• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 12
  • 2
  • Tagged with
  • 14
  • 10
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Ανάκτηση σχημάτων με χρήση απόστασης διάχυσης

Κατσαρλίνου, Ουρανία, Τζελέπης, Παναγιώτης 16 May 2014 (has links)
Η παρούσα εργασία ασχολείται με την ανάκτηση (retrieval) σχήματος από μια βάση δεδομένων στην οποία περιλαμβάνονται ομοειδή αλλά και ανόμοια σχήματα. Τα σχήματα αυτά είναι τρισδιάστατα και παρουσιάζονται σε διάφορες μορφές. Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο αντικείμενο μπορεί να παρουσιάζεται στην βάση δεδομένων είτε ελαφρώς παραμορφωμένο, είτε από διαφορετική γωνία είτε να έχουν μετατοπιστεί οι κινούμενοι σύνδεσμοι που μπορεί να έχει. Πρόκληση και στόχος αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι ο αλγόριθμος που θα υλοποιήσουμε, να μπορεί να ταυτοποιεί το προς εξέταση αντικείμενο με τα σχήματα που αντιπροσωπεύουν το αυτό αντικείμενο. Ο αλγόριθμος που θα χρησιμοποιήσουμε κάνει χρήση των αποστάσεων διάχυσης (Diffusion distances), οι οποίες αποτελούν αντικείμενο έρευνας με πολλές εφαρμογές για την ανεύρεση σχήματος. / This paper deals with the retrieval of shapes from a database that includes similar and dissimilar shapes. These shapes are three-dimensional and are presented in various forms. This means that the same object can be presented in the database or slightly distorted, either from a different angle or with the driven links shifted. Challenge and aim of this thesis is the algorithm that we will implement , it can identify the subject being studied with shapes that represent the same object. The algorithm makes use of the diffusion distances, which are the subject of investigation of many applications for finding shape.
2

A mathematical model for financial innovation : empirical evidence from financial markets / Ένα μαθηματικό υπόδειγμα για τη χρηματοοικονομική καινοτομία : εμπειρικά στοιχεία από τις χρηματοοικονομικές αγορές

Φίλιππας, Διονύσιος 03 October 2011 (has links)
Financial innovation is an important research topic modern economics. Financial innovation is an ongoing process where new financial products, services and procedures are created and it concerns important financial factors such as the regulatory restrictions, the relationship between financial innovation and the functionality of financial markets, the inefficiency of markets promoted by globalization and unexpected changes of economic status and financial intermediary. The previous literature that deals with financial innovation is relatively constrained compared to the significance of the issue, which is a surprise considering the relative abundance of such research on other sectors of finance and economics. The consequences of financial innovations concern the functional framework of capital markets, the microeconomic and the macroeconomic functional frameworks. This thesis studies the influence of diffusion of financial innovation to market participants’ frictions and their values, through a theoretical, mathematical and empirical framework. We derive a novel measure of the influence of financial innovation to the market participants based on their correlation friction patterns. The main objective is to highlight a number of aspects and dimensions of this field. In particularly, we aim to present: i) the theoretical framework on the role of financial innovation at the financial structure (the fundamental generating root causes and the effects on the function of financial markets, etc), and ii) the parameterization of the influence of financial innovation to market participants through a mathematical and econometric framework based on the participants’ minimum need for change, the diffusion rate and time parameter. We undertake an extensive empirical analysis about the influence of introduction and diffusion of a financial innovation to market participants. The findings lead us to the conclusion that the parametric function, which is followed in order to show the influence of diffusion of financial innovation, has a statistically significant impact on returns and volatility of financial and economic indices. / Οι χρηματοοικονομικές καινοτομίες αποτελούν σήμερα ένα κρίσιμο πεδίο έρευνας στο οικονομικό γίγνεσθαι. Η χρηματοοικονομική καινοτομία είναι μια τρέχουσα διαδικασία ανάδειξης νέων χρηματοοικονομικών προϊόντων/υπηρεσιών και διαδικασιών και αφορά βασικούς τομείς του χρηματοοικονομικού συστήματος όπως τους κανονιστικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζει μια αγορά, τη λειτουργία των χρηματοοικονομικών αγορών και τη διαχείριση κινδύνου, τις απροσδόκητες μεταβολές μεταβλητών και την χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση. Η προηγούμενη βιβλιογραφία και εμπειρική έρευνα των τελευταίων ετών που αναφέρεται στη χρηματοοικονομική καινοτομία είναι σχετικά μικρή σε σχέση με τη σημαντικότητα του ζητήματος, κάτι που αποτελεί έκπληξη λαμβάνοντας υπόψη την σχετική αφθονία παρόμοιων μελετών για άλλους τομείς της χρηματοοικονομικής. Οι συνέπειες των χρηματοοικονομικών καινοτομιών είναι σημαντικές και αφορούν το λειτουργικό πλαίσιο των αγορών, το μικροοικονομικό πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων και το μακροοικονομικό πλαίσιο λειτουργίας των επιχειρήσεων και του κράτους. Αντικείμενο της διδακτορικής διατριβής είναι η επίδραση της διάχυσης μιας χρηματοοικονομικής καινοτομίας στη διαμόρφωση των χρηματοοικονομικών τριβών της αγοράς. Ο κύριος στόχος είναι να αναδείξουμε μια σειράς πτυχών και διαστάσεων αυτού του πεδίου και, κυρίως: i) το θεωρητικό πλαίσιο του ρόλου των χρηματοοικονομικών καινοτομιών στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον (τα θεμελιώδη γενεσιουργά αίτια και τις βασικές επιπτώσεις στη λειτουργία των χρηματοοικονομικών αγορών, κτλ) και, ii) την παραμετροποίηση της επίδρασης της χρηματοοικονομικής καινοτομίας στους συμμετέχοντες της αγοράς μέσα από ένα μαθηματικό και οικονομετρικό πλαίσιο βασισμένο στο ελάχιστο κατώτερο όριο ανάγκης για αλλαγή, στο ποσοστό διάχυσης, στις χρηματοοικονομικές τριβές μεταξύ των συμμετεχόντων της αγοράς και, του χρόνου. Διεξάγοντας μια εκτεταμένη εμπειρική ανάλυση για την επίδραση της εισαγωγής και διάχυσης μιας χρηματοοικονομικής καινοτομίας στους συμμετέχοντες μιας αγοράς, τα ευρήματα της παρούσης διατριβής οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η παραμετρική απεικόνιση που ακολουθείται για να δείξει την επίδραση της διάχυσης της χρηματοοικονομικής καινοτομίας έχει μια στατιστικά σημαντική επίπτωση στις αποδόσεις και τη μεταβλητότητα χρηματοοικονομικών και οικονομικών δεικτών.
3

Μοντέλα διείσδυσης σε ευρυζωνικά δίκτυα πρόσβασης / Diffusion models in broadband networks

