1 |
Using energy dynamics to explore the process of making sense and the role of multiple selves in the teaching and learning of mathematicsDe Geest, Els Nelly Frieda January 2006 (has links)
No description available.
|
2 |
Factors contributing to withdrawal behaviour in early adolescentsSingh, Nandkissor 07 1900 (has links)
The researcher is concerned about the lack of attention given to withdrawn early
adolescents (WEAs) at school. During early adolescence, the foundations for lasting
character, personality traits and social interaction are laid.
Learners exhibiting withdrawal behaviour are described as being quiet, reserved,
removed or distant. Attempts by educators to get them involved in lessons often end in
failure and this causes educators to become frustrated and confused about how to deal
with these learners.
The aim of this study is therefore to establish the factors that contribute to withdrawal
behaviour in early adolescents. The researcher devised an identification
instrument that makes the identification of WEAs much easier for educators. He also
established the deep seated fears and anxieties of WEAs and ascertained how they would
like to be treated by their educators. / Psychology of Education / M. Ed. (Psychology of Education)
|
3 |
Factors contributing to withdrawal behaviour in early adolescentsSingh, Nandkissor 07 1900 (has links)
The researcher is concerned about the lack of attention given to withdrawn early
adolescents (WEAs) at school. During early adolescence, the foundations for lasting
character, personality traits and social interaction are laid.
Learners exhibiting withdrawal behaviour are described as being quiet, reserved,
removed or distant. Attempts by educators to get them involved in lessons often end in
failure and this causes educators to become frustrated and confused about how to deal
with these learners.
The aim of this study is therefore to establish the factors that contribute to withdrawal
behaviour in early adolescents. The researcher devised an identification
instrument that makes the identification of WEAs much easier for educators. He also
established the deep seated fears and anxieties of WEAs and ascertained how they would
like to be treated by their educators. / Psychology of Education / M. Ed. (Psychology of Education)
|
4 |
Η συμβολή της πνευματικότητας και του συναισθήματος στην παιδαγωγική σχέση και στο συμβουλευτικό ρόλο των εκπαιδευτικών. Μία έρευνα σε γυναίκες εκπαιδευτικούς / The contribution of spirituality and emotion to the pedagogical relationship and counselling role of educators. A survey on female educatorsΔεμαρτίνου, Ελισάβετ 01 October 2012 (has links)
Η ανα χείρας διατριβή σκοπό είχε να θέσει προβληματισμούς για τον επαναπροσδιορισμό του νοήματος της παιδαγωγικής σχέσης των εκπαιδευτικών με τους μαθητές τους, σε συνάρτηση με το συμβουλευτικό ρόλο των εκπαιδευτικών.
Τα ερωτήματα τα οποία κίνησαν το ερευνητικό ενδιαφέρον αφορούσαν στην ταυτότητα και στο ρόλο των εκπαιδευτικών σήμερα μέσα στη σχολική τάξη. Η έρευνα έγινε με δύο μεθοδολογικές προσεγγίσεις :ποσοτική και ποιοτική. Το δείγμα αποτελούνταν από δύο διαφορετικές ομάδες: (α) μία ομάδα Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού (εκπαιδευτικοί οι οποίες ασχολούντο με το θεσμό του ΣΕΠ) και (β) μία ομάδα Γενικής Παιδείας (ΓΠ) (εκπαιδευτικοί οι οποίες δεν ασχολούντο με το ΣΕΠ).
Συγκεκριμένα, διερευνήθηκαν τα ερωτήματα:
Πως επηρεάζεται η παιδαγωγική σχέση όταν οι εκπαιδευτικοί έχουν επίγνωση της πνευματικότητάς τους και του συναισθήματός τους;
Πως επηρεάζεται ο συμβουλευτικός ρόλος όταν οι εκπαιδευτικοί έχουν επίγνωση της πνευματικότητάς τους και του συναισθήματός τους;
Τα ανωτέρω ερευνητικά ερωτήματα επιχειρήσαμε να τα απαντήσουμε μέσα από τη διερεύνηση:
1) των αντιλήψεων των γυναικών εκπαιδευτικών αναφορικά με τη συναισθηματική επίγνωση και την πνευματικότητά τους ως χαρακτηριστικά της ταυτότητάς τους,
2) των αντιλήψεων των γυναικών εκπαιδευτικών αναφορικά με την παιδαγωγική σχέση τους,
3) της επίδρασης του συναισθήματος και της πνευματικότητας των γυναικών εκπαιδευτικών (όπως οι ίδιες την αντιλαμβάνονται) κατά την πιθανή συμβουλευτική παρέμβαση τους σε διαχείριση κρίσιμων καταστάσεων μέσα στην τάξη (όπως τις αναγνωρίζουν οι ίδιες).
