• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 15
  • Tagged with
  • 15
  • 9
  • 4
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
11

Τρισδιάστατη αριθμητική προσομοίωση τυρβώδους ροής σε ανοικτό αγωγό με εγκάρσιους προβόλους

Κουτρουβέλη, Θεοφανώ 21 December 2012 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με την ανάλυση της τυρβώδους ροής σε ορθογωνικό, ανοικτό αγωγό τριών διαστάσεων, στον οποίον ενυπάρχουν εμπόδια της μορφής προβόλων (groynes). Τέτοιου είδους κατασκευές χρησιμοποιούνται σε πάρα πολλούς ποταμούς ώστε να διατηρείται η επιθυμητή διατομή και το επιθυμητό βάθος ροής αλλά και να αποφεύγεται η διάβρωση των οχθών σε έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Για την επίλυση του προβλήματος αξιοποιήθηκαν οι εξισώσεις RANS, ενώ για το κλείσιμο της τύρβης χρησιμοποιήθηκε το μοντέλο δύο εξισώσεων και το μοντέλο . Η διαχείριση της ελεύθερης επιφάνειας έγινε με την μέθοδο Volume of Fluid (VOF), ενώ η αριθμητική επίλυση βασίστηκε στην μέθοδο των πεπερασμένων όγκων και πραγματοποιήθηκε με τον εμπορικό κώδικα FLUENT 6.1.2. Για την ροή στον υπό εξέταση αγωγό θεωρήθηκε αριθμός Reynolds , ύψος τραχύτητας τοιχωμάτων και κλίση πυθμένα . Για λόγους ελέγχου της ακρίβειας της αριθμητικής μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε, αρχικά επιλύθηκε η περίπτωση τρισδιάστατου καναλιού ορθογωνικής διατομής χωρίς προβόλους και τα αποτελέσματα που προέκυψαν συγκρίθηκαν με αναλυτικά αποτελέσματα δισδιάστατης ροής (κατακόρυφο επίπεδο) υπεράνω επίπεδου πυθμένα. Τα αποτελέσματα βρέθηκαν σε καλή συμφωνία μεταξύ τους, γεγονός που επιβεβαίωσε την καταλληλότητα της μεθόδου. Για το τρισδιάστατο πρόβλημα με τους εγκάρσιους προβόλους, η ανάλυση έδειξε ότι το διάμηκες προφίλ της ελεύθερης επιφάνειας παρουσιάζει τοπική ταπείνωση στην θέση των προβόλων, ενώ η κατανομή των διατμητικών τάσεων παρουσιάζει μια σημαντική αύξηση στο μέτωπο των προβόλων και μια μείωση κατάντη των προβόλων στον πυθμένα και στο πλαϊνό τοίχωμα συγκριτικά με τις τιμές της διατμητικής τάσης στο κανάλι χωρίς τα εμπόδια. Επιπροσθέτως, παρατηρήθηκε η δημιουργία μιας περιοχής ανακυκλοφορίας της ροής κατάντη κάθε προβόλου. Η επανακόλληση της ροής κατάντη των προβόλων υπολογίστηκε ότι συμβαίνει σε μια απόσταση 11-19 φορές το μήκος του προβόλου πλησίον του πυθμένα ενώ πλησίον της ελεύθερης επιφάνειας αυτή η απόσταση ισούται με 6-7 φορές το μήκος του προβόλου ανάλογα με τον αριθμό και την απόσταση που απέχουν οι πρόβολοι μεταξύ τους. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι οι τάσεις στο πλαϊνό τοίχωμα και στον πυθμένα στην περιοχή κατάντη των προβόλων παρουσίασαν μειωμένη κατά απόλυτο τιμή συγκριτικά με την περίπτωση του καναλιού χωρίς τα εμπόδια, γεγονός που συνηγορεί στη χρησιμοποίηση των προβόλων για προστασία διάβρωσης του ακτής. / This thesis deals with the analysis of turbulent flow in rectangular, three-dimensional open channel, in which inherent cantilever barriers (groynes). Such structures are used in many rivers to maintain the desired cross section and the desired depth of flow and to avoid corrosion of the banks to intense flooding.
