• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 41
  • 1
  • Tagged with
  • 42
  • 38
  • 7
  • 6
  • 6
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
41

Η εγκυμοσύνη μετά τη χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας : Θρεπτική κατάσταση και έκβαση / Pregnancy following bariatric surgery : Nutritional status and outcome

Mead, Nancy 09 October 2014 (has links)
Nutritional status during pregnancy and the effects of nutritional deficiencies on pregnancy outcomes following bariatric surgery is an important issue that warrants further study. Objective: To investigate pregnancy outcomes and nutritional indices following restrictive and malabsorptive procedures. Setting: University Hospital, Greece. Methods: We investigated pregnancy outcomes of 113 women who gave birth to 150 children following biliopancreatic diversion (BPD), Roux-en-Y gastric bypass (RYGB) and sleeve gastrectomy (SG) between June 1994 and December 2011. Biochemical indices and pregnancy outcomes were compared among the different types of surgery and to overall 20-year hospital data, as well as to 56 pre-surgery pregnancies in 36 women of the same group. Results: Anemia was observed in 24.2% and 15.6% of pregnancies following BPD and RYGB, respectively. Vitamin B12 levels decreased postoperatively in all groups, with no further decrease during pregnancy; however, low levels were observed not only after BPD (11.7%) and RYGB (15.6%), but also after SG (13.3%). Folic acid levels increased. Serum albumin levels decreased in all groups during pregnancy, but hypoproteinemia was seen only after BPD. Neonates after BPD had significantly lower average birth weight without a higher frequency of low birth weight defined as less than 2500gr. A comparison of neonatal data between babies born before surgery (BS) and siblings born after surgery (AS) showed that AS newborns had lower average birth weight with no significant differences in body length or head circumference and no cases of macrosomia. Conclusions: Our study showed reasonably good pregnancy outcomes in this sample population following all types of bariatric surgery provided nutritional supplement guidelines are followed. Closer monitoring is required in pregnancies following malabsorptive procedures especially regarding protein nutrition. / Η θρεπτική κατάσταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και οι συνέπειες διατροφικών ανεπαρκειών στην έκβαση της, που ακολουθεί μια χειρουργική επέμβαση για κλινική σοβαρή παχυσαρκία αποτελεί θέμα που χρήζει περαιτέρω έρευνας. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν η διερεύνηση της θρεπτικής κατάστασης και της έκβασης της εγκυμοσύνης, τόσο στις μητέρες όσο και στα νεογνά, σε γυναίκες που είχαν υποβληθεί στο παρελθόν σε περιοριστικές και δυσαπορροφητικές επεμβάσεις για κλινικά σοβαρή παχυσαρκία. Μελετήθηκαν 113 γυναίκες που γέννησαν 150 παιδιά μετά από χολοπαγκρεατική εκτροπή (BPD), Roux-en-Y γαστρική παράκαμψη (RYGB) και επιμήκη γαστρεκτομή μεταξύ Ιουνίου 1994 και Δεκεμβρίου 2011. Συγκρίθηκαν τα αποτελέσματα των θρεπτικών δεικτών και της έκβασης της εγκυμοσύνης μεταξύ των επεμβάσεων καθώς και με τα 20ετή στοιχεία γεννήσεων του νοσοκομείου μας και τα αποτελέσματα από 56 προεγχειρητικές εγκυμοσύνες σε 36 από τις ίδιες γυναίκες. Αναιμία παρατηρήθηκε σε 24.2% και 15.6% των κυήσεων μετά από BPD και RYGB, αντίστοιχα. Τα επίπεδα της βιταμίνης B12 μειώθηκαν μετεγχειρητικά σε όλες τις ομάδες, χωρίς περαιτέρω μείωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης• όμως, χαμηλά επίπεδα παρατηρήθηκαν σε κάποιες γυναίκες όχι μόνο μετά από BPD (11.7%) και RYGB (15.6%), αλλά και μετά από SG (13.3%). Τα επίπεδα του φυλλικού οξέος αυξήθηκαν μετεγχειρητικά και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η τιμή της αλβουμίνης μειώθηκε σε όλες τις ομάδες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά υποπρωτεϊναιμία παρατηρήθηκε μόνο μετά από BPD. Τα νεογνά μετά από BPD είχαν χαμηλότερο μέσο όρο βάρους γέννησης (p<0.05), χωρίς να υπάρχει μεγαλύτερη συχνότητα χαμηλού βάρους γέννησης (<2500gr). Η σύγκριση μεταξύ των νεογνών που γεννήθηκαν πριν και μετά το χειρουργείο έδειξε ότι τα νεογνά που γεννήθηκαν μετά είχαν χαμηλότερο βάρος (p<0.001) χωρίς σημαντικές διαφορές στη διάρκεια κύησης, στο μήκος ή στην περίμετρο της κεφαλής και καθόλου μακροσωμία. Συμπερασματικά, η δική μας μελέτη έδειξε σχετικά καλή θρεπτική κατάσταση και έκβαση στη εγκυμοσύνη μετά από όλους τους τύπους επεμβάσεων στη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα εφόσον υπάρχει συστηματική παρακολούθηση και ακολουθούνται οι διατροφικές οδηγίες. Πιο στενή παρακολούθηση χρειάζεται μετά από δυσαπορροφητικές επεμβάσεις ιδιαίτερα ως προς το θέμα της πρωτεϊνικής θρέψης
42

