Spelling suggestions: "subject:"ανάλυση δεδομένων"" "subject:"aνάλυση δεδομένων""
1 |
Υποδείγματα πτώχευσης επιχειρήσεων με βάση την περιβάλλουσα ανάλυση δεδομένωνΓιαννή, Σοφία 17 September 2012 (has links)
Είδαμε τα μοντέλα της DEA και της worst practice DEA. Δείξαμε πώς το μοντέλο της DEA, στοχεύοντας στον προσδιορισμό των εταιρειών που είναι αναποτελεσματικές στο να είναι καλές και το μοντέλο της worst practice DEA, στοχεύοντας στον προσδιορισμό των εταιρειών που είναι αποτελεσματικές στο να είναι κακές, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εντοπίσουν τις χειρότερες επιδόσεις, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για την αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου. Επιπλέον, δείξαμε πώς η χρήση μιας τεχνικής διαστρωμάτωσης δίνει μεγάλη ακρίβεια την ταξινόμηση. Η προσέγγιση της διαστρωμάτωσης έχει επίσης το πλεονέκτημα της ευελιξίας, αφού δίνει την δυνατότητα της επιλογής των επιπέδων που κάποιος επιθυμεί να εξετάσει το ενδεχόμενο. Με αυτό τον τρόπο επιτρέπεται η ενσωμάτωση των συμπεριφορών κινδύνου και η δυνατότητα της τιμολόγησης με βάση τον κίνδυνο, με διαφορετικές τιμές (επιτόκια) στα διάφορα επίπεδα. Τέλος, συνδυάζοντας κανονικά και worst practice μοντέλα αναμέναμε πιο σαφή αποτελέσματα για τις χειρότερες αποδοτικές εταιρείες και το επίπεδο κινδύνου που κατέχουν, λόγω όμως του μικρού αριθμού εταιρειών που είχαμε προς εξέταση δεν είχαμε τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Η ιδέα της χρησιμοποίησης των χειρότερων πρακτικών DEA αποσκοπεί ειδικά στην καταγραφή των χειρότερων αποδόσεων και προφανώς σχετίζεται με την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας, αλλά έχει και μια γενικότερη χρήση. Σε μια τυποποιημένη ανάλυση της παραγωγικότητας χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό των κανονικών και των worst practice DEA μοντέλων σημαίνει την εξεύρεση τόσο των καλών επιδόσεων που θα πρέπει να ανταμείβονται και να χρησιμοποιηθούν ως στόχοι για τις άλλες, καθώς και των χειρότερων που είναι οι μεγαλύτερες δυνατότητες εξοικονόμησης που μπορεί να βρεθούν.
Μία ενδιαφέρουσα συνέχεια της προσέγγισης θα ήταν, εάν είχαμε τα στοιχεία των εταιρειών του έτους 2007, να εφαρμόζαμε με τον ίδιο τρόπο το κανονικό μοντέλο DEA, το μοντέλο worst practice DEA και τον συνδυασμό τους ώστε να επικυρώσουμε την προσέγγιση που δοκιμάζουμε με το να επιτυγχάναμε το ίδιο επίπεδο ταξινόμησης στο νέο σύνολο δεδομένων.
Παρουσιάσαμε επίσης τα μοντέλα του WPF-SBM και HypoSBM στην έννοια της χειρότερης πρακτικής. Η εφαρμογή του μοντέλου HypoSBM όχι μόνο κάνει διάκριση μεταξύ εκείνων που λαμβάνονται ως χειρότερες επιδόσεις από το WPF-SBM μοντέλο, αλλά ανταποκρίνεται και στην πραγματική κατάσταση, όπου υπάρχει μόνο ένα μικρό μέρος των επιχειρήσεων που καταθέτουν πτώχευση σε ένα μέσο έτος. Η αναλογία πτωχυμένων προς υγιείς επιχειρήσεις πρέπει να εξαρτάται από την περιοχή ή χώρα όπου η βιομηχανία βρίσκεται και τον οικονομικό κύκλο (ύφεση ή ανάκαμψη). Στη συνέχεια παίρνουμε μια πλήρη κατάταξη για τις χειρότερες αποδόσεις στο χειρότερο σενάριο. Τα αποτελέσματα από την αριθμητική εικόνα σχετικά με την αξιολόγηση του επενδυτικού κινδύνου επικυρώνουν τα μοντέλα WPF-SBM και HypoSBM. Έτσι ο καλύτερος συνδυασμός της στρωματοειδούς WPF-SBM και HypoSBM μοντέλα αποδίδουν εντυπωσιακή πρόβλεψη πτώχευσης. Αυτό που θα μπορούσαμε να πούμε σχετικά με τον κατασκευαστικό κλάδο είναι ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα, φάνηκε να υπάρχει πρόβλημα στον κλάδο αφού οι εταιρείες που εμφανίζονται ως δυνητικά αποτυχημένες είναι οι 5 από τις 18 που εξετάσαμε και αυτό αποτελεί ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό.
Θα θέλαμε να αναφέρουμε ότι δεν υπάρχει τέλειο μοντέλο ή προσέγγιση για την αξιολόγηση των επιδόσεων, την αξιολόγηση των κινδύνων ή της πτώχευσης. Η προτεινόμενη προσέγγιση παρέχει μια νέα μεγάλη λεωφόρο για μελλοντικές έρευνες. Εάν ήταν εφικτό να είχαμε πρόσβαση σε δεδομένα περισσότερων εταιρειών, έτσι ώστε οι υγιείς εταιρείες να είναι αναλογικά πολύ περισσότερες από τις αποτυχημένες εταιρείες, θα μπορούσαμε να έχουμε ακόμη πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα. Επίσης στην συγκεκριμένη πρακτική εφαρμογή, ενδιαφέρουσα μελλοντική εξέλιξη στην έρευνα θα ήταν να θέταμε κάποιους περιορισμούς στις εισροές και εκροές που χρησιμοποιούμαι αλλά και η σύγκριση των αποτελεσμάτων με άλλες τεχνικές.
