Spelling suggestions: "subject:"symbiotic associations"" "subject:"asymbiotic associations""
1 |
Relações interespecíficas: diversidade, métodos de ancoragem e hábitos alimentares associados aos tubos de espécies de Ceriantharia (Cnidaria; Anthozoa) / Interspecific relationships: diversity, anchoring methods and feeding habits associated to the tubes of Ceriantharia species (Cnidaria; Anthozoa) / Relaciones interespecíficas: diversidad, métodos de anclaje y hábitos alimentarios asociados a los tubos de especies de Ceriantharia (Cnidaria; Anthozoa)Ceriello, Hellen 04 June 2018 (has links)
Submitted by Hellen Ceriello (hellenceriello@hotmail.com) on 2018-06-15T23:29:21Z
No. of bitstreams: 1
Dissertação Finalizada - BANCA.pdf: 2330776 bytes, checksum: 3d3e8e2b5b094d5da14941dc13e82cdd (MD5) / Rejected by Maria Luiza Carpi Semeghini (luiza@assis.unesp.br), reason: Solicitamos que realize correções na submissão seguindo as orientações
abaixo:
INCLUIR FOLHA DE APROVAÇÕES - obrigatória no exemplar definitivo – folha providenciada pela Pós-graduação
Agradecemos a compreensão. on 2018-06-16T00:27:35Z (GMT) / Submitted by Hellen Ceriello (hellenceriello@hotmail.com) on 2018-06-16T19:43:49Z
No. of bitstreams: 1
Dissertação Finalizada - BANCA.pdf: 2526259 bytes, checksum: 8014154575f86b5c15e144b1ab36f32e (MD5) / Approved for entry into archive by Maria Luiza Carpi Semeghini (luiza@assis.unesp.br) on 2018-06-18T21:37:43Z (GMT) No. of bitstreams: 1
ceriello_h_me_assis_int.pdf: 2526259 bytes, checksum: 8014154575f86b5c15e144b1ab36f32e (MD5) / Made available in DSpace on 2018-06-18T21:37:43Z (GMT). No. of bitstreams: 1
ceriello_h_me_assis_int.pdf: 2526259 bytes, checksum: 8014154575f86b5c15e144b1ab36f32e (MD5)
Previous issue date: 2018-06-04 / Item withdrawn by Maria Luiza Carpi Semeghini (luiza@assis.unesp.br) on 2018-09-17T19:55:43Z
Item was in collections:
Dissertações - Biociências - FCLAS (ID: 286)
No. of bitstreams: 8
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf: 1095261 bytes, checksum: 5788ec61fbfc675195f50b22772b393a (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf: 2526259 bytes, checksum: 8014154575f86b5c15e144b1ab36f32e (MD5)
ceriello_h_me_assis_int.pdf.jpg: 3552 bytes, checksum: 2304c7c099a8b4ca267f41698bbe80b6 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf.jpg: 3766 bytes, checksum: 25c8ef4a719513631285960e4bf4aff2 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf.jpg: 3552 bytes, checksum: 2304c7c099a8b4ca267f41698bbe80b6 (MD5)
ceriello_h_me_assis_int.pdf.txt: 136556 bytes, checksum: 3cd84936795a333bd26f9ee1d7d23d94 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf.txt: 27631 bytes, checksum: 25e016d08098e925710727934c893eab (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf.txt: 136556 bytes, checksum: 3cd84936795a333bd26f9ee1d7d23d94 (MD5) / Item reinstated by Maria Luiza Carpi Semeghini (luiza@assis.unesp.br) on 2018-09-17T19:56:40Z
Item was in collections:
Dissertações - Biociências - FCLAS (ID: 286)
No. of bitstreams: 8
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf: 1095261 bytes, checksum: 5788ec61fbfc675195f50b22772b393a (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf: 2526259 bytes, checksum: 8014154575f86b5c15e144b1ab36f32e (MD5)
