• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 733
  • 402
  • 161
  • 86
  • 59
  • 43
  • 22
  • 20
  • 18
  • 12
  • 12
  • 11
  • 10
  • 7
  • 7
  • Tagged with
  • 1920
  • 312
  • 256
  • 193
  • 153
  • 152
  • 140
  • 130
  • 123
  • 121
  • 118
  • 118
  • 104
  • 93
  • 91
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
531

Using brief experimental analysis and increasing intensity design a demonstration project for response to intervention /

Swanson, Patricia M. January 2006 (has links)
Thesis (Ed. S.)--Miami University, Dept. of Educational Psychology, 2006. / Title from first page of PDF document. Includes bibliographical references (p. 35-39).
532

Instrumental intensity scales for geotechnical and structural damage /

Upsall, Sarah Beth. January 2006 (has links)
Thesis (Ph. D.)--University of Washington, 2006. / Vita. Includes bibliographical references (leaves 355-372).
533

The impact of R&D intensity on the volatility of stock price : A study of the Swedish Market during year 1997-2005

Yue, Xiabin, Xing, Bo January 2007 (has links)
<p>This thesis investigates the theoretical and empirical relationships between a firm’s R&D investment intensity and the systematic risk of its common stock in Sweden. This is done by examining 38 Swedish firms between 1997 and 2005. An overlapping set of 5-year window is chosen to apply to calculate the variables of the samples.</p><p>In this thesis, three factors are introduced as a proxy of main constituents of systematic risk: intrinsic business risk, degree of financial leverage and degree of operating leverage. And we use these three constituents to analysis the relationship between R&D investment and systematic risk.</p><p>The results from Monte Carlos simulations and correlation analysis of our sample show that, in Sweden, firms with higher R&D intensity do face higher stock price volatility in the stock market. At the same time, we attempt to test the relationship among R&D and systematic risk’s three constituents, but find that R&D intensive firms have more financial leverage which is opposite to our expect, which might due to the shortage of data and limitation of our sample selection, and R&D intensive firms do not have obvious relations directly with intrinsic business risk, degree of financial leverage or degree of operating leverage.</p>
534

Real-Time Reliable Prediction of Linear-Elastic Mode-I Stress Intensity Factors for Failure Analysis

Huynh, Dinh Bao Phuong, Peraire, Jaime, Patera, Anthony T., Liu, Guirong 01 1900 (has links)
Modern engineering analysis requires accurate, reliable and efficient evaluation of outputs of interest. These outputs are functions of "input" parameter that serve to describe a particular configuration of the system, typical input geometry, material properties, or boundary conditions and loads. In many cases, the input-output relationship is a functional of the field variable - which is the solution to an input-parametrized partial differential equations (PDE). The reduced-basis approximation, adopting off-line/on-line computational procedures, allows us to compute accurate and reliable functional outputs of PDEs with rigorous error estimations. The operation count for the on-line stage depends only on a small number N and the parametric complexity of the problem, which make the reduced-basis approximation especially suitable for complex analysis such as optimizations and designs. In this work we focus on the development of finite-element and reduced-basis methodology for the accurate, fast, and reliable prediction of the stress intensity factors or strain-energy release rate of a mode-I linear elastic fracture problem. With the use of off-line/on-line computational strategy, the stress intensity factor for a particular problem can be obtained in miliseconds. The method opens a new promising prospect: not only are the numerical results obtained only in miliseconds with great savings in computational time; the results are also reliable - thanks to the rigorous and sharp a posteriori error bounds. The practical uses of our prediction are presented through several example problems. / Singapore-MIT Alliance (SMA)
535

Overexpectation and trial massing

Sissons, Heather T. January 2008 (has links)
Thesis (M.S.)--State University of New York at Binghamton, Department of Psychology, 2008. / Includes bibliographical references.
536

Contrasting the extended comparator hypothesis and acquisition-focused models of learning differential predictions of retrospective revaluation /

McConnell, Bridget L. January 2008 (has links)
Thesis (M.S.)--State University of New York at Binghamton, Department of Psychology, 2008. / Includes bibliographical references.
537

Study of the influence of the damaged mammographic anode on image characteristics using Monte Carlo methods / Μελέτη της επίδρασης φθαρμένης μαστογραφικής ανόδου στα χαρακτηριστικά της εικόνας με χρήση μεθόδων Μonte Carlo