12

Εκτίμηση μοντέλου διάβρωσης και στερεοπαροχής στον ταμιευτήρα του φράγματος Πηνειού νομού Ηλείας

Βιδάλη, Μαρία 11 October 2013 (has links)
Είναι ευρέως γνωστό ότι οι διαδικασίες της διάβρωσης του εδάφους επηρεάζονται από ένα πλήθος βιοφυσικών και ανθρώπινων παραγόντων και εμφανίζονται με διαφορετικές εντάσεις σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Εντούτοις, οι χωρικές και χρονικές κλίμακες των διαδικασιών είναι ακόμα ανεπαρκώς κατανοητές. Ως εκ τούτου, ο έλεγχος και ο υπολογισμός της διάβρωσης και της απόθεσης αποτελεί ένα σύνθετο και δύσκολο στόχο. Επομένως, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η κατανόηση των διαδικασιών λαμβάνοντας υπόψη την ποσοτική τους έκφραση, ώστε να είναι σε θέση ειδικοί επιστήμονες να αναλύσουν το αντίκτυπο του φαινομένου αυτού. Αντικείμενο της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η εκτίμηση μοντέλου διάβρωσης και στερεοπαροχής στον ταμιευτήρα του ομώνυμου φράγματος του ποταμού Πηνειού, στην περιοχή του Νομού Ηλείας. Απώτερος στόχος αυτής της μελέτης είναι ο υπολογισμός και η εκτίμηση του όγκου των φερτών υλών που έχουν αποτεθεί στον ταμιευτήρα του φράγματος, με αποτέλεσμα την πολυετή δυσλειτουργία του, με σκοπό την εφαρμογή πρακτικών που θα δώσουν παράταση στην οικονομική ζωή του έργου. Προς την κατεύθυνση αυτή αναπτύχθηκε μια μέθοδος η οποία συνδυάζει την Παγκόσμια Εξίσωση Εδαφικής Απώλειας (Universal Soil Loss Equation - USLE) με τα Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφορίας (GIS), συγκεκριμένα το λογισμικό ArcGIS 10. Η USLE υπολογίζει την μακροπρόθεσμη μέση ετήσια απώλεια εδάφους πολλαπλασιάζοντας πέντε συγκεκριμένους παράγοντες που περιγράφουν τα χαρακτηριστικά λεκανών, όπως η διαβρωτικότητα της βροχόπτωσης, η διαβρωσιμότητα του εδάφους, η μορφολογία του εδάφους, η φυτοκάλυψη του εδάφους και η διαχείριση των εδαφών κατά της διάβρωσης. Το GIS χρησιμοποιείται για την αποθήκευση των συντελεστών της USLE ως μεμονωμένα ψηφιακά επίπεδα τα οποία πολλαπλασιάζονται μεταξύ τους για να δημιουργήσουν έναν δυναμικό χάρτη εδαφικής διάβρωσης. Αυτός ο συνδυασμός παρέχει έναν τρόπο εκτίμησης της πιθανής διάβρωσης του εδάφους σε μια περιοχή με τις υπάρχουσες πηγές δεδομένων. Ο εντοπισμός των περιοχών που παρουσιάζουν μεγαλύτερο κίνδυνο διάβρωσης και η χαρτογράφησή τους, συμβάλουν στην πρόληψη της περαιτέρω υποβάθμισης του εδάφους με χρήση των απαραίτητων αντιδιαβρωτικών μέτρων. Για τον υπολογισμό του συντελεστή διαβρωτικότητας της βροχόπτωσης (R) και για την εξαγωγή του χάρτη κατανομής της χρησιμοποιήθηκαν οι μηνιαίες και ετήσιες μετρήσεις βροχόπτωσης από πέντε μετεωρολογικούς σταθμούς που εντοπίζονται στην λεκάνη απορροής ανάντη του φράγματος. Ο συντελεστής διαβρωσιμότητας του εδάφους (Κ) απαιτεί μετρήσεις πεδίου για την εκτίμηση των ιδιοτήτων του εδάφους. Στην παρούσα μελέτη, λόγω αδυναμίας συγκέντρωσης δειγμάτων, οι ιδιότητες του εδάφους εκτιμήθηκαν με γεωλογικά κριτήρια και εν συνεχεία με τη χρήση του GIS δημιουργήθηκε χάρτης κατανομής διαβρωσιμότητας του εδάφους. Με βάση το Ψηφιακό Μοντέλο Αναγλύφου της περιοχής μελέτης υπολογίστηκε ο τοπογραφικός συντελεστής (LS), ενώ βάσει του CORINE και σύμφωνα με τη βιβλιογραφία υπολογίστηκε ο παράγοντας κάλυψης και διαχείρισης γης (C). Τέλος, ο συντελεστής διαχείρισης των εδαφών κατά της διάβρωσης (P) ορίστηκε ίσος με τη μονάδα (1) καθώς δεν έχει παρθεί κανένα μέτρο για την προστασία των εδαφών κατά της διάβρωσης σε όλη την λεκάνη απορροής. Βάσει των παραπάνω υπολογισμών προέκυψε η μέση ετήσια απώλεια εδάφους ανά μονάδα επιφάνειας της λεκάνης απορροής ανάντη του φράγματος, η οποία ανέρχεται στους ----- t/ha ή SE=---- t/km2. Κατόπιν υπολογισμού της μέσης ετήσιας εδαφικής διάβρωσης, βάσει εμπειρικής μεθόδου υπολογίστηκε ο συντελεστής (%) στερεοαπορροής και κατ' επέκταση η μέση ετήσια στερεοαπορροή της λεκάνης ανάντη του φράγματος Πηνειού, η οποία ανέρχεται σε ----- t/ha ή ----- t/km2. Για την συγκεκριμένη λεκάνη απορροής το ----- των παραγόμενων φερτών υλών είναι αυτό που τελικά μεταφέρεται και αποτίθεται κάθε χρόνο στον ταμιευτήρα του φράγματος, τα οποία ανέρχονται σε ------ t. / It’s widely known that the procedures of soil erosion are affected by a number of biophysical and human factors and appeared with different intensities in different places. However, the spatial and temporal scales of the procedures are still poorly understood. Therefore, the control and the calculation of soil erosion and deposition are a complex and difficult task. So, it’s necessary to improve the understanding of the procedures, taking into account their quantitative expression, in order to scientists be able to analyze the impacts of this phenomenon. The main purpose of this thesis is the estimation of the erosion and sediment model in the reservoir of the homonymous dam of river Peneus, in the prefecture of Ilia. The ultimate goal of this study is to calculate and estimate the volume of sediment that have been deposited in the reservoir of the dam, resulting in perennial dysfunction , in order to implement practices that will give extension in the economic life of the project. For this propose a method has been developed that combines the Universal Soil Loss Equation- USLE with Geographic Information Systems- GIS. This method is the software ArcGIS 10. The USLE equation calculates the long-term average annual soil loss by multiplying five specific factors that describe the characteristics of the basins, such as the rainfall erosivity, the soil erodibility, the topography, the vegetation cover of the soil and the management of soil erosion. The GIS system is used to store the USLE’s factors as individual digital levels that are multiplied together to create a dynamic map of soil erosion. This combination provides a way of estimating of the possible erosion of the soil in an area with the existing data sources. The identification of the areas of greatest risk of erosion and their cartography, helped to prevent further soil degradation by using the necessary corrosion measures. For calculating the rainfall erosivity factor (R) and for the extraction of the distribution map of erosion are used monthly and annual rainfall measurements from five meteorological stations located in the watershed upstream of the dam. The soil erodibility factor (K) requires field measurements to estimate the properties of the soil. In this study, due to our inability to obtain samples, soil properties were evaluated with geological criteria and subsequently using the GIS created map distribution of soil erodibility. Based on the digital elevation model of the study area, was calculated the topographic factor (LS), while under CORINE and the literature was calculated the capper and land administration (C). Finally, the factor of soil management against erosion (P) was set equal to one (1) as there has not been taken any step to protect soils against erosion throughout the basin. Based on the above calculation showed average annual soil loss per unit area of the watershed upstream of the dam, which amounts to ---- t/ha or SE=---- t/km2. After calculation the average annual soil erosion, based on the empirical method has calculated the sediment delivery ratio and thus the average annual sediment yield of the watershed upstream of the dam Peneus, which is -----t/ha or ----- t/km2. For this specific watershed the ----% of the produced sediment is what ultimately transported and deposited annually in the reservoir of the dam, which amount to ---- t.
