• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 12
  • 4
  • Tagged with
  • 16
  • 16
  • 16
  • 16
  • 8
  • 6
  • 6
  • 6
  • 5
  • 5
  • 4
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Συσχέτιση ευρημάτων μαστογραφίας και προγνωστικών δεικτών σε μη-ψηλαφητές βλάβες μαστού / Non palpable breast carcinomas: correlation of mammographic appearance and molecular prognostic factors

Μπάδρα, Φιλίτσα-Λεμονιά 28 June 2007 (has links)
Η προληπτική μαστογραφία στα πλαίσια προγραμμάτων πληθυσμιακού ελέγχου έχει αυξήσει τον αριθμό ων μη-ψηλαφητών καρκινωμάτων μαστού που διαγιγνώσκονται σε ασυμπτωματικές γυναίκες. Οι μικρο-αποτιτανώσεις με κακοήθεις χαρακτήρες αποτελούν ένα από τα πιο πρώϊμα μαστογραφικά ευρήματα των μη-ψηλαφητών καρκινωμάτων μαστού. Προηγούμενες κλινικές μελέτες προσπάθησαν να συσχετίσουν τα ακτινολογικά με τα ιστολογικά χαρακτηριστικά των κακοήθων μικρο-αποτιτανώσεων. Στην παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε μορφολογικά η έκφραση συγκεκριμένων μοριακών δεικτών σε μη-ψηλαφητά καρκινώματα μαστού και η πιθανή συσχέτισή της με τις μαστογραφικά εντοπιζόμενες κακοήθεις μικρο-αποτιτανώσεις. Μελετήθηκαν συνολικά τριακόσιοι πενήντα ασθενείς με μη-ψηλαφητές ύποπτες βλάβες μαστού οι οποίες εντοπίστηκαν κατά τη διάρκεια προληπτικής μαστογραφίας τα έτη 1994 έως 2004. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε κατευθυνόμενη από μαστογραφία βιοψία με λεπτή βελόνα. Η ιστολογική εξέταση ανέδειξε 95 (27.2%) καρκινώματα [50 (52.3%) πορογενή διηθητικά, 35 (37.3%) πορογενή in situ και 10 (10.4%) λοβιακά διηθητικά]. Ανοσοϊστοχημεία πραγματοποιήθηκε σε τομές παραφίνης σε 75 από τα 95 καρκινώματα χρησιμοποιώντας μία ποικιλία μονοκλωνικών και πολυκλωνικών αντισωμάτων ενάντια στις εξής πρωτεϊνες: ER, PR, p53, Bcl-2, Bax, FasL, DFF, HER-1, HER-2, HER-3 and HER-4. Οι κακοήθεις μικρο-αποτιτανώσεις ήσαν το κύριο μαστογραφικό εύρημα σε 60 από τους 75 (80%) ασθενείς. Η ανίχνευση πυρηνικής θετικότητας για τους οιστρογονικούς (ER) και τους προγεστερονικούς υποδοχείς (PR) βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την ύπαρξη μικρο-αποτιτανώσεων (P=0.04). Η ER(+) βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την ανίχνευση ανοσοθετικότητας για τις πρωτεϊνες HER-2 (P=0.011) και ΗER-4 (P=0.016), αλλά όχι για τα άλλα μέλη της οικογένειας των EGFR πρωτεϊνών. Η PR(+) αντίθετα δε βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με καμία πρωτεϊνη της οικογένειας του EGRF. Θετική στατιστικά σημαντική συσχέτιση διαπιστώθηκε επίσης μεταξύ ER(+) και Bax (P=0.016), Fas (P=0.022) και DFF ανοσοϊστοχημικής θετικότητας (P=0.001), ενώ αρνητική σχέση βρέθηκε με την ύπαρξη θετικότητας για την πρωτεϊνη Bcl-2 (P=0.013). Η PR(+) επίσης βρέθηκε να σχετίζεται θετικά με την έκφραση των πρωτεϊνών Fas (P=0.013) και DFF (P=0.026), ενώ αρνητική σχέση διαπιστώθηκε με την έκφραση των πρωτεϊνών Bcl-2 (P=0.025) και p53 (P=0.009). Οι σχετιζόμενες με την απόπτωση πρωτεϊνες που μελετήθηκαν στην παρούσα διατριβή περιελάμβαναν τις p53, Bax, FasL, Bcl-2 και DFF. Η έκφραση των πρωτεϊνών Bcl-2 και p53 δε βρέθηκε να σχετίζεται με την έκφραση καμία άλλης σχετιζόμενης με την απόπτωση πρωτεϊνης. Αντίθετα, η ανοσοθετικότητα για την πρωτεϊνη Bax βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την έκφραση της DFF (P=0.006), ενώ παρόμοια αποτελέσματα διαπιστώθηκαν για τις πρωτεϊνες Fas και DFF (P<0.001). Στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις διαπιστώθηκαν επίσης μεταξύ των κακοήθων μικρο-αποτιτανώσεων και της έκφρασης των πρωτεϊνών Bax (P=0.03), Fas (P=0.03) και DNA fragmentation factor (P=0.03), ενώ καμία στατιστικά συσχέτιση δε βρέθηκε με την έκφραση των πρωτεϊνών Bcl-2 και p53 (P>0.05). Η έκφραση της οικογένειας των πρωτεϊνων του EGFR ανιχνεύθηκε σε 78.7% των περιστατικών για τον HER-1, 45% για τον HER-2, 32% για τον HER-3 και 74.7% για τον HER-4. Στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις διαπιστώθηκαν μεταξύ της έκφρασης όλων αυτών των πρωτεϊνών μεταξύ τους. Στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις βρέθηκαν επίσης μεταξύ κακοήθων μικρο-αποτιτανώσεων και της ύπαρξης ανοσοθετικότητας για τις πρωτεϊνες HER-1 (P=0.001), HER-2 (P=0.015) και HER-4 (P=0.034), αλλά όχι για τον HER-3 (P>0.05). Στη συνέχεια ακολούθησε αξιολόγηση της συνδυασμένης έκφρασης όλων των πρωτεϊνών της οικογένειας του EGFR. Δεν ανιχνεύθηκε κανένα ομοδιμερές, ενώ η πιο έντονη συνδυασμένη έκφραση αυτών των πρωτεϊνών ήσαν HER-1/HER-2/HER-4 και HER-1/HER-4 σε 16 (21.4%) περιστατικά, ακολουθούμενη από HER-1/HER-2/HER-3/HER-4 σε 14 (18.6%) καρκινώματα. Δεκαπέντε (20%) καρκινώματα ήσαν αρνητικά για όλες τις πρωτεϊνες της οικογένειας του EGFR, ενώ άλλοι συνδυασμοί έκφρασης που ανιχνεύθηκαν ήταν HER-1/HER-2 και HER-1/HER-3/HER-4 σε 2 (2.7%) και 10 (13.3%) περιστατικά, αντίστοιχα. Η συνδυασμένη πρωτεϊνική έκφραση HER-1/HER-4 και HER-1/HER- 2/HER-4 βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά αφενός με ER(+) (P=0.002 και P=0.001, αντίστοιχα) και αφετέρου PR(+) (P=0.019 και P=0.004, αντίστοιχα), αλλά δε βρέθηκε στατιστικά σημαντική σχέση με την παρουσία κακοήθων μικρο-αποτιτανώσεων. Η συνδυασμένη αρνητική έκφραση όλων των πρωτεϊνών της οικογένειας του EGFR βρέθηκε να σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με ER(+) (P=0.006) και με την παρουσία κακοήθων μικρο-αποτιτανώσεων (P=0.03). Οι κακοήθεις μικρο-αποτιτανώσεις που διαπιστώνονται κατά τη διάρκεια προληπτικής μαστογραφίας αποτελούν μία διαγνωστική, προγνωστική και θεραπευτική πρόκληση. Τα ευρήματα της μελέτης μας ενδυναμώνουν την ήδη διατυπωθείσα ιδέα ότι η εξέλιξη του καρκινώματος του μαστού συμβαίνει αργά στην προκλινική φάση της φυσικής ιστορίας του και οφείλεται κυρίως