endemicity area. The main routes of HBV and HCV transmission are the sexual/intrafamiliar and percutaneous respectively.
Despite the very low prevalence of hepatitis C and due to its higher range of chronicity, the number of chronically HBV and HCV infected in the general population seem to be comparable and, even, hepatitis C can play a leading role in chronic viral liver disease in our region. As far as hepatitis B is concerned, the adoption of mass immunization programmes will alter the epidemiological landscape and this should be especially encouraged in persons belonging to high risk groups.
|
3 |
Ρύθμιση της έκφρασης του IRES (εσωτερική θέση πρόσβασης του ριβοσώματος) του ιού της ηπατίτιδας CΚαραμιχάλη, Ειρήνη 16 November 2014 (has links)
H λοίμωξη που προκαλείται απο τον ιό της ηπατίτιδας C HCV είναι μείζον πρόβλημα για την δημόσια υγεία όπως επίσης και η κύρια αιτία της χρόνιας ηπατικής νόσου και ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, με περίπου 180 εκατομμύρια μολυσμένα άτομα σε όλο τον κόσμο. Ο HCV είναι ένας RNA ιός θετικής πολικότητας που ανήκει στο γένος Hepacivirus της οικογένειας των Flaviviridae. Έξι γονότυποι ( 1-6 ) είναι γνωστοί, καθένας από τους οποίους μπορεί να υποδιαιρεθεί περαιτέρω σε αρκετές υποτύπους. Το γονιδίωμα του HCV αποτελείται από ένα μεγάλο ανοικτό πλαίσιο ανάγνωσης (ORF), πλαισιωμένο από ιδιαίτερα δομημένες 5 'και 3' αμετάφραστες περιοχές (UTRs). Και οι δύο περιοχές UTRs είναι συντηρημένες και έχουν τον έλεγχο της ιογενούς μετάφρασης και αναπαραγωγής. Το 5' UTR του HCV περιέχει μια περιοχή IRES απο την οποία γινεται η έναρξη της cap ανεξάρτητης μετάφρασης του ιικού RNA. Η HCV IRES εξαρτώμενη μετάφραση του ORF παράγει μια ενιαία πρόδρομη πολυπρωτεΐνη που μεσω μετα-μεταφραστικής τροποποίησης από κυτταρικές και ιικές πρωτεάσες, οδηγεί στην ωρίμανση δομικών και μη δομικών πρωτεϊνών. Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι διαφορετικές κυτταρικές ή ιικές πρωτεΐνες μπορούν να ρυθμίσουν την ενεργότητα του HCV IRES.
Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η κατανόηση της ρύθμισης της HCV IRES εξαρτώμενης μετάφρασης. Πρώτον, προσπαθήσαμε να ορίσουμε το ρόλο των ιικών πρωτεϊνών στην HCV IRES εξαρτώμενη μετάφραση που παραμένει αμφιλεγόμενος. Σαφώς, οι μελέτες μας έδειξαν ότι η HCV NS5A ρυθμίζει αρνητικά την ενεργότητα του IRES με κύτταρο-εξαρτώμενο τρόπο. Επιπρόσθετα, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η ενεργοποιημένη PKR ρυθμίζει θετικά την ενεργότητα του IRES ενώ η καταστολή της έκφρασης της ενδογενούς PKR έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Επιπλέον, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η NS5A μεσολαβεί ανασταλτικά στην IRES-εξαρτώμενη μετάφραση και συνδέεται με την αδρανοποίηση της PKR.
Τέλος στην παρούσα εργασία ερευνήσαμε τη ρύθμιση της ενεργότητας του HCV IRES σε συνθήκες χαμηλού οξυγόνου, δεδομένου ότι υποξικές περιοχές εντοπίζονται στον ηπατοκυτταρικό καρκίνο (HCC) και συνδέονται με την ύπαρξη ενός εναλλακτικού προφίλ κυτταρικής μετάφρασης Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι η HCV IRES-εξαρτώμενη μετάφραση ρυθμίζεται αρνητικά σε υποξικές συνθήκες και μάλιστα με κύτταρο-εξαρτώμενο τρόπο. / HCV infection is a major public health problem and a leading cause of chronic liver disease and hepatocellular carcinoma, with approximately 180 million infected individuals worldwide. HCV is a positive sense RNA virus that belongs to the genus hepacivirus of the Flaviviridae family. Six major HCV genotypes (1–6) are known, each of which can be further subdivided into several subtypes (1a, 1b, 2a, etc). The HCV genome consists of a large open reading frame (ORF), flanked by highly structured 5’ and 3’ untranslated regions (UTRs). Both UTRs are conserved and control viral translation and replication. The HCV 5'-UTR contains an IRES that initiates cap-independent translation of the viral RNA. IRES-mediated translation of the HCV ORF yields a single polyprotein precursor that is co- and post-translationally processed by cellular and viral proteases, giving rise to mature structural and non structural proteins. Several studies have suggested that different cellular non canonical proteins or viral proteins can regulate the HCV IRES activity.
