• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 95
  • 17
  • Tagged with
  • 113
  • 94
  • 16
  • 15
  • 15
  • 13
  • 13
  • 13
  • 12
  • 10
  • 9
  • 9
  • 8
  • 8
  • 7
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Evaluation of dose-response models and determination of several radiobiological parameters / Αξιολόγηση ραδιοβιολογικών μοντέλων στην ακτινοθεραπεία και προσδιορισμός των ραδιοβιολογικών παραμέτρων α και β

Κούση, Ευανθία 29 October 2007 (has links)
Toxicity of the respiratory system is quite common after radiotherapy in thoracic tumours. The quantification of lung tissue response to irradiation is important in designing treatments associated with a minimum of complications and maximum tumor control. This work aims to estimate volumes V13, V20 and V30 as an index of radiation pneumonitis occurrence, to evaluate the predictive strength of the relative seriality, Lyman-Kutcher-Burman(LKB) and parallel normal tissue complication probability (NTCP) models regarding the incidence of radiation pneumonitis in a group of patients following lung cancer radiotherapy when lung perceived as paired and single organ respectively and also software development for the determination of the best estimates of the models’ parameters based on maximum likelihood method. The study was based on 46 patients and for each patient, lung dose-volume histograms (DVHs) and the clinical treatment outcome was available. From the 46 patients treated, 28 of them were scored as having radiation induced pneumonitis, with RTOG criteria grade ≥2. Firstly lungs were evaluated as a paired organ. Analyzing this material we failed to associate volume V13, V20 and V30 with radiation pneumonitis occurrence (χ2-test: probability of agreement between observed and predicted results using the 0.05 significance level). By applying ANOVA of the NTCP models examined in the overall group considering lungs as paired organs the LKB with Martel et al parameter set gave the best results, whereas when lungs perceived as individual organ (unhealthy lung volume-PTV) the best model was appeared to be LKB with Burman et al parameter set. However, in this relatively small group of lung cancer patients NTCP models didn’t show excessive correlation with the clinical outcome. Nevertheless, when total lung volume irradiated and total dose received were taken into account as factors of radiation pneumonitis prediction, correlation was almost duplicated for both perception of lungs. In order to achieve the best fitting of models to the clinical outcome for the specific patient group, maximum likelihood analysis was applied via software development using mle programming language, to find those parameters that maximize the likelihood function. When lungs perceived as single organ, the best fitting of models to the clinical outcome for relative seriality were D50 = 22Gy, γ= 2, s=0.031, LKB model D50 = 23Gy, m=0.18, n=1 and for parallel model, D50 = 20Gy, m=0.2, n=0.6. Maximum likelihood analysis was not applied for paired lung assumption as constraints did not allow us to properly fit the models. / -
2

Η δυναμική των μεταδοτικών ασθενειών: αναλυτική μελέτη και μοντελοποίηση

Βαρδαξής, Θεόδωρος 26 June 2008 (has links)
- / -
3

Επισκόπηση μεθόδων ελέγχου αναισθησίας ασθενών

Τρίχας, Δημήτριος 13 January 2015 (has links)
Στην παρούσα διπλωματική εργασία, πραγματοποιείται μία εκτεταμένη βιβλιογραφική αναφορά των πιο γνωστών και ευρέως χρησιμοποιούμενων μεθόδων για τον έλεγχο του βάθους της αναισθησίας (DoA) σε ασθενείς. Αν και ο χειροκίνητος έλεγχος της αναισθησίας παραμένει ο πιο διαδεδομένος τρόπος κατά τη διάρκεια των χειρουργικών επεμβάσεων, έχει πραγματοποιηθεί μία πληθώρα ερευνών και δοκιμών προκειμένου να αυτοματοποιηθεί η συγκεκριμένη διαδικασία. Στις περισσότερες μάλιστα από αυτές χρησιμοποιούνται μοντέλα PID ελεγκτών. Προκειμένου να επιτευχθούν καλύτερα επίπεδα εμπιστοσύνης και ακρίβειας, έχουν προταθεί διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης που εφαρμόζονται πλέον σε ρεαλιστικά μοντέλα ασθενών. Επομένως, στη συγκεκριμένη εργασία γίνεται αναφορά στα διάφορα υπολογιστικά συστήματα που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για την υλοποίηση αλγορίθμων προβλεπτικού ελέγχου, περιγράφεται με λεπτομέρειες ο τρόπος εξαγωγής των Φαρμακοκινητικών και Φαρμακοδυναμικών μοντέλων, καθώς και επίσης μελετάται ο τρόπος λειτουργίας και η απόδοση διάφορων ελεγκτών, όπως απλός PID, MPC, RTDA και ενός deadbeat ελεγκτή, με σκοπό την εξομάλυνση της ύπνωσης έχοντας ως κύρια μεταβλητή ελέγχου την προποφόλη. / In this diploma thesis, there is an extended literature review of the most known and used methods for the depth of anesthesia (DoA) control systems. Although manual control of anesthesia is still the dominant practice during surgery, an increasing number of studies have been conducted to investigate the possibility of automating this procedure. These studies used proportional−integral−derivative (PID) controllers, as well as model-based controllers. However, there is a need for a comprehensive evaluation of closed-loop systems, to establish their safety, reliability, and efficacy for anesthesia regulation. This requires a detailed evaluation of promising and/or recent controllers for a range of patients and conditions via simulation. The present study investigates the different computational systems that are used to implement the appropriate algorithms for MPC ,the mathematic model of Pharmacokinetics and Pharmacodynamics models and the performance of single-loop PID, MPC, RTDA (Robustness, set point Tracking, Disturbance rejection, Aggressiveness) and deadbeat controllers for closed-loop regulation of hypnosis using propofol with bi spectral index (BIS) as the controlled variable
4