Κουρκουτάς, Ηλίας 20 October 2010 (has links)
O καρκίνος του μαστού είναι μια από τις κυρίες αιτίες θανάτου στις γυναίκες. Καθώς η επιτυχής αντιμετώπιση του συνδέεται με τη φάση της νόσου η έγκαιρη διάγνωση του είναι πολύ σημαντική για τους ασθενείς. Ως τεχνική έγκαιρης διάγνωσης αλλά και πληθυσμιακού έλεγχου χρησιμοποιείται η μαστογραφία με χρήση ακτινών-Χ. Η αποτελεσματικότητα της μαστογραφίας στηρίζεται στην υψηλή ποιότητα απεικόνισης του μαστού αλλά και στο όσο το δυνατόν μικρότερη δόση που εναποτίθεται στον μαστό. Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά ποιότητας ενός μαστογραφικου συστήματος που επηρεάζει την ικανότητα απεικόνισης ανομοιογενειών μικρών διαστάσεων (π.χ. αποτιτανώσεων) είναι η χωρική διακριτική ικανότητα. Το κατώτερο αποδεκτό όριο είναι 12 lp/mm για μαστογραφία επαφής. H εστία και ο βαθμός φθοράς της σχετίζεται άμεσα με την χωρική διακριτική ικανότητα και την ποιότητα εικόνας. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να εξετάσουμε την επίδραση της φθοράς της μαστογραφικής ανόδου, στην χωρική ικανότητα υπό συμβατική και μεγεθυντική γεωμετρία. Μια τέτοια μελέτη δεν ήταν δυνατόν να γίνει πειραματικά σε κλινικές συνθήκες. Για αυτό τον λόγο έγινε χρήση ενός προγράμματος προσομοίωσης σε υπολογιστικό περιβάλλον που στηρίζεται στην τεχνική τυχαίας δειγματοληψίας και στην μέθοδο Monte Carlo (MASTOS Code). Η σημαντική παράμετρος η οποία επιλέχτηκε να εκφράζει τον βαθμό φθοράς της ανόδου είναι η κατανομή της έντασης των φωτονίων της εστίας. Τυπικά υπάρχουν τρεις αντιπροσωπευτικές κατανομές φωτονίων της εστίας, η ομοιόμορφη, η απλή κανονική κατανομή (Gaussian), και η διπλή κανονική ή κανονική κατανομή δύο κορυφών(Double Gaussian). Μια άνοδος χωρίς φθορά αρχικά θεωρήθηκε να έχειμια σχεδόν κανονική κατανομή ένταση φωτονίων και μόλις η καταστροφή αρχίζει η απλή κανονική κατανομή μετατρέπεται σε διπλή κανονική. Αυτή η φθορά της ανόδου οφείλεται κυρίως στην υπερβολική χρήση της και στα υψηλά θερμικά φορτία . Για τη μελέτη της χωρικής διακριτικής ικανότητας χρησιμοποιήθηκε απότομη αιχμή(edge) πάχους 4 cm αποτελούμενη από μόλυβδο, μη διαπερατή από ακτίνες-χ, τοποθετημένη στο κέντρο του πεδίου με την κεντρική ακτίνα της δέσμης κάθετη στην αιχμή και την επιφάνεια του ακτινοβολούμενου αντικειμένου. Έπειτα για τον υπολογισμό της χωρικής διακριτικής ικανότητας υπολογίστηκε αρχικά μία συνάρτηση διασποράς ορίου (ESF) για κάθε εικόνα. Για το σκοπό αυτό μία ορθογώνια περιοχή ενδιαφέροντος επελέγη περιλαμβάνοντας 2 mm από κάθε πλευρά της αιχμής. Το προφίλ του κάθετα υπολογισμένου μέσου όρου των τιμών του grey level κατά μήκος αυτής της απόστασης αντιστοιχεί στη συνάρτηση διασποράς ορίου. Από μαθηματική παραγώγηση της συνάρτησης αυτής προέκυψε η συνάρτηση διασποράς γραμμής (LSF) και με εφαρμογή σε αυτή μετασχηματισμού Fourier καταλήγουμε στη συνάρτηση μεταφοράς διαμόρφωσης (MTF). Οι προκύπτουσες συναρτήσεις μεταφοράς διαμόρφωσης προσαρμόστηκαν με τμήμα κανονικής καμπύλης και η χωρική διακριτική ικανότητα σε lp/mm εξήχθη από αυτές, θεωρώντας ότι αντιστοιχεί στο 5% της MTF. Η συγκεκριμένη μέθοδος μέτρησης της συνάρτησης μεταφοράς διαμόρφωσης είναι πολύ δημοφιλής τελευταία λόγω της απλότητάς της και της καταλληλότητάς της, ειδικά στην ψηφιακή απεικόνιση. Μελετήσαμε την επίδραση της φθοράς της ανόδου στην χωρική διακριτική ικανότητα για δυο μεγέθη εστίας, μια 0.1mm η οποία χρησιμοποιείται στα περισσότερα μαστογραφικά μηχανήματα σήμερα και μια με μεγάλες διαστάσεις όπως 0.5mm. Η μελέτη αυτή έγινε μεταβάλλοντας κάθε φορά τα χαρακτηριστικά της απλής και διπλής κανονικής κατανομής έντασης φωτονίων της εστίας. Ουσιαστικά μεταβάλλαμε την απόσταση μεταξύ των δυο κορυφών (δμ) και την τυπική απόκλιση (σ).