Αθηρωμάτωση του συστήματος των βρογχικών αρτηριών και πιθανός συσχετισμός με την στεφανιαία κυκλοφορία

Κωτούλας, Χριστόφορος 22 December 2008 (has links)
Σκοπός: Διεξάγαμε την παρούσα μελέτη για να καταδείξουμε την ύπαρξη των βρογχικο-στεφανιαίων αναστομώσεων στο πειραματικό μοντέλο του χοίρου. Επιπλέον διερευνήσαμε την επίπτωση της αρτηριοσκλήρυνσης στις βρογχικές αρτηρίες. Υλικό – Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν τα παρασκευάσματα καρδιάς και πνευμόνων από 6 χοίρους. Επιπλέον, δείγματα βρογχικών αρτηριών ελήφθησαν από 40 ασθενείς που υποβάλλονταν σε θωρακοτομή. Σημειώθηκαν αναλυτικά οι κλινικοί και εργαστηριακοί παράγοντες κινδύνου για ανάπτυξη αρτηριοσκλήρυνσης. Αποτελέσματα: Με υπολογιστική τομογραφία, ψηφιακή αγγειογραφία και χορήγηση χρωστικής ρητίνης καταδείξαμε το αναστομωτικό δίκτυο μεταξύ των βρογχικών και κυρίως των αριστερών στεφανιαίων αρτηριών σε 5 από τα 6 παρασκευάσματα. Η μικροσκοπική εξέταση των δειγμάτων δεν στοιχειοθέτησε ύπαρξη αθηροσκλήρυνσης, παρά μόνο ύπαρξη ασβεστοποιού σκλήρυνσης του μέσου χιτώνα σε ποσοστό 2.5%, που δεν συσχετίστηκε με τους παράγοντες κινδύνου αρτηριοσκλήρυνσης. Συμπεράσματα: Με δεδομένο ότι βρογχικές αρτηρίες παρουσιάζουν ελάχιστο βαθμό ασβεστοποιού σκλήρυνσης του μέσου χιτώνα., υποθέτουμε ότι θα μπορούσαν να συνδράμουν στη στεφανιαία κυκλοφορία μέσω των προαναφερθεισών αναστομώσεων σε καταστάσεις εκσεσημασμένης στεφανιαίας νόσου. Η μελέτη μας υπογραμμίζει την σπουδαιότητα των βρογχικών αρτηριών και των βρογχικο-στεφανιαίων αναστομώσεων σε περιπτώσεις εμβολισμού των βρογχικών αρτηριών, μεταμοσχεύσεων καρδιάς-πνευμόνων και αντιμετώπισης ανευρυσμάτων θωρακικής αορτής. / Aim of the study: We conducted this study to demonstrate the coronary-bronchial anastomotic routes in a porcine model. Additionally, we estimated the incidence of bronchial arteries arteriosclerosis. Material and Methods: Six heart-lung porcine blocks were used. Furthermore, 40 bronchial arteries were obtained from patients who underwent thoracotomy. Detailed clinical and laboratory atherosclerotic risk factors of the patients were documented. Results: Using CT-scan, Digital Subtraction Angiography and colored latex, we demonstrated communications between the bronchial and coronary circulation in 5 of 6 subjects. Histology revealed no established atherosclerotic lesion and narrowing of the lumen, but medial calcific sclerosis in 2.5%, that was independent from the arteriosclerotic risk factors. Conclusions: As evidence suggests that bronchial arteries only exhibit medial calcific sclerosis, we hypothesize that bronchial arteries can contribute to the coronary flow through the broncho-coronary anastomoses in cases of severe coronary artery disease. Our study emphasizes their importance and their anastomoses to coronaries in cases of embolization, heart-lung transplantation and thoracic aorta aneurysms repair.

Page generated in 0.0212 seconds