The aim of this study was to understand the regulation of the HCV IRES dependent translation. Firstly, we tried to delineate the role of the viral proteins on HCV IRES dependent translation that still remains controversial. Clearly our studies demonstrated that HCV NS5A down-regulates IRES activity in a cell-type dependent manner. Additionally, we provide strong evidence that activated PKR up-regulates the IRES activity while silencing of endogenous PKR had the opposite effect. In addition, we concluded that the NS5A-mediated inhibitory effect on IRES-dependent translation was linked with the PKR inactivation.
Moreover, as it is already reported that localised hypoxic areas are continuously present in HCC due to its high proliferation rate leading to an altered translation pattern, we investigated modulation of HCV IRES activity under low oxygen settings. Our results provided preliminary evidence that HCV-IRES-dependent translation is negatively regulated by low oxygen levels or under hypoxia-mimicking conditions in cell-specific manner.
|
4 |
Κλινική και εργαστηριακή μελέτη ασθενών με τελικού σταδίου χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και χρόνια HCV λοίμωξηΣιαγκρής, Δημήτριος Α. 26 June 2007 (has links)
Μελετήθηκαν επιδηµιολογικές, κλινικές, βιοχηµικές, ιολογικές και ανοσολογικές παράµετροι σε ασθενείς αιµοκαθαιρόµενους για χρόνια νεφρική ανεπάρκεια µε HCV λοίµωξη και συγκρίθηκαν µε τις αντίστοιχες παραµέτρους HCV µολυνθέντων ασθενών µε φυσιολογική νεφρική λειτουργία. 1) Η µελέτη µας έδειξε ότι οι αιµοκαθαιρόµενοι ασθενείς µε HCV λοίµωξη είχαν σηµαντικά µικρότερες τιµές αµινοτρανσφερασών από αυτούς που είχαν φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Από αυτό συµπεραίνεται ότι στους αιµοκαθαιρόµενους, για να εκτιµηθούν οι αµινοτρανσφεράσες σαν βιοχηµικοί δείκτες της ηπατίτιδας C θα πρέπει να διορθώνονται όσον αφορά την υποαµινοτρανσφερασαιµία των αιµοδιυλιζοµένων. 2) Οι αιµοδιυλιζόµενοι είχαν χαµηλότερο ιικό φορτίο από τους ασθενείς µε φυσιολογική νεφρική λειτουργία, σε αντίθεση µε άλλους ανοσοκατεσταλµένους ασθενείς που παρουσιάζουν υψηλότερο ιικό φορτίο από τους ανοσοϊκανούς µε HCV λοίµωξη. Με το χαµηλότερο ιικό φορτίο πιθανώς συσχετίζεται ο µικρότερος βαθµός νεκροφλεγµονώδους δραστηριότητας που ανευρέθη στην βιοψία του ήπατος αυτών των ασθενών. 3) Η συχνότητα κρυοσφαιριναιµίας των αιµοκαθαιροµένων ασθενών δεν διέφερε από αυτών µε φυσιολογική νεφρική λειτουργία, αλλά οι αιµοκαθαιρόµενοι παρουσίαζαν µικρότερες τιµές κρυοκρίτη και κανείς εξ αυτών δεν εµφάνισε κλινικό σύνδροµο κρυοσφαιριναιµίας. Επίσης η συχνότητα ανευρέσεως θετικού ρευµατοειδούς παράγοντος ήταν µικρότερη ενώ τα επίπεδα του C4 κλάσµατος του συµπληρώµατος ήταν υψηλότερα στους αιµοκαθαιρόµενους ασθενείς. Αυτά τα ευρήµατα υποδηλώνουν σχετική ανεπάρκεια του µηχανισµού δηµιουργίας αυτοαντισωµάτων και ανοσοσυµπλεγµάτων στους αιµοκαθαιρόµενους ασθενείς. 4) Οι αιµοδιυλιζόµενοι ασθενείς µε HCV λοίµωξη παρουσίαζαν ξηρά κερατοεπιπεφυκίτιδα σε παρόµοιο ποσοστό µε τους HCV ασθενείς µε φυσιολογική νεφρική λειτουργία, αλλά η ανοσολογική αντίδραση των δακρυικών αδένων έναντι του ιού της ηπατίτιδας C ήταν µάλλον µικρότερη. Η ξηρά κερατοεπιπεφυκίτιδα στους ασθενείς µε HCV λοίµωξη έδειξε να συνδυάζεται µε µεγάλη ηλικία και µεγαλύτερο στάδιο ηπατικής ίνωσης. 5) Τέλος, οι αιµοκαθαιρόµενοι ασθενείς ανευρέθησαν να έχουν µικρότερο βαθµό νεκροφλεγµονώδους δραστηριότητας και ίνωσης από τους ασθενείς µε φυσιολογική νεφρική λειτουργία και πιθανώς µάλιστα ηπιώτερη νόσο όσον αφορά όλες τις παραµέτρους αυτής. / We studied epidemiological, clinical, biochemical, virological and immunological characteristics of HCV infected patients on chronic hemodialysis for end stage renal failure and we compared them to those of otherwise normal patients with chronic HCV infection.
