1 |
Analysis of sinonasal airway geometry and exchange processesBlenke, Esther January 2011 (has links)
Rhinosinusitis is one of the most common reasons for seeking medical attention. While the role of the nose in sinonasal health is relatively well-known, the function of the sinuses has remained unclear. It has been suggested that ventilation of the sinuses plays an important role in maintaining sinonasal health. However investigation of this concept requires an accurate understanding of the morphology of the sinus ostia, which connect the sinus to the nose. In vivo measurements of the complex ostium geometry and exchange processes are hampered by the inaccessibility of the sinuses. Current knowledge is mostly based on cadaver studies and basic experiments. The discovery of high concentrations of Nitric Oxide (NO) in the nose and sinuses has prompted interest in its role in sinonasal pathophysiology and it has been suggested that upper airway NO is predominantly produced in the sinuses. Tbis thesis aims to investigate the relationship between sinonasal morphology and ventilation and in particular its effect on the exchange of NO. Detailed measurements of the anatomy, using specialist software, were obtained and found to be in agreement with the literature. These characterisations were used to estimate exchange processes with simple modelling techniques and the results were compared with computational methods. Sinuses with a sole small ostium were found to have diffusion-dominated exchange, whereas sinuses with a larger ostium have added convective effects to the diffusive transport. Sinuses with a double ostium configuration were found to have a net flow, which significantly accelerates the exchange process. These findings suggest it is unlikely that the sinuses produce all NO measured in the nose. A pilot experiment was designed to verify the accuracy of the modelling relations and preliminary results suggest that 81m Krypton is a suitable tracer for quantifying sinus ventilation.
|
2 |
Η συγκέντρωση των ιόντων ασβεστίου στην ρινική βλέννα και η επίδρασή της στις διαταραχές της όσφρησηςΠαναγιωτόπουλος, Γεώργιος 17 July 2008 (has links)
Κύριος σκοπός της έρευνας είναι ο έλεγχος και η
εξακρίβωση του ρόλου της συγκέντρωσης των ελευθέρων ιόντων Ca
που εμπεριέχονται εντός της οσφρητικής βλέννας σε συνάρτηση με
το επίπεδο ευαισθητοποίησης του οσφρητικού κυττάρου υποδοχέα.
Πραγματοποιήθηκε έλεγχος των μεταβολών της ευαισθησίας του
νευροεπιθηλίου προκαλώντας μικρού μεγέθους μεταβολές της
ενδοβλεννικής συγκέντρωσης των ελευθέρων ιόντων Ca με την
βοήθεια ενός ρυθμιστικού διαλύματος κιτρικού νατρίου και κιτρικού
οξέως σε 62 περιστατικά αιτιώμενα υποσμία ή ανοσμία.
Απλά και μόνο μειώνοντας την ενδοβλεννική συγκέντρωση
των ελευθέρων ιόντων Ca με την βοήθεια του ρυθμιστικού
διαλύματος κιτρικών μπορέσαμε σε τελική ανάλυση να βελτιώσουμε
την υποκειμενική αίσθηση της οσφρητικής λειτουργίας των 75,81 %
των περιστατικών ενώ το 96,77 % του συνόλου βελτίωσε την
οσφρητική του λειτουργία όπως αυτή μετρήθηκε από την δοκιμασία
οσφρητικής εκτίμησης που χρησιμοποιήθηκε, έστω και προσωρινά. / It is well documented that cytoplasmic Ca++ regulates
sensitivity to cyclic adenosine monophosphate (cAMP). There is
also evidence that Ca++ in the mucus may also modulate sensitivity
to cAMP in vivo.
Assuming that mucosal Ca++ could significantly change the
excitability of the receptor neurons, we examined the alterations in
the olfactory sensitivity by creating small changes in mucosal Ca++.