Η έρευνα έγινε πρώτον μέσα από ποσοτική προσέγγιση και δεύτερον μέσα από ποιοτική προσέγγιση.
Κατά την ποσοτική προσέγγιση ερευνώνται με ποσοτικά εργαλεία (κλίμακες Liekert) οι αντιλήψεις/εκτιμήσεις των γυναικών εκπαιδευτικών αναφορικά με
τον ρόλο της πνευματικής υπέρβασης στη ζωή τους , όπως εκφράζεται μέσα από τις διαστάσεις Πνευματικότητα/προσωπική σχέση με τον Θεό, της κλίμακας Δείκτης Πνευματικής Υπέρβασης (STrI Seidlitz et al. 2002)
τον ρόλο της Συναισθηματικής Νοημοσύνης στη ζωή τους, όπως εκφράζεται μέσα από τις διαστάσεις της κλίμακας συναισθηματικότητα (emotionality), ευζωίας (well-being),του αυτοελέγχου καθώς (self-control), και κοινωνικότητα/αντίληψη των συναισθημάτων των άλλων (sociability) (TEIQue-SF Petrides & Furnham,2001).
τη σχέση των διαστάσεων της κλίμακας Δείκτης Πνευματικής Υπέρβασης και των διαστάσεων της κλίμακας Συναισθηματικής Νοημοσύνης.
Αναλυτικότερα :
Πως εκτιμούν οι γυναίκες εκπαιδευτικοί του δείγματός μας την Πνευματική Υπέρβαση και τις διαστάσεις της (παρουσία πνευματικότητας /προσωπική σχέση τους με τον Θεό);
Πως εκτιμούν οι γυναίκες εκπαιδευτικοί του δείγματός μας τη Συναισθηματική Νοημοσύνη σύμφωνα με τις διαστάσεις της;
Πως και αν σχετίζονται α) η Πνευματική Υπέρβαση και οι διαστάσεις της, β) η Συναισθηματική Νοημοσύνη και οι διαστάσεις της: με την ηλικία, τα έτη υπηρεσίας, την επιμόρφωση, την ενασχόληση με τον Σχολικό Επαγγελματικό προσανατολισμό
Οι δύο ομάδες ΓΠ και ΣΕΠ, διαφέρουν στις εκτιμήσεις τους ως προς τις δύο κλίμακες;
Κατά την ποιοτική προσέγγιση ερευνώνται με ποιοτικά εργαλεία (συνέντευξη και αφηγηματικό ημερολόγιο) οι αντιλήψεις γυναικών εκπαιδευτικών αναφορικά με:
την επίγνωση της πνευματικότητάς τους-τα κριτήρια της πνευματικής
Νοημοσύνης
την παιδαγωγική σχέση τους
την αφοσίωση και την κινητοποίηση στην εργασία τους
το συναίσθημα στην εργασία τους
τις υπαρξιακές ανησυχίες των μαθητών τους
τις αντιδράσεις τους στη διαχείριση αναγνωρισμένων κρίσιμων καταστάσεων μέσα στην τάξη
την επίγνωση και εμπλοκή ή μη εμπλοκή του συναισθήματος και των προσωπικών πιστεύω τους κατά τη συμβουλευτική ή μη παρέμβασή τους σε αναγνωρισμένες κρίσιμες καταστάσεις μέσα στην τάξη.
Αναλυτικότερα:
Πώς επηρεάζει η επίγνωση της πνευματικότητας την παιδαγωγική σχέση των γυναικών εκπαιδευτικών;
Πώς επηρεάζει η επίγνωση της πνευματικότητας τον συμβουλευτικό ρόλο των γυναικών εκπαιδευτικών;
Πώς επηρεάζει η επίγνωση του συναισθήματος την παιδαγωγική σχέση των γυναικών εκπαιδευτικών;
Πώς επηρεάζει η επίγνωση του συναισθήματος το συμβουλευτικό ρόλο των γυναικών εκπαιδευτικών;
Ο όρος «Πνευματικότητα» νοείται, στην παρούσα έρευνα, ως το στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, το οποίο το ωθεί στην εκζήτηση/αναζήτηση του νοήματος, υπερβαίνοντας τον εαυτό του, τόσο στην προσωπική ζωή του, όσο και στις σχέσεις του με τους άλλους. Το «Συναίσθημα» ερευνάται μέσα από τη θεωρία της Συναισθηματικής Νοημοσύνης. Με άλλα λόγια, αξιολογείται ως ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της προσωπικότητας. Μελετάται, πιο αναλυτικά, εξάλλου και μέσα από τη Συναισθηματική Επίγνωση.
