• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 2
  • 1
  • Tagged with
  • 3
  • 3
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Study of the influence of the damaged mammographic anode on image characteristics using Monte Carlo methods / Μελέτη της επίδρασης φθαρμένης μαστογραφικής ανόδου στα χαρακτηριστικά της εικόνας με χρήση μεθόδων Μonte Carlo

Κουρκουτάς, Ηλίας 20 October 2010 (has links)
O καρκίνος του μαστού είναι μια από τις κυρίες αιτίες θανάτου στις γυναίκες. Καθώς η επιτυχής αντιμετώπιση του συνδέεται με τη φάση της νόσου η έγκαιρη διάγνωση του είναι πολύ σημαντική για τους ασθενείς. Ως τεχνική έγκαιρης διάγνωσης αλλά και πληθυσμιακού έλεγχου χρησιμοποιείται η μαστογραφία με χρήση ακτινών-Χ. Η αποτελεσματικότητα της μαστογραφίας στηρίζεται στην υψηλή ποιότητα απεικόνισης του μαστού αλλά και στο όσο το δυνατόν μικρότερη δόση που εναποτίθεται στον μαστό. Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά ποιότητας ενός μαστογραφικου συστήματος που επηρεάζει την ικανότητα απεικόνισης ανομοιογενειών μικρών διαστάσεων (π.χ. αποτιτανώσεων) είναι η χωρική διακριτική ικανότητα. Το κατώτερο αποδεκτό όριο είναι 12 lp/mm για μαστογραφία επαφής. H εστία και ο βαθμός φθοράς της σχετίζεται άμεσα με την χωρική διακριτική ικανότητα και την ποιότητα εικόνας. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να εξετάσουμε την επίδραση της φθοράς της μαστογραφικής ανόδου, στην χωρική ικανότητα υπό συμβατική και μεγεθυντική γεωμετρία. Μια τέτοια μελέτη δεν ήταν δυνατόν να γίνει πειραματικά σε κλινικές συνθήκες. Για αυτό τον λόγο έγινε χρήση ενός προγράμματος προσομοίωσης σε υπολογιστικό περιβάλλον που στηρίζεται στην τεχνική τυχαίας δειγματοληψίας και στην μέθοδο Monte Carlo (MASTOS Code). Η σημαντική παράμετρος η οποία επιλέχτηκε να εκφράζει τον βαθμό φθοράς της ανόδου είναι η κατανομή της έντασης των φωτονίων της εστίας. Τυπικά υπάρχουν τρεις αντιπροσωπευτικές κατανομές φωτονίων της εστίας, η ομοιόμορφη, η απλή κανονική κατανομή (Gaussian), και η διπλή κανονική ή κανονική κατανομή δύο κορυφών(Double Gaussian). Μια άνοδος χωρίς φθορά αρχικά θεωρήθηκε να έχειμια σχεδόν κανονική κατανομή ένταση φωτονίων και μόλις η καταστροφή αρχίζει η απλή κανονική κατανομή μετατρέπεται σε διπλή κανονική. Αυτή η φθορά της ανόδου οφείλεται κυρίως στην υπερβολική χρήση της και στα υψηλά θερμικά φορτία . Για τη μελέτη της χωρικής διακριτικής ικανότητας χρησιμοποιήθηκε απότομη αιχμή(edge) πάχους 4 cm αποτελούμενη από μόλυβδο, μη διαπερατή από ακτίνες-χ, τοποθετημένη στο κέντρο του πεδίου με την κεντρική ακτίνα της δέσμης κάθετη στην αιχμή και την επιφάνεια του ακτινοβολούμενου αντικειμένου. Έπειτα για τον υπολογισμό της χωρικής διακριτικής ικανότητας υπολογίστηκε αρχικά μία συνάρτηση διασποράς ορίου (ESF) για κάθε εικόνα. Για το σκοπό αυτό μία ορθογώνια περιοχή ενδιαφέροντος επελέγη περιλαμβάνοντας 2 mm από κάθε πλευρά της αιχμής. Το προφίλ του κάθετα υπολογισμένου μέσου όρου των τιμών του grey level κατά μήκος αυτής της απόστασης αντιστοιχεί στη συνάρτηση διασποράς ορίου. Από μαθηματική παραγώγηση της συνάρτησης αυτής προέκυψε η συνάρτηση διασποράς γραμμής (LSF) και με εφαρμογή σε αυτή μετασχηματισμού Fourier καταλήγουμε στη συνάρτηση μεταφοράς διαμόρφωσης (MTF). Οι προκύπτουσες συναρτήσεις μεταφοράς διαμόρφωσης προσαρμόστηκαν με τμήμα κανονικής καμπύλης και η χωρική διακριτική ικανότητα σε lp/mm εξήχθη από αυτές, θεωρώντας ότι αντιστοιχεί στο 5% της MTF. Η συγκεκριμένη μέθοδος μέτρησης της συνάρτησης μεταφοράς διαμόρφωσης είναι πολύ δημοφιλής τελευταία λόγω της απλότητάς της και της καταλληλότητάς της, ειδικά στην ψηφιακή απεικόνιση. Μελετήσαμε την επίδραση της φθοράς της ανόδου στην χωρική διακριτική ικανότητα για δυο μεγέθη εστίας, μια 0.1mm η οποία χρησιμοποιείται στα περισσότερα μαστογραφικά μηχανήματα σήμερα και μια με μεγάλες διαστάσεις όπως 0.5mm. Η μελέτη αυτή έγινε μεταβάλλοντας κάθε φορά τα χαρακτηριστικά της απλής και διπλής κανονικής κατανομής έντασης φωτονίων της εστίας. Ουσιαστικά μεταβάλλαμε την απόσταση μεταξύ των δυο κορυφών (δμ) και την τυπική απόκλιση (σ).