• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 9
  • 1
  • Tagged with
  • 10
  • 8
  • 5
  • 5
  • 4
  • 4
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • 3
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Διερεύνηση των επιμορφωτικών αναγκών των νεοδιόριστων δασκάλων

Βαλμάς, Θεοφάνης 21 January 2008 (has links)
Η παρούσα μελέτη αποσκοπούσε στη διερεύνηση των επιμορφωτικών αναγκών των νεοδιόριστων δασκάλων. Μετά τον προσδιορισμό και την καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι δάσκαλοι στο καθημερινό τους έργο, προσπαθήσαμε να προσδιορίσουμε τις προσωπικές τους ανάγκες για επιμόρφωση, διαχωρίζοντάς τες σε συνειδητές και ρητές και σε συνειδητές και μη ρητές. Στη συνέχεια εξετάσαμε κατά πόσο το πρόγραμμα της εισαγωγικής επιμόρφωσης το οποίο είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουν οι νεοδιόριστοι δάσκαλοι, ανταποκρίθηκε στα προβλήματα και κάλυψε τις επιμορφωτικές ανάγκες τους. Για τη μελέτη των παραπάνω θεμάτων, χρησιμοποιήσαμε τη θεωρία των κοινωνικών συστημάτων και ως ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Για την επεξεργασία των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν τόσο η ποσοτική ανάλυση, όσο και η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν, ότι τα προβλήματα και οι επιμορφωτικές ανάγκες είναι πολλά, ενώ το πρόγραμμα της εισαγωγικής επιμόρφωσης δεν ανταποκρίθηκε στα προβλήματα και στις ανάγκες που είχαν οι νεοδιόριστοι δάσκαλοι για επιμόρφωση. / The study aimed to analyze the training needs of newly appointed primary teachers. After defining and recording the daily problems that schoolteachers face in their work, we tried to impose their personal needs for in-service training by dividing them into two categories: conscious and explicit ones and in conscious and not explicit ones. The next step was to examine the grade to which the program of introductive in-service training which, the newly appointed primary teachers are obliged to follow, covered their training needs and gave solution to some of the existing problems. In order to investigate the above-mentioned subjects, we applied the theory of social systems. As a research tool in our study we used the questionnaire. Quantitative as well as qualitative content analysis, have been used in order to analyze data. The study showed multiple problems, and indicated the great need for future training. Finally, the introductive training program did not correspond to the problems and the needs that the newly appointed primary teachers faced
2

Σύγχρονες τεχνολογικές εξελίξεις για άτομα με ειδικές ανάγκες

Παπακωνσταντίνου, Γεωργία 20 April 2011 (has links)
Τα άτομα με αναπηρία, ή αλλιώς άτομα με ειδικές ανάγκες (εν συντομία ΑΜΕΑ) αποτελούν μια σημαντική κατηγορία του πληθυσμού, η οποία, όμως, συχνά αντιμετωπίζει προβλήματα κοινωνικού ρατσισμού και αποκλεισμού, αδιαφορίας ή ακόμα και άνισης μεταχείρισης εξαιτίας των προκαταλήψεων που εκδηλώνονται πολλές φορές εις βάρος τους. Τα άτομα με ειδικές ανάγκες τείνουν να τίθενται στο περιθώριο και να αντιμετωπίζονται με προκατάληψη από το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο. Συναντούν φραγμούς σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής τους, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται η ενεργός συμμετοχή τους σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας και να βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από αυτόν των υπολοίπων πολιτών. Καθίσταται, λοιπόν, αναγκαία, η μέριμνα από μέρος της πολιτείας ώστε τα άτομα με ειδικές ανάγκες να καταστούν ισότιμα μέλη της κοινωνίας. Δεν πρέπει να ξεχνούμε, άλλωστε, ότι μια κοινωνία για να αναπτυχθεί κοινωνικά και οικονομικά χρειάζεται τη συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των πολιτών της. Με δεδομένο, μάλιστα, το γεγονός ότι ένα στα είκοσι άτομα παρουσιάζει κάποια αναπηρία, μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθος της ανάγκης λήψης των απαραίτητων μέτρων. / People with disabilities, or otherwise disabled (briefly disabled) people, are an important class of population which, however, often face problems of social exclusion and racism, indifference or even unequal treatment because of the prejudices that often occur in weight. People with disabilities tend to put on the sidelines and be treated with prejudice by the rest of society. They encounter barriers in all activities of their life, thereby preventing the active participation in all aspects of society and they experience the social exclusion at a much greater extent than other people. Becomes therefore necessary to ensure a part of the state that people with disabilities to become equal members of society. We should not forget, moreover, that a society in order to be developed social and economic, needs the participation of all citizens without exception. Given, moreover, the fact that one in twenty people has a disability, we can understand the magnitude of the need to take the necessary measures. The purpose of this study is just the recording and surveying the situation that currently exists for people with disabilities in our country. But, as the question of applying or not of disabled people rights, can relate to all areas and aspects of everyday life, our work focuses mainly on the Health sector. Specifically, it explores whether and how modern technological advances contribute to a better and faster clinical recovery of the disabled persons.
3

