• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 41
  • 1
  • Tagged with
  • 42
  • 38
  • 7
  • 6
  • 6
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
21

Υπερέχει η ασφαλιζόμενη ενδομυελική ήλωση έναντι των άλλων μεθόδων αντιμετώπισης των καταγμάτων της διάφυσης του μηριαίου

Κρουσταλλάκης, Γεώργιος 26 May 2010 (has links)
- / -
22

Μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα των μεθόδων αντιμετώπισης των καταγμάτων της διάφυσης της κνήμης ανάλυση 360 καταγμάτων

Κουρτζής, Νικόλαος 26 May 2010 (has links)
- / -
23

Σύγκριση τεχνικών για την αντιμετώπιση του μετεγχειρητικού πόνου μετά από χολοπαγκρεατική εκτροπή για τη θεραπεία της νοσογόνου παχυσαρκίας, με τη χορήγηση επισκληριδίου αναλγησίας με τοπικό αναισθητικό (λεβοβουπιβακαΐνη) και οπιοειδές (μορφίνη) / Comparison of techniques for postoperative analgesia management after a weight loss surgery (Βiliary Pancreatic Diversion with Roux-En-Y) by administration of epidural analgesia with local anesthetic (levobupivacaine) and opioid (morphine)

Ζώτου, Αναστασία 05 February 2015 (has links)
Σύγκριση τεχνικών για την αντιμετώπιση του μετεγχειρητικού πόνου μετά από χολοπαγκρεατική εκτροπή για τη θεραπεία της νοσογόνου παχυσαρκίας, με τη χορήγηση επισκληριδίου αναλγησίας με τοπικό αναισθητικό (λεβοβουπιβακαΐνη) και οπιοειδές (μορφίνη). Εισαγωγή – Σκοπός : Η αντιμετώπιση του μετεγχειρητικού πόνου σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία που υποβάλλονται σε χειρουργεία απώλειας βάρους θα πρέπει να στοχεύει στον αποτελεσματικό έλεγχο του μετεγχειρητικού πόνου, στην πρώιμη επαναλειτουργία του εντέρου και στην ταχύτερη κινητοποίηση των ασθενών, χωρίς να διακινδυνεύεται η μετεγχειρητική αναπνευστική λειτουργία, καθώς είναι υψηλό το ποσοστό των παχύσαρκων ασθενών με Αποφρακτική Άπνοια στον Ύπνο (OSA). Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα σχετικά με τη διαχείριση της μετεγχειρητικής αναλγησίας σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία που υποβάλλονται σε ανοικτά χειρουργεία απώλειας βάρους, ιδιαίτερα με την εφαρμογή θωρακικής επισκληριδίου αναλγησίας με μορφίνη και λεβοβουπιβακαΐνη. Υλικό – Μέθοδος : Στην παρούσα προοπτική, τυχαιοποιημένη, διπλή τυφλή μελέτη, 96 ασθενείς με super νοσογόνο παχυσαρκία (BMI ≥ 50kg/m2) και φυσική κατάσταση κατά ASA II-III, που υποβλήθηκαν σε χολοπαγκρεατική εκτροπή με Roux-En-Y γαστρική παράκαμψη, τυχαιοποιήθηκαν σε 6 ομάδες (ομάδες Α-F με 16 ασθενείς ανά ομάδα). Όλες οι ομάδες έλαβαν μετεγχειρητικά θωρακική επισκληρίδιο αναλγησία με συνεχή έγχυση μορφίνης 0,2mg/h σε συνδυασμό με άπαξ δόσεις λεβοβουπιβακαΐνης μέσω PCEA : στις ομάδες A,B και C χορηγήθηκε χαμηλή συγκέντρωση λεβοβουπιβακαΐνης 0,1%, ενώ στις ομάδες D, E και F χορηγήθηκε υψηλή συγκέντρωση λεβοβουπιβακαΐνης 0,2%. Οι ομάδες A και D δεν έλαβαν διεγχειρητικά δόση εφόδου μορφίνης, ενώ οι ομάδες B και Ε έλαβαν 1mg και οι ομάδες C και F 2mg μορφίνης επισκληριδίως, αντίστοιχα. Κατά την μετεγχειρητική περίοδο εκτιμήθηκε η ένταση του πόνου στην ηρεμία και στο βήχα με βάση την κλίμακα VAS, η συνολική κατανάλωση λεβοβουπιβακαΐνης, η αναπνευστική λειτουργία, οι αιμοδυναμικές μεταβολές, ο χρόνος κινητοποίησης του εντέρου και ο χρόνος κινητοποίησης των ασθενών. Η στατιστική επεξεργασία έγινε με τη χρήση ANOVA ακολουθούμενη από post-hoc δοκιμασίες, με τη μέθοδο χ2, και με μη παραμετρικές μεθόδους για πολλαπλές ομάδες. Αποτελέσματα : Η ένταση του μετεγχειρητικού πόνου δεν διέφερε μεταξύ των ομάδων. Διπλασιάζοντας τη συγκέντρωση της λεβοβουπιβακαΐνης από 0,1% (ομάδες A, B και C) σε 0,2% (ομάδες D, E και F) αυξήθηκε σημαντικά η συνολική κατανάλωση