Με τον τρόπο αυτό πήραμε εικόνες που αντιστοιχούν κάθε φορά σε διαφορετική κατανομή των φωτονίων στην εστία και επομένως σε διαφορετικό βαθμό φθοράς της ανόδου. Όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κανονικής κατανομής ήταν μηδέν τότε είχαμε κανονική κατανομή η οποία αντιστοιχούσε σε μια άνοδο χωρίς φθορά ενώ όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κατανομής αυξανόταν τότε αντιστοιχούσε σε άνοδο με μεγαλύτερο βαθμό φθοράς. Τέλος διατηρώντας σταθερή την απόσταση τον δυο κορυφών μεταβάλαμε την τυπική απόκλιση της κατανομής (σ) με αποτέλεσμα και σε αυτή την περίπτωση να έχουμε ασυμπτωτική προσέγγιση τηςδιπλής κανονικής κατανομής στην απλή κανονική κατανομή της έντασης των φωτονίων της εστίας. Όταν η εστία είναι καινούργια ακόμα και με διαστάσεις 0.5 mm x 0.5 mm (οι οποίες είναι πάνω από τις τυπικές μαστογραφικές τιμές) τότε η χωρική ικανότητα είναι υψηλή και πάνω από το αποδεκτό όριο των 12 lp/mm για την συμβατική μαστογραφία και καθώς αρχίζει η φθορά της η χωρική διακριτική ικανότητα μειώνεται σε ποσοστό 4% με 8%. Αντίθετα για μεγεθυντικές λήψεις όταν αρχίζει η φθορά της ανόδου λόγο της χρήσης της η χωρική διακριτική ικανότητα γίνετε πολύ μικρή με τιμές που κυμαίνονται γύρω στο 5 lp/mm . Επομένως εστίες με μεγάλες διαστάσεις όπως 0.5 mm δεν είναι κατά κανόνα κατάλληλες για μεγεθυντική λήψη καθώς η χωρική διακριτική ικανότητα είναι πολύ μικρή ειδικά όταν αρχίζει η φθορά τους. Για την ονομαστική εστία 0.1 mm x 0.1 mm. τα αποτελέσματα καθορίζουν ότι μια φθαρμένη άνοδος δεν επηρεάζει σημαντικά την ποιότητα εικόνας στην συμβατική μαστογραφία. Η χωρική διακριτική ικανότητα διατηρείται σε υψηλές τιμές(21 lp/mm) με ασήμαντη διακύμανση (περίπου 2% με 5%) μεταξύ των αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια της φθοράς της. Παρόλα αυτά μια φθαρμένη άνοδος έχει σημαντικό αντίκτυπο στη χωρική διακριτική ικανότητα υπό μεγεθυντικές συνθήκες. Όταν η απόσταση των δυο κορυφών της διπλής κατανομής αυξάνει (που αντιστοιχεί σε μεγαλύτερο βαθμό φθοράς ), η χωρική διακριτική ικανότητα μειώνεται σημαντικά ακόμα και κάτω από το αποδεκτό όριο των 12 lp/mm που συνήθως χρησιμοποιείται σε κλινική πρακτική. Για τον μέγιστο βαθμό μεγέθυνσης (m=2) η σχετική υποβάθμιση ης χωρικής διακριτικής ικανότητας φτάνει το 66%. Όταν η τυπική απόκλιση (σ) των δυο κορυφών αυξάνει σε μια διπλή κατανομή με σταθερή απόσταση (δμ) μεταξύ των δυο κορυφών, τότε το αποτέλεσμα είναι η υποβάθμιση της χωρικής διακριτικής ικανότητας σχεδόν 40% (για m= 1.6 κ εστία 0.1 mm). Η επίδραση της φθοράς της ανόδου στην χωρική διακριτική ικανότητα είναι σημαντική ειδικά για μεγάλους βαθμούς μεγέθυνσης (1.6, 1.8, 2.0). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μια καινούργια άνοδος προκαλεί μείωση της χωρικής διακριτικής ικανότητας κατά 27%, ενώ μια φθαρμένη άνοδος προκαλεί μείωση που φτάνει το 75% καθώς αυξάνουμε την μεγέθυνση από 1 έως 2 με βήμα 0.2. Επομένως η χωρική διακριτική ικανότητα επηρεάζεται ευθέως από την μορφή την κατανομή της έντασης των φωτονίων στην εστία, η οποία προσδιορίζει και την κατάσταση που βρίσκεται η άνοδος , το μέγεθος της εστίας και την μεγέθυνση. Σανσυμπέρασμα μπορούμε να πούμε ότι μόνο εστίες με μικρές διαστάσεις όπως 0.1 mm είναι κατάλληλες για μεγεθυντική μαστογραφία. Μια φθαρμένη άνοδος με εστία 0.1 mm δεν επηρεάζει σημαντικά την χωρική διακριτική ικανότητα στην μαστογραφία επαφής, ενώ αντίθετα για την μεγεθυντική μαστογραφία(κυρίως μεγάλους βαθμούς μεγέθυνσης) η υποβάθμιση της χωρικής διακριτικής ικανότητας είναι σημαντική. Αυτό το γεγονός είναι σημαντικό για υψηλούς βαθμούς μεγέθυνσης και έτσι η αντικατάσταση της λυχνίας ακτινών–x όταν η εστία αρχίζει να φθείρεται είναι πολύ κρίσιμη καθώς μπορεί να οδηγήσει στον υποβιβασμό της χωρικής διακριτικής ικανότητας. / The aim of this study was to examine the influence of mammographic anode aging, from the construction of a perfect anode up to total damage, on spatial resolution under contact and magnification geometries. The crucial parameter that was selected to reflect the degree of damaging of the anode is the type of the x-ray intensity distribution of the focal spot. Typically, there are three representative focal spot distributions, the uniform, the Gaussian and double-peaked Gaussian. A new anode is initially considered to have an almost Gaussian intensity distribution and when the destruction starts the Gaussian distribution turns to double Gaussian distribution. This damage of anode is owed to its extended use and high thermal loads (melting), which is more apparent in the central area of the focal spot. In order to study this aging effect, the Edge Spread Function (ESF) method was utilized, with a thick sharp edge consisting of lead, no transparent to x-rays imaged under various conditions, and following the corresponding spatial resolution was calculated through the modulation transfer function (MTF). In this study we used two focal spot sizes, a 0.1mm which is using in most mammographic units today and a focal spot with big dimensions such 0.5mm. When the focal spot with dimensions 0.5mm by 0.5mm is new then the resolution is high for contact mammography, but when the anode starts damaged, the 0.5mm focal spot is unsuitably because the resolution is maintained under 10 lp/mm, especially for magnification views. Therefore focal spots with big dimensions such 0.5mm are not suitable for clinical practise and magnifications views. Results for nominal focal spot sizes of 0.1mm by 0.1mm demonstrate that a damaged anode does not significantly affect the spatial resolution in contact mammography, since even in this case the spatial resolution is maintained in high degrees with insignificant variation between the results. Nevertheless, a damage anode has important repercussions on the spatial resolution under magnification conditions. When the distance of the two peaks of double Gaussian is increased (corresponding to higher degrees of destruction) the spatial resolution is significantly decreased even under the acceptable limit of 12 lp/mm that is usually utilized in clinical practice. Furthermore, when for a double Gaussian with fixed distance (δμ) between the two peaks, the standard deviation (σ) of two peaks is increasing then it leads to the reduction of spatial resolution of almost 40% for magnification equal 1.6 and focal spot 0.1mm. Accordingly, the resolution is directly affected by the form of the intensity distribution of the anode and the magnification. This effect is dominant for high magnification degrees, and thus the replacement of the x-ray tube when the focal spot starts being destroyed is very crucial, as the tube aging can potentially lead to the degradation of spatial resolution.
