• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 6
  • 2
  • Tagged with
  • 9
  • 9
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Στέρεα απορρίμματα στις ελληνικές ακτές: Μια πολυδιάστατη στατιστική προσέγγιση

Κυριακουλάκου, Σοφία 11 July 2013 (has links)
Tα στερεά απορρίμματα (marine litter) στο θαλάσσιο περιβάλλον (ακτές, πυθμένας, υδάτινη στήλη) αποτελούν πλέον ένα σοβαρό περιβαλλοντικό πρόβλημα για τον παγκόσμιο ωκεανό. Παρά τη σοβαρότητα του προβλήματος μόλις την τελευταία δεκαετία η διεθνής επιστημονική κοινότητα προσεγγίζει με σοβαρότητα το θέμα το οποίο έχει πλέον ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη Θάλασσα (Marine Strategy, Task 10). To Ε.ΘΑ.ΓΕ.Φ.Ω ήδη από το 2008 συντονίζει την Πανελλήνια Εκστρατεία Καθαρισμού των Ελληνικών Ακτών που οργανώνει το Δίκτυο MED SOS. Στο πλαίσιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας αναπτύχθηκαν δύο δράσεις: (α) η επεξεργασία δεδομένων που προέκυψαν από τη συμπλήρωση μεγάλου αριθμού Φύλλων Καταγραφής που συμπλήρωσαν χιλιάδες εθελοντές στο πλαίσιο της Πανελλήνιας Εκστρατείας καθαρισμού ακτών για το έτος 2012 και (β) η διαχρονική παρακολούθηση δύο ακτών της Δυτικής Μάνης όσον αφορά στο ρυπαντικό τους φορτίο. Η ταξινόμηση των στερεών απορριμμάτων βασίσθηκε στο υλικό κατασκευής και στην αρχική τους χρήση. Συνολικά 43 ακτές μελετήθηκαν με βάση την επεξεργασία των Φύλλων Καταγραφής και διαπιστώθηκε ότι το πλαστικό είναι το αφθονότερο (43,27%) από τα υλικά των απορριμμάτων ενώ το χαρτί παρουσιάζει αξιοσημείωτα σημαντικό ποσοστό (18,37%), στοιχείο που αποδεικνύει πρόσφατη ρύπανση, λόγω του μικρού χρονικού διαστήματος που χρειάζεται για να αποσυντεθεί. Η πολυδιάστατη στατιστική ανάλυση έδειξε ότι η κυρίαρχη πηγή ρύπανσης είναι η αναψυχή ενώ ακολουθούν ως πηγές η οικιακή, η οικοδομική και η αλιευτική δραστηριότητα. Επιπλέον η επεξεργασία αυτή επέτρεψε τον καθορισμό της επίδρασης της κάθε πηγής σε κάθε ακτή. Ο καθορισμός, με στατιστικά αξιόπιστα κριτήρια, των πηγών ρύπανσης κάθε ακτής από στερεά απορρίμματα αποτελεί τη βάση για τον σχεδιασμό κάθε στρατηγικής για τη μείωση του ρυπαντικού φορτίου στην παράκτια ζώνη. / Nowadays, marine litter is one of the most important environmental problems in the global ocean. In spite of the importance of the problem, only the last ten years has the international science society been approaching this issue with seriousness. Marine litter is integrated in the European Marine Strategy (Marine Strategy, Task 10). The laboratory of the University of Patras (Ε.ΘΑ.ΓΕ.Φ.Ω) has been coordinating the Panhellenic Cleaning Beaches Campaign since 2008. This Campaign is held by MED SOS. Within this study two actions had being developed: (a) the processing of the data that came from thousands of volunteers who worked in the context of the Cleaning Campaign in 2012 and (b) the longitudinal monitoring of the pollution load of two coasts in the Messinian Gulf. The marine litter’s classification was based on their material and their initial use. 43 beaches were studied and the results showed that the most plenty material was plastic (43,27%). Moreover, paper presents noticeable percentage (18,37%), which demonstrates recent pollution. Factor Analysis showed that the main pollution source is leisure, second is building activity, third is fishing and last is domestic activity. Furthermore, this processing led to the determination of each pollution source in every beach. The determination of pollution sources constitutes the basis for the planning of the pollution load’s reduce strategy for the coastal zone.
2

