• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 5
  • Tagged with
  • 5
  • 3
  • 2
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Μελέτη της έκφρασης της σεργλυκίνης σε όγκους όρχεων και του ρόλου της στην ρύθμιση της έκφρασης βιοδραστικών μορίων

Πεπέ, Αγγελική Ειρήνη 17 September 2012 (has links)
Η νεοπλασία των όρχεων αναπτύσσεται σε άνδρες ηλικίας 15-35 ετών και ενώ είναι μια σπάνια μορφή νεοπλασίας (1-2% όλων των νεοπλασμάτων του άνδρα) αποτελεί τον πιο συχνό όγκο στις ηλικίες 20-40 ετών και είναι η τρίτη κατά σειρά αιτία θανάτου στις ηλικίες αυτές. Περίπου το 95% των όγκων όρχεων προέρχεται από τα βλαστικά κύτταρα. Οι πρωτεογλυκάνες είναι βιοδραστικά μόρια και η έκφραση τους τροποποιείται σημαντικά στο μικροπεριβάλλον του όγκου. Μελέτες του εργαστηρίου μας έδειξαν ότι η πρωτεογλυκάνη σεργλυκίνη (SG) υπερεκφράζεται σε πολλές κακοήθειες όπως στον καρκίνο του μαστού, του πνεύμονα και σε γλοιώματα, ενώ σε πιο επιθετικές μορφές καρκινικών κυττάρων η SG υπερεκφράζεται και εκκρίνεται σε υψηλά ποσά στο μέσο καλλιέργειας. Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία μελετήθηκε η έκφραση της σεργλυκίνης σε όγκους όρχεων. Δείγματα ασθενών μελετήθηκαν με ανοσοαποτύπωση και βρέθηκε ότι η SG εκφράζεται τόσο στον φυσιολογικό ορχικό ιστό όσο και στους όγκους όρχεων όπου εμφανίζει πιο έντονη έκφραση. Ανοσοϊστοχημική μελέτη έδειξε ότι η SG εκφράζεται από τα φυσιολογικά βλαστικά κύτταρα ενώ η έκφραση της αυξάνεται στους όγκους όρχεων. Η έκφραση της SG μελετήθηκε σε τρεις σειρές όγκων όρχεων (JKT-1, σεμίνωμα; NT2/D1, εμβρυϊκό καρκίνωμα; NCCIT, τεράτοκαρκίνωμα) και βρέθηκε ότι εκφράζεται και στις τρεις κυτταρικές σειρές, με μεγαλύτερη έκφραση στην πιο επιθετική σειρά, NT2/D1. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε υπερέκφραση της SG στις κυτταρικές σειρές όγκων όρχεων με διαμόλυνση των κυττάρων με πλασμίδιο που φέρει το γονίδιο της SG. Ακολούθως μελετήθηκε ο ρόλος της SG στην έκφραση βιοδραστικών μορίων, όπως είναι τα ένζυμα βιοσύνθεσης και καταβολισμού καθώς και ο υποδοχέας CD44 του ΗΑ και οι πρωτεογλυκάνες της κυτταρικής μεμβράνης syndecans. Ο CD44 είναι μια γλυκοπρωτεΐνη και αποτελεί τον κύριο υποδοχέα του ΗA. Οι συνθάσες του HA είναι τα ένζυμα που βιοσυνθέτουν το ΗΑ και διακρίνονται σε τρεις ισομορφές τις HAS- 1, HAS-2, HAS-3α και HAS-3β. Μελέτες υποστηρίζουν ότι ο μεμβρανικός υποδοχέας CD44 και το ΗΑ υπερεκφράζονται σε πολλές κακοήθειες και η αλληλεπίδρασή τους διεγείρει σειρά λειτουργιών στα κύτταρα του όγκου που συντελούν στην πρόοδο της νόσου. Η κύρια ισομορφή CD44s εκφράζεται ευρέως στους ιστούς και υπερεκφράζεται σε διάφορους τύπους καρκίνου όπου και συνυπάρχει με το ΗΑ. Η σηματοδοτική δράση του ΗΑ στα καρκινικά κύτταρα μέσω του υποδοχέα CD44 έχει προταθεί ως βασικό βήμα για την ανάπτυξη και πρόοδο της νόσου. Επίσης μελέτες έχουν δείξει πως υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των HYALs και του διεισδυτικού και μεταστατικού φαινότυπου των όγκων. Αυξημένα επίπεδα τους έχουν βρεθεί σε όγκους της ουροδόχου κύστεως, του προστάτη, κεφαλής και τραχήλου, μαστού αλλά σε μεταστατικούς όγκους. Η ισομορφή CD44s εκφράζεται και στις τρεις κυτταρικές σειρές, αλλά η υπερέκφραση της SG