Spelling suggestions: "subject:"βιοποικιλότητα"" "subject:"βιοποικιλότητας""
1 |
Καταγραφή και παρακολούθηση της βιοποικιλότητας σε ένα λατομείο που αποκαθίσταταιΠαπανικολάου, Ιωάννα 08 July 2011 (has links)
Στην Ελλάδα, από την αρχαιότητα έως σήμερα, πολλές περιοχές έχουν χρησιμοποιηθεί για μετάλλευση και λατόμευση ώστε να παραχθούν μέταλλα και οικοδομικά υλικά. Η παραγωγή μαρμάρου ήταν συνήθης στην αρχαία Ελλάδα, αλλά σήμερα η πιο κοινή πρακτική είναι η παραγωγή αδρανών υλικών.
Παρόλο που η Ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι ιδιαίτερα αυστηρή σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση των λατομείων (μετά τη χρήση τους), υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που λατομεία αφέθηκαν στην τύχη τους μετά την εκμετάλλευση του πετρώματος. Σε τέτοιες περιοχές, ο ρυθμός της φυσικής διαδοχής είναι ιδιαίτερα χαμηλός επειδή ένα λατομείο καταλήγει με βαθμίδες και πρανή, που αποτελούνται από γυμνό βράχο. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εφαρμοστούν μέθοδοι αποκατάστασης χρησιμοποιώντας τεχνητή βλάστηση, όπως είναι η υδροσπορά. Μία συνήθης πρακτική είναι η χρήση φυτικών ειδών, τα οποία είναι χαρακτηριστικά της τοπικής χλωρίδας και βλάστησης. Ο σκοπός της αποκατάστασης θα πρέπει να είναι η επανόρθωση της αρχικής ποιότητας του περιβάλλοντος. Στη μη αποκατεστημένη περιοχή, οι φυσιολογικές βιολογικές διαδικασίες είναι σε λήθαργο. Έτσι, θα πρέπει να αποκατασταθεί ώστε να είναι λειτουργικό σε ό,τι αφορά το έδαφος, τους φυτικούς οργανισμούς και την αισθητική του τοπίου. Στο αποκατεστημένο οικοσύστημα, οι φυσικές διαδικασίες απελευθέρωσης θρεπτικών ουσιών, η ανάπτυξη των φυτών και ο κύκλος των θρεπτικών συνεχίζουν σε φυσιολογικούς ρυθμούς.
Η περιοχή μελέτης περιλαμβάνει τα πρανή και τις βαθμίδες ενός λατομείου ασβεστόλιθου που βρίσκεται πάνω από τα χωριά Αραχωβίτικα και Δρέπανο Αχαΐας. Η ιδιοκτήτρια εταιρία Α.Ε. ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΤΙΤΑΝ έχει κάνει αποκατάσταση της περιοχής χρησιμοποιώντας φυτικά είδη, όπως είναι τα Cupressus sempervirens, Quercus ilex, Spartium junceum και Pinus halepensis. Επιπρόσθετα, για το σκοπό αυτό έχουν χρησιμοποιηθεί και ξενικά φυτικά είδη, όπως είναι τα Eucalyptus globulus, Cupressus arizonica και Robinia pseudoacacia. Αυτά τα φυτικά είδη είναι ξενικά όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσογειακή περιοχή. Έτσι, η καλλιέργειά τους στην περιοχή όπου βρίσκεται το λατομείο, θα πρέπει να αποφεύγεται.
Ο στόχος αυτής της έρευνας είναι η μελέτη της αποκατάστασης, της φυσικής διαδοχής και της φυτικής ποικιλότητας του λατομείου, χρησιμοποιώντας τη φυτοκοινωνιολογική μέθοδο του Braun-Blanquet. Δειγματοληπτικές επιφάνειες εγκαταστάθηκαν στα πρανή και τις βαθμίδες του λατομείου. Από κάθε επιφάνεια συλλέχθησαν και αναγνωρίστηκαν φυτικά δείγματα, όπως είναι τα Sarcopoterium spinosum, Silene italica subsp. peloponnesiaca, Dittrichia viscosa, Centranthus ruber subsp. ruber και Bituminaria bituminosa. Τα παραπάνω, που ονομάζονται πρόδρομα είδη, αποτελούν τα πρώτα φυτά που εγκαθίστανται σε μία υποβαθμισμένη περιοχή και παίζουν σημαντικό ρόλο στην εγκατάσταση άλλων φυτών.
