• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 4
  • 1
  • Tagged with
  • 5
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Improvement of regional seismic hazard assessment considering active faults

Τσιπιανίτης, Αλέξανδρος 27 May 2015 (has links)
Seismic hazard assessment is a required procedure to assist effective designing of structures located in seismically active regions. Traditionally, in a seismically active region as Greece, the seismic hazard evaluation was based primarily on the historical seismicity, and to lesser extent based on the consideration of the geological information. The importance of the geological information in seismic hazard assessment is significant, for the reason that earthquakes occur on faults. This approach also covers areas with few instrumental recordings. Mapping, analyzing and modeling are needed for faults investigation. In the present dissertation, we examined the seismic hazard for the cities of Patras, Aigion and Korinthos, considering the seismically active faults. The active faults considered in this investigation consists of 148 active faults, for which a minimum amount of information was available (i.e. length, maximum magnitude, slip rate, etc.). For some critical parameters, e.g. slip rate, if an estimate could not be found in the literature it was calculated based on empirical laws. Specifically, the slip rate for each fault was resulted from the division of total displacement with the stratigraphic age. Two different approaches (historical seismicity, length of faults) were followed for the estimation of total displacement for each fault. A distribution of slip rates was made because uncertainties are considered. The resulted slip rates were converted into seismic activity. Thus, we were able to construct a complete database for our research. Epistemic uncertainties were accounted at both seismic source models as well as at the ground motion via a logic tree framework resulted in two different calculation procedures (including or not the b value uncertainty). The seismic hazard model was implemented following the OpenQuake open standards – NRML, and the seismic hazard computation was performed for the region of interest. The seismic hazard was quantified in terms of seismic hazard maps, hazard curves and uniform hazard spectra for the region of interest. Different intensity measure types were considered, Peak Ground Acceleration, Spectral Acceleration at two fundamental periods 0.1 and 1.0 sec. Finally, the results of this thesis were compared with the Greek Seismic Code and other seismic hazard estimations for the investigation region. / Η μελέτη σεισμικής επικινδυνότητας αποτελεί μια απαραίτητη διαδικασία που αφορά τον αποτελεσματικό σχεδιασμό των κατασκευών σε σεισμικά ενεργές περιοχές. Σε μια χώρα με έντονη σεισμικότητα, όπως η Ελλάδα, η εκτίμηση της σεισμικής επικινδυνότητας βασιζόταν αρχικά στη σεισμικότητα και σε μικρότερο βαθμό στη γεωλογική πληροφορία. Η σημαντικότητα της γεωλογικής πληροφορίας στη σεισμική επικινδυνότητα είναι αξιοσημείωτη, για το λόγο οτι η σεισμοί γίνονται πάνω σε ρήγματα. Αυτή η προσέγγιση επίσης καλύπτει περιοχές με λίγες ενόργανες καταγραφές. Η χαρτγράφηση, η ανάλυση και η μοντελοποίηση είναι απαραίτητη για την έρευνα των ρηγμάτων. Στην παρούσα διατριβή, εξετάστηκε η σεισμική επικινδυνότητα για τις πόλεις της Πάτρας, του Αιγίου και της Κορίνθου, λαμβάνοντας υπόψη 148 ενεργά ρήγματα. Για κάποιες σημαντικές παραμέτρους των ενεργών ρηγμάτων που εξετάστηκαν, π.χ. ρυθμός ολίσθησης, εάν μια τιμή δεν μπορούσε να βρεθεί στη βιβλιογραφία, υπολιγίστηκε βάσει εμπειρικών σχέσεων. Ο ρυθμός ολίσθησης προέκυψε από τη διαίρεση της συνολικής μετακίνησης με τη στρωματογραφική ηλικίας του ρήγματος. Δύο διαφορετικές προσεγγίσεις(σεισμικότητα, μήκος ρήγματος) εξετάστηκαν για την εκτίμηση της συνολικής μετακίνησης για κάθε ρήγμα. Μια κατανομή τιμών για τους ρυθμούς ολίσθησης δημιουργήθηκε για το λόγο οτι υπάρχουν αβεβαιότητες. Οι ρυθμοί ολίσθησης που προέκυψαν μετατράπηκαν σε τιμές ρυθμού σεισμικότητας. Με αυτό τον τρόπο κατασκευάστηκε μια πλήρης βάση δεδομένων για την έρευνά μας. Αβεβαιότητες λήφθηκαν υπόψη και για τα δύο μοντέλα σεισμικών πηγών, όπως και στο μοντέλο εδαφικών κινήσεων με τη μορφή λογικών δέντρων για δύο διαδικασίες εκτέλεσης (με, ή χωρίς την αβεβαιότητα της b value). Η σεισμική επικινδυνότητα για την περιοχή μελέτης έγινε για τη Μέγιστη και Φασματική Εδαφική Επιτάχυνση για περιόδους 0.1 και 1.0 sec. Επειτα, τα αποτελέσματα συγρίθηκαν με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κώδικα, καθώς και με παλαιότερες αντίστοιχες μελέτες για την περιοχή αυτή.