μειώνει την έκφραση του CD44s στην κυτταρική σειρά του τερατοκαρκινωμάτος, ενώ δεν επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την έκφραση του στο σεμίνωμα και το εμβρυϊκό καρκίνωμα. Στην κυτταρική σειρά σεμινώματος, έχει βρεθεί, ότι εκφράζεται μόνο η ισομορφή HAS-3α, ενώ στις κυτταρικές σειρές του εμβρυικού καρκινώματος και του τερατοκαρκινώματος εμφανίζεται ισχυρή έκφραση της ισομορφής HAS-3α και μικρή έκφραση της HAS-2. Μετά την υπερέκφραση της SG παρατηρείται αύξηση της HAS-3a στην κυτταρική σειρά του σεμινώματος. Στην κυτταρική σειρά του τερατοκαρκινώματος παρατηρείται αύξηση της HAS-2, ενώ στην κυτταρική σειρά του εμβρυϊκού καρκινώματος παρατηρείται αύξηση και των δυο συνθασών που μελετήθηκαν. Μελετήθηκε, επιπλέον, η έκφραση των HYAL-1, -2,-3 και PH-20 στο σεμίνωμα και το τερατοκαρκίνωμα, μετά την υπερέκφραση της SG στις σειρές αυτές. Στην κυτταρική σειρά του σεμινώματος παρατηρήθηκε αύξηση στις HYAL-2 και HYAL-3, μείωση της PH-20, ενώ δεν παρατηρήθηκε μεταβολή της HYAL-1. Αντίθετα, στην κυτταρική σειρά του τερατοκαρκινώματος παρατηρήθηκε αύξηση και στα τέσσερα μόρια των HYALs, με τη μεγαλύτερη αύξηση να παρουσιάζεται στην HYAL-2. Οι syndecans έχoυν σημαντικό ρόλο στον πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων, την προσκόλληση, την μετανάστευση, την διαφοροποίηση και την αγγειογένεση. Η μελέτη στις κυτταρικές σειρές των όγκων των όρχεων έδειξε ότι οι syndecan-1 και 4 εκφράζονται στα κύτταρα του σεμινώματος και παρουσιάζουν αύξηση έπειτα από την υπερέκφραση της σεργλυκίνης, ενώ η syndecan-2 δεν εκφράζεται. Στην κυτταρική σειρά του τερατοκαρκινώματος έπειτα από διαμόλυνση με το γονίδιο της σεργλυκίνης παρατηρήθηκε αύξηση της syndecan-2 και μείωση της syndecan-4, ενώ η syndecan-1 δεν εκφράζεται σε αυτή την κυτταρική σειρά. Οι μεταβολές αυτές μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η SG, επηρεάζει τον φαινότυπο και την συμπεριφορά των καρκινικών κυττάρων. / Testicular tumors are present in men between the age of 15-35 and while it is a rare type of tumor (it adds up to 1-2% of the tumors that affect men) it is the most frequent tumor at the aged between 20-40 and is the third leading cause of death in this age group range. Approximately 95% of testicular tumors originate from germ cells. The PGs are bioactive molecules and their expression is significantly modified at the microenvironment of the tumor. Our recent data showed that proteglycan serglysin (SG) is over expressed in many malignancies such as breast cancer, lung cancer and in gliomas, while in more aggressive forms of cancer cells SG is over expressed and secreted in the culture medium. In this thesis we studied the role of SG in testicular tumors. Patient samples were studied by immunoblotting and the results showed that SG is expressed both in normal testicular tissue and testicular tumor where there is greater expression. Ιmmunohistochemical study showed that SG is expressed by normal germ cells while its expression is increasing in testicular tumor. The expression of SG was studied in three cell lines of testicular cancer (JKT-1, seminoma; NT2/D1, embryonic carcinoma; NCCT, teratocarcinoma) and showed that it is