Η Συναισθηματική Νοημοσύνη περικλείει ένα σύνολο ικανοτήτων και δεξιοτήτων μέσα από τις οποίες το άτομο είναι σε θέση να κατανοήσει δικές του συναισθηματικές καταστάσεις αλλά και να ερμηνεύσει συναισθηματικές καταστάσεις των άλλων. Ειδικότερα, η Συναισθηματική Επίγνωση αφορά στην πλευρά εκείνη της συναισθηματικής νοημοσύνης, η οποία ενέχει την αυτοαντίληψη και την αυτοαξιολόγηση των συναισθημάτων.
Η πνευματικότητα και το συναίσθημα στην παιδαγωγική σχέση, σε συνάρτηση με το συμβουλευτικό ρόλο των εκπαιδευτικών, σύμφωνα με την υπάρχουσα αρθρογραφία δε διαφαίνεται να έχει αρκούντως διερευνηθεί σε ποσοτικό αλλά και ποιοτικό επίπεδο.
Τα κυριότερα ευρήματα της ποσοτικής έρευνας δείχνουν, αφενός την αξιοπιστία των εργαλείων (STrI Δείκτης Πνευματικής Υπέρβασης, και TEI-Que SF)και την καλή προσαρμογή τους στο εν λόγω δείγμα, αφετέρου ότι δε σημειώνονται σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις δύο ομάδες ΣΕΠ και ΓΠ με κριτήριο το συμβουλευτικό ρόλο. Το γεγονός της ενασχόλησης με το θεσμό του ΣΕΠ φάνηκε ότι δεν ήταν ισχυρό διαφοροποιητικό στοιχείο.
Οι δύο ομάδες σημείωσαν σχεδόν ίδιες τιμές και στις δύο κλίμακες. Χαμηλή εν τούτοις συσχέτιση παρατηρήθηκε ανάμεσα στον παράγοντα Πνευματικότητα και τις συναισθηματικές διαστάσεις της κλίμακας συναισθηματικής νοημοσύνης.
Τα ευρήματα της ποιοτικής έρευνας, αναφορικά με το νόημα της παιδαγωγικής σχέσης, έδειξαν ότι οι συμμετέχουσες στην έρευνα έχουν επίγνωση της αναγκαιότητας για επαναπροσδιορισμό του νοήματος της παιδαγωγικής σχέσης, το οποίο, σύμφωνα με τις αντιλήψεις τους, είναι συνάρτηση της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών στο γνωστικό τους αντικείμενο, αλλά και στις εκάστοτε ψυχολογικές ανάγκες της μαθητικής κοινότητας.
Όσον αφορά στις αντιλήψεις των συμμετεχουσών για τη σημασία της παιδαγωγικής σχέσης, διαφορές σημειώνονται ανάμεσα σε άτομα τα οποία έχουν επίγνωση της πνευματικότητάς τους και σε άτομα τα οποία δεν έχουν.
Οι περισσότερες συμμετέχουσες κατά την ποιοτική έρευνα ανέφεραν ως δυνατό τους σημείο του χαρακτήρα τους την ενσυναίσθηση.
Τα κυριότερα ευρήματα της ποιοτικής έρευνας, αναφορικά με τη συναισθηματική επίγνωση για εμπλοκή ή συμμετοχή των συμμετεχουσών στην παιδαγωγική σχέση, αλλά και κατά τη διαχείριση κρίσιμων καταστάσεων μέσα στην τάξη, ήταν: α) η αγαπητική θέση και διάθεση προς τους μαθητές και β) η αναγνώριση, η επίγνωση αλλά και εκδήλωση των συναισθημάτων των συμμετεχουσών ως προϋποθέσεις για την παιδαγωγική σχέση.
Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι οι συμμετέχουσες οι οποίες δήλωσαν θρησκευτική πνευματικότητα ανέφεραν τη συναισθηματική τους εμπλοκή/συμμετοχή πλέον εντόνως από τις υπόλοιπες συμμετέχουσες, εμβαθύνοντας και εκθέτοντας διεξοδικά το συναίσθημά τους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ποιοτικής έρευνας, η πνευματικότητα και η συναισθηματική επίγνωση επηρεάζουν θετικά την παιδαγωγική σχέση και το συμβουλευτικό ρόλο των εκπαιδευτικών. Δημιουργούνται δηλαδή από τις εκπαιδευτικούς οι προϋποθέσεις εκείνες ώστε η παιδαγωγική σχέση και ο συμβουλευτικός ρόλος να οδηγούν σε καρποφόρα αποτελέσματα για τους μαθητές, όχι μόνο σε επίπεδο γνώσεων αλλά και σε κατάκτηση ανθρωπιστικών αξιών. Επιπρόσθετα, οι εκπαιδευτικοί της ομάδας ΣΕΠ, σύμφωνα με τις αφηγήσεις τους πλησίαζαν τους μαθητές τους και σε ώρα διαλείμματος για να συζητήσουν μαζί τους προβλήματα τα οποία ενέκυπταν κατά την ώρα του ΣΕΠ. Η πνευματικότητα ωστόσο, εκδηλώνεται και επηρεάζει τη παιδαγωγική σχέση στο βαθμό που επιτρέπει την εκδήλωση και εμπλοκή της στην παιδαγωγική σχέση το ίδιο το άτομο.
