Spelling suggestions: "subject:"βιώσιμη ανάπτυξη"" "subject:"βιώσιμης ανάπτυξη""
1 |
Προοπτικές βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης στο Εθνικό πάρκο Χελμού-ΒουραϊκούΣτιβανάκη, Βασιλική 05 1900 (has links)
Οι περιοχές που ανήκουν στο Ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο «Φύση 2000» γνωστές και ως προστατευόμενες περιοχές είναι κατάλληλες για την ανάπτυξη πολλαπλών και ήπιων τουριστικών δραστηριοτήτων που σκοπό έχουν εκτός από την αι-σθητική απόλαυση του τοπίου, τη γνωριμία με το φυσικό περιβάλλον.
Η αναγκαιότητα προστασίας και ανάδειξης του φυσικού πλούτου των συγκε-κριμένων περιοχών απαιτούν την εφαρμογή μιας στρατηγικής, η οποία θα αποτελεί-ται από εξειδικευμένα μέτρα, ενέργειες και δράσεις με σκοπό τη συστηματικότερη διαφύλαξη και διαχείριση των εν λόγω περιοχών και κατ’ επέκταση την εξασφάλιση της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης για την ευρύτερη περιοχή.
Αντικείμενο της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη της προστατευόμενης πε-ριοχής Εθνικού Πάρκου Χελμού- Βουραϊκού με στόχο την ανάδειξη των ιδιαίτερων στοιχείων του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος που θα χρησιμοποιηθούν για την οικοτουριστική ανάπτυξη της περιοχής.
Από τη μελέτη των βιοτικών και αβιοτικών στοιχειών της περιοχής και με τη χρήση της ανάλυσης SWOT, εξάγονται χρήσιμα συμπεράσματα για την εκτίμηση της παρούσας κατάστασης με απώτερο σκοπό την ορθολογικότερη αναβάθμιση και την επίτευξη μιας αποτελεσματικής διαχείρισης έτσι ώστε να είναι ανταγωνιστική και πιο ελκυστική για όσους επιλέγουν τέτοιου είδους προορισμούς. / The areas of the European ecological network "Natura 2000" also known as protected areas are suitable for the development of multiple and mild tourist activities designed not only for aesthetic enjoyment of the landscape, the acquaintance with the natural environment.The need for protection and enhancement of the natural wealth of the harvest - area concerned require the implementation of a strategy which will consist of specific measures , actions and actions to support the systematic preservation and management of these areas and thus ensure sustainable tourism growth for the region.The subject of this work is the study of protected area National Park Chelmou- Vouraikos to highlight the specific elements of the natural and human environment to be used for ecotourism development.The study of biotic and abiotic elements of the region and by using analysis SWOT, useful conclusions are to assess the current situation with a view to rational upgrade and achieve efficient management in order to be competitive and more attractive for those who choose such destinations .
|
2 |
Βιοποικιλότητα και βιώσιμη ανάπτυξη σε ένα παράκτιο υγρότοπο: Η περίπτωση του δέλτα και του κάτω ρου του ποταμού Καλαμά (Ν. Θεσπρωτίας)Μάρκου, Χαράλαμπος 11 June 2012 (has links)
Οι περιοχές των παράκτιων – παραποτάμιων υγροτόπων εμφανίζουν μία σειρά από ιδιαίτερα κοινά χαρακτηριστικά, τόσο σε οικολογικό, όσο και σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο. Οι Εκβολές είναι οικοσυστήματα υψηλής παραγωγικότητας και ως εκ τούτου, περιοχές που συγκεντρώνουν πλούσια βιοποικιλότητα, αλλά και ταυτόχρονα, ανθρωπογενείς δραστηριότητες (γεωργία, αλιεία, κτηνοτροφία κ.λπ.). Το ζητούμενο της αειφορικής διαχείρισης, σε αυτές τις περιοχές, είναι η αρμονική συνύπαρξη «ανθρώπου» και «φύσης» στα πλαίσια μιας βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης. Η εφαρμογή οικοτουριστικών προγραμμάτων μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην ανάπτυξη τους, ενισχύοντας την τοπική οικονομία, ενώ πέρα των οικονομικών, επιτυγχάνουν και κοινωνικούς σκοπούς, όπως τη παραμονή του πληθυσμού στο τόπο του, αλλά και περιβαλλοντικούς προστατεύοντας το φυσικό περιβάλλον.