ceriello_h_me_assis_int.pdf.jpg: 3552 bytes, checksum: 2304c7c099a8b4ca267f41698bbe80b6 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf.jpg: 3766 bytes, checksum: 25c8ef4a719513631285960e4bf4aff2 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf.jpg: 3552 bytes, checksum: 2304c7c099a8b4ca267f41698bbe80b6 (MD5)
ceriello_h_me_assis_int.pdf.txt: 136556 bytes, checksum: 3cd84936795a333bd26f9ee1d7d23d94 (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub_par.pdf.txt: 27631 bytes, checksum: 25e016d08098e925710727934c893eab (MD5)
ceriello_h_me_assis_sub.pdf.txt: 136556 bytes, checksum: 3cd84936795a333bd26f9ee1d7d23d94 (MD5) / Fundação de Amparo à Pesquisa do Estado de São Paulo (FAPESP) / O filo Cnidaria é caracterizado por animais em cujos tecidos encontram-se células tóxicas denominadas cnidócitos. Devido à liberação de substâncias tóxicas, os cnidários apresentam poucas associações com outras espécies, entretanto as associações mais conhecidas são frequentemente descritas como obrigatórias ou comensais facultativas. Um dos grupos deste filo, Ceriantharia, é representando por membros genericamente conhecidos por ceriantários ou anêmonas-de-tubo cuja característica mais marcante é a presença de uma secreção celular única (pticocisto) que auxilia na construção de um tubo, sintetizado pelo próprio animal, que fica inserido no substrato e abriga o animal. Embora existam estudos quanto ao histórico, taxonomia e posição sistemática, análises moleculares e morfológicas e ciclo de vida, estudos a respeito de associações interespecíficas ocorrendo em tubos de ceriantários são escassos. Logo, pouco se conhece sobre essas associações bem como os métodos que as espécies utilizam para se ancorarem aos tubos desses animais. Sendo assim, esse estudo elencou espécies que ocorrem em tubos de Ceriantharia, abordando principalmente os métodos de ancoragem e hábitos alimentares envolvidos nas relações observadas. Os tubos de 8 espécies de ceriantários foram analisados, fornecendo dados quanto a associações de Annelida, Crustacea e Mollusca aos tubos. / The phylum Cnidaria is characterized by animals that carry stinging cells named cnidocytes in their tissues. Due to the release of toxic substances, cnidarians have few associations with other species, however mostly known associations are often described as mandatory or optional commensalism. One of the groups in this phylum, Ceriantharia, is represented by members generally known as ceriantharians or tube-dwelling anemones whose most remarkable feature is the presence of a peculiar cell secretion (ptychocyst) that supports the construction of a tube, synthetized by the animal itself, and inserted into the substrate, lodging the animal. Although there are some studies concerning the history, taxonomy and systematic position, molecular and morphological analyzes and life-cycle, studies regarding interspecific associations occurring with ceriantharian tubes are scarce. Thus, little is known about these associations as well as the methods that the species use in order to anchor on these tubes. Thereby, this study listed species occurring in ceriantharian tubes mainly discussing the anchoring methods and feeding habits involved in the associations observed. The tubes of 8 Ceriantharia species were analyzed, yielding data about interactions with Annelida, Crustacea and Mollusca to the tubes. / 2016/00689-7 / 2017/07870-1