σε διαταραχή της ευαίσθητης ισορροπίας μεταξύ των μοριακών μηχανισμών που ρυθμίζουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό και των μονοπατιών που καθορίζουν την απόπτωση, η οποία μπορεί να αντανακλά στη μαστογραφική απεικόνιση. Επιπλέον, φαίνεται ότι η έκφραση των πρωτεϊνών της οικογένειας του EGFR ανιχνεύεται από την προκλινική φάση των καρκινωμάτων του μαστού και σχετίζεται πολύ σημαντικά (με εξαίρεση τον HER-3) με τη μαστογραφική εμφάνιση μικρο-αποτιτανώσεων με κακοήθεις χαρακτήρες. Τα μοντέλα συνδυασμένης έκφρασης των τεσσάρων μελών της οικογένειας του EGFR συνδυαζόμενα με το μοντέλο έκφρασης άλλων σημαντικών μοριακών παραγόντων και σε συνάρτηση με τη μαστογραφική απεικόνιση μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την πρόβλεψη της φυσικής ιστορίας των μη-ψηλαφητών καρκινωμάτων του μαστού. / Screening mammography has greatly increased the number of non-palpable breast carcinomas diagnosed in asymptomatic women. Malignant-appearing microcalcifications represent one of the earliest mammographic findings of nonpalpable breast carcinomas. Previous studies have attempted to correlate radiological with histological features of malignant appearing microcalcifications. In the present study, we have evaluated the expression of selected molecular markers in nonpalpable breast carcinomas and its possible association with mammographically detected malignant-appearing microcalcifications. Three hundred fifty patients with non-palpable suspicious breast lesions that were detected during screening mammography between 1994 and 2004 were studied. All patients underwent msmmographically-guided needle localization breast excision biopsy. Histological examination revealed 95 (27.2%) carcinomas [50 (52.3%) ductal invasive, 35 (37.3%) ductal in situ and 10 (10.4%) lobular invasive]. Immunohistochemistry was performed on formalin-fixed paraffin-embedded sections in 75 out of 95 carcinomas by using a panel of monoclonal and polyclonal antibodies for ER, PR, p53, Bcl-2, Bax, FasL, DFF, HER-1, HER-2, HER-3 and HER-4. Malignant-appearing microcalcifications were the major mammographic finding in 60 out of 75 (80%) patients. Nuclear ER(+) and PR(+) positivity were statistically correlated with malignant-appearing microcalcifications (P=0.04). ER(+) was found to be statistically significantly correlated with HER-2 (P=0.011) and HER-4 immunopositivity (P=0.016), but not with the other EGFR family members. PR(+) was not found to be associated with the expression of any EGRF family protein. Positive statistically significant association was detected between ER(+) and Bax (P=0.016), Fas (P=0.022) and DFF expression (P=0.001), while an inverse correlation was found with Bcl-2 positivity (P=0.013). PR(+) was also found to be positively associated with Fas (P=0.013) and DFF (P=0.026) expression, while an inverse correlation was detected with Bcl-2 (P=0.025) and p53 positivity (P=0.009). Apoptosis-related proteins that were studied consisted of p53, Bax, FasL, Bcl-2 and DFF. Bcl-2 and p53 protein expression was not associated with any of the others proteins. Instead, Bax immunopositivity was found to be statistically significant correlated with DFF expression (P=0.006), while similar results were detected regarding Fas and DFF expression (P<0.001). Statistical significant associations were also found between malignant-appearing microcalcifications and Bax (P=0.03), Fas (P=0.03) and DNA fragmentation factor positivity (P=0.03) while no statistical correlation was found with Bcl-2 and p53 positivity (P>0.05). EGFR family proteins immunopositivity was detected in 78.7% cases for HER-1, 45% for HER-2, 32% for HER-3 and 74.7% for HER-4. Statistically significant associations were found between all EGFR proteins’ expression. Statistical significant associations were also found between malignant-appearing microcalcifications and HER-1 (P=0.001), HER-2 (P=0.015) and HER-4 positivity (P=0.034), but not with HER-3 (P>0.05). We then evaluated the co-expression of all EGFR proteins. No homodimer was detected, whilst the most prominent HER-protein co-expression was HER-1/HER-2/HER-4 in 21.4% cases, followed by HER-2/HER-4 and HER-1/HER- 2/HER-3/HER-4 in 21.4% and 18.6% carcinomas, respectively. Fifteen (20%) cases displayed no immunoreactivity for all EGFR proteins, while HER-1/HER-3/HER-4 and HER-1/HER-2 co-expression was found in 13.3% and 2.7% cases, respectively. HER-1/HER-4 and HER-1/HER-2/HER-4 protein co-expression was found to be statistically correlated with ER (P=0.002 and P=0.001, respectively) and PR(+) (P=0.019 and P=0.004, respectively), but no association was found with MAMCs. The combined negative immunoreactivity of all EGFR proteins was associated with ER(+) (P=0.006) and MAMCs (P=0.03). Malignant-appearing microcalcifications detected during screeningmammography represent a diagnostic, prognostic and therapeutic challenge. The findings of our study consolidate the already adopted idea that tumor progression occurs late in the preclinical phase of the disease due to a failure of equilibrium between proliferation controlling mechanisms and programmed cell death pathways which can be reflected upon mammographic appearance. EGFR family proteins’ expression is present since the preclinical phase of breast carcinomas and is strongly correlated (except HER-3) with the mammographic finding of malignant-appearing microcalcifications. The co-expression pattern of the four EGFR family members combined with the expression profile of other molecular prognostic factors and the mammographic appearance might predict the natural history of non-palpable breast carcinomas.
2