Ο ποταμός Καλαμάς (Θύαμις) αποτελεί σημαντικό τμήμα της αλυσίδας των υγροτόπων της Δυτικής Ελλάδας. Πηγάζει από το Όρος Δούσκος του Ν. Ιωαννίνων, κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα, διασχίζει ολόκληρη την βορειοδυτική Ήπειρο (Ν. Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας) και εκβάλει στην περιοχή της Σαγιάδας, βόρεια της πόλης της Ηγουμενίτσας, ενός συνεχώς αναπτυσσόμενου αστικού κέντρου και σημαντικού λιμανιού – πύλης εισόδου από τη δυτική Ευρώπη. Η περιοχή μελέτης της παρούσας εργασίας αναφέρεται στο Δέλτα και το κάτω ρου του ποταμού Καλαμά. Η περιοχή του Δέλτα έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000 (GR2120001) ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (pSCI). Από διαχειριστική άποψη εντάσσεται στο Φορέα Διαχείρισης Στενών και Εκβολών Ποταμών Αχέροντα και Καλαμά.
Στόχοι της παρούσας εργασίας είναι: η ανάδειξη της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς της περιοχής, μέσω του σχεδιασμού οικοτουριστικών διαδρομών και η διερεύνηση δράσεων τόσο στο πρωτογενή τομέα όσο και στο τριτογενή (τουρισμός), οι οποίες θα μπορούν να εξασφαλίζουν μία οικονομική βιωσιμότητα και ποιότητα ζωής του τοπικού πληθυσμού. Στην παρούσα εργασία προτείνονται και περιγράφονται δέκα οικοτουριστικές διαδρομές (εννέα χερσαίες – μία υδάτινη), μέσα από τις οποίες ο επισκέπτης θα ενημερώνεται και θα ευαισθητοποιείται για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Επίσης, προτείνονται θέματα για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση των μαθητών που επισκέπτονται την περιοχή, εστιάζοντας σε διάφορες θεματικές ενότητες (παραδοσιακή αλιεία, κ.ά.)
Σε γενικές γραμμές η περιοχή διαθέτει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που τη καθιστούν ελκυστική για ανάπτυξη οικοτουριστικών δραστηριοτήτων, αλλά και περιβαλλοντικών δράσεων στα πλαίσια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης. Τα στοιχεία αυτά είναι η πλούσια βιοποικιλότητα σε όλα τα επίπεδα (τοπίων, τύπων οικοτόπων, πανίδας, ορνιθοπανίδας, χλωρίδας κ.λπ.), η μακρόχρονη ιστορία, η πλούσια πολιτιστική κληρονομιά, τα τοπικά προϊόντα, τα μεγάλα έργα υποδομής (Εγνατία οδός, Νέος Λιμένας κ.λπ.) και οι παραδοσιακές μέθοδοι και πρακτικές του παρελθόντος αναφορικά με την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων. Φυσικά διαπιστώθηκαν και πολλές αδυναμίες όπως: η ελλιπής αξιοποίηση ορισμένων μνημείων πολιτιστικής της κληρονομιάς, παράνομες δραστηριότητες (λαθροθηρία / λαθρομετανάστες), η λανθασμένη διαχείριση των φυσικών πόρων κ.ά.
Η αξιοποίηση από τους τοπικούς φορείς, των αποτελεσμάτων που προέκυψαν μέσω της ανάλυσης SWOT, η παρακολούθηση και η διαχείριση των επισκεπτών από το κέντρο πληροφόρησης του Φ.Δ., καθώς και η διασύνδεση της αγροτικής και αλιευτικής δραστηριότητας με τον τουρισμό, μπορούν να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Παρόμοιες δράσεις οικοτουριστικής ανάπτυξης κρίνεται αναγκαίο να εφαρμοστούν τόσο και στις υπόλοιπες περιοχές του δικτύου Natura 2000 στο Νομό που δεν εντάσσονται σε κάποιον Φορέα διαχείρισης όσο και σε περιοχές εκτός Natura βοηθώντας έτσι στην προστασία και οικονομική ανάπτυξη τους. / The areas around coastal or riverside wetlands present a series of common features both ecologically and on a socio-economic level. Estuaries are ecosystems of high productivity but they also entail rich biodiversity and human activity (agriculture, fishery, animal husbandry etc). The 'challenge' of sustainable management in these areas is the harmonious coexistence of man with nature under a viable economic development. The implementation of eco-tourist programmes can contribute significantly to their development by boosting the local economy, while, apart from economic issues, they achieve social goals, for example the fact that local residents remain in their area, but also environmental ones such as the protection of the natural environment.
