• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 4
  • Tagged with
  • 4
  • 4
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Προβλήματα και προοπτικές για την ανάπτυξη της βιολογικής γεωργίας στην πυρόπληκτη περιοχή της ορεινής ζώνης Ανδρίτσαινας – Φιγαλείας του Νομού Ηλείας

Παρασκευόπουλος, Παναγιώτης 15 January 2009 (has links)
Τις τελευταίες δεκαετίες ο πλανήτης μαστίζεται από μεγάλες φυσικές καταστροφές, το μέγεθος και η ένταση των οποίων έχουν επίδραση τόσο στο φυσικό περιβάλλον όσο και στον ανθρώπινο παράγοντα. Απτό παράδειγμα οι πρόσφατες πυρκαγιές του Αυγούστου του 2007 στην Ηλεία, οι οποίες θα μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένες στη μνήμη όλων μας γιατί στέρησαν τη ζωή 44 συνανθρώπων μας, συντέλεσαν σε σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος κι είχαν τραγικές συνέπειες για την οικονομία της περιοχής που βασίζεται κυρίως στην γεωργία και την κτηνοτροφία. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εξετάσει τις επιπτώσεις που είχαν οι πυρκαγιές στον τομέα της βιολογικής γεωργίας στην ορεινή ζώνη Φιγαλείας -Ανδρίτσαινας και να ερευνήσει πιθανές προοπτικές ανάπτυξής της. Για το λόγο αυτό 20 άτομα (Ν=20), 19 άνδρες και 1 γυναίκα που εμπλέκονται με τον τομέα της βιολογικής γεωργίας κατέθεσαν τις απόψεις τους μέσω μιας ημιδομημένης συνέντευξης. Οι ερωτώμενοι κατηγοριοποιήθηκαν σε 4 ομάδες ανάλογα με τη σχέση που είχαν με τη βιολογική γεωργία: α) καλλιεργητές συμβατικής γεωργίας, β) βιοκαλλιεργητές, γ) διαχειριστές (άτομα φορείς εξουσίας) και δ) επιχειρηματίες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης και αναλογιζόμενοι το μέγεθος της καταστροφής και τα προβλήματα που υπάρχουν στον γεωργικό τομέα, η περιοχή μελέτης έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει τη βιολογική γεωργία σε μεγάλο βαθμό. Έχοντας δεδομένη τη θέληση των γεωργών της περιοχής, η πολιτεία οφείλει να τους στηρίξει δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ανάπτυξης της περιοχής, συγκράτησης του πληθυσμού και να δώσει τη δυνατότητα οικονομικής ανέλιξης τόσο στους ανθρώπους όσο και στην περιοχή που ταλαιπωρήθηκε σημαντικά με τις πυρκαγιές του Αυγούστου του 2007. / The last decades the planet suffers from natural destructions, the magnitude and the intensity of which have effect not only in the natural environment but also in the human factor. Tangible example the recent fires of August 2007 in Prefecture of Ilia, that will remain engraved in the memory of all of us because they deprived the life of 44 people, contributed in almost absolute destruction of natural environment and had tragic consequences for the economy of region which is based mainly on the agriculture and the livestock-farming. The purpose of this study was to examine the fires repercussions on biological agriculture in the mountainous area Figalias - Andritsainas and look at for likely prospects of growth. For this reason 20 subjects (N = 20), 19 men and 1 woman, that engaged in biological agriculture were interviewed. Subjects were categorized in 4 groups depending on the relation that they had with the biological agriculture: a) cultivators of conventional agriculture, b) biological cultivators, c) administrators (individuals working for institutions of power) and d) businessmen of the region. According to the results of study and taking under consideration that the size of destruction and the problems that exist in the agriculture, the region of study has the possibility of developing the biological agriculture to a large extent. Having given the will of farmers of region, the state owes to support them by creating the conditions of growth of the region, withholding the population and give the possibility of economic evolution so to the habitants as to the region that had a rough time during the fires of August 2007.