Προβλήματα και επιμορφωτικές ανάγκες των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Η περίπτωση των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην εισαγωγική επιμόρφωση του Π.Ε.Κ. Πάτρας την περίοδο 2009-2010

Μυλωνοπούλου, Ελένη 30 March 2015 (has links)
Η παρούσα έρευνα αποσκοπούσε στη διερεύνηση των επιμορφωτικών αναγκών των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην εισαγωγική επιμόρφωση του ΠΕΚ Πάτρας την περίοδο 2009-2010, ως αναφορά το βαθμό και το είδος της βοήθειας που πρόσφερε η εισαγωγική επιμόρφωση όταν ανέλαβαν τα καθήκοντά τους. Παράλληλα γίνεται προσπάθεια ανίχνευσης των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί στο εκπαιδευτικό τους έργο κατά την πρώτη φάση ανάληψης των καθηκόντων τους. Για τη μελέτη των παραπάνω θεμάτων χρησιμοποιήθηκε ως γενικό θεωρητικό πλαίσιο ο δομολειτουργισμός και ειδικότερα ο δομολειτουργισμός του Merton. Ως ερευνητικό εργαλείο χρησιμοποιήθηκε η ημιδομημένη συνέντευξη. Για την επεξεργασία των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι νεοδιόριστοι εκπαιδευτικοί βοηθήθηκαν από το πρόγραμμα της εισαγωγικής επιμόρφωσης αν και τα προβλήματα και οι επιμορφωτικές τους ανάγκες κατά την φάση ανάληψης των καθηκόντων τους είναι πολλά και ποικίλα. / This study aims to investigate the training needs of newly appointed teachers who participated in the initial training of PEK Patras during the period 2009-2010, regarding the degree and the type of help the initial training offered them when they took over their duties .We are also making an effort to find the problems that newly appointed teachers are dealing with at their educational work during the first phase of undertaking their duties .In order to investigate the above-mentioned subjects ,as a general theoritical context we have used structural functionalism of Merton .As a research tool in our study we use the semi – structured interview. In order to analyze data qualitative content analysis has been used .The results of the study showed that they were helped by the initial training program while the problems and the needs during the phase of undertaking their needs are several and diverse.
4

Εκπαιδευτικές και επαγγελαμτικές προσδοκίες μαθητών με κινητική αναπηρία στη δευτεροβάθμια δημόσια ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα: μια μελέτη για τους παράγοντες των εκπαιδευτικών και επαγγελματικών προσδοκιών των μαθητών με κινητική αναπηρία των ειδικών σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σύγκριση με γενικά σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαιδευσης

Τζούδα, Βασιλική Π. 21 July 2010 (has links)
- / -
5

Διερεύνηση των επιμορφωτικών αναγκών των διευθυντών των σχολικών μονάδων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της περιοχής Πατρών