1) Our study showed that the mean values of aminotransferases were significantly lower in hemodialysis patients compared to patients with normal renal function. Our data suggest that in patients undergoing hemodialysis aminotransferases levels should be interpreted, for evaluation of hepatitis C activity, after correction for hypoaminotransferasemia of the hemodialysis population.
2) HCV viral load was found significantly lower in patients on maintenance hemodialysis than in the group with normal renal function. This contrasts with the high HCV viral load that is usually found in other immunocompromised patients. The lower grading of necroinflammatory activity, which was found in liver biopsy samples of hemodialysis patients, is possibly related to the lower viral load in these patients.
3) Prevalence of cryoglobulinemia in HCV-infected hemodialysis patients was not different from that of patients with normal renal function, but hemodialysis patients had lower cryocrit values and none of them presented a cryoglobulinemic syndrome. Rheumatoid factor positivity rate was also lower in hemodialysis group, while complement C4 levels were higher in these patients. These findings denote less efficient mechanism of creating autoantibodies and immune complexes in this population.
4) Patients on hemodialysis infected with HCV have a similar percentage of keratoconjunctivitis sicca with normal renal function HCV patients. Nevertheless hepatitis C virus appears to incite lower immunologic response to lacrimal glands in uremic as opposed to otherwise normal patients. Keratoconjunctivitis sicca in patients with chronic HCV infection was associated with older age and higher staging score of fibrosis in liver biopsy.
5) Finally, hemodialysis patients were found to have lower grading and staging score than those with normal renal function and possibly less severe disease from every aspect.
|
5 |
Η συχνότητα και τα χαρακτηριστικά της μετά από μετάγγιση ηπατίτιδας στην Ελλάδα με έμφαση στην ηπατίτιδα CΜακρής, Κωνσταντίνος 11 May 2010 (has links)
- / -
|
6 |
Γενετική ποικιλομορφία του γονιδίου core του ιού της ηπατίτιδας C και μεταγραφική ρύθμισηΆιχερ, Στεφανή 02 May 2014 (has links)
Η πολυλειτουργική πρωτεΐνη core του ιού της ηπατίτιδας C (HCV) εμπλέκεται στην ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκινώματος (HCC) που προκαλείται από τον ιό της ηπατίτιδας C, αλλά ο μηχανισμός με τον οποίο συμβαίνει αυτό δεν είναι κατανοητός. Η ενεργοποίηση του μονοπατιού Wnt/ β-κατενίνη, παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη ηπατοκυττταρικού καρκίνου, και τροποποιείται από την πρωτεΐνη core του ιού της ηπατίτιδας C. Ο ιός της ηπατίτιδας C χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη γενετική ποικιλομορφία και διαφορετικά κλινικά δείγματα διαφέρουν όσον αφορά την μολυσματικότητα τους και την παθογένεια που προκαλούν. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να καθοριστεί ο ρόλος της γενετικής ποικιλομορφίας της πρωτεΐνης HCV core στην ενεργοποίηση του μονοπατιού Wnt/ β-κατενίνη και να μελετηθεί ο μοριακός μηχανισμός με τον οποίο η πρωτεΐνη HCV core ρυθμίζει την ενεργοποίηση αυτή. Η ενεργότητα του μονοπατιού Wnt/β-κατενίνη μελετήθηκε σε HEK 293T και Huh 7.5 κυτταρικές σειρές που εκφράζουν παροδικά τις πρωτεΐνες core των γενοτύπων 1a, 1b, 3a, 4a, 4f και από ένα μοναδικό δείγμα του γενοτύπου 1a που προέρχεται από έναν ασθενή από την Καμπότζη (1aCam). Μελέτες βασισμένες στη μέτρηση ενεργότητας της λουσιφεράσης, Western blot ανάλυση και qPCR, χρησιμοποιήθηκαν για την μέτρηση των επιπέδων έκφρασης γονιδίων και πρωτεϊνών. Βρέθηκε ότι η HCV core πρωτεΐνη ρυθμίζει θετικά την μεσολαβούμενη από τη β-κατενίνη Tcf-εξαρτώμενη ενεργότητα της