The river Kalamas (Thyamis) is an important part of the chain of wetlands in West Greece. The river emanates from the mountain Douskos in the Peripheral unit Ioannina near the Greek - Albanian borders, crosses the whole northwest Epirus (the Peripheral units Ioannina and Thesprotia) and it discharges itself in the area of Sagiada to the north of Igoumenitsa, which is a constantly developing urban centre and a major port - a gateway from west Europe. The study area of the present paper concerns the estuaries and the lower watercourse of the river Kalamas. The region around the estuaries has been included in the Natura 2000 network (GR2120001) as a site of community importance (pSCI). Regarding management, it is a part of the straits and Estuaries of the Kalamas and Acheron agency.
The present study is aimed at highlighting the cultural and natural heritage of the area, through the planning of eco-tourism corridors, and at searching for actions , in the primary sector but also in the tertiary one (tourism), which will be able to ensure an economic viability and high living standards for the local population. In the present paper, ten eco-tourist routes (nine on land- one watery), through which the visitor will get informed and be sensitized to the distinctive features of the region throughout the year, are put forward and described. Furthermore, topics on the Environmental Education of students who visit the region, focusing on various thematic units such as the traditional fishery etc., are suggested.
In general, the region presents distinctive features which render it appropriate for engaging in eco-tourist as well as environmental activities within the framework of Environmental Education and sensitization. These characteristics include the rich biodiversity at every level (landscapes, habitat types, fauna, avifauna, flora etc.), the long history, the rich cultural heritage, the local products, the infrastructure (Egnatia highway, New Port etc.) and the traditional methods and practices of the past in relation to the rational management of the natural resources. Naturally enough, many shortcomings were detected such as the insufficient exploitation of some cultural heritage monuments, illegal activities (poaching/ illegal immigrants) or the poor management of the natural resources etc.
The exploitation, by the local authorities, of the findings that came to light through the SWOT analysis, the monitoring and the management of the visitors by information centre of Kalamas river as well as the connection between agricultural / fishing activity and tourism can contribute to the sustainable development of the area. It is necessary that similar actions of eco-tourist development take place in the rest regions belonging to the Natura 2000 network in the Peripheral unit, which are however not included in any management agency board, as well as in regions out of Natura which will, in this way, be assisted in protecting themselves and developing their economy.
|
3 |
Ο κοινοτικός κανονισμός REACH για τις επικίνδυνες χημικές ουσίεςΔροσόπουλος, Δημήτριος 16 June 2010 (has links)
Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η ανάλυση του νέου νομικού καθεστώτος διαχείρισης και ελέγχου των χημικών ουσιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και η ανάδειξη των ποικίλων διακυβευμάτων που αυτό θέτει. Το νέο αυτό νομικό καθεστώς, παρά την μακροχρόνια διαβούλευση του, δεν είναι τελικά απαλλαγμένο από αδυναμίες και προβλήματα εφαρμογής.
Πρόκειται για τον νέο κανονισμό REACH (αρχικά του Registration, Evaluation and Authorisation of Chemicals) ή κανονισμό 1907/2006/ΕΚ. Ο κανονισμός REACH αποτελεί ένα ενιαίο ευρωπαϊκό νομοθέτημα για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών ουσιών, αντικαθιστώντας 40 διαφορετικά υφιστάμενα νομοθετικά μέτρα.