Βιοχημική και κυτταρική μελέτη της επίδρασης του PDGF-R στην έκφραση λειτουργικών μακρομορίων στον καρκίνο του μαστού

Μαλαβάκη, Χριστίνα Ι. 10 August 2011 (has links)
-- / --
3

Ο ρόλος της αντι-οιστρογονικής θεραπείας στο μεταστατικό δυναμικό των καρκινικών κυττάρων μαστού / The role of anti-estrogen therapy in the metastatic potential of breast cancer cells

Λυμπεράτου, Διονυσία 31 January 2013 (has links)
Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πιο συχνή μορφή κακοήθειας σε γυναίκες. Εκτιμάται ότι οιστρογονικοί υποδοχείς (Estrogen Receptors-ERs) εκφράζονται περίπου στο 70% των περιπτώσεων. Σε αυτή την κατηγορία καρκίνων του μαστού η ορμονοθεραπεία αποτελεί βασική θεραπευτική προσέγγιση, καθώς συνοδεύεται από σημαντικά κλινικά οφέλη για τις ασθενείς. Ωστόσο, παρά την δραστικότητα της ορμονοθεραπείας, η νόσος συχνά υποτροπιάζει και συνοδεύεται από απομακρυσμένες εστίες λόγω του μεταστατικού της δυναμικού. Στην παρούσα διπλωματική εργασία συγκρίθηκε η αποτελεσματικότητα των αντι-οιστρογόνων fulvestrant και tamoxifen στο μεταστατικό δυναμικό καρκινικών κυττάρων του μαστού. Πιο συγκεκριμένα, μελετήθηκε ο τύπος κυτταρικής κίνησης που υιοθετούν τα ER+ καρκινικά κύτταρα καθώς και το πως επηρεάζονται οι μηχανισμοί αυτοί από τους παραπάνω παράγοντες. Επιπλέον, αξιολογήθηκε η έκφραση των μεταλλοπρωτεϊνασών, των ενζύμων που παίζουν κεντρικό ρόλο στη μετάσταση, καθώς και άλλων πρωτεϊνικών μορίων που εμπλέκονται άμεσα στην διήθηση των παρακείμενων ιστών από καρκινικά κύτταρα. / The prognosis of breast cancer patients is tightly correlated with the degree of spread beyond the primary tumor. The mechanism by which epithelial tumor cells escape from the primary tumor and colonize to a distant site is not entirely understood. Recent data in breast indicates epithelial mesenchymal transition (EMT) as a possible mechanism through which epithelial tumor cells acquire a more motile and invasive phenotype to escape from the primary tumor. The induction of EMT results in single cell dissemination of tumor cells. Alternative, metastasis might be occurred by collective migration of tumor cells. In the current study, two selective antagonists of the estrogen receptor (ER), fulvestrant and tamoxifen were compared. We focused on the effect of the two agents on the migration capacity of the human breast cancer cells. Two mechanisms of cell migration have been described, the single cell migration that occurs during metastasis and collective single migration that occurs during invasion. Moreover, we assessed the impact of these drugs on MMPs’ expression as well as protein molecules that are associated with the EMT phenomenon.
4

Διαγνωστική προσπέλαση του καρκίνου του μαστού με μαστογραφία, υπερηχογράφημα και έγχρωμο Doppler

Κωνσταντάτου, Ελένη 03 August 2009 (has links)
Ο μαζικός αδένας σχηματίζεται την 6η εμβρυϊκή εβδομάδα ως πάχυνση του εξωδέρματος (μαζική ακρολοφία), ενώ κατά τον 5ο εμβρυϊκό μήνα αναπτύσσονται από τις αρχικές επιθηλιακές καταβολές, συμπαγείς χορδές κυττάρων στο υποκείμενο χόριο. Ο μαστός ως εξωκρινής αδένας φέρει υποδοχείς, μέσω των οποίων υπόκειται σε ορμονικό έλεγχο τόσο κατά τη διάρκεια του έμμηνου κύκλου, όσο και κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλακτοφορίας, η οποία αποτελεί και το σκοπό ύπαρξης του μαστού. Όμως ο μαστός αποτελεί ένα από τα όργανα του ανθρώπινου σώματος το οποίο υφίσταται καρκινική εξαλλαγή, αφού αποτελεί την 1η αιτία θανάτου από καρκίνο μεταξύ των γυναικών. Υπολογίζεται πως ο ετήσιος κίνδυνος για να προσβληθεί μία γυναίκα από καρκίνο του μαστού είναι 1: 37.000 μεταξύ των ηλικιών 30-40, ενώ ο αριθμός αυτός αυξάνει σε 1: 200-235 σε ηλικίες άνω των 70 ετών. Σημαντικοί τρόποι προληπτικού ελέγχου, και αυτοί οι οποίοι θα μελετηθούν, προκειμένου να διαγιγνώσκεται έγκαιρα μια κακοήθης αλλοίωση του μαστού είναι η μαστογραφία, που με τη βοήθεια πάντα του υπερηχογραφήματος και του έγχρωμου Doppler είναι σε θέση να εντοπίζει αλλοιώσεις μεγέθους ακόμα και 2 mm, οι οποίες δεν έχουν δώσει ακόμα κλινική σημειολογία. Όταν η μάζα γίνει ψηλαφητή αυτό σημαίνει ότι θα είναι ήδη μεγέθους 2 cm και θα έχει διηθήσει τους γύρω ιστούς. Το υπερηχογράφημα θα μειώσει τον αριθμό των γυναικών οι οποίες θα χρειαστεί να υποβληθούν σε βιοψία, καθώς δίνει τη δυνατότητα καθορισμού της κυστικής ή συμπαγούς σύστασης της απεικονιζόμενης στη μαστογραφία αλλοίωσης. Σκοπός του screening με τις απεικονιστικές αυτές μεθόδους είναι να μειωθεί ακόμα περισσότερο η θνητότητα και η θνησιμότητα από καρκίνο του μαστού καθώς ιάσιμη νόσος είναι αυτή η οποία δεν έχει δώσει ακόμα κλινική σημειολογία. / The mammary gland is formed during the 6th week of fetal life, as an exoderma thickening, while during the 5th month compact cords are being developed subcutaneously. The mammary gland as an exocrine gland, carries receptors through which is subject to hormonal control. Not only does this occur during menstrual circle, but also during gestation and lactation, which is the purpose of its existence. Statistics show that the mammary gland is among the human organs, which are most susceptible to cancerous transmutation, since breast cancer is the first cause of death from cancer among women. It is estimated that the annual risk a woman runs to be affected by breast cancer is 1: 37.000 between the ages 30-40, while this risk increases to 1: 200-235 to women above 70 years of age. Mammography along with ultrasonography and color Doppler are significant preventive measures, in order to obtain a prompt diagnosis of a malignant breast lesion. They are capable of pinpointing a lesion as small as 2mm, before this can be clinically detected. When it reaches the point of being palpable, it measures more than 2cm and will have already infiltrated the surrounding tissue. Ultrasonography will reduce the number of women who will need to undergo biopsy in order to distinguish the cystic or solid nature of a suspicious lesion detected in a mammogram. The aim of screening mammography along with ultrasonography is to decrease the morbidity of breast cancer, since breast cancer is curable only at the stage when clinical examination cannot detect it.
5