Δημητρίου, Μιχαήλ 19 July 2012 (has links)
Στόχος της εργασίας είναι η μελέτη και η παρουσίαση των μοντέλων διάχυσης καθώς και η εφαρμογή τους στα ευρυζωνικά δίκτυα, με απώτερο σκοπό τη μελέτη της αξιοπιστίας τους ως προς τις εκτιμήσεις τους αλλά και την πρόβλεψη του ποσοστού διείσδυσης της ευρυζωνικότητας στην Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια. / -
4

Μελέτη ανάκτησης σχημάτων με χρήση διεργασιών διάχυσης

Καστανιώτης, Δημήτρης 14 February 2012 (has links)
Η παρούσα εργασία ασχολείται με την ανάκτηση σχήματος. Πιο συγκεκριμένα επικεντρώνεται σε επίπεδα (δισδιάστατα) σχήματα τα οποία είναι μη άκαμπτα και έχουν υποστεί κάμψη ή μεταβάλλονται εξαιτίας της παρουσίας κάποιας άρθρωσης. Τέτοια εύκαμπτα σχήματα συναντάμε καθημερινά στη φύση όπως για παράδειγμα τους μικροοργανισμούς μέχρι και τον ίδιο τον άνθρωπο. Τα κριτήρια ομοιότητας μεταξύ των σχημάτων που χρησιμοποιούνται εδώ είναι Intrinsic. Τέτοια κριτήρια μπορεί κανείς να εξάγει δημιουργώντας ένα τελεστή διάχυσης. Οι τελεστές διάχυσης μπορούν να διατυπωθούν με πολλούς τρόπους. Στην παρούσα εργασία βασιζόμαστε στην πιθανολογική προσέγγιση δημιουργώντας ένα τελεστή (Μητρώο Markov) ενώ ταυτόχρονα λαμβάνουμε ένα τυχαίο περίπατο στα δεδομένα. Ο τελεστής αυτός επιπλέον έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να προσεγγίσει τον τελεστή Laplace-Beltrami ασχέτως της πυκνότητας δειγματοληψίας των δεδομένων. Ορίζεται λοιπόν ως Απόσταση Διάχυσης η απόσταση δύο σημείων. Η απόσταση αυτή είναι μικρότερη όσο περισσότερα μονοπάτια συνδέουν τα δύο σημεία. Η φασματική ανάλυση του μητρώου αυτού μας επιτρέπει να αναπαραστήσουμε τα δεδομένα μας σε ένα νέο χώρο με σαφή μετρική απόσταση την Ευκλείδεια χρησιμοποιώντας τις ιδιοτιμές και τα ιδιοδιανύσματα που προκύπτουν. Επιπλέον η Ευκλείδεια απόσταση στο νέο χώρο ισούται με την απόσταση Διάχυσης στον αρχικό χώρο. Ο συνδυασμός των φασματικών ιδιοτήτων του μητρώου Διάχυσης με τις Markov διεργασίες οδηγεί σε μία ανάλυση των δεδομένων σε πολλές κλίμακες. Αυτό ισοδυναμεί με το να προχωρήσουμε τον τυχαίο περίπατο μπροστά. Από τις απεικονίσεις αυτές μπορούμε να εξάγουμε ιστογράμματα κατανομής αποστάσεων. Έτσι για κάθε σχήμα και για κάθε κλίμακα λαμβάνουμε ένα ιστόγραμμα κατανομής αποστάσεων. Συνεπώς δύο σχήματα μπορεί να βρίσκονται πολύ κοντά σε μία κλίμακα χρόνου ενώ να βρίσκονται πολύ μακριά σε μία άλλη κλίμακα. Συγκεκριμένα εδώ παραθέτουμε την άποψη η απόσταση των σχημάτων συνδέεται άμεσα με την κλίμακα- χρόνο. Μελετώνται οι ιδιότητες των μικρών, μεσαίων και μεγάλων κλιμάκων κυρίως ως προς τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά που μπορούν να περιγράψουν και κατά συνέπεια την ικανότητα να εξάγουν αποδοτικούς περιγραφείς των σχημάτων. Η συνεισφορά της παρούσας Διπλωματικής Εργασίας είναι διπλή: A. Προτείνεται για πρώτη φορά μία νέα μέθοδος κατά την οποία αξιοποιούνται οι ιδιότητες των διαφορετικών κλιμάκων της διεργασίας Διάχυσης που αναφέραμε. Ονομάζουμε τη μέθοδο αυτή Weighted Multiscale Diffusion Distance -WMDD. B. Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται φέρνουν την μέθοδο αυτή στην κορυφή για τις συγκεκριμένες βάσεις σχημάτων (MPEG-7 και KIMIA 99). / This thesis focuses explicitly at shape retrieval applications. More precisely concentrates in planar shapes that are non-rigid, meaning that they might have been articulated or bended. These non-rigid shapes appear in humans’ life like for example bacteria and also the same the human body. The shape pair wise similarity criteria are intrinsic. Such similarity criteria one can take through a Diffusion Operator. Diffusion Operators can be defined in many ways. In this thesis we concern only in the probabilistic interpretation of Diffusion Operators. Thus by constructing a Diffusion Operator we also construct a random Walk on data. This operator converges to the Laplace-Beltrami even if the sampling density of the data is not uniform. Through this framework the Diffusion Distance between two points is defined. This distance gets smaller as much more paths are connecting two points. Spectral decomposition if this diffusion kernel allows us to map, re-represent our data using the eigenvectors and the eigenvalues in a new space with the property of embedding with an explicit metric. These maps are called Diffusion Maps and have the property that diffusion distance in the initial space equals the Euclidean distance in the embedding space. A combination of spectral properties of a Markov matrix with Markov Processes leads to a multiscale analysis. This corresponds to running the random walk forward. From these embeddings we can extract histograms of distributions of distances. Thus for every shape and every scale we have one histogram. Therefore two shapes may be close in one scale but not in another one. The contribution of this Thesis is twofold: A. For first time a new method where the properties of different scales as studied in order to take the advantage of the most discriminative times/ steps of the diffusion process that we described above. We called this method Weighted Multiscale Diffusion Distance- WMDD. B. The results presented here bring our method to the state of the art for the MPEG- and KIMIA 99 databases.
5

Υποδείγματα δεικτών διάχυσης (diffusion index models) : μια εφαρμογή σε δεδομένα του ελληνικού πληθωρισμού / Diffusion index models : an application in data of Greek inflation

Κανελλόπουλος, Βασίλειος 01 June 2010 (has links)
Τα υποδείγματα δεικτών διάχυσης χρησιμοποιούνται για την πρόβλεψη χρονοσειρών όπως το ΑΕΠ ή ο πληθωρισμός.Η μέθοδος αυτή στηρίζεται στην εκτίμηση παραγόντων με την μέθοδο των κύριων συνιστωσών. / Diffusion Index Models are used in forecasts of time series such as GNP or inflation.This method is based on estimation of factors with the method of principal components.
6