Με τον τρόπο αυτό πήραμε εικόνες που αντιστοιχούν κάθε φορά σε διαφορετική κατανομή των φωτονίων στην εστία και επομένως σε διαφορετικό βαθμό φθοράς της ανόδου. Όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κανονικής κατανομής ήταν μηδέν τότε είχαμε κανονική κατανομή η οποία αντιστοιχούσε σε μια άνοδο χωρίς φθορά ενώ όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κατανομής αυξανόταν τότε αντιστοιχούσε σε άνοδο με μεγαλύτερο βαθμό φθοράς. Τέλος διατηρώντας σταθερή την απόσταση τον δυο κορυφών μεταβάλαμε την τυπική απόκλιση της κατανομής (σ) με αποτέλεσμα και σε αυτή την περίπτωση να έχουμε ασυμπτωτική προσέγγιση τηςδιπλής κανονικής κατανομής στην απλή κανονική κατανομή της έντασης των φωτονίων της εστίας. Όταν η εστία είναι καινούργια ακόμα και με διαστάσεις 0.5 mm x 0.5 mm (οι οποίες είναι πάνω από τις τυπικές μαστογραφικές τιμές) τότε η χωρική ικανότητα είναι υψηλή και πάνω από το αποδεκτό όριο των 12 lp/mm για την συμβατική μαστογραφία και καθώς αρχίζει η φθορά της η χωρική διακριτική ικανότητα μειώνεται σε ποσοστό 4% με 8%. Αντίθετα για μεγεθυντικές λήψεις όταν αρχίζει η φθορά της ανόδου λόγο της χρήσης της η χωρική διακριτική ικανότητα γίνετε πολύ μικρή με τιμές που κυμαίνονται γύρω στο 5 lp/mm . Επομένως εστίες με μεγάλες διαστάσεις όπως 0.5 mm δεν είναι κατά κανόνα κατάλληλες για μεγεθυντική λήψη καθώς η χωρική διακριτική ικανότητα είναι πολύ μικρή ειδικά όταν αρχίζει η φθορά τους. Για την ονομαστική εστία 0.1 mm x 0.1 mm. τα αποτελέσματα καθορίζουν ότι μια φθαρμένη άνοδος δεν επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα εικόνας στην συμβατική μαστογραφία. Η χωρική διακριτική ικανότητα διατηρείται σε υψηλές τιμές(21 lp/mm) με ασήμαντη διακύμανση (περίπου 2% με 5%) μεταξύ των αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια της φθοράς της. Παρόλα αυτά μια φθαρμένη άνοδος έχει σημαντικό αντίκτυπο στη χωρική διακριτική ικανότητα υπό μεγεθυντικές συνθήκες. Όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κατανομής αυξάνει (που αντιστοιχεί σε μεγαλύτερο βαθμό φθοράς ), η χωρική διακριτική ικανότητα μειώνεται σημαντικά ακόμα και κάτω από το αποδεκτό όριο των 12 lp/mm που συνήθως χρησιμοποιείται σε κλινική πρακτική. Για τον μέγιστο βαθμό μεγέθυνσης (m=2) η σχετική υποβάθμιση ης χωρικής διακριτικής ικανότητας φτάνει το 66%. Όταν η τυπική απόκλιση (σ) των δυο κορυφών αυξάνει σε μια διπλή κατανομή με σταθερή απόσταση (δμ) μεταξύ των δυο κορυφών, τότε το αποτέλεσμα είναι η υποβάθμιση της χωρικής διακριτικής ικανότητας σχεδόν 40% (για m= 1.6 κ εστία 0.1 mm). Η επίδραση της φθοράς της ανόδου στην χωρική διακριτική ικανότητα είναι σημαντική ειδικά για μεγάλους βαθμούς μεγέθυνσης (1.6, 1.8, 2.0). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μια καινούργια άνοδος προκαλεί μείωση της χωρικής διακριτικής ικανότητας κατά 27%, ενώ μια φθαρμένη άνοδος προκαλεί μείωση που φτάνει το 75% καθώς αυξάνουμε την μεγέθυνση από 1 έως 2 με βήμα 0.2. Επομένως η χωρική διακριτική ικανότητα επηρεάζεται ευθέως από την μορφή την κατανομή της έντασης των φωτονίων στην εστία, η οποία προσδιορίζει και την κατάσταση που βρίσκεται η άνοδος , το μέγεθος της εστίας και την μεγέθυνση. Σανσυμπέρασμα μπορούμε να πούμε ότι μόνο εστίες με μικρές διαστάσεις όπως 0.1 mm είναι κατάλληλες για μεγεθυντική