της λεβοβουπιβακαΐνης (P < 0,001), χωρίς να βελτιωθεί η αναλγησία. Η αύξηση της περιεγχειρητικής χορήγησης μορφίνης με τη χορήγηση δόσης εφόδου (ομάδες B,C,E,F) και της συγκέντρωσης της λεβοβουπιβακαΐνης (ομάδες D, E, F) οδήγησε σε παράταση του χρόνου επαναλειτουργίας του εντέρου (P < 0.05 to 0.01) και καθυστέρηση στη κινητοποίηση των ασθενών (P < 0.05 to 0.01). Παρά την υψηλή συχνότητα των παχυσάρκων ασθενών με OSA (69% - 81%) μεταξύ των ομάδων, δεν παρατηρήθηκε κανένα επεισόδιο αναπνευστικής καταστολής. Οι αιμοδυναμικές παράμετροι και η μετεγχειρητική αναπνευστική λειτουργία, διατηρήθηκαν σε ασφαλή όρια και δεν διέφεραν μεταξύ των ομάδων. Συμπεράσματα : Η θωρακική επισκληρίδιος αναλγησία με τη χορήγηση άπαξ δόσεων λεβοβουπιβακαΐνης 0,1% μέσω PCEA σε συνδυασμό με συνεχή έγχυση μορφίνης 0,2mg/h, χωρίς δόση εφόδου, είναι ένας αποτελεσματικός και ασφαλής τρόπος μετεγχειρητικής αναλγησίας σε ασθενείς με νοσογόνο παχυσαρκία που υποβάλλονται σε ανοικτά χειρουργεία απώλειας βάρους, καθώς αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τον μετεγχειρητικό πόνο, οδηγεί σε πρώιμη επαναλειτουργία του εντέρου, σε ταχύτερη κινητοποίηση των ασθενών, χωρίς να διακυβεύεται η αναπνευστική λειτουργία, ακόμα και στους παχύσαρκους ασθενείς με OSA. / Comparison of techniques for postoperative analgesia management after a weight loss surgery (Βiliary Pancreatic Diversion with Roux-En-Y) by administration of epidural analgesia with local anesthetic (levobupivacaine) and opioid (morphine) Background: Postoperative pain control in morbidly obese patients should aim early mobilization and return of bowel function, without respiratory compromise, as there is a high prevalence of obstructive sleep apnoea (OSA). Up to date, not sufficient data exist regarding postoperative analgesic management of morbid super-obese (MSO) patients undergoing open bariatric surgery, especially with thoracic epidural levobupivacaine combined with morphine. Methods: In a prospective double blind randomised controlled trial, 96 ASA II-III MSO patients undergoing open BPD-RYGBP, were randomly allocated to six groups (n=16). All groups received postoperatively a continuous epidural morphine infusion of 0.2 mg h-1, while groups A - C received additionally 0.1% levobupivacaine and groups D - F 0.2% levobupivacaine via PCEA, respectively. Groups A and D did not receive intraoperative epidural morphine loading, while groups B, E received additionally 1mg and groups C and F 2 mg morphine bolus intra-operatively respectively. VAS at rest and on cough, PCEA drug consumption, haemodynamic profile, pulmonary function, time to return of bowel function and ambulation, were recorded for 48h. Results: Pain scores did not differ among groups. Doubling the concentration of levobupivacaine increased considerably its consumption (P < 0.001), without improving analgesia. The increase in perioperative morphine (groups B,C,E,F) and levobupivacaine doses (groups D-F) led to prolonged time to bowel function (P < 0.05 to 0.01) and ambulation (P < 0.05 to 0.01), respectively. Although obstructive sleep apnoea (OSA) prevalence was 69% to 81% among groups, no incidence of respiratory depression was observed. Haemodynamic profile and pulmonary function were well preserved and did not differ among groups. Conclusions: Thoracic PCEA with 0.1% levobupivacaine combined with a continuous daily epidural morphine dose of 0.2 mg h-1, without morphine loading, is an effective approach regarding adequate pain control, early mobilization and return of bowel function in MSO patients, especially in those with OSA.
24