Γραμμικά μοντέλα παλινδρόμησης και μοντέλα συσχέτισης

Αθανασοπούλου, Ανδριάνα 12 June 2015 (has links)
Τα μοντέλα παλινδρόμησης χρησιμοποιούνται ευρέως σήμερα στη διοίκηση των επιχειρήσεων, στην οικονομία, στη μηχανική, στην υγεία, τη βιολογία και τις κοινωνικές επιστήμες. Στη στατιστική, η ανάλυση παλινδρόμησης είναι μία στατιστική διαδικασία για την εκτίμηση των σχέσεων μεταξύ διαφόρων μεταβλητών. Περιέχει πολλές τεχνικές για τη μοντελοποίηση και την ανάλυση των μεταβλητών αυτών, ενώ επικεντρώνεται συνήθως στη σχέση μεταξύ μιας εξαρτημένης και μιας ή περισσοτέρων ανεξαρτήτων μεταβλητών. Η παρούσα εργασία επιδιώκει να παρουσιάσει το θεωρητικό πλαίσιο της ανάλυσης παλινδρόμησης, ξεκινώντας από το απλό μοντέλο και επεκτείνοντας την ανάλυση στο πολλαπλό, για να καταλήξει και να επικεντρωθεί στα μοντέλα συσχέτισης και συγκεκριμένα στους συντελεστές συσχέτισης και στους ελέγχους υποθέσεων αυτών. / Correlation models are widely used in social sciences biology and engineering. In this dissertation we present the theoretical framework of regression analysis and correlation models and finally we present results in real problems and applications.
5