Λέξεις κλειδιά: Πνευματικότητα, Πνευματική Νοημοσύνη, Πνευματική Υπέρβαση, Συναισθηματική Νοημοσύνη, Συναισθηματική Επίγνωση, Συμβουλευτικός, Ρόλος, Παιδαγωγική Σχέση, Γυναίκες Εκπαιδευτικοί. / This dissertation aims at raising questions about the redefinition of the notion of the pedagogical relationship with students, as well as about the counselling role of educators. The questions that triggered the investigative interest in the present dissertation concern the identity and role of educators in the modern school classroom. Two methodological approaches were used for the research: quantitative and qualitative. The sample tested consists of two distinct groups: a) a Career Counselling/Vocational Education group (C.C. /V.E.) (female educators involved in the School Career Counselling/Vocational Education institution) and b) a General Education group (G.E.) (female educators not involved in the School Career Counselling/Vocational Education institution).
Specifically, the questions examined are the following:
• If educators are aware of their own spirituality and emotion
o How does this affect their pedagogical relationship?
o How does this affect their counselling role?
We attempted to answer these questions through the exploration of the following:
1) How female educators understand emotional awareness and their spirituality as characteristics of their identity
2) The conceptions of female educators concerning their pedagogical relationship
3) The impact of both emotion and spirituality of female educators (according to their own conceptions) on their role as counsellors in the event of a critical situation in the classroom (as this is identified by the educators).
The research was carried firstly through a quantitative and secondly through a qualitative approach.
On the quantitative research, we used the Spiritual Transcendence scale (Seidlitz et al., 2002) and the Petrides & Furnham scale (translation by Petrides, Pita & Kokkinaki, 2007) in order to explore female educators’ conceptions and evaluations concerning:
• The role of spiritual transcendence in their lives, as this is expressed through the dimensions Spirituality/personal relationship with God, of the scale STrI (Seidlitz et al. 2002)
• The role of Emotional Intelligence in their lives, as this is expressed through the dimensions of the chart emotionality, well-being, self-control, and sociability (TEIQue-SF Petrides & Furnham, 2001).
• The relationship between the dimensions of the two scales.
On the qualitative research, we carried out interviews and used narrative diaries as tools to explore the female educators’ perceptions concerning:
• Their awareness of their own spirituality – the criteria for Spiritual Intelligence
• Their pedagogic relationship
• Their devotion and motivation in their work
• The ontological concerns of their students
• Their responses to recognisably critical situations in the classroom
• Their awareness of their emotions, and the possible involvement of their emotions and personal beliefs when they give counsel, or their detachment in recognisably critical situations in the classroom
In this study, “Spirituality” is understood as a quality each individual possesses as part of their personality, which urges them to seek meaning by transcending themselves both in their private lives and in their relationships with others.
Emotion is explored through the theory of Emotional Intelligence. In other words, it is being assessed as a personality trait, which is also examined more thoroughly through the concept of Emotional Awareness.
Emotional Intelligence encompasses a set of competences and skills, which enable individuals to comprehend their own emotional states as well as interpret those of other people. More specifically, the aspects of Emotional Intelligence involving notions of self-conception and self-evaluation of emotions constitute Emotional Awareness.
According to the existing literature in the field, Spirituality and Emotion in the pedagogical relationship, in conjunction with the counselling role of educators, do not seem to have been sufficiently investigated on the quantitative and qualitative levels.
The principal findings of the quantitative research indicate the reliability of the tools employed (STrI - Spiritual Transcendence Index – and TEI-Que SF) as well as their adaptability to the tested sample, whilst showing that there are no significant differences between the aforementioned C.C./V.E. and G.E. groups, as far as the educator’s counselling role is concerned. Involvement in the School Career Counselling/Vocational Education institution did not appear to be a strong differentiating element. Both groups manifested almost the same scores on both scales employed. Nevertheless, the correlation observed between the Spirituality parameter and the Emotion aspects of the Emotional Intelligence scale was weak, which led us to the implementation of the qualitative research.