Υποδείγματα χρονοσειρών περιορισμένης εξαρτημένης μεταβλητής και μέτρηση της ταχείας διάχυσης αρνητικών χρηματοοικονομικών συμβάντων

Λίβανος, Θεόδωρος 16 June 2011 (has links)
Στόχος της παρούσης διπλωματικής εργασίας είναι να μελετηθεί η Ταχεία Διάχυση Αρνητικών Χρηματοοικονομικών Συμβάντων (financial contagion) όπως αυτή παρουσιάζεται στην βιβλιογραφία καθώς επίσης οι αιτίες, οι τρόποι διάχυσης και οι τρόποι μέτρησης της. Όσον αφορά στο εφαρμοσμένο κομμάτι της υπάρχουσας βιβλιογραφίας εξετάζεται το μέρος αυτής το οποίο αφορά στην εξέταση της Ταχείας Διάχυσης Αρνητικών Χρηματοοικονομικών Συμβάντων με μοντέλα περιορισμένης εξαρτημένης μεταβλητής. Γίνεται εκτενέστερη ανάλυση στο multinomial logit μοντέλο το οποίο φανερώνει την πιθανότητα εμφάνισης ενός ενδεχομένου σε σχέση με τις επεξηγηματικές μεταβλητές που επιλέγονται. Στα πλαίσια της εργασίας αυτής γίνεται και μια εμπειρική εφαρμογή ενός τέτοιου μοντέλου με δεδομένα που αφορούν την Ελληνική Χρηματιστηριακή Αγορά με σκοπό να δειχθεί αν οι χαμηλές αποδόσεις ορισμένων υποδεικτών του Γενικού Δείκτη Τιμών επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισης ταυτόχρονων κοινών υπερβάσεων στις αποδόσεις (coexceedances) και άλλων υποδεικτών. / The aim of this thesis is to study the rapid dissemination Negative Financial Events (financial contagion) as presented in the literature as well as the causes, ways and methods of diffusion measurement. As far as the applied part of the existing literature is concerned, it is examined the part which concerns the examination of the Rapid Diffusion of Negative Financial Events (financial contagion) with limited dependent variable models. There is extensive analysis of the multinomial logit model. As part of this work it is presented an empirical application of such a model with data from the Greek stock market in order to indicate whether the low returns of certain subindices of the General Price Index affect the likelihood of simultaneous joint excesses in returns (coexceedances) of other subindices .
7

Επιφανιακές κατεργασίες μετάλλων με χρήση στερεάς και ρευστοστερεάς κλίνης / Surface treatment of metals with use of pack and fluidised bed

Χριστόγλου, Χρήστος 22 June 2007 (has links)
Στην παρούσα διατριβή πραγµ ατοποιήθηκε η θεωρητική και πειραµ ατική διερεύνηση της τεχνολογίας επιφανειακής κατεργασίας µ εταλλικών υλικών, που βασίζεται στη διεργασία Χηµ ικής Εναπόθεσης Ατµ ών (CVD – Chem ical Vapour Deposition) µ ε χρήση Στερεάς Κλίνης (PBCVD) και Ρευστοστερεάς Κλίνης (FBCVD). Η προστασία των µ ετάλλων επιτυγχάνεται µ ε την εναπόθεση επιστρωµ άτων, τα οποία έχουν σκοπό να παρέχουν αντιδιαβρωτική προστασία στα υλικά. Μελετήθηκαν τέσσερις επιµ έρους διεργασίες: I. ∆ιεργασίες σχηµ ατισµ ού αλουµ ινιούχων επιστρωµ άτων σε υποστρώµ ατα Ni, Fe, Fe-15Cr µ ε τη µ έθοδο FBCVD υψηλών θερµ οκρασιών, στην περιοχή των 1000 °C. II. ∆ιεργασίες σχηµ ατισµ ού αλουµ ινιούχων αντιδιαβρωτικών επιστρωµ άτων σε υποστρώµ ατα Ni, Fe, Inconel 738, NiCr23Fe και SS 304, µ ε τη µ έθοδο FBCVD χαµ ηλών θερµ οκρασιών, στην περιοχή των 600 °C. III. ∆ιεργασίες σχηµ ατισµ ού πολυσυστατικών αντιδιαβρωτικών επιστρωµ άτων σε υποστρώµ ατα Ni και Fe µ ε τη µ έθοδο PBCVD µ ε διεργασία ενός σταδίου υψηλών θερµ οκρασιών (Al-Cr-Hf/Y) και µ ε τη µ έθοδο FBCVD µ ε διεργασία ενός σταδίου υψηλών θερµ οκρασιών (Al-Cr) καθώς και χαµ ηλής – υψηλής θερµ οκρασίας δύο σταδίων (Al-Cr). IV. ∆ιεργασίες σχηµ ατισµ ού αλουµ ινιούχων επιστρωµ άτων σε υποστρώµ ατα Mg και κραµ άτων του µ ε τις µ εθόδους PBCVD και FBCVD, καθώς και εµ βάπτισης σε αλουµ ινιούχο αιώρηµ α ακετόνης. Η θεωρητική µ ελέτη έδειξε πως όλες οι διεργασίες αυτές µ πορούν να οδηγήσουν στο σχηµ ατισµ ό επιστρωµ άτων, τα οποία παρέχουν αντιδιαβρωτική προστασία. Τα πειραµ ατικά αποτελέσµ ατα έδειξαν πως ο σχηµ ατισµ ός τέτοιων επιστρωµ άτων µ ε τις µ εθόδους που χρησιµ οποιήθηκαν είναι εφικτός. Προσδιορίστηκαν οι πειραµ ατικέςαδυναµ ίες και τα όρια των διεργασιών αυτών. Τέλος, αξιολογήθηκαν τα σχηµ ατιζόµ ενα επιστρώµ ατα ως προς τα χαρακτηριστικά τους, όπως η συνάφεια µ ε το υπόστρωµ α, το πάχος, η οµ οιοµ ορφία, η χηµ ική σύσταση, η σκληρότητα, η τραχύτητα και η συµ περιφορά σε διάβρωση. Από τα αποτελέσµ ατα της θεωρητικής και της πειραµ ατικής µ ελέτης, προτάθηκαν κάποια µ αθηµ ατικά µ οντέλα τα οποία επιτρέπουν την πρόβλεψη της ανάπτυξης των επιστρωµ άτων, ανάλογα µ ε τις εκάστοτε πειραµ ατικές συνθήκες. Τα αποτελέσµ ατα των υπολογισµ ών βρίσκονται σε αρκετά καλή συµ φωνία µ ε τα πειραµ ατικά, ακόµ η και εκείνα άλλων ερευνητών. ii i / In the present study, a theoretical and experimental investigation of a metal surface treatment technology, the Chemical Vapour Deposition with use of a Pack Bed (PBCVD) and a Fluidised Bed (FBCVD), has been examined. The adequate protection of the metals surfaces is achieved by deposition of coatings which provide corrosion protection. Four main areas of surface treatments of metals have been studied: I. Aluminide coating formation on substrates of Ni, Fe, Fe-15Cr with use of the high temperature Fluidised Bed Chemical Vapour Deposition (FBCVD). II. Aluminide corrosion protective coatings on substrates of Ni, Fe, Inconel 738, NiCr23Fe and SS 304, with use of the low temperature Fluidised bed Chemical Vapour Deposition (FBCVD). III. Multielement corrosion protective coating formation on substrates of Ni and Fe with use of the one-step, high temperature Pack Bed Chemical Vapour Deposition (PBCVD), leading to Al-Cr-Hf/Y coatings. With use of the one-step, high temperature Fluidised Bed Chemical Vapour Deposition (FBCVD) leading to Al-Cr coatings, as well as with use of the two-step low-high temperature Fluidised Bed Chemical Vapour Deposition (FBCVD) process, leading to Al-Cr coatings. IV. Aluminide coatings on substrates of Mg and Mg alloys with use of the Pack bed Chemical Vapour Deposition (PBCVD) and Fluidised Bed (FB), as well as with immersion in aluminium suspension (slurry process). The theoretical investigation has shown that all of these fermentations can lead to coating formation that provides corrosion protection. The experimental results have shown that the formation of such coatings with the used methods is capable. The experimental weaknesses have been appointed, as well as the confines of these processes. Finally, the formed coatings have been evaluated, according to their characteristics, such as the substrate-coating adherence, the coating thickness, the uniformity, chemical composition, hardness, roughness and behavior in corrosive environments. Mathematical models have been proposed, based on the theoretical and experimental results. These models permit the prediction of the coating development, according to the experimental conditions. The predictions are in satisfactory agreement with the herein presented experimental results, also with these of other researchers.
8