expressed in all three cell lines, with higher expression in the most aggressive line, NT2/D1. Then, we achieved over expression of the testicular tumor cell lines with transfection of the cells with the plasmid which contains the gene of SG. Subsequently, we examine the role of SG in the expression of some biosynthetic and catabolic enzymes as well as HA receptor CD44 and the cell-surface PG, syndecans. CD44 is a glycoprotein and represents the major receptor for HA. The synthases of HA are the enzymes that produce HA and exist in three distinct isoforms HAS-1, HAS-2, HAS-3a, and HAS-3b. Numerous studies supports that the membrane receptor CD44 and HA are overexpressed in several malignancies and their interaction trigger various cellular events in tumour cells, which leds to the disease progression. The major isoform of CD44 is the CD44s, which is expressed widely in tissues, and is over expressed in several types of tumors, coexisting with HA. The signaling effect of HA in tumor cells through CD44 has been stated to be a crucial step in the development and progression of the disease. It was shown that there is association between HYALs and the invasive and metastatic phenotype of tumors. High levels of HYALs were found at head and neck tumors, breast cancer and metastatic tumors. The isoform CD44s is expressed in all 3 cell lines, but the over expression of SG reduces the expression of CD44 in the teratocarcinoma cell line, while it does not affect to a large extent its expression in seminoma and embryonic carcinoma. In the seminoma cell line, it has been found that only HAS-3a isoform is expressed, while in the embryonic carcinoma and teratocarcinoma cell lines showed high expression of isoform HAS-3a and low expression of HAS-2. After the overexpression of SG we detect increased levels of HAS-3a in seminoma and HAS-2 in teratocarcinoma, while at embryonic carcinoma both synthases were increased. SG over-expression in the teratocarcinoma cell line induced the expression of HAS-2 while in the embryonic carcinoma cell line triggered the expression of both synthases HAS-3a and HAS-2. The expression of HYAL-1, -2, -3 and PH-20 in the seminoma and the teratocarcinoma were also studied after the over-expression of SG in these lines. In the cell line of seminoma we noticed an increase of HYAL-2 and HYAL-3, a decrease of PH-20, while there was no variation in HYAL-1. Unlike this, in the teratocarcinoma cell line we noticed increase in all HYALs, with the greater increase shown in HYAL-2. Syndecans have an important role in the growth of tumor cells, the attachment, migration, differentiation and angiogenesis. The study of testicular tumor cell lines showed that syndecan-1 and syndecan-4 are expressed in the seminoma cells and showed to be increased after the over-expression of SG, while syndecan-2 is not expressed. In the teratocarcinoma cell line after transfection with the gene of SG we detected an increase of syndecan-2 and decrease of syndecan-4, while syndecan -1 is not expressed in this cell line. Those variations lead us to the conclusion that SG affects the phenotype and the biological behavior of testicular tumor cells.