The findings of the qualitative research showed that the female participants in the survey were conscious of the necessity to redefine the meaning of the pedagogic relationship, which, in their view, is the correlation between further education for teachers in their fields and further instruction for the varying psychological needs of the school community. In contrast, with respect to the meaning of the pedagogic relationship, there were differences between individuals who were conscious of their spirituality and those who were not.
Moreover, during the qualitative research, most female participants mentioned empathy as an asset to their characters. The most important finding in the qualitative research - relating to Emotional Awareness, both in the female participants’ intervention or involvement in the pedagogic relationship, and during crisis management in the classroom - was the loving stance and attitude towards the students: the identification, the awareness and the expression of emotions as preconditions for the pedagogic relationship. It is worth mentioning, however, that the female participants who had declared religious spirituality for themselves reported their emotional engagement/involvement more intensely than the rest of the female participants by further elaborating and describing their emotion thoroughly.
Based on the research findings, we arrive at the conclusion that the Spirituality and Emotional Awareness parameters have a positive effect on the pedagogical relationship and the educators’ counselling role. Therefore, the educators set the preconditions necessary for the pedagogical relationship and the counselling role to lead to fruitful results for the students; not merely in terms of acquiring knowledge but also obtaining humanist values.
Moreover, according to their own narratives, the educators from the C.C./V.E. group would approach their students during breaks if necessary, to talk about problems that surfaced during Career Counselling. Spirituality though, manifests itself and influences the pedagogical relationship to the extent that individuals themselves allow it to emerge and be part of that relationship.
Key words: Spirituality, Spiritual Intelligence, Spiritual Transcendence, Emotional Intelligence, Emotional Awareness, Counselling Role, Pedagogical Relationship, Female Educators.
|
5 |
Diagnostiese waarde van skooltekeninge as projeksiemedium / The diagnostic value of school drawings as projection mediumBreytenbach, Frieda 11 1900 (has links)
Summaries in Afrikaans and English / Die primere skoolkind bevind horn in 'n fase van groot verandering wat aanpassings verg en hoe eise stel.
Die ervaringe wat die kind gedurende hierdie tydperk opdoen, is beduidend omdat dit sy vormingsjare is.
Omdat die kind nie altyd kan verbaliseer watter probleme hy ervaar nie, is met hierdie studie gepoog om
vas te stel of skooltekeninge van enige diagnostiese waarde kan wees om die kind in nood te verstaan.
Die empiriese studie het bewys dat skooltekeninge nie net waarde as 'n identifiseringsmedium inhou nie,
maar ook as 'n aanvullende ortopedagogiese medium aangewend kan word. Die kind neig om sy probleme,
persepsies, houdings en so meer visueel te projekteer. Hoewel hierdie studie bevindinge van vroeere
navorsing bevestig, is bepaalde verskille ook geidentifiseer. Die studie is afgesluit met riglyne vir die
gebruik van skooltekeninge, asook aanbevelings met die oog op die verfyning van hierdie projeksiemedium. / The primary school child finds himself in a phase of great change which makes high demands and requires
adjustments. What happens to the child during these years is critical because these are foundation laying
years.
Because a child is not always able to verbalise problems which he may experience, this study is an
. endeavour to determine whether school drawings have any diagnostic value to identify a child in need.
The empirical study has confirmed that school drawings have diagnostic value not only as a medium of
identification, but also as a supplementary orthopedagogical medium. The child· tends to project his
problems, perceptions and attitude visually. Although this study confirms findings of previous studies,
certain differences were also identified. The study was concluded with guidelines for the use of school
drawings, as well as recommendations regarding the refinement of this projection medium. / Psychology of Education / M. Ed. (met spesialisering in Voorligting)
|
6 |
Aggressiwiteit : 'n fundamenteel-andragogiese perspektief op selfbeeldvormingFourie, Hendrina Magdalena, 1948- 11 1900 (has links)
Text in Afrikaans / Teen die agtergrond van toenemende gewelddadige gedrag binne die konteks
van verskillende bevolkingsgroepe en gemeenskappe, is reeds ·heelwat
navorsing ten opsigte van die aard en oorsake van aggressiewe gedrag
onderneem. Aggressiwiteit as vorm van afwykende gedrag is nog nooit deur
die onderskeie gemeenskappe in die Republiek van Suid-Afrika aanvaar
nie.
Die oorsake van aggressiwiteit word deur verskillende navorsers vanuit
wydverspreide ooghoeke benader. Hoewel fisiologiese oorsake van
aggressiewe gedrag nie deur die skrywer ontken word nie, word in hierdie
studie die volwasse mens as verantwoordelike en verantwoordbare wese se
motivering vir aggressiewe gedrag van naderby beskou.