Σύνθεση μεμβρανών φωγιασίτη σε υποστρώματα α-Al2O3 και μελέτη της χρήσης αυτών σε διαχωρισμούς αερίων μιγμάτων

Γιαννακόπουλος, Ιωάννης 30 June 2008 (has links)
Οι ζεόλιθοι είναι κρυσταλλικά αργιλοπυριτικά υλικά με πόρους μοριακών διαστάσεων και για το λόγο αυτό συχνά καλούνται και ως μοριακά κόσκινα. Χαρακτηρίζονται από την ικανότητα ρόφησης αερίων και ατμών, ανταλλαγής των κατιόντων της δομής τους, καθώς και κατάλυσης σημαντικού αριθμού χημικών αντιδράσεων. Λόγω των ιδιαίτερων φυσικοχημικών ιδιοτήτων τους, οι ζεόλιθοι αποτελούν ιδανικά υλικά για το διαχωρισμό μορίων με διαφορετικό σχήμα, μέγεθος ή πολικότητα γι’αυτό την τελευταία δεκαετία μέρος του ερευνητικού ενδιαφέροντος έχει επικεντρωθεί στην ανάπτυξη πολυκρυσταλλικών μεμβρανών από ζεόλιθους με σκοπό το διαχωρισμό αερίων και υγρών μιγμάτων. Στην παρούσα Διατριβή μελετήθηκε η κρυστάλλωση μεμβρανών φωγιασίτη πάνω σε πορώδη υποστρώματα από α-Al2O3 με επίπεδη και κυλινδρική γεωμετρία συναρτήσει διαφόρων παραμέτρων σύνθεσης όπως ήταν η σύσταση, η θερμοκρασία, ο χρόνος και η γήρανση των αιωρημάτων σύνθεσης των μεμβρανών Συνολικά εξετάστηκαν πέντε διαφορετικές συστάσεις. Η σύσταση 4.17Na2O : 1.0Al2O3 : 10TEA (τριαιθανολαμίνη) : 1.87SiO2 : 460H2O οδήγησε στην ανάπτυξη μεμβρανών φωγιασίτη με λιγότερες ατέλειες και για αυτό μελετήθηκε περισσότερο. Η ικανότητα των μεμβρανών να διαχωρίζουν μίγματα CO2 / H2, CO2 / N2, CO2 / CH4, CO2 / H2 / N2 / CH4, C3H6 / C3H8, C3H6 / N2, C3H8 / N2 και C3H6 / C3H8 / N2 εξετάστηκε συναρτήσει της θερμοκρασίας, της σύστασης και της πίεσης της τροφοδοσίας καθώς και της παρουσίας ή μη υγρασίας στο ρεύμα της τροφοδοσίας. Τα πειράματα διαπερατότητας απέδειξαν, ότι ευνοείται η εκλεκτική μεταφορά κυρίως του CO2 και του C3H6 μέσα από τις μεμβράνες. Η εκλεκτικότητα μπορεί να αποδοθεί στην ισχυρή αλληλεπίδραση των μορίων αυτών με τα κατιόντα Na+ που περιέχονται στη δομή του φωγιασίτη. Τέλος, μελετήθηκαν οι μηχανισμοί μεταφοράς μάζας των μιγμάτων CO2 / H2 και CO2 / H2 / N2 / CH4 με τη χρήση της θεωρίας Stefan-Maxwell. Επιπρόσθετα εξετάστηκαν διάφορες περιπτώσεις αργού σταδίου (διάχυση και εκρόφηση) καθώς και συνδυασμοί διαφορετικών μηχανισμών διάχυσης (επιφανειακή διάχυση και ενεργοποιημένη διάχυση αερίων). Οι συντελεστές διάχυσης υπολογίστηκαν από το συνδυασμό των πειραματικών δεδομένων ρόφησης και διαπερατότητας των καθαρών συστατικών. Η ανάλυση που πραγματοποιήθηκε οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η μεταφορά των μιγμάτων μέσα από τις μεμβράνες μπορεί να προβλεφθεί κυρίως από το μηχανισμό της επιφανειακής διάχυσης. / Zeolites are crystalline aluminosilicate materials. They are frequently called molecular sieves because they have pores of molecular dimensions. They are able to adsorb gases or vapors, to exchange framework cations and to catalyze a large number of chemical reactions. Due to their physicochemical properties they are ideal materials for the discrimination of molecules based on their shape, size or polarity. The last decade part of the research attention has been focused on the synthesis of polycrystalline zeolite membranes for the separation of gas and vapor mixtures. In the present thesis the crystallization of faujasite membranes on porous flat or tubular α-Al2O3 substrates was studied as a function of several synthesis parameters such as composition, temperature, time and aging of sol mixtures. Five different compositions were examined. Membranes synthesized using sols with composition 4.17Na2O : 1.0Al2O3 : 10TEA (triethanolamine) : 1.87SiO2 : 460H2O, had the best separation performance. The ability of the membranes to separate CO2 / H2, CO2 / N2, CO2 / CH4, CO2 / H2 / N2 / CH4, C3H6 / C3H8, C3H6 / N2, C3H8 / N2 and C3H6 / C3H8 / N2 mixtures was examined as a function of temperature, feed mixture composition, total feed pressure and the presence or not of humidity in the feed side. In all cases the membranes were either CO2 or C3H6 selective. The separation ability can be attributed to the strong interaction between those molecules with the Na+ cations of the faujasite framework. The transport of CO2, H2, N2 and CH4 through the membranes was modeled using the Maxwell-Stefan theory. Two different cases of rate limiting step (diffusion and desorption) as well as several combinations of different diffusion mechanisms (surface diffusion and activated gaseous diffusion) were considered. The diffusion coefficients were calculated using the single-component permeation and adsorption data. It has been possible to predict the multicomponent permeation fluxes when surface diffusion was assumed the transport mechanism of all species.
9