Γραμμικά μοντέλα χρονοσειρών και αυτοσυσχέτισης

Γαζή, Σταυρούλα 07 July 2015 (has links)
Ο σκοπός αυτής της μεταπτυχιακής εργασίας είναι διπλός και συγκεκριμένα αφορά στη μελέτη του απλού / γενικευμένου πολλαπλού μοντέλου παλινδρόμησης όταν σε αυτό παραβιάζεται μια από τις συνθήκες των Gauss-Markov και πιο συγκεκριμένα όταν, Cov{ε_i,ε_j }≠0, ∀ i≠j και στην ανάλυση χρονοσειρών. Αρχικά, γίνεται συνοπτική αναφορά στο απλό και στο πολλαπλό γραμμικό μοντέλο παλινδρόμησης, στις ιδιότητες καθώς και στις εκτιμήσεις των συντελεστών παλινδρόμησης. Περιγράφονται οι ιδιότητες των τυχαίων όρων όπως μέση τιμή, διασπορά, συντελεστές συσχέτισης κ.α., εφόσον υπάρχει παραβίαση της ιδιότητας της συνδιασποράς αυτών. Τέλος, περιγράφεται ο έλεγχος για αυτοσυσχέτιση των τυχαίων όρων των Durbin-Watson καθώς και μια ποικιλία διορθωτικών μέτρων με σκοπό την εξάλειψή της. Στο δεύτερο μέρος, αρχικά αναφέρονται βασικές έννοιες της θεωρίας των χρονοσειρών. Στη συνέχεια, γίνεται ανάλυση διαφόρων στάσιμων χρονοσειρών και συγκεκριμένα, ξεκινώντας από το λευκό θόρυβο, παρουσιάζονται οι χρονοσειρές κινητού μέσου (ΜΑ), οι αυτοπαλινδρομικές χρονοσειρές (ΑR), οι χρονοσειρές ARMA, καθώς και η γενική περίπτωση μη στάσιμων χρονοσειρών, των ΑRΙΜΑ χρονοσειρών και παρατίθενται συνοπτικά τα πρώτα στάδια ανάλυσης μιας χρονοσειράς για κάθε μια από τις περιπτώσεις αυτές. Η εργασία αυτή βασίστηκε σε δύο σημαντικά βιβλία διακεκριμένων επιστημόνων, του κ. Γεώργιου Κ. Χρήστου, Εισαγωγή στην Οικονομετρία και στο βιβλίο των John Neter, Michael H. Kutner, Christofer J. Nachtsheim και William Wasserman, Applied Linear Regression Models. / The purpose of this thesis is twofold, namely concerns the study of the simple / generalized multiple regression model when this violated one of the conditions of Gauss-Markov specifically when, Cov {e_i, e_j} ≠ 0, ∀ i ≠ j and time series analysis. Initially, there is a brief reference to the simple and multiple linear regression model, the properties and estimates of regression coefficients. Describe the properties of random terms such as mean, variance, correlation coefficients, etc., if there is a breach of the status of their covariance. Finally, described the test for autocorrelation of random terms of the Durbin-Watson and a variety of corrective measures to eliminate it. In the second part, first mentioned basic concepts of the theory of time series. Then, various stationary time series analyzes and specifically, starting from the white noise, the time series moving average presented (MA), the aftopalindromikes time series (AR) time series ARMA, and the general case of non-stationary time series of ARIMA time series and briefly presents the first analysis steps in a time series for each of these cases. This work was based on two important books of distinguished scientists, Mr. George K. Christou, Introduction to Econometrics, and in the book of John Neter, Michael H. Kutner, Christofer J. Nachtsheim and William Wasserman, Applied Linear Regression Models.
6