2

Μελέτη της επίδρασης της γεωμετρικής μορφής της ανόδου στην παραγωγή εκκενώσεων αίγλης

Ναναδάκης, Στυλιανός 23 January 2012 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο την μελέτη της επίδρασης της μορφής της ανόδου στην παραγωγή εκκενώσεων τύπου αίγλης. Για τον σκοπό αυτό μελετώνται οι εκκενώσεις που παράγονται στο εσωτερικό ενός αντιδραστήρα παραγωγής ψυχρού πλάσματος, μεταξύ μιας μη συμμετρικής διάταξης ηλεκτροδίων (διάκενο ακίδας-πλάκας), ο οποίος βρίσκεται στο εργαστήριο Ηλεκτροτεχνικών Υλικών του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών. Ειδικότερα, μελετώνται οι εκκενώσεις για τρεις διαφορετικούς τύπους ανόδου, κατασκευασμένες από διαφορετικό υλικό κάθε φορά, πραγματοποιώντας μια σειρά μετρήσεων από τις οποίες εξάγονται οι χαρακτηριστικές τάσης-ρεύματος για διάφορες τιμές της πίεσης εντός του αντιδραστήρα και για δύο διαφορετικές τιμές του μήκους του διακένου. Επιπρόσθετα, για τις παραπάνω συνθήκες, λαμβάνονται παλμοί ρεύματος και φωτός(με την βοήθεια ενός φωτοπολλαπλασιαστή) της εκκένωσης, οι οποίοι απεικονίζουν την φωτεινή δραστηριότητα κατά μήκος του διακένου. Από την επεξεργασία όλων των παραπάνω μετρήσεων, γίνεται προσπάθεια εξαγωγής συμπερασμάτων σχετικά με την επίδραση που δύναται να έχει η μορφή της ανόδου, στην παραγωγή μιας εκκένωσης αίγλης. Ειδικότερα: •Στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται μια σύντομη ιστορική αναφορά και αναφέρονται κάποιες βασικές γνώσεις και χαρακτηριστικά που αφορούν στο πλάσμα. •Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρατίθενται συνοπτικά τα καθεστώτα λειτουργίας μιας εκκένωσης αίγλης και συγχρόνως αναλύεται η εκκένωση, από φαινομενολογικής άποψης. •Στο τρίτο κεφάλαιο, περιγράφεται αναλυτικά η πειραματική διάταξη στην οποία έγινε το σύνολο των μετρήσεων. Παρουσιάζονται τα επιμέρους όργανα, που χρησιμοποιούνται για την μέτρηση συγκεκριμένων μεγεθών και ταυτόχρονα παρατίθενται διάφορες φωτογραφίες που απεικονίζουν οπτικά τα επιμέρους τμήματα που την απαρτίζουν. •Στο τέταρτο κεφάλαιο, παρουσιάζεται το σύνολο των μετρήσεων, το οποίο περιλαμβάνει χαρακτηριστικές τάσης-ρεύματος, παλμούς ρεύματος και παλμούς φωτός για τις τρεις διαφορετικές ακίδες, για μια σειρά συνθηκών καθώς και συγκρίσεις διαφόρων μεγεθών που εξάγονται από τα παραπάνω. / In this thesis, the effect of the anode’s geometry on the production of glow discharges is studied. For this purpose, glow discharges produced inside a cold plasma reactor, between a non-symmetrical set-up of electrodes, are investigated. In particular, we study glow discharges for three types of anode, which are made of different materials. Initially, a series of measurements of the gap voltage and current is taken and the V-I characteristics are extracted, each for different values of pressure inside the reactor and two different values of gap length (d=1cm, d=2cm). Furthermore, for the above conditions, several current and light impulses (using a photomultiplier) are recorded, demonstrating the light distribution and light emission among the gap. Using all the above measurement, the effect of the anode’s geometry on the glow discharge production is analyzed. In summary, the following subjects are treated: • Basic characteristics of plasma and short historical reference. •Short reference to different functional regimes of a glow discharge and phenomenological analysis of the discharge. •Description of the experimental set-up and measuring instruments. •Experimental measurements of current and gap voltage (V-I characteristics), current pulses, light pulses, conclusions.
