1 |
Η μεσαία λιγνιτοφόρα στοιβάδα στο ορυχείο Μαραθούσας της λεκάνης Μεγαλόπολης : παλαιοπεριβάλλον απόθεσηςΝικολόπουλος, Κωνσταντίνος 24 January 2011 (has links)
Η μεσαία στοιβάδα του πεδίου Μαραθούσας στη λεκάνη της Μεγαλόπολης αποτελείται από εναλλαγές λιγνιτών και ανόργανων στρωμάτων και το περιβάλλον τυρφογένεσης ήταν λιμνοτελματικό. / --
|
2 |
Ιζηματολογική ανάλυση - περιβάλλοντα απόθεσης τμήματος του λιγνιτικού κοιτάσματος του ορυχείου Χωρεμίου στην ΜεγαλόποληΚουρέτας, Κωνσταντίνος 11 July 2013 (has links)
Ήδη από την αρχαιότητα ήταν γνωστές διάφορες εμφανίσεις λιγνίτη στην περιοχή της Μεγαλόπολης. Ο Παυσανίας (2ος μ.Χ. αιώνας) αναφέρει, ότι κοντά σε μια πηγή στον Αλφειό ποταμό που διασχίζει τη λεκάνη «ανέθρωσκεν πυρ», γεγονός που μάλλον οφειλόταν σε αυτανάφλεξη λιγνίτη. Μέχρι το 1957 τα αποθέματα της λεκάνης υπολογίζονταν σε 2-3 Μt. Λειτουργούσαν μικρές ιδιωτικές εκμεταλλεύσεις, αλλά δεν υπήρχε ιδιαίτερο μεταλλευτικό ενδιαφέρον λόγω της κακής ποιότητας του λιγνίτη.
Οι πρώτες συστηματικές έρευνες για τον εντοπισμό λιγνίτη στην ευρύτερη περιοχή έλαβαν χώρα μεταξύ των ετών 1957-1960 και είχαν θετικό αποτέλεσμα. Διαπιστώθηκαν 700 Μt βέβαια λιγνιτικά αποθέματα, από τα οποία 490 Μt θεωρήθηκαν τεχνικοοικονομικά απολήψιμα. Η εκμετάλλευση του λιγνίτη από τη Δ.Ε.Η. ξεκίνησε από το πεδίο Θωκνίας το 1969. Η κίνηση αυτή ήταν πολύ σημαντική για τα παγκόσμια δεδομένα, γιατί για πρώτη φορά ένας τόσο φτωχός σε θερμαντική ικανότητα λιγνίτης χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέγειας.
Η εκμετάλλευση του λιγνιτικού κοιτάσματος γίνεται επιφανειακά με ορθές βαθμίδες. Οι απαιτήσεις αφενός μεν για εκλεκτική εξόρυξη του λιγνίτη ή των αγόνων υλικών, αφετέρου δε για υψηλή παραγωγή οδήγησαν στην επιλογή της συνεχούς γερμανικής μεθόδου εκσκαφής, μεταφοράς και απόθεσης. Για την εξόρυξη του κοιτάσματος χωρίζονται τα υπερκείμενα άγονα υλικά και τα λιγνιτικά στρώματα σε βαθμίδες ύψους 10 έως 30 m. Το κοίτασμα εκσκάπτεται κατά στρώσεις και τα μεν άγονα υλικά (υπερκείμενα ή ενδιάμεσα) μεταφέρονται με τους ταινιόδρομους στους αποθέτες, ο δε λιγνίτης μεταφέρεται στις αυλές των ατμοηλεκτρικών σταθμών ή σε υπαίθριες αποθήκες των λιγνιτωρυχείων. Η απόθεση των αγόνων υλικών γίνεται σε ειδικά επιλεγμένες περιοχές, όπου μεταφέρεται και η τέφρα, το υπόλειμμα της καύσης του λιγνίτη στους σταθμούς. Στη λεκάνη της Μεγαλόπολης διακρίνονται τέσσερα λιγνιτικά κοιτάσματα. / -
|
3 |
Παλαιοπεριβάλλον απόθεσης της μεσαίας λιγνιτοφόρας στοιβάδας στο ορυχείο της Μαραθούσας στη λεκάνη της ΜεγαλόποληςΚαστανίδης, Απόστολος 28 February 2013 (has links)
Στη μελέτη αυτή αρχικά δίνονται πληροφορίες για το περιβάλλον σχηματισμού του κοιτάσματος στην περιοχή της Μαραθούσας, που βρίσκεται στη Μεγαλόπολη. Παρουσιάζονται αναλυτικά τα αποτελέσματα των δοκιμών, που πραγματοποιήθηκαν στο εργαστήριο, σε δείγματα λιγνίτη που πάρθηκαν από την περιοχή αυτή. Οι δοκιμές αυτές περιλαμβάνουν μακροσκοπική και μικροσκοπική παρατήρηση, προσδιορισμούς υγρασίας, τέφρας, πτητικών συστατικών και θερμαντικής ικανότητας. / Lignite formations of Marathousa mine, Megalopolis, Greece.