Η εργασία χωρίζεται στην εισαγωγή, σε έξι κεφάλαια και τέλος τα συμπεράσματα. Στην εισαγωγή παρουσιάζεται η υφιστάμενη νομοθεσία της ευρωπαϊκής ένωσης για τις χημικές ουσίες, τα προβλήματα από την εφαρμογή της καθώς και η ανάγκη για ένα νέο νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα αντικαταστήσει το υφιστάμενο και θα έχει ως πρωταρχικό σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος. Αναφορά γίνεται στην βιώσιμη ανάπτυξη και την πράσινη χημεία, καθώς αποτελούν βασικούς πυλώνες του κανονισμού. Επίσης παρουσιάζονται οι βασικές αρχές του κανονισμού (αρχή της προφύλαξης, της υποκατάστασης κλπ) καθώς και οι επιδιωκόμενοι στόχοι από την εφαρμογή του.
Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια αναλυτική παρουσίαση της αρχής της προφύλαξης, η οποία αποτελεί βασική και θεμελιώδης αρχή του κανονισμού. Γίνεται αναφορά στην σχέση της με την αρχή της πρόληψης, στην πορεία της μέσα στο ευρωπαϊκό δίκαιο και στη διατροφική πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης καθώς και η αντιμετώπισή της από το ελληνικό δικαιικό σύστημα.
Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται αναλυτικά η οικοδόμηση του κανονισμού REACH, μέσω των σημαντικότερων χρονολογικών γεγονότων που άλλοτε ενίσχυσαν και άλλοτε αποδυνάμωσαν το κανονισμό, ικανοποιώντας κάθε φορά και διαφορετικά συμφέροντα ή απαιτήσεις, έως την οριστικοποίηση του τελικού του κειμένου. Ειδική αναφορά γίνεται στο ρόλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τη διαμόρφωση του τελικού κειμένου του κανονισμού.
Στη συνέχεια, στο τρίτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται αναλυτικά το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, τα θεσμικά όργανα και οι αρμοδιότητές τους καθώς και οι βασικές διατάξεις του κανονισμού, η καταχώριση, η αξιολόγηση, η αδειοδότηση και περιορισμοί των χημικών ουσιών.
Ακολουθεί το τέταρτο κεφάλαιο, όπου παρουσιάζεται ο κανονισμός CLP (αρχικά του Classification, Labelling, Packaging) για την ταξινόμηση, την επισήμανση και συσκευασία χημικών ουσιών και μειγμάτων ή κανονισμός 1272/2008/EK. Ο κανονισμός CLP συμπληρώνει και τροποποιεί τον κανονισμό REACH στο κενό που παρουσιάζει όσον αφορά την ταξινόμηση, την σήμανση και τη συσκευασία των χημικών ουσιών και τον εναρμονίζει με το Παγκόσμιο Εναρμονισμένο Σύστημα ταξινόμησης και επισήμανσης για τις χημικές ουσίες και τα μείγματα των Ηνωμένων Εθνών.
Στο πέμπτο κεφάλαιο γίνεται μια αναλυτική αποτίμηση του κανονισμού REACH, καθώς παρουσιάζονται και αναλύονται τόσο οι θετικές του όψεις όσο και οι αδυναμίες του. Αναλυτική αναφορά γίνεται στο κόστος εφαρμογής του κανονισμού καθώς και στα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από την εφαρμογή του. Επίσης παρουσιάζοντα τα προβλήματα ερμηνείας και εφαρμογής του κανονισμού.
Ακολουθεί το έκτο κεφάλαιο, στο οποίο γίνεται αναφορά στην εφαρμογή του κανονισμού REACH στην Ελλάδα καθώς παρουσιάζεται η υπεύθυνη αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του κανονισμού και ο ρόλος της, το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (επιχειρήσεις χημικών προϊόντων) καθώς και ο ρόλος του Συνδέσμου Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών.
Τέλος στα συμπεράσματα γίνεται μια συγκεντρωτική παρουσίαση και σύγκριση των αρνητικών και θετικών χαρακτηριστικών του κανονισμού και αποτιμάται ο βαθμός της επίτευξης των αρχικών στόχων του μέσα στο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία εφαρμογής του έως σήμερα. Επίσης παρουσιάζεται πως ο κανονισμός REACH αποτελεί καινοτόμο νομοθετικό εργαλείο στα χέρια της διοίκησης αν και αποδυναμωμένος σε σχέση με το αρχικό του κείμενο και την αρχική πεποίθηση για ολοκληρωμένη και υψηλού επιπέδου προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος. / Aim of this work is the analysis of new legal regime of management and control of chemical substances in European level and the emergence of diverse implications that this poses. This new legal regime, despite its long-lasting consultation, is not finally exempted from weaknesses and problems of application.