3

Χαρακτηρισμός και έλεγχος ιδιοτήτων των μικτών οξειδίων στο σύστημα ZrO2-Y2O3-TiO2 (Cr2O3) καθώς και των κεραμομεταλλικών Ni/ZrO2-Y2O3-TiO2, ως υλικών ανόδου κελίου καυσίμου στέρεου ηλεκτρολύτη (SOFC) / Physical characterization and properties control of the ZrO2-Y2O3-TiO2 (Cr2O3) mixed oxides as well as the Ni/ZrO2-Y2O3-TiO2, cermets as anode materials of solid oxide fuel cell (SOFC)

Σκαρμούτσος, Διονύσιος Σ. 24 June 2007 (has links)
Στα πλαίσια της αναζήτησης νέων µεθόδων παραγωγής ενέργειας υψηλής απόδοσης και φιλικής προς το περιβάλλον, ένα µεγάλο µέρος των ερευνητικών δραστηριοτήτων σε διεθνή κλίµακα έχει στραφεί στην ανάπτυξη της τεχνολογίας των κελίων καυσίµου στερεού ηλεκτρολύτη, SOFC’s (Solid Oxide Fuel Cell’s). Λόγω της φιλικότητάς τους προς το περιβάλλον τα SOFC’s µπορεί να εισαχθούν για χρήση και σε αστικές περιοχές, όπου παράλληλα µε την παραγόµενη ηλεκτρική ενέργεια, είναι δυνατόν να αξιοποιηθεί και η εκλυόµενη θερµική ενέργεια για θέρµανση χώρων, αυξάνοντας συνολικά την αποτελεσµατικότητά τους. Ένα από τα µειονεκτήµατα που εµφανίζονται κατά την µακρόχρονη λειτουργία ενός «State of the art» κελίου καυσίµου αποτελούµενο από Ni/YSZ-κεραµοµεταλλικό (άνοδος) – YSZ (ηλεκτρολύτη) – LaMnO3 περοβσκίτης (κάθοδος) – LaCrO3 περοβσκίτης (συνδέτης) είναι η υποβάθµιση της απόδοσής του, η οποία µεταξύ άλλων οφείλεται και στην αστάθεια της µικροδοµής του κεραµοµεταλλικού ηλεκτροδίου της ανόδου, λόγω συσσωµάτωσης της µεταλλικής φάσης. Στόχος της εργασίας ήταν η βελτίωση της ευστάθειας της µικροδοµής, καθώς και η διερεύνηση της δυνατότητας ελάττωσης του ποσοστού συµµετοχής της µεταλλικής φάσης στο κεραµοµεταλλικό υλικό του ηλεκτροδίου της ανόδου, χωρίς σηµαντική απώλεια σε ηλεκτρική αγωγιµότητα. Για τον σκοπό αυτό παρασκευάσθηκαν, χαρακτηρίσθηκαν και ελέγχθηκαν οι ιδιότητες µικτών κεραµικών οξειδίων επιλεγµένων συνθέσεων του τριµερούς συστήµατος ZrO2-Y2O3-TiO2 (η Cr2O3) καθώς και τα αντίστοιχα κεραµοµεταλλικά Ni/ZrO2-Y2O3-TiO2 µε προσθήκη 30,40 και 45 vol% Ni. Aπό τα αποτελέσµατα προέκυψε ότι σε θερµοκρασία πύρωσης 1400ºC σχηµατίζονται µικτά οξείδια µε την κυβική δοµή του πλέγµατος φθορίτη και συντελεστή θερµικής διαστολής αντίστοιχο του ηλεκτρολύτη (YSZ). Η ηλεκτρική τους αγωγιµότητα σε ατµόσφαιρα Ar+4%H2 είναι µικτού τύπου (ιοντική + ηλεκτρονιακή), όµως λόγω της χαµηλής απόλυτης τιµής στην θερµοκρασιακή περιοχή λειτουργίας του κελίου καυσίµου (900-1000ºC) δεν προσφέρονται για χρήση αυτούσια, ως κεραµικές άνοδοι. ΠΕΡΙΛΗΨΗ-ABSTRACT 6 Από πειράµατα διαβροχής στο σύστηµα Ni σε επαφή µε τα µικτά οξείδια προέκυψε ότι η παρουσία TiO2 βελτιώνει την συνάφεια και ως εκ τούτου την ισχύ του δεσµού στην διεπιφάνεια µετάλλου/κεραµικού. Η βελτίωση των διεπιφανειακών ιδιοτήτων έχει σαν αποτέλεσµα των ελάττωση του συντελεστού διαστολής των κεραµεταλλικών και την καλλίτερη µηχανική προσαρµογή τους στον ηλεκτρολύτη (YSZ).