2

Ζωνοποίηση της επικινδυνότητας των κατολισθητικών φαινομένων στον ελληνικό χώρο. Δημιουργία και εφαρμογή μοντέλων με γεωγραφικό σύστημα πληροφοριών

Βασιλειάδης, Ευριπίδης 11 January 2011 (has links)
Ο σκοπός της διατριβής ήταν η συγκριτική έρευνα του κινδύνου των κατολισθήσεων και η δημιουργία ενός μοντέλου εκτίμησής του για τον ελλαδικό χώρο, καθώς και η δημιουργία χαρτών επικινδυνότητας. Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκε η ψηφιακή βάση δεδομένων από 1.238 καταγεγραμμένες κατολισθήσεις για την περίοδο 1903-1998 και ψηφιοποιήθηκαν όλες οι αναγκαίες γεωπληροφορίες, όπως τοπογραφικά ανάγλυφα, τεχνικογεωλογικός χάρτης, γεωτεκτονικοί χάρτες κ.ά. Οι κύριοι παράγοντες που προκαλούν κατολισθήσεις είναι ως γνωστόν οι κλίσεις του πρανούς, τα φαινόμενα διάβρωσης, οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις (π.χ. η κατασκευή οδικού δικτύου), τα κλιματικά χαρακτηριστικά και οι βροχοπτώσεις, τα γεωλογικά και γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά των σχηματισμών, τα φυσικά φαινόμενα, όπως οι σεισμοί κ.λπ. Επιλέχθηκαν δέκα (10) παράγοντες-μεταβλητές και διερευνήθηκαν τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά της κάθε μεταβλητής με την προβολή της σε πλέγμα 1x1 km. Στη συνέχεια, έγινε η στάθμιση του κινδύνου κατολίσθησης για κάθε μία μεταβλητή, χρησιμοποιώντας τη συχνότητα εμφάνισης σύμφωνα με τις καταγεγραμμένες περιπτώσεις και την έκταση που καταλαμβάνει σε κάθε κατηγορία της μεταβλητής. Αυτή ήταν η πρώτη καινοτόμος ενέργεια της έρευνας. Το επόμενο βήμα ήταν η δημιουργία ένός λογικού–αναλυτικού μοντέλου, όπου ο κίνδυνος εκφράζεται από μια εξίσωση, στην οποία οι δέκα μεταβλητές συνδέονται με βάρη, που εξαρτώνται από την επιρροή που ασκεί η κάθε μεταβλητή. Η ημι-ποσοτική αυτή μέθοδος ανάλυσης κινδύνου αποτελεί προσέγγιση σταθμισμένων γραμμικών συνδυασμών (weighted linear combination - WLC) των δεδομένων εισαγωγής και βασίζεται στις τεχνολογίες των συστημάτων γεωγραφικών πληροφοριών (ΓΣΠ). Τα βάρη εξήχθηκαν αντικειμενικά μέσω της παραγοντικής ανάλυσης των δεδομένων και ο τρόπος εφαρμογής τους ήταν η δεύτερη και καθοριστική ενέργεια της έρευνας, που δίνει ένα πρακτικά εφαρμόσιμο τρόπο εκτίμησης της επικινδυνότητας των κατολισθήσεων, ο οποίος μπορεί να εκσυγχρονίζεται με την εισαγωγή νέων πληροφοριών στην υπάρχουσα βάση δεδομένων. Τα αποτελέσματα επικυρώθηκαν αρχικά χρησιμοποιώντας την προϋπάρχουσα βάση δεδομένων των καταγεγραμμένων κατολισθήσεων, για την οποία δημιουργήθηκε περιβάλλον διεπαφής στο λογισμικό ΓΣΠ. Η επικύρωση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι η ενσωμάτωση της μεθόδου WLC και των ΓΣΠ αποτελούν τεχνικές που μπορούν να υποστηρίξουν τεχνικογεωλογικές μελέτες, σχετικά με την επικινδυνότητα των κατολισθήσεων σε ευρύτερη περιοχή. Στη συνέχεια, επιβεβαιώθηκε η αξιοπιστία του μοντέλου επικινδυνότητας και ζωνοποίησης του κινδύνου κατολισθήσεων με την υπέρθεση 397 νέων περιπτώσεων κατολισθήσεων που καταγράφηκαν την περίοδο 1998 - 2003. Συμπερασματικά, από τα αποτελέσματα της διατριβής, προκύπτει ότι τα ΓΣΠ και οι ψηφιακές βάσεις δεδομένων είναι απολύτως αναγκαία μέσα για τη διαχείριση της γεωλογικής, γεωτεχνικής, σεισμικής, βροχομετρικής, οικιστικής κ.