Εκφυλιστική στένωση οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης σε πολλαπλά επίπεδα : χειρουργική αντιμετώπιση

Καραγεώργος, Αθανάσιος Χ. 11 December 2008 (has links)
Σκοπός: Πρόκειται για μια προοπτική μελέτη που αφορά στη χειρουργική θεραπεία ασθενών που έπασχαν από εκφυλιστική σπονδυλική στένωση της ΟΜΣΣ σε πολλαπλά επίπεδα (δύο ή περισσότερα). Αποσκοπεί στο να διερευνήσει εάν η συγκεκριμένη χειρουργική τεχνική βελτιώνει τα συμπτώματα των ασθενών και κατά πόσον αυτή η βελτίωση διατηρείται στο χρόνο. Υλικό-Μέθοδος: Σαράντα-ένας ασθενείς συμμετείχαν στην μελέτη, που έλαβε χώρα στην Ορθοπαιδική Κλινική του Πανεπιστημίου Πατρών, από το 1997 έως το 2004. Οι ασθενείς είχαν συμπληρώσει τουλάχιστον 1 έτος μετεγχειρητικής παρακολούθησης. Ο μ.ο. ηλικίας των ασθενών ήταν 61,02 +_ 9,62 έτη (κυμαινόμενη από 33 έως 79 έτη). Οι ασθενείς προεγχειρητικά υποβάλλονταν σε λεπτομερή ακτινολογικό και κλινικό έλεγχο. Ο ακτινολογικός έλεγχος περιελάμβανε απλές και δυναμικές ακτινογραφίες, αξονική τομογραφία (CT), μαγνητική τομογραφία (MRI) και/ή μυελογραφία με μυελο-CT. Ο κλινικός έλεγχος περιελάμβανε τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου της Oswestry Disability Index (ODI) και της Visual Analog Scale (VAS). Βάσει του προεγχειρητικού ελέγχου 23 ασθενείς έπασχαν από εκφυλιστική στένωση σε 2 σπονδυλικά επίπεδα (περιελάμβανε 3 σπονδύλους), σε 16 ασθενείς είχαν προσβληθεί 3 επίπεδα και 2 ασθενείς είχαν προσβληθεί 4 επίπεδα. Επιπλέον αναδείχθηκε ότι 12 ασθενείς έπασχαν από σκολίωση, 18 ασθενείς από σπονδυλολίσθηση 1ου βαθμού, ενώ 9 ασθενείς από τμηματική αστάθεια. Η κλινική εικόνα των ασθενών περιελάμβανε κυρίως άλγος στην οσφύ και στα κάτω άκρα και/ή νευρογενή διαλείπουσα χωλότητα. Επιπλέον 6 ασθενείς παρουσίαζαν σταδιακά επιδεινούμενη νευρολογική σημειολογία. Η χειρουργική τεχνική περιελάμβανε ευρεία οπίσθια αποσυμπίεση των οστικών και συνδεσμικών δομών. Περιελάμβανε αφαίρεση της ακανθώδους απόφυσης του σπονδυλικού πετάλου και του ωχρού συνδέσμου, ώστε να υπάρξει απελευθέρωση του σπονδυλικού καναλιού οπισθίως. Η αποσυμπίεση εκτείνονταν από το έξω όριο του ενός καναλιού των ριζών έως το έξω όριο του άλλου και αφορούσε όλα τα στενωτικά επίπεδα που εκ των προτέρων είχαν καθοριστεί μέσω, του προεγχειρητικού ελέγχου. Η σταθερότητα της Σ.Σ. επιτυγχανόταν με την τοποθέτηση διαυχενικού συστήματος σπονδυλοδεσίας, που εκτείνονταν ένα σπονδυλικό επίπεδο εκατέρωθεν των επιπέδων αποσυμπίεσης. Το τελικό στάδιο της τεχνικής περιελάμβανε τοποθέτηση μοσχευμάτων για την επίτευξη αρθρόδεσης, τα οποία τοποθετούνταν μεταξύ των εγκαρσίων αποφύσεων. Ο μέσος χειρουργικός χρόνος ήταν 228min (από 120min έως 420min). Η παρακολούθηση των ασθενών μετεγχειρητικά γίνονταν σε ετήσια βάση και περιελάμβανε τη συμπλήρωση της ODI και VAS όσον αφορά στο κλινικό σκέλος και απλές και δυναμικές ακτινογραφίες όσον αφορά στο ακτινολογικό σκέλος. Αποτελέσματα: Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης των ασθενών ήταν 3,71 +_ 1,54 έτη (κυμαινόμενος από 1 έτος έως 6 έτη). Η συνολική ποιότητα ζωής των ασθενών, όπως