Για τις περιπτώσεις με ασαφή στοιχεία, αναμένονται νέα μοντέλα χειρότερης πρακτικής DEA. Πολλά από τα υπάρχοντα μοντέλα βέλτιστης πρακτικής DEA που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση των προβλημάτων θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν σε μοντέλα χειρότερης πρακτικής DEA για να εξετάσουν το πρόβλημα από διαφορετική οπτική γωνία. Το μοντέλο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άλλες βιομηχανίες ανάληψης κινδύνου, όπως ο ασφαλιστικός κλάδος. Άλλες κατάλληλες διατυπώσεις επέκτασης του WPF-DEA μοντέλου, μαζί με άλλες προσεγγίσεις και εφαρμογές, είναι επίσης σημαντικό για να τονίσει την πρακτικότητα του. / This paper includes the use of combination of models which are called Worst Practice DEA (Data Envelopment Analysis)in slacks based measurement for the detection of potential bankrupt business with a practical example in construction industry.
|
2 |
Ανάλυση οικονομικών δεδομένων με χρήση τεχνικών εξόρυξηςΖαβουδάκης, Γεώργιος 19 May 2015 (has links)
Μετά την μεγάλη έξαρση της τεχνολογικής ανάπτυξης ο όγκος των δεδομένων-πληροφοριών σήμερα είναι τεράστιος και όσο περνάνε τα χρόνια θα μεγαλώνει ακόμα περισσότερο. Είναι βέβαιο λοιπόν ότι ζούμε στην κοινωνία της πληροφορίας, όπου η μετατροπή των δεδομένων σε πληροφορία απαιτείται να οδηγεί στη μετατροπή της πληροφορίας σε γνώση. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη επεξεργασίας αυτών των δεδομένων και η μετατροπή τους σε χρήσιμες πληροφορίες που θα βοηθήσουν στην λήψη αποφάσεων. Οι τεχνικές εξόρυξης αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο που μας βοηθά να αντλήσουμε γνώση από μεγάλους όγκους δεδομένων και αν σκεφτούμε ότι όλα αυτά μπορούν να συνδυαστούν με στατιστικές μεθόδους τότε εύκολα μπορούμε να κάνουμε ανάκτηση πληροφορίας. Η συνύπαρξη ετερόκλητων επιστημονικών πεδίων όπως της στατιστικής, της μηχανικής εκμάθησης, της θεωρίας της πληροφορίας και των υπολογιστικών διαδικασιών, έχει δημιουργήσει μια νέα επιστήμη με δυναμικά εργαλεία.
Η επιστήμη αυτή καλείται «Εξόρυξη Δεδομένων (ΕΔ)» (Data Mining) και είναι μέρος της διαδικασίας «Ανακάλυψης Γνώσης από Βάσεις Δεδομένων» (Knowledge Discovery in Databases - KDD). Τα εργαλεία της ΕΔ είναι οι αλγόριθμοί της, οι οποίοι επιχειρούν να βρουν χρήσιμα και κατανοητά πρότυπα στα δεδομένα.
Κύριος στόχος της παρούσας Διπλωματικής Εργασίας είναι η συγκέντρωση βασικών αλγορίθμων και μεθόδων που επιλέγουν και καθαρίζουν δεδομένα, αναγνωρίζουν πρότυπα, βελτιστοποιούν ένα σύστημα διαχείρισης και συσταδοποιούν δεδομένα. Θα δώσουμε έμφαση σε αλγορίθμους που είναι κατάλληλοι για χρονικά οικονομικά δεδομένα.
Εκτός από την καταγραφή των μεθόδων και εφαρμογών της Εξόρυξης δεδομένων και της KDD, θα εφαρμόσουμε τεχνικές συσταδοποίησης σε ένα σύνολο δεδομένων, το οποίο περιλαμβάνει οικονομικά δεδομένα από τρεις διαφορετικές κατηγορίες: τιμές των μετοχών υψηλής κεφαλαιοποίησης του δείκτη Nasdaq , η διαχρονική ισοτιμία Ευρώ/δολλαρίου και η διαχρονική διαμόρφωση των τιμών του πετρελαίου/ανα βαρέλι στις διεθνείς αγορές.Η εργασία αυτή χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια: Εισαγωγή, θεωρητικό υπόβαθρο, μεθοδολογία, υλοποίηση πρακτικής εφαρμογής και συμπεράσματα. Στο κεφάλαιο 1 κάνουμε μια πρώτη γνωριμία με την Εξόρυξη γνώσης από Δεδομένα ,στο κεφάλαιο 2 γίνεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση και παρουσιάζεται αναλυτικά όλο το θεωρητικό υπόβαθρο των μεθόδων που θα χρησιμοποιηθούν. Στο κεφάλαιο 3 παρουσιάζονται οι μεθοδολογίες (μέθοδοι εξόρυξης για συσταδοποίηση, κατηγοριοποίηση και πρόβλεψη) που χρησιμοποιήθηκαν για τη μελέτη, ενώ στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζεται μια πρακτική εφαρμογή των παραπάνω ως αποτελέσματα των μεθοδολογιών αυτών. Και τέλος, στο κεφάλαιο 5 παρουσιάζονται κάποια συμπεράσματα που μπορούμε να εξάγουμε από την υλοποίηση της πρακτικής εφαρμογής.
Η εργασία αυτή έχει ως στόχο να αναδείξει την σχέση που μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στην Οικονομική επιστήμη και σε αυτήν της Τεχνητής Νοημοσύνης, εστιάζοντας κυρίως στο κατά πόσο η δεύτερη μπορεί να δώσει λύσεις σε καίρια ζητήματα, προβλήματα αλλά και προκλήσεις που παρουσιάζονται στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον. Το μέσο για την εκπλήρωση αυτού του στόχου είναι οι τεχνικές Data Mining, που στα ελληνικά σαν όρος, αποδίδονται ως Τεχνικές Εξόρυξης Δεδομένων. Για την υλοποίηση της εργασίας αυτής, σαν πηγές χρησιμοποιήθηκαν πολλά επιστημονικά βιβλία που σχετίζονται με την Οικονομία, τα Χρηματοοικονομικά, την Τεχνητή Νοημοσύνη και τις μεθόδους Data Mining, τις Πολυκριτήριες Τεχνικές Ταξινόμησης αλλά και την Στατιστική. Το αποτέλεσμα από τον συνδυασμό των παραπάνω θα παρουσιαστεί στις σελίδες που θα ακολουθήσουν. / After the great upsurge of technological development the volume of currently-information data is huge and as the years pass will grow even more. It is certain, therefore, that we live in the information society, where the transformation of data into information needed to drive the conversion of information into knowledge. This created the need to process this data and turn them into useful information that will help in decision making. The mining techniques are an important tool that helps us to draw knowledge from large volumes of data and if we think that all this can be combined with statistical methods then we can easily retrieve information. The disparate disciplines such as statistics, machine learning, information theory and computational procedures, has created a new science with powerful tools.
This science is called "Data Mining (DM)» and is part of the 'Knowledge Discovery from Databases ». The tools of DM are the algorithms that are trying to find useful and understandable patterns in data.
The main objective of this thesis is the concentration of basic algorithms and methods chosen and cleanse data, recognize patterns, optimize a management system and clustering data. Will emphasize algorithms that are suitable for time economic data.
Besides recording the methods and applications of data mining and KDD, we apply clustering techniques to a data set, which includes financial data from three different categories: price-cap stock index Nasdaq, the timeless rate Euro / dollar and the configuration of oil prices / per barrel in international markets.