Γιαννικοπούλου, Φωτεινή 29 July 2011 (has links)
Η παρούσα εργασία διερευνά τις επιμορφωτικές ανάγκες των διευθυντών Δημοτικής Εκπαίδευσης των σχολικών μονάδων της περιοχής Πατρών, όπως τις αντιλαμβάνονται και τις περιγράφουν οι ίδιοι. Η εργασία ξεκίνησε από το Φεβρουάριο του 2010 και ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Στην έρευνα πήραν μέρος 13 διευθυντές σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της περιοχής της Πάτρας. Για τη θεωρητική προσέγγιση του θέματος της έρευνας, χρησιμοποιήθηκε η θεωρία των κοινωνικών συστημάτων και ως ερευνητικό εργαλείο η ημιδομημένη συνέντευξη, την οποία ακολούθησε ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Μετά τον προσδιορισμό και την καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι διευθυντές στο καθημερινό τους έργο, την καταγραφή των τρόπων αντιμετώπισής τους και των παραγόντων που επηρεάζουν την επίλυσή τους, προσπάθησα να προσδιορίσω τις προσωπικές τους ανάγκες για επιμόρφωση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, διαπιστώθηκε ότι οι συμμετέχοντες διευθυντές σχολικών μονάδων αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα στην καθημερινότητά τους, τα οποία επιλύουν κυρίως με την εμπειρία ή την άτυπη εκπαίδευση. Επιπλέον, παρά τα αυξημένα τυπικά προσόντα που διαθέτουν, εξέφρασαν μεγάλη ανάγκη επιμόρφωσης για τις εξής, κυρίως, θεματικές περιοχές, τις οποίες θεωρούν σύγχρονες, ενδιαφέρουσες και κρίσιμες ως προς την επίλυση των προβλημάτων τους και την καλύτερη άσκηση των καθημερινών καθηκόντων τους: Η διαχείριση συγκρούσεων, η παρακίνηση-παρώθηση των εκπαιδευτικών, η ηγεσία στη σχολική μονάδα και ο συνδυασμός της με την επαγγελματική εξέλιξη του διευθυντή και των εκπαιδευτικών, η εισαγωγή και εφαρμογή καινοτομιών και καινοτόμων προγραμμάτων, η εκπαιδευτική νομοθεσία, ο προγραμματισμός της σχολικής χρονιάς, η αξιολόγηση της προόδου της σχολικής μονάδας. Οι περισσότεροι διευθυντές προτιμούν η επιμόρφωση να ξεκινά πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους και να συνεχίζεται περιοδικά με απαλλαγή από τα καθήκοντά τους, ενώ επιθυμούν η επιμόρφωση να γίνεται σε ομάδες, με βιωματικές μεθόδους, από επιμορφωτές που εκτός από πιστοποιημένες επιστημονικές γνώσεις διαθέτουν και πείρα στην άσκηση του καθημερινού διοικητικού έργου. / This study investigates the educational needs of Primary School Principals in the city of Patras, as they are perceived and defined by the Principals themselves. The study was carried out from February to July 2010 and it involved a total of 13 Primary School Principals of the city of Patras. In order to investigate the above-mentioned subject, we applied the theory of social systems. As a research tool, I used the semi-structured interview. Qualitative content analysis has been used to analyse the data. After defining and recording the daily problems that Principals face in their work, the recording of the methods used to solve these problems and the detection of factors which affect the way these difficulties are dealt with, I tried to determine the Principals’ personal educational requirements. According to the results arising from the research, the Principles faced many problems which were solved using mainly their experience or informal education. In addition, despite the higher qualifications they have acquired, they indicated that it was essential that they attained further training and education in the following thematic areas which they considered modern, interesting and critical where decisions concerning problem solving and the efficient handling of their everyday tasks are concerned: management of conflicts, incentive-promotion of staff, leadership within the school and its connection to the professional advancement of the Principle and the staff, the introduction and application of ground-breaking methods and innovative projects, Educational Law, planning of the school year and the evaluation of the progress of the school. Most of the Principals prefer that their training and education should start before they begin their work as headmasters and that it should continue in a periodical way. Also they believe that while they are being trained, they should be relieved of their duties at the schools. They expect that their training will be based on empirical methods and that the personnel whose task will be to provide further education should have scientific knowledge on the subjects to be dealt with and be experienced in the practice of management.
6

Συμπεριληπτική εκπαίδευση : εισαγωγή υποψηφίων ειδικών κατηγοριών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα

Σιώζου, Αλεξάνδρα 03 August 2009 (has links)
Η συμπεριληπτική εκπαίδευση αποτελεί μια σύγχρονη πολιτική τακτική, η οποία κερδίζει έδαφος σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο. Οι έρευνες και οι εκπαιδευτικές προσπάθειες προσανατολίζονται προς την εφαρμογή της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης και στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Η Ελλάδα ακολουθεί με αργούς ρυθμούς τις διεθνείς αυτές εκπαιδευτικές τάσεις, στην προσπάθειά της να παράσχει εκπαίδευση και σε κατηγορίες ατόμων, που παραδοσιακά αποκλείονταν από το θεσμό και να κατοχυρώσει την ισότητα της πρόσβασης και τη δικαιοσύνη της παροχής για όλα ανεξαιρέτως τα άτομα. Η παρούσα έρευνα στοχεύει να δείξει κατά πόσον η Ελληνική εκπαιδευτική πολιτική προωθεί τη συμπεριληπτική εκπαίδευση στα Ανώτατα και Ανώτερα Ιδρύματα. Η μεθοδολογία που ακολουθείται για τη διεξαγωγή της έρευνας είναι η μελέτη τεκμηρίων, αφού στηρίζεται στην αναλυτική και διαχρονική παρουσίαση των νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν το συγκεκριμένο ζήτημα. Καταδεικνύεται ότι η Ελληνική εκπαιδευτική πολιτική, ακολουθώντας τα διεθνή ρεύματα, ενδιαφέρεται σταδιακά για την ίση πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση ορισμένων ατόμων Ειδικών Κατηγοριών. Αρκετές φορές όμως, μέσα από τον ορισμό των Ειδικών Κατηγοριών και τα νομοθετικά κείμενα που τις αφορούν ικανοποιούνται και άλλες πολιτικές από την εκάστοτε κυβέρνηση ώστε να απομακρύνεται από τους αρχικούς στόχους της που είναι η ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών για όλους τους σπουδαστές της. / Inclusive Education is developing in many countries all over the world. At present, several studies and educational attempts are focusing on Inclusive Education in the field of Higher Education. Greece tries gradually to follow these international tendencies, in an attempt to offer educational opportunities to some categories of students, who traditionally excluded from the educational system. This study is trying to point out weather Greek educational policy promotes Inclusive Education in Tertiary Education. The method of the study was Study Documents, in an attempt to study the relevant legislation of the issue. The results revealed that the Greek educational policy, based on the international tendencies, is concerned with the equal opportunities given to some students of Special Categories. Nevertheless, each government appears also to develop policies in favour of some groups instead of issuing legislations for all special needs students.
7