Μοντέλο για τεχνο-οικονομική ανάλυση δικτύων οπτικών ινών

Σπυρώνης, Ιωάννης 21 December 2011 (has links)
Η ραγδαία αύξηση της κίνησης στο διαδίκτυο έχει δημιουργήσει ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση για ευρυζωνικά δίκτυα. Τα δίκτυα οπτικών ινών είναι μια κατηγορία ευρυζωνικών δικτύων που υπόσχονται ευέλικτες και ικανές να υποστηρίξουν πληθώρα υπηρεσιών, δικτυακές επικοινωνίες με θεωρητικά απεριόριστη χωρητικότητα. Πλέον, τα οπτικά δίκτυα δεν καλύπτουν μόνο το βασικό δίκτυο κορμού, αλλά εκτείνονται μέχρι τον τοπικό βρόχο αλλά και την κατοικία των τελικών χρηστών. Έτσι, τα οπτικά δίκτυα πρόσβασης FTTx και οι διάφορες τεχνολογίες τους όπως PON, AON και Home Run εφαρμόζονται στις δικτυακές υποδομές που αναπτύσσονται από το κεντρικό γραφείο του δικτύου της περιοχής κάλυψης μέχρι το συνδρομητή. Η παρούσα εργασία μελετά τεχνικά θέματα που αφορούν κυρίως το εξωτερικό τμήμα των FTTH δικτύων, δηλαδή των FTTx μέχρι το σπίτι, όπως η υποδομή σωληνώσεων, καλωδίων, τάφρων, φρεατίων, κ.λπ. Τα στοιχεία αυτά προκαλούν τα υψηλότερα κόστη στο δίκτυο πρόσβασης (κόστη CAPEX) και για αυτό το λόγο δίνεται ιδιαίτερη έμφαση σε αυτά. Εκτός από αυτά, υπάρχουν και τα OPEX κόστη, που δεν ασχολούμαστε εκτενώς στα πλαίσια της εργασίας. Επίσης, στην εργασία παρουσιάζεται μια μεθοδολογία για την επιχειρησιακή μελέτη σε δίκτυα FTTH, στην οποία παρουσιάζονται τα στάδια για την οικονομική μελέτη ανάπτυξης των δικτύων. Ο βασικός στόχος της εργασίας είναι η υλοποίηση ενός μοντέλου που αυτοματοποιεί τη διαδικασία σχεδιασμού των υπόγειων FTTH δικτύων πρόσβασης, που χρησιμοποιούν την τεχνολογία Home Run. Το μοντέλο χρησιμοποιεί στοιχεία από γεωγραφικό σύστημα πληροφοριών GIS για το σχεδιασμό του δικτύου, κάνει τους κατάλληλους υπολογισμούς στοιχείων υποδομών με βάση αλγορίθμους και προδιαγραφές και στο τέλος με είσοδο τους πίνακες κόστους των στοιχείων δίνει τις δαπάνες για την ανάπτυξη των υποδομών. Πριν από την ανάπτυξη του μοντέλου, περιγράφονται απλά θεωρητικά γεωμετρικά μοντέλα που μπορούν να απεικονίσουν ένα υπόγειο και εναέριο FTTH δίκτυο. Το μοντέλο εκτελείται σε τρεις περιοχές της Αττικής, που έχουν διαφορετικές πυκνότητες κτιρίων και νοικοκυριών με σκοπό τον ακριβή προσδιορισμό των τελικών κοστών ανά περιοχή. Επιπλέον, μπορούν να υπολογιστούν τα κόστη ανά νοικοκυριό, κτίριο, μονάδα μήκους των τάφρων και γενικά υπόγειων υποδομών. Η αποτύπωση του εξωτερικού δικτύου των περιοχών, των στοιχείων υποδομών, των εξοπλισμών και των τελικών δαπανών τους γίνεται με πλήρως αυτοματοποιημένο τρόπο. / The rapid growth of Internet traffic has created increasing demand for broadband networks. Fiber optic networks are a category of broadband networks that promise flexible and capable for supporting various services, network communications with limitless capacity. Plus, the optical networks do not only cover the core backbone network, but extend to the local loop and the households of end users. Thus, FTTx optical access networks and their various technologies such as PON, AON, and Home Run are implemented in the network infrastructure, which is developed from the central office of the coverage area network to the subscriber. This diploma thesis examines the technical issues related mainly to the outside plant of FTTH networks (FTTx up to the household), such as infrastructure ducts, cables, trenches, holes, etc. These elements rise to higher costs in the access network (CAPEX costs) and for this reason, special emphasis is placed on them. Apart from these, there are OPEX costs. Also, the thesis presents a methodology for the business study of FTTH networks, which shows the stages to study for the economic development of networks. The main aim of this work is to implement a model that automates the design of underground FTTH access networks, that use Home Run technology. The model uses data from Geographical Information System (GIS) for network design, makes the appropriate calculations, based on data infrastructure algorithms and specifications and in the end returns the total costs for infrastructure development based on material cost tables. Before the development of the model, there are descriptions of simple geometric models that can represent an underground and aerial FTTH network. The model runs on three areas of Attica, that have different densities of buildings and households in order to accurately determine the final cost per area. Moreover, they can calculate the cost per household, building, length unit of trenches and other underground infrastructure. The representation of the external network, elements, data infrastructure, equipment and final expenditure is fully automated.
7

Διερεύνηση τεχνικών παραμέτρων για βέλτιστη σχεδίαση συστημάτων τεχνολογίας Wi-Fi