This paper is divided into five chapters: Introduction, theoretical background, methodology, implementation of practical application and conclusions. In Chapter 1, we make a first acquaintance with the Mining Data, in Chapter 2 is the literature review and presented in detail all the theoretical background of the methods used. Methodologies presented in Chapter 3 (mining methods for clustering, classification and prediction) used for the study, while the next chapter presents a practical application of the above as a result of these methodologies. Finally, Chapter 5 presents some conclusions can be drawn from the implementation of the practice.This paper aims to highlight the relationship that can exist between economic science and that of Artificial Intelligence, focusing mainly on whether the latter can provide solutions to key issues, problems and challenges presented in today's economic environment . The means to achieve this objective are the technical Data Mining, which in Greek as term, rendered as Technical Data Mining. For the realization of this work, as sources used many scientific books related to the Economy, Finance, Artificial Intelligence and methods Data Mining, the Multicriteria Classification Techniques and Statistics. The result from the combination of the above will be presented in the pages that follow.
|
3 |
Διερεύνηση της αποτελεσματικότητας 37 ελληνικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που συμμετείχαν στο πρόγραμμα κοινοτικής δράσης ERASMUS για τα ακαδημαϊκά έτη 2007-08 έως 2010-11 με βάση την περιβάλλουσα ανάλυση δεδομένωνΣταμάτη, Αικατερίνη 03 April 2015 (has links)
Σημαντικό ρόλο, σε οποιαδήποτε δράση ή διαδικασία, παίζει η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων. Η αξιολόγηση, εκτός από την επίτευξη κάποιου στόχου, μπορεί να έχει την έννοια της σύγκρισης με άλλες μονάδες ή την προσπάθεια εκτίμησης της διαχρονικής προόδου. Έχουν αναπτυχθεί διάφορες μέθοδοι αξιολόγησης, ενώ το πεδίο εφαρμογής είναι ιδιαίτερα ευρύ.
Στην παρούσα εργασία έγινε εστίαση στον τομέα της εκπαίδευσης, με τη βοήθεια της Περιβάλλουσας Ανάλυσης Δεδομένων (Data Envelopment Analysis, DEA) που αποτελεί μια μέθοδο αποτίμησης της αποδοτικότητας ενός συνόλου συγκρίσιμων και ομοιογενών ομάδων. Χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης μεθοδολογίας αποτελεί ο διαχωρισμός των Μονάδων Λήψης Αποφάσεων σε αποδοτικές και μη αποδοτικές. Με βάση αυτή τη παράμετρο, έγινε προσπάθεια διερεύνησης της αποτελεσματικότητας 37 Ελληνικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων που συμμετείχαν στο πρόγραμμα κοινοτικής δράσης ERASMUS κατά τα ακαδημαϊκά έτη 2007-08 έως 2010-11
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της εργασίας όλες τις ακαδημαϊκές χρονιές υπήρξαν αποδοτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα με τα περισσότερα να συγκεντρώνονται το ακαδημαϊκό έτος 2008-09. Είναι άξιο παρατήρησης ότι ο αριθμός των αποδοτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων σε σχέση με το σύνολο των εξεταζόμενων είναι μικρός. Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι η παρουσία των αποδοτικών Τεχνολογικών Ιδρυμάτων είναι ιδιαίτερα ασθενής έως και μηδαμινή. Τέλος, υπάρχει μια συνολική πτωτική τάση των αποδοτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων κατά τη διάρκεια των υπό εξέταση ακαδημαϊκών ετών. / The evaluation of the results plays a significant role in every action or procedure. Apart from achieving a goal, the evaluation of the results can have some other comprehensions such as the comparison with other decision making units or the attempt to estimate the longitudinal progress. Several methods of evaluation of results have developed throughout the years with the implementation of them being really vast.
This master thesis focuses on the field of Education, using the Data Envelopment Analysis, which is a method of evaluating the efficiency in a set of comparable and homogeneous groups. Basic feature of this specific method is to distinguish the efficient decision making units and the inefficient ones. Based on this parameter, it is attempted to investigate the efficiency of 37 Greek Educational Institutes that took part in the ERASMUS Program, from the academic year 2007-08 to 2010-11.
According to the results of this thesis, efficient Educational Institutes are found throughout the questioned academic years that above mentioned, with the majority of them being met in the academic year 2008-09. It is worth mentioning that the number of the efficient Educational Institutes in comparison with the total amount that was investigated is small, while the presence of the efficient Technological ones compared to the Universities is limited if not absent. Finally, there is an overall downward trend in the number of the efficient Educational Institutes during the questioned academic years.
|
4 |
Συγκριτική αξιολόγηση της αποδοτικότητας των ελληνικών ομάδων ποδοσφαίρου της Σούπερ ΛίγκαςΑθανασοπούλου, Σοφία 28 August 2008 (has links)
Ο στόχος αυτής της μελέτης είναι να μετρηθεί η αποδοτικότητα των επαγγελματικών ομάδων ποδοσφαίρου που παίζουν στην Σούπερ Λίγκα, την πρώτη κατηγορία στην Ελλάδα, κατά τη μετατροπή των επιθετικών τους κινήσεων σε αθλητική επιτυχία στη διάρκεια του αγώνα. Ο χρονικός ορίζοντας της μελέτης είναι οι τρεις περίοδοι από το 2004 έως το 2007. Με αυτό το στόχο η γράφουσα εφάρμοσε τη μεθοδολογία περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων (DEA). Το κύριο συμπέρασμα της εργασίας είναι ότι οι αποδοτικές ομάδες στη δραστηριότητα που αναλύεται δεν αντιστοιχούν πάντα με εκείνες που τερμάτισαν υψηλότερα στην κατηγορία στο τέλος της αγωνιστικής περιόδου. / The aim of this study is to measure the efficiency of the professional soccer teams that play in the Greek Super Leaugue. The timeline of the study is the three seasons from 2004 to 2007. To that end, the writer used the data envelopment analysis methodology (DEA). The main conclusion is that the efficient teams in the activity analyzed do not always correspond with those that finished highest in the league at the end of the season.
|
5 |
Συγκριτική ανάλυση αποδοτικότητας στον τραπεζικό τομέαΣκαπέρδα, Μαρία 24 April 2013 (has links)
Η παρούσα μελέτη εκπονήθηκε στα πλαίσια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Νέες Αρχές Διοίκησης Επιχειρήσεων, ΜΒΑ». Σκοπός είναι η ανάλυση της αποδοτικότητας των Ελληνικών Εμπορικών Τραπεζικών Οργανισμών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών, για το διάστημα 2006 – 2010, ουσιαστικά 2 χρόνια πριν και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, κι επιπλέον ο προσδιορισμός τρόπων βελτίωσης του βαθμού αξιοποίησης των διατιθέμενων πόρων από τις μη αποδοτικές μονάδες. Χρησιμοποιήθηκαν δυο μέθοδοι ανάλυσης, μέσω Αριθμοδεικτών αποδοτικότητας και η μέθοδος της Περιβάλλουσας Ανάλυσης Δεδομένων (DEA) και ειδικότερα στη δεύτερη περίπτωση επιλύθηκε σε δύο στάδια το μοντέλο CCR, CRS, input oriented. Αναλύθηκαν δύο περιπτώσεις, α) μόνο ενδογενείς μεταβλητές των εταιρειών και β) συμπεριελήφθησαν και εξωγενείς μακροοικονομικές μεταβλητές όπως Πληθωρισμός και ΑΕΠ, ώστε να περιγραφεί και η γενικότερη Οικονομική Κατάσταση.