This is the new REACH Regulation (initials of the Registration, Evaluation and Authorisation of Chemicals) or regulation 1907/2006/EC. REACH is a uniform European legislation on the registration, evaluation, authorisation and restriction of chemicals, replacing 40 different existing legislative measures.
The work is divided into the introduction, six chapters and finally conclusions. The introduction presents the existing EU legislation on chemicals, the problems of implementation as well as the need for a new legal framework which will replace the existing and will have as fundamental aim the protection of human health and environment. Reference is made to sustainable development and green chemistry, which are key pillars of the regulation. It also presents the basic principles of the regulation (precautionary principle, substitution principle, etc) as well as the objectives pursued by its application.
In the first chapter becomes an analytic presentation of precaution principle, which constitutes basic and fundamental principle of regulation. Reference is made in relation to the prevention principle, in European law and food policy in the European Union as well as its confrontation from Greek law system.
In the second chapter is presented in detail the construction of REACH regulation, by means of the most important chronological facts that sometimes reinforced and sometimes watered down regulation, satisfying each time and different interests or requirements, until the finalization of the final text. Special reference to the role of the World Trade Organization is made for the configuration of final text of regulation.
Afterwards, in the third chapter, are presented in detail the field of application of regulation, the institutional bodies and their competences as well as the basic provisions of regulation, the registration, evaluation, authorisation and restriction of chemicals.
Fourth chapter follows, where regulation CLP is presented (initials of the Classification, Labeling and Packaging) for the classification, labeling and packaging of substances and mixtures or regulation 1272/2008/EC. Regulation CLP supplements and modifies regulation REACH in the void that it presents with regard to the classification, labeling and packing of chemical substances and it harmonizes REACH with the World Harmonized System of classification and labeling for the chemical substances and mixtures of United Nations.
In the fifth chapter becomes an analytic assessment of regulation REACH, while are presented and analyzed both positive aspects and weaknesses. A detailed reference becomes in the cost of implementing the regulation and to the economic benefits arising from its application. Also the problems in the interpretation and application of the regulation are presented.
Following the sixth chapter, in which reference is made in the implementation of reach in Greece as the responsible authority for the application of the regulation and its role, the field of application of regulation (enterprises of chemical products) as well as the role of the Association of Greek Chemical Industries.
Finally, in the conclusions is a summary and comparison of negative and positive characteristics of regulation and evaluation of the extent of the initial objectives within the period from the date of application until now. It also shows that REACH is an innovative legislative tool in the hands of the administration, although weak compared to the initial text, and the initial conviction for integrated and high level of protection of human health and environment.
|
4 |
Συμβολή στη διερεύνηση των οικονομικών και πολιτικών προοπτικών εξέλιξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Ελλάδας / Contribution to the investigation of economic and policy perspectives development of renewable energy sources in the wider region of Western GreeceΣτίγκα, Ελένη 26 August 2014 (has links)