13

Πειραματική μελέτη και υπολογιστική προσομοίωση της επίδρασης της βλάβης διάβρωσης στη συμπεριφορά εφελκυσμού του αεροπορικού κράματος αλουμινίου 2024

Σέτσικα, Δωροθέα 07 May 2015 (has links)
Η παρουσία της βλάβης διάβρωσης στις αεροπορικές δομές, έχει αποδειχθεί ότι συμβάλλει σημαντικά στην υποβάθμιση της δομικής τους ακεραιότητας. Ταυτόχρονα, οι χρονοβόρες και αυξημένου κόστους διεργασίες και έλεγχοι που πραγματοποιούνται για την αποφυγή ή την επιδιόρθωση της διάβρωσης δεν είναι πάντα αποδοτικές. Στην τρέχουσα βιομηχανική πρακτική, σε περιπτώσεις στατικής φόρτισης, η βλάβη διάβρωσης αντιμετωπίζεται θεωρώντας ότι έχει επέλθει μείωση της φέρουσας διατομής ίση με το βάθος της διαβρωτικής προσβολής και ακολουθεί εκ νέου υπολογισμός των τάσεων. Στις δυναμικές φορτίσεις, τα τρήμματα θεωρούνται ως πιθανά σημεία έναρξης των ρωγμών κόπωσης. Όμως, παρά την αναγνώριση της διάβρωσης ως έναν από τους μηχανισμούς που επιδρούν αρνητικά στη δομική ακεραιότητα μιας αεροπορικής δομής, ούτε και στον σχεδιασμό των αεροπορικών κατασκευών με ανοχή στη βλάβη, ο οποίος είναι ο σύγχρονος τρόπος σχεδιασμού και βασίζεται στις αρχές της θραυστομηχανικής, η βλάβη διάβρωσης λαμβάνεται υπόψη. Ως αποτέλεσμα, η επίδραση της διάβρωσης στη δομική ακεραιότητα των υλικών κάποιες φορές υποεκτιμάται. Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να συμβάλλει στην ανάπτυξη ικανοτήτων για την εκτίμηση της υποβάθμισης των μηχανικών ιδιοτήτων του διαβρωμένου υλικού με δεδομένα τα μεταλλογραφικά χαρακτηριστικά της βλάβης διάβρωσης. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύσσεται μια μεθοδολογία η οποία επιτρέπει την υπολογιστική προσομοίωση της συμπεριφοράς εφελκυσμού του διαβρωμένου υλικού με δεδομένα τα μεταλλογραφικά χαρακτηριστικά της βλάβης διάβρωσης. Η εργασία περιλαμβάνει ένα πειραματικό και ένα υπολογιστικό σκέλος. Το πειραματικό σκέλος περιλαμβάνει την εκτενή μεταλλογραφική μελέτη της βλάβης διάβρωσης, τη διεξαγωγή μηχανικών δοκιμών εφελκυσμού και τη μελέτη των επιφανειών θραύσης για την αναγνώριση των φυσικών μηχανισμών της βλάβης σε δοκίμια προ-διαβρωμένα για διαφορετικούς χρόνους έκθεσης στο διαβρωτικό περιβάλλον. Τα κύρια αποτελέσματα της πειραματικής διαδικασίας συνοψίζονται ως εξής: Η βλάβη διάβρωσης συσσωρεύεται βαθμιαία και εξελίσσεται, σε συνάρτηση με τον χρόνο έκθεσης, από τρημματική σε διάβρωση αποφλοίωσης. Οι μηχανικές δοκιμές εφελκυσμού στο διαβρωμένο υλικό έδειξαν μια μέτρια υποβάθμιση των ιδιοτήτων αντοχής, αλλά ταυτόχρονα μια σημαντική πτώση των ιδιοτήτων ολκιμότητας. Η μελέτη των επιφανειών θραύσης ανέδειξε την ύπαρξη ψαθυροποιημένων περιοχών κάτω από το στρώμα διάβρωσης. Η ύπαρξη τέτοιων ψαθυροποιημένων ζωνών έχει αποδοθεί από προηγούμενες εργασίες στην προσρόφηση υδρογόνου που παράγεται κατά την διαδικασία της διάβρωσης. Το υπολογιστικό σκέλος περιλαμβάνει την ανάπτυξη μοντέλου πεπερασμένων στοιχείων σε μίκρο και μάκρο-κλίμακα. Για την προσομοίωση της συμπεριφοράς εφελκυσμού του διαβρωμένου υλικού σε μίκρο-κλίμακα αναπτύχθηκε μια Αντιπροσωπευτική Μοναδιαία Κυψελίδα (Representative Unit Cell) που περιλαμβάνει τρήμματα αντιπροσωπευτικά του χρόνου έκθεσης σε διαβρωτικό περιβάλλον. Η τοπικά υποβαθμισμένη συμπεριφορά εφελκυσμού του υλικού, λόγω της ύπαρξης των τρημμάτων, προσδιορίζεται από τις αντιπροσωπευτικές μοναδιαίες κυψελίδες και εισάγεται τοπικά σε ένα μοντέλο μάκρο-κλίμακας. Το μοντέλο λαμβάνει υπόψη την διαφορετική ένταση της βλάβης διάβρωσης στις διάφορες περιοχές του δοκιμίου. Τα αποτελέσματα του μοντέλου έδειξαν ικανοποιητική σύγκλιση με τις μηχανικές δοκιμές σε ότι αφορά στις ιδιότητες αντοχής. Αντίθετα, έδειξαν υποτίμηση της πειραματικά παρατηρούμενης μείωσης των ιδιοτήτων ολκιμότητας. Η υποτίμηση αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι το μοντέλο, κα' αρχήν, δεν λαμβάνει υπόψη τους φυσικούς μηχανισμούς της ψαθυροποίησης του υλικού λόγω διάβρωσης. Η