Application of breast compression algorithm for mammography / Μελέτες προσομοίωσης μαστογραφίας με αλγόριθμους συμπίεσης μαστού

Καζακλή, Σοφία 07 June 2010 (has links)
Mammography is currently the gold standard technique for early detection of breast cancer before it becomes clinically palpable. Breast compression is essential part of mammography which provides better contrast and smaller radiation dose. It optimizes the image quality and the visualization of small lesions by reducing the breast thickness. The overall goal of this thesis is to simulate the complete mammographic imaging chain, starting from the creation of breast phantoms, compression, and mammogram simulation. A specific aim is to carry out a study that compares the quality of breast lesions on simulated mammographic images obtained from both uncompressed and compressed breast models. For the creation of the breast models, we use a software breast phantom which incorporates a 3D voxel array with geometric primitives, a ductal network, and a model for lesions. Further on, a Simulation Algorithm for Soft Tissue Compression (SASTC) is used for the compression of the breast phantoms. For this purpose, the algorithm was implemented into C++ language and incorporated into the available Breast Simulator software. The SASTC algorithm is based on the spring-mass model according to which the volume of the breast phantom is divided into a number of elements, each one consisting of 27 nodes and the nodes are connected with springs. The compression algorithm allows stretching and compression of the volume object. Due to these deformations the voxels of the breast’s volume are distorted. Several algorithms are developed to correct for these distortions. These algorithms are based on interpolation techniques and on the Jordan Curve Theorem. We designed 11 models of small breast phantoms that included microcalcifications of different sizes. These breast phantoms as well as the compressed model of each phantom are subjected to mammography simulation to create mammograms. The x-ray image acquisition model, used for the acquirement of the mammographic images, is based on a combination of ray tracing techniques and the x-ray attenuation law. A comparison between the acquired mammograms of both uncompressed and compressed breast phantom was performed. A preliminary visual evaluation demonstrates that the clarity of the structures in the breast model is improved in the images of the compressed breast. Quantitative evaluation involving contrast calculations supports the former results. / Η μαστογραφία αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού προτού να είναι δυνατός ο εντοπισμός του με τη μέθοδο της ψηλάφισης. Η συμπίεση του μαστού είναι ένα σημαντικό μέρος της μαστογραφίας καθώς βελτιστοποιεί την ακτινογραφική ποιότητα της εικόνας και επιτρέπει την ελλάτωση της δόσης της ακτινοβολίας στον ασθενή καθώς μειώνεται το πάχος του μαστού. Ο γενικός στόχος της συγκεκριμένης διπλωματικής εργασίας είναι η προσομοίωση της διαδικασίας της μαστογραφίας, η οποία περιλαμβάνει τη δημιουργία των μοντέλων μαστού, τη συμπίεση τους και την προσομοίωση λήψης των εικόνων της μαστογραφίας. Πιο συγκεκριμένα, στόχος είναι να δημιουργηθούν οι μαστογραφικές εικόνες των ασυμπίεστων και συμπιεσμένων μοντέλων μαστού προκειμένου να πραγματοποιηθεί σύγκριση μεταξύ τους. Για τη δημιουργία των μοντέλων του μαστού χρησιμοποιείται το λογισμικό προσομοίωσης BreastSimulator που αναπτυχθηκε στο εργαστηρίο Βιοϊατρικής Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών (Bliznakova 2003). Η εξωτερική και εσωτερική δομή του μαστού καθώς και οι διάφορες παθολογικές δομές προσομοιόνονται με τη χρήση βασικών γεωμετρικών σχημάτων. Τα μοντέλα αποκτούνται υπό τη μορφή τρισδιάστατου πίνακα. Για τη συμπίεση των μοντέλων μαστού χρησιμοποιήθηκε ο αλγόριθμος SASTC (Simulation Algorithm for Soft Tissue Compression), αφού πρώτα πραγματοποιήθηκε μετατροπή από τη γλώσσα προγραμματισμού Java σε C++ έτσι ώστε να είναι δυνατή η χρησιμοποίησή του ως μέρους του λογισμικού BreastSimulator. Αυτός ο αλγόριθμος βασίζεται στο μοντέλο μάζας-ελατηρίου σύμφωνα με το οποίο ο όγκος του μοντέλου του μαστού χωρίζεται σε στοιχεία, καθένα από τα οποία αποτελείται από 27 κόμβους. Οι κόμβοι συνδέονται μεταξύ τους με ελατήρια. Ο αλγόριθμος συμπίεσης επιτρέπει την εξάπλωση και τη συμπίεση του όγκου του αντικειμένου. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση παραμορφώσεων στα voxel του τρισδιάστατου μοντέλου του μαστού. Για την διόρθωση αυτών των παραμορφώσεων αναπτύχθηκε ένας νέος αλγόριθμος. Τα τρισδιάστατα μοντέλα μαστού που προκύπτουν από τον αλγόριθμο συμπίεσης χρησιμοποιούνται ως είσοδος στον προσομοιωτή ακτινοβόλησης του μαστού και προκύπτουν οι εικόνες της μαστογραφίας. Εικόνες μαστογραφίας από διάφορα μοντέλα ασυμπίεστου και συμπιεσμένου μαστού δημιουργήθηκαν ακολουθώντας την παραπάνω διαδικασία και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε σύγκριση αυτών των εικόνων. Από μια πρώτη οπτική αξιολόγηση προκύπτει ότι η ευκρίνεια των δομών του μαστού είναι βελτιωμένη στις εικόνες που αντιστοιχούν στα μοντέλα συμπιεσμένου μαστού. Η ποσοτική αξιολόγηση η οποία στηρίζεται στον υπολογισμό του CNR (contrast to noise ratio) επιβεβαίωσε την παραπάνω διαπίστωση.
6