Οργάνωση ενός προγράμματος οικογενειακού γραμματισμού με τη συμπερίληψη των αναγκών των γονέων

Τασιούλη, Γεωργία 14 September 2010 (has links)
Η παρούσα εργασία αναφέρεται σε μια εμπειρική έρευνα που πραγματοποιήθηκε το σχολικό έτος 2008-09 σε ένα διθέσιο νηπιαγωγείο της Πάτρας. Κύριος στόχος της ήταν να μελετήσει τις απόψεις των γονέων για τα προγράμματα οικογενειακού γραμματισμού και τη δημιουργία ενός προγράμματος που θα ανταποκρίνεται και θα προκρίνει τις ανάγκες τους. Δεκαοκτώ (18) γονείς κλήθηκαν στα πλαίσια μιας ημιδομημένης συνέντευξης να καταθέσουν τις απόψεις τους πάνω στο θέμα αυτό. Οι ίδιοι γονείς συμμετείχαν και σε μια επιμορφωτική συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε στο χώρο του νηπιαγωγείου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γονείς έχουν ανάγκη από τη δημιουργία ενός τέτοιου προγράμματος, καθώς οι ερωτήσεις και οι απορίες τους πάνω σε θέματα πρώτου γραμματισμού φάνηκε να είναι πολλές, αλλά, ταυτόχρονα, και γόνιμες για την πορεία της έρευνάς μας. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε ότι η ύπαρξη ενός τέτοιου προγράμματος είναι, ιδιαίτερα χρήσιμη, καθώς οι υπάρχουσες μελέτες εξαντλούνται κυρίως σε θεωρητικές αναλύσεις, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη των γονέων στο σχεδιασμό των προγραμμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη, λοιπόν, την άγνοια που υπάρχει, σκοπός μας είναι η έρευνα αυτή να αποτελέσει μια ελάχιστη προσπάθεια, ένα πλαίσιο το οποίο θα λειτουργήσει ως κατευθυντήρια ιδέα για περαιτέρω έρευνα, για πληροφορίες, συμβουλές, ιδέες και απόψεις για τη δημιουργία ενός προγράμματος βασισμένο στις ανάγκες των γονέων. / This essay refers to a classic empiric research that, took place in the school year 2008-2009 at a two-seat nursery school of Patras. The main goal was to study the parents’ opinions of the programs of family literacy and the development of a program that will cover, as well as carry forward their needs. Eighteen (18) parents participated in semi-structured interviews in order to present their views on the subject. The same parents participated in an educational interview that took place in the nursery school’s ground. Results showed that the parents need the creation of such a program. Their questions and inquiries on the subject of first literacy seemed to be many but, in the same time, fruitful for the course of our research. Specifically, it became clear that the existence of such a program is at this time a necessity, as the current researches are consumed in theoretical analysis without keeping in mind the opinions of the parents for the design of these programs. Taking, yet, into account the ignorance, our target is that this survey will manage, as much as possible, to form a frame which will work as the backbone for further searching for advice, information and ideas or opinions for the creation of such a program based on parents’ needs.
8

Η ενασχόληση πατέρων παιδιών με ειδικές ανάγκες με τη φροντίδα του παιδιού τους και οι παράγοντες που την επηρεάζουν