'n Weldeurdagte literatuurstudie oor aggressiwiteit sowel as die basiese
hunkeringe van die mens in die kontemporer-moderne wereld, het aan die
lig gebring dat mense verskillend optree al sou hulle aan dieselfde
samelewingseise blootgestel word. Ervaringsreste, veral ten opsigte van
pedagogiese verhoudings, blyk 'n groat rol in die vorming van die
selfbeeld sowel as belewing en hantering van krisissituasies te speel.
Die mens staan nooit alleen in die wereld nie, maar is voortdurend in
'n verhouding betrokke. Die noodwendigheid van verhoudings raak horn as
sosiale wese, en is ten nouste gekoppel aan belewing en beagting van die
self. Defhalwe word die ervaring van verhoudings uit veral die
kinderdae, of te wel pedagogiese verhoudings, as van deurslaggewende
belang by die vorming van die selfbeeld beskou.
Die bevindinge van hierdie studie is geverifieer by wyse van 'n
idiografiese ondersoek. Gevangenes wat aggressiewe misdade gepleeg het,
is op vrywillige basis by die navorsing betrek. Na aanleiding van
genoemde bevindings is dit nodig geag om 'n gestandaardiseerde vraelys
vir die meting van elkeen se selfbeeldstand in te skakel.
Aanbevelings is geformuleer nadat insig uit navorsingsresultate ten
aansien van die interafhanklikheid van pedagogiese verhoudings,
selfbeeldvorming en aggressiwiteit, verkry is. Hierdie aanbevelings is
veral gerig op steungewende, terapeutiese begeleiding van die
aggressiewe oortreder sodat hy vaardighede kan aanleer waar~olgens hy
lewenskrisisse kan begryp en hanteer. / Extensive research has already been undertaken in respect of the nature
of aggression against the background of increasingly violent behaviour
within different population groups and communities. Aggression as a form
of deviant behaviour has never been accepted by the various communities
in the Republic of South Africa.
Researchers have investigated the causes of aggression from a wide range
of perspectives. Although the author does not deny the existence of
physiological causes of aggressive behaviour, this research focuses on
the motivation for aggressive behaviour in the adult as responsible and
accountable being.
A thorough study of the literature concerning aggression as well as, the
basic yearnings of man in the contemporary modern world, revealed a
diversity in human behaviour even when people were confronted with the
identical demands of society. Past experience, especially in connection
with pedagogic relations, appears to have an important impact on not
only the formation of the self-image but also how people experience and
cope with crisis situations.
Man is never in the world in isolation but is continuously involved in
relationships. This essentiality of relationships affects him as a
social being and is intimately a,ssociated with the experiencing and
evaluation of the self. Experiences with relationships, especially in
childhood, that is pedagogic relationships, are therefore, of cardinal
importance in self-image formation.
The findings of this research were verified by means of ideographic
studies. Prisoners who had perpetrated violent crimes were included in
this research on a voluntary basis. In accordance with the findings it
was considered necessary to incorporate a standardized questionnaire to
measure the state of the self-image of each prisoner.
Recommendations were formulated after obtaining insight arising from
research findings which focussed on the interdependence of pedagogic
relationships, self-image formation and aggression. These
recommendations are mainly directed at the supportive therapeutic
guidance of the aggressive transgressor in order that he may acquire
skills to understand and cope with the crises of life. / Educational Studies / D. Ed. (Filosofie van die Opvoeding)
|
7 |
Diagnostiese waarde van skooltekeninge as projeksiemedium / The diagnostic value of school drawings as projection mediumBreytenbach, Frieda 11 1900 (has links)
Summaries in Afrikaans and English / Die primere skoolkind bevind horn in 'n fase van groot verandering wat aanpassings verg en hoe eise stel.
Die ervaringe wat die kind gedurende hierdie tydperk opdoen, is beduidend omdat dit sy vormingsjare is.
Omdat die kind nie altyd kan verbaliseer watter probleme hy ervaar nie, is met hierdie studie gepoog om
vas te stel of skooltekeninge van enige diagnostiese waarde kan wees om die kind in nood te verstaan.
Die empiriese studie het bewys dat skooltekeninge nie net waarde as 'n identifiseringsmedium inhou nie,
maar ook as 'n aanvullende ortopedagogiese medium aangewend kan word. Die kind neig om sy probleme,
persepsies, houdings en so meer visueel te projekteer. Hoewel hierdie studie bevindinge van vroeere
navorsing bevestig, is bepaalde verskille ook geidentifiseer. Die studie is afgesluit met riglyne vir die
gebruik van skooltekeninge, asook aanbevelings met die oog op die verfyning van hierdie projeksiemedium. / The primary school child finds himself in a phase of great change which makes high demands and requires
adjustments. What happens to the child during these years is critical because these are foundation laying
years.