2

Έλεγχος και ανίχνευση νεοπλασιών σε ακτινογραφίες μαστογραφίας

Καράμπαλη, Βασιλική 19 July 2012 (has links)
Η διπλωματική αυτή εργασία σχετίζεται με την ανίχνευση νεοπλασιών σε μαστογραφίες. Στις μέρες μας, έχουμε μία καλή εικόνα για τον τρόπο που δημιουργείται ο καρκίνος. Αυτό βοηθά στην βελτίωση της θεραπείας αλλά και στην μείωση εμφάνισης της πάθησης. Το κλειδί για την επιτυχή καταπολέμηση της νόσου είναι η πρώιμη ανίχνευση. Οι πιο διαδεδομένες μέθοδοι εξέτασης και διάγνωσης καρκίνου του μαστού είναι η αυτοεξέταση των μαστών από την ίδια τη γυναίκα, η τακτική προληπτική εξέταση του στήθους από το γιατρό καθώς και η πρόληψη μέσω της μεθόδου της μαστογραφίας. Η ανίχνευση του καρκίνου, είναι μια διαδικασία δύσκολη και απαιτεί υψηλό βαθμό αυτοσυγκέντρωσης. Τα νεοπλάσματα αποτελούν παθολογίες και μπορούν να καταταχθούν σε καλοήθη και κακοήθη με ενδιάμεσες διαβαθμίσεις. Το μεγαλύτερο ποσοστό των βιοψιών καταλήγουν τελικά να είναι καλοήθεις. Το νεόπλασμα του μαστού είναι το συχνότερο νεόπλασμα του γυναικείου πληθυσμού. Η διαδικασία συρρίκνωσης της εικόνας, ο αλγόριθμος μετατροπής βάθους των εικονοστοιχείων, ο εμπλουτισμός και η κλιμάκωση της εικόνας αποτελούν κάποιες μεθόδους βελτίωσης της ψηφιακής εικόνας στον τομέα της μαστογραφίας. Περιγράφονται οι τεχνικές ανίχνευσης των ανωμαλιών, με τη βοήθεια των οποίων, μπορούν να εντοπιστούν ανωμαλίες των ιστών στις μαστογραφικές εικόνες. Τέτοιες μορφές ανωμαλιών είναι οι οζώδεις σκιάσεις και οι μικροαποτιτανώσεις. Παρουσιάζονται τα λεγόμενα συστήματα απόφασης και πιο συγκεκριμένα, περιγράφεται ο ορισμός και οι αρχές λειτουργίας των νευρωνικών δικτύων που αποτελούν και τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα. Τέλος, παρουσιάζεται μια μέθοδος ανίχνευσης νεοπλασιών σε μαστογραφίες, ξεκινώντας από μία γενική εισαγωγή στο σύστημα και στα επίπεδα από τα οποία αποτελείται, και συνεχίζοντας με την ανάλυση των μεθόδων που χρησιμοποιεί. / This assignment is related to neoplasia detection in mammograms. Nowadays, we are aware of the way cancer is created. This fact helps to the improvement of the treatment and also to the reduction of the disease appearance. The key to the successful opposition of the disease is the precocity detection. The most prevalent examination and diagnosis methods of breast cancer are self-examination, regular preventive examination by a doctor and the prevention through the method of mammography. Breast cancer detection, is a difficult procedure and requires a high degree of concentration. Neoplasms represent pathologies and can be categorized in benign and malignant. Breast neoplasm is the most common neoplasm of the female population. The procedure of shrinking the digital image, the depth transduction algorithm of the pixels, the enhancement and the scale of the image, comprise some improvement methods of the digital image in the field of mammography. There is a description of the techniques used for detecting abnormalities of the tissues. Masses and micro-calcifications are examples of that kind of abnormalities. Furthermore, there is a presentation of the well known decision systems, and particularly, definition and principles of functionality of neural networks are described, which are the most widely used. Finally, a new method of neoplasias detection is presented in mammograms, starting from a general introduction of the system and the levels it consists of, and continuing with the analysis of the methods used.