Μαυρόγιαννη, Θεώνη 13 July 2010 (has links)
Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η μελέτη της ενασχόλησης των πατέρων παιδιών με ειδικές ανάγκες με τη φροντίδα των παιδιών τους. Ιδιαίτερα μελετήθηκαν οι εξής παράγοντες που σύμφωνα με το θεωρητικό μοντέλο του Belsky (1984) φαίνεται ότι επηρεάζουν την ενασχόληση τους: ο τύπος της αναπηρίας, το φύλο και το ταμπεραμέντο του παιδιού, οι αντιλήψεις των πατέρων για τον πατρικό ρόλο, το επίπεδο του άγχους τους, η συζυγική τους ικανοποίηση και η υποστήριξη που λαμβάνουν από το οικογενειακό και κοινωνικό τους περιβάλλον. Για τις ανάγκες της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν ποσοτικές μέθοδοι σε ένα δείγμα 172 πατέρων παιδιών προσχολικής ηλικίας εκ των οποίων οι 78 είχαν παιδιά με ειδικές ανάγκες και οι υπόλοιποι 94 πατέρες αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Οι πατέρες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια αναφορικά με την ενασχόληση τους με τη φροντίδα του παιδιού τους, το ταμπεραμέντο του παιδιού τους, τις αντιλήψεις τους για τον πατρικό ρόλο, το άγχος που βιώνουν σε σχέση με το παιδί τους, την ικανοποίηση που έχουν από τη συζυγική τους σχέση και την οικογενειακή και κοινωνική υποστήριξη που λαμβάνουν. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι πατέρες παιδιών με ειδικές ανάγκες δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές από τους πατέρες «τυπικών» παιδιών στο επίπεδο της συνολικής ενασχόλησης με τα παιδιά τους. Ακόμα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι παράγοντες που επιδρούν άμεσα στην ενασχόληση των πατέρων με τα παιδιά τους είναι οι αντιλήψεις των πατέρων για τον πατρικό ρόλο και η συζυγική ικανοποίηση. Αντίθετα, ο τύπος της αναπηρίας - αυτισμός, νοητική καθυστέρηση, κώφωση - το φύλο και ταμπεραμέντο του παιδιού επηρεάζουν ελάχιστα την πατρική ενασχόληση. Το άγχος των πατέρων δε φαίνεται να επιδρά άμεσα στην ενασχόλησή τους με τα παιδιά τους. Παρόλα αυτά, οι πατέρες παιδιών με ειδικές ανάγκες έχουν περισσότερο άγχος σε σύγκριση με αυτό των πατέρων «τυπικών» παιδιών ενώ ρυθμιστές του άγχους τους είναι η σχέση τους με τη σύντροφό τους και η υποστήριξη που έχουν από το κοινωνικό τους περιβάλλον. Τα παραπάνω αποτελέσματα είναι βοηθητικά για την καλύτερη κατανόηση των παραγόντων που ενισχύουν την ενασχόληση των πατέρων και για το σχεδιασμό και την υλοποίηση προγραμμάτων στήριξης για τους ίδιους και τις οικογένειες τους. / The aim of this study was to examine fathers’ involvement with their children with special needs. The factors that, according to Belsky’s model of parenting, influence fathers’ involvement were examined: the disability type, the gender and the temperament of child, fathers’ beliefs concerning the parental role, the parental stress, the satisfaction fathers receive from their marital relationship and the social support they receive. For the research needs quantitative methods were used in a sample of 172 fathers of preschool-age children from whom the 78 had children with special needs and the 94 were the control group. Fathers completed questionnaires measuring their child-care involvement, their child’s temperament, their beliefs concerning the parental role, their parental stress, their marital satisfaction and the social support they receive. Results revealed no difference in the overall level of childcare involvement between fathers of children with special needs and fathers of “typical” children. Additionally, it was found that the factors that influence directly fathers’ involvement are fathers’ beliefs concerning the parental role as well as their marital satisfaction. By contrast, the disability type – autism, mental retardation and deafness – the gender and the temperament of children have a minor affect in paternal involvement. Paternal stress does not influence directly fathers’ involvement with their children. Moreover, fathers of children with special needs experience more stress than fathers of “typical” children while moderators of stress are their relationship with their spouse and the support they receive from environment. The results are useful for the better understanding of the factors that enhance fathers’ involvement and for the design and the implementation of support programs for them and their families.
9

Επίδραση ψυχοκινητικής αγωγής με στοιχεία θεατρικού παιχνιδιού στην ανάπτυξη νηπίων με και χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες / The effect of psychomotor education with elements of dramatical play on preschoolers' development with and without special educational needs