2

Μοντελοποίηση της εξάπλωσης πυρκαγιών

Μαγκλάρας, Αθανάσιος 20 April 2011 (has links)
Το παρόν έγγραφο παρέχει οδηγίες για την χρήση του MASIFIRE - ένός λογισμικού για την προσομοίωση των πυρκαγιών σε δασικό και αστικό περιβάλλον με βάση ένα χάρτη. Το λογισμικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την προσομοίωση μιας πυρκαγιάς που διαδίδεται επιφανειακά ή μέσω της βλάστηση θόλων ή τη διάδοση της πυρκαγιάς από το δάσος στα κτήρια. Στο μοντέλο εισάγουμε τον τύπο καυσίμου, στοιχεία για τον αέρα, την υγρασία και της μορφής της έκτασης. Τα αποτελέσματα περιλαμβάνουν την εξάπλωση της πυρκαγιάς, το συνολικό ποσοστό απελευθέρωσης θερμότητας, την παραγωγή τοξικών ειδών και την περιοχή «αναγκαίας εκκένωσης» για τους ανθρώπους. Ο αλγόριθμος πυρκαγιάς είναι βασισμένος στο μοντέλο BEHAVE. / This document provides the technical background and user's guide for MASIFIRE – a software for Map based Simulation of Fires in ForestUrban Environment. The software can be used for the simulation of fire spread in forests with surface and canopy vegetation, and the spreading of fire from the forest to buildings. The model includes the effects of fuel type, wind, moisture and the shape of the terrain. Model results include the fire spread, total heat release rate, production of toxic species and necessaryevacuation area for people. The fire spread algorithm is based on the BEHAVE model.
3

Πολλαπλής κλίμακας πολυφασματική αξιολόγηση και χαρτογράφηση καμένων εκτάσεων με τη χρήση δορυφορικών δεδομένων

Πλένιου, Μαγδαλινή 01 August 2014 (has links)
Οι δασικές πυρκαγιές αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι των Μεσογειακών οικοσυστημάτων επηρεάζοντας το φυσικό κύκλο διαδοχής της βλάστησης, αλλά και τη δομή και λειτουργία τους. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των δασικών πυρκαγιών αυξάνοντας ιδιαίτερα το επιστημονικό ενδιαφέρον. Η χρησιμοποίηση της δορυφορικής τηλεπισκόπησης στη χαρτογράφηση των καμένων εκτάσεων έχει τριάντα χρόνια ιστορία ως εργαλείο χαρτογράφησης αλλά και παρακολούθησης της εξέλιξης των καμένων εκτάσεων. Η χαρτογράφηση των δασικών πυρκαγιών με τη χρήση δορυφορικών δεδομένων είναι και σήμερα ένα εν ενεργεία αντικείμενο έρευνας της τηλεπισκόπησης. Πολλά χαρακτηριστικά παραδείγματα υπάρχουν στη διεθνή βιβλιογραφία με ερευνητικό αντικείμενο τη χαρτογράφηση των καμένων εκτάσεων με τη χρήση πολλαπλών τύπων δορυφορικών δεδομένων, όμως ο αριθμός αυτών που διαπραγματεύονται για την ίδια πυρκαγιά πολλούς τύπους δεδομένων είναι περιορισμένος. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή επιχειρείται για πρώτη φορά η χαρτογράφηση των καμένων εκτάσεων με εκτεταμένη χρήση διαφόρων τύπων δορυφορικών εικόνων πολλαπλής φασματικής και χωρικής διακριτικής ικανότητας που έχουν αποκτηθεί για την ίδια πυρκαγιά (Πάρνηθα, 2007). Πιο συγκεκριμένα, αντικείμενο έρευνας αποτέλεσε η χαρτογράφηση των άκαυτων νησίδων εσωτερικά της περιμέτρου της πυρκαγιάς, καθώς και η διερεύνηση των παραγόντων που διαμορφώνουν την ακρίβεια της χαρτογράφησης, η διερεύνηση της ευαισθησίας των τιμών ανάκλασης σε διαφορετικές αναλογίες καμένου/βλάστησης, καθώς και η εφαρμογή και αξιολόγηση διαφόρων δεικτών βλάστησης. Τα δορυφορικά δεδομένα που αξιολογήθηκαν προέρχονται από τους δορυφορικούς ανιχνευτές IKONOS, LANDSAT, ASTER και MODIS. Παράλληλα με τα αρχικά δεδομένα δημιουργήθηκε ένα σύνολο εικόνων πολλαπλής φασματικής και χωρικής κλίμακας. Αρχικά, εφαρμόστηκαν κλασικοί αλγόριθμοι επεξεργασίας εικόνας για τη γεωμετρική, ραδιομετρική και ατμοσφαιρική διόρθωση των δορυφορικών εικόνων. Στη συνεχεία, επεξεργάστηκε η υψηλής ανάλυσης εικόνα IKONOS, η οποία αποτέλεσε τη βάση για τον υπολογισμό του ποσοστού κάλυψης των καμένων εκτάσεων, της βλάστησης και του γυμνού εδάφους σε επίπεδο εικονοστοιχείου. Λαμβάνοντας υπόψη διαφορετικούς συνδυασμούς φασματικών και χωρικών αναλύσεων πραγματοποιήθηκαν συνολικά 