Παπαδάκος, Χρήστος 15 December 2014 (has links)
Στην εποχή που ζούμε, η καθημερινότητα των πολιτών, από όλες σχεδόν τις πλευρές της, από την επαγγελματική και προσωπική της διάσταση έως τον τρόπο που επιλέγει πλέον κάποιος να διασκεδάζει και να κοινωνικοποιείται, είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από το νευραλγικό τομέα των επικοινωνιών. Διαπιστώνει κανείς πολύ εύκολα την ήδη εδώ και δεκαετίες, τεράστια διείσδυση των επικοινωνιών σε όλους τους παραγωγικούς τομείς της κοινωνίας, στους ίδιους τους μηχανισμούς της διακυβέρνησης και της ενημέρωσης. Το τεράστιο άλμα ωστόσο, πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη των ασύρματων επικοινωνιών και διάφορων τεχνολογιών που προκύπτουν μέσα από επίπονη και πολύχρονη έρευνα. Κινητή τηλεφωνία, ασύρματα δίκτυα, πρόσβαση σε γρήγορο internet οπουδήποτε και οποτεδήποτε, είναι τεχνολογίες που έχουν αλλάξει δραματικά και ανεπιφύλακτα προς το καλύτερο, τις ζωές όλων μας. Στη παρούσα διπλωματική εργασία με τίτλο «Διερεύνηση τεχνικών παραμέτρων για βέλτιστη σχεδίαση συστημάτων τεχνολογίας Wi-Fi:», αφού πρώτα μελετήσουμε πλήρως το πρότυπο 802.11 ή κοινώς WiFi, όσο αφορά την αρχιτεκτονική του, τη δομή του και τις διάφορες εκδόσεις του, προχωράμε σε μια μελέτη γύρω από τα θεωρητικά μοντέλα διάδοσης της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας σε εσωτερικούς χώρους με σκοπό να εξετάσουμε στη συνέχεια ένα τέτοιο πολύπλοκο περιβάλλον και τον τρόπο που συμπεριφέρεται το πρότυπο για μια συγκεκριμένη συχνότητα. Μέσω της μοντελοποίησης και της προσομοίωσης εκτιμάμε και αξιολογούμε τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάδοση αλλά και τυχόν καινούρια στοιχεία που μπορεί να προκύψουν. Στο πρώτο κεφάλαιο εισάγεται ο αναγνώστης στις ασύρματες επικοινωνίες με μια σύντομη ιστορική αναδρομή και την παρουσίαση των βασικών ασύρματων συσ τημάτων σήμερα. Στο κεφάλαιο δύο παρουσιάζεται πλήρως το πρότυπο 802.11. Αναπτύσσεται η αρχιτεκτονική του, η δομή του, το φυσικό του επίπεδο με τις τεχνικές μετάδοσης των διάφορων επικρατέστερων εκδόσεων του αλλά και οι λειτουργίες του επίπεδου MAC με τις παραμέτρους του. Προχωρώντας στο τρίτο κεφάλαιο, μελετάμε τους μηχανισμούς διάδοσης και τα φαινόμενα εξασθένισης του σήματος , κυρίως όμως γίνεται εκτενής αναφορά στα μοντέλα που περιγράφουν την ηλεκτρομαγνητική διάδοση σε περιβάλλον εσωτερικού χώρου, κάθως με βάση τα μοντέλα αυτά, γίνε ται η τελική αξιόγηση του πειραματικού μέρους της εργασίας. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι πειραματικές μας μετρήσεις, η τοπολογία και η διαδικασία με την οποία λήφθησαν. Πραγματοποιείται σύγκριση αυτών με τις προβλέψεις βασικών θεωρητικών μοντέλων, και μέσω προσομοίωσης που πραγματοποιήθηκε στο Matlab, εκτιμάται η απόκλιση των πειραματικών τιμών από τις θεωρητικές προβλέψεις. Στο τελευταίο κεφάλαιο παραθέτουμε τα γενικά συμπεράσματα που προέκυψαν από την πειραματική διαδικασία, αξιολογούμε τους παράγοντες που συνετέλεσαν στη λήψη των αποτελεσμάτων μας και αποφαινόμαστε για το καταλληλότερο μοντέλο στο περιβάλλον που εργαστήκαμε. / Nowadays, the citizen’s daily life from both the professional and personal point of view to the way somebody chooses to be socialized and get amused, is extremely dependent on the neuralgic field of communications. It becomes evident easily to anybody, the already for decades great penetration of communications to all the production sectors into society and the mechanisms of governess and mass media. However, the tremendous evolution is realized the very last years via the development of wireless communicat ions and the corresponding technologies that arise through arduous and extensive research. Mobile telephony, wireless networks, fast internet access anywhere and anytime, are technologies that has changed drastically and unreservedly our lives to the better. In this thesis, entitled “Investigation of Technical Parameters for Optimal design of WiFi Technology Systems”, after fully studying the 802.11 protocol, commonly referred as WiFi, regarding to its architecture, its structure, and its various versions, we proceed to a study of the theoretical indoor propagation models of electromagnetic radiation, in order to examine then such a complex environment and the behavior of the protocol for a specific frequency. Through modeling and simulation, we estimate and evaluate the factors that affect the propagation, but also any potential new information that may arise. The first chapter introduces to the reader the field of wireless communications and provides a historical overview of the basic wireless communication setups. In chapter two, protocol 802.11 is fully presented. Its architecture, its structure and its physical layer with the employed transmission techniques by its various predominant versions and also the functions of the MAC layer and its parameters are described. Chapter three discusses the transmission methods and the signal attenuation effect, with emphasis on the models that describe the electromagnetic transmission in enclosed spaces, as these models are used for the evaluation of the experimental part of this thesis. Chapter four contains the experimental part of this thesis and presents the topology and the exact procedure of the measurement setup. The obtained measurements are compared to the predicted ones using existing theoretical models via simulations that performed in Matlab and the prediction error is then computed and discussed. In the last chapter, we present the general conclusions derived from the measurement procedure, we evaluate the factors that contributed to the derivation of our results and we determine the most appropriate model for the environment in which we worked.
8