Τεχνικογεωλογικές συνθήκες και μεταβολές στη στάθμη της θάλασσας στην ευρύτερη περιοχή του όρμου Οιτύλου Ν. Λακωνίας, με εφαρμογή μεθόδων τεχνικής και θαλάσσιας γεωλογίας και τηλεπισκόπησης / Geotechnical conditions and sea elevation changes in the wider area of Oitilo Bay, Lakonia, applied technical and marine geological methods and remote sensing methods

Κελασίδης, Γιώργος 11 July 2013 (has links)
Γίνεται αποτύπωση των τεχνικογεωλογικών συνθηκών στην ευρύτερη χερσαία περιοχή του όρμου Οιτύλου, ενώ παράλληλα διερευνάται η υποθαλάσσια δομή του όρου και οι διαχρονικές μεταβολές της στάθμης της θάλασσας. Για τη χερσαία αποτύπωση χρησιμοποιήθηκαν κλασσικές μεθοδολογίες Τεχνικής Γεωλογίας και συγκεκριμένα ερμηνεία αεροφωτογραφιών (για τα έτη 1945 μέχρι και 2008) επιφανειακές αποτυπώσεις, μετρήσεις μηχανικής περιγραφής ασυνεχειών, ταξινομήσεις βραχομάζας, δειγματοληψία γεωϋλικών και εκτέλεση εργαστηριακών δοκιμών Εδαφομηχανικής και Βραχομηχανικής. Επιπρόσθετα, με μεθόδους τηλεπισκόπησης μελετήθηκε ή διάβρωση που υπέστη η ακτογραμμή του όρμου, καθώς και οι παράγοντες που συντέλεσαν στην εκδήλωση του φαινομένου. Για τη μελέτη του υποθαλάσσιου τμήματος του όρμου εκτελέστηκαν σεισμικές διασκοπήσεις ανάκλασης με τομογράφο υποδομής πυθμένα υψηλής διακριτικότητας, οπότε προέκυψε σειρά θεματικών χαρτών (βυθομετρίας, ισοβαθών «βραχώδους» υποβάθρου, ισοπαχών χαλαρών αποθέσεων κ.λπ.) καθώς και τομογραφιών πυθμένα. Η συναξιολόγηση όλων των δεδομένων οδήγησε στην καταγραφή των παλαιοακτών και των τεκτονικών γραμμών που οδήγησαν στη διαμόρφωση του όρμου, στη διαπίστωση πλάτους διάβρωσης παραλίας περί τα 17 μ. τα τελευταία 50 περίπου χρόνια καθώς και στη σύνταξη ενός πρότυπου τεχνικογεωλογικού χάρτη σε αρχική κλίμακα 1:5000 σε περιβάλλον GIS που περιέχει μια «συμπυκνωμένη» πληροφόρηση σχετικά με τις συνθήκες της περιοχής. / In the wider land area of Itilo bay, a research about geotechnical conditions conducted, while the sub-bottom structure and the sea level changes were investigated. For the topographical depiction of the land surface, classical methods of engineering geology used and specifically the aerial photograph interpretation (for the years 1945 through 2008), geological mapping, verification of discontinuity sets features, rockmass characterization, rock sampling and laboratory testing of soil and rock samples. Additionally, the erosion of Bay’s shoreline studied with remote sensing methods, as well as the triggering factors. Regarding the sub-bottom study of Itilo bay, a seismic reflection prospecting held out with a sub-bottom profile system and a series of thematic maps occurred (bathymetric map, isopach contour map of sea bedrock, isopach contour map of sediments, etc.) as well as several sub-bottom profiles. Finally, from the evaluation of the above data, the shorelines and faults that affected the morphology of the Bay were recorded, the erosion of the beach was found to be 17 m over the last 50 years and an integrated geotechnical map was created in a scale 1: 5000 using ArcGIS software tool, containing useful information about the geological conditions of this area.
3

Αποτύπωση των παλαιοωκεανογραφικών συνθηκών στην Μεσόγειο Θάλασσα τα τελευταία 18 ka με χρήση Γ.Σ.Π.