Τα αποτελέσματα της πρώτης μεθόδου, δείχνουν αρκετές τράπεζες να έχουν χαμηλή αποδοτικότητα Efficiency Ratio. Ωστόσο, οι επιμέρους αριθμοδείκτες ROA, ROE και NPM, καταδεικνύουν μη αποτελεσματική τη Geniki Bank κυρίως σε όλα τα έτη και τράπεζες όπως Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, T Bank, Proton Bank, Eurobank, σε συγκεκριμένα έτη κυρίως το 2008. Αξιοσημείωτη είναι η πολύ μεγάλη πτώση στις τιμές όλων των αριθμοδεικτών που αναλύθηκαν για την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, το 2010.
Στην ανάλυση μέσω της DEA, τα αποτελέσματα δείχνουν ότι όταν υπολογίζεται συνολική αποδοτικότητα, λαμβάνοντας υπόψη πολλαπλές εισροές και εκροές, οι τράπεζες σε γενικές γραμμές σε λειτουργικό επίπεδο είναι αποτελεσματικές. Στην πρώτη περίπτωση βγήκαν αναποτελεσματικές οι τράπεζες σε ποσοστό 20%. Από αυτές κυρίως αναποτελεσματική είναι και πάλι η Geniki Bank. Στην δεύτερη περίπτωση, λαμβάνοντας υπόψην τη γενικότερη Οικονομική κατάσταση, το ποσοστό των αναποτελεσματικών Τραπεζών μειώνεται σε μόλις 5%.
Σε γενικές γραμμές, ο μεγάλος αριθμός των αποδοτικών μονάδων συνάδει και με τη διαίσθηση που είχαμε γενικότερα, αλλά και απ’ όσα ακούμε σχετικά με την οικονομική κρίση ότι αφενός οι τράπεζες δεν αποτελούν παράγοντα που συντελεί στην οικονομική κρίση και επιπλέον έχουν διαμορφώσει λειτουργικό πλαίσιο που μπορεί να αναπροσαρμόζεται σε όλες τις συνθήκες και να είναι αποδοτικό. / Τhis study was conducted as part of the Postgraduate Program "New Principles of Business Administration, MBA." The aim is to analyze the efficiency of Greek Commercial Bank Institutions listed on the Athens Stock Exchange for the period 2005 - 2010, basically 2 years before and during the financial crisis. There were used two methods of analysis through Efficiency Ratios and the method of Data Envelopment Analysis in the form of two stages model CCR, CRS, input oriented. We analyzed two cases with DEA: a) only discretionary variables and b) with the aid of non discretionary (macroeconomic) variables such as inflation and GDP, in order to describe the overall economic situation. The results of the first method show that several banks have low Efficiency Ratio. However, the ratios ROA, ROE and NPM, demonstrate mainly ineffective Geniki Bank in all years and Banks like TT, T Bank, Proton Bank and Eurobank, in particular years, especially in 2008. It is worth noting that there is very large decline of all ratios for the Agricultural Bank of Greece, in 2010.
DEA results indicate that in the banking sector the operational level is effective. In the first case we found inefficient banks up to 20%. Of these most inefficient is the National Bank of Greece (50% in the study period), followed by Geniki Bank and Proton Bank (with a rate of 33.3% inefficiency in the study period). In the second case, the proportion of inefficient banks is reduced to only 11.67%. The difference lies mainly in the National Bank of Greece which in the second model is effective throughout the whole period under study.
Generally, the large number of efficient units is consistent with the general sense, about the economic crisis that banks are not a contributing factor to the financial crisis and have developed an operational framework that can be adjusted in all situations and be effective.
|
6 |
Συνδυασμός της περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων με τη μεθοδολογία QFD στον σχεδιασμό υπηρεσιών / The combination of Data Envelopment Analysis (DEA) and Quality Function Deployment (QFD) to design servicesΤάτση, Αμαλία 03 April 2015 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος MBA «Νέες αρχές Διοίκησης Επιχειρήσεων» του τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών, κατά το έτος 2013.