420 ταξινομήσεις. Επιπλέον, οι φασματικοί δίαυλοι καθώς και 57 δείκτες βλάστησης που υπολογίστηκαν, συσχετίστηκαν με περιοχές διαφορετικών αναλογιών καμένης και άκαυτης βλάστησης, με σκοπό τη διερεύνηση της ευαισθησίας τους στην εκτίμηση του ποσοστού των καμένων και μη καμένων περιοχών. Συμπερασματικά, η χωρική διακριτική ικανότητα αποδεικνύεται ως ο σημαντικότερος παράγοντας για την αποτύπωση των άκαυτων νησίδων εσωτερικά της περιμέτρου της πυρκαγιάς, ενώ διαπιστώθηκε ότι συσχετίζεται άμεσα με τον αριθμό των χαρτογραφημένων νησίδων. Επιπλέον, το κοντινό και μέσο υπέρυθρο τμήμα του φάσματος αποδείχτηκαν σημαντικά για την εκτίμηση του ποσοστού του καμένου, ενώ το κόκκινο και κοντινό υπέρυθρο για την εκτίμηση του ποσοστού της βλάστησης. Το τελευταίο φαίνεται ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον υπολογισμό του ποσοστού των καμένων εκτάσεων, ενώ το μέσο υπέρυθρο στον υπολογισμό του ποσοστού της βλάστησης. Οι δείκτες βλάστησης ελαχιστοποιούν τις επιδράσεις εξωτερικών παραγόντων, όπως είναι η επίδραση του εδάφους. Έτσι, οι ενδιάμεσες κατηγορίες κρίθηκαν πιο σύμφωνες φασματικά με τις διαφορετικές αναλογίες καμένου/βλάστησης, σε σχέση με τους αρχικούς φασματικούς δίαυλους, βάσει των οποίων υπολογίζονται οι δείκτες. Οι κλασικοί δείκτες, οι οποίοι ενσωματώνουν το κόκκινο και κοντινό υπέρυθρο μήκος κύματος έδειξαν καλύτερη προσαρμογή στην εκτίμηση του ποσοστού της βλάστησης. Αντίθετα, η τροποποιημένη εκδοχή τους, αντικαθιστώντας το κόκκινο με το μέσο υπέρυθρο τμήμα του φάσματος έδειξαν καλύτερη προσαρμογή στην εκτίμηση του ποσοστού των καμένων περιοχών, ταυτόχρονα με την υψηλή προσαρμογή για την εκτίμηση της βλάστησης. Τέλος, πραγματοποιήθηκε η ανασύσταση της πρόσφατης ιστορίας των πυρκαγιών (1984-2011) για την Αττική, εφαρμόζοντας πρόσφατα ανεπτυγμένες (ημι)αυτόματες τεχνικές χαρτογράφησης σε διαχρονικά LANDSAT δορυφορικά δεδομένα μεσαίας χωρικής διακριτικής ικανότητας. Τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας οδήγησαν στη χαρτογράφηση των περιμέτρων των πυρκαγιών με σχετικά μεγάλη ακρίβεια, ενώ από τα μοντέλα παλινδρόμησης διαπιστώθηκε ότι οι διαφορές μεταξύ της καμένης έκτασης που υπολογίζεται από τα δορυφορικά δεδομένα και αυτά τα οποία καταγράφονται από τη Δασική Υπηρεσία αποδίδονται στον αριθμό των δορυφορικών εικόνων που χρησιμοποιούνται καθώς και στην ημερομηνία απόκτησης της πρώτης δορυφορικής εικόνας. / Forest fires, an integral part of Mediterranean ecosystems, affect the natural cycle of vegetation succession and the ecosystem’s structure and function. Recently, the increment in frequency of fires has increased the concern of the scientific community. The use of remote sensing in burned land mapping has a 30 year long history as tool in mapping and monitoring of forest fire. Despite this long period, burned land mapping using satellite data is still an active research topic in satellite remote sensing. Many characteristic examples of satellite remote sensing studies of burned land mapping and monitoring can be found in the literature, however studies dealing with a multisource data set for the same fire event are limited. The present thesis attempted to map burned surfaces using a multisource satellite data set of multiple spectral and spatial resolution acquired for the same fire event (Parnitha, 2007). In particular, the aims of the thesis were to delineate the unburned patches within fire scar perimeter and explore the factors influence the classification accuracy, to explore the sensitivity of spectral reflectance values to different burn and vegetation ratios, as well as to examine and evaluate some vegetation indices. The satellite data used were acquired from IKONOS, LANDSAT, ASTER and MODIS. Along with the basic data set, a spatially degraded satellite data over a range of coarser resolutions were created. Firstly, classical image processing algorithms