|
2 |
Χαρακτηρισμός των συμβιωτικών σχέσεων του βακτηρίου Wolbachia με έντομα αγροτικής, δασικής και ιατρικής σημασίαςΝτουντούμης, Ευάγγελος 01 August 2014 (has links)
Το βακτήριο Wolbachia είναι ένα ενδοκυττάριο και μητρικά κληρονομούμενο συμβιωτικό βακτήριο. Ανήκει στην ομοταξία των Alphaproteobacteria και την τάξη των Rickettsiales. Αποτελεί ίσως τον πιο διαδεδομένο ενδοκυττάριο συμβιωτικό οργανισμό στον πλανήτη, καθώς έχει εντοπιστεί μέχρι στιγμής σε πληθώρα αρθροπόδων και νηματωδών της φιλαρίασης. Πρόσφατες μελέτες εκτιμούν ότι πάνω από το 40% των ειδών αρθροπόδων είναι μολυσμένα με το βακτήριο Wolbachia. Το συμβιωτικό αυτό βακτήριο επηρεάζει τις βιολογικές λειτουργίες και ιδιότητες των ξενιστών του και είναι υπεύθυνο για μια σειρά αναπαραγωγικών ανωμαλιών, όπως η κυτταροπλασματική ασυμβατότητα, η παρθενογένεση, η θανάτωση των αρσενικών εμβρύων και η θηλυκοποίηση. Τα μοναδικά αυτά βιολογικά χαρακτηριστικά του βακτηρίου Wolbachia προσελκύουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον διαφόρων ερευνητών τόσο για το ρόλο του βακτηρίου σε εξελικτικές διαδικασίες (κυρίως ειδογένεση) όσο και για τη χρησιμοποίησή του σε περιβαλλοντικά φιλικές εφαρμογές καταπολέμησης οργανισμών που είναι επιβλαβείς στους τομείς του γεωργικού και δασικού περιβάλλοντος, και της υγείας.
Τα είδη του γένους Glossina (Diptera: Glossinidae), γνωστά και ως μύγες τσε-τσε, αποτελούν ξενιστές του βακτηρίου Wolbachia. Η μύγα τσε-τσε είναι ο σημαντικότερος φορέας των παθογόνων τρυπανοσωμάτων στην τροπική Αφρική, τα οποία προκαλούν την ασθένεια του ύπνου (sleeping sickness) στον άνθρωπο και την αντίστοιχη τρυπανοσωμίαση, γνωστή ως nagana, στα ζώα. Η χρησιμοποίηση του βακτηρίου Wolbachia σε μεθόδους βιολογικής καταπολέμησης της μύγας τσε-τσε προαπαιτεί την πλήρη γνώση της γενετικής του ταυτότητας και των αλληλεπιδράσεων του με το ξενιστή.
Προς την κατεύθυνση αυτή, και στα πλαίσια της παρούσας διατριβής, πραγματοποιήθηκε η ανίχνευση του συμβιωτικού βακτηρίου Wolbachia σε περισσότερα από 5300 άτομα από φυσικούς και εργαστηριακούς πληθυσμούς 11 διαφορετικών ειδών μύγας τσε-τσε από 13 Αφρικανικές χώρες. Τα αποτελέσματα έδειξαν τεράστια απόκλιση της παρουσίας του βακτηρίου τόσο μεταξύ ειδών όσο και μεταξύ πληθυσμών του ίδιου είδους. Επίσης, πραγματοποιήθηκε ο γενετικός χαρακτηρισμός των στελεχών Wolbachia από συνολικά 29 αντιπροσωπευτικά δείγματα διαφόρων πληθυσμών και ειδών μύγας τσε-τσε, ενώ σε αρκετά από αυτά παρατηρήθηκαν πολλαπλά στελέχη του βακτηρίου. Διαπιστώθηκε εντυπωσιακή γενετική ποικιλότητα στελεχών Wolbachia που απαντούν στα διάφορα είδη μύγας τσε-τσε καθώς και ασυμφωνία μεταξύ των φυλογενειών των στελεχών Wolbachia και των μυγών τσε-τσε ξενιστών της, γεγονός που σημαίνει οριζόντια μετακίνηση του συμβιωτικού βακτηρίου κατά την εξέλιξη.