λπ. πληροφορίας. Επιπλέον, παρέχουν τη δυνατότητα ολοκληρωμένης ανάλυσης, η οποία διατίθεται από τα συγκεκριμένα εργαλεία χωρικής ανάλυσης, με την επεξεργασία των δεδομένων εισόδου των αναλύσεων και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων, για τη δημιουργία χαρτών εκτίμησης του βαθμού κινδύνου έναντι κατολίσθησης σε μια περιοχή έρευνας. / The objective of this thesis was the comparative study of landslide hazard and the development of a landslide hazard assessment model for the Hellenic territory, and the production of landslide hazards maps. A digital database in a GIS environment was, therefore, developed for the 1.238 recorded landslides from 1903 to 1998, as well as the digitisation of all necessary geo-information, such as topography, engineering geology map, geotectonic zones, etc. The major factors that may cause landslides are altitude, slope, existence of rivers, road construction, climatic features and rainfall, geological and geomorphological features, natural phenomena, such as earthquakes, but also human activities. Hence, these ten variables were selected for further treatment, i.e., rainfall, climatic zone, elevation, lithology, slope gradient, seismic activity (seismic zone), drainage, land use, density of road network, and population density. To begin with, the geographical characteristics of each variable were studied by plotting the primary maps of each variable, as well as the geotectonic map of Greece and the engineering geological map of Greece. Then for each of the ten variables thematic maps were plotted by projecting the data to a 1x1 km grid. Subsequently, each data set was levelled, using the frequency of occurrence and the area that is covered by each category of each variable. This was the one of the innovative actions of this thesis. The second step involved the development of a logical-analytical model, where the hazard is estimated by an expression, where the ten variables are connected with weights, which depend on the area influence exerted by each variable. The semi-quantitative hazard analysis method is an approached of weighted linear combination (WLC) of input data, and it is based on technologies of geographical information systems (GIS). The weights were extracted objectively by factor analysis, and the manner with which they were applied was another and definitive innovation of this study, which offers a practical applicable approach to landslide hazard assessment that can be updated with the entry of new information and data in the existing database. The results of this approach were first verified using the existing landslide database, for which an interface environment within a GIS software was developed. The verification showed that the integration of the WLC method and GIS could support engineering geological studies on the vulnerability of landslides in hazardous areas. The next step was the verification of the landslide hazard and zonation model by the superposition of 397 new landslides covering the period 1998-2003. This thesis comprises of seven chapters. The first chapter makes a general introduction of the physical phenomenon of landslides, their classification, and their descriptive characteristics and describes the factors that contribute in the development of landslides. The second chapter describes the study area, which comprises the whole Hellenic territory, its geomorphological evolution, its geotectonic zones and engineering geological conditions. The third chapter presents the methodologies of geographical information systems, the development of databases and their contribution, as well as a description of the primary reference geographical data. The fourth chapter describes the recording of landslide data, the variables entered in the database, the development of the digital database and the presentation