Μοντέλα θεωρίας αναμονής

Κατσαβίδα, Ευτυχία 01 July 2014 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία σκοπό έχει να παρουσιάσει κάποια μοντέλα ουρών ξεκινώντας από το πιο απλό όπως η ουρά Μ/Μ/1 και στη συνέχεια παρουσιάζονται αναλυτικά οι γενικεύσεις του παραπάνω μοντέλου οι ουρές M/G/1 και G/M/1. Παρουσιάζονται αναλυτικά επίσης τα μοντέλα M/M/c, Μ/Μ/c/K. Περιγράφονται μοντέλα ουρών όπως ουρές με απεριόριστη εξυπηρέτηση, ουρές με πεπερασμένη πηγή, μοντέλα με ανταλλακτικά, μοντέλα στα οποία η εξυπηρέτηση είναι εξαρτώμενη απο τον αριθμό των πελατών και ουρές με ανυπόμονους πελάτες. Τέλος στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας ασχολούμαστε με την μελέτη ενός συστήματος με τη χρήση της προσομοίωσης. / This thesis aims to present some queuing models, beginning from simplest as queue M/M/1 and then presents analyticaly the generalisations of the above model, M/G/1 and G/M/1 queues. Are analytically presented also models M/M/c and M/M/c/K. Are described models of queues as queues with unlimited service, queues with finite source, models with spares, models with state-dependent service and queues with impatience. Finally the fourth and final chapter of the thesis deals with the study of a system using simulation.
9

Έλεγχος στο Capital Asset Pricing Model. Μοντέλα GARCH

Μαρινάκος, Γεώργιος 09 January 2009 (has links)
Βασικός στόχος αυτής τη εργασίας είναι να παρουσιάσει με λεπτομερή και τεκμηριωμένο τρόπο την διαδικασία που ακολουθεί ένας χρηματοοικονομικός αναλυτής έτσι ώστε να προσδιορίσει την σχέση απόδοσης και κινδύνου κάποιων χρεογράφων με απώτερο σκοπό να καταλήξει σε ορθολογικά συμπεράσματα που μπορούν να τον οδηγήσουν στις βέλτιστες αποφάσεις. Οι αποφάσεις αυτές θα αφορούν την δόμηση ενός βέλτιστου χαρτοφυλακίου χρεογράφων το οποίο για δεδομένο κίνδυνο θα αποφέρει την μέγιστη αναμενόμενη απόδοση η αντίστροφα με δεδομένη την επιθυμητή απόδοση θα ενέχει το ελάχιστο ρίσκο . Η χρήση του απλού γραμμικού υποδείγματος , της μεθόδου ελαχίστων τετραγώνων (OLS) , των διαστημάτων εμπιστοσύνης και της στατιστικής συμπερασματολογίας είναι κάποιες από τις μεθόδους που θα εφαρμόσουμε για να προσδιορίσουμε με ακρίβεια την σχέση απόδοσης και κινδύνου χρεογράφων των οποίων έχουμε επιλέξει για τις εφαρμογές μας . Οι διαταράξεις των υποθέσεων του απλού γραμμικού υποδείγματος , όπως η αυτοσυσχέτιση και η ετεροσκεδαστικότητα είναι επίσης αντικείμενα προς εξέταση ,παράγοντες οι οποίοι αλλοιώνουν τις οικονομετρικές εκτιμήσεις της μεθόδου των ελαχίστων τετραγώνων και πρέπει να άρονται από τον αναλυτή, έτσι ώστε να καταλήγει η ανάλυση και η έρευνα των χρηματοοικονομικών εφαρμογών σε αξιόπιστες εκτιμήσεις . Ιδίως στην αντιμετώπιση της ετεροσκεδαστικότητας, η χρήση των μοντέλων ARCH/GARCH, μπορεί να μας οδηγήσει στο ζητούμενο ,το οποίο είναι η εκτίμηση και η πρόβλεψη του μελλοντικού κινδύνου αγοράς ενός χρεογράφου όπως η μετοχή . / The basic goal of this paper is to present in an analytic and trustworthy way, the process that a financial analyst follows so as to evaluate the relationship between risk and return of stocks. This kind of process will lead the analyst to rational conclusions and effective decisions which concern the structure of optimal portfolios of stocks. The optimal portfolio structure offers a maximum expected return if the risk is known and vice versa (minimum risk when the return is known).The use of the simple linear model, least square method and statistical conclusion function, are some of the methods that will help us to measure the relationship between risk and return of the stocks that we have chose to use for our applications. The disorders of the simple linear model assumptions, autocorrelation and heteroscedasticity, are parameters who are making the estimations of least squares method spurious. The analyst has to detect these problems so as the analysis and research of financial applications to conclude rational and effective estimations.Specialy in coping with heteroscedasticity, the use of ARCH/GARCH models can lead us to the objective, the estimation and forecast of the future risk of the stock being studied.
10