Εφαρμογή και αξιολόγηση των μεθόδων Diffusion Weighted Imaging και Diffusion Tensor Imaging σε χωροκατακτητικές νόσους του κεντρικού νευρικού συστήματος

Διαμαντής, Απόστολος 07 June 2013 (has links)
Οι τεχνικές απεικόνισης μοριακής διάχυσης (DWI) και τανυστή διάχυσης (DTI) είναι από τις πιο δημοφιλείς τεχνικές μαγνητικής τομογραφίας (MRI) στην έρευνα του εγκεφάλου. Διάχυση (ή θερμική κίνηση Brown) είναι ένα τυχαίο φαινόμενο το οποίο περιγράφει τη μεταφορά υλικού (π.χ μόρια νερού) από μία χωρική θέση σε άλλη με την πάροδο του χρόνου. Η διάχυση του νερού σε βιολογικούς ιστούς παρατηρείται μέσα, έξω, γύρω από τις κυτταρικές δομές και είναι αποτέλεσμα της θερμικής ενέργειας των μορίων. Η κάθε τεχνική υποστηρίζεται από τον δικό της αλγόριθμο από τους οποίους προκύπτουν και οι αντίστοιχοι παραμετρικοί χάρτες. Πιο συγκεκριμένα από την τεχνική διάχυσης προκύπτει ο δείκτης της φαινόμενης σταθεράς διάχυσης (ADC-Apparent Diffusion Coefficient) , ενώ από την τεχνική του τανυστή διάχυσης προκύπτει ο δείκτης της κλασματικής ανισοτροπίας (FA-Fractional Anisotropy). Η παράμετρος ADC δείχνει πόσο διαφέρει η διάχυση στην περιοχή ενδιαφέροντος σε σχέση με την μέση τιμή διάχυσης. Η κλασματική ανισοτροπία (FA) είναι δείκτης μέτρησης του βαθμού ανισοτροπίας της διάχυσης και η τιμή της εξαρτάται άμεσα από την ακεραιότητα των νευρικών ινών. Το φάσμα εφαρμογής των δύο τεχνικών είναι ευρύ (εφαρμογή σε απομυελινωτικές νόσους, ισχαιμικά επεισόδια, εγκεφαλικοί όγκοι). Ο κύριος λόγος είναι ότι η διάχυση των μορίων νερού είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τυχόν αλλοιώσεις στη δομή των ινών της Λευκής ουσίας. Σκοπός της παρούσας ερευνητικής είναι η εφαρμογή των τεχνικών Τανυστή Διάχυσης (DTI) και Μοριακής Διάχυσης (DWI) σε τρείς κατηγορίες εγκεφαλικών όγκων (μηνιγγιώματα, γλοιώματα υψηλής και χαμηλής κακοήθειας, εγκεφαλικούς μεταστατικούς όγκους) με σκοπό τον διαχωρισμό αυτών. / The brain is a highly organized organ with a complex microstructural organization . The microstructural organization of brain tissue affects the molecular motion (diffusion) of water. Diffusion therefore reflects the structural organization of tissue. Diffusion imaging is a Magnetic Resonance (MR) imaging technique that allows the quantification to the molecular motion of water. Magnitude and directionality (anisotropy) of molecular motion of water can be described. Measurements of the magnitude of diffusion have been used to identify abnormal tissue in tumors, stroke, multiple sclerosis and status epilepticus. Diffusion tensor imaging (DTI) is a relatively new technique that allows rotationally invariant measurements of both magnitude and directionality of water diffusion. DTI sequences with calculation of apparent diffusion coefficient (ADC) and fractional anisotropy (FA) scalars allow characterization of the shape and magnitude of the diffusion ellipsoid. These parameters consequently reflect the microstructural architecture of the human brain. In addition, quantification of diffusion can be especially helpful as it may allow early diagnosis of pathology . The purpose of this study was to correlate the changes in FA and ADC between three different brain tumors and outline the probability of presurgical tumor differentiation.
10

Απεικόνιση σταθμισμένης διάχυσης στη [sic] τομογραφία πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού του μαστού / Diffusion-weighted magnetic resonance imaging (DW-MRI) of the breast