O ρόλος του TGF-β-R και των πρωτεϊνών Smad και Ski σε ασθενείς με καρκίνο μαστού και συσχέτιση με την επιβίωση

Κουμουνδούρου, Δήμητρα 22 April 2008 (has links)
Το μονοπάτι του Transforming- Growth Factor beta είναι ένα από τα πιο πολύπλοκα και πιο καλά μελετημένα σε μια σειρά παθήσεων και έχει βρεθεί να δρα άλλοτε ως ογκοκατασταλτικό και άλλοτε ως προαγωγό της κακοήθους εξαλλαγής. Πρόσφατα έγινε η ανακάλυψη των υποστρωμάτων του, της οικογένειας των Smad πρωτεϊνών, που μεταφέρουν το σήμα στον πυρήνα του κυττάρου, με τη συμμετοχή πολλαπλών παραγόντων, συν –ενεργοποιητών ή συν – καταστολέων. Η Ski πρωτεΐνη έχει ταυτοποιηθεί τελευταία ως ένας σημαντικός συν-καταστολέας του εν λόγω μονοπατιού. Επιπλέον, ο καρκίνος του μαστού είναι ένας από τους πιο συχνούς καρκίνους στις γυναίκες και η ανακάλυψη καινούριων μορίων στόχων μοριακής θεραπείας αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση, ιδίως σε ασθενείς με νόσο αρχικού σταδίου. Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν η μελέτη της έκφρασης του υποδοχέα του TGF-β, των πρωτεϊνών Smad2/3, Smad4 και Ski σε καρκινώματα μαστού σταδίου Τ1 και Τ2 με απουσία λεμφαδενικών μεταστάσεων, και η συσχέτιση της έκφρασης τους με ποικίλες κλινικοεργαστηριακές παραμέτρους, κυριότερες των οποίων ήταν ο βαθμός κακοηθείας των όγκων, η έκφραση ορμονικών υποδοχέων, η εμφάνιση απομακρυσμένων μεταστάσεων καθώς και ο θάνατος των ασθενών. Υλικά και μέθοδος: Σε 146 δείγματα από πορογενή καρκινώματα μαστού (εκ των οποίων 21 in situ και 125 διηθητικά) μελετήθηκε με τη μέθοδο της ανοσοϊστοχημείας (έμμεση μέθοδος βιοτίνης- στρεπταβιδίνης) η έκφραση των προαναφερθέντων μορίων. Η εκτίμηση της ανοσοθετικότητας ήταν τόσο ποιοτική (θετικη – αρνητική), όσο και ποσοτική (αρνητική, μέτρια, έντονη) ανάλογα με το ποσοστό των θετικών νεοπλασματικών κυττάρων και την ένταση της χρώσης. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 13 for windows. Αποτελέματα: Η έκφραση του υποδοχέα του TGF-β είχε στατιστικώς σημαντική, αντίστροφη συσχέτιση με το βαθμό κακοηθείας των όγκων, καθώς και με την εμφάνιση αιματογενών μεταστάσεων και θανάτου των ασθενών. Η έκφραση της Smad2/3 πρωτεΐνης αποδείχτηκε ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας στα Grade I διηθητικά καρκινώματα και η Smad4 βρέθηκε να αποτελεί ισχυρό προγνωστικό παράγοντα στους ER (Estrogen Receptor) θετικούς όγκους. Η έκφραση της Smad2/3 και της Smad4 συσχετίστηκαν σημαντικά τόσο μεταξύ τους όσο και με την έκαραση του TGF-β υποδοχέα. Η έκφραση της πρωτεΐνης Ski συσχετίστηκε με το βαθμό κακοηθείας των όγκων, την παρουσία αιματογενών μεταστάσεων και αποδείχτηκε ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας για την επιβίωση των ασθενών. Επίσης σημαντική ήταν η παρατήρηση της ενδοκυττάριας μετακίνησης της Ski από τον πυρήνα προς το κυτταρόπλασμα του κυττάρου, αυξανομένου του βαθμού κακοηθείας των όγκων και η στατιστικώς σημαντική συσχέτιση της παρουσίας κυτταροπλασματικής Ski ανοσοχρώσης και απώλειας έκφρασης της πρωτεΐνης Smad2/3. Συμπεράσματα: Οι Smad πρωτεΐνες αποδεικνύεται για άλλη μια φορά να αποτελούν τα ενδοκυττάρια υποστρώματα του TGF-β και φαίνεται να διαδραματίζουν ρόλο ογκοκατασταλτικών πρωτεϊνών στην εξέλιξη της νεοπλασίας του μαζικού αδένα, ενώ η Ski πρωτεϊνη δρα ως ένα ισχυρό ογκογονίδιο καταστέλλοντας τη δράση του TGF-beta μονοπατιού. Όλες οι μελετηθείσες πρωτεΐνες αποτελούν δυνητικά ενδιαφέροντες στόχους μελλοντικής μοριακής θεραπείας. / Transgorming Growth Factor beta signaling pathway is thoroughly studied in a series of diseases and this molecule has been proved to act either as an ancogene or as a tumor suppressor molecule in human carcinogenesis. Recently, the Smad proteins’ family has been identified as TGF-b’s intracellular substrates, which transfer the signal in the cell’s nucleus. A lot of molecules have also been found to act as co-repressors or co-activators in this procedure. Ski protein is one of the most well known Smad proteins’ co-repressors. On the other hand, breast cancer is one of the most common cancers in women, and the fi of new predictive factors, especially in the early stages of the disease is very alluring. The purpose of the present study was the investigation of the expression of TGF-β receptor, as well as the expression of Smad2/3 and Ski protein in T1, T2, -node negative breast cancer specimens and theirs potent correlation with several clinicopathological parameters The most important of these were tumor Grade, hormone receptors’ positivity as well as the patients’ outcome (blood – borne metastases or death of their disease). Materials and methods: 146 breast cancer specimens were used, among which 21 in situ and 125 invasive. The proteins’ expression was studied using immunohistochemistry (biotin – streptabidin indirect method). The evaluation of the immunopositivity was not only qualitative (negative versus positive) but also quantitative (negative, weakly positive and strongly positive) depending on the number of positive tumor cells and the staining’s intensity). The statistical analysis of the results was implemented using the SPSS13 for windows. Results: TGF-β receptor’s expression was inversely correlated with tumor Grade as well as with the presence of blood- borne metastases and patients’ death. The expression of Smad2/3 protein was proved to be an independent prognostic factor in Grade I invasive carcinomas while loss of Smad4 expression was strongly correlated with poor patients’ outcome in ER (Estrogen Receptor) –positive tumors. All three proteins’ positivity had statistically significant correlation with each other. Ski proteins’ expression was strongly correlated with tumors’ Grade, the presence of distant metastases and was also an independent prognostic factor for patients’ survival. An other important observation was the intracellular metatopisi of Ski’ s expression from the nucleus to the cytoplasm in high Grade tumors and the strong relationship between cytoplasmic Ski and loss of expression of Smad2/3. Conclusions: Smad proteins seem to be TGF-beta intracellular substrates and, according to our results, play a tumor suppressor role in mammary gland tumorigenesis. On the other hand, Ski protein acts as an oncogene in breast carcinogenesis procedure modulating the TGF-beta pathways’ effect. All the studied proteins are potent targets of a future molecular therapy.
7