|
4 |
Megalopolis and the Achaian koinon : local identity and the federal stateClose, Elke January 2018 (has links)
This dissertation examines the relationship between the Arkadian city of Megalopolis and the Achaian koinon in the Hellenistic period. By arguing that Megalopolis was a polis which used its own local identity to carve out a prominent position for itself within the Achaian federation, this thesis is able to provide new insights into the study of the wider topic of the relationship between federations and their member states. To support this argument, the thesis is divided into three parts. In part one of the dissertation, the Megalopolitan identity is clearly established by identifying its basic components, which were the result of the city's foundation by the Arkadian koinon around 368 BC as well as its Achaian membership of 235 BC. The Megalopolitan identity was marked by a complex structure; it was characterised by a deep and traditional hatred for Sparta, longstanding relations with the Macedonian kings, a clear understanding of the mechanisms of a federal state and multi-ethnic politics, and, by Polybius' time, a connection to both Arkadia as well as Achaia. The second part examines the influence of this local identity on the koinon through the direct relationship of Megalopolis with the federal government via its Achaian membership. Within the Achaian League, Megalopolis was an active member, taking part in the federal institutions and minting coins. However, through its interactions with other members of the federal state, Megalopolis used its relationship with the federal state to its own advantage. Finally, the last part of the thesis explores the role of Megalopolis and its local interests in Achaian foreign politics. The polis seems to have influenced these through the emergence of a series of influential statesmen (such as Philopoimen and Lykortas) as well as several new policies pursued by the Achaians after Megalopolis' membership. Examples of these new policies are the Achaian alliance with Macedon of 225 BC and the increased focus of the koinon on Sparta in the second century BC, something that also shaped Achaian interactions with Rome. Throughout the thesis particular attention is paid to the narrative of the historian Polybius and the problems his writings pose, since he was an important source for the history of the Achaian koinon and who, as a Megalopolitan, was an excellent example of this distinct Megalopolitan identity. By shedding light on the various ways in which Megalopolis affected the Achaian koinon and its politics, this thesis shows that Megalopolis merits more attention than it has received in the past, as it was more than just an Arkadian city that was a member of the Achaian koinon. Furthermore, the intricate analysis of the distinct Megalopolitan identity makes a novel contribution to the wider study on the interaction between the polis, as a civic unit, and the federal state, as a developing political structure.
|
5 |
Pyramids and the City: Urban Encroachment on Chinese Heritage in Xi'anWeller, Austin W. 09 October 2013 (has links)
No description available.
|
6 |
Εκτίμηση της κινητικότητας ιχνοστοιχείων από δείγματα λιγνίτη, ιπτάμενης τέφρας, τέφρας εστίας και αποθέσεων σε όξινο, ουδέτερο καιι βασικό περιβάλλονΖηλάκου, Σταματίνα 01 October 2008 (has links)
Οι μεγάλες ποσότητες ιπτάμενης τέφρας και τέφρας εστίας που παράγονται κατά την καύση του χαμηλής ποιότητας λιγνίτη, όπως είναι ο λιγνίτης της Μεγαλόπολης, περιέχουν διάφορα τοξικά στοιχεία, όπως Cd, Co, Ni, Pb, Zn, τα οποία είναι δυνατό να εκπλυθούν και να ρυπάνουν το έδαφος, το επιφανειακό και το υπόγειο νερό.