Μορφοτεκτονική ανάλυση στην λεκάνη Ξηριά, Ν. Αργολίδας. Εφαρμογή μορφοτεκτονικών δεικτών και σύγκριση τους με την βοήθεια ψηφιακών μοντέλων εδάφους διαφορετικής ανάλυσης / Morphotectonic analysis of Xerias basin, Argolis. Application of geomorphological indices and their comparison aided by digital terrain models (DTM) of different resolution

Ντόντος, Παναγιώτης 28 June 2007 (has links)
Η εργασία αυτή έγινε με σκοπό την εφαρμογή μορφοτεκτονικών κριτηρίων για τον ποσοτικό και ποιοτικό καθορισμό της τεκτονικής ενεργότητας των δύο μεγάλων προπόδων οροσειράς (mountain range front) που αναπτύσσονται στις δυτικές παρυφές του Αργολικού Πεδίου, ΒΔ της πόλης του Άργους, και η σύγκριση των τιμών των γεωμορφολογικών δεικτών που μετρήθηκαν με την βοήθεια ψηφιακών μοντέλων εδάφους διαφορετικής ανάλυσης (resolution) για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την ακρίβεια της κάθε μεθόδου. Αφορμή υπήρξε η διαρκώς αυξανόμενη ενασχόληση φοιτητών (προπτυχιακών και μεταπτυχιακών) με ψηφιοποίηση τοπογραφικών χαρτών για δημιουργία Ψηφιακών Μοντέλων Εδάφους (DTM) – μια διαδικασία επίπονη και εξαιρετικά χρονοβόρα – παρότι δεδομένα διατίθενται εύκολα μέσω διαδικτύου (NASA) για DTM για όλο τον κόσμο με σχετικά καλή ανάλυση. Οι δύο πρόποδες είναι συνεχόμενοι αλλά παρουσιάζουν διαφορετική διεύθυνση με τον πρώτο να έχει διεύθυνση ΒΒΔ-ΝΝΑ και μήκος περίπου 6,5 km και τον δεύτερο ΔΒΔ-ΑΝΑ ενώ έχει μήκος περίπου 12,5 km. Για την ανάλυση της ενεργότητας των πρόπoδων οροσειράς εφαρμόστηκαν οι κατάλληλοι γεωμορφολογικοί δείκτες, όπως ο δείκτης της κατά βάθος και κατά πλάτος διάβρωσης χειμάρρων ή λόγος πλάτους προς ύψους κοιλάδας (Ratio of valley-floor width to valley height index, Vf) και ο δείκτης ευθυγράμμισης του πρόποδα (Mountain front sinuosity index, Smf) ενώ παράλληλα εξετάστηκαν και άλλοι γεωμορφολογικοί δείκτες όπως ο δείκτης Μήκους – κλίσης ρέμματος (Stream-length gradient index, SL) και ο δείκτης Υψομετρικής καμπύλης-Υψομετρικού ολοκληρώματος (Hypsometric Curve / Hypsometric Integral). Για την μέτρηση των τιμών των δεικτών χρησιμοποιήθηκαν δύο ψηφιακά μοντέλα εδάφους διαφορετικής ανάλυσης (resolution) που αναπτύχθηκαν με διαφορετικές μεθοδολογίες, ένα λεπτομερές από ψηφιοποίηση τοπογραφικών χαρτών κλίμακας 1:5000 της ΓΥΣ και ένα πιο προσεγγιστικό χαμηλότερης ανάλυσης από δορυφορικά δεδομένα SRTM, με την βοήθεια λογισμικών GIS. Τα αποτελέσματά συγκρίθηκαν με την βοήθεια διαγραμμάτων. Όσον αφορά το ζήτημα της ενεργότητας της προπόδων οροσειράς από τα αποτελέσματα των μετρήσεων προκύπτει ότι αυτοί είναι ενεργοί καθώς παρουσιάζουν χαμηλές τιμές του δείκτη Vf και Smf. Οι τιμές τους (μετρημένες από το λεπτομερές Ψ.Μ.Ε.) κυμαίνονται από 0,0531 μέχρι 0,7668 (Vf) και 1,3645 (Smf) για τον πρώτο πρόποδα και από 0,02 μέχρι 9,3 (Vf) και 1,3526 (Smf) για τον δεύτερο πρόποδα. Επίσης με την βοήθεια του δείκτη SL εντοπίστηκαν δύο σημεία που σε συνδυασμό με την τοπογραφία υποδεικνύουν πιθανά ενεργά ρήγματα που δεν έχουν χαρτογραφηθεί. Η χρησιμοποίηση του δείκτη του υψομετρικού ολοκληρώματος κατατάσσει την λεκάνη του χειμάρρου Ξηριά, που βρίσκεται πίσω από τον πρώτο πρόποδα, στο ‘στάδιο ωριμότητας’, κάτι που φαινομενικά έρχεται σε αντίθεση με τους υπόλοιπους δείκτες αλλά μάλλον οφείλεται στην μορφολογική διαμόρφωση της λεκάνης πίσω από τον πρόποδα που σχετίζεται περισσότερο από τεκτονικές και όχι από διαβρωτικές διεργασίες. Όσον αφορά την σύγκριση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τα δύο διαφορετικά ψηφιακά μοντέλα εδάφους οι μετρήσεις τιμών του δείκτη SL και του Υψομετρικού Ολοκληρώματος μπορούν να γίνουν εξίσου καλά και από τα δύο. Για τον δείκτη Vf οι μετρήσεις που γίνονται με την βοήθεια του πιο προσεγγιστικού μοντέλου είναι γενικά μεγαλύτερες ενώ δεν μπορεί να γίνουν μετρήσεις για ρέμματα 1ης ή 2ης τάξης κατά Strahler. Οι διαφορές στις τιμές του δείκτη Vf που παρατηρούνται μεταξύ των δύο μοντέλων εκμηδενίζονται όταν η μέτρηση του πλάτους της κοίτης μπορεί να προκύψει με αντικειμενικό τρόπο (π.