Κυριακοπούλου, Μαριλέτα 16 May 2014 (has links)
Στην παρούσα εργασία εξετάζονται οι συγκεντρώσεις των πλαγκτονικών τρηματοφόρων, όπως αυτές έχουν καταγραφεί σε δημοσιευμένες εργασίες και ανάλογες επιστημονικές βάσεις δεδομένων από την περιοχή της Μεσογείου για το χρονικό διάστημα των τελευταίων 18.000 χρόνων. Με σκοπό να εξεταστούν τυχόν χωρικές και χρονικές μετατοπίσεις των ελάχιστων και μέγιστων των συγκεντρώσεών τους και διαφοροποιήσεις τους σε σχέση με τις σημερινές. / In the present work the concentrations of planktonic foraminifera, as recorded in published papers and similar scientific databases from the Mediterranean region for the period of the last 18,000 years. To examine any spatial and temporal shifts of the minimum and maximum concentrations of these differences and their relationship to current.
4

Development of new chromatographic methods for the study of exchange of pollutants between the atmosphere and the water environment

Atta, Khan Rashid 18 June 2010 (has links)
- / -
5

Μικροπαλαιοντολογική μελέτη του πυρήνα Ζ1 απο το Ιόνιο. Παλαιοκλιματολογικά- παλαιοοικολογικά συμπεράσματα / Micropaleodological study of core z1 from ionian sea. Paleoclimatological- paleooicological conclusions

Μυλωνά, Γεωργία 17 May 2007 (has links)
Στα ιζήματα του πυρήνα Ζ1, που συλλέχθηκε στο Ιόνιο πέλαγος, πραγματοποιήθηκαν μικροπαλαιοντολογικές (πλαγκτονικά τρηματοφόρα) και ισοτοπικές (δP18PΟ) αναλύσεις. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης οδήγησαν στον εντοπισμό τριών κύριων κλιματικών περιόδων: την τελευταία παγετώδη περίοδο, την μεταβατική περίοδο και το Ολόκαινο. Οι θερμότερες κλιματικές συνθήκες εντοπίζονται κατά τη διάρκεια σχηματισμού του σαπροπηλού S1. Ο σχηματισμός του S1 αποδίδεται στην επικράτηση θερμών και ταυτόχρονα χαμηλής αλατότητας επιφανειακών νερών που είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του ρυθμού κυκλοφορίας στην υδάτινη στήλη και την ανάπτυξη ανοξικών συνθηκών στα νερά του πυθμένα. Επιπλέον, εντοπίστηκαν τέσσερα ψυχρά γεγονότα σύντομης διάρκειας: Το πρώτο κατά τη μεταβατική περίοδο από την τελευταία παγετώδη περίοδο στο Ολόκαινο και πιθανώς πρόκειται για το γεγονός Younger Dryas. Τα άλλα τρία εντοπίζονται κατά τη διάρκεια του Ολοκαίνου εκ των οποίων το πρώτο συμπίπτει με τη λήξη του S1 και το δεύτερο εντοπίζεται κατά τη διάρκεια απόθεσης του S1, χωρίς όμως να προκαλεί (στα μέχρι σήμερα αποτελέσματα) σαφή διακοπή στην ιζηματογένεσή του, όπως έχει εντοπιστεί σε αντίστοιχες περιπτώσεις πυρήνων από την Ανατολική Μεσόγειο. / The preliminary results based on the abundances of planktonic foraminifera and oxygen isotopes at the sediments of the core Z1, selected from the Ionian Sea (Otranto Basin) revealed three main climatic periods: Last Glacial, Late Glacial and Holocene. The warmest conditions of the studied interval prevailed during the formation of sapropel S1. Four stadials occurred during Late Glacial and Holocene. The older corresponds to Younger Dryas event, while the other three occurred during Holocene. The establishment of warm and low salinity surficial waters seems that caused the reduction of water mass circulation and thus the formation of the sapropel S1. Although the presence of a stadial around the middle of the S1, no distinct interruption of the sapropelic sedimentation have been occurred. The younger stadial coincides with the end of the sapropel S1. The evolution of the planktonic assemblages seems to be similar with that of the Central Mediterranean for the studied interval. Therefore, almost all the biozones and ecozones of the Central Mediterranean have been recognized at the sediments of Z1. The application of the factor analysis revealed four factors. The first two correspond to the variation of SST, while the other two are related to the development of high fertility waters during cold periods and during the formation of S1.
6