of primary data of the ten variables on maps. The fifth chapter discusses the methods and results of the statistical treatment of the data, and digital maps using a grid of 1x1 km are presented for each of the ten variables with the superposition of the recorded 1238 landslides. The sixth chapter describes the methods of landslide hazard assessment, i.e., (a) using the Poisson distribution to predict the occurrence of landslides over a period of 25 years, and (b) the first innovative step of the development of new landslide hazard assessment model by weighting each variable and the compilation to begin with of weighted maps for each of the ten variables, and then the compilation of a combined Landslide Hazard Assessment Map. The procedure includes the following steps: • The data of each variable were classified into categories, according to international experience and expertise. • Using the 1238 recorded landslides in the Hellenic territory the frequency corresponding to each category was estimated (Fc). • The area in square kilometres that corresponds to each category was estimated (Ac). • The frequency of landslides of each category is divided by the corresponding area (Fc/Ac = Fckm). • The relative frequency was then estimated for each category (R% = [(Fckm/Total Fckm) x 100], giving the value of weighing hazard, and the development of Thematic Maps of Weighting the Landslide Hazard for each of the ten variables. • Factor analysis was used for the extraction of coefficients that were used in the development of the equation of Landslide Hazard, E, at a site, i.e., Landslide Hazard at a site, Ε = {(0.14074 x Rainfall) + (0.13497 x Climatic Zone) + (0.13005 x Elevation in metres) + (0.11602 x Land use) + (0.10957 x Lithology) + (0.10534 x Drainage density) + (0.10207 x Seismic Risk) + (0.06503 x Density of road network) + (0.05056 x Slope gradient) + (0.04559 x Population density)} The final result for each pixel of 1x1 km (n=131.968) is expressed as a percentage, giving, therefore, the Probability of Landslide hazard at a site, i.e., Probability of occurrence of a landslide at a site, P=(Ε / 0.25948885430348) x 100 Where, Ε is the value of Landslide hazard at a site Whereas the 0.25948885430348 is the maximum for Ε • Finally, the combined weighted landslide hazard map was compiled using the digital thematic maps of each variable, and reclassifying the classes into new ones, based on the unit relative frequency. On this Landslide Hazard Assessment Map, the 1238 landslides were superimposed in order to test the validity of the model. The coincidence of the recorded landslides with the defined landslide hazard zones is comparatively quite good. It can be said that this was expected, since the derived model used the 1238 landslides. The Landslide Hazard Assessment Model was, however, verified by using 397 new landslides recorded during the period from 1998 to 2003. The coincidence with the defined Landslide Hazard Zones is unbelievably very good, proving that the methodology used is viable. The seventh chapter summarises the results of the thesis, and includes the final conclusions. Finally, according to the results stemming from this thesis, GIS and digital databases proved to be indispensable tools for managing geological, geotechnical, seismic and climatic information. Moreover, they offer the potential of a complete analysis, using tools of spatial analysis, as well as the implemented algorithms in order to produce landslide hazard assessment models.