Because a child is not always able to verbalise problems which he may experience, this study is an
. endeavour to determine whether school drawings have any diagnostic value to identify a child in need.
The empirical study has confirmed that school drawings have diagnostic value not only as a medium of
identification, but also as a supplementary orthopedagogical medium. The child· tends to project his
problems, perceptions and attitude visually. Although this study confirms findings of previous studies,
certain differences were also identified. The study was concluded with guidelines for the use of school
drawings, as well as recommendations regarding the refinement of this projection medium. / Psychology of Education / M. Ed. (met spesialisering in Voorligting)
|
8 |
Aggressiwiteit : 'n fundamenteel-andragogiese perspektief op selfbeeldvormingFourie, Hendrina Magdalena, 1948- 11 1900 (has links)
Text in Afrikaans / Teen die agtergrond van toenemende gewelddadige gedrag binne die konteks
van verskillende bevolkingsgroepe en gemeenskappe, is reeds ·heelwat
navorsing ten opsigte van die aard en oorsake van aggressiewe gedrag
onderneem. Aggressiwiteit as vorm van afwykende gedrag is nog nooit deur
die onderskeie gemeenskappe in die Republiek van Suid-Afrika aanvaar
nie.
Die oorsake van aggressiwiteit word deur verskillende navorsers vanuit
wydverspreide ooghoeke benader. Hoewel fisiologiese oorsake van
aggressiewe gedrag nie deur die skrywer ontken word nie, word in hierdie
studie die volwasse mens as verantwoordelike en verantwoordbare wese se
motivering vir aggressiewe gedrag van naderby beskou.
'n Weldeurdagte literatuurstudie oor aggressiwiteit sowel as die basiese
hunkeringe van die mens in die kontemporer-moderne wereld, het aan die
lig gebring dat mense verskillend optree al sou hulle aan dieselfde
samelewingseise blootgestel word. Ervaringsreste, veral ten opsigte van
pedagogiese verhoudings, blyk 'n groat rol in die vorming van die
selfbeeld sowel as belewing en hantering van krisissituasies te speel.
Die mens staan nooit alleen in die wereld nie, maar is voortdurend in
'n verhouding betrokke. Die noodwendigheid van verhoudings raak horn as
sosiale wese, en is ten nouste gekoppel aan belewing en beagting van die
self. Defhalwe word die ervaring van verhoudings uit veral die
kinderdae, of te wel pedagogiese verhoudings, as van deurslaggewende
belang by die vorming van die selfbeeld beskou.
Die bevindinge van hierdie studie is geverifieer by wyse van 'n
idiografiese ondersoek. Gevangenes wat aggressiewe misdade gepleeg het,
is op vrywillige basis by die navorsing betrek. Na aanleiding van
genoemde bevindings is dit nodig geag om 'n gestandaardiseerde vraelys
vir die meting van elkeen se selfbeeldstand in te skakel.
Aanbevelings is geformuleer nadat insig uit navorsingsresultate ten
aansien van die interafhanklikheid van pedagogiese verhoudings,
selfbeeldvorming en aggressiwiteit, verkry is. Hierdie aanbevelings is
veral gerig op steungewende, terapeutiese begeleiding van die
aggressiewe oortreder sodat hy vaardighede kan aanleer waar~olgens hy
lewenskrisisse kan begryp en hanteer. / Extensive research has already been undertaken in respect of the nature
of aggression against the background of increasingly violent behaviour
within different population groups and communities. Aggression as a form
of deviant behaviour has never been accepted by the various communities
in the Republic of South Africa.
Researchers have investigated the causes of aggression from a wide range
of perspectives. Although the author does not deny the existence of
physiological causes of aggressive behaviour, this research focuses on
the motivation for aggressive behaviour in the adult as responsible and
accountable being.
A thorough study of the literature concerning aggression as well as, the
basic yearnings of man in the contemporary modern world, revealed a
diversity in human behaviour even when people were confronted with the
identical demands of society. Past experience, especially in connection
with pedagogic relations, appears to have an important impact on not
only the formation of the self-image but also how people experience and
cope with crisis situations.
Man is never in the world in isolation but is continuously involved in
relationships. This essentiality of relationships affects him as a
social being and is intimately a,ssociated with the experiencing and
evaluation of the self. Experiences with relationships, especially in
childhood, that is pedagogic relationships, are therefore, of cardinal
importance in self-image formation.