μαστογραφία. Μια φθαρμένη άνοδος με εστία 0.1 mm δεν επηρεάζει σημαντικά την χωρική διακριτική ικανότητα στην μαστογραφία επαφής, ενώ αντίθετα για την μεγεθυντική μαστογραφία(κυρίως μεγάλους βαθμούς μεγέθυνσης) η υποβάθμιση της χωρικής διακριτικής ικανότητας είναι σημαντική. Αυτό το γεγονός είναι σημαντικό για υψηλούς βαθμούς μεγέθυνσης και έτσι η αντικατάσταση της λυχνίας ακτινών–x όταν η εστία αρχίζει να φθείρεται είναι πολύ κρίσιμη καθώς μπορεί να οδηγήσει στον υποβιβασμό της χωρικής διακριτικής ικανότητας. / The aim of this study was to examine the influence of mammographic anode aging, from the construction of a perfect anode up to total damage, on spatial resolution under contact and magnification geometries. The crucial parameter that was selected to reflect the degree of damaging of the anode is the type of the x-ray intensity distribution of the focal spot. Typically, there are three representative focal spot distributions, the uniform, the Gaussian and double-peaked Gaussian. A new anode is initially considered to have an almost Gaussian intensity distribution and when the destruction starts the Gaussian distribution turns to double Gaussian distribution. This damage of anode is owed to its extended use and high thermal loads (melting), which is more apparent in the central area of the focal spot. In order to study this aging effect, the Edge Spread Function (ESF) method was utilized, with a thick sharp edge consisting of lead, no transparent to x-rays imaged under various conditions, and following the corresponding spatial resolution was calculated through the modulation transfer function (MTF). In this study we used two focal spot sizes, a 0.1mm which is using in most mammographic units today and a focal spot with big dimensions such 0.5mm. When the focal spot with dimensions 0.5mm by 0.5mm is new then the resolution is high for contact mammography, but when the anode starts damaged, the 0.5mm focal spot is unsuitably because the resolution is maintained under 10 lp/mm, especially for magnification views. Therefore focal spots with big dimensions such 0.5mm are not suitable for clinical practise and magnifications views. Results for nominal focal spot sizes of 0.1mm by 0.1mm demonstrate that a damaged anode does not significantly affect the spatial resolution in contact mammography, since even in this case the spatial resolution is maintained in high degrees with insignificant variation between the results. Nevertheless, a damage anode has important repercussions on the spatial resolution under magnification conditions. When the distance of the two peaks of double Gaussian is increased (corresponding to higher degrees of destruction) the spatial resolution is significantly decreased even under the acceptable limit of 12 lp/mm that is usually utilized in clinical practice. Furthermore, when for a double Gaussian with fixed distance (δμ) between the two peaks, the standard deviation (σ) of two peaks is increasing then it leads to the reduction of spatial resolution of almost 40% for magnification equal 1.6 and focal spot 0.1mm. Accordingly, the resolution is directly affected by the form of the intensity distribution of the anode and the magnification. This effect is dominant for high magnification degrees, and thus the replacement of the x-ray tube when the focal spot starts being destroyed is very crucial, as the tube aging can potentially lead to the degradation of spatial resolution.
538