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εκτιμηθεί η κινητικότητα των ιχνοστοιχείων και η δυνατότητα έκπλυσής τους κάτω από συνθήκες διαφορετικών pH (3, 5, 7 και 8,5). Αντικείμενο της εργασίας αποτελεί η γεωχημική μελέτη δειγμάτων λιγνίτη, ιπτάμενης τέφρας, τέφρας εστίας και αποθέσεων. Οι εργαστηριακές εξετάσεις περιελάμβαναν προσεγγιστική και άμεση ανάλυση, καθώς και στοιχειακή ανάλυση με φασματομετρία ατομικής απορρόφησης φλόγας. Ακολούθησαν πειράματα απόπλυσης και προσδιορισμός των εκπλυομένων ιχνοστοιχείων As, Β, Ba, Be, Cd, Co, Cr, Cu, Ga, Ge, Hf, Li, Mn, Mo, Nb, Ni, P, Pb, Rb, Sb, Sc, Sn, Sr, Ta, Th, Ti, U, V, W, Y, Yb, Zn, Zr µε φασµατοµετρία μάζας επαγωγικού ζεύγους πλάσματος. Επίσης, προκειμένου να εκτιμηθεί η πτητικότητα των ιχνοστοιχείων κατά την καύση, υπολογίστηκε ο συντελεστής εμπλουτισμού. Για τη στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων εφαρμόστηκε η μέθοδος της παραγοντικής ανάλυσης τύπου R στα ποσοστά έκπλυσης των ιχνοστοιχείων.
Από τις εργαστηριακές αναλύσεις προέκυψε ότι ο λιγνίτης και οι τέφρες περιείχαν υψηλότερα ποσοστά σε Ca και Fe έναντι των K, Mg και Na. Όσον αφορά στα ιχνοστοιχεία, ο λιγνίτης εμφανίζει υψηλές περιεκτικότητες σε Ba, Mn, P, Sr, Ti, ενώ οι τέφρες παρουσιάζονται εμπλουτισμένες σε αυτά τα ιχνοστοιχεία, με εξαίρεση το Ba, και επιπλέον σε Cr, Mo, Ni, V.
Με βάση τους συντελεστές εμπλουτισμού, τα ιχνοστοιχεία B, Ba, Li, Rb, Sn εμφανίζονται ιδιαίτερα πτητικά. Μέτρια πτητικότητα παρατηρείται για τα As, Cd, Ga, Mo, Ni, P, Pb, Sb, Sc, Sr, Ta, W, Zn, ενώ τα Be, Co, Cr, Cu, Ge, Hf, Mn, Nb, Th, Ti, U, V, Y, Yb, Zr χαρακτηρίζονται ως μη πτητικά.
Ως προς την κινητικότητα των ιχνοστοιχείων, τα μεγαλύτερα ποσοστά έκπλυσης εμφανίζουν τα Cd, Mo, Rb, Sb, Sr. Μέτρια κινητικότητα παρατηρείται για τα As, B, Ba, Cr, Ga, Li, Mn, P, U, V, W, ενώ αρκετά δυσκίνητα παρουσιάζονται τα Be, Co, Cu, Ge, Hf, Nb, Ni, Pb, Sc, Sn, Ta, Th, Ti, Y, Yb, Zn, Zr.
Γενικά, σε όλες τις τιμές pH, τα As, Co, Cr, Cu, Mn, Ρ, Th δείχνουν μία προτίμηση έκπλυσης από το λιγνίτη, ενώ τα Ba, Li, Mo, Rb, Sr, V από την ιπτάμενη τέφρα. Η κινητικότητα των B, Cd, Ga, Ge, Sb, U, W αυξάνεται στα δείγματα της τέφρας εστίας, ενώ στις αποθέσεις δεν παρατηρείται κοινή τάση έκπλυσης για κάποια ιχνοστοιχεία. / The great quantity of fly and bottom ash produced during the combustion of high-ash lignite, like the Megalopolis lignite, are rich in toxic elements, such as Co, Cd, Ni, Pb, Zn; these can be leached resulting in contamination of the soil, as well as of the surface and underground water.