εκτιμάται με την ODI, παρουσίασε στατιστικά σημαντική βελτίωση μετεγχειρητικά, που διατηρήθηκε για όλα τα έτη παρακολούθησης. Συγκεκριμένα από 61,06% προεγχειρητικά, βελτιώθηκε στο 16,30% το 4ο μετεγχειρητικό έτος. Στατιστικά σημαντική βελτίωση παρουσίασε και ο πόνος όπως εκτιμήθηκε με τη VAS. Συγκεκριμένα από 7,88 προεγχειρητικά, βελτιώθηκε σε 2,35 το 4ο μετεγχειρητικό έτος. Εκτιμώντας τις επιμέρους παραμέτρους της ODI, διαπιστώνεται πως η μεγαλύτερη βελτίωση επιτεύχθηκε στο άλγος, στην προσωπική φροντίδα, στην ικανότητα καθίσματος, στην ικανότητα ύπνου και στην ικανότητα για ταξίδι. Στις παραπάνω δραστηριότητες ποσοστό ασθενών μεγαλύτερο από 90% παρουσίαζε φυσιολογική ή σχεδόν φυσιολογική δραστηριότητα, με βαθμολογία ‘0’ ή ‘1’ το 4ο μετεγχειρητικό έτος στην 6βάθμια κλίμακα. Η ακτινολογική παρακολούθηση μετεγχειρητικά ανέδειξε αστάθεια σε παρακείμενο επίπεδο σε 2 ασθενείς (4,87%), θραύση μιας βίδας στον Ι1 σπόνδυλο σε 1 ασθενή (2,43%) και χαλάρωση μιας βίδας σε 1 ασθενή (2,43%). Όλοι οι ανωτέρω ασθενείς υποβλήθηκαν σε νέα επέμβαση. Η πιθανότητα συνεπώς για τους ασθενείς της μελέτης να μην υποβληθούν σε νέα επέμβαση λόγω μηχανικής αποτυχίας της αρχικής επέμβασης, ήταν 90,24%. Οι υπόλοιποι ασθενείς παρουσίασαν στον ακτινολογικό έλεγχο πλήρη πώρωση με συνεχή οστική γεφύρωση μεταξύ των εγκαρσίων αποφύσεων άμφω και σταθερότητα σε παρακείμενα επίπεδα. Τέλος οι 39 ασθενείς (95,12%) δήλωσαν ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα της επέμβασης και ότι θα την επαναλάμβαναν κάτω από τις ίδιες συνθήκες. Συμπέρασμα: Η ευρεία οπίσθια αποσυμπίεση συνοδευόμενη από οπισθοπλάγια σπονδυλοδεσία με χρήση υλικών, προσφέρει ικανοποιητικά και αναπαραγόμενα κλινικά και ακτινολογικά αποτελέσματα σε ασθενείς που υποφέρουν από πολυεπίπεδη σπονδυλική στένωση και αστάθεια (εκφυλιστική σκολίωση και/ή εκφυλιστική σπονδυλολίσθηση). Με την παραπάνω τεχνική αποφεύγεται η υποτροπή της στένωσης λόγω άναρχης οστικής αναδόμησης (bone regrowth). Όταν η τεχνική εφαρμόζεται σε προσεκτικά επιλεγμένους ασθενείς οδηγεί σε μικρό ποσοστό επιπλοκών, αποτελώντας μια αξιόπιστη λύση στο πρόβλημα της σημαντικής παθολογίας της σπονδυλικής στήλης. / Aim: This is a prospective study on the surgical treatment of patients who suffered from degenerative spinal stenosis of lumbar spine in multiple levels (2 or more). Our goal was to show if our technique improves substantially patient’s symptoms and if the improvement is long lasting. Patients and Method: Between 1997 and 2004, 41 patients were participated in this study, which took place at the Orthopaedic Department of Patras University Hospital. All patients had completed 1-year postoperative follow up. Mean age was 61 years (range 33 – 79 years). All patients underwent preoperatively detailed radiological and clinical evaluation. Radiological aproach included face, profile and dynamic x-rays, computer tomography (CT), magnetic resorance (MRI) and/or myelography with myelo-CT. Clinical evaluation was done using Oswestry Disability Index (ODI) and Visual Analog Scale (VAS). Twenty-three patients suffered from degenerative stenosis in 2 levels (included 3 vertebral bodies), in 16 patients were involved 3 levels and in 2 patients were involved 4 levels. Furthermore 12 patients suffered from concomitant scoliosis, 18 patients from concomitant spondylolisthesis (1st grade), 9 patients from segmental instability and 2 patients from scoliosis and spondylolisthesis. Patients’ symptoms were low back pain, sciatica and/or neurologic intermittent claudication. In 6 patients neurologic deterioration was observed. Surgical technique was wide posterior decompression. This included removal of spinous process, vertebral lamina and ligamentum flavum, and lead to fully posterior exposure of the spinal canal. Decompression was taken place in all the stenotic segments and was extended from one to another root canal in each segment. In order to achieve stability of the spine we used transpedicular screw fixation system, which extended one segment above and one below the decompressed area. Finally we used osseous graft and allograft between transverse processes. Mean surgical time was 228 (120-420) min. Patients’ follow up was done once per year and included the completion of ODI and VAS and face profile and dynamic x-rays for clinical and radiological assessment respectively. Results: Mean follow up was 3,7 (1-6) years. The quality of patients’ life, as is estimated with ODI, showed substantial improvement, which lasted all years. In specific from 61% preoperatively, improved to 16% the 4th postoperative year. Pain also presented statistical significant improvement, as is estimated with VAS. In specific from 7,9 preoperatively improved to 2,3 the 4th postoperative year. Evaluation of ODI’s parameters showed that the greater improvement was achieved in pain, personal care, sitting, sleeping and traveling. More than 90% of the patients had normal or nearly normal activity in these aforementioned parameters, the 4th postoperative year. Two patients had instability in an adjacent level (4,9%). Also one screw breakage in 1 patient (2,4%) and one screw loosening in another one (2,4%), both in S1 vertebral, was observed. These 4 patients underwent second surgical intervention due to instability. Finally there was possibility 90,2% for the patients not to underwent second operation due to mechanical failure. The rest of the patients presented with solid fusion, confluent osseous bridging between the transverse processes and stable adjacent vertebral levels. Conclusions: Wide posterior decompression combined with posterolateralinstrumented fusion, lead to satisfactory and reproducible clinical and radiological results to patients who suffer from degenerative lumbar spinal stenosis in multiple levels with concomitant instability (degenerative scoliosis and/or degenerative spondylolisthesis). The aforementioned technique avoids substantial bone regrowth and stenosis recurrence. Proper use in carefully selected patients has low complication rate, giving us a good and long-lasting result.
25