Σπανάκη, Ειρήνη 05 February 2015 (has links)
Στην προσχολική παιδαγωγική, το σώμα του παιδιού αποτελεί το μέσο για την ολοκλήρωση της ολόπλευρης και ισόρροπης ανάπτυξής του. Το παιδί ολοκληρώνει τη συνολική ανάπτυξή του, καθώς εξελίσσεται το σώμα του· εξέλιξη που επηρεάζει και τη μαθησιακή και κοινωνικο- συναισθηματική ζωή του και, εν συνεχεία, κατά πολύ την ακαδημαϊκή του πορεία (Ευαγγελινού & Παππά, 2002). Σε κάθε κινητική δραστηριότητα, άλλωστε, συμμετέχει πάντα ολόκληρο το άτομο με αποτέλεσμα οι κινήσεις του να έχουν συναισθηματικές, νοητικές και κοινωνικές προεκτάσεις (Zimmer, 2007). Η διδασκαλία της ψυχοκινητικής αγωγής (ΨΑ) στηρίζει τις βάσεις της στα γενικά αναλυτικά προγράμματα του Νηπιαγωγείου, δίνοντας έμφαση στην ολόπλευρη ανάπτυξη των νηπίων, μέσα από τις ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες τους. Από τα αποτελέσματα της μέχρι σήμερα ερευνητικής δραστηριότητας, η ψυχοκινητική αγωγή έχει ευεργετική επίδραση στις κινητικές δεξιότητες των μαθητών και υποστηρίζει σημαντικά εκείνους που παρουσιάζουν φτωχή κινητική απόδοση ή αναπτυξιακές διαταραχές (Cooley, Oakman, McNaughton & Ryska, 1997; Hamilton, Goodway & Haubensticker, 1999; Karabourniotis, Evaggelinou, Tzetzis & Kourtessis, 2002; Rintala, Pienimäki, Ahonen, Cantell & Kooistra, 1998; Σπανάκη, 2008; Σπανάκη, Σκορδίλης & Βενετσάνου, 2010; Zimmer, Christoforidis, Xanthi, Aggeloussis & Kambas, 2008; Venetsanou, Kambas, Sagioti, Giannakidou, 2009). Παράλληλα, στο χώρο του Νηπιαγωγείου, μεγάλη αξία έχουν οι δραστηριότητες που εμπεριέχουν τεχνικές θεατρικών δράσεων, καθώς υποστηρίζουν την ομαλή ένταξη του νηπίου στην ομάδα του Νηπιαγωγείου και την κοινωνικοποίησή του και αναπτύσσουν τις δεξιότητές του, που εξελίσσονται σε αυτήν την ηλικία (Μπουρνέλη, 2002). Σημαντικός, όμως, είναι ο ρόλος τους όσον αφορά την αντιμετώπιση μαθητών με κοινωνικο- συναισθηματικές και μαθησιακές δυσκολίες (Κουρετζής, 2008), με δυσκολίες προσαρμογής ακόμα και άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (Κουρκούτας, 2007; Λενακάκης, 2001). Η παρούσα διδακτορική διατριβή εξέτασε την επίδραση ενός παρεμβατικού προγράμματος ΨΑ με στοιχεία θεατρικού παιχνιδιού στην κινητική, γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη μαθητών/τριών προσχολικής ηλικίας με ή χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Η επίδραση του παραπάνω προγράμματος εξετάστηκε σε μαθητές γενικού σχολείου, σε μαθητές με κώφωση/ βαρηκοΐα, αλλά και σε μαθητές που φοιτούσαν σε τμήματα ένταξης ‘γενικού’ Νηπιαγωγείου. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 63 μαθητές/ τριες που φοιτούσαν σε Νηπιαγωγεία, Αθήνας και Ηρακλείου Κρήτης. Συγκεκριμένα: α) Ν = 13 από 2 Νηπιαγωγεία με μαθητές με κώφωση β) Ν = 41 από 2 Νηπιαγωγεία με μαθητές ‘γενικού’ πληθυσμού και γ) Ν = 9 από 2 Νηπιαγωγεία με μαθητές που φοιτούσαν σε τμήματα ένταξης. Με τυχαία δειγματοληψία, το ένα τμήμα Νηπιαγωγείου από κάθε ομάδα πληθυσμού αποτέλεσε την πειραματική ομάδα και το άλλο τμήμα την ομάδα ελέγχου, αντίστοιχα (Thomas & Nelson, 2003). Η αρχική αξιολόγηση συμπεριλάμβανε δοκιμασίες που αξιολογούσαν την κινητική, γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη όλων των συμμετεχόντων, με τη χρήση των ‘Bruininks- Oseretsky Test of Motor Proficiency’ (Bruininks, 1978), ‘ΑΘΗΝΑ τεστ’ (Παρασκευόπουλος & Παρασκευοπούλου, 2011), και το ‘Ερωτηματολόγιο Δια- προσωπικής και Ενδο- προσωπικής Προσαρμογής’ (ΕΔΕΠ) (Παρασκευόπουλος & Γιαννίτσας, 1999), για κάθε μία από τις παραπάνω αξιολογήσεις, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, σχεδιάστηκε το παρεμβατικό πρόγραμμα ΨΑ με στοιχεία θεατρικού παιχνιδιού, σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς των επιλεγμένων τμημάτων, για τις πειραματικές ομάδες. Το πρόγραμμα ΨΑ βασιζόταν στις εξατομικευμένες ανάγκες και δυνατότητες του κάθε μαθητή ξεχωριστά και εμπεριείχε δραστηριότητες προσαρμοσμένες στις αρχές ΨΑ της Zimmer (2007) σε συνδυασμό με στοιχεία θεατρικού παιχνιδιού και πραγματοποιήθηκε η υλοποίησή του στις πειραματικές ομάδες. Οι ομάδες ελέγχου ακολούθησαν το ημερήσιο πρόγραμμα του κάθε Νηπ/είου. Η πειραματική παρέμβαση είχε χρονική διάρκεια δυόμιση μήνες (10 εβδομάδες) συνολικά, με συχνότητα δύο φορές την εβδομάδα. Στο τέλος της παρέμβασης ακολούθησε η επαναξιολόγηση των συμμετεχόντων των δύο ομάδων, ως προς την κινητική, γνωστική και ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη, με τα ίδια ερευνητικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την αρχική αξιολόγηση. To Στατιστικό Πρόγραμμα των Κοινωνικών Επιστημών (Statistical Package for the Social Sciences, SPSS) (Norusis, 1993) χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες της έρευνας. Συγκεκριμένα, τρεις ομάδες από παραγοντικές αναλύσεις διασποράς (2 x 2 ANOVAs) αξιολόγησαν την επίδραση του παρεμβατικού προγράμματος ΨΑ, στην κινητική, γνωστική και συναισθηματική ανάπτυξη μαθητών Νηπιαγωγείου. Στα αποτελέσματα της έρευνας υπήρξαν σημαντικές αλληλεπιδράσεις παρεμβατικού προγράμματος και χρονικού σημείου μέτρησης σχετικά με τις κινητικές ικανότητες των τριών ομάδων μαθητών/τριών (‘γενικό’, κωφών και φοιτούντων σε τμήματα ένταξης). Επίσης, υπήρχαν σημαντικές αλληλεπιδράσεις αναφορικά με τις γνωστικές δεξιότητες. Τα αποτελέσματα έδειξαν, επίσης, σημαντική αλληλεπίδραση στις ψυχοκοινωνικές δεξιότητες των συμμετεχόντων στην ομάδα του ‘γενικού’ πληθυσμού, ενώ δεν υπήρχε αντίστοιχη σημαντική αλληλεπίδραση για την ομάδα των κωφών και των μαθητών/τριών σε τμήματα ένταξης. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας παρουσιάζουν τη σημαντικότητα ψυχοκινητικών προγραμμάτων μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία, προκειμένου να υποστηριχτεί ο μαθητής αναφορικά με την κινητική αλλά και τη γνωστική και την ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη. Σύγχρονοι παιδαγωγοί οφείλουν να ενημερώνονται και να αξιοποιούν προγράμματα σαν το παρόν παρεμβατικό προκειμένου να στοχεύουν στην περαιτέρω βελτίωση των δυνατοτήτων των μαθητών/τριών τους. Το κατάλληλο πρόγραμμα παρέμβασης στηριζόμενο στην ψυχοκινητική εκπαίδευση μπορεί να επηρεάσει την ανάπτυξη και εξέλιξη του ατόμου συνολικά. Σημαντική, εξάλλου, είναι η πρώιμη ανίχνευση δυσκολιών και ο προσδιορισμός των ιδιαίτερων εκπαιδευτικών αναγκών του κάθε μαθητή, και, εν συνεχεία, ο σχεδιασμός παρεμβατικών προγραμμάτων κατάλληλων για την αντιμετώπιση των προαναφερόμενων και την κατάλληλη υποστήριξη. / In preschool pedagogy, child's body is the instrument for the integration of comprehensive and balanced development. Children complete their overall development, as their body evolves; this development affects their learning and socio-emotional life and, subsequently, to a large extent, their academic course. However, in several motor activities, the whole person is always involved and the movements have an emotional, cognitive and social implication. The teaching of psychomotor bases its foundation on the general curricula of kindergarten, emphasing in all-round growth of infants, through their specific educational needs. From the results of research activity up to now, psychomotor therapy has a beneficial effect on motor skills of students and supports significantly those who have poor motor performance or developmental disorders (Cooley, Oakman, McNaughton & Ryska, 1997; Hamilton, Goodway & Haubensticker, 1999; Karabourniotis, Evaggelinou, Tzetzis & Kourtessis, 2002; Rintala, Pienimäki, Ahonen, Cantell & Kooistra, 1998; Σπανάκη, 2008; Spanaki, Skordilis & Venetsanou, 2010; Zimmer, Christoforidis, Xanthi, Aggeloussis & Kambas, 2008; Venetsanou, Kambas, Sagioti, Giannakidou, 2009). Simultaneously, in the space of kindergarten, the activities with some technical theatrical actions have high value , as they support the smooth integration of infants in the nursery team and their socialization as well as develop their skills, which evolve in this age. However, their role as far as dealing with students facing socio- emotional or learning difficulties difficulties in adapting, even people with special educational needs can be considered really important. This thesis examined the effect of the intervention psychomotor program with elements of theatrical play in motor, cognitive and emotional development of preschoolers with and without special educational needs. The effect of this program was examined in public school students, students with deafness / hearing loss, but also in students attending integration classes in 'general' kindergarten. The sample consisted of two parts, from: a) 2 kindergartens with deaf students (N = 13), b) two kindergartens with pupils 'general' population (N = 41) and c) two kindergartens with students attending rehabilitation classes (N = 9). Through random sampling, the one part of each population group formed the experimental group and the other part the control group, respectively (random selection) (Thomas, & Nelson, 2003). The initial assessment included tests evaluating motor, cognitive and emotional development of all participants, using the ‘Bruininks-Oseretsky Test of Motor Proficiency’ (Bruininks, 1978), ‘Athena test’ (Paraskevopoulos & Paraskevopoulou, 2011), and ‘Questionnaire inter-personal and intra-personal adjustment’ (ALCO) (Paraskevopoulos & Giannitsas, 1999), each of the above evaluations, respectively. The design of the intervention program Psychomotor Education with signs of dramatic play was done in collaboration with the teachers of the selected sections, attended the experimental groups proceeded to execution. The psychomotor program was based on the individual needs and abilities of each student and included activities well adapted to the principles of PsA, according to Zimmer (2007), in combination with elements of theatrical game and was held in the groups that were selected as experimental groups randomly (Thomas, & Nelson, 2003). The groups remained as control groups OE followed the normal daily schedule of every kindergarten. The experimental intervention period lasted two and a half months (10 weeks) in total, with a frequency of two times a week. At the end of the experimental intervention, the reassessment of participants regarding kinetic, cognitive and emotional development, for all groups (experimental and control) followed, with the same research tools used for the initial evaluation. To Statistical Program of Social Sciences (Statistical Package for the Social Sciences, SPSS 13) was used for the purposes of research. Specifically, three 2x2 ANOVA analyses evaluated the effect of the intervention program on kinetics, cognitive and emotional development of kindergarten students. The survey results showed significant interactions existing between the experimental group and the time of assessment regarding the motor skills of all populations ('general', deaf and those attending inclusive classes). Moreover, there were significant interactions of the intervention program for the experimental group compared with the control group of all populations on cognitive skills. The results of the research also showed significant interaction to the psychosocial skills of participants in the group of 'general' population, while there was no significant interaction for the group of deaf and those attending inclusive classes, regarding psychosocial skills. The results of this study highlight the importance of psychomotor programs in the educational process in order to support students with respect to their motor, cognitive and psychosocial development. Modern educators should be informed and take advantage of programs like this intrusive one, in order to aim at further improvement of the capabilities of their students. The appropriate intervention program based on psychomotor education can affect the growth and development of the whole person. Besides, the early detection and identification of the difficulties as well as the special educational needs of each student, and, subsequently, the design of appropriate intervention programs to address the above with the appropriate support is a very important issue.
10