3

Ανάλυση επικινδυνότητας λόγω ηφαιστειακής τέφρας, εκτίμηση κινδύνου και διαχείριση κρίσης στο Ηφαίστειο της Σαντορίνης

Ιωάννου, Σοφία 02 April 2014 (has links)
Στην παρούσα εργασία γίνεται αρχικά μελέτη τρωτότητας και επικινδυνότητας του ηφαιστείου της Σαντορίνης με σκοπό την μελέτη και μείωση του ηφαιστειακού κινδύνου στο νησί σε περίπτωση έκρηξης. Έπειτα καταλήγει σε προτάσεις που βοηθούν στην πρόληψη και στην σωστή διαχείριση της κατάστασης σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Στο πρώτο κεφάλαιο της εργασίας περιγράφεται ο ηφαιστειακός κίνδυνος και δίνονται συγκεκριμένοι ορισμοί για έννοιες που είναι απαραίτητες γύρο από αυτόν. Ακόμη γίνεται αναφορά σε παραδείγματα άλλων ηφαιστειακών εκρήξεων με μεγάλη έκλυση τέφρας που μας ενδιαφέρουν καθώς και στην πρόσφατη σεισμική δραστηριότητα της Σαντορίνης για τα έτη 2011-2012 και ακολουθεί αναφορά σχετικά με τον στόχο της εργασίας. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στην ηφαιστειότητα της Σαντορίνης. Δίνεται η γενική περιγραφή των ενεργών ηφαιστείων της καλδέρας (Νέα Καμένη και Κολούμπο) και αναλύεται το γεωδυναμικό πλαίσιο, η γεωλογία και η ιστορική εξέλιξη της Σαντορίνης. Ακολούθως αναφέρεται η καθημερινή παρακολούθηση του ηφαιστείου από το ΗΜΠΙΣ και από το οποίο αντλούνται συνεχώς νέες πληροφορίες σχετικά με το ηφαίστειο. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται αναλυτική περιγραφή για το κλίμα της Σαντορίνης και δίνονται τα ανεμολόγια που χρησιμοποιήθηκαν στην μελέτη για τον υπολογισμό της επικινδυνότητας για κάθε μήνα ξεχωριστά. Στο τέταρτο κεφάλαιο δίνονται οι μελέτες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για το θέμα και αναλύονται τα 4 σενάρια μελέτης και οι λόγοι επιλογής τους. Αυτά είναι με βάση την πηγή της έκρηξης (Κολούμπο ή Νέα Καμένη) σε συνδυασμό με το είδος της έκρηξης (υπό-Πλινιακή, Πλινιακή) iii Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από την έκθεση πληθυσμού και τρωτότητας για την Σαντορίνη και οι υποδομές που υπάρχουν στο νησί. Στο έκτο κεφάλαιο δίνεται η ανάλυση επικινδυνότητας για διάχυση τέφρας στην ατμόσφαιρα σε περίπτωση έκρηξης του ηφαιστείου και για κάθε σενάριο ξεχωριστά. Για τη συγκεκριμένη ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό πρόγραμμα Tephra2 και έπειτα σχεδιάστηκαν οι ζώνες επικινδυνότητας αναλυτικά για κάθε μήνα και συγκεντρωτικά για κάθε περίοδο (τουριστική-χειμερινή). Στο έβδομο κεφάλαιο έγινε η τελική εκτίμηση του ηφαιστειακού κινδύνου. Αυτή προέκυψε από τις προηγούμενες μελέτες (πληθυσμού, τρωτότητας και επικινδυνότητας) και δημιουργήθηκαν ζώνες για διαφορετικά επίπεδα κινδύνου. Το όγδοο κεφάλαιο αναφέρεται στη διαχείριση του κινδύνου. Αρχικά δίνονται γενικές πληροφορίες για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση ηφαιστειακής έκρηξης και καταλήγει με συγκεκριμένες προτάσεις για κάθε ένα από τα σενάρια που μελετήθηκαν στη παρούσα εργασία. Από τη μελέτη προκύπτει ότι θα επηρεαστεί μεγάλο μέρος του νησιού ιδιαίτερα στα νότια λόγω έκρηξης του ηφαιστείου ακόμη και αν είναι μικρού μεγέθους. Έτσι φαίνεται η σημαντικότητα δημιουργίας ενός συγκεκριμένου σχεδίου έκτακτης ανάγκης εστιασμένο στη περίπτωση της Σαντορίνης πέρα από το γενικό σχέδιο ‘’Ξενοκράτης’’, το οποίο υπάρχει στην Ελλάδα για περιπτώσεις φυσικών καταστροφών. Τέλος ως συνέχεια της εργασίας μπορεί να γίνει μελέτη του ηφαιστειακού κινδύνου με τη χρήση του προγράμματος ΒΕΤ_VH (όμως δε λαμβάνει υπόψη μετεωρολογικά δεδομένα) και να γίνει σύγκριση των τελικών