Power output and tissue oxygenation of women and girls during repeated Wingate tests and recovery

Medd, Emily 22 December 2015 (has links)
The purpose of this study was to compare the exercise and recovery muscle oxygenation response of Women and Girls during two 30s Wingate anaerobic tests separated by two minutes of active cycling recovery (resistance ≈ 2.5% body weight, 60-80rpm). Oxygenated hemoglobin (HbO2), deoxygenated hemoglobin (HHb), total hemoglobin (tHb), and tissue saturation index (TSI) were monitored at the right vastus lateralis muscle using near infrared spectroscopy (NIRS) throughout exercise, recovery, and a post-exercise femoral artery occlusion to TSI plateau. Pressure was preset at 250mmHg for Women and 210mmHg for Girls, achieved by rapid inflation in 0.3 seconds, and maintained until a 2 minute TSI plateau occurred or 10 minutes had passed. Twenty Women (23.8[2.12] years) and 13 Girls (9[1] years, combined Tanner stage <4) completed all tasks excepting 1 girl who did not complete occlusion. Significant group, time, and group by time interaction effects were observed for peak and mean power (Watts.kgFFM-1). Women had significantly greater power output compared to Girls for both Wingates. While both groups had reduced power output in Wingate 2, the reduction was significantly greater in Women compared to Girls. No significant group differences were found for resting TSI, recovery TSI, minimum TSI during either Wingate test, or for minimum TSI during occlusion, however a time main effect for Women was observed with minimum TSI being significantly lower in Wingate 1 compared to Wingate 2. Girls had similar minimum TSI for both Wingate tests. Women also demonstrated a significantly greater difference between Wingate minimum TSI and occlusion minimum TSI in Wingate 2 compared to Wingate 1. During Wingate 1, HHb increase was greater in Girls compared to Women and remained elevated during recovery compared to women. Changes in HbO2, HHb, and tHb were reduced in Wingate 2 for both groups, more so in Women for tHb and in Girls for HHb. Recovery was not different between groups with the exception of a faster TSI time constant of recovery in Women (τ =20.25 [13.01]s) compared to Girls (τ =36.77 [13.38]s) which is attributed to a faster HHb time constant in Women (τ =13.6 [0.44]s) compared to Girls (τ =30.77[19.47]s). Both groups demonstrated similar power output results and TSI response across the two Wingate tests but Girls were better able to repeat the anaerobic performance with a consistent TSI minimum between the two tests despite a faster recovery of HHb and TSI in women. These findings, in the context of observed Hb variable differences between groups, provide evidence of greater oxidative metabolism in Girls during a high intensity exercise. / Graduate / December 18, 2016
539