Η σύγκριση των αποτελεσμάτων της προεγχειρητικής εκτιμήσεως των όγκων του εγκεφάλου με τη βοήθεια της μαγνητικής φασματοσκοπίας πρωτονίου και της ανοικτής χειρουργικής βιοψίας

Φούντας, Κωνσταντίνος Ν. 26 June 2007 (has links)
Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται η ικανότητα της μαγνητικής φασματοσκοπίας πρωτονίου στην διαφοροποίηση φυσιολογικών και νεοπλασματικών εγκεφαλικών κυττάρων και εκτιμάται η μελέτη των δομικών και μεταβολικών χαρακτηριστικών των τελευταίων. 120 ασθενείς με διάγνωση ενδοκράνιου όγκου βασισμένη σε κλασσικές απεικονιστικές μεθόδους, οι οποίοι οικειοθελώς συμπεριλήφθησαν στην κλινική αυτή προοπτική μελέτη, υπεβλήθησαν σε μαγνητική φασματοσκοπία πρωτονίου μονήρους κύβου (single voxel 1HMRS) με τη χρήση μαγνητικού τομογράφου εντάσεως 1.5 Tesla. Με τη χρήση ολοκληρωμένου αλγορίθμου οι συγκεντρώσεις Ν-ακετυλο-ασπαρτικού οξέος (ΝΑΑ),φωσφοκρεατίνης-κρεατίνης (PCr-Cr), χολίνης (Cho), γαλακτικού οξέος (Lac), λιπιδίων (Lip), ινοσιτόλης (Ino) και των ισομερών της και διαφόρων αμινοξέων καθώς και οι λόγοι των συγκεντρώσεων NAA/PCr-Cr, NAA/Cho, Cho/PCr-Cr υπολογίσθηκαν. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν είτε σε ανοικτή κρανιοτομία είτε σε στερεοτακτική βιοψία και το εξαιρεθέν υλικό εξετάσθηκε παθολογοανατομικώς. Τα προεγχειρητικά αποτελέσματα της μαγνητικής φασματοσκοπίας και της «κλασσικής» μαγνητικής τομογραφίας συγκρίθηκαν με αυτά της παθολογοανατομικής εξέτασης. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων αυτών έδειξε ότι τα όρια αξιοπιστίας της μαγνητικής φασματοσκοπίας σε σύγκριση με τη «χρυσή» σταθερά της παθολογοανατομικής εξέτασης ήταν μεταξύ 0.900 και 0.954 ενώ τα αντίστοιχα της «κλασσικής» μαγνητικής τομογραφίας ήταν μεταξύ 0.520 και 0.631, διαφορά στατιστικώς σημαντική. Οι διαφορές στις συγκεντρώσεις των εξεταζομένων μεταβολιτών και ο ρόλος του καθενός στο βιοχημικό προφίλ των διαφόρων ιστολογικών τύπων και βαθμών πρωτοπαθών και μεταστατικών ενδοκράνιων όγκων ερευνήθηκε επισταμένως και συγκρίθηκε με τα ευρήματα άλλων κλινικών σειρών. Αναφορικώς με τους εξεταζόμενους λόγους συγκεντρώσεως διαφόρων μεταβολιτών, αυτός της συγκεντρώσεως Cho προς τη συγκέντρωση «ολικής» κρεατίνης, αποτελεί έναν ακριβή και ειδικό δείκτη για την ιστολογική σταδιοποίηση των ενδοκράνιων γλοιωμάτων. Όσο μεγαλύτερη η τιμή του μεταβολικού αυτού κλάσματος τόσο μεγαλύτερος ο βαθμός κακοήθειας του εξεταζομένου γλοιώματος, όπως αυτό τεκμηριώνεται από τα αποτελέσματα της σειράς μας. Συμπερασματικώς, η μαγνητική φασματοσκοπία πρωτονίου αποτελεί μια ασφαλή, μη επεμβατική μέθοδο μεγάλης ακρίβειας για την προεγχειρητική ιστολογική ταξινόμηση αλλά και σταδιοποίηση των ενδοκράνιων όγκων, η οποία προστιθέμενη στις ήδη υπάρχουσες διαγνωστικές μεθόδους αυξάνει σημαντικώς τις διαγνωστικές δυνατότητες του σύγχρονου νευροεπιστήμονα όχι μόνο στο πεδίο των όγκων του εγκεφάλου αλλά και άλλων παθολογικών οντοτήτων του εγκεφάλου. / The ability of magnetic resonance spectroscopy (MRS) to differentiate neoplastic brain cells and their metabolic and structural characteristics is evaluated. We examined 120 patients with brain tumors using a 1.5-tesla MRI unit and MRS. The peak areas of N-acetyl-aspartate (NAA), phosphocreatinecreatine (Pcr-Cr), choline-containing compounds (Cho), lactate (Lac), lipids, myoinositol, amino acids and the metabolic ratios of NAA/Pcr-Cr, NAA/Cho and Cho/Pcr-Cr were calculated by a standard integral algorithm. In normal brain tissue, the following metabolites were identified: NAA at 2.0 ppm, Pcr-Cr at 3.0 ppm and Cho at 3.0 ppm. The different concentrations of the metabolites examined and their role in the biochemical profile of different types of tumors are discussed. The confidence interval of the MRS versus pathology was between 0.9 and 0.954, while it was between 0.52 and 0.631 for MRI versus pathology. The Cho/Pcr-Cr ratio is a very important malignancy marker for histologic tumor grading of astrocytomas. The greater this ratio, the higher the grade of the astrocytoma. NAA/Pcr-Cr together with Cho/Pcr-Cr help specify the presence or absence of a neoplasm. Proton MRS is a useful and promising diagnostic modality not only in diagnosing but also in grading solid brain tumors.
26