αποτελεσμάτων. / Hazard analysis due to Tephra fall, risk assessment and mitigation management for Santorini volcano In this project, firstly, it is given a study for the vulnerability and hazard assessment of Santorini’s volcano, Greece, with primary aim the further study and elimination of the volcanic risk on the island, in case of an eruption. Finally, it concludes with suggestions about the appropriate mitigation and management strategies in case of an emergency situation. On the first chapter of the project it is stated the description of the volcanic risk and all the significant definitions and meanings concerning volcanic risk. In addition, there is a description of other volcanic eruptions, which ended in a huge amount of Tephra fall and of the recent seismicity during 2011-2012 in Santorini. Then, the main reason and target of the presented project are presented. The second chapter presents the volcanism of Santorini. There is a deepest description of the 2 main volcano sources of the caldera (Nea Kameni and Kolumbo), and an analysis of the geodynamics, geology and history of Santorini. Also, the Institute for the Study and Monitoring of the Santorini Volcano (I.S.M.O.SA.V.) provides Santorini with an integral monitoring system, which guarantees the timely prediction of a possible volcanic eruption and undertakes the responsibility of disproving any false statements or rumors regarding a negative state of the volcano. The climate of the island and the meteorological data, which were used for the study of the hazard assessment are analyzed on the third chapter for every month separately. There are already some studies about the hazard assessment in Santorini. These studies and the 4 new scenarios of study for this project are given on the fourth v chapter. The 4 new scenarios combine the possible eruption source (Kolumbo, Nea Kameni) with the type of the volcanic eruption (sub-Plinian, Plinian). On the fifth chapter are presented the results of the population (value) and vulnerability assessment, as well as all the infrastructures stated on the island. On the sixth chapter is given the analysis of hazard assessment for the case of Tephra diffusion in the atmosphere and for each scenario of study. For the above analysis, the software Tephra2 was used and thereafter more specific hazard zones where formed for every month of the year and for every season (touristic-winter). On the seventh chapter is given the final estimation of the volcanic hazard. This estimation is a result of the previous studies (value, vulnerability and hazard) and every zone presents a different risk level. Finally, the eighth chapter is the part of the risk management. In the beginning of the chapter are given general mitigation strategies in case of a volcanic eruption and ends in more specified suggestions for every scenario of study separately. This project shows that a big part of the caldera, mainly in the south will be affected in case of a volcano eruption even if the eruption is of a small scale. That necessitates the creation of an emergency plan specialized for the Santorini case, different from the general national emergency plan ‘’Xenokratis’’, which already exists in Greece for possible natural disasters. For future study, it can be carried out a study of the volcanic risk with the use of the BETH_VH software (does not includes meteorological data) and to compare the final results of the two studies.