Θαλάσσιες μάζες, δυναμική δομή και κυκλοφορία στο βόρειο Αιγαίο Πέλαγος

Γεωργόπουλος, Δημήτριος Χρ. 24 June 2010 (has links)
- / -
7

Σωματιδιακές ροές στη Μαύρη Θάλασσα: ποιοτική - ποσοτική σύσταση και χωροχρονικές μεταβολές

Σταυρακάκη, Ιωάννα 07 October 2011 (has links)
Κατά την διάρκεια του προγράμματος SESAME (Southern European Seas: Assessing and Modelling Ecosystem changes) χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ, μετρήθηκαν σωματιδιακές ροές με την χρήση διάταξης ιζηματοπαγίδων στη Μαύρη Θάλασσα και ειδικότερα στη θέση 43ο01,950Ν, 29ο28,525Ε σε βάθος 2000m. Η διάταξη ποντίστηκε για 12 μήνες, σε δύο ποντίσεις, από 16 Οκτωβρίου 2007 έως 16 Οκτωβρίου 2008 και έφερε δύο ιζηματοπαγίδες σε βάθη 1000m και 1965m. Το καθιζάνον υλικό αναλύθηκε και μετρήθηκαν η ολική ροή, καθώς επίσης και οι ροές οργανικού C, ανθρακικών, βιογενούς Si και λιθογενούς κλάσματος. Οι χρονοσειρές των ροών έδειξαν έντονη διακύμανση σε όλη την διάρκεια του πειράματος και οι μέσες ετήσιες ολικές ροές ήταν 109 και 86 mg m-2 d-1, δείχνοντας μια μείωση με το βάθος. Το σωματιδιακό υλικό έδειξε μια εξαιρετική ομοιότητα ως προς την ποιοτική σύσταση στα δύο βάθη συλλογής και χαρακτηρίζεται από υψηλά ποσοστά οργανικού άνθρακα (10,5%). Γενικά το βιογενές υλικό, με περίπου 54%, κυριαρχεί του λιθογενούς που φτάνει το 46%. / As part of the SESAME (Southern European Seas: Assessing and Modelling Ecosystem changes) EU-funded research project, particle flux data was obtained with one instrumented array moored in SW Black Sea at 43ο01,950Ν, 29ο28,525Ε and 2000m depth. The mooring line was deployed over 12 months, from October 16th 2007 to October 16th 2008 and was equipped with two sediment trap-current meter pairs at 1000m and 1965m of water depth. The settling material was analyzed to obtain total mass, lithogenic, calcium carbonate, organic carbon and opal fluxes. Time-series of fluxes showed strong temporal variations over the experiment. The mean annual total mass fluxes were 109 and 86 mg m-2 d-1, showing a decrease with the depth. The qualitative composition of particulate matter was impressively similar at both depths of collection and it is characterized by high content of organic C, reaching 10,5%. Generally biogenic material dominates with around 54%, while lithogenic content was 46%.
8

Climatology via applied satellite remote sensing : chlorophyll blooms in the North Aegean Sea / Κλιματολογία με χρήση εφαρμοσμένης δορυφορικής τηλεπισκόπισης στο φαινόμενο των απότομων αναβλύσεων χλωροφύλλης στην περιοχή του Βόρειου Αιγαίου