Η χλωρίδα του λατομείου συγκρίνεται με αυτή της περιβάλλουσας περιοχής, η οποία αποτελείται από τυπική μακκία βλάστηση και χαρακτηρίζεται από κυρίαρχα φυτικά είδη της μεσογειακής βλάστησης στο στάδιο «κλίμαξ». Αυτά είναι τα Quercus coccifera, Q. ilex, Arbutus andrachne και Pistacia lentiscus. Επίσης, παρατηρούνται φυτικά είδη όπως είναι τα Pyrus amygdaliformis, Phlomis fruticosa, Myrtus communis, Cistus creticus, C. salviifolius και Fraxinus ornus. Η μελέτη της περιβάλλουσας περιοχής εξυπηρετεί ως οικοσύστημα αναφοράς, το οποίο αποτελεί ένα μοντέλο για το σχεδιασμό και την εκτίμηση ενός σχεδίου οικολογικής αποκατάστασης. / In Greece, from ancient times since today lots of areas have been used for mining and quarrying in order to produce minerals and building materials. The production of marble was frequent in ancient Greece, but today the most common practice is the production of cement.
Despite the rigidity of European legislation concerning quarry restoration, there are cases that quarries are simply abandoned after use. The rate of natural succession is significantly low because a quarry ends up with quarry faces and platforms consisted of rock, after its excavation. Therefore it is important to apply restoration methods using artificial vegetation, such as hydro-seeding. It is common to use plant species which are not similar to the ones of the surrounding vegetation (introduced). The aim of restoration should be the rehabilitation of the original quality of the environment. In the unrestored ecosystem, normal biological processes are at a standstill. The ecosystem must be restored in order to become normally functional as long as it concerns the soil, the plants and the aesthetics. In the restored ecosystem the natural processes of nutrient release, plant growth and nutrient cycling go on at a normal rate.
The study area includes the quarry faces and platforms (floors) of a limestone quarry above Arachovitica and Drepano Achaia, Greece. In order to restore this area, there has been an effort to cover it (by TITAN) using plant species like Cupressus sempervirens, Quercus ilex, Spartium junceum and Pinus halepensis. Besides them, non-native plant species have been planted such as Eucalyptus globulus, Cupressus arizonica and Robinia pseudoacacia. These plant species are alien, not only in Greece but in the entire Mediterranean region. So, their cultivation should be avoided in this particular area where the quarry is situated.
The target of this research is the study of restoration, natural succession and plant diversity (at the quarry) using the plant sociological method Braun-Blanquet. Sample plots have been established at the faces and platforms of the quarry. Plant samples were collected from each plot, such as Sarcopoterium spinosum, Silene italica subsp. peloponnesiaca, Dittrichia viscosa, Centranthus ruber subsp. ruber and Bituminaria bituminosa. These plants are called “pioneer” plant species, because they are some of the first plants (in general) that colonise a disturbed area and play an important role in the establishment of other plants.
The plant population of the quarry is also compared with the surrounding area which is consisted of natural “maqui” vegetation and it is characterised by the typical dominant plant species of this Mediterranean type of vegetation at a “climax” stage. These are Quercus coccifera, Q. ilex, Arbutus andrachne and Pistacia lentiscus. Additionally, there are several plant species like Pyrus amygdaliformis, Phlomis fruticosa, Myrtus communis, Cistus creticus, C. salviifolius and Fraxinus ornus. The surrounding environment serve as a reference ecosystem which means a model for planning and evaluating an ecological restoration project.
|
2 |
Συμβολή στη γνώση της βιοποικιλότητας των Κυκλάδων (Κεντρικό Αιγαίο) : μελέτη των βασιδιομυκήτων (υποφύλο Agaricomycotina) στα νησιά Άνδρο, Νάξο και ΑμοργόΠολέμης, Ηλίας 15 February 2012 (has links)
Ο σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν να μελετηθούν αντιπροσωπευτικά νησιά των Κυκλάδων και να καταγραφεί ο μεγαλύτερος αριθμός ειδών μακρομυκήτων (βασιδιομυκήτων του υποφύλου Agaricomycotina). Μετά από συστηματική μελέτη των νησιών Άνδρος, Νάξος και Αμοργός, περισσότερα από 1500 δείγματα μανιταριών συλλέχθηκαν, περιγράφηκαν και μελετήθηκαν ως προς τα μακροσκοπικά και μικροσκοπικά χαρακτηριστικά τους. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε περιγράφεται εκτενώς και όλο το λυλλεχθέν βιολογικό υλικό φυλάσσεται στην συλλογή αποξηραμένων δειγμάτων του Γεωπονικού Πναεπιστημίου Αθηνών (L.G.A.M.-A.U.A.).