4

Εκτίμηση της επικινδυνότητας για ρευστοποίηση των εδαφών στην ευρύτερη περιοχή της πόλης των Πατρών

Καπατσώλου, Αθηνά 07 November 2008 (has links)
Σκοπός της παρούσας Διατριβής Ειδίκευσης είναι η ανάλυση, η παρουσίαση και η αξιολόγηση των γεωτεχνικών συνθηκών της πόλης των Πατρών, σε σχέση με την εκδήλωση του φαινόμενου της ρευστοποίησης και τις συνθήκες γεωλογικής καταλληλότητας για τις προς δόμηση περιοχές. Στα πλαίσια της διατριβής πραγματοποιήθηκαν γεωτεχνικές έρευνες για είκοσι πέντε (25) γεωτρήσεις που έχουν διανοιχθεί κατά μήκος της πόλης των Πατρών, και αξιολογήθηκαν τα αποτελέσματα των επί τόπου και των εργαστηριακών δοκιμών. Με τη βοήθεια του λογισμικού Petal υπολογίστηκε ο συντελεστής ασφάλειας για ρευστοποίηση σε κάθε γεώτρηση και συντάχθηκαν χάρτες ζωνών επικινδυνότητας για την πόλη των Πατρών. Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε για δύο σεισμικά γεγονότα. Για το σεισμό των Πατρών το 1993 με μέγεθος 5.4 Richter και το σεισμό του Αιγίου το 1995 με μέγεθος 6.2 Richter. / The aim of this MSc Project is the presentation, the analysis and the assessment of the geotechnical conditions in city of Patras, Western Greece, for liquefaction phenomenon and geological suitability for construction purposes. In this project were done geotechnical surveys for twenty-five (25) boreholes in area of Patras, and assessment insitu and laboratory tests. Using Petal program we can estimate the factor of safety against liquefaction. The data used to perform mapping, in some zones of liquefaction risk. The survey based on seismic facts. The first one was the earthquake in 1993 in city of Patras with magnitude 5.4 Richter and the second one was the earthquake in city of Aigio in 1995 with magnitude 6.2 Richter.
5

Αλληλεπίδραση ρηγμάτων και σεισμική επικινδυνότητα στον ανατολικό Κορινθιακό / Fault interaction and seismic hazard assessment in the eastern part of the gulf of Corinth

Ζυγούρη, Βασιλική 09 October 2009 (has links)
Η περιοχή του ανατολικού τμήματος της τάφρου της Κορίνθου αποτελεί μια ταχύτατα αναπτυσσόμενη περιοχή φιλοξενώντας σημαντικότατες υποδομές. Η ανάπτυξη αυτής της περιοχής είναι απειλούμενη από την εξίσου σημαντική σεισμική δραστηριότητα που εμφανίζει και είχε ως αποτέλεσμα, σε προηγούμενους ιστορικούς χρόνους εκτεταμένες καταρρεύσεις κτηρίων, θανάτους ή και την πλήρη καταστροφή πόλεων. Σήμερα, νέες επιστημονικές μέθοδοι επικεντρώνονται στα εντυπωσιακά ρηξιγενή πρανή που τη διατρέχουν, η δράση των οποίων θεωρείται υπεύθυνη για τα ισχυρά σεισμικά επεισόδια που συμβαίνουν στην περιοχή. Η εκτίμηση των γεωμετρικών χαρακτηριστικών των ενεργών ρηγμάτων που εντοπίζονται στο θαλάσσιο και στο χερσαίο νότιο τμήμα της τάφρου οδήγησε σε μορφοκλασματικές κατανομές των δύο πληθυσμών από όπου προέκυψε ότι η κυρίαρχη διαδικασία ανάπτυξης των ρηγμάτων στον Κορινθιακό κόλπο είναι η συνένωση μικρότερων ρηγμάτων. Η διαδικασία αυτή φαίνεται να βρίσκεται σε ένα πιο πρώιμο στάδιο στον θαλάσσιο πληθυσμό, ενώ αντίθετα ο χερσαίος πληθυσμός έχει εισαχθεί σε ένα στάδιο ωριμότητας της παραμόρφωσης. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι ο διαχωρισμός σε μήκη ρηγμάτων μικρότερα και μεγαλύτερα από 5km αναπαριστά ένα ανώτερο όριο στο οποίο πραγματοποιείται η αλλαγή στον τρόπο ανάπτυξης των ρηγμάτων αλλά μπορεί να συσχετιστεί και με την υποκείμενη μηχανική στρωμάτωση. Από αυτές τις κατανομές επιλέχθηκε μια ομάδα δεκατεσσάρων ρηγμάτων που αποτελούν σαφώς προσδιορισμένες σεισμικές πηγές και κυριαρχούν σε περιοχές με υψηλή σεισμικότητα. Ιδιαίτερα μελετήθηκε το ρήγμα των Κεγχρεών το οποίο είναι παρακείμενο σημαντικών υποδομών και στο οποίο πραγματοποιήθηκε γεωμορφολογική ανάλυση που απέδειξε ότι όλο το ρήγμα είναι ενεργό, αλλά και παλαιοσεισμολογική εκσκαφή στην οποία αναγνωρίστηκαν τρία τουλάχιστον σεισμικά γεγονότα μεγέθους 6.3 με κυμαινόμενη περίοδο επανάληψης. Τέλος, για αυτή την ομάδα ρηγμάτων κατασκευάστηκαν δενδροδιαγράμματα εκτίμησης της σεισμικής επικινδυνότητας από τα οποία υπολογίστηκε η ένταση Arias με τη χρήση διαφορετικής βαρύτητας εμπειρικών σχέσεων. Συνεκτιμώντας τη γωνία κλίσης του πρανούς, την επικρατούσα λιθολογία στην επικεντρική περιοχή καθώς και τα όρια της έντασης Arias εντοπίστηκαν θέσεις που εμφανίζονται επιδεκτικές σε διάφορους τύπους δευτερογενών φαινομένων, όπως ρευστοποιήσεις, ολισθήσεις και πτώσεις βράχων. Οι παράκτιες περιοχές των πόλεων του Κιάτου της Κορίνθου, του Λουτρακίου και οι βόρειες ακτές της χερσονήσου της Περαχώρας φαίνεται να επηρεάζονται σε σημαντικότερο βαθμό από την ενεργοποίηση τέτοιων φαινομένων. / The area of the eastern part of the Gulf of Corinth constitutes a rapid developing region hosting significant infrastructures. The significant seismic activity put a threat on this development as it has been noticed during historical time, triggering extensive collapses, human casualties and total disaster of cities. Today new scientific methods are implemented on the spectacular fault arrays that dissect the graben and whose activity is related to the important seismic events, occurred in the area. The scaling properties estimation of the active faults along the Gulf, both onshore and offshore, defines the fractal distributions of both populations. These fractal distributions show that the main fault growth process is the linkage and interaction between smaller fault segments. The offshore population is characterized by an earlier stage of this process, whereas the onshore population indicates a more mature stage of deformation. Additionally, the subdivision of fault length above and beyond 5km represents a maximum bound, where the change in the growth process takes place, but it can also be associated with the underlying crustal mechanical layering. These fractal distributions determine a selection of a group of fourteen active faults that represent unambiguous seismic sources located on highly seismic areas. From this group, the Kencreai fault was especially studied due to its proximity to essential infrastructure. The geomorphology and palaeoseimological analysis of this fault reveal that the fault is active all along its trace, hosting at least three major seismic events with maximum magnitude 6.3 and fluctuant recurrence interval. Finally, for this fault group, seismic hazard assessment logic trees are produced, that calculate the Arias intensity considering the uncertainty of different attenuation relationships. By evaluating the slope gradient, the lithology conditions in the epicentral area and the upper bounds of the Arias intensity, areas highly susceptible to future site effects such as liquefactions, landslides and rock falls are located. The coastal areas of the Kiato, Corinthos and Loutraki cities and the north coast of the Perachora peninsula as well seem more influenced by site effects induced by major earthquakes.

Page generated in 0.0281 seconds