Πιθανότητα εμφάνισης ακτινικής πνευμονίτιδας σε σχέση με τον ακτινοβολούμενο όγκο πνεύμονα : σύγκριση των μεθόδων εξομοίωσης και κλινικά ευρήματα σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού / Possibility of radiation pneumonitis appearance in relation to the irradiated lung volume : comparison of the simulation methods and clinical findings of patients with breast cancer

Σπυροπούλου, Δέσποινα 27 December 2010 (has links)
Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμηθούν οι πιθανές οξείες μεταβολές των πνευμονικών λειτουργιών σε γυναίκες που υποβλήθηκαν σε μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία για καρκίνο του μαστού μετά από συντηρητική επέμβαση διατήρησης του μαστού ή μετά από μαστεκτομή. Η μελέτη συμπεριλάμβανε 35 γυναίκες εκ των οποίων οι 21 από αυτές είχαν υποβληθεί και σε χημειοθεραπεία. Από το συνολικό δείγμα των 35 γυναικών, οι 14 υποβλήθηκαν και σε ακτινοθεραπεία της μασχαλιαίας και της υπερκλείδιας χώρας λόγω διηθημένων μασχαλιαίων λεμφαδένων. Όλες οι γυναίκες που έλαβαν μέρος στη μελέτη υποβλήθηκαν σε έλεγχο της πνευμονικής λειτουργίας με τη μέτρηση της βίαιης ζωτικής χωρητικότητας (FVC), του βίαιου εκπνεόμενου όγκου αέρα σε 1 sec (FEV1), της μέγιστης μεσοεκπνευστικής ροής (MMEF25-75), της μέγιστης κατανάλωσης οξυγόνου (VO2max), και της διαχυτικής ικανότητας μονοξειδίου του άνθρακα (DLCO). Όλες οι παραπάνω παράμετροι μετρήθηκαν πριν από την έναρξη της ακτινοθεραπείας και τρείς μήνες μετά από την ολοκλήρωσή της. Από την στατιστική ανάλυση προέκυψε στατιστικά σημαντική πτώση των τιμών των FVC, FEV1 και του DLCO, τρείς μήνες μετά την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας, στις γυναίκες που έλαβαν τοπικοπεριοχική ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία. Ωστόσο, στις γυναίκες που έλαβαν αποκλειστικά τοπική ακτινοθεραπεία δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική πτώση των παραπάνω τιμών. Συμπερασματικά, η τοπική ακτινοθεραπεία για τον καρκίνο του μαστού δεν συσχετίστηκε με στατιστικά σημαντική πτώση των τιμών των πνευμονικών λειτουργιών, ενώ η τοπικοπεριοχική ακτινοβόληση και η χορήγηση χημειοθεραπείας ανέδειξε στατιστικά σημαντική πτώση των FVC, FEV1 και του DLCO τρείς μήνες μετά την ολοκλήρωση της ακτινοθεραπείας. / The frequency and grade of pulmonary complications after radiotherapy for breast cancer are still debated. This study evaluated changes in pulmonary function tests (PFTs) after radiotherapy in women with breast cancer. Thirty five consecutive eligible women with breast cancer underwent pulmonary function testing before and 3 months after adjuvant radiotherapy. Twenty one of them also received chemotherapy. A significant decrease of forced vital capacity, forced expiratory volume in one second and carbon monoxide diffusing capacity was observed in the women treated with locoregional adjuvant radiotherapy and chemotherapy, whereas no decrease of the above parameters was evidenced in women treated exclusively with local adjuvant radiotherapy. Local adjuvant radiotherapy is not associated with any reduction in lung function parameters, however, locoregional adjuvant radiotherapy combined with chemotherapy shows a significant reduction in PFTs 3 months after radiotherapy completion.
8

Development of mammographic syntetic images using Monte Carlo techniques / Δημιουργία συνθετικών μαστογραφικών εικόνων με τεχνικές Monte Carlo