were applied to correct geometrically, radiometrically and atmospherically the satellite images used. The pan-sharpened IKONOS served as the basis to estimate the percent of cover of burned areas, vegetation and bare land, at pixel level. Totally 420 classifications have been implemented considering different combinations of spectral and spatial resolutions. Additionally, the spectral bands and 57 versions of some classical vegetation indices were correlated with different burned and vegetation ratios in order to explore their sensitivity. Conclusively, spatial resolution is the most important factor for the delineation of the unburned patches within the fire scar perimeter, while proved to be strongly correlated with the number of the mapped islands. Moreover, the near and middle infrared channels were the most important ones to estimate the percentage of burned area, while the red and near infrared were the most important channels to estimate the percentage of vegetation. The latter, seemed to play a more significant role in estimating the percent of burned area while the middle infrared seemed to play a more significant role in estimating the percent of vegetation. Vegetation indices are less sensitive to external parameters of the vegetation by minimizing external effects, such as soil impact. Thus, the semi-burned classes were spectrally more consistent to their different fractions of scorched and non-scorched vegetation, than the original spectral channels based on which these indices are estimated. The classical indices, which incorporate the red-near infrared space showed better performance to estimate the percent of the vegetation. In contrast, the modified version of the classical indices, by replacing the red with the middle infrared channel showed the highest performance to estimate the percent of burned areas, apart from the high performance in the estimation of the vegetation. Finally, in the present thesis maps with the reconstruction of the recent fire history of Attica region were created, in a spatially explicit mode using (semi)automated image processing techniques in a series of multi-temporal medium-resolution LANDSAT images. The results showed that the fire-scar perimeters were captured with considerably high accuracy, while regression modeling showed that the differences between the area burned estimated from satellite data and that recorded by the forest service can be explained by the number of satellite images used followed by the acquisition date of the first image.
4

Σχεδίαση-αποτύπωση με την βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή (AUTOCAD) εγκαταστάσεων πυρασφάλειας και πυρόσβεσης των κτηρίων του τμήματος των Χημικών Μηχανικών

Αντωνάδος, Βασίλειος 13 October 2013 (has links)
Η προστασία της ανθρώπινης ζωής είναι βασική υποχρέωση της Πολιτείας και θεμελιακό δικαίωμα του πολίτη. Αυτονόητη είναι λοιπόν η προστασία ενός κτιρίου από τη φωτιά, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για ένα εκπαιδευτήριο που φιλοξενεί εκατοντάδες ανθρώπους. Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο την αποτύπωση και την σχεδίαση των εγκαταστάσεων Πυρασφάλειας και Πυρόσβεσης του κτιρίου των Χημικών Μηχανικών. Μέσα από την διαδικασία της αποτύπωσης στόχος της διπλωματικής εργασίας είναι να διαπιστώσει αν οι μηχανισμοί πρόληψης, αντίδρασης αλλά και καταπολέμησης της φωτιάς του κτιρίου, επαρκούν ώστε να εκπληρώνονται οι βασικοί στόχοι της πυροπροστασίας. Δηλαδή, η ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής και υγείας, η παρεμπόδιση εξάπλωσης της φωτιάς σε γειτονικά κτήρια ή σε άλλα διαμερίσματα του ίδιου κτιρίου, η ασφαλής εκκένωσή του και τέλος η προστασία της περιουσίας. Στο πρώτο κεφάλαιο δίνονται ορισμοί και βασικές έννοιες, παρουσιάζεται το τρίγωνο και το τετράεδρο της φωτιάς οι αιτίες πρόκλησης πυρκαγιών αλλά και η διάκριση