62 patients complaining of olfactory loss were examined and their
olfactory acuity was measured before and after the administration of
a sodium citrate buffer solution in the nasal cleft. 60 patients
(96,77%) improved their scores during a less than an hour period
of time. Furthermore, 47 of them (75,81%) realized an improvement
in their own sense of smell.
|
3 |
Συγκεντρώσεις στο ιγμόρειο άντρο σε ασθενείς με παραρρινοκολπίτιδα νεότερων αντιβιοτικών σκευασμάτωνΜαργαρίτης, Βασίλειος 24 January 2011 (has links)
Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της εξωκυττάριας συγκέντρωσης και του βαθμού διεισδυτικότητας των νεότερων μακρολίδων στο υγρό περιεχόμενο του ιγμορείου άντρου, εντός των πρώτων 24 ωρών από την χορήγηση σε ασθενείς με οξεία παραρρινοκολπίτιδα, χρησιμοποιώντας ως μοντέλα την κλαριθρομυκίνη και αζιθρομυκίνη.
Σε 36 ασθενείς με οξεία ιγμορίτιδα συλλέχθηκαν δείγματα υγρού από το ιγμόρειο άντρο και ορού αίματος 2,4,6,8 και 12 ώρες ή 2,6,12 και 24 ώρες μετά την χορήγηση τριών δόσεων ρ.ο. κλαριθρομυκίνης 500 mg δις ημερησίως ή δύο δόσεων ρ.ο. αζιθρομυκίνης 500 mg άπαξ ημερησίως αντίστοιχα. Οι συγκεντρώσεις των φαρμάκων στα δυο βιολογικά υγρά προσδιορίσθηκαν με την υγρή χρωματογραφία υψηλής απόδοσης με φθοριομετρική ανίχνευση, ενώ επίσης εκτιμήθηκε το pH σε όλα τα δείγματα υγρού παραρρίνιων.
Η μέση συγκέντρωση κλαριθρομυκίνης στο υγρό παραρρίνιων κόλπων ήταν σημαντικά υψηλότερη από την αντίστοιχη της αζιθρομυκίνης (2,47 mg/l έναντι 0,65 mg/l), ενώ ο μέσος βαθμός διεισδυτικότητας στο υγρό του ιγμόρειου άντρου,εκφρασμένος ως η αναλογία των συγκεντρώσεων φαρμάκου στον ιστό και στον ορό αίματος, ήταν παρόμοια για τα δύο αντιβιοτικά (115 % και 120% αντίστοιχα).
Σε ασθενείς με οξεία παραρρινοκολπίτιδα, η κλαριθρομυκίνη και η αζιθρομυκίνη παρουσιάζουν επαρκή διεισδυτικότητα στο υγρό του ιγμόρειου άντρου για την εκρίζωση στελεχών streptococcus pneumoniae ευαίσθητων στην ερυθρομυκίνη. Με βάση τις συγκρίσιμες δραστικότητες τους in vitro, την επίδραση του pH του υγρού του ιγμόρειου άντρου και το προφίλ διεισδυτικότητας στο συγκεκριμένο υγρό, συμπεραίνουμε ότι ανάμεσα στα ευαίσθητα στην ερυθρομυκίνη στελέχη streptococcus pneumoniae, η κλαριθρομυκίνη θα πλεονεκτούσε σε σχέση με την αζιθρομυκίνη στην εκρίζωση των στελεχών χαμηλής αντίστασης. / The aim of this study was to investigate the extracellular concentration and the degree of sinus fluid penetration of newer macrolides, during the first 24-48 hours of treatment in patients with acute bacterial rhinosinusitis (ABRS), choosing clarithromycin and azithromycin as model antibiotics. An open, noninterventional pharmacokinetic study was performed at a tertiary teaching hospital.
In 36 outpatients with ABRS, sinus fluid aspirates and serum samples were collected 2, 4, 6, 8 and 12 hours or 2, 6, 12 and 24 hours after the administration of three doses of oral clarithromycin, 500mg, twice daily or two doses of oral azithromycin, 500 mg, once daily, respectively. Drug concentrations were determined in both matrices by high-performance liquid chromatography (HPLC) with fluorometric detection ,and the pH was estimated for all sinus fluid samples.
The average clarithromycin sinus fluid concentration was found to be significantly higher than the corresponding azithromycin concentration (2.47mg/L versus 0.65 mg/L), while the extent of the average sinus fluid penetration, expressed by the ratio of drug concentration in tissue versus serum, was similar for both drugs (115% and 120% respectively).