3

Η τροποποίηση της αλληλουχίας πεπτιδίων νεοπλασιών επηρεάζει την ανοσογονικότητά τους

Σιαστάθη, Βασιλική 22 March 2012 (has links)
Τα MHC τάξης I πεπτίδια περιορισμένα μόνο σε καρκινικό ιστό, τα οποία παράγονται από πρωτεΐνες του ίδιου του οργανισμού υπερεκφραζόμενες από μία μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων κυττάρων νεοπλασιών, είναι δυνητικοί στόχοι για CTL (κυτταροτοξικά Τ λεμφοκύτταρα - Cytotoxic T lymphocyte), στα οποία βασίζεται η ανοσοθεραπεία πολλών ειδών καρκίνου. Ωστόσο, δεδομένου ότι παρουσιάζονται και από τα φυσιολογικά κύτταρα μπορεί να αναπτυχθεί επίσης θυμική και / ή περιφερική ανεκτικότητα. Η αυτό-ανοχή αφορά Τ λεμφοκύτταρα ειδικά για πεπτίδια υψηλής συγγένειας προς το MHC. Αντίθετα, τα Τ κύτταρα που αντιδρούν με όγκους, κατευθύνεται εναντίον πεπτιδίων όγκων με χαμηλή συγγένεια προς το MHC. Το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη χρήση τέτοιων πεπτιδίων για ανοσο¬θεραπεία, είναι ότι αυτά είναι ασθενώς ή καθόλου ανοσογόνα. Αυτό οφείλεται στην αδυναμία τους να σχηματίζουν μεγάλο αριθμό σταθερών συμπλοκών MHC/πεπτιδίων στην επιφάνεια των ACP (κύτταρα που παρουσιάζουν αντιγόνα, Antigen Presenting Cells). Στην παρούσα ερ¬γασία περιγράφουμε μία προσέγγιση η οποία επιτρέπει την επαγωγή CTL απόκρισης έναντι χαμηλής συγγένειας HLA Α2.1 περιορισμένων πεπτιδίων. Αυτή συνίσταται στην τροποποίηση της πεπτιδικής αλληλουχίας με την εισαγωγή στη θέση 1 μίας Tyr, η οποία ευνοεί την αλληλεπίδρα¬ση πεπτιδίου/HLA Α2.1. Χρησιμοποιήθηκαν 25 πεπτίδια με διάφορες συγγένειες και ικανότητες σταθεροποίησης με το HLA Α2.1. Η αξιολόγηση της ικανότητα τους να επάγουν CTL απόκριση έδειξε μία αυστηρή συσχέτιση μεταξύ της συγγένειας σύζευξης/ικανότητας σταθεροποίησης και της ανοσογονικότητας. Τα ανάλογά τους με Ρ1Tyr παρουσίασαν υψηλότερη συγγένεια 1,5 έως 55,5 φορές και σταθεροποίησαν το HLA Α2.1 για τουλάχιστον 2 ώρες περισσότερο από τα α¬ντίστοιχα φυσικά πεπτίδια. Επιπλέον, η Ρ1Tyr τροποποίηση δεν μετέβαλε την αντιγονική ειδικό¬τητα των πεπτιδίων, αφού τα ανάλογα με Ρ1Tyr πάντα αναγνωρίζονταν από ειδικά CTL για τα φυσικά πεπτίδια και αντιστρόφως, ειδικά CTL για τα Ρ1Tyr ανάλογα αναγνώρισαν τα φυσικά πεπτίδια. Τελικά, όπως ήταν αναμενόμενο, τα Ρ1Tyr ανάλογα των χαμηλής συγγένειας με το HLA Α2.1 πεπτιδίων νεοπλασιών ενεργοποίησαν αποτελεσματικά in vivo απόκριση ειδικών CTL για τα φυσικά πεπτίδια. / Induction of CTL response to HLA A2.1 restricted tumor peptides exhibiting a low MHC binding affinity and a weak immunogenicity. MHC class I restricted peptides derived from self-proteins overexpressed by a wide variety of human tumor cells are potential targets for a broad spectrum CTL based immunotherapy in cancer. However, since they are presented by normal cells they may also represent thymic and/or peripheral tolerogens. Self-tolerance principally concerns high MHC/affinity peptide specific T cells and the tumor reactive T cells repertoire that is available to be mobilized by peptide based tumor vaccination protocols is directed against low MHC/affinity tumor peptides. A major barrier to the use of low MHC/affinity tumor peptide for immunotherapy is that they are weakly or even not immunogenic. This is due to their inability to form a high number of stable MHC /peptide complexes on the surface of antigen presenting cells. In the present work we describe an approach that allows the induction of a CTL response against low affinity HLA A2.1 restricted tumor peptides. It consisted in modifying the peptide sequence by introducing a Y in the first position known to have a favorable effect in the peptide/HLA A2.1 interaction. Twenty five peptides with variable HLA A2.1 stabilization capacity are included in this study and the evaluation of their capacity to induce a CTL response in a HLA A2.1 transgenic, Db-/-, mb2m-/- mouse showed a strict correlation between MHC binding affinity/MHC stabilization capacity and immunogenicity. Their P1Y variants exhibited a 1.5 to > 55 fold higher affinity and stabilized the HLA A2.1 for at least 2 hrs more than the corresponding native peptides. These effects were more pronounced for the low affinity native peptides. Moreover, P1Y modification did not alter the antigenic specificity of peptides since P1Y variants were always recognized by the native peptide specific CTL and, inversely P1Y specific CTL recognized native peptides. Finally, as expected, P1Y variants of low HLA A2.1 affinity tumor peptides efficiently triggered in vivo a native peptide specific CTL response.