Επιπρόσθετα, εντοπίστηκαν για πρώτη φορά εκτεταμένα γεγονότα οριζόντιας μεταφοράς βακτηριακών γονιδίων στο γονιδίωμα τριών ειδών μύγας τσε-τσε: στο Glossina morsitans morsitans, Glossina pallidipes και Glossina austeni. Από εξελικτικής σκοπιάς, κρίσιμα ερωτήματα προκύπτουν από τα παραπάνω ευρήματα, και πιο συγκεκριμένα σχετικά με: την προέλευση-μηχανισμό αυτών των γεγονότων οριζόντιας μεταφοράς, τον χρονικό προσδιορισμό τους, τον πιθανό ρόλο τους σε διαδικασίες ειδογένεσης και την επιλεκτική εμφάνισή τους σε ορισμένα μόνο είδη Glossina π.χ. στo υποείδos Glossina morsitans centralis που είναι πολύ συγγενικό του Glossina morsitans morsitans δεν παρατηρήθηκε το φαινόμενο. Εξίσου σημαντική και επιβεβλημένη κρίνεται η διεξοδική διερεύνηση του ενδεχομένου τα βακτηριακά γονίδια που ενσωματώθηκαν στο ευκαρυωτικό γονιδίωμα της μύγας τσε-τσε να ευθύνονται για την έκφραση νέων λειτουργιών-ιδιοτήτων (ή να μεταβάλλουν τις ήδη υπάρχουσες), ιδίως μάλιστα εάν αυτές συνδέονται με την αποδοτικότητα μετάδοσης της νόσου της τρυπανοσωμίασης μέσω του φορέα της, δηλαδή της μύγας τσε-τσε. Τέλος, διαπιστώθηκε πιθανή αρνητική συσχέτιση της παρουσίας του βακτηρίου Wolbachia με τον παθογόνο ιό Salivary Gland hypertrophy Virus (SGHV), γεγονός που συζητείται στα πλαίσια βιολογικών εφαρμογών καταπολέμησης του εντόμου-φορέα και της τρυπανοσωμίασης.
Παράλληλα, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προοπτική χρησιμοποίησης του βακτηρίου Wolbachia για τη βιολογική καταπολέμηση εντόμων αγροτικής ή /και περιβαλλοντικής σημασίας, όπως είναι οι αφίδες και η καρπόκαψα καστανιάς. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει την ανίχνευση και τη γενετική ταυτοποίηση του βακτηρίου σε φυσικούς πληθυσμούς εντόμων.
Στα πλαίσια της παρούσας διατριβής πραγματοποιήθηκε ανίχνευση και χαρακτηρισμός του βακτηρίου Wolbachia σε 78 συνολικά άτομα από 22 είδη αφίδων, από 26 φυσικούς πληθυσμούς από την Ελλάδα. Από αυτούς τους 26 πληθυσμούς, μόλις οι 4 βρέθηκαν να είναι μολυσμένοι με το βακτήριο Wolbachia και συγκεκριμένα πληθυσμοί των ειδών: Aphis fabae, Aphis hederae, Metopolophium dirhodum και Baizongia pistaciae. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν για πρώτη φορά ότι η παρουσία του βακτηρίου Wolbachia στις αφίδες είναι πιθανά πιο διαδεδομένη από ότι προέκυπτε από προηγούμενες μελέτες. Επίσης, μελετήθηκε η ανίχνευση και ο χαρακτηρισμός του βακτηρίου Wolbachia στα είδη Cydia splendana, Cydia fagiglandana και Pammene fasciana. Το βακτήριο Wolbachia ανιχνεύθηκε για πρώτη φορά στα συγκεκριμένα είδη και μάλιστα διαπιστώθηκε ότι η συχνότητα εμφάνισής του ποικίλει τόσο μεταξύ των δύο ειδών Cydia όσο και μεταξύ των πληθυσμών του κάθε είδους. Στο είδος Pammene fasciana, το βακτήριο ανιχνεύθηκε σε όλα τα άτομα που μελετήθηκαν.
Τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής συζητούνται από τη σκοπιά τόσο της οικολογικής και εξελικτικής σημασίας τους όσο και της προοπτικής χρησιμοποίησης του συμβιωτικού βακτηρίου Wolbachia για τον πληθυσμιακό έλεγχο επιβλαβών εντόμων όπως οι μύγες τσε-τσε, οι αφίδες και η καρπόκαψα καστανιάς. / Wolbachia is an intracellular and maternally inherited symbiotic bacterium that belongs to the class of Alphaproteobacteria and the order of Rickettsiales. It is the most ubiquitous intracellular symbiotic organism of the planet, since it has been estimated that over 40% of insect species, in addition to filarial nematodes, crustaceans, and arachnids are infected with Wolbachia. In arthropods Wolbachia affects the biological functions and properties of its hosts and it is responsible for a number of reproductive abnormalities, such as cytoplasmic incompatibility (CI), thelytokous parthenogenesis, feminization of genetic males and male killing. These unique biological characteristics of Wolbachia are attracting the interest of various researchers for: (a) decyphering the role of Wolbachia in evolutionary processes (mainly speciation), and (b) for its use in environmentally friendly applications for the control of agricultural pests and disease vectors.
The species of genus Glossina (Diptera: Glossinidae) known as tsetse flies, have been found to be infected with Wolbachia. Tsetse flies are the sole vectors of pathogenic trypanosomes in tropical Africa, causing the “sleeping sickness” in humans and the “nagana” in animals. The potential use of Wolbachia for the control of tsetse flies, prerequisite a thorough knowledge of its genetic identity and the interactions with the host.
To further characterize the prevalence of Wolbachia in tsetse flies an extensive screen of more than 5300 specimens from natural and laboratory populations of 11 different Glossina species originating from 13 African countries was carried out. Our results indicated a huge divergence in the prevalence of Wolbachia, both among the species and among populations of the same species. Further characterization by MLST and wsp genotyping was carried out for the Wolbachia strains of 29 representative populations and species of tsetse flies. An impressive genetic diversity of Wolbachia strains in tsetse flies was revealed. Interestingly, disconcordance between the phylogeny of Wolbachia and that of the tsetse flies was observed, suggesting horizontal transmission of Wolbachia during the evolution.
Moreover, extended horizontal gene transfer events were detected for first time in Glossina morsitans morsitans, Glossina pallidipes και Glossina austeni. These results raise critical questions concerning: (a) the origin/mechanism of these horizontal gene transfer events, (b) their temporal determination, (c) their potential role as agents of speciation and (d) their selective appearance in only some Glossina species e.g in the subspecies Glossina morsitans centralis which is closely related with Glossina morsitans morsitans the phenomenon was not observed. Equally important will be to examine if genes from the chromosomal insertions were potentially expressed and examine if these genes are associated with the vectorial capacity of tsetse flies for the trypanosoma transmission. Finally, a negative correlation between the presence of Wolbachia with the Salivary Gland Hypertrophy Virus (SGHV) was identified. This is further discussed in the context of biological applications for control of tsetse fly-vector and trypanosomiasis.
Finally in this thesis, the detection and characterization of Wolbachia in 78 specimens of 22 aphids species, from 26 natural populations, from Greece was examined. Only 4 out of 26 populations were found to be infected with Wolbachia, and specifically the species: Aphis fabae, Aphis hederae, Metopolophium dirhodum και Baizongia pistaciae. These results indicated that the presence of Wolbachia in aphids is probably more prevalent than it was derived from previous studies. Also, detection and characterization of Wolbachia in the Cydia splendana, Cydia fagiglandana and Pammene fasciana was carried out. Wolbachia was detected for first time in these species, and it was found that the prevalence of Wolbachia varies between the two species of Cydia and among populations of each species, with the infection in Pammene fasciana being fixed.
At the end the ecological and evolutionary importance of Wolbachia, together with the use of the bacterium for the population control of harmful insects like tsetse flies, aphids and moths is further discussed.
|
Page generated in 0.4676 seconds