A cross-sectional study examining the association between litaracy and unmet need for contraception among women in Rwanda.

Papaioannou, Antigoni January 2019 (has links)
Introduction:Rwanda is one of the countries in Sub-Saharan Africa with the most remarkable health achievements. However, Rwanda is still one of the countries with a high unmet need (34%) and high prevalence of unintended pregnancies. Objective: To examine the association between literacy and unmet need for contraception among women in reproductive age in Rwanda. Research design and methods: A cross-sectional study based on secondary data, derived from the Demographic and Health Survey (DHS) program. The study population was women in reproductive age (15- 49 years old) who lived in Rwanda. It included 13217 females out of the 13497 after the exclusion of females who are not residents of Rwanda, who are blind or visually impaired and who are need language card. The methodology involved cross tabulations, bivariate and multivariate logistic analyses. Results: There was a significant bivariate association between literacy and unmet need for contraception (OR=1.28; 95% CI 1.17-1.40; p < .001), in which literate females where more likely to have an unmet need for contraception. There was no association between literacy and unmet need when controlling other factors. Others factors such as age, current marital status and province had a strong impact on the unmet need for contraception in the adjusted analysis. Conclusions: Literacy may be associated with the outcome, however, socio-economic factors have a stronger influence on the dependent variable. Regulations, policies and other features such as socio-cultural norms may differ from country to country, therefore it is important to consider the current situation of each country.

Page generated in 0.0342 seconds