The aim of this study is to estimate the mobility of trace elements and the leaching possibility from ash in different pH values (3, 5, 7 and 8.5). The object of the current study is the geochemical analyses of samples from bulk lignite, fly ash, bottom ash and ash deposits. Lignite and ash samples were evaluated by means of proximate and ultimate analysis, as well as by determining the concentrations of elements using FAAS. ICP-MS analyses were carried out in order to determine the contents of the trace elements As, Β, Ba, Be, Cd, Co, Cr, Cu, Ga, Ge, Hf, Li, Mn, Mo, Nb, Ni, P, Pb, Rb, Sb, Sc, Sn, Sr, Ta, Th, Ti, U, V, W, Y, Yb, Zn, Zr in leachates. Furthermore, to approach the volatility of trace elements during combustion, the relative enrichment factor (RE) was calculated. For statistical reason, the type R factor analysis was applied in the leaching percentage of trace elements.
The results reveal that the Ca and Fe contents were higher than these of K, Mg and Na in the lignite and ash samples. As far as trace elements are concerned, the lignite shows higher Ba, Mn, P, Sr, Ti contents, while the ashes are enriched in Cr, Mn, Mo, Ni, P, Sr, Ti, V.
Boron, Ba, Li, Rb, Sn appear to be the most volatile elements, while As, Cd, Ga, Mo, Ni, P, Pb, Sb, Sc, Sr, Ta, W, Zn show a medium volatility. Likewise, Be, Co, Cr, Cu, Ge, Hf, Mn, Nb, Th, Ti, U, V, Y, Yb, Zr are not volatile during combustion.
Cadmium, Mo, Rb, Sb, Sr reveal the highest mobility. Medium mobility is observed in As, B, Ba, Cr, Ga, Li, Mn, P, U, V, W, while Be, Co, Cu, Ge, Hf, Nb, Ni, Pb, Sc, Sn, Ta, Th, Ti, Y, Yb, Zn, Zr are not mobile.
Generally, in all pH values, As, Co, Cr, Cu, Mn, Ρ, Th are leached from lignite and Ba, Li, Mo, Rb, Sr, V from fly ash. The mobility of B, Cd, Ga, Ge, Sb, U and W is higher in bottom ash samples, while such behavior is not common in the ash deposits for any elements.
|
7 |
Εφαρμογή μεθόδων οργανικής πετρολογίας και οργανικής γεωχημείας στη μελέτη της ρύπανσης των ιζημάτων του Αλφειού Ποταμού από την εκμετάλλευση του λιγνιτικού κοιτάσματος Μεγαλόπολης / Application of organic petrology and organic geochemistry in the study of the contamination of Alfeios River sediments from the exploitation of Megalopolis lignite depositΣιαβάλας, Γιώργος 14 May 2007 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι ο προσδιορισμός της ρύπανσης των ιζημάτων του Αλφειού ποταμού από στερεά σωματίδια, που προέρχονται από την εξόρυξη και την καύση του λιγνίτη Μεγαλόπολης. Βασικό αντικείμενο έρευνας αποτέλεσε η μικροσκοπική εξέταση του οργανικού μέρους, που είναι παρόν στα ιζήματα του Αλφειού ποταμού και η οργανική γεωχημική εξέταση επιλεγμένων δειγμάτων για την ανίχνευση πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων (polycyclic aromatic hydrocarbons, PAHs). Επιπλέον σε δείγματα λιγνίτη, ιπτάμενης τέφρας, τέφρας εστίας και τέφρας απόθεσης από το Λιγνιτικό Κέντρο Μεγαλόπολης πραγματοποιήθηκε μία σειρά εργαστηριακών προσδιορισμών, που περιέλαβε προσεγγιστική και άμεση ανάλυση, ανθρακοπετρογραφική εξέταση του λιγνίτη, καθώς και ορυκτολογικές και στοιχειακές αναλύσεις. Με βάση τις περιεκτικότητες του λιγνίτη και των παραπροϊόντων της καύσης του σε κύρια στοιχεία και ιχνοστοιχεία μπορεί να εκτιμηθεί η κινητικότητά τους κατά την καύση και το κατά πόσο αυτά διαφεύγουν στο περιβάλλον ή παραμένουν στο χώρο καύσης. Τα πιο ευκίνητα στοιχεία, που περιέχονται στο λιγνίτη Μεγαλόπολης, είναι τα Ba, Li, Mg, Rb και Sn, τα οποία μαζί με τα As και Pb, που συμμετέχουν στο λεπτόκοκκο τμήμα της ιπτάμενης τέφρας αποτελούν δυνητικούς ρυπαντές. Αντίθετα τα στοιχεία Ge, Mn, Th, Ti και Y είναι περιβαλλοντικά λιγότερο επικίνδυνα, καθώς συμμετέχουν στο τμήμα των παραπροϊόντων, που παραμένει στην τέφρα των ατμοηλεκτρικών σταθμών. Από μικροσκοπική παρατήρηση προέκυψε ότι το οργανικό υλικό, που είναι παρόν στα συγκεκριμένα ιζήματα αποτελείται κατά 78,4% κ.