μεθοδολογία που αναπτύχθηκε αποτελεί βήμα για τη σύνδεση της βλάβης διάβρωσης με τις απομένουσες μηχανικές ιδιότητες του υλικού και, επομένως, την ασφαλέστερη εκτίμηση της απομένουσας αντοχής διαβρωμένων αεροπορικών δομών. / Corrosion damage accumulation represents a major threat for the structural integrity of metallic aircraft structures and moreover has a strong effect on the load bearing capacity of aging aircraft structures. Corrosion damage is evaluated by means of metallographic features such as pitting density, depth and shape of pits, onset of exfoliation, etc. For the case of static loading, corrosion damage is usually accounted through reducing the metal thickness by the depth of corrosion attack and then calculating the corresponding stress increase. For the case of fatigue, corrosion pits are considered as possible onsets for fatigue cracks. The aim of the present PhD thesis is to contribute to establish a link between the metallographic features of corrosion damage and the degradation of the mechanical properties of a corroded material. Towards this objective, a methodology is developed which allows the numerical simulation of the tensile behavior of the corroded material based on the metallographic features of the corrosion damage. The present work is divided in two parts: a) the experimental investigation and b) the numerical analysis. The experimental part includes an extensive metallographic investigation of the occurring corrosion damage. Moreover, tensile tests were performed on the pre-corroded material which was exposed to the corrosive solution for several exposure periods. Finally, an examination of the fracture surfaces for the identification of the physical mechanisms of the damage has also been conducted. The main conclusion extracted from the metallographic procedure is that corrosion damage evolves from pitting to exfoliation progressively. The tensile tests performed on the pre corroded material revealed a moderate reduction concerning the tensile strength but a significant degradation of the tensile ductility even after short exposure periods. The examination of the fracture surfaces revealed the presence of quasi-cleavage zones beneath the depth of corrosion attack. The formation of these zones has been attributed by previous investigations to hydrogen diffusion and trapping into the corroded material during the corrosion process. The simulation procedure involves the development of a multi scale finite element model. The corrosion damage has been accounted for by introducing 3D Representative Unit Cells (RUCs) developed in the micro scale, with geometrical characteristics obtained by the metallographic analysis data of the corroded material. The degradation of the Representative Unit Cell’s mechanical properties due to the presence of the damage has been recorded. A 3D Finite Element model of a tensile specimen has been developed. This model has been used to simulate the tensile behavior of the corroded material, by including elements with degraded properties extracted from the RUC analysis. For the different exposure times RUCs with different geometrical characteristics were used so as to account for the evolving corrosion damage. The simulation results correlate well with the respective tensile behavior of the alloy obtained by the mechanical tests. As far as tensile ductility is concerned a significant deviation was observed, due to the fact that the finite element model does not account for the embrittlement of the material due to hydrogen absorption. The developed methodology represents a step towards the establishment of a link between the metallographic features of the corrosion damage and the residual mechanical properties of the material, and thus the more reliable estimation of the residual strength of the corroded aircraft structures.