Γεωργακάς, Κωνσταντίνος 16 September 2014 (has links)
The current study focuses on the phenomenon, mostly accounted within the past recent time, of the algae blooms (chlorophyll burst) in the area of the North Aegean Sea. The study attempts to coincide and amplify the approach of Satellite Remote Sensing monitoring, as means of applied oceanographic methods, in order for possible seasonal, spatio-temporal trends of this phenomenon to be identified, thus making the correlation of the indices-variations, though interdisciplinary, to be explained to an extend plainly, in terms of ‘why’ and ‘why-then’ they occur. The North Aegean Sea is directly influenced by the outflow of the Black Sea water masses, through the Dardanelles Strait. Secondary, riverine discharge is into account, along with special hydrodynamic characteristics of the basin. This Black Sea contribution to the North Aegean basin is cold, brackish and rather rich in biomass and nutrients and via the eutrophic blooms, fluctuate the relative meso-poor nutrient character of the basin. The environmental impacts and causes of the occurrences have a multidisciplinary analysis. They affect local ecology systems, water quality, coastal regions, the ichtyo-stock, the eco-balance on food-dependable species and ultimately the human health. The current study leans emphasis on the meteorological-oceanographic analysis for the algae blooms in the North Aegean Sea, depending on the use of satellite derived data and optical color imaginary, concerning the area under study. The preliminary concern, along with secondary conclusions, among the variable instability of the local biogeochemical recycling of the phenomenon, the prolonged temporal time of its dispersion and its correlation with surface winds and meteo-characteristics, was verified. Data from Giovanni, that is a Web-based application developed by the GES DISC (Goddard Earth Sciences Data and Information Services Center) Interactive Online Visualization ANd aNalysis Infrastructure-NASA, where used for the analysis, in order for possible correlations between oceanographic and meteorological variables to be identified, such as: Chlorophyll-a concentrations, Precipitations rates, Euphotic Zone Depth, Colored Dissolved Organic Matter, Absorption coefficient for phytoplankton, Sea Level Pressure, Surface Pressure and Northwards wind component. / --
9

Χωροχρονική κατανομή του μεσοζωοπλαγκτού και του ιχθυοπλαγκτού στο Β.Α. Αιγαίο σε σχέση με αβιοτικές και βιοτικές παραμέτρους / Mesozooplankton and ichthyoplankton spatiotemporal distribution patterns in the N.E. Aegean Sea in relation to abiotic and biotic variables