Μπάκα, Ειρήνη 02 February 2011 (has links)
Breast cancer is the most frequent cancer worldwide. The x-ray mammography an important imaging technique for detection can succeed balance between low breast dose and high image quality with the achievement of high sensitivity and specificity. Special requirements lead to the continuing effort to optimize the mammographic technique. Different studies target in improvement of quality image and as a consequence increase the diagnostic accuracy of pathological findings. In this study Monte Carlo methods play a key role as it offers a safe, reliable, inexpensive and flexible tool for complicated studies in medical radiation physics. It gives the solution to a major limitation, the lack of quantitative objective measures of the characteristics of pathological findings inside the environment of a real mammographic image. Different pathological findings are simulated in this study with the help of Monte Carlo techniques having the same density with the area of a clinical mammogram where they are superimposed, creating the synthetic images. The whole followed procedure is presented. Finally a number of result images is created containing different types and sizes of pathological findings reaching the conclusion that calcifications can be very well simulated up to 200μm ,lesions as masses can be realistic up to 0.5cm and especially when the appropriate size is embedded in the suitable heterogeneous area. Finally, masses of air was a difficult task since turned to be difficult to simulate a realistic cyst. The simulation procedure and created synthetic images can be evaluated by experts and gives the opportunity as a future work for a large database to be created. Untrained scientists can take advantage of this procedure or evaluating the detactibility of CAD systems. / Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συχνός καρκίνος παγκοσμίως. Η μαστογραφία με ακτίνες Χ, μια σημαντική απεικονιστική τεχνική για ανίχνευση παθολογικών ευρημάτων μπορεί να επιτύχει ισορροπία μεταξύ χαμηλής δόσης μαστού και υψηλή ποιότητα εικόνας με την επίτευξη υψηλής ευαισθησίας και ειδικότητας. Ειδικές απαιτήσεις οδηγούν στη συνεχόμενη προσπάθεια για βελτιστοποίηση της μαστογραφίας.Διαφορετικές μελέτες στοχεύουν στη βελτίωση της ποιότητας της εικόνας και σαν συνέπεια αυξάνουν τη διαγνωστική ακρίβεια. Σε αυτή τη μελέτη οι μέθοδοι Monte Carlo παίζουν ένα σημαντικό ρόλο,καθώς προσφέρει ένα ασφαλές, αξιόπιστο, οικονομικό και εύχρηστο εργαλείο για πολύπλοκες μελέτες στην ιατρική ακτινοφυσική.Δίνει τη λύση σε ένα μεγάλο περιορισμό, την έλλειψη ποσοτικοποιημένων, αντικειμενικών μετρήσεων των χαρακτηριστικών των παθολογικών ευρημάτων μέσα στο περιβάλλον μιας πραγματικής μαστογραφικής εικόνας.Διαφορετικά παθολογικά ευρήματα προσομοιώνονται σε αυτή τη μελέτη με τη βοήθεια μεθόδων Monte Carlo διατηρώντας τη ίδια πυκνότητα με την περιοχή της κλινικής μαστογραφίας όπου θα τοποθετηθούν, δημιουργώντας συνθετικές εικόνες. Όλη η διαδικασία που ακολουθήθηκε παρουσιάζεται. Τελικά, μια ποσότητα από εικόνες αποτελέσματα δημιουργείται περιέχοντας διαφορετικούς τύπους και μεγέθη παθολογικών ευρημάτων, φτάνουμε στο συμπέρασμα οτι οι αποτιτανώσεις μπορούν να προσομοιωθούν μέχρι τα 200 μm, αλλοιώσεις σαν μάζες μπορούν να είναι ρεαλιστικές μέχρι 0.5cm και ειδικά όταν το κατάλληλο μέγεθος τοποθετείται στην κατάλληλη ετερογενή περιοχή. Τέλος, οι μάζες αέρα ήταν δύσκολο θέμα καθώς αποδείκτηκε δύσκολο να προσομοιωθεί μία ρεαλιστική κύστη. Η διαδικασία προσομοίωσης και οι συνθετικές εικόνες που δημιουργήθηκαν μπορούν να αξιολογηθούν από έμπειρους και να δώσει την ευκαιρία σαν μελλοντική δουλειά να δημιουργηθεί μια μεγάλη βάση δεδομένων. Μη εκπαιδευμένοι επιστήμονες μπορούν εκπαιδευτούν ή να αξιολογηθεί η ικανότητα ανίχνευσης των υπολογιστικών συστημάτων.
9

Συστήματα υποβοήθησης διάγνωσης μικροαποτιτανώσεων στη μαστογραφία

Καραχάλιου, Άννα 29 April 2014 (has links)
Τα υπολογιστικά συστήματα υποβοήθησης ανίχνευσης και διάγνωσης αλλοιώσεων του μαστού έχουν προταθεί στις διάφορες απεικονιστικές τεχνικές «ως δεύτεροι αναγνώστες» με σκοπό να αυξήσουν τη διαγνωστική ακρίβεια του ακτινολόγου και να μειώσουν τη μεταβλητότητα μεταξύ και ενδο-παρατηρητή κατά την ερμηνεία της μαστογραφικής εικόνας. Η αυτόματη διάγνωση των ομάδων μικροαποτιτανώσεων αποτελεί ανοικτό ερευνητικό ζήτημα. Τα προταθέντα συστήματα ψηφιακής υποβοήθησης διάγνωσης ομάδων μικροαποτιτανώσεων ακολουθούν δύο βασικές προσεγγίσεις: (α) ανάλυση μορφολογίας των μεμονωμένων μικροαποτιτανώσεων της ομάδας και (β) ανάλυση υφής των περιοχών ενδιαφέροντος της μαστογραφικής εικόνας που περικλείει την ομάδα μικροαποτιτανώσεων. Τα συστήματα αυτά διατυπώνουν μαθηματικά το κλινικό ερώτημα αξιοποιώντας μεθόδους επεξεργασίας και ανάλυσης εικόνας με σκοπό την ποσοτικοποίηση δομικών και λειτουργικών παραμέτρων του απεικονιζόμενου ιστού. Στην παρούσα εργασία περιγράφονται οι τρέχουσες προσεγγίσεις στην μεθοδολογία ανάπτυξης συστημάτων υποβοήθησης διάγνωσης ομάδων μικροαποτιτανώσεων στην μαστογραφία ακτίνων-Χ. Σκοπός είναι η ανάδειξη των πλεονεκτημάτων, μειονεκτημάτων και προκλήσεων των διαφορετικών προσεγγίσεων της ψηφιακής υποβοήθησης διάγνωσης, η καταγραφή των εξελίξεων και αναδυόμενων μεθόδων καθώς και η διερεύνηση και αποτύπωση των μελλοντικών ερευνητικών βημάτων. / Computer-aided detection and diagnosis schemes have been proposed across breast imaging modalities to improve diagnostic accuracy and reduce inter- and intra-observer variability in image interpretation. Computer-aided diagnosis schemes for microcalcification clusters in mammography are based on morphology analysis of individual microcalcifications and on texture analysis of the depicted breast tissue. The current study reviews major approaches in the development of computer-aided diagnosis schemes for microcalcification clusters in mammography, while recent advances and challenges of each methodological approach are highlighted.
10

Βελτιστοποίηση πλάνου θεραπείας στο μαστό: Field in a Field (FiF) vs. υψηλές ενέργειες φωτονίων / Breast treatment planning optimization: field-in-a-field (FIF) vs. higher photon energies