14

Η προθηματοποίηση στις νεοελληνικές διαλέκτους : συγχρονική και διαχρονική προσέγγιση / Prefixation in modern Greek dialects : synchronic and diachronic perspective

Δημελά, Ελεονώρα-Διονυσία 05 January 2011 (has links)
Στην παρούσα διατριβή επιχειρείται η συγχρονική και διαχρονική προσέγγιση φαινομένων προθηματοποίησης στις νεοελληνικές διαλέκτους. Συγκεκριμένα, μελετώνται τα διαλεκτικά μορφήματα ακρο-, μωρο-, πλακο-, σ(ι)ο-/σα-, χαμο- ως προς την ιστορική τους εξέλιξη, και τις φωνολογικές, δομικές και σημασιολογικές τους αποκλίσεις σε συγχρονικό επίπεδο. Η μετάβαση από τη σύνθεση στην παραγωγή, δηλαδή η προθηματικοποίηση (βλ. Amiot 2005), αποδεικνύει ότι τα όρια ανάμεσα στις δύο διαδικασίες δεν είναι σαφώς διακριτά (Booij 2005, Bauer 2005, Ralli 2010). Κατά την προθηματικοποίηση, ένα μόρφημα αποκλίνει από το λεξηματικό του πρόγονο, χάνει την αυτονομία του (Iacobini 2004) και είναι δυνατό να υπόκειται σε φωνολογικές αλλαγές. Είναι γενικώς παραδεκτό ότι η γραμματικοποίηση επιτελείται, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις (Lehmann 1985, Hopper & Traugott 1983, Hopper 1991, Heine & Kuteva 2002, Heine 2003, Amiot 2005, Giannoulopoulou 2006, Αναστασιάδη-Συμεωνίδη 2008, van Goethem 2008). Οι προτεινόμενες γενικές παράμετροι για την προθηματικοποίηση από τη διεθνή βιβλιογραφία είναι οι ακόλουθες: α) φωνολογική διάβρωση, β) αποσημασιοποίηση, γ) αποκατηγοριοποίηση, δ) περιορισμός συντακτικού βάρους, ε) ανάμειξη, στ) διεύρυνση συνδυαστικών μορφολογικών ιδιοτήτων. Στη μελέτη αυτή, προσπαθώ να απαντήσω σε τρεις σημαντικές ερωτήσεις: α) Ποιες είναι οι εξειδικευμένες παράμετροι που ερμηνεύουν τη μετάβαση από τη σύνθεση στην προθηματοποίηση; β) Οι παράμετροι αυτές είναι ίδιες για όλα τα φαινόμενα γραμματικοποίησης ή περιορίζονται στο πεδίο της μορφολογίας; γ) Ποια είναι η ιεράρχηση των συγκεκριμένων παραμέτρων κατά τη μορφολογικοποίηση; Στο πεδίο της μορφολογίας, υποστηρίζω ότι ο μορφολογικός παράγοντας έχει αποφασιστική σημασία για την περάτωση μιας διαδικασίας μορφολογικοποίησης. Είναι δυνατό άλλες παράμετροι να κινητοποιούν ή να συνεισφέρουν στην εξέλιξη της διαδικασίας, αλλά δεν μπορούν να εγγυηθούν την ολοκλήρωση αυτής. Υπό αυτήν την έννοια, προτείνω ότι οι γενικές παράμετροι που εμπλέκονται είναι η επανασημασιοποίηση και η διάβρωση, ενώ οι εξειδικευμένες μορφολογικές παράμετροι που απαντούν σε τελικό στάδιο της προθηματικοποίησης είναι: α) η αύξηση της παραγωγικότητας, β) η διεύρυνση των μορφολογικών συνδυαζόμενων βάσεων. Τόσο τα εξεταζόμενα διαχρονικά δεδομένα της Ελληνικής γλώσσας, όσο και τα εξεταζόμενα συγχρονικά δεδομένα από τη διαλεκτική ποικιλία της νέας Ελληνικής επιβεβαιώνουν τις παραπάνω θέσεις. / This thesis deals with prefixation cases in Modern Greek Dialects from a synchronic and diachronic point of view. In particular, the following dialectal morphemes: akro-, moro-, plako-, s(j)o-/sa- and hamo- are investigated with respect of their historical development and their phonological, structural and semantic differences in synchronic terms. Prefixization (c.f. Amiot 2005) as a