Ίσαρη, Σταματίνα 28 July 2008 (has links)
Στόχο της παρούσας διατριβής αποτέλεσε η διερεύνηση των αβιοτικών και βιοτικών παραγόντων που ελέγχουν τη χωροχρονική κατανομή δύο βασικών συστατικών του πλαγκτικού συστήματος στο βορειοανατολικό Αιγαίο, του μεσοζωοπλαγκτού και των ιχθυονυμφών. Η περιοχή μελέτης παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα παραγωγικότητας, συγκριτικά με τον ολιγότροφο χαρακτήρα της ανατολικής Μεσογείου, και ως εκ τούτου υψηλή συγκέντρωση ιχθυοαποθεμάτων (κυρίως μικρών πελαγικών ψαριών). Τα χαρακτηριστικά αυτά θεωρείται ότι σχετίζονται με την τοπογραφία της περιοχής (εκτεταμένη υφαλοκρηπίδα), την εισροή ποταμών αλλά κυρίως με την έντονη μέσης κλίμακας υδρολογική πολυπλοκότητα (μέτωπο Λήμνου, αντικυκλώνας Σαμοθράκης), που επάγει η εισροή και κυκλοφορία του χαμηλής αλατότητας νερού της Μαύρης Θάλασσας (<30 psu), στα 20-30 επιφανειακά μέτρα της υδάτινης στήλης. Η μελέτη της κατανομής και σύνθεσης του μεσοζωοπλαγκτού (σε κατακόρυφη και οριζόντια διάσταση) πραγματοποιήθηκε σε ένα εκτεταμένο δίκτυο σταθμών κατά τη διάρκεια τριών περιόδων θερμοστρωμάτωσης (Ιούλιος 2003– Σεπτέμβριος 2003 – Ιούλιος 2004), ενώ των ιχθυονυμφών κατά το μήνα Ιούνιο των ετών 2003 έως 2006. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το απόθεμα του μεσοζωπλαγκτού στο Β.Α. Αιγαίο βρέθηκε μεγαλύτερο σε σχέση με εκείνο που αναφέρεται για άλλα ελληνικά πελαγικά νερά (Ιόνιο, νότιο Αιγαίο), κλειστούς και ημίκλειστους κόλπους καθώς και για ορισμένες παράκτιες και πελαγικές περιοχές της Δυτικής Μεσογείου. Σημαντικό κομμάτι της βιοκοινότητας, ειδικά στο επιφανειακό στρώμα επίδρασης του νερού της Μαύρης Θάλασσας, αποτέλεσαν ηθμοφάγες ομάδες όπως τα κλαδοκεραιωτά, οι κωπηλάτες και τα βυτιοειδή. Το Σεπτέμβριο 2003 η αλατότητα στην περιοχή βρέθηκε υψηλότερη κατά δύο μονάδες σε σχέση με τον Ιούλιο του ίδιου έτους, αντανακλώντας ενδεχομένως τη μικρότερη εισροή του νερού της Μαύρης Θάλασσας (πλούσιο σε διαλυτό οργανικό άνθρακα), και η αφθονία των ηθμοφάγων ομάδων ήταν σημαντικά μειωμένη την περίοδο αυτή σε σχέση με τον Ιούλιο 2003. Η χρονική αυτή διακύμανση στο απόθεμα του μεσοζωοπλαγκτού φάνηκε να σχετίζεται τόσο με τη διαφοροποίηση της επίδρασης του νερού της Μαύρης Θάλασσας στην περιοχή, όσο και με τα χαρακτηριστικά της βιολογίας των οργανισμών (π.χ. εποχικός κύκλος). Τον Ιούλιο 2004 το νερό της Μαύρης Θάλασσας περιορίστηκε κυρίως στο ανατολικό τμήμα της θρακικής υφαλοκρηπίδας, εγκλωβιζόμενο σε μια αντικυκλωνική δομή γύρω από τη Σαμοθράκη περίπου 50 km διαμέτρου, και οι τιμές αφθονίας και βιομάζας βρέθηκαν ιδιαίτερα αυξημένες (διπλάσιες έως και τριπλάσιες) συγκριτικά με το 2003. Σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης των ποσοτικών χαρακτηριστικών του μεσοζωοπλαγκτού (αφθονία & βιομάζα) αλλά και διαμόρφωσης διακριτών συναθροίσεων ειδών κωπηπόδων και κλαδοκεραιωτών αποτέλεσε το βάθος. Τα επιφανειακά νερά, που δέχονταν την άμεση επιρροή του νερού της Μαύρης Θάλασσας, εμφανίστηκαν περισσότερο παραγωγικά με ιδιαίτερη σύνθεση ειδών, των οποίων οι συναθροίσεις αποτέλεσαν ευαίσθητους δείκτες της οριζόντιας ωκεανογραφικής ετερογένειας. Αλλαγές στην παροχή και κυκλοφορία του νερού της Μαύρης Θάλασσας φάνηκε να προκαλούν μέσης κλίμακας υδρολογική (μέτωπα, στρόβιλοι) και βιολογική πολυπλοκότητα στην περιοχή, η οποία βρέθηκε να αντανακλάται περαιτέρω στη δομή και κατανομή των ζωοπλαγκτικών συναθροίσεων τόσο στο οριζόντιο επίπεδο όσο και στο κατακόρυφο. Συγκεκριμένα, τα υδρολογικά μέτωπα αποτέλεσαν περιοχές αυξημένων τιμών φθορισμού και μεσοζωοπλαγκτικής βιομάζας και ο αντικυκλώνας της Σαμοθράκης αποτέλεσε ιδιαίτερο βιογεωχημικό ενδιαίτημα, χαρακτηριζόμενο από αυξημένες τιμές συνολικής αφθονίας και ιδιαίτερη σύνθεση βιοκοινότητας μεσοζωοπλαγκτού. Εκτός από τη σημασία των φυσικών παραγόντων στην κατανομή του μεσοζωοπλαγκτού, βιολογικές αλληλεπιδράσεις, όπως ο ανταγωνισμός και η θήρευση φάνηκε επίσης να παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των παρατηρούμενων προτύπων κατανομής. Η χωρική ετερογένεια στην κατανομή των πληθυσμών του μεσοζωοπλαγκτού φάνηκε να αντικατοπτρίζει τη σημασία των οικοφυσιολογικών χαρακτηριστικών των ειδών και του εύρους μεγέθους των τροφικών σωματιδίων. Σε αντίθεση με το μεσοζωοπλαγκτόν, η μέση αφθονία του συνόλου των ιχθυονυμφών καθώς και των μεμονωμένων ταξινομικών κατηγοριών τους στην περιοχή του Β.