Αντικείμενο της εργασίας είναι η παρουσίαση μιας μεθοδολογίας που μπορεί να αξιοποιηθεί για τον σχεδιασμό καλύτερων υπηρεσιών. Η εφαρμογή πραγματοποιείται για την διερεύνηση της αποδοτικότητας των υπηρεσιών μιας τράπεζας. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν προκαθορισμένα κριτήρια (πρόταση από φίλο, φήμη, έξοδα λογαριασμών, τοποθεσία, επιτόκια δανείων, πάρκινγκ, πιστωτική πολιτική) τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην απόφαση των πελατών για την τράπεζα που θα επιλέξουν. Τα κριτήρια αυτά εξετάζονται ξεχωριστά για κάθε τμήμα της τραπεζικής αγοράς (στεγαστικά δάνεια, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες, άλλα δάνεια, λογαριασμοί ταμιευτηρίου, λογαριασμοί προθεσμιακών καταθέσεων και μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων) και υπολογίζονται οι συντελεστές στάθμισης που αντιστοιχούν στο καθένα. Οι συντελεστές αυτοί, έχουν ιδιαίτερη αξία για τα στελέχη της τράπεζας γιατί δείχνουν την αξία που έχει κάθε κριτήριο για τον πελάτη. Με αυτό τον τρόπο, τα στελέχη έχουν την δυνατότητα να σχεδιάσουν τις τραπεζικές υπηρεσίες δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στα κριτήρια με τη μεγαλύτερη βαρύτητα έτσι ώστε να επιτυγχάνεται καλύτερη ικανοποίηση των αναγκών των πελατών. Πιο συγκεκριμένα, στην παρούσα εργασία μελετάται η περίπτωση μιας ελληνικής τράπεζας, που κατέχει υψηλό μερίδιο αγοράς και για καθεμία από τις υπηρεσίες της υπολογίζονται οι συντελεστές στάθμισης. Η τράπεζα αυτή αναφέρεται ως Τράπεζα Χ στην υπόλοιπη εργασία για ευνόητους λόγους. Η επίλυση του προβλήματος πραγματοποιείται με δύο τρόπους: 1) με την χρήση της μεθοδολογίας AHP (Analytic Hierarchy Process) σε συνδυασμό με τη μέθοδο QFD (Quality Function Deployment) για την συμπλήρωση του πίνακα HOQ (House of Quality) και 2) την χρήση της μεθοδολογίας DEAHP (Data Envelopment Analytic Hierarchy Process) σε συνδυασμό με το QFD για την συμπλήρωση του HOQ.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν ότι και στις δύο μεθοδολογίες η κατάταξη των κριτηρίων βάσει των προτιμήσεων των πελατών είναι σχεδόν η ίδια. Συγκεκριμένα, τα δύο πρώτα κριτήρια στα οποία οι πελάτες δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα είναι τα έξοδα λογαριασμών και τα επιτόκια δανείων. Ακολουθούν τα κριτήρια φήμη, πρόταση από φίλο, πάρκινγκ κατά φθίνουσα σειρά κατάταξης και τελευταία είναι τα κριτήρια τοποθεσία και πιστωτική πολιτική. Ωστόσο, οι συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων που υπολογίστηκαν είναι διαφορετικοί στο συνδυασμό των μεθοδολογιών QFD-AHP σε σχέση με QFD-DEAHP. Αυτό συμβαίνει λόγω των διαφορετικών τρόπων επίλυσης και διαφορετικών υποθέσεων που χρησιμοποιούνται σε καθεμία μεθοδολογία. / This study was conducted at the Department of the Postgraduate program “New principles of Business Administration” in department of Business Administration of the University of Patras.
The objective of this study is to present a methodology which can be used to design better services. This methodology is applied in order to investigate the efficiency of the services of a bank. For this purpose we used pre-defined criteria (recommendation by friends, reputation, expense accounts, location, interest charges on loans, parking, credit policy) which play an important role when the customers select a bank. These criteria are examined separately for each segment for the banking market (housing loans, consumer loans, credit cards, other loans, direct access deposits, time deposit accounts, matual funds shares) and we calculate the relative weight of each criterion. The relative weights above are important for the bank executives because they show the impact of each criterion in the opinion of customers. In this way, executives are able to design their banking services placing emphasis on the criteria with the highest preference in order to satisfy customer needs. Specifically, in this study we examine the case of a Greek bank with high market share and we calculate the weights for each service of the bank. This bank is called Bank X in the remaining study for obvious reasons. The problem was solved with two different ways: 1) by using the combination of AHP (Analytic Hierarchy Process) with QFD (Quality Function Deployment) methodology in order to complete the matrix of HOQ (House of Quality) and 2) by using DEAHP (Data Envelopment Analytic Hierarchy Process) methodology and QFD in order to complete the HOQ.
The results of this study show that the ranking of bank selection criteria is almost the same for both methodologies. Specifically the first two criteria which customers seems to prefer are the expenses accounts and interest charges on loans. The rest of criteria are reputation, recommendation by friends, parking in descending order of priority and finally are the criteria location and credit policy. However, the weights which calculated for each criterion are different in combination of methodologies QFD-AHP compared with QFD-DEAHP. This happens because of the different ways of solving and different assumptions which are used in each methodology.
|
7 |
Συγκριτική αξιολόγηση μονάδων διανομής της ΔΕΗ με την περιβάλλουσα ανάλυση δεδομένωνΚάρτας, Άγγελος 25 February 2010 (has links)
Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το πρόβλημα της συγκριτικής αξιολόγησης των Μονάδων Διανομής της ΔΕΗ, και ειδικότερα των 14 Περιοχών της Διεύθυνσης Περιφέρειας Πελοποννήσου – Ηπείρου, με τη βοήθεια της μεθόδου περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων, της DEA (Data Envelopment Analysis). Οι εξεταζόμενες Περιοχές είναι: Αγρίνιο, Αίγιο, Άρτα, Ζάκυνθος, Ιωάννινα, Καλαμάτα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κόρινθος, Ναύπλιο, Πάτρα, Πύργος, Σπάρτη και Τρίπολη.
Η ΔΕΗ είναι η μοναδική εταιρεία διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα, η οποία έχει στην ιδιοκτησία της το δίκτυο διανομής και είναι υπεύθυνη για τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας σε όλη την ελληνική επικράτεια. Η κάθε Περιοχή αποτελεί καταρχήν ανεξάρτητη οικονομική – διοικητική μονάδα, η οποία έχει αποστολή την ανάπτυξη, την συντήρηση και την λειτουργία του Δικτύου του γεωγραφικού χώρου ευθύνης της, καθώς και την παροχή πρόσβασης σ’ αυτό προς όλους του δικαιούμενους, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης Δικτύου. Η επίτευξη της αποστολής αυτής θα πρέπει να γίνεται με την καλύτερη δυνατή διαχείριση και αξιοποίηση των πόρων που διαθέτει η κάθε Περιοχή.
Ως εισροές για κάθε Περιοχή είναι η εργασία (αριθμός των μισθωτών), ο κύριος εξοπλισμός (δίκτυα διανομής και μετασχηματιστές διανομής) και τα λειτουργικά έξοδα (ελέγξιμες δαπάνες εκμετάλλευσης). Ο Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου δίνει ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα της παρεχόμενης ενέργειας και εξυπηρέτησης προς τους πελάτες. Για τον λόγο αυτό, υιοθετούνται επίσης ως εισροές, αντιπροσωπευτικά τους μεγέθη όπως: αριθμός βλαβών στο δίκτυο διανομής και χρόνος αποκατάστασης αυτών, καθώς και χρόνοι παροχών (μελέτη & κατασκευή). Ως εκροές, για μια Περιοχή Διανομής είναι ο αριθμός των πελατών (Χαμηλής Τάσης και Μέσης Τάσης), και η αντίστοιχη πωληθήσα ηλεκτρική ενέργεια.
Η σχετική αποδοτικότητα των Περιοχών υπολογίσθηκε με βάση την δυνατότητά τους να μειώσουν τις εισροές με δεδομένα τα υφιστάμενα επίπεδα εκροών (προσανατολισμός στην εισροή). Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν αφορούν στοιχεία για το έτος 2007. Χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό Warwick DEA Software, (Warwick Business School, Warwick University, UK).