ό. από ανθρωπογενή σωματίδια, ενώ το υπόλοιπο 21,6% αποτελείται από φρέσκα φυτικά υπολείμματα. Το 81,5% κ.ό. του συνόλου των ανθρωπογενών σωματιδίων αποτελείται από κόκκους λιγνίτη και το 19,5% κ.ό. συνίσταται από εξανθρακώματα, που μεταφέρονται με την ιπτάμενη τέφρα και αποτίθενται στα ιζήματα. Τα ανθρακούχα σωματίδια στα ιζήματα του Αλφειού αντικατοπτρίζουν την ανθρακοπετρογραφική σύσταση του λιγνίτη Μεγαλόπολης, από την οποία εξαρτάται επίσης και η μορφή των εξανθρακωμάτων. Το επίπεδο των συγκεντρώσεων PAHs στα ιζήματα του Αλφειού είναι σχετικά χαμηλό (10-100 ng/g), ωστόσο η καύση του λιγνίτη συνεισφέρει σε ποσοστό 39,5% στην εκπομπή τους, ενώ το 23,5% προέρχεται από τον ίδιο το λιγνίτη. Η συμμετοχή των PAHs στα συγκεκριμένα ιζήματα φαίνεται να σχετίζεται ως ένα βαθμό με την παρουσία εξανθρακωμάτων, γεγονός που υποδεικνύει διεργασίες ρόφησης. Με την παρούσα εργασία αποδεικνύεται ότι η Οργανική Πετρολογία σε συνδυασμό με δεδομένα Οργανικής και Ανόργανης Γεωχημείας, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο σε ό,τι αφορά στον προσδιορισμό της ρύπανσης ιζημάτων και εδαφών από την εκμετάλλευση γαιανθράκων. / The main target of the present study is the assessment of the contamination degree of Alfeios River sediments with solid particles deriving from mining and combustion of Megalopolis lignite. The objectives of the study were the microscopical examination of the organic matter present in these sediments, as well as the determination of the concentration of Polycyclic Aromatic Hydrocarbons (PAHs) in selected samples. Additionally in lignite, fly ash, bottom ash and ash deposit samples, were conducted a string of analyses including, proximate and ultimate analyses along with mineralogical and elemental determinations. The mobility of major and trace elements during the combustion of lignite can be estimated according to the concentration of these elements in bulk lignite and its combustion by-products. Based on these results the most mobile and thus more environmentally "sensitive" elements in Megalopolis lignite are As, Ba, Li, Mg, Pb, Rb and Sn, while Ge, Mn, Th, Ti and Y are the less mobile elements participating mostly in bottom ash. From the microscopical study of the organic matter present in Alfeios sediments it is evident that it consists of 78,4% of anthropogenic particles, while the remaining 21,6% consists of fresh plant remnants. The 81,5% of the anthropogenic particles consists of lignite particles deriving from mining and transportation processes and the remaining 19,5% consists of char particles transported and deposited as portion of the fly ash produced in Megalopolis Lignite Centre. The coal-petrographic composition of lignite particles is similar to the coal-petrographic composition of Megalopolis lignite. The latter is also responsible for the shape and texture of the char particles. The PAHs concentration level is rather low, ranging from 10-100 ng/g. Nevertheless lignite combustion along with the Megalopolis lignite itself are the main emission sources of such compounds accounting for 39,5% and 23,5% respectively. The presence of PAHs is related to the presence of char particles, probably via sortion procedures. The results of this study show that Organic Petrology can be a useful tool in environmental science and particularly in the field of contamination of soils and sediments from coal exploitation, if combined with Organic and Inorganic Geochemical data.