diachronic crossing from compounding to prefixation shows that there is no clear borderline between the two processes (Booij 2005, Bauer 2005, Ralli to appear). According to this phenomenon, a morpheme shows divergence with respect to its ancestor, loses its lexical independence (Iacobini 2004), and may be subject to phonological erosion. It is generally accepted that grammaticalization occurs if certain criteria are satisfied (Lehmann 1985, Hopper & Traugott 1983, Hopper 1991, Heine & Kuteva 2002, Heine 2003, Amiot 2005, Giannoulopoulou 2006, Αnastasiadi-Symeonidi 2008, van Goethem 2008). As far as prefixization is concerned, and with some degree of variation from one author to another, there is more or less agreement on the following general criteria: a) phonological erosion, b) desemanticization, c) decategorialization, d) shrinking of syntagmatic weight, e) coalescence, f) extension of the morphological combinatorial properties. In this study, I try to answer three important questions: a) what are the specific parameters which may induce prefixization out of compounding? b) Are these parameters the same for all the range of grammaticalization phenomena, or are they restricted to morphology? c) Is there a particular order according to which these parameters seem to play a role in morphologization? I argue that if we deal with morphology the parameters which lead to the completion of a morphologization process have to be morphological in nature. Other parameters may trigger the process, or may play a role during the process, but do not guarantee completion. Within this spirit, I propose that the general grammaticalization parameters which are involved in prefixization are desemanticization and phonological erosion, but the specific morphological parameters which are crucial for determining the final stage of prefixization are related to: a) the increase of productivity, b) the expansion of morphological combinatorial properties. Evidence from the history of Greek and its Modern Greek dialects illustrate the above proposals.
15

Σύμπλοκες ενώσεις του ψευδαργύρου με υποκατεστημένα βενζοτριαζόλια ως υποκαταστάτες : σύνθεση, χαρακτηρισμός και συσχέτισή τους με την αναστολή της διάβρωσης του μετάλλου / Complexes of zinc with substituted benzotriazoles as ligands : synthesis, characterization and their relevance to the corrosion inhibition of the metal

Μπαρούνη, Ελευθερία 15 February 2012 (has links)
Η προστασία των μετάλλων με δραστικές ενώσεις που έχουν τη δυαντότητα σχηματισμού επιφανειακών ενώσεων εντάξεως είναι ένας κλάδος της Χημείας και της Επιστήμης των Υλικών μεγάλης επιστημονικής, αρχαιολογικής και τεχνολογικής σημασίας. Οι αντιδιαβρωτικές ιδιότητες του βενζοτριαζολίου και μικρού αριθμού υποκατεστημένων βενζοτριαζολίων για ορισμένα μέταλλα, ειδικά του χαλκού και των κραμάτων του, έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον για τη χημεία ένταξης του βενζοτριαζολίου και της συζυγούς του βάσεως, του βενζοτριαζολάτο ανιόντος. Έχουμε ξεκινήσει ένα ανόργανο μοντέλο προσέγγισης της παρεμπόδισης