Επίσης υπολογίσθηκαν οι συντελεστές συσχέτισης Pearson και Kendall, προκειμένου να εξεταστεί η ύπαρξη πιθανών συσχετίσεων μεταξύ των δεικτών αποδοτικότητας που προκύπτουν από την εφαρμογή της μεθόδου DEA και των απλών δεικτών αποδοτικότητας, ορισμένοι από τους οποίους χρησιμοποιούνται από τη ΔΕΗ, εκτιμούν όμως μεμονωμένους μόνο παράγοντες των Μονάδων.
Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψαν τα ακόλουθα, (τα οποία δεν υιοθετούνται απαραίτητα από την ΔΕΗ):
• Γενικά η αποδοτικότητα των Περιοχών είναι σχετικά υψηλή (>80%), πλην μιας Περιοχής.
• Ο κύριος εξοπλισμός των Περιοχών (δίκτυο διανομής και μετασχηματιστές διανομής) και οι υπηρεσίες που προσφέρουν στους πελάτες τους (αριθμός πελατών και πωληθήσα ηλεκτρική ενέργεια) αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για την καταρχήν κατάταξή τους με βάση την τεχνική τους αποδοτικότητα.
• Λαμβάνοντας όμως υπόψη στη μελέτη και άλλα κριτήρια, όπως οι ελέγξιμες δαπάνες, η ποιότητα της παρεχόμενης ενέργειας και η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, προκύπτει διαφοροποίηση στην αρχική κατάταξη των μη αποδοτικών Περιοχών, οι οποίες εν γένει βελτιώνουν την αποδοτικότητά τους, εκτός από τρεις περιοχές, οι οποίες παραμένουν στάσιμες.
• Εξετάζοντας την αποδοτικότητα κλίμακας (σύγκριση της τεχνικής αποδοτικότητας κάθε Περιοχής, υπό κλίμακα σταθερών και μεταβλητών αποδόσεων), προκύπτει ότι υπάρχει επίπτωση του μεγέθους της κλίμακας στην παραγωγικότητα της αποτιμώμενης Περιοχής σε 6 Περιοχές, (αποδοτικότητα κλίμακας < 1).
• Ορισμένοι από τους απλούς δείκτες αποδοτικότητας, οι οποίοι χρησιμοποιούνται και από τη ΔΕΗ, έχουν σημαντική συσχέτιση με τους δείκτες αποδοτικότητας που προκύπτουν από την εφαρμογή της μεθόδου DEA και μπορούν να εξηγήσουν την βαρύτητα ορισμένων παραγόντων στην διαμόρφωση της τεχνικής αποδοτικότητας των Μονάδων. Δεν παύουν όμως αυτοί οι απλοί δείκτες να εκτιμούν μεμονωμένους μόνο παράγοντες των Μονάδων, χωρίς να μπορούν να εκτιμήσουν την συνολική τεχνική αποδοτικότητα, όπως κάνει η μεθοδολογία DEA.
• Η μέθοδος DEA μπορεί να αποτελέσει ένα βασικό και χρήσιμο εργαλείο πληροφόρησης και κατεύθυνσης για την ιεραρχία των Περιοχών, χωρίς όμως απαραίτητα να αποτελεί πανάκεια για τη λήψη αποφάσεων, αφήνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο περιθώρια πρωτοβουλιών στη διοίκηση των Μονάδων. Η μέθοδος DEA συμβάλλει επίσης στην ανάπτυξη ενός εσωτερικού ανταγωνισμού μεταξύ των Μονάδων Διανομής.
Περαιτέρω έρευνα με την εφαρμογή της μεθόδου σε δεδομένα περισσότερων ετών (π.χ. πενταετία), θα οδηγούσε σε ποιο ασφαλή και αξιόπιστα αποτελέσματα, λαμβάνοντας υπόψη κατ’ αυτό τον τρόπο και την εξέλιξη – πορεία των Περιοχών στο χρόνο. Η έρευνα θα μπορούσε επίσης να εφαρμοστεί για όλες της Περιοχές της Διανομής (59 Περιοχές) και να προκύψουν συγκριτικά αποτελέσματα για τις 5 Περιφερειακές Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Διανομής. / The present thesis deals with the problem of comparative evaluation of Distribution Districts of Power Public Corporation (PPC), and more specifically the 14 Districts of Peloponnese – Epirus Region Department, with the use of DEA (Data Envelopment of Analysis). The examined Districts are: Aegio, Agrinio, Arta, Corfu, Ioannina, Kalamata, Kefalonia, Korinthos, Nauplio, Patras, Pyrgos, Sparti, Tripoli and Zakynthos.
PPC is the only company of electric energy distribution in the country, which is the ownership of the distribution network. Every District constitutes an independent economic–administrative unit, which has the mission of development, operation and maintenance of its network. It is also responsible to assure the access to the network of the beneficiaries (consumers & producers), according to the Distribution Network Operation Code.
As inputs for each District are the work (personnel), the main equipment (distribution network and distribution transformers) and the functional expenses (controllable expenses). The Distribution Network Operation Code gives particular importance in the quality of provided energy and service to the customers. For this reason, they are adopted also as inputs: the number of network interruptions and the duration of interruptions, as well as the connection time to the network (study and construction). As outputs for each District are the number of customers (Low Voltage and Medium Voltage) and the supplied energy.
The relative efficiency of Districts was calculated based on their possibility to decrease their inputs keeping their outputs constant (input orientation). The data that were used concern the year 2007. The Warwick DEA Software used for the calculations (Warwick Business School, Warwick University, UK).
The Pearson and Kendall correlation coefficient were also calculated and the DEA technical efficiencies were compared with simple indices of efficiency, which PPC uses.
From the analysis of data resulted following, (that are not necessarily adopted by PPC):
• Generally the Districts efficiency is relatively high (> 80%), except one District.
• The main equipment of Districts (distribution network and distribution transformers) and the offered services to their customers (number of customers and supplied energy) constitute decisive factors for their initial classification based on their technical efficiency.
• Taking into consideration more criteria, as the controllable expenses, the quality of provided energy and the quality of provided services, result differentiation in the initial classification of not efficient Districts, what in general improve their efficiency, apart from three Districts, what remain stagnant.
• Examining the scale efficiency (comparison of technical efficiency of each District, under variable and constant returns to scale), it results that exists effect of scale size in the productivity of 6 Districts, (scale efficiency < 1).
• Some of simple indices of efficiency, which are also used by PPC, have important correlation with the DEA efficiencies and may explain the importance of some factors in the configuration of technical efficiency of Districts. However these simple indices continue to estimate only individual factors of Districts and not the total technical efficiency, as DEA does.