4

Δημιουργία διαδραστικής βάσης δεδομένων και μελέτη σχέσεων δομής-δράσης στεροειδών αλκυλιωτικών παραγόντων

Μπάρλα, Ελένη Δ. 19 February 2009 (has links)
Η ερευνητική προσπάθεια ανάπτυξης νέων αντινεοπλασματικών φαρμάκων, περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και την τροποποίηση γνωστών χημειοθεραπευτικών ενώσεων, με σκοπό την ελάττωση των τοξικών τους παρανεργειών και τη βελτίωση της δραστικότητας των παραγώγων τους. Τέτοιες ενώσεις αποτελούν οι στεροειδικοί αλκυλιωτικοί παράγοντες, οι οποίοι αποτελούν και το αντικείμενο της παρούσας μελέτης. Ειδικότερα, μελετήθηκαν το προφίλ και η βιολογική δραστικότητα των χημικών αυτών ενώσεων έναντι της λευχαιμίας Ρ388, με απώτερο στόχο την προσπάθεια εξαγωγής Ποσοτικών Σχέσεων Δομής-Δράσης (QSAR). Αρχικά δημιουργήθηκε μια διαδραστική βάση δεδομένων-χημική βιβλιοθήκη, στην οποία περιελήφθησαν όλες οι πληροφορίες που αφορούν φυσικοχημικά χαρακτηριστικά και δεδομένα βιολογικής δραστικότητας των υπό μελέτη ενώσεων. Στη συνέχεια από τα δεδομένα της βάσης αυτής, συγκρίθηκαν μεταξύ τους και αναλύθηκαν διάφοροι συσχετισμοί μεταξύ των ενώσεων αυτών. Από την πρωταρχική μελέτη των ενώσεων που συμπεριλήφθηκαν στην βάση δεδομένων και εμφανίζουν αντινεοπλασματική δράση καθίσταται προφανές ότι άσχετα με το δοσολογικό σχήμα δραστικές έναντι της λευχαιμίας Ρ388 εμφανίστηκαν οι ίδιες (στην συντριπτική τους πλειοψηφία 43 έναντι 44 ανά κατηγορία δοσολογικού σχήματος) ενώσεις. Για τιμές λιποφιλικότητας LogP < 4, δεν καταγράφονται ενώσεις και αναγνωρίζεται μεγάλη ποικιλία συντεταγμένων, διότι είναι αρκετά δύσκολο να προκύψουν ενώσεις τόσο μικρής λιποφιλικότητας από το συνδυασμό στεροειδικού σκελετού και αλκυλιωτικού παράγοντα, εκτός αν προστεθούν στο στεροειδικό σκελετό και άλλες υδρόφιλες ομάδες. Από την παρούσα μελέτη προκύπτει ότι ο κατάλληλος συνδυασμός αλκυλιωτικού παράγοντα και στεροειδικού σκελετού οδηγεί σε ενώσεις υψηλής εκλεκτικότητας, ενώ η εισαγωγή στον Β δακτύλιο του στεροειδικού σκελετού του συζυγιακού συστήματος, οδηγεί κατά κανόνα σε μόρια υψηλής αντινεοπλασματικής ικανότητας και χαμηλής τοξικότητας. / -
5

Εφαρμογή και αξιολόγηση των μεθόδων Diffusion Weighted Imaging και Diffusion Tensor Imaging σε χωροκατακτητικές νόσους του κεντρικού νευρικού συστήματος

Διαμαντής, Απόστολος 07 June 2013 (has links)