Τα αποτελέσματα της εργασίας αυτής συμπεριλαμβάνουν την καταγραφή 450 ειδών /ποικιλιών (taxa) τα οποία ανήκουν σε 141 γένη. Τέσσερα από αυτά αποτελούν νέα είδη για την επιστήμη, δύο είδη αναφέρονται για πρώτη φορά στην Ευρωπαϊκή ήπειρο, έξι γένη και 148 taxa (κατώτερων ταξινομικών βαθμίδων) αναφέρονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. / The main goal of this dissertation was the study of representative islands of Cyclades in regard to the diversity of macrofungi (basidiomycetes, subphylum Agaricomycotina). In the frame of this work tha major islands of Cyclades Andros, Naxos and Amorgos were selected for field work. More than 1500 specimens were collected. described and studied as regards their macroscopic and microscopic features. The methodology is presented in details, while all the collected biological material is deposited in the fungarium of the Laboratory of General and Agricultural Microbiology of the Agricultural University of Athens (L.G.A.M.-A.U.A.).
The results of this study were the inventory of 450 taxa of basidiomycetes, belonging to 141 genera. Four species are new for science, six genera and `48 taxa of lower taxonomic level were recorded for the first time in Greece, while two species were recorded for the first time in European continent.
|
3 |
Βιοποικιλότητα και βιώσιμη ανάπτυξη σε ένα παράκτιο υγρότοπο: Η περίπτωση του δέλτα και του κάτω ρου του ποταμού Καλαμά (Ν. Θεσπρωτίας)Μάρκου, Χαράλαμπος 11 June 2012 (has links)
Οι περιοχές των παράκτιων – παραποτάμιων υγροτόπων εμφανίζουν μία σειρά από ιδιαίτερα κοινά χαρακτηριστικά, τόσο σε οικολογικό, όσο και σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο. Οι Εκβολές είναι οικοσυστήματα υψηλής παραγωγικότητας και ως εκ τούτου, περιοχές που συγκεντρώνουν πλούσια βιοποικιλότητα, αλλά και ταυτόχρονα, ανθρωπογενείς δραστηριότητες (γεωργία, αλιεία, κτηνοτροφία κ.λπ.). Το ζητούμενο της αειφορικής διαχείρισης, σε αυτές τις περιοχές, είναι η αρμονική συνύπαρξη «ανθρώπου» και «φύσης» στα πλαίσια μιας βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Η εφαρμογή οικοτουριστικών προγραμμάτων μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην ανάπτυξη τους, ενισχύοντας την τοπική οικονομία, ενώ πέρα των οικονομικών, επιτυγχάνουν και κοινωνικούς σκοπούς, όπως τη παραμονή του πληθυσμού στο τόπο του, αλλά και περιβαλλοντικούς προστατεύοντας το φυσικό περιβάλλον.
Ο ποταμός Καλαμάς (Θύαμις) αποτελεί σημαντικό τμήμα της αλυσίδας των υγροτόπων της Δυτικής Ελλάδας. Πηγάζει από το Όρος Δούσκος του Ν. Ιωαννίνων, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα, διασχίζει ολόκληρη την βορειοδυτική Ήπειρο (Ν. Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας) και εκβάλει στην περιοχή της Σαγιάδας, βόρεια της πόλης της Ηγουμενίτσας, ενός συνεχώς αναπτυσσόμενου αστικού κέντρου και σημαντικού λιμανιού – πύλης εισόδου από τη δυτική Ευρώπη. Η περιοχή μελέτης της παρούσας εργασίας αναφέρεται στο Δέλτα και το κάτω ρου του ποταμού Καλαμά. Η περιοχή του Δέλτα έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000 (GR2120001) ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (pSCI). Από διαχειριστική άποψη εντάσσεται στο Φορέα Διαχείρισης Στενών και Εκβολών Ποταμών Αχέροντα και Καλαμά.
Στόχοι της παρούσας εργασίας είναι: η ανάδειξη της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της περιοχής, μέσω του σχεδιασμού οικοτουριστικών διαδρομών και η διερεύνηση δράσεων τόσο στο πρωτογενή τομέα όσο και στο τριτογενή (τουρισμός), οι οποίες θα μπορούν να εξασφαλίζουν μία οικονομική βιωσιμότητα και ποιότητα ζωής του τοπικού πληθυσμού. Στην παρούσα εργασία προτείνονται και περιγράφονται δέκα οικοτουριστικές διαδρομές (εννέα χερσαίες – μία υδάτινη), μέσα από τις οποίες ο επισκέπτης θα ενημερώνεται και θα ευαισθητοποιείται για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Επίσης, προτείνονται θέματα για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση των μαθητών που επισκέπτονται την περιοχή, εστιάζοντας σε διάφορες θεματικές ενότητες (παραδοσιακή αλιεία, κ.ά.)