λουσιφεράσης σε ένα γενοτυπο-εξαρτώμενο τρόπο. Σε συμφωνά με τα αποτελέσματα αυτά βρέθηκε ότι η πρωτεΐνη HCV core σταθεροποίει τα επίπεδα της β-κατενίνης, τόσο σε παροδικά μετασχηματισμένα κύτταρα, όσο και σε κύτταρα που μολύνονται με βακουλοϊούς που εκφράσουν τις πρωτεΐνες core των υποτύπων 4a και 4f. Τέλος, βρέθηκε ότι η πρωτεΐνη HCV core συμβάλει στην θετική ρύθμιση των γονιδίων c-myc, αξίνης και Tbx3, τα οποία είναι καθοδικά γονίδια στόχοι του μονοπατιού Wnt/β-κατενίνη και εμπλέκονται στην ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. Συμπερασματικά, οι πρωτεΐνες HCV core διαφορετικών γενοτύπων του ιού ρυθμίζουν διαφορετικά το μονοπάτι σηματοδότησης Wnt/β-κατενίνη και η διαφορετική αυτή ρύθμιση μπορεί να σχετίζεται με ικανότητα των διαφόρων γενοτύπων του ιού της ηπατίτιδας C να επάγουν την ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. / The multifunctional HCV core protein is implicated in the development of hepatocellular carcinoma (HCC) caused by HCV infection, but the underlying mechanism is not fully understood. Activation of the Wnt/ β-catenin pathway plays a major role in HCC and is modulated by the HCV core protein. HCV is characterized by extensive genetic diversity and different clinical isolates do vary in their infectivity and pathogenesis mainly due to variations in the structure/function relationships of individual viral proteins. The aim of this study is to determine the possible influence of genetic variability in HCV core protein in enhancing the Wnt/ β-catenin signaling activity and to elucidate the molecular mechanisms by which HCV core modulates activation of β-catenin. The Wnt/β-catenin activity was investigated in transiently transfected HEK 293T and Huh 7.5 cell lines transiently expressing HCV core proteins from HCV genotypes 1a, 1b, 4a, 4f and from a unique isolate of genotype 1a obtained from a Cambodian patient (1aCam). Luciferase-based reporter assay, Western blot, and qPCR, were used to measure gene and protein expression levels. We found that, HCV core protein upregulates β-catenin-mediated Tcf-dependent luciferase activity in a genotype specific manner. Consistent to these findings, HCV core stabilizes β-catenin levels. Finally, we showed that HCV core contributes to the upregulation of Tbx3 gene expression, a downstream target gene of Wnt/ β-catenin pathway contributing to HCC development. In conclusion, HCV core protein from different genotypes appears to differentially regulate the Wnt/β-catenin signaling pathway and this finding may contribute to different potential of HCV genotypes to induce HCC.
|
7 |
Μελέτη της μοριακής ποικιλομορφίας στην περιοχή του του πυρηνικού αντιγόνου του ιού της ηπατίτιδας Β σε χρόνιους ασυμπτωματικούς φορείς του ιού / Study of molecular variations in the core promoter, precore, and core regions of hepatitis B virus genome, and within the antigenic epitopes of HBcAg in viral strains isolated from asymptomatic carriers of the hepatitis B virusΝικήτας, Νικήτας 12 December 2008 (has links)
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας παρατηρείται ένα προοδευτικώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για την διερεύνηση της ύπαρξης ή μη συσχέτισης, ανάμεσα στην γενετική ποικιλομορφία της περιοχής του πυρηνικού υποκινητή (Core Promoter, CP, 1700-1849), της προπυρηνικής περιοχής (Precore, PC, 1814-1901) και της περιοχής του κυρίως πυρηνικού αντιγόνου (Core, 1901-2450) του ιού της Ηπατίτιδας Β, τόσο σε νουκλεοτιδικό όσο και σε πρωτεϊνικό επίπεδο, και στην κλινική εικόνα της Οξείας ή Χρόνιας Ηπατίτιδας Β, την πιθανότητα εξέλιξης και το ρυθμό εξέλιξης της χρόνιας HBV λοίμωξης σε Χρόνια Ενεργό Ηπατίτιδα, Κίρρωση του Ήπατος και Ηπατοκυτταρικό Καρκίνωμα (ΗΚΚ).