The findings of this research were verified by means of ideographic
studies. Prisoners who had perpetrated violent crimes were included in
this research on a voluntary basis. In accordance with the findings it
was considered necessary to incorporate a standardized questionnaire to
measure the state of the self-image of each prisoner.
Recommendations were formulated after obtaining insight arising from
research findings which focussed on the interdependence of pedagogic
relationships, self-image formation and aggression. These
recommendations are mainly directed at the supportive therapeutic
guidance of the aggressive transgressor in order that he may acquire
skills to understand and cope with the crises of life. / Educational Studies / D. Ed. (Filosofie van die Opvoeding)
|
9 |
Great expectations : the relations between expectancies for success and academic achievementMoore, Caryl 04 1900 (has links)
The main aims of this broad exploratory study were (a) to gain insights as to the
possible interrelations between Unisa students' expectations for success and a
variety of significant variables (such as their academic performance, self-perceptions,
confidence, motivation, self-determination, others' expectancies, locus of control and
attributions relating to previous performance), and (b) to discover possible
differences relating to various groups (i.e. racial and gender groups; 'pass' and 'fail'
groups; and 'realistic' and 'unrealistic' groups).
The results of 61 hypotheses are compared with a variety of theoretical
suggestions and past findings. It was found that, on the whole, the various groups,
inter alia, expected to succeed, were confident about the accuracy of their
expectations, perceived themselves to work hard, considered themselves to have
considerable ability and to be above class average. Despite this rosy outlook many
students failed the examinations. Two of the most striking findings of this study were
that (a) those who failed overestimated their future performance to a significantly
greater extent than those who passed, and (b) overestimations were negatively
correlated with achievement. In contrast to theory and numerous research findings,
the psychological profiles of 'overoptimists', 'realists', and 'underestimators' revealed
that overoptimistic expectancies and self-perceptions appear to be maladaptive in an
academic context. Indeed, the findings suggest that accurate or even underoptimistic
self-assessments may be more conducive to academic success. It is proposed that
overoptimism may reflect ignorance of standards required, of adequate study
methods, or may result in inappropriate preparation. In light of the findings, the
implications and possible benefits and dangers of overoptimistic expectations and
self-perceptions are discussed.
The subjects are 715 third year Unisa psychology students, who are more
heterogeneous than most other university students as they not only vary
considerably in age but also come from a variety of cultures and backgrounds. / Psychology / D. Litt. et Phil. (Psychology)
|
10 |
Emosionele intelligensie in sielkundige opvoedkundige perspektief / Emotional intelligence in psychological educational perspectiveStrydom, I. (Irene) 06 1900 (has links)
Summaries in Afrikaans and English / Emosionele intelligemsie is nag nie bevredigend binne die Sielkundige Opvoedkunde
beskryf nie. Die begrip emosionele intelligensie .is deur sosiale wetenskaplikes aanvaar
en word as een van die intelligensies van menswees beskou. Emosionele intelligensie
word beskou as die vermoe om
• eie emosies te herken, te verstaan en op aanvaarbare wyse uit te leef,
• ander se emosies te herken en te verstaan en
• die vermoe om die self te motiveer.
Die doel van die ondersoek was om emosionele intelligensie (EK) binne Sielkundige
Opvoedkundige terme te beskryf en adolessente wat emosionele probleme beleef s.e
EK-profiele te ontleed. 'n Bestaande EK-instrument, di.e Q-Metricsvraelys, is vir hierdie
ddel aangepas en ge'lmplementeer.
Die slotsom waartoe gekom is, is dat adolessente met emosionele probleme onder
andere depressief, aggressief en emosioneel ongeletterd is. Die opvoedkundige
sielkundige kan die EK-instrument as diagnoseringsmiddel aanwend en terapiebeplanning
hiervolgens doen. / Emotional intelligence has not been described in satisfactory Psychological
Educational terms. The concept emotional intelligence is accepted by social scientists
and is regarded as one of the intelligences of being human. Emotional intelligence can
be described as the ability to
• recognise and understand one's own emotions and to express it in an
acceptable way,
• to recognise and understand others' emotions and
• being able to motivate the self.
The aim of this study was to describe emotional intelligence in Psychological
Educational terms and to analyse the EQ profiles of adolescents who experience
emotional problems. An existing EQ instrument, the Q-Metrics Questionnaire, has been
adapted and implemented for this purpose.
The final conclusion is that adolescents who experience emotional problems, are
amongst other things depressed, aggressive and emotionally illiterate. The educational
psychologist can use the EQ instrument as a diagnostication instrument and can plan
therapy sessions according to these results. / Educational Studies / M.Ed. (with specialisation in Guidance and Counselling)
|
Page generated in 0.0287 seconds