Τις τελευταίες δεκαετίες, υπό το πρίσμα της βιώσιμης ανάπτυξης, παρατηρείται μια στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και ταυτόχρονη μείωση της χρήσης συμβατικών καυσίμων, ως διέξοδο στην αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων όπως της κλιματικής αλλαγής. Η αποτίμηση, σε νομισματικούς όρους, της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μίγμα, πραγματοποιείται μέσα από τεχνικές μη αγοραίας εκτίμησης. Ο κύριος σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η αποτύπωση σε νομισματικές μονάδες, της προθυμίας πληρωμής των νοικοκυριών για καταβολή επιπρόσθετου χρηματικού ποσού για την υλοποίηση επενδύσεων με σκοπό την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Ιδιαίτερα, είναι η εξέταση της συσχέτισης των κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών, της ενεργειακής συμπεριφοράς και της κοινωνικής αποδοχής της τοπικής κοινωνίας για έργα εκμετάλλευσης ΑΠΕ, με την επιθυμία οικονομικής συνεισφοράς για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας προερχόμενης από ΑΠΕ αλλά και με την πραγματική καταβολή χρηματικού ποσού στο δίμηνο λογαριασμό της ΔΕΗ, μέσα από τεχνικές μη αγοραίας εκτίμησης. Η ενεργειακή συμπεριφορά και η προθυμία πληρωμής, εξετάζεται με τη μέθοδο της υποθετικής ή εξαρτημένης αξιολόγησης που εφαρμόζεται στη παρούσα διατριβή εκτιμώντας σε ένα υποθετικό σενάριο, με χρήση ερωτηματολογίου, εκφρασμένες προτιμήσεις του κοινού, ποσοτικοποιώντας ουσιαστικά μη νομισματικές αξίες. Το δειγματοληπτικό πλαίσιο περιορίστηκε στο νομό Αιτωλοακαρνανίας. Η τελική επιλογή των νοικοκυριών έγινε με μίξη δειγματοληψίας ευκολίας και δειγματοληψίας χιονοστιβάδας. Από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο 2012, διανεμήθηκαν ερωτηματολόγια σε 280 νοικοκυριά εκ των οποίων επεστράφησαν συμπληρωμένα 201. Από την ανάλυση προκύπτει ότι είναι περισσότερο ενημερωμένοι για την ηλιακή ενέργεια και έπονται η αιολική, η βιομάζα και η υδροηλεκτρική. Επίσης, εκφράζουν θετική άποψη στο ενδεχόμενο υλοποίησης έργων εκμετάλλευσης ΑΠΕ και πιστεύουν ότι μελλοντικά θα καταλαμβάνουν μεγάλο μερίδιο στο ενεργειακό μίγμα. Το κόστος κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά, υπολογίζεται περίπου στα 301-400 ευρώ ανά δίμηνο λογαριασμό της ΔΕΗ. Οι λιγότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες είναι διατεθειμένοι να δώσουν έως 10 ευρώ επιπρόσθετα, για χρήση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ενώ, υψηλό ποσοστό ερωτηθέντων εμφανίζεται μη διατεθειμένο να πληρώσει επιπρόσθετα λόγω έλλειψης χρημάτων. Παράλληλα, μια μερίδα είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε μείωση των εξόδων της κυρίως στο τομέα της ψυχαγωγίας, ώστε να εξοικονομήσει χρήματα για να επωμιστεί το επιπρόσθετο κόστος. Εξήχθησαν κύριες συνιστώσες από ομοειδείς ομάδες μεταβλητών όπως η ενημέρωση του κοινού για τις επιμέρους μορφές ΑΠΕ, ο μελλοντικός ρόλος των διαφόρων μορφών στο ενεργειακό μίγμα, οι συνέπειες επενδύσεων με χρήση ΑΠΕ, τα ενδεχόμενα εμπόδια κατά την υλοποίηση, τα μέτρα επίλυσης τους. Από την ανάλυση συστάδων διαπιστώνεται ότι το κοινό ομαδοποιείται σε δύο συστάδες. Το δείγμα που ανήκει στη πρώτη συστάδα είναι μεγαλύτερης ηλικίας, όχι τόσο μορφωμένο και οικονομικά ασθενέστερο. Το δείγμα της δεύτερης συστάδας είναι νεαρής ηλικίας, πιο μορφωμένο και οικονομικά πιο ισχυρό. Μετά από πολλαπλή παλινδρόμηση η συμμετοχή σε συστάδα δεν αποτέλεσε στατιστικά σημαντική μεταβλητή. Το μοντέλο παλινδρόμησης της προθυμίας πληρωμής έδειξε ότι παράμετροι όπως της ηλικίας, του αριθμού των μελών της οικογένειας και της κύριας συνιστώσας που αφορά στην ενημέρωση του κοινού ως προς τις επιμέρους μορφές ενέργειας ήταν σημαντικές. Παρατηρείται ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των μελών της οικογένειας, η ηλικία καθώς και η ενημέρωσή σε συγκεκριμένες μορφές ΑΠΕ, τόσο μεγαλύτερη είναι η κατά μέσο όρο καταβολή χρηματικού ποσού στο δίμηνο λογαριασμό της ΔΕΗ και τόσο αυξάνεται και η προθυμία τους για πληρωμή επιπρόσθετου ποσού για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που βασίζεται σε ΑΠΕ. Επιπρόσθετα, όσο αφορά στο κατά μέσο όρο εισόδημα των νοικοκυριών έχει μικρή θετική επίδραση ως προς τη πληρωμή του λογαριασμού της ΔΕΗ και πολύ αρνητική ως προς την προθυμία επιπρόσθετου χρηματικού ποσού. Τέλος, η συμμετοχή σε περιβαλλοντικές δράσεις εμφανίζει μικρή θετική επίδραση για πληρωμή στο λογαριασμό της ΔΕΗ αλλά αρνητική στη προθυμία πληρωμής. Το κοινό υποστηρίζει πως η ύπαρξη επενδύσεων ΑΠΕ θα έχει σε γενικές γραμμές, θετικές συνέπειες στην ευρύτερη περιοχή και πως η τοπική κοινωνία θα έχει θετική στάση αν ξεπεραστούν τα εμπόδια και ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα όπως οικονομικά κίνητρα. Τα αποτελέσματα των μοντέλων πολλαπλής παλινδρόμησης συγκρίθηκαν και με ανάλυση κανονικοποιημένης συσχέτισης. Για περαιτέρω διερεύνηση προτείνεται η εξέταση άλλων υποθετικών