χ. μέτρηση από ορθοφωτοχάρτες). Για τον δείκτη Smf προκύπτει ότι όσο μικρότερο είναι το μήκος του πρόποδα τόσο μικρότερη είναι η απόκλιση στις μετρήσεις του δείκτη Smf από το αδρομερέστερο μοντέλο καθώς είναι πιο περιορισμένη η απόκλιση της παραμέτρου Lmf λόγω ‘απλοποιήσεων’ των γραμμών. / The aim of this MSc thesis is the application of morphotectonic criteria for the qualitative and quantitative determination of the tectonic activity on two mountain range fronts segments, which are formed in the western part of Argolis plain, in the eastern Peloponnese. We also tried to measure and compare values of the geomorphological indices obtained from DTM’s of different resolution, in order to extract conclusions for the accuracy of the two different models. The two mountain front segments are almost continuous and they display different orientation in strike: the first has a NNW-SSE strike and a length of 6.5 km and the second one has a WNW-ESE strike and a length of 12.5 km. In order to examine the activity of the two range fronts we applied the suitable geomorphic indices, such as the ratio of valley-floor width to valley height index (Vf), the mountain front sinuosity index (Smf), as well as other indices such as the stream-length gradient index (SL) and the hypsometric curve-hypsometric integral index. For the calculation of these indices we used two DTM’s of different resolution, which were constructed from different approached methodologies: a more detailed DTM from digitization of topographic maps of the Hellenic Military Geographical Service, in 1:5000 scale, and a less detailed DTM from SRTM-data downloaded from NASA, all modeled with standard GIS software. The results of the two models were compared with various diagrams. Regarding the activity of the range front segments, our data show that they are both active since they display low values of Vf and Smf indexes. Their values (measured from the finer DTM) vary from 0,05 to 0,77 (Vf) and 1,3645 (Smf) for the first segment and from 0,02 to 9,3 (Vf) and 1,3526 (Smf) for the second segment. Additionally, using the SL-index we observed two zones, which when correlated with the modern topography seem to indicate two unmapped and possibly active fault zones. The Xerias basin, which is formed behind the 1st range fault segment, appears to be in the “maturity stage” using the hypsometric integral index, a fact that contradicts with the other index results. This is may be due more to tectonic than erosional processes. Finally, from the comparison of the different DTM we suggest that calculation of SL and hypsometric integral index can be made with similar accuracy. For the Vf , the SRTM data display higher values, while calculation of 1st and 2nd order gullies (sensu Strahler) cannot be directly measured. Differences in the Vf values from the two DTM models can be eliminated significantly when we calculate the width of the valley from ortho-photomaps. Regarding the Smf index, it seems that we obtain less accurate results, as the length of the range front increases, due to the over-simplification of the shape of the elevation contours compared to the real topographic data.

Page generated in 0.2886 seconds