Στόχοι Έρευνας: Λαμβάνοντας υπόψη όλες τις προηγουμένως δημοσιευθείσες εργασίες και δεδομένης της ολοένα και αυξανόμενης σημασίας που αποκτά η γενετική ποικιλομορφία της περιοχής του πυρηνικού αντιγόνου στην εξέλιξη της χρόνιας HBV λοίμωξης, προχωρήσαμε σε ανάλυση της γονιδιακής αλληλουχίας των περιοχών του κυρίως πυρηνικού υποκινητή , και της προπυρηνικής περιοχής καθώς και σε ανάλυση της γονιδιακής και πρωτεϊνικής αλληλουχίας του πυρηνικού αντιγόνου σε στελέχη του ιού που απομονώθηκαν από 23 Χρόνιους Ασυμπτωματικούς Φορείς (ΧΑΦ) του ιού HBV, χρησιμοποιώντας ως μάρτυρες (controls) στελέχη του ιού που απομονώθηκαν από 4 ασθενείς με Χρόνια Ενεργό Ηπατίτιδα Β (ΧΕΗΒ) προ της ενάρξεως οποιασδήποτε θεραπευτικής αγωγής και κλωνοποιήθηκαν. Οι στόχοι της παρούσας έρευνας συνοψίζονται ως εξής: α) Να καταγράψουμε το σύνολο των μεταλλάξεων στις υπό μελέτη περιοχές και το σύνολο των αμινοξικών αντικαταστάσεων στο πυρηνικό αντιγόνο χωρίς να εστιάσουμε μόνο σε 3-4 μεταλλάξεις οι οποίες αποτέλεσαν μεμονωμένο αντικείμενο μελέτης στην συντριπτική πλειονότητα των έως τώρα δημοσιευμένων ερευνών, β) Να εξακριβώσουμε την συχνότητα εμφάνισης κάθε μετάλλαξης και πως αυτή διαφοροποιείται ανάλογα με την κλινική κατάσταση και το ορολογικό προφίλ των ασθενών, τον γονότυπο, και τον υπότυπο του ιού, γ) να προτείνουμε ένα ακριβές προφίλ μεταλλάξεων και αμινοξικών αντικαταστάσεων που χαρακτηρίζει τους ΧΑΦ και να δείξουμε πως αυτό διαφοροποιείται στους ασθενείς με ΧΕΗΒ, δ) Να ερευνήσουμε την ποσοτική αλλά και ποιοτική επίπτωση των διαπιστούμενων, στην κωδικοποιούσα το πυρηνικό αντιγόνο αλληλουχία, νουκλεοτιδικών αλλαγών επί της αμινοξικής αλληλουχίας του πυρηνικού αντιγόνου, και πως αυτή επηρεάζει την σύσταση των αντιστοίχων επί του πυρηνικού αντιγόνου αντιγονικών επίτοπων, ε) Να προτείνουμε νέες τεχνικές απομόνωσης ιικού DNA και πολυμερισμού τμημάτων του ιικού γονιδιώματος σε ασθενείς με πολύ χαμηλά επίπεδα ιαιμίας, όπως οι ΧΑΦ, στ)
Να επιβεβαιώσουμε ή να αντικρούσουμε τα δεδομένα της διεθνούς βιβλιογραφίας, που αφορούν στην συχνότητα εμφάνισης μεταλλάξεων και την εντόπιση τους στις υπό μελέτη περιοχές, την διαφοροποίηση αυτών μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών ασθενών, διαφορετικών γονότυπων και διαφορετικών υπότυπων του αυτού γονότυπου του ιού. / Infection with HBV may lead to a wide spectrum of liver disease that ranges, in acute infection from mild self-limited to fulminant hepatitis, and in persistent infection from an ASC state to severe chronic hepatitis, cirrhosis and HCC. Several host factors are important in determining outcome, including age at infection, immune competence and MHC haplotype. Viral factors may also play an important role. Over the past decade, there has been considerable interest in whether certain genetic variants of HBV are associated with increased pathogenicity, such as the development of acute liver failure and progression of persistent infections to Chronic Active Hepatitis B, Liver Cirrhosis and Hepatocellular Carcinoma.