|
8 |
Theodore Metochites : 'Byzantios', or, 'About the imperial megalopolis' : introduction, text and commentaryPougounia, Irini January 2003 (has links)
As the title suggests, <i>Byzantios</i> or <i>About the Imperial Megalopolis</i> is the eulogy of Constantinople, one of Theodore Metochites' many works that still remain unpublished due to the writer's obscure style. My primary aim in this edition has been to establish the text, an oration written by one of the most prominent figures of the Palaeologan Renaissance. In fact, the text constitutes the eulogy of the Capital of the Byzantine Empire and it could provide useful information to historians, archaeologists and Various scholars. However, I must ask for the reader's understanding regarding the matters of punctuation. The artificial style and rhetorical presentation in many passages make no wonder if a satisfactory rendering of the Greek can be achieved. I have added an Introduction where I deal with Metochites' life and works, the genre of <i>Byzantios</i> and a few more issues raised by the oration (missing folios, dating of the oration, etc.). The text needs to be elucidated from a wide Variety of sources, historical and literary, and this is the main aim of the commentary. In addition. I wished to present reasons for my interventions in the Greek text, to offer some parallels from other - mainly rhetorical - works and to give the quotations of the classical authors to which Metochites refers. Obviously the commentary does not provide exhaustive discussion of the many different topics raised in <i>Byzantios</i>, but I hope to have provided a minimum bibliography for further study. The appendix at the end shows how much Metochites followed Menander's precepts. I believe that the indexes will also prove useful to the reader.
|
9 |
NEIGHBORHOOD DESIGN: RESPONSE TO MEGALOPOLISWALDRON, STEVEN 14 July 2005 (has links)
No description available.
|
10 |
Towards environmental sustainability in the metropolitan zone of Mexico City : indicators and projections to 2030Fernández, Cassio Luiselli 12 1900 (has links)
This thesis develops quantitative indicators of environmental sustainability for Mexico City
and its metropolitan zone of influence (MCMZ). These indicators of sustainability were
developed by taking into account seven key variables for the urban environment: the water
supply situation, air pollution, transportation and roads, energy, solid wastes, the housing
supply and green areas. Based on these indicators and the history of the city's physical
evolution since it was founded seven centuries ago, a desirable type of urban form is
proposed, one in which there is a "decentralized concentration" which would allow Mexico
City to approach sustainability in a time frame that concludes in or about the year 2030.
Accordingly, the thesis proposes urban policy measures that, while addressing issues of
sustainability, permit Mexico City to face the challenges of globalisation, which would
entail transforming it into a "global city'' within a worldwide network of great cities. The
urban policy and environmental measures that are recommended anticipate the largest
economic, demographic and technological changes that will affect Mexico City, but are
above all in harmony with the natural ecosystems of the elevated endorheic basin in which
it lies. They do no call for a break with or the alteration of the city's natural landscape or its
already constructed historical patrimony and, when possible, they presuppose a new
sustainable hydraulic model, capable of restoring lakes and recharging the underground
aquifer. Finally, a great deal of emphasis is placed on the recuperation of green areas in
accordance with the basin's original natural vegetation. / Geography / D.Litt. et Phil. (Geography)
|
Page generated in 0.0516 seconds