Σε γενικές γραμμές η περιοχή διαθέτει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τη καθιστούν ελκυστική για ανάπτυξη οικοτουριστικών δραστηριοτήτων, αλλά και περιβαλλοντικών δράσεων στα πλαίσια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης. Τα στοιχεία αυτά είναι η πλούσια βιοποικιλότητα σε όλα τα επίπεδα (τοπίων, τύπων οικοτόπων, πανίδας, ορνιθοπανίδας, χλωρίδας κ.λπ.), η μακρόχρονη ιστορία, η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, τα τοπικά προϊόντα, τα μεγάλα έργα υποδομής (Εγνατία οδός, Νέος Λιμένας κ.λπ.) και οι παραδοσιακές μέθοδοι και πρακτικές του παρελθόντος αναφορικά με την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων. Φυσικά διαπιστώθηκαν και πολλές αδυναμίες όπως: η ελλιπής αξιοποίηση ορισμένων μνημείων πολιτιστικής της κληρονομιάς, παράνομες δραστηριότητες (λαθροθηρία / λαθρομετανάστες), η λανθασμένη διαχείριση των φυσικών πόρων κ.ά.
Η αξιοποίηση από τους τοπικούς φορείς, των αποτελεσμάτων που προέκυψαν μέσω της ανάλυσης SWOT, η παρακολούθηση και η διαχείριση των επισκεπτών από το κέντρο πληροφόρησης του Φ.Δ., καθώς και η διασύνδεση της αγροτικής και αλιευτικής δραστηριότητας με τον τουρισμό, μπορούν να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Παρόμοιες δράσεις οικοτουριστικής ανάπτυξης κρίνεται αναγκαίο να εφαρμοστούν τόσο και στις υπόλοιπες περιοχές του δικτύου Natura 2000 στο Νομό που δεν εντάσσονται σε κάποιον Φορέα διαχείρισης όσο και σε περιοχές εκτός Natura βοηθώντας έτσι στην προστασία και οικονομική ανάπτυξη τους. / The areas around coastal or riverside wetlands present a series of common features both ecologically and on a socio-economic level. Estuaries are ecosystems of high productivity but they also entail rich biodiversity and human activity (agriculture, fishery, animal husbandry etc). The 'challenge' of sustainable management in these areas is the harmonious coexistence of man with nature under a viable economic development. The implementation of eco-tourist programmes can contribute significantly to their development by boosting the local economy, while, apart from economic issues, they achieve social goals, for example the fact that local residents remain in their area, but also environmental ones such as the protection of the natural environment.
The river Kalamas (Thyamis) is an important part of the chain of wetlands in West Greece. The river emanates from the mountain Douskos in the Peripheral unit Ioannina near the Greek - Albanian borders, crosses the whole northwest Epirus (the Peripheral units Ioannina and Thesprotia) and it discharges itself in the area of Sagiada to the north of Igoumenitsa, which is a constantly developing urban centre and a major port - a gateway from west Europe. The study area of the present paper concerns the estuaries and the lower watercourse of the river Kalamas. The region around the estuaries has been included in the Natura 2000 network (GR2120001) as a site of community importance (pSCI). Regarding management, it is a part of the straits and Estuaries of the Kalamas and Acheron agency.
The present study is aimed at highlighting the cultural and natural heritage of the area, through the planning of eco-tourism corridors, and at searching for actions , in the primary sector but also in the tertiary one (tourism), which will be able to ensure an economic viability and high living standards for the local population. In the present paper, ten eco-tourist routes (nine on land- one watery), through which the visitor will get informed and be sensitized to the distinctive features of the region throughout the year, are put forward and described. Furthermore, topics on the Environmental Education of students who visit the region, focusing on various thematic units such as the traditional fishery etc., are suggested.
In general, the region presents distinctive features which render it appropriate for engaging in eco-tourist as well as environmental activities within the framework of Environmental Education and sensitization. These characteristics include the rich biodiversity at every level (landscapes, habitat types, fauna, avifauna, flora etc.), the long history, the rich cultural heritage, the local products, the infrastructure (Egnatia highway, New Port etc.) and the traditional methods and practices of the past in relation to the rational management of the natural resources. Naturally enough, many shortcomings were detected such as the insufficient exploitation of some cultural heritage monuments, illegal activities (poaching/ illegal immigrants) or the poor management of the natural resources etc.
The exploitation, by the local authorities, of the findings that came to light through the SWOT analysis, the monitoring and the management of the visitors by information centre of Kalamas river as well as the connection between agricultural / fishing activity and tourism can contribute to the sustainable development of the area. It is necessary that similar actions of eco-tourist development take place in the rest regions belonging to the Natura 2000 network in the Peripheral unit, which are however not included in any management agency board, as well as in regions out of Natura which will, in this way, be assisted in protecting themselves and developing their economy.
|
Page generated in 0.0257 seconds