της διάβρωσης του Zn με βενζοτριαζόλια. Στην παρούσα εργασία έχουμε μελετήσει λεπτομερώς τη χημεία ένταξης του 1-μεθυλοβενζοτριαζολίου (Mebta) με Zn(II). Παρασκευάσθηκαν τα νέα σύμπλοκα [ZnCl2(Mebta)2](1), [ZnBr2 (Mebta)2](2), [ZnI2(Mebta)2](3), τετ-[Zn(ΝΟ3)2(Mebta)2](4), οκτ-[Zn(ΝΟ3)2(Mebta)2] (5), [Zn(Mebta)4](ClO4)2(6), [Zn(Mebta)4](PF6)2(7) και [Zn3(Ο2CPh)6(Mebta)2](8). Οι μοριακές και κρυσταλλικές δομές των συμπλόκων έχουν προσδιορισθεί με κρυσταλλογραφία ακτίνων-Χ μονοκρυστάλλου. Η γεωμετρία ένταξης του ZnΙΙ στα 1-4, 6 και 7 είναι τετραεδρική, ενώ στο σύμπλοκο 5 το μεταλλοϊόν έχει παραμορφωμένη οκταεδρική στερεοχημεία. Τα μεταλλικά κέντρα στο 8 υιοθετούν τετραεδρικές και οκταεδρικές γεωμετρίες. Το Mebta συμπεριφέρεται στα σύμπλοκα ως μονοδοντικός υποκαταστάτης με το άτομο δότης να είναι το άζωτο της θέσης 3 του αζολικού δακτυλίου. Τα σύμπλοκα χαρακτηρίσθηκαν με φασματοσκοπία IR. Τα δεδομένα συσχετίζονται με τον τρόπο ένταξης των υποκαταστατών και τις γνωστές δομές. Επίσης αναλύεται η τεχνολογική σημασία των αποτελεσμάτων μας. Φαίνεται ότι τα Ν-υποκατεστημένα βενζοτριαζόλια με ομάδες που δεν περιέχουν άτομα δότες δεν μπορεί να οδηγήσουν σε αποτελεσματικούς παρεμποδιστές της διάβρωσης εξ’αιτίας της αδυνμίας αυτών των μορίων να σχηματίζουν πολυμερικά είδη. / Protection of metals with reactive compounds capable of forming surface-phase coordination compounds is an area of chemistry and materials science which is of considerable scientific, archaeological and technological importance. The anticorrosion properties of benzotriazole and few substituted benzotriazoles towards certain metals, particularly copper and its alloys, have focused interest on the coordination chemistry of the parent molecule and its conjugate base, the benzotriazolate anion An inorganic model approach to the corrosion inhibition of Zn by benzotriazoles has been initiated. The coordination chemistry of 1-methylbenzotriazole (Mebta) with Zn(II) has been studied in detail. The new complexes [ZnCl2(Mebta)2](1), [ZnBr2 (Mebta)2](2), [ZnI2(Mebta)2](3), tet-[Zn(ΝΟ3)2(Mebta)2](4), οkt-[Zn(ΝΟ3)2(Mebta)2](5), [Zn(Mebta)4](ClO4)2(6), [Zn(Mebta)4](PF6)2(7) and [Zn3(Ο2CPh)6(Mebta)2](8) have been prepared. Their molecular and crystal structures have been determined by single crystal, X-ray crystallography. The coordination geometry of ZnII in 1-4, 6 and 7 is tetrahedral, while complex 5 has a distorted octahedral stereochemistry. The metal sites in 8 adopt both tetrahedral and octahedral geometries. Mebta behaves as a monodentate ligand in the complexes; the donor atom is nitrogen of the position 3 of the azole ring. The complexes were characterized by IR spectroscopy; the data are discussed in terms of the coordination modes of the ligands and known structures. The technological relevance of our results is also discussed. It seems that benzotriazole N-substitution with groups containing no donor atoms cannot lead to effective corrosion inhibitors due to the inability of these molecules to form polymeric species.

Page generated in 0.0217 seconds