Experienced Intensity throughCharacter Description in Stephen King’s Cell

Green, Niclas January 2015 (has links)
This essay investigates experienced intensity through character description and development in Stephen King’s Cell. The thesis of the essay is that a deliberately produced narrative indeterminacy, used mainly on the level of character descriptions, is what produces intensity by holding the readers of Cell in suspense, i.e., in a state of uncertainty. While King might stretch the fundamentals of the classic horror genre, he does not abandon them, experimenting with a genre that makes the readers wonder what to expect next, thereby creating suspenseful questions. Since the focus of the essay is the readers’ reactions on character descriptions, I apply reader response theory and the works of Norman Holland, David Bleich and Yvonne Leffler. The result of the investigation shows that narrative techniques, such as placing brief descriptions of characters in the course of events in the narrative together with altered norms and normality allow the readers to experience heightened emotions and feelings. King alters norms and normality, and presents character descriptions in a fashion that is unexpected; thus the readers do not know exactly how to relate to these character descriptions.
540

A interferência da luminosidade na agressividade e na hierarquia social de ciclídeos

Carvalho, Thaís Billalba [UNESP] 26 February 2009 (has links) (PDF)
Made available in DSpace on 2014-06-11T19:30:31Z (GMT). No. of bitstreams: 0 Previous issue date: 2009-02-26Bitstream added on 2014-06-13T21:01:17Z : No. of bitstreams: 1 carvalho_tb_dr_jabo.pdf: 519619 bytes, checksum: e4ba444d5a227e52fbabd17b5ed6684e (MD5) / Conselho Nacional de Desenvolvimento Científico e Tecnológico (CNPq) / Coordenação de Aperfeiçoamento de Pessoal de Nível Superior (CAPES) / Fundação de Amparo à Pesquisa do Estado de São Paulo (FAPESP) / Universidade Estadual Paulista (UNESP) / Alterações no ambiente aquático, provocadas por ações antrópicas no ambiente natural ou artificial, causam mudanças em fatores físicos (ex: luminosidade) que podem afetar o comportamento e a fisiologia dos peixes. Assim, foi testado o efeito da luminosidade sobre o comportamento agressivo, a hierarquia social, indicadores de estresse e os níveis de esteróides sexuais em ciclídeos. Para isso, foram realizados 4 experimentos. Experimento I: foi avaliada a influência da intensidade luminosa sobre a agressividade em juvenis de Geophagus proximus, Oreochromis niloticus e Pterophyllum scalare. Foram comparadas duplas submetidas a duas intensidades luminosas (253,56 ± 62,25 lx e 1.435,92 ± 481,40 lx). A maior luminosidade reduziu a agressividade em O. niloticus, aumentou em P. scalare e não afetou a de G. proximus. Observou-se também que o nível de agressividade em O. niloticus foi maior que em G. proximus, que, por sua vez, foi maior que P. scalare. Isso sugere que a intensidade luminosa modula diferentemente a interação de peixes sociais, podendo o mecanismo estar associado aos padrões de agressividade de cada espécie. Experimento II: foi testada a influência da intensidade luminosa sobre o comportamento agonístico e indicadores de estresse (taxa ventilatória e atividade da catalase) em fêmeas de Tilapia rendalli. Foram comparadas duas intensidades luminosas: menor (253,56 ± 62,25 lx) e maior (1.435,92 ± 481,40 lx) em condições social (dupla) e de isolamento. A menor luminosidade aumentou a freqüência de ataques na dupla e no dominante, mas não afetou a interação do submisso. A taxa ventilatória do animal isolado foi maior na menor intensidade de luz. Assim, conclui-se que a luminosidade afeta a agressividade e atua como um estressor em fêmeas de T. rendalli. No entanto, essa resposta estressora pode não funcionar como o mecanismo causador do efeito da... / Animals show behavioral and physiological changes due to variations of environmental physical factors. Thus, we compared the effect of luminosity on agonistic behaviour, hierarchy settlement, stress, and plasma sexual steroids levels in cichlids. Experiment I: we compared the effect of light intensity on agonistic behavior of pair juvenile cichlids Geophagus proximus, Oreochromis niloticus and Pterophyllum scalare under two light intensities ( minor: 253.56 ± 62.25 lx and major: 1435.92 ± 481.40 lx). Major light intensity reduced aggressiveness in O. niloticus; increased in P. scalare and did not affect agonistic interactions in G. proximus. In the 2 light conditions, the aggressiveness level in O. niloticus is higher than G. proximus and P. scalare. We concluded rising light intensity affects agonistic interaction in different way in the three fish species, and mechanism underlying this data could be related to specific agonistic profile. Experiment II: we tested the influence of light intensity on aggressive behavior and indicators of stress (ventilatory frequency and catalase activity) in adult females of Tilapia rendalli. A minor (253.56 ± 62.25 lx) and major (1435.92 ± 481.40 lx) light intensity were compared in social condition (pair) and isolation. The pair and winner exhibited higher agonistic interactions at major intensity group, but luminosity did not affect attacks in loser. The ventilatory frequency of isolated animal was higher in the minor light intensity. Thus, we concluded that the luminosity affects the aggressiveness and it is a stressor in females of T. rendalli. However, that stressful event can not be main causing mechanism of the light intensity on agonistic behavior effect. Experiment III: we evaluated the effect of the light intensity on social hierarchy settlement and indicators of stress (hematocrit and glycemia) in males of Oreochromis niloticus... (Complete abstract click electronic access below)

Page generated in 0.0434 seconds