Γρηγοριάδης, Ηλίας 02 March 2015 (has links)
Ο σκοπός της διπλωματικής εργασίας ήταν η βελτιστοποίηση του πλάνου θεραπείας στο μαστό για τα 2 εφαπτόμενα συνεπίπεδα πεδία ενέργειας 6 MV. Η ανάγκη αυτή πρόκυψε από το γεγονός της εμφάνισης ελλείμματος στην κατανομή της δόσης καθώς όπως φαίνεται και στις παρακάτω εικόνες (στην αξονική και στην οβελιαία τομή) είχαμε ικανοποιητική κάλυψη του CTV στην περιφέρεια του μαστού αλλά στο κέντρο του CTV και σε μεγαλύτερα βάθη όχι. Για την πραγματοποίηση του παραπάνω σκοπού εφαρμόστηκαν 4 τεχνικές ακτινοβόλησης: 1. Δύο εφαπτόμενα συνεπίπεδα πεδία ενέργειας 6 MV, 2. Δύο εφαπτόμενα συνεπίπεδα πεδία ενέργειας 15 MV, 3. Δύο εφαπτόμενα συνεπίπεδα πεδία ενέργειας 6 MV + 1 Field In a Filed (FiF) πεδίο ενέργειας 15 MV και 4. . Δύο εφαπτόμενα συνεπίπεδα πεδία ενέργειας 6 MV + 2 Field In a Filed (FiF) πεδία ενέργειας 15 MV. Η παραπάνω μεθοδολογία εφαρμόστηκε σε πλήθος Ν=100 ασθενών, κατά 95% μεγέθους όγκου Τ1 (έως 2cm) και Τ2 (2-5 cm) και με αριθμό διηθημένων λεμφαδένων Ν<3. Ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε για την υλοποίηση της εργασίας ήταν: 1. Αξονικός τομογράφος- Simulator Somatom Duo Siemens, 2. Σύστημα διαχείρισης (RVS) ακτινοθεραπευτικού τμήματος ARIA της VARIAN, 3. Σύστημα σχεδιασμού θεραπείας (TPS) Eclipse της VARIAN, 4. Σύστημα κλασσικού εξομοιωτή Aquity της VARIAN και 5. Γραμμικός Επιταχυντής ELEKTA SL 15. Για την στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων για πλήθος Ν=100 ασθενών χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα IBM SPSS (Statistical Package for Social Sciences) έκδοση 20. Η στατιστική επεξεργασία έδειξε ότι μέσος όρος της μέσης δόσης για τις διάφορες τεχνικές ήταν 96.5%, 98.9%, 100.7%, 101.9% για τα 6MV, 15MV, 6MV + 1FIF 15MV και 6MV + 2FIF 15MV, αντίστοιχα. Τα 95% διαστήματα εμπιστοσύνης (Confidence Intervals) ήταν (96.2-96.8), (98.6-99.1), (100.4-100.9), (101.7-102.1) αντίστοιχα. Η ανάλυση έδειξε πως όλες οι ομάδες διέφεραν μεταξύ τους σε επίπεδο στατιστικής σημαντικότητας p < 0.001. Τα αποτελέσματα της εργασίας ήταν ότι η μέση δόση αυξάνεται από μέθοδο σε μέθοδο όπως έδειξε και η στατιστική ανάλυση, ο δείκτης ομοιογένειας μειώνεται αντίστοιχα από μέθοδο σε μέθοδο και αυτό αποτελεί δείγμα βελτίωσης της κατανομής της δόσης. Ακόμα ότι από ένα συγκεκριμένο όγκο του CTV και πάνω η καλύτερη μέθοδος αποδείχτηκε ότι είναι η 6MV + 2FIF 15MV, ενώ από ένα συγκεκριμένο όγκο του CTV και κάτω οι μέθοδοι έχουν περίπου την ίδια αποτελεσματικότητα. Τέλος όσον αφορά τα φυσιολογικά όργανα (organs at risk), τον αντίστοιχο πνεύμονα και την καρδιά, μετρήθηκε το V20 (ο όγκος του οργάνου που λαμβάνει από 2000 cGy και πάνω) και αποδείχτηκε ότι είναι ανεξάρτητο από την τεχνική ακτινοβόλησης. / The purpose of this thesis is to optimize the breast cancer treatment planning for the coplanar tangential fields of 6MV energy. The need for this arose as the dose distribution appears deficient both at the center and deeper in the CTV, as shown in the CT and sagittal images below, whereas the dose is satisfactory distributed at the perimeter of the breast. In order to accomplish that, there were applied 4 radiation techniques: 1. Two coplanar tangential fields of 6MV energy, 2. Two coplanar tangential fields of 15MV energy, 3. Two coplanar tangential fields of 6MV energy with Field in a Field (FiF) of 15MV energy and 4. Two coplanar tangential fields of 6MV energy with two Fields in a Field (FiF’s) of 15MV energy. The method above was applied on 100 patients. 95% of them had T1 tumor (T<2cm), T2 tumor (T=2-5cm) and a number of infiltrated lymph N<3. The equipment that has been used for the materialization of the procedure was: 1. A Computed Tomographer Somatom Duo Siemens, 2. An RVS system of VARIAN, 3. A TPS Eclipse system of VARIAN, 4. A Simulator Aquity of VARIAN and 5. A linear accelerator ELEKTA SL 15. Using the program IBM SPSS 20 (Statistical Package for Social Sciences), for a hundred patients, the statistical analysis showed that the average of the mean dose was 96.5% for the 6MV, 98.9% for the 15MV, 100.7% for the 6MV + 1 FIF of 15MV and 101.9% for the 6MV + 2 FIF of 15MV respectively (95% CI, p<0.001). There was an interaction between CTV size and mean dose, notably for large breasted patients (CTV>750cc). In this particular clinical scenario two 6MV tangential fields with 2 FIFs consistently outperformed the others. Minimum dose was also statistically different among all groups (p<0.05) except for the two FIF-less tangential fields with 6 and 15 MV. Interestingly, minimum dose (%) lacked a dependence on volume size. The result of this procedure was that the mean dose increases from method to method as it was obvious from the statistical analysis. The homogeneity index decreases respectively from method to method which indicates improvement of the dose distribution. It was also proved that, for certain large volumes of CTV the best method was the 6MV with two FIF’s of 15MV energy, whereas for smaller volumes of CTV the other three methods were of the same effectiveness. In conclusion, as far as the organs at risk concern, it has been found that the V20, of the heart and the right or left lung each time, is irrelevant of the technique that has been used each time.

Page generated in 0.4188 seconds