των αιτιών ανάλογα με την πρόθεση ή την υπαιτιότητα. Γίνεται αναφορά στα είδη και τις κατηγορίες των πυρκαγιών. Περιγράφονται οι αρχές κατάσβεσης της φωτιάς που αποτελούν την βάση για τα υλικά και τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε για τον έλεγχο κάθε είδους πυρκαγιάς. Το κεφάλαιο κλείνει με παρουσίαση των υιοθετημένων προτύπων στην Ελλάδα. Το δεύτερο κεφάλαιο αναλύει την πυρασφάλεια κτηρίων, Παθητική και Ενεργητική. Στην Παθητική πυροπροστασία δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην κατηγορία των εκπαιδευτηρίων οπού εμπίπτει το κτίριο του τμήματος των Χημικών Μηχανικών Παρουσιάζονται όλοι οι τρόποι πυροπροστασίας αλλά και τα μέσα πυρανίχνευσης και πυρόσβεσης που χρησιμοποιούνται σήμερα καθώς και τα κριτήρια επιλογής τους βάση της ισχύουσας νομοθεσίας. Στο τρίτο κεφάλαιο αποτυπώνονται οι υπάρχουσες εγκαταστάσεις του κτιρίου του τμήματος των Χημικών Μηχανικών και παρουσιάζεται φωτογραφικό υλικό από την επί τόπου αυτοψία που έγινε. Το κεφάλαιο τέσσερα είναι η μελέτη Ενεργητικής πυροπροστασίας του κτιρίου του τμήματος των Χημικών Μηχανικών που έγινε σύμφωνα με όσα προβλέπει η Ελληνική νομοθεσία. Τέλος στο παράρτημα παρουσιάζονται οι κανονισμοί πυρασφάλειας και πυροπροστασίας όπως αυτοί έχουν καθοριστεί από το Πυροσβεστικό Σώμα. Πιο συγκεκριμένα παρουσιάζεται το προεδρικό διάταγμα «Κανονισμός Πυροπροστασίας Κτιρίων (Π.Δ. 71/88)», το οποίο αποτελεί το βασικό διάταγμα σύμφωνα με το οποίο γίνονται όλες οι μελέτες πυροπροστασίας, και επισυνάπτονται τα σχέδια των αποτυπώσεων και τα σχέδια της μελέτης. / The protection of human life is a basic obligation of the state and fundamental right of the citizen. Therefore the protection of a building from fire is mandatory, especially when that building is a school that hosts hundreds of people. This thesis is intended to capture and design the Fire safety and security system of the building of Chemical Engineering. Through the process of recording, the goal of this thesis is to determine whether the mechanisms of prevention, response and firefighting of building, are sufficient to meet the basic objectives of fire protection. Those being, safety of human life and health, spreading of fire to neighboring buildings or in other apartments of the same building, safe evacuation and finally the protection of property. The first chapter provides definitions and basic concepts, presents the triangle and pyramid of fire, the causes of fires and the distinction of causes depending on the intent or fault. There is a presentation of the types and classes of fires and a description of the principles of extinguishing fire form the basis of the materials and methods used to control any kind of fire. The chapter ends with the presentation of the adopted standards in Greece. The second chapter analyzes the Passive and Active fire safety of buildings. Emphasis is given to the passive fire protection of schools which applies to the department of Chemical Engineering. Also there is a description of the ways and means of fire detection and extinguishing systems in use today and their selection criteria based on current legislation. The third chapter depicts the existing facilities of the building of the department of Chemical Engineering and photographs of the on-site inspection that was made are presented. Chapter four is the study of active Fire safety building department of Chemical Engineering, which was made according to the provisions of the Greek law. Finally in the appendix is presented the fire safety and fire regulations as laid down by the Fire Brigade. More specifically, is presented the Presidential Decree "Building Fire Safety Regulation (Decree 71/88)", which is the main decree under which all fire protections designs are made, and accompanied by the drawings and renderings of the design drawings.

Page generated in 0.0241 seconds