Α. Αιγαίου κατά την διάρκεια της τετραετούς έρευνας (2003-2006), δεν παρουσίασε σημαντική χρονική διαφοροποίηση. Οι ιχθυονύμφες των επιπελαγικών ειδών αποτέλεσαν το σημαντικότερο συστατικό της βιοκοινότητας, με κυρίαρχο είδος το Engraulis encrasicolus (γαύρος), είδος του οποίου η κορύφωση ωοτοκίας συμπίπτει χρονικά με την περίοδο δειγματοληψίας. Η οριζόντια κατανομή των ιχθυονυμφών στην περιοχή ήταν ετερογενής και φάνηκε να ελέγχεται από τη συνεργιστική δράση παραμέτρων που επιδρούν στο απόθεμα των γεννητόρων καθώς και φυσικών και βιολογικών διαδικασιών που επιδρούν στη πλαγκτική φάση των απογόνων τους. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των παρατηρούμενων ιχθυονυμφικών προτύπων κατανομής βρέθηκε να παίζουν εξελικτικές προσαρμογές των ειδών σε μεγάλη κλίμακα χρόνου, όπως είναι η στρατηγική αναπαραγωγής και το περιβάλλον διαβίωσης. Ως εκ τούτου, το βάθος αλλά και ενδείξεις των τροφικών συνθηκών στην κολώνα του νερού (π.χ. συγκέντρωση ζωοπλαγκτού, φθορισμός) εξήγησαν σε σημαντικό βαθμό τη χωρική διαφοροποίηση της σύνθεσης της βιοκοινότητας των ιχθυονυμφών. Η κυκλοφορία επίσης του νερού της Μαύρης Θάλασσας φάνηκε σε πολλές περιπτώσεις να επηρεάζει σημαντικά τη διαμόρφωση της οριζόντιας κατανομής τους, είτε συμβάλλοντας στην κατακράτηση τους κοντά στα πεδία ωοτοκίας, ή, προκαλώντας τη διασπορά τους μακριά από αυτά. Η αντανάκλαση της οριζόντιας ωκεανογραφικής ετερογένειας στις συναθροίσεις των συγκεκριμένων μεροπλαγκτικών οργανισμών, παρότι λιγότερο έντονη σε σχέση με τις ολοπλαγκτικές ομάδες του μεσοζωοπλαγκτού, ήταν επίσης εμφανής. Η υψηλή συμμετοχή στη βιοκοινότητα των ιχθυονυμφών, πελαγικών ειδών, που κατά την ενήλικη φάση είναι άμεσα επηρεαζόμενα από μεταβολές που πραγματοποιούνται στο ανώτερο στρώμα της υδάτινης στήλης (όπου επιδρά το νερό της Μαύρης Θάλασσας), φαίνεται να είχε σημαντική συμβολή σε αυτό. / The main aim of the present study was directed towards an understanding of the agents (abiotic and biotic) that shape the spatiotemporal distribution patterns of two fundamental components of the northeastern Aegean Sea (NEA) planktonic food web, namely mesozooplankton and fish larvae. The study area is of great scientific interest due to its relatively increased local productivity levels, comparatively to the highly oligotrophic eastern Mediterranean, hence its importance as a fishing ground, especially for fisheries targeting small pelagic fish. These characteristics are considered to be associated with local topographic features (extended continental shelf), riverine inflow, but mainly the high hydrological complexity (development of fronts and eddies) which is induced by the inflow and advection of low salinity Black Sea waters (BSW) at the upper part of the water column (surface 20-30 m). Mesozooplankton group composition and distribution patterns were examined both in horizontal and vertical plane in an extended sampling grid, during three stratification periods (July 2003 – September 2003 – July 2004). Four broad scale ichthyoplankton surveys were carried out (June 2003, 2004, 2005, 2006) over a station grid similar to that of mesozooplankton sampling, in order to investigate the major distribution and abundance patterns of fish larvae in the area. According to this study, the overall mesozooplankton standing stock in the NEA was found higher than those typically reported for other Mediterranean ecosystems, including hellenic pelagic waters and various closed or semi-closed gulfs as wells as some western Mediterranean pelagic and coastal regions. During all sampling periods, filter feeding taxa i.e. cladocerans, doliolids, appendicularians consisted an important element of mesozooplankton group composition particularly at the upper water column (directly