11 |
Εξόρυξη πληροφορίας από βιοϊατρική βιβλιογραφία : εφαρμογή στην ανάλυση κειμένων (text mining) από πηγές στον παγκόσμιο ιστόΙωάννου, Ζαφειρία - Μαρίνα 23 January 2012 (has links)
Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την αυτόματη εξόρυξη κειμένων (Text Mining) με βιοϊατρικό περιεχόμενο, λόγω της ραγδαίας αύξησης των δημοσιεύσεων που είναι αποθηκευμένες σε ηλεκτρονική μορφή σε Βάσεις Δεδομένων του Παγκόσμιου Ιστού, όπως το PubMed και το Springerlink.
Το βασικό πρόβλημα που κάνει αυτό τον στόχο περισσότερο προκλητικό και δύσκολο είναι η αδυναμία της επεξεργασίας της διαθέσιμης αυτής πληροφορίας και της εξαγωγής χρήσιμων συνδέσεων και συμπερασμάτων. Κρίνεται, επομένως, επιτακτική η ανάπτυξη νέων εργαλείων που θα διευκολύνουν την εξόρυξη γνώσης από κείμενα βιολογικού περιεχομένου.
Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι αρχικά η παρουσίαση γνωστών μεθόδων εξόρυξης δεδομένων από κείμενα αλλά και η ανάπτυξη ενός εργαλείου για την αποδοτική και αξιόπιστη ανακάλυψη γνώσεων από βιοϊατρική βιβλιογραφία που να βασίζεται σε προηγμένες τεχνικές εξόρυξης γνώσης από κείμενα.
Πιο συγκεκριμένα, η προσπάθειά μας επικεντρώνεται στην ανάπτυξη ενός αποδοτικού αλγόριθμου συσταδοποίησης και τη χρήση αποδοτικών τεχνικών που αξιολογούν τα αποτελέσματα της συσταδοποίησης, έτσι ώστε να παρέχεται βοήθεια στον χρήστη στην προσπάθεια αναζήτησης του για πληροφορία βιολογικού περιεχομένου.
Ο προτεινόμενος αλγόριθμος βασίζεται σε διαφορετικές τεχνικές συσταδοποίησης, όπως ο Ιεραρχικός Αλγόριθμος και ο Spherical K-means Αλγόριθμος και εφαρμόζει μια τελική ταξινόμηση με βάση το Impact Factor των κειμένων που ανακτήθηκαν.
Τα βασικά βήματα που περιλαμβάνει ο αλγόριθμος είναι: η προεπεξεργασία των κειμένων, η αναπαράσταση των κειμένων σε διανυσματική μορφή με χρήση του Διανυσματικού Μοντέλου (Vector Space Model), η εφαρμογή της Λανθάνουσας Σημασιολογικής Δεικτοδότησης (Latent Semantic Indexing), η Ασαφής Συσταδοποίηση (Fuzzy Clustering), ο Ιεραρχικός Αλγόριθμος (Hierarchical Algorithm), o Spherical K-means Αλγόριθμος, η επιλογή της καλύτερης συστάδας και τέλος η ταξινόμηση με βάση το Impact Factor των κειμένων που ανακτήθηκαν.
Η εφαρμογή που υλοποιούμε βασίζεται στον παραπάνω αλγόριθμο και προσφέρει δύο τρόπους αναζήτησης: 1) σε τρέχοντα ερωτήματα του χρήστη, τα οποία αποθηκεύονται στη βάση δεδομένων και επομένως λειτουργεί ως μέσο συμπιεσμένης αποθήκευσης των προηγούμενων ερωτημάτων του χρήστη, 2) αναζήτηση μέσα από μία λίστα προκαθορισμένων Topic βιολογικού περιεχομένου και επομένως παρέχει στο χρήστη μια επιπλέον βοήθεια σε ένα ευρύ φάσμα ερωτημάτων. Επιπλέον, η εφαρμογή εξάγει χρήσιμες συσχετίσεις όρων χρησιμοποιώντας τις τελικές συστάδες. / There is an increasing interest in automatic text mining in biomedical texts due to the increasing number of electronically available publications stored in databases such as PubMed and SpringerLink.
The main problem that makes this goal more challenging and difficult is the inability of processing the available information and extracting useful connections and assumptions. Therefore, there is an urgent need for new text-mining tools to facilitate the process of text mining from biomedical documents.
The goal of the present diploma thesis is to present known methods of text mining, and to develop an application that provides reliable knowledge from biomedical literature based on efficient text mining techniques.
In particular, our attempt is mainly focused on developing an efficient clustering algorithm and using techniques for evaluating the results of clustering, in order to assist the users in their biological information seeking activities.
The proposed algorithm involves different clustering techniques, such as Hierarchical Algorithm, Spherical K-means Algorithm and employs a final ranking according to Impact Factor of retrieved documents.
The basic steps of our algorithm are: preprocessing of text’s content, representation with the vector space model, applying Latent Semantic Indexing (LSI), fuzzy clustering, hierarchical clustering, spherical k-means clustering, selection of the best cluster and ranking of biomedical documents according to their impact factor.
The application that we implement is based on the above algorithm and provides two search methods: 1) search with user’s queries, which are saved in the database and thus playing the role of a compacted storage of his past search activities, 2) search through a list of pre-specified biological Topics, and thus providing the user with an extra assistance in his various queries. Moreover the whole scheme can mine useful associations between terms by exploiting the nature of the formed clusters.
|
12 |
Υπολογισμός οπτικού πεδίου ενδοσκοπικής κάμερας και εφαρμογή σε σύστημα επαυξημένης πραγματικότητας για υποβοήθηση του χειρουργούΔασκαλάκη, Αναστασία 30 May 2012 (has links)
Ο σκοπός της διπλωματικής εργασίας ήταν η ανάπτυξη ενός μοντέλου Επαυξημένης Πραγματικότητας για την υποβοήθηση του χειρουργού-χειριστή ρομποτικού μηχανήματος. Το μοντέλο αυτό παρουσιάστηκε για την εύρεση