Μικρο-ρομπότ στη χειρουργική δια μέσου φυσικών οπών (NOTES), ο ρόλος της ιατρικής πληροφορικής

Ζυγομαλάς, Απόλλων 03 May 2010 (has links)
Η χειρουργική δια μέσου φυσικών οπών ή NOTES (Natural Orifice Transluminal Endocopic Surgery) αποτελεί σήμερα ίσως το πιο ενδιαφέρον επίτευγμα της χειρουργικής από πλευράς τεχνικής. Η ανάπτυξη της τεχνολογία των υπολογιστών και της ρομποτικής αποτελεί ένα δυνατό εργαλείο για το σύγχρονο χειρουργό. Η πρόοδος της μικρο-ρομποτικής στις μέρες μας είναι αλματώδης. Συνεχώς κατασκευάζονται από ομάδες επιστημόνων όλο και μικρότερα σε μέγεθος ρομπότ με όλο και περισσότερες δυνατότητες κίνησης και επεξεργασίας σήματος ικανά να εισέλθουν στο ανθρώπινο σώμα δια μέσου των φυσικών οπών του, στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Η τεχνική NOTES είναι ίσως η ιδανική για χρήση μικρο-ρομποτικής. Ο συνδυασμός αυτός ίσως φέρει επανάσταση και στην τηλεχειρουργική. Σκοπός τις εργασίας μας είναι να αναδείξουμε το ρόλο της ιατρικής πληροφορικής κατά τη χρήση μικρο-ρομποτ στη χειρουργική δια μέσου φυσικών οπών. Σχεδιάσαμε και εξομοιώσαμε ένα μοντέλο αρθρωτού μικρο-ρομποτ αποτελούμενου από υπομονάδες (modular robot) που θα μπορεί να εισέλθει δια μέσω των φυσικών οπών στο γαστρεντερικό σωλήνα ή και στην περιτοναϊκή κοιλότητα και θα έχει δυνατότητα κίνησης και χειρουργικών χειρισμών εξ αποστάσεως καθώς και παροχή πληροφοριών στο χρήστη από αισθητήρες. / Natural Orifice Transluminal Endocopic Surgery (NOTES) is perhaps the most interesting achievement of today’s surgery in terms of technique. The development of computer technology and robotics is a powerful tool for the modern surgeon. The progress of micro-robotics today is remarkable. Robotic working teams continuously produce smaller in size robots with more potential motion and signal processing that can enter into the peritoneal cavity through the body’s natural orifices. NOTES surgery is perhaps ideal for use of micro-robots. This combination could be a revolution for the Telesurgery. The aim of our work is to highlight the role of medical informatics in the use of micro-robots in NOTES surgery. We designed and simulated a model of an articulated micro-robot composed of subunits (modular robot) that can enter the gastrointestinal tract or the peritoneal cavity through the body’s natural orifices. It is capable of motion and surgical manipulations and can also provide sensor information to the user.-
27

Κλινική μελέτη της μετεγχειρητικής αντιμετώπισης ασθενών με ενδοραχιαία χορήγηση υδροχλωρικής κλονιδίνης. Αναλγητική δράση - Αιμοδυναμική συμπεριφορά - Επιπλοκές

Γούδας, Λεωνίδας - Κωνσταντίνος 19 May 2010 (has links)
- / -
28

Μεταβολές της δραστικότητας του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειογένεσης (ACE) κατά την διάρκεια καρδιοχειρουργικών επεμβάσεων μετά την χορήγηση νιτροπρωσικού νατρίου, νιτρογλυκερίνης και νιφεδιπίνης

Μπαραδάκη - Χαλάρη, Ελένη 25 May 2010 (has links)
- / -
29

Μετεγχειριτικές διαταραχές του πνευμονικού παρεγχύματος μετά από νευροχειρουργικές επεμβάσεις

Καμπίλη, Μαρία 26 May 2010 (has links)
- / -
30

Προσομοίωση κατάγματος πτέρνας και εσωτερικής οστεοσύνθεσης πτέρνας με πλάκα και βίδες

Μαρώση, Τρισεύγενη 15 June 2010 (has links)
- / -

Page generated in 0.0379 seconds