σεναρίων και άλλων μορφών πληρωμής. / In the last decades, under the spectrum of sustainable development, a turn to the Renewable Energy Sources (RES) is observed and parallel reduction of the use of conventional fuels, as a way out to the confrontation of environmental problems such as climate change. The evaluation, in economic terms, of the penetration of RES in the energy mix, is realized through techniques of non market valuation. The main purpose of the present research is the evaluation in economic units of households Willingness to Pay (WTP) to deposit an additional amount of money to make investments in order to produce electric power from RES. Especially, it is the examination of correlation of socioeconomics characteristics, energy behavior and social acceptance of the local community for projects using renewable energy, with the willingness of economic contribution for the electricity production deriving from RES but also with the real deposit amount of money to a bi-monthly electricity bill, through techniques of non market valuation. The energy behavior and the WTP are examined by Contingent Valuation Method (CVM) which is applied in the present, appreciating a hypothetical scenario, with the use of a questionnaire, expressed preferences of the public, giving quantity essentially to non market values.
The target framework is limited in the Aitoloakarnania County. The final choice of the households was made by a mix of convenience sampling and snowball sampling. From January until April 2012, were distributed questionnaires to 280 households from which 201 were returned completed. From the analysis is inferred that it is more informative about the solar energy and wind, biomass and hydroelectric follow. It is also expressed positive view in case of making projects of exploitation RES and believed that in the future they will occupy a great share in the energy mix. The cost of consumption of electric power for households is estimated about €301-400 per a bi-monthly electricity bill. Fewer than half of the respondents are available to pay €10 more, for the electric power from RES, whereas a high percentage appears not to be available to pay more because of lack of money. At the same time, a group of consumers is available to have a reduction in the expenses in the sector of entertainment in order to save money for facing the additional cost.
Principal components from identical groups have been extracted such as the awareness of the public about the partial forms of RES, the future role of the different forms in the energy mix, the consequences of investments by using RES, the following obstacles during the implementation and the measures of solving them. Cluster analysis identified that the public is grouped in two clusters. The sample which belongs to the first cluster is of older age, not so educated and economically weaker. The sample of the second cluster is of a younger age, more educated and financially more powerful. It is noted that after a multiple regression analysis, the participation in cluster did not constitute statistically important variable. The model of regression of WTP showed that parameters such as age, family members and the principal component which concerns the public awareness as concerning the partial forms of energy were important. It is obvious that as the number of family members is increasing, the age as well as the awareness in specific forms of RES, so grater is the average deposit of the amount of money in the bi-monthly electricity bill and the WTP is increasing in order to pay the additional amount for the production of electric power which is based on RES. In additional, the average income of the households has a small positive influence in regard with the payment of the electricity bill and very negative as concerning the willingness of additional amount of money. The public supports that the existence of RES investments will have generally positive consequences in the broad area that the local society will have positive stance if some obstacles are overcome and take certain measures such as financial motives. Finally, the results of multiple regression models were compared with the canonical correlation analysis. For further research is proposed the examination of other hypothetical scenarios and of other forms of payment.
|
Page generated in 0.0317 seconds