Aims
We proceeded to the sequencing of the entire CP, PC and Core regions of the HBV genome and the analysis of the Molecular variation in them in HBV isolates derived from 23 ASCs and 4 patients with CHB. 17 ASCs were Greeks (genotype D [ayw3]) and 6 were Chinese (Genotype C [ayr]) while all CHB patients were Greeks (though 3 of Genotype D ayw3 and 1 of Genotype D ayr). Our ultimate aims were the identification of all nucleotide and amino acid substitutions within the aforementioned regions and Core protein, respectively, and the demonstration of the differential presentation, distribution and frequency patterns of these substitutions and their respective combinations, in terms of clinical, virological and immunological characteristics of the patients.
|
8 |
Κλινικοί, γενετικοί και εργαστηριακοί προγνωστικοί παράγοντες σχετιζόμενοι με τη θεραπευτική απάντηση σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C / Therapeutic response to patient with chronic hepatitis C due to clinical genetic and laboratory prognostic factorsΣυροκώστα, Ιουλία 26 June 2007 (has links)
H θεραπεία της χρόνιας ηπατίτιδας C παραμένει πρόκληση ,ιδιαίτερα για κάποιους ασθενείς ,μια και ποικίλοι παράγοντες που αφορούν τόσο τον ιό όσο και τον ξενιστή σχετίζονται με χαμηλότερη ιολογική απάντηση στη θεραπεία .Ο γονότυπος τύπου 1 και το υψηλό ιϊκό φορτίο έναρξης είναι οι κύριοι ιϊκοί παράγοντες που σχετίζονται με χαμηλότερη ιολογική απάντηση στη θεραπεία ,ενώ για τον ασθενή οι παράγοντες που σχετίζονται με χαμηλότερη ιολογική απάντηση στη θεραπεία είναι η μη ανταπόκριση ή η υποτροπή σε προηγούμενη θεραπεία ,η παρουσία κίρρωσης ,η Αφροαμερικανική καταγωγή, η μεγαλύτερη των 40 ετών ηλικία, η μη συμμόρφωση στη θεραπεία και η παχυσαρκία. Τα οβάλ ηπατοκύτταρα είναι πρόδρομα ηπατικά κύτταρα που έχουν συσχετισθεί με την εξέλιξη της ηπατικής νόσου και την ανάπτυξη ηπατοκυτταρικού καρκινώματος σε πειραματικά μοντέλα .Πρόσφατα έχουμε αποδείξει ότι σε περιπτώσεις χρόνιας ηπατίτιδας τύπου Β ή C η παρουσία πρόδρομων ηπατικών κυττάρων σχετίζεται με τη σοβαρότητα της νόσου το βαθμό ίνωσης και το σχετιζόμενο κίνδυνο ανάπτυξης ηπατοκυτταρικού καρκινώματος Αυτή η μελέτη προσπάθησε να εντοπίσει τους παράγοντες που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην μακροχρόνια ανταπόκριση στη θεραπεία ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα C καθώς και τον ρόλο που μπορεί να έχει σε αυτή τη διαδικασία η ύπαρξη πρόγονων ηπατικών κυττάρων . Στόχος του έργου είναι η διερεύνηση ποικίλων κλινικών γενετικών εργαστηριακών και ιστολογικών παραμέτρων οι οποίες σχετίζονται με τη θεραπεία σε ασθενείς με χρόνια HCV λοίμωξη. Δευτερογενής στόχος της μελέτης είναι ο καθορισμός ομάδων υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη κίρρωσης και ηπατοκυτταρικού καρκίνου. ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 135 ενήλικες ασθενείς με θετική PCR και με βιοψία ήπατος που πιστοποιούσε χρόνια ηπατίτιδα εισήχθησαν στη μελέτη και τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν είτε μονοθεραπεία με 3 MU ιντερφερόνης a2b τρεις φορές την εβδομάδα για 24 εβδομάδες ή συνδιασμό με ιντερφερόνη ή ή πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη a2a (40 KD) μία φορά την εβδομάδα και προσθήκη 1000ή1200 mg ριμπαβιρίνης για 24 ή 48 εβδομάδες ανάλογα τον γονότυπο .Όλοι οι ασθενείς παρακολουθούνταν για την ασφάλεια την αντοχή και την αποτελεσματικότητα στο τέλος της εβδομάδας 2, 4, 8 και κάθε 4 εβδομάδες κατά τη διάρκεια της θεραπείας . Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας οι ασθενείς παρακολουθούνταν στις εβδομάδες 4, 12, 24 . Το πρώιμο τελικό σημείο ήταν η απώλεια του μετρήσιμου RNA του ιού της ηπατίτιδας C (HCV- RNA < 100c/ml) την εβδομάδα 24 μετά το τέλος της θεραπείας . Για να μελετήσουμε τη συσχέτιση των πρόγονων ηπατικών κυττάρων με την ανταπόκριση στη θεραπεία μελετήθηκαν 77 ηπατικές βιοψίες από ισάριθμους ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C. Σαν μάρτυρες χρησιμοποιήθηκαν 10 φυσιολογικές ηπατικές βιοψίες .29 ασθενείς που ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία και είχαν αρνητική PCR στο τέλος της προκαθορισμένης περιόδου αποτέλεσαν την ομάδα (Α) .29 ασθενείς που δεν ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία και είχαν θετική PCR στο τέλος της προκαθορισμένης περιόδου αποτέλεσαν την ομάδα (Β) και τέλος 19 ασθενείς που υποτροπίασαν μετά αρχική ανταπόκριση στη θεραπεία αποτέλεσαν την ομάδα (Γ).Εξετάσθηκαν τομές παραφίνης πάχους 4 μm και καταμετρήθηκαν τα κύτταρα με μορφολογία οβάλ ηπατοκυττάρων δηλαδή AFPmRNA(+) και πρωτεΐνες CK19 (+) CK7(+) LCA(-) KAI CD34(-) Τα αποτελέσματα εκφράστηκαν σε ποσοστό επί τις %για τα κύτταρα με τα αντίστοιχα μορφολογικά χαρακτηριστικά και συσχετίστηκαν με τις αντίστοιχες κλινικές παραμέτρους. Ηπατικά προγονικά κύτταρα παρουσιάστηκαν και στις 87 βιοψίες αν και ήταν σημαντικά λιγότερα στις βιοψίες ελέγχου. Σύμφωνα με την έκφραση AFPmRNA η επί της % έκφραση ήταν :Ομάδα Β 53.4+ 1.3 > Ομάδα Γ 49+1.8 > Ομάδα Α 30.7 + 1.9 Οι ασθενείς που έλαβαν ιντερφερόνη ανταποκρίθηκαν καλύτερα στη θεραπεία αν ήταν < 40 είχαν γονότυπος 3,ιστορικό IV Χρήσης ουσιών αρνητική PCR-HCV (-) στην εβδομάδα 24 μετά θεραπεία &είχαν απουσία κίρρωσης ενώ είχαν μικρότερη πιθανότητα ανταπόκρισης αν είχαν ηλικία >40 έτη γονότυπο 1 ιστορικό μετάγγισης, αυξημένη ALT ή παρουσία κίρρωσης. Οι ασθενείς που έλαβαν θεραπεία συνδιασμού είχαν ευνοϊκή πρόγνωση αν εμφάνιζαν γονότυπο 2 ή 3 και μη ευνοϊκή αν είχαν γονότυπο 1,4 παρουσία κίρρωσης& αυξημένη γGt . Οι αυξημένες τρανσαμινάσες δεν αποτελούσαν προγνωστικό δείκτη. Στους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με πεγκυλιωμενη ιντερφερονη η ηλικία ή η απουσία κίρρωσης δεν αποτελούσε ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα αντίθετα με την παραμονή αυξημένης ALT & γGt στον 6ο μήνα θεραπείας Ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες για οποιαδήποτε θεραπευτικό σχήμα ήταν η Ηλικία (< 40 ετών )και η απουσία κίρρωσης .Οι ασθενείς με Φυσιολογικές τρανσαμινάσες αποτελούσαν το 40% των ασθενών μας στη δική μας μελέτη φάνηκε ότι ανταποκρίνονται καλύτερα στη θεραπεία και Σε μικρότερο ποσοστό εμφανίζουν κίρρωση ( 7% ) ενώ οι ασθενείς με κίρρωση Ανταποκρίνονται λιγότερο καλά σε όλες τις θεραπείες εμφανίζουν μεγαλύτερη διάρκεια λοίμωξης,λιπώδες ήπαρ σε μεγαλύτερο ποσοστό (64%) Έχουν αυξημένα ποσοστά ALT-γGt. Ενώ η παρουσία κίρρωσης είναι ανεξάρτητη από τον γονότυπο Τα ΠΗΚ υπάρχουν συχνά σε βιοψίες ήπατος ασθενών με ΧΗC και εκφράζουν AFPmRNA Υπάρχει σημαντική συσχέτιση με τη σοβαρότητα της νόσου και την ανταπόκριση στη θεραπεία Τα ΠΗΚ μπορεί να αποτελέσουν ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα για την ανταπόκριση στη θεραπεία σε ασθενείς με χρόνια ηπατίτιδα C. / The treatment of chronic hepatitis C remains a challenge, particularly for certain patients as several virus related and patient related factors are associated with a lower virologic response to therapy. Hepatitis C virus genotype 1and a high baseline viral load are the major viral factors associated with a lower virologic response to therapy .Patient –related factors include previous relapse or non response to treatment, the presence of cirrhosis, the African America ethnicity, older age, contraindications to treatment and obesity. Oval hepatocytes (HK) are liver stem cells which are involved in the progress of liver disease and hepatocellular carcinoma development in experimental models. We have previously shown that in case of chronic hepatitis type B or C the presence of OH is related to the severity of the disease, the grade of fibrosis and the relative risk for HCG development. This