Τσέκα, Σοφία 01 October 2014 (has links)
Breast cancer is a major global health problem and the most common form of cancer among women. Major advances in the technologies of imaging provide improved detection and sensitivity with fewer unnecessary biopsies. Commonly used imaging modalities include mammography, ultrasonography, magnetic resonance imaging (MRI), scintimammography, single photon emission computed tomography (SPECT) and positron emission tomography (PET). The current study is focused on breast MRI imaging, especially one of the most promising recent techniques, i.e. the Diffusion Weighted Imaging breast MRI (DWI). DWI is an unenhanced MRI technique, based on volume sequences on various b values (the b value identifies the measurement's sensitivity to diffusion and determines the strength and duration of the diffusion gradients) measuring the mobility of water molecules (Brownian motion) in vivo (in tissues) and provides different and potentially complementary information to Dynamic Contrast-Enhanced Magnetic Resonance Imaging (DCE-MRI) technique. As DWI based on the diffusive properties of water molecules, reflects their random motion resulting from thermal agitation. Water diffusion on breast can be quantified by measuring the mean diffusivity, which is the average of Apparent Diffusion Coefficient (ADC). The ADC can be calculated by making measurements at a low b factor, b1, and a higher b factor, b2. DWI allows the mapping of the diffusion process of molecules by the ADC map. ADC maps are calculated by collecting images with at least 2 different values, b1 and b2, of the b factor. The ADC map is a parametric image whose color scale or gray scale represents the ADC values of the voxels and is usually generated by proprietary or in house software. DWI apart from the 3D anatomical information, provides a noninvasive investigation of tissue vascularity, a novel contrast mechanism in MRI and has a high sensitivity in the detection of changes in the local biologic environment due to a pathologic process. Therefore, in addition to contrast enhancement-based characterization (DCE-MRI), measurement of the motion of water molecules in DWI provides an additional feature for lesion characterization that may further increase the specificity of MRI for classifying breast lesions. The diagnostic task that the current study deals with, accounts for the diagnosis of mass-like lesions in Diffusion Weighed Magnetic Resonance Imaging, based on low ADC values compared to high once in case of benign versus normal tissue. The hypothesis is that diffusivity of water molecules is restricted in environments of high cellularity, intracellular and extracellular edema, high viscosity, and fibrosis, such as malignant tumors, because these conditions become barriers to the movement of water molecules. Therefore, most of breast cancers show low ADC values compared with benign and normal tissue. Many studies have revealed the usefulness of ADC values in the differential diagnosis of breast lesions; however, the clinical effect remains limited because of the substantial overlap between benign and malignant lesions, which presents challenges for implementing a useful diagnostic ADC threshold. The majority of studies, similar to the current study, determined optimal cutoff levels of the ADC value between malignant and benign lesions by using ROC analysis, and ranged from 0.90 to 1.76 × 10-3 mm2/s while the sensitivity and specificity ranged from 63% to 100% and 46% to 97%, respectively. In addition, the methods for measuring ADC differ among reported studies, with the most representative method being the mean value of ADC (mean ± standard deviation) over a Region Of Interest representative of the breast lesion. The purpose of this study was to investigate the ability of histogram characteristics of Apparent Diffusion Coefficient (Apparent Diffusion Coefficient-ADC) to differentiate malignant from benign breast lesions in breast DWI. To this end the ADC maps of representative lesion ROIs were subjected to first order statistics analysis by calculating five first order textural features: Mean value, Standard Deviation, Kurtosis, Skewness and Entropy. This approach is intended to offer a more complete assessment of tumor texture and heterogeneity. The dataset analyzed is comprised of 92 histologically verified breast lesions, originating from 69 women with mammographically and/or ultrasonographically detected or palpable findings. Histology revealed 53 malignant lesions originating from 45 women and 39 benign lesions originating from 26 women. All of the breast MR examinations were performed with a 3T MR scanner, for b= 0, 900 s/mm2. Diagnostic performances of these parameters were compared by receiver operating characteristic (ROC) curve analysis. The mean of ADC of benign lesions [(1.470 ± 0.342) × 10-3 mm2/s] was found to be significantly higher than that of malignant tumours, [(0.965 ± 0.268) × 10-3 mm2/s, (p<0.00001)]. The standard deviation of ADC of benign lesions [(0.184 ± 0.999) × 10-3 mm2/s] was not significantly different from that of malignant tumours, [(0.192 ± 0.151) × 10-3 mm2/s, (p=0.6581)]. The skewness of ADC of benign [-0.303 ± 0.584] was significantly different than that of malignant tumours, 0.210 ± 0.725. (p = 0.0008)]. The kurtosis of ADC of benign [3.003 ± 1.065] was not significantly different from that of malignant tumours, [3.337 ± 1.334. (p=0.0987)]. The entropy of ADC of benign [4.794 ± 0.665] was significantly lower than that of malignant tumours, [5.569 ± 0.649, (p<0.00001)] The corresponding area under the empirical receiver operating characteristic curve was: 0.862 ± 0.042 (95% confidence interval: 0.754, 0.925) for mean of ADC, 0.705 ± 0.054 (95% confidence interval: 0.589, 0.800) for skeweness of ADC, 0.800 ± 0.046 (95% confidence interval: 0.691, 0.874) for entropy of ADC, resulting a good diagnostic performance of DWI for these parameters. On the other hand, an AUC of 0.527 ± 0.063 (95% confidence interval: 0.393, 0.640) and 0.601 ± 0.061 (95% confidence