Επίσης, λόγω της µείωσης του ρυθµού συσσωµάτωσης των σωµατιδίων της µεταλλικής φάσης, οι τιµές της ηλεκτρικής αγωγιµότητας των κεραµοµεταλλικών παραµένουν σε υψηλά επίπεδα και µετά από µακροχρόνια παραµονή σε συνθήκες λειτουργίας (1000ºC, 1000h). Πρώτες ηλεκτροχηµικές µετρήσεις σε κελία καυσίµου µε κεραµοµεταλλική άνοδο, αποτελούµενη από επιλεγµένη σύνθεση µικτού οξείδίου του τριµερούς συστήµατος ως κεραµικής συνιστώσας, έδωσαν ενθαρρυντικά αποτελέσµατα αφήνοντας σηµαντικά περιθώρια για επίτευξη ικανοποιητικών επιδόσεων, µε βελτίωση του τρόπου κατασκευής. / Within the research framework for the development of alternative, friendly to the environment methods for the production of energy, significant effort is focusing on the SOFC’s (Solid Oxide Fuel Cell’s) technology. Due to their low pollutant emissions fuel cells can be applied inside civil areas were the electrical power can be used together with the thermal energy generated by the cell, increasing the total performance of the device. The “state of the art” fuel cell structure is the anode electrode (Ni/YSZ cermet), the electrolyte (YSZ), the cathode electrode (LaMnO3 perowskite) and the interconnector (LaCrO3 perowskite). One of the disadvantages of fuel cells is the performance degradation due to the instability of the YSZ/Ni anode electrode microstructure caused by metal phase sintering. This work aims to the improvement of microstructure stability as well as the possibility of reducing the amount of the metallic phase to the anode cermet without affecting its electrical properties. New ceramic materials of the ternary system ZrO2-Y2O3-TiO2 (or Cr2O3) were produced and characterized as well as their corresponding cermets Ni/ZrO2-Y2O3-TiO2 by the addition of 30,40 and 45 vol% Ni. After calcination at 1400ºC mixed oxides are formed having cubic fluorite crystal structure and similar thermal expansion properties to the YSZ ceramic oxide. The electrical conductivity in reducing atmosphere Ar+4%H2 is of electronic and ionic type but due to the low values in the working temperature range of a fuel cell (900-1000ºC) they cannot be used independently as anode materials. Wetting experiments of the system Ni in contact to those mixed oxides showed that TiO2 presence enhances the adherence and the bond strength at the metal ceramic interface. Improvement of the interfacial properties results to the decrease of cermets thermal expansion improving in this way the mechanical adjustment of the anode to the electrolyte. Also due to the decrease of the sintering tendency of the metallic phase particles, the electrical conductivity values remain at high values after long term annealing at high temperature (1000ºC, 1000h). Early electrochemical tests performed to fuel cells having a selected anode material showed encouraging results leaving space for improvement especially to the construction methods used in order to achieve satisfactory performance.

Page generated in 0.033 seconds