Οι τεχνικές απεικόνισης μοριακής διάχυσης (DWI) και τανυστή διάχυσης (DTI) είναι από τις πιο δημοφιλείς τεχνικές μαγνητικής τομογραφίας (MRI) στην έρευνα του εγκεφάλου. Διάχυση (ή θερμική κίνηση Brown) είναι ένα τυχαίο φαινόμενο το οποίο περιγράφει τη μεταφορά υλικού (π.χ μόρια νερού) από μία χωρική θέση σε άλλη με την πάροδο του χρόνου. Η διάχυση του νερού σε βιολογικούς ιστούς παρατηρείται μέσα, έξω, γύρω από τις κυτταρικές δομές και είναι αποτέλεσμα της θερμικής ενέργειας των μορίων. Η κάθε τεχνική υποστηρίζεται από τον δικό της αλγόριθμο από τους οποίους προκύπτουν και οι αντίστοιχοι παραμετρικοί χάρτες. Πιο συγκεκριμένα από την τεχνική διάχυσης προκύπτει ο δείκτης της φαινόμενης σταθεράς διάχυσης (ADC-Apparent Diffusion Coefficient) , ενώ από την τεχνική του τανυστή διάχυσης προκύπτει ο δείκτης της κλασματικής ανισοτροπίας (FA-Fractional Anisotropy). Η παράμετρος ADC δείχνει πόσο διαφέρει η διάχυση στην περιοχή ενδιαφέροντος σε σχέση με την μέση τιμή διάχυσης. Η κλασματική ανισοτροπία (FA) είναι δείκτης μέτρησης του βαθμού ανισοτροπίας της διάχυσης και η τιμή της εξαρτάται άμεσα από την ακεραιότητα των νευρικών ινών. Το φάσμα εφαρμογής των δύο τεχνικών είναι ευρύ (εφαρμογή σε απομυελινωτικές νόσους, ισχαιμικά επεισόδια, εγκεφαλικοί όγκοι). Ο κύριος λόγος είναι ότι η διάχυση των μορίων νερού είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη σε τυχόν αλλοιώσεις στη δομή των ινών της Λευκής ουσίας. Σκοπός της παρούσας ερευνητικής είναι η εφαρμογή των τεχνικών Τανυστή Διάχυσης (DTI) και Μοριακής Διάχυσης (DWI) σε τρείς κατηγορίες εγκεφαλικών όγκων (μηνιγγιώματα, γλοιώματα υψηλής και χαμηλής κακοήθειας, εγκεφαλικούς μεταστατικούς όγκους) με σκοπό τον διαχωρισμό αυτών. / The brain is a highly organized organ with a complex microstructural organization . The microstructural organization of brain tissue affects the molecular motion (diffusion) of water. Diffusion therefore reflects the structural organization of tissue. Diffusion imaging is a Magnetic Resonance (MR) imaging technique that allows the quantification to the molecular motion of water. Magnitude and directionality (anisotropy) of molecular motion of water can be described. Measurements of the magnitude of diffusion have been used to identify abnormal tissue in tumors, stroke, multiple sclerosis and status epilepticus. Diffusion tensor imaging (DTI) is a relatively new technique that allows rotationally invariant measurements of both magnitude and directionality of water diffusion. DTI sequences with calculation of apparent diffusion coefficient (ADC) and fractional anisotropy (FA) scalars allow characterization of the shape and magnitude of the diffusion ellipsoid. These parameters consequently reflect the microstructural architecture of the human brain. In addition, quantification of diffusion can be especially helpful as it may allow early diagnosis of pathology . The purpose of this study was to correlate the changes in FA and ADC between three different brain tumors and outline the probability of presurgical tumor differentiation.

Page generated in 0.0248 seconds