• DEA can be a basic and useful tool of information and direction for the Districts Directors, without however be panacea for the decision-making, leaving in this way margins of initiatives in the Districts administration. DEA also contributes to the promotion of internal competition between the Distribution Districts.
|
8 |
Μαζική ανάλυση δεδομένων κυτταρομετρίας ροής με τη χρήση σχεσιακών βάσεων δεδομένωνΑθανασοπούλου, Πολυξένη 31 August 2012 (has links)
Η κυτταρομετρία ροής (Flow Cytometry–FC), είναι μία σύγχρονη αυτοματοποιημένη τεχνική ανάλυσης των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών των κυττάρων και των σωματιδίων, η οποία επιτρέπει την μεμονωμένη μέτρησή τους, καθώς διέρχονται σε νηματική ροή από ένα σταθερό σημείο, που προσπίπτει ακτίνα laser. Η ουσιαστική χρήση της FC είναι η προσφορά της σε διάγνωση και παρακολούθηση ασθενών με νοσήματα που συνοδεύονται από παρουσία παθολογικών κυττάρων σε διάφορα βιολογικά υγρά ή και στερεούς ιστούς κατάλληλα επεξεργασμένους. Το αποτέλεσμα της κυτταρομετρικής ανάλυσης είναι μία πληθώρα μετρήσεων φθορισμού, καθώς και των δύο μετρήσεων πρόσθιου (Forward Scatter–FS) και πλάγιου (Side Scatter-SS) σκεδασμού, που εξαρτώνται από τα φυσικά χαρακτηριστικά κάθε κυττάρου. Μετά την ανάλυση των δεδομένων από τον Ηλεκτρονικό Υπολογιστή (Η/Υ) του κυτταρομετρητή, τα αποτελέσματα παρουσιάζονται υπό τη μορφή μονοπαραμετρικών ή πολυπαραμετρικών κατανομών. Στην ανάλυση που χρησιμοποιήθηκε (με χρήση 5 φθοριοχρωμάτων), ο κυτταρομετρητής ροής παρήγαγε 7 τιμές για κάθε ένα από τα 30.000 κύτταρα περίπου που μετρήθηκαν σε κάθε πρωτόκολλο. Με τη χρήση των Η/Υ μπορούμε να αναλύσουμε γρήγορα και αξιόπιστα όλον αυτό τον μεγάλο όγκο δεδομένων εφαρμόζοντας μοντέλα βάσεων δεδομένων. Η βασική δομή του σχεσιακού μοντέλου δεδομένων αναπαριστάται με ένα πίνακα, στον οποίο αποθηκεύονται δεδομένα, σε στήλες και γραμμές, τα οποία αφορούν μία συγκεκριμένη οντότητα. Οι σχέσεις των πινάκων περιγράφουν τoν τρόπο σύνδεσης διαφορετικών οντοτήτων, οι οποίες συνδυαστικά δημιουργούν λογικούς πίνακες, που με τη σειρά τους περιγράφουν πιο σύνθετες οντότητες. Κατά αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κάνουμε περαιτέρω συγκρίσεις μεταξύ των εξετάσεων των ασθενών, που ίσως καταλήξουν σε ευνοϊκά συμπεράσματα, όσον αφορά την πρόγνωση και την θεραπεία κυρίως των νεοπλασματικών νοσημάτων του αίματος.
Ο ρόλος της FC σε αιματολογικά νοσήματα όπως τα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα (ΜΔΣ) είναι ακόμα υπό διερεύνηση. Τα ΜΔΣ είναι νοσήματα με σημαντική κλινική και αιματολογική ετερογένεια, κάτι που καθιστά σαφή την ανάγκη μαζικής ανάλυσης των δεδομένων τους, για την αναγνώριση ομοιόμορφων υποομάδων με κοινά γνωρίσματα και άρα ενός πληροφοριακού μοντέλου ανάλυσης που θα διευκολύνει την λήψη των κατάλληλων θεραπευτικών επιλογών.Η παρούσα εργασία ασχολείται με τις πολυπαραμετρικές εξετάσεις των ΜΔΣ, την πληροφορία των οποίων είναι ικανή να παρέχει η FC. Θα γίνει προσπάθεια να καταγραφούν αναλυτικά όλα τα απαραίτητα βήματα, έτσι ώστε σε δεύτερο χρόνο να αναλυθεί μαζικά όλη αυτή η πληροφορία μέσω ενός σχεσιακού μοντέλου βάσεων δεδομένων. / Flow cytometry (Flow Cytometry-FC), is a modern automated technical analysis of the physicochemical characteristics of cells and particles, which allows the individual measuring them as they pass in threaded flow from a fixed point, incident beam laser. The effective use of FC is offering a diagnosis and monitoring of patients with diseases associated with the presence of abnormal cells in various biological fluids and solid tissues or processed properly. The results of cytometric analysis is a plethora of fluorescence measurements and measurements of both anterior (Forward Scatter-FS) and lateral (Side Scatter-SS) dispersion, which depends on the physical characteristics of each cell. After analyzing the data from the PC (H / H) on the cytometer, the results presented in the form monoparametric or multi parameter distributions. The analysis used (using fluorochrome 5), the flow cytometer produced 7 values for each of the 30,000 or so which cells were measured in each protocol. By using the H / H can be analyzed quickly and reliably throughout this large volume of data by applying models of databases. The basic structure of relational data model is represented by a table that stores data in columns and rows, which relate to a specific entity. Relations ton of tables describing how to connect different entities, which in combination create logical tables, which in turn describe more complex entities. In this way we can make further comparisons between the examinations of patients, which may lead to favorable conclusions regarding the prognosis and treatment of neoplastic diseases, especially blood.
The role of FC in hematological diseases such as myelodysplastic syndromes (MDS) is still under investigation. MDS is a disease with significant clinical and haematological heterogeneity, which makes clear the need for mass analysis of their data, to identify subgroups with common standard features and thus an informative analysis model that will facilitate the adoption of appropriate therapeutic epilogon.I present work dealing with multivariate MDS tests, information which is capable of providing the FC. I try to record in detail all the necessary steps so that a second time to analyze all this mass of information via a relational database model.