influenced by the BSW). In September 2003, when surface salinity was 2 psu higher than July 2003 (probably reflecting lower BSW inflow in the area), the abundance values of these zooplankters decreased considerably. This temporal variation seemed to be related not only to differentiation in BSW (rich in dissolved organic carbon) influence, but also to species specific biological characteristics (e.g. seasonal cycle). In July 2004, BSW circulation was mainly restricted in the eastern part of the Thracian shelf and the abundance and biomass values in the area were significantly increased (2-fold up to 3-fold increase) compared to the previous surveys. Sampling depth played an important role in the differentiation of quantitive mesozooplankton characteristics (in terms of abundance and biomass values) but also in the formation of different copepod and cladoceran species assemblages. Surface waters, under the direct influence of BSW, were more productive and their species assemblages were sensitive tracers of horizontal oceanographic variability. Changes in the supply and flow of BSW into the NEA induced mesoscale hydrographic (fronts, eddies) and biological variability which was reflected on the structure and distribution of mesozooplankton assemblages in the horizontal and vertical plane. Frontal zones (e.g. southeastern of Lemnos) were characterized by increased fluorescence values and mesozooplankton biomass. The anticyclonic eddy over the Thracian shelf, where BSW is entrapped (Samothraki gyre), seemed to serve as a distinguished biochemical habitat with increased mesozooplankton abundance values and distinctive group composition. Besides the importance of physical parameters for zooplankton distribution in the NEA, biological interactions (e.g. competition, predation) may have played a significant role in shaping the observed distribution patterns. The hydrological heterogeneity induced by the advection of the BSW seemed to influence the qualitative and quantitative characteristics of the lower trophic levels. In turn, mesozooplankton populations presented spatial heterogeneity that reflected the importance of food size spectra and species-specific ecophysiological characteristics. Contrary to mesozooplankton community, mean abundance values of fish larvae (either as a total or for each separate taxonomic category) did not show any significant interannual difference during the four year study in the area of NEA (2003-2006). Fish larvae of epipelagic species consisted the major component of community, while a dominance of anchovy larvae was also observed due to the coincidence of the sampling period with the intensive spawning of this species. Fish larvae horizontal distribution was heterogenous and seemed to be controlled by the coupling between agents acting on the spawning stock and physical and biological processes influencing the planktonic phase of their offsprings. Fish larvae distributional patterns seemed to highly depend on species specific evolutionary adaptations, like reproduction strategy and the living habitat of the adults. Sampling depth as well as indications of water column trophic conditions (e.g. zooplankton concentration, fluorescence), explained significantly the spatial differentiation of fish larvae assemblages during all sampling periods. The circulation pattern of BSW seemed to be an important determinant of the taxonomic composition and abundance of larval fish assemblages, contributing either on larval retention near the spawning grounds, or inducing their dispersion. The assemblages of these meroplanktonic early-life stages also reflected the horizontal oceanographic heterogeneity in NEA, though less intensively comparing to other holoplanktonic zooplankters. The domination of local larval fish community by larvae of pelagic fish, that in the adult phase are directly influenced by changes taking place in the upper part of the water column (influenced by the BSW), may have contributed to this reflection.

Page generated in 0.0317 seconds