interval: 0.470, 0.707) for Standard deviation and kurtosis respectively, suggests a degree of overlap in ADC values between benign and malignant tumors. In an effort to identify optimal threshold values for differentiating benign versus malignant lesions these were selected to correspond to the points of highest accuracy of the ROC curves. In our study, we obtained two threshold values of mean ADC, both with an accuracy of 83.15%: 1.21 x 10-3 mm2/s with a sensitivity of 86.27% and specificity of 78.95%; and 1.32 x 10-3 mm2/s with a sensitivity of 92.16% and specificity of 71.05%. The threshold value of skeweness was -0.06 with an accuracy of 68.54%, a sensitivity of 66.03% and specificity of 66.67%. Finally, we found two threshold values of entropy, both with an accuracy of 76.40%: 5.17 with a sensitivity of 75.47% and specificity of 71.80%; and 5.21 with a sensitivity of 73.59% and specificity of 74.36%. In conclusion, results of the current study suggest the contribution of texture analysis methods in Diffusion-weighted MRI breast imaging for the quantification of tissue heterogeneity, providing important information for breast cancer diagnosis. Histogram analysis of ADC values in breast cancer has potential for differentiating benign and malignant tumors, providing information about the entire tumor. The mean, skewness and entropy of ADC are valuable parameters that are correlated with pathologic characterization of breast tumors. These 3 ADC parameters significantly elevated the quantitative diagnostic performance of breast DWI and would be effective parameters in distinguishing between malignant and benign breast lesions. Finally, future efforts will also focus on investigating the correlation of extracted texture features with histopathological findings, in order to verify the potential of the proposed texture analysis of ADC map in providing non-invasive prognostic factors of breast cancer. / Ο καρκίνος του μαστού είναι ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα υγείας και η πιο διαδεδομένη μορφή καρκίνου στον γυναικείο πληθυσμό. Η ολοένα και πιο έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του μαστού έχει οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση του ρυθμό θεραπείας της νόσου. Σημαντικές πρόοδοι στην τεχνολογία της απεικόνισης παρέχουν τη βελτιωμένη ανίχνευση και ευαισθησία του καρκίνου και οδηγούν σε όλο ένα και λιγότερες περιττές βιοψίες. Οι πιο συνηθισμένες μέθοδοι απεικόνισης, που χρησιμοποιούνται, περιλαμβάνουν την Μαστογραφία, την Υπερηχογραφία, την Μαγνητική Τομογραφία (MRI), την σπινθηρομαστογραφία, την Τομογραφία Εκπομπής Φωτονίων (SPECT) και την Τομογραφία Εκπομπής Ποζιτρονίων (PET). Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στην τεχνολογία της Απεικόνισης Μαγνητικού Συντονισμού ειδικά σε μία πρόσφατη και ελπιδοφόρα τεχνική απεικόνισης του καρκίνου του μαστού, που ονομάζεται Απεικόνιση Σταθμισμένης Διάχυσης στη Τομογραφία Πυρηνικού Μαγνητικού Συντονισμού (Diffusion Weighted Imaging breast MRI (DWI)). Η DWI είναι μια MRI ακολουθία χωρίς χρήση σκιαγραφικής ουσίας, η οποία βασίζεται σε αλληλουχίες για διάφορες τιμές του παράγοντα διάχυσης b (η τιμή b προσδιορίζει την διαχυτότητα και καθορίζει την ένταση και τη διάρκεια των βαθμωτών πεδίων διάχυσης). Η DWI ποσοστικοποιεί την κινητικότητα των μορίων του νερού (Brownian κίνηση) in vivo (σε ιστούς) και παρέχει διαφορετικές και ενδεχομένως συμπληρωματικές πληροφορίες στην μαστογραφία μαγνητικής τομογραφίας με χρήση σκιαγραφικού (Dynamic Contrast-Enhanced Magnetic Resonance Imaging: DCE-MRI). Η DWI με βάση τις ιδιότητες διάχυσης των μορίων του νερού, αντανακλά την τυχαία κίνησής τους λόγω της θερμικής τους ενέργειας. Η διάχυση του νερού στον μαστό μπορεί να ποσοτικοποιηθεί με τη μέτρηση της μέσης διαχυτότητας, η οποία αναφέρεται ως Φαινόμενος Συντελεστής Διάχυσης (Apparent Diffusion Coefficient-ΑDC). Ο ADC υπολογίζεται ύστερα από μετρήσεις για δυο b τιμές, μια χαμηλή b1 και μια υψηλότερη b2 τιμή. Η DWI επιτρέπει την χαρτογράφηση της διάχυσης των μορίων του νερού μέσω του ADC χάρτη. Ο ADC χάρτης είναι μια παραμετρική εικόνα της οποίας η κλίμακα χρωμάτων ή κλίμακα των τόνων του γκρι, αντιπροσωπεύει τις ADC τιμές των voxels και συνήθως παράγεται από λογισμικό. Οι παραμετρικοί ADC χάρτες απεικόνισης DWI αναπαριστούν τη μικροδομή των ιστών για διάφορους συνδυασμούς τιμών της παραμέτρου b. Η DWI εκτός από 3D ανατομική πληροφορία, παρέχει μια μη επεμβατική διερεύνηση της αγγειοβρίθειας του ιστού, έναν νέο μηχανισμό αντίθεσης στην MRI, και χαρακτηρίζεται από υψηλή ευαισθησία στην ανίχνευση ενδεχόμενων αλλαγών στο τοπικό βιολογικό περιβάλλον, οι οποίες οφείλονται σε παθολογία. Ως εκ τούτου, εκτός από τον χαρακτηρισμό αλλοιώσεων βάση σκιαγραφικής ενίσχυσης (DCE - MRI), η ποσοτικοποίηση της κίνησης των μορίων του νερού στην DWI παρέχει επιπλέον στοιχεία για τον χαρακτηρισμό της αλλοίωσης, κάτι το οποίο μπορεί να αυξήσει περαιτέρω την ειδικότητα της MRI για την ταξινόμηση των αλλοιώσεων του μαστού. Το διαγνωστικό πρόβλημα το οποίο αντιμετώπισε/εστίασε η παρούσα διπλωματική εργασία, αφορά στο χαρακτηρισμό/διάγνωση χωροκατακτητικών αλλοιώσεων (mass-like) του μαστού στην Απεικονιση Μαγνητικου Συντονισμου Σταθμισμενης Διαχυσης (DWI) και την ποσοτικη αναλυση του Φαινομενου Συντελεστη Διαχυσης (ADC) για διαγνωση καρκινου του μαστου. Η ικανότητα διάχυσης των μορίων του νερού περιορίζεται σε περιβάλλον υψηλής κυτταροβρίθιας, ενδοκυττάριων και εξωκυττάριων οιδημάτων, υψηλού ιξώδους και ίνωσης, όπως συμβαίνει στους κακοήθεις όγκους, διότι οι παράγοντες αυτοί εμποδίζουν την κυκλοφορία των μορίων του νερού. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι περισσότεροι καρκίνοι του μαστού να παρουσιάζουν χαμηλές ADC τιμές σε σύγκριση με τους καλοήθεις όγκους ή τον φυσιολογικό ιστό. Πολλές μελέτες έχουν δείξει τη χρησιμότητα των ADC τιμών στη διαφορική διάγνωση των αλλοιώσεων του μαστού. Εν τούτοις, το κλινικό αποτέλεσμα παραμένει περιορισμένο λόγω της σημαντικής επικάλυψης καλοήθων και κακοήθων αλλοιώσεων, γεγονός που αποτελεί πρόκληση για την εφαρμογή ενός χρήσιμου διαγνωστικού ορίου της μέσης ADC. Στη πλειοψηφία των μελετών, όπως και στη παρούσα μελέτη, τα βέλτιστα επίπεδα αποκοπής της ADC μεταξύ κακοήθων και καλοήθων αλλοιώσεων προσδιορίστηκαν με τη χρήση ROC ανάλυσης. Στις μέχρι τώρα μελέτες τα διαγνωστικά όρια της μέσης ADC κυμαίνονται από 0.90 έως 1.76 × 10-3 mm2 / s, με ευαισθησία και ειδικότητα να κυμαίνονται από 63% έως 100% και 46% έως 97%, αντίστοιχα. Γεγονός αποτελεί, επίσης, η διαφορετική μέθοδος υπολογισμού της ADC που ακολουθεί η κάθε μελέτη, με πιο συχνή μέθοδο, ο υπολογισμός της μέσης τιμής της ADC (μέση τιμή ± τυπική απόκλιση) σε μια περιοχή ενδιαφέροντος (ROI) μιας αλλοίωσης του μαστού. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας ήταν να διερευνηθεί η ικανότητα των χαρακτηριστικών ιστογράμματος του Φαινόμενου Συντελεστή Διάχυσης (Apparent Diffusion Coefficient-ADC) να διαφοροποιούν κακοήθεις από καλοήθεις αλλοιώσεις του μαστού στην Απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού Σταθμισμένης Διάχυσης (Diffusion Weighted MRI-DWI). Για το σκοπό αυτό, δημιουργήθηκε ο ADC παραμετρικός χάρτης ο οποίος αποτέλεσε τη βάση για την εφαρμογή μεθόδου ανάλυσης υφής εικόνας, και τον υπολογισμό πέντε χαρακτηριστικών υφής πρώτης τάξης: την μέση τιμή, την τυπική απόκλιση, την κύρτωση, την λοξότητα και την εντροπία. Η προσέγγιση αυτή θεωρήθηκε ότι θα προσφέρει μια πιο ολοκληρωμένη αξιολόγηση της υφής του όγκου και της ετερογένειας. Η προσέγγιση εφαρμόσθηκε σε κλινικό δείγμα 92 ιστολογικά αποδεδειγμένων αλλοιώσεων του μαστού, οι οποίες προέρχονται από 69 γυναίκες οι οποίες είχαν νωρίτερα ανιχνευθεί μέσω μαστογραφίας ή/και υπερηχογραφίας ή από ψηλαφητά ευρήματα. Η ιστολογική εξέταση αποκάλυψε 53 κακοήθεις αλλοιώσεις που προέρχονταν από 45 γυναίκες και 39 καλοήθεις αλλοιώσεις από 26 γυναίκες. Όλες οι εξετάσεις μαγνητικής τομογραφίας του μαστού έγιναν με σύστημα MRI 3T και για b=0 και 900 s/mm2. Η διαγνωστική απόδοση/επίδοση των παραμέτρων αυτών συγκρίθηκε με την ανάλυση λειτουργικού χαρακτηριστικού δέκτη (ROC analysis). Τα αποτελέσματα υποδεικνύουν τον σημαντικό ρόλο της ανάλυσης ADC ιστογράμματος χρησιμοποιώντας τα 5 παραπάνω χαρακτηριστικά υφής για την ταυτοποίηση των αλλοιώσεων του μαστού. Οι μετρήσεις της μέσης τιμής, της λοξότητας και της εντροπία της ADC των καλοήθων και κακοήθων αλλοιώσεων του μαστού είχαν στατιστικώς σημαντική διαφορά. Ειδικότερα, η μέση ADC τιμή των καλοήθων όγκων [(1.470 ± 0.342) × 10-3 mm2/s] ήταν σημαντικά υψηλότερη από εκείνη των κακοήθων, [(0.965 ± 0.268) × 10-3 mm2/s, (ρ < 0.00001)]. Η λοξότητα της ADC των καλοήθων όγκων [-0.303 ± 0.584], διέφερε σημαντικά από εκείνη των κακοήθων, [0.210 ± 0.725. (ρ= 0.0008)]. Και η εντροπία της ADC των καλοήθων όγκων [4.794 ± 0.665], ήταν σημαντικά χαμηλότερη από εκείνη των κακοήθων, [5.569 ± 0.649, (ρ < 0.00001)]. Ωστόσο, η τυπική απόκλιση και η κύρτωση της ADC των καλοήθων και κακοήθων αλλοιώσεων του μαστού δεν είχαν στατιστικώς σημαντική διαφορά. Συγκεκριμένα, η τυπική απόκλιση της ADC των καλοήθων όγκων ήταν [(0.184 ± 0.999) × 10-3 mm2/s] ενώ των κακοήθων ήταν [(0.192 ± 0.151) × 10-3 mm2/s, (ρ = 0.6581)] και η κύρτωση της ADC των καλοήθων όγκων ήταν [3.003 ± 1.065] ενώ των κακοήθων ήταν [3.337 ± 1.334, (ρ = 0.0987)]. Η περιοχή κάτω από την ROC καμπύλη (AUC) για τη μέση ADC τιμή ήταν 0.862 ± 0.042 (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 0.754, 0.925), για την λοξότητα της ADC ήταν 0.705 ± 0.054 (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 0.589, 0.800) και για η εντροπία της ADC ήταν 0.800 ± 0.046 (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 0.691, 0.874), και είχαν ως αποτέλεσμα μια καλή διαγνωστική απόδοση/ επίδοση της DWI για τις παραμέτρους αυτές. Από την άλλη πλευρά, η AUC με 0.527 ± 0.063 (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 0.393, 0.640) και με 0.601 ± 0.061 (95% διάστημα εμπιστοσύνης: 0.470, 0.707) για την τυπική απόκλιση και την κύρτωση, αντίστοιχα, υποδηλώνει ένα βαθμό επικάλυψης στις ADC τιμές μεταξύ καλοήθων και κακοήθων όγκων. Τα βέλτιστα κατώφλια αποκοπής για διαφοροποίηση καλοήθων έναντι κακοήθων αλλοιώσεων καθορίστηκαν με τον εντοπισμό των σημείων όπου η ακρίβεια ήταν μέγιστη στις καμπύλες ROC. Από τη συγκεκριμένη μελέτη, προέκυψαν δύο τιμές κατωφλίου αποκοπής της μέσης ADC, με την ίδια ακρίβεια 83.15%. Το πρώτο κατώφλι με τιμή 1.21 x 10-3 mm2/s χαρακτηρίζεται με ευαισθησία 86.27% και ειδικότητα 78.95%. Και το δεύτερο κατώφλι με τιμή 1.32 x 10-3 mm2/s χαρακτηρίζεται με ευαισθησία 92.16% και ειδικότητα 71.05%. Το κατώφλι για την λοξότητα της ADC ήταν στα -0.06 με ακρίβεια 68.54%, ευαισθησία 66.03% και ειδικότητα 66.67%. Τέλος, προέκυψαν δύο τιμές κατωφλίου αποκοπής της εντροπίας της ADC με την ίδια ακρίβεια ακρίβεια 76.40%. Το πρώτο κατώφλι με τιμή 5.17 χαρακτηρίζεται με ευαισθησία 75.47% και ειδικότητα 71.80%. Και το δεύτερο κατώφλι με τιμή 5.21 χαρακτηρίζεται με ευαισθησία 73.59% και ειδικότητα 74.36%. Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν τη συνεισφορά των μεθόδων ανάλυσης υφής εικόνας στη Απεικονιση Μαγνητικου Συντονισμου Σταθμισμενης Διαχυσης (DWI) του μαστού για την ποσοτικοποίηση της ετερογένειας του ιστού, παρέχοντας σημαντικές πληροφορίες για τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού. Η ανάλυση ιστογράμματος των ADC τιμών στον καρκίνο του μαστού έχει τη δυνατότητα διαφοροποίησης καλοήθων και κακοήθων όγκων, παρέχοντας πληροφορίες για το σύνολο του όγκου. Η μέση τιμή, η λοξότητα και η εντροπία του ADC είναι πολύτιμες παράμετροι που συσχετίζονται με παθολογικό χαρακτηρισμό των όγκων του μαστού. Αυτές οι 3 ADC παράμετροι αύξησαν σημαντικά την ποσοτική διαγνωστική απόδοση της DWI του μαστού και πιθανότατα να είναι αποτελεσματικές παράμετροι όσον αφορά τη διάκριση μεταξύ καλοήθων και κακοήθων αλλοιώσεων του μαστού Μελλοντικές προσπάθειες πρόκειται να εστιάσουν στη διερεύνηση της συσχέτισης των εξαχθέντων χαρακτηριστικών υφής με ιστοπαθολογικούς δείκτες, με σκοπό την περαιτέρω επιβεβαίωση των προτεινόμενων προσεγγίσεων και ενδεχομένως την χρήση συγκεκριμένων χαρακτηριστικών υφής ως μη επεμβατικών προγνωστικών δεικτών καρκίνου του μαστού.

Page generated in 0.0911 seconds