In patients with ABRS, clarithromycin and azithromycin, present adequate penetration into sinus fluid to eradicate erythromycin-sensitive strains of S. pneumoniae. Considering their comparative in vitro activity, the sinus fluid pH effect and their sinus fluid penetration profile, we may conclude that among the erythromycin-resistant S. pneumoniae strains, clarithromycin might be advantageous over azithromycin in eradicating some of the low-level resistant strains.
|
4 |
Μελέτη της λειτουργικότητας του κροσσωτού επιθηλίου του βλεννογόνου του ιγμόρειου άντρου μετά από έκχυση ραδιοϊσοτόπου 99Tcm-MAA σε ασθενείς με χρόνια ιγμορίτιδα και συσχέτιση με ευρήματα αξονικής τομογραφίαςΑθανασόπουλος, Ιωάννης 26 January 2009 (has links)
Η ρινοκολπίτιδα οδηγεί τους ασθενείς σε συχνές ιατρικές επισκέψεις. Συντελεί σημαντικά στις δαπάνες για την υγεία, τόσο στις άμεσες λόγω ιατρικών επισκέψεων και φαρμακευτικής αγωγής, όσο και στις έμμεσες που συνδέονται με την απουσία από την εργασία, καθώς και με μια γενικότερη πτώση της παραγωγικότητας που οφείλεται σε μείωση της ποιότητας ζωής των ατόμων που πάσχουν.
Η βαθύτερη κατανόηση της παθογένειας και αιτιολογίας της χρόνιας ρινοκολπίτιδας είναι απαραίτητη προκειμένου να αναπτυχθούν αποτελεσματικές θεραπείες. Το ιγμόρειο άντρο αποτελεί το συχνότερο κλινικό εντοπισμό της και χώρο εύκολα προσπελάσιμο για την μελέτη της παθογένειας των παθήσεων των παραρρινίων κόλπων. Η καταστροφή του κροσσωτού επιθήλιου ή η δυσλειτουργία των κροσσών του βλεννογόνου της μύτης και των παραρρινίων κόλπων επηρεάζουν αρνητικά την κάθαρση του βλεννοκροσσωτού επιθηλίου, η οποία αποτελεί έναν από τους μηχανισμούς που διαταράσσεται σε ρινοκολπίτιδα. Η ταχύτητα μεταφοράς του βλεννοκροσσωτού επιθηλίου (mucociliary transport velocity – MTV) που εκτιμάται με το ρινοσπινθηρογράφημα θεωρείται μια αξιόπιστη μέτρηση της κάθαρσης του βλεννοκροσσωτού επιθηλίου.
Σχεδιάσαμε την παρούσα μελέτη με σκοπό τη διερεύνηση, μέσω του ρινοσπινθηρογραφήματος, της κάθαρσης του βλεννοκροσσωτού επιθηλίου σε ασθενείς με χρόνια ιγμορίτιδα που αντιμετωπίστηκαν συντηρητικά ή χειρουργικά. Επίσης μελετήσαμε την συσχέτιση της με ευρήματα από την αξονική τομογραφία καθώς και με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων του ασθενούς. / Rhinosinusitis leads patients to frequent visits to medical doctors. It greatly contributes to healthcare expenses, directly due to medical visits and medication, as well as indirectly due to the subsequent absence from work and a productivity loss due to patients’ life quality deterioration.
The deeper understanding of the cause and pathogenesis of the chronic rhinosinusitis is essential to the development of an effective treatment. The maxillary sinus is the most frequent location and it is easily accessible for the study of the pathogenesis of facial sinuses diseases. The ciliary epithelium destruction or the dysfunction of the nose mucosa’s cilia, negatively influences the mucociliary epithelium clearance, which constitutes one of the mechanisms disrupted in a rhinosinusitis. The Mucociliary Transport Velocity (MTV) which is estimated by the use of rhinoscintigraphy, is concerned a reliable measurement of the clearance of the mucociliary epithelium.
We have designed the current study, in order to investigate, through the rhinoscintigraphy, the clearance of the mucociliary epithelium in patients with chronic maxillary sinusitis who were treated conservatively or surgically. Also, we studied its correlation with the CT findings, as well as with the quality of patients’ life.
|
Page generated in 0.0242 seconds