|
9 |
Χρήση της περιβάλλουσας ανάλυσης δεδομένων για την αποδοτική κάλυψη ή σύμπτηξη ενός συνόλουΓεωργαντζίνος, Στυλιανός 11 January 2010 (has links)
Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία περιγράφεται η διαδικασία συνδυασμού προβλημάτων Επιχειρησιακής Έρευνας με την μεθοδολογία εύρεσης συγκριτικής αποδοτικότητας (DEA). Αρχικά, παρουσιάζεται μια γενική περιγραφή της μεθόδου DEA και μια συνοπτική επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Παρουσιάζεται ο τρόπος συνδυασμού της μεθόδου DEA και δύο κλασσικών μοντέλων χωροθέτησης εγκαταστάσεων, του μοντέλου με περιορισμό και του αντίστοιχου μοντέλου χωρίς περιορισμό στην χωρητικότητα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου γίνονται οι απαραίτητοι χειρισμοί στην μέθοδο DEA ούτως ώστε να μπορεί να υπολογίζεται η αποδοτικότητα για όλες τις μονάδες λήψης απόφασης ταυτόχρονα – μέθοδος ταυτόχρονης DEA (Simultaneous DEA), εφόσον το κλασσικό μοντέλο βρίσκει την αποδοτικότητα μιας μονάδας λύνοντας μια φορά το γραμμικό πρόβλημα με τους συντελεστές βαρύτητας αυτής της μονάδας. Η λύση του πολυκριτήριου προβλήματος αναδεικνύει την αλληλεπίδραση μεταξύ κόστους και αποδοτικότητας, για τη λήψη απόφασης ανάλογα με τις ανάγκες που μπορεί ενυπάρχουν σε ένα αντίστοιχο πραγματικό πρόβλημα. Στην συνέχεια αναπτύσσεται για πρώτη φορά στη διεθνή βιβλιογραφία μια μεθοδολογία για το συνδυασμό δύο άλλων βασικών προβλημάτων, της κάλυψης και της σύμπτυξης συνόλου, αντίστοιχα, με την μεθοδολογία DEA. Στόχος είναι να μορφοποιηθεί ένα μοντέλο γραμμικού προγραμματισμού έτσι ώστε εκτός από το μέτρο απόφασης του κόστους για την κάλυψη ή σύμπτυξη ενός συνόλου-στόχου, από διαθέσιμα υποσύνολα να ληφθεί υπόψη και η αποδοτικότητα του εκάστοτε υποσυνόλου, η οποία εν τέλει θα επηρεάσει και την συνολική αποδοτικότητα του συνόλου-στόχου. Γίνεται ο συνδυασμός των μεθοδολογιών και αναπτύσσονται μεθοδολογίες πολυκριτήριας ανάλυσης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την λήψη αποφάσεων που αφορούν την αποδοτική και οικονομική κάλυψη ή σύμπτυξη ενός συνόλου. Για την πιστοποίηση και τη διαπίστωση της λειτουργικότητας των προτεινόμενων μεθοδολογιών αναπτύσσονται παραδείγματα προβλημάτων, τα οποία και επιλύονται επιτυχώς. / In the present thesis, the combination of Operation Research Problems with the Data Envelopment Analysis (DEA) is performed in order to make optimal and efficient decisions. Firstly, a general description of DEA and a breath literature review is presented. Then, we show and test location modeling formulations that utilize data envelopment analysis (DEA) efficiency measures to find optimal and efficient facility location/allocation patterns. In addition, to the authors’ best knowledge, the combinations of DEA with the Set Covering Problem as well as Set Packing Problem are formulated as multiobjective problems, for first time in the literature. The main aim of the proposed models is to make cost-effective and efficient decisions regarding the Set Covering and Packing Problem, respectively. Numerical examples are developed in order to validate and test the novel models. The numerical results of multiobjective analysis demonstrate that the proposed methods are able to successfully find optimal and efficient solutions for real set covering, packing and partitioning problems.
|
10 |
Μέτρηση της οικονομικής επίδοσης του τραπεζικού υποκαταστήματος στο περιβάλλον της διοικητικής λογιστικής με βάση το υπολειμματικό εισόδημα και την περιβάλλουσα ανάλυση δεδομένωνΑγγελόπουλος, Ελευθέριος 04 May 2011 (has links)
H παρούσα διατριβή προσφέρει, για πρώτη φορά, μια ολοκληρωμένη ανάλυση της επίδοσης των τραπεζών σε επίπεδο υποκαταστημάτων (branch level). Αξιολογήθηκε η επίδοση ενός ομοιογενούς δικτύου υποκαταστημάτων μεγάλης Ελληνικής Τράπεζας για την περίοδο Ιανουάριος 2006 - Ιούνιος 2009, στη βάση δύο λειτουργικών κριτηρίων, λαμβάνοντας υπόψη και την επίδραση της πρόσφατης κρίσης: στην αξία που παράγουν τα υποκαταστήματα για το μέτοχο της τράπεζας (shareholder value), όπως αυτή μετράται με το Υπολειμματικό Εισόδημα (residual income -RI), και στο βαθμό αποτελεσματικότητας κέρδους και παραγωγής (profit and production efficiency). Αναφορικά με τη διαχείριση της αξίας, βρέθηκε ότι οι λειτουργικοί παράγοντες αξίας (operational value drivers) που σχετίζονται με τη διαφοροποίηση του εισοδήματος, τη διαχείριση του ελεγχόμενου κόστους, την ικανότητα διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου, το spread των δανείων, και την ικανότητα του υποκαταστήματος να δημιουργεί έσοδα από καταθέσεις χαμηλού κόστους, συνδέονται στατιστικά σημαντικά με το RI. Η κρίση επηρεάζει στατιστικά σημαντικά μόνο τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, καταστρέφοντας περαιτέρω αξία για το μέτοχο και υποδεικνύοντας χαμηλότερη ικανότητα διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου. Επιπρόσθετα, αυτό το εμπειρικό εύρημα αποκαλύπτει και την αδυναμία του τρέχοντος λογιστικού πλαισίου σύμφωνα με το ΔΛΠ 39, να αναγνωρίζει και να καταγράφει νωρίτερα (την περίοδο της πιστωτικής ανάπτυξης) ζημιές απομείωσης της αξίας των δανείων. Όσον αφορά στη μέτρηση της αποτελεσματικότητας, βρέθηκε ότι η κρίση μειώνει στατιστικά σημαντικά μόνο τη μέση αποτελεσματικότητα κέρδους του δικτύου, απόρροια της χορήγησης κακών δανείων την περίοδο της πιστωτικής επέκτασης. / This thesis offers, for the first time, a comprehensive analysis of the performance of banks at the branch level. We evaluated the performance of a homogenous retail branch network of a large private Greek bank for the period January 2006-June 2009, based on two operational criteria, taking into account the impact of the recent crisis: the shareholder value that branches generate as measured by the Residual Income (RI) and the profit and production efficiency in branch operations. Regarding the value management, we found that diversified income, cost management, credit risk capabilities, income on core deposits and loan spread are all statistically significant associated with the RI. In addition, the value driver of credit risk capabilities is incrementally negatively associated with residual income at the branch level during the recent crisis, indicating lower ability to manage credit risk. Moreover, this finding reveals the inability of the current accounting framework under IAS 39 to recognize and record earlier (in the expansion period) impaired loans. Regarding the efficiency measurement, we found that during the crisis only the average profit-oriented efficiency of the branch network reduced significantly. We located the roots of the efficiency loss in the expansion period, in which over-optimism leads to the granting of bad quality loans.
|
Page generated in 0.0477 seconds