study try to determine the factors effect the long term suppression of hepatitis C virus and also investigate the correlation of OH expression with treatment response in patients with chronic hepatitis C. Design 135 patients aged 18 years or more with positive HCV RNA and liver biopsy, were enrolled and randomly allocated to one of three regimens: 3mega units (MU) interferon a2btree times a week for 24 weeks, 3mega units (MU) interferon a2b tree times a week, plus 1000-12000 mg ribavirine per day for 24 weeks or 48 weeks or peg interferon alfa-2a (40KD) plus ribavirine 1000 or 1200 per day for 24 or 48 weeks because of different genotype. All patients were assessed for safety, tolerance and efficacy and the end of weeks 2, 4, 8and every 4 weeks during treatment. After treatment was completed patients were followed up on weeks 4, 12 and 24.The primary endpoint was loss of detectable HCV-RNA (serum HCV-RNA <100 copies/ml) at week 24 after treatment. The study comprised 77 liver biopsies obtained to an equal number of patients with chronic hepatitis C virus infection. To investigate the correlation of OH expression with treatment response ten normal liver biopsy were used as control. Twenty nine patients were assigned as responders (group A) 29 as non responders (group B) and 19 as releasers (group C). Paraffin sections (4μm thick) were subjected. To OH expretion . Cells with morphologic features of OH that were AFPmRNA or protein +/CK19+/CK7+ and LCA (-) /CD 34(-) were scored. Results were expressed as% of positive cells following morphometric analysis and correlated with the clinical parameters. Findings Sustained virological response at 24 weeks after treatment was found in 18( 22% ) of the 88 patient treated for 24 weeks with 3mega units (MU) interferon a2b three times a week ,35 ( 47%) of the 74 patient treated with the combination regiment, and 28 (60% ) of the 47 treated with peg interferon alfa-2a (40KD) plus ribavirine. Logistic recreation identified five independent factors significantly associated with response to treatment with interferon: genotype 2 or 3 , age forty years or less, minimal fibrosis stage, Ivd users , PCR negative at 6 months. Tree factors associated with the response to combination therapy: genotype 2 or 3, no cirrhosis, and high γgt the only factors significantly associated with response with the pegylated interferon treatment is high levels of γgt and alt to the sixth month of treatment. Oval hepatocyte expression was present in all 87 specimens, being significantly lower in controls compared with cases of chronic hepatitis C. According to the AFPmRNA expression, the grade for % OH expression was: (group B) non responders: 53.4+- 1.3> (Group C ) relapses :49+_1.8>(group A) responders30.7 +_1.9The difference was recorded as follows>(group A) vs. Bp<0.01, group A vs. C p<0.01, group B vs. C p<0.05. Conclusions This study demonstrates that OH are frequently present and expresses AFPmRNA in liver biopsies of patients with chronic hepatitis C. There is a significant association with the severity of disease and with response to treatment and may provide additional prognostic information and predict prognosis in cases of chronic hepatitis c. Age forty years or less and the presence of cirrhosis or no, they are independent factors significantly associated with response to any treatment. Patient with persistently normal or almost normal transaminase levels have higher virological response to therapy and less frequently cirrhosis Patient with cirrhosis exhibit lower response rates to therapy. The presents of cirrhosis is not related to genotype . Patients have frequently high levels of alt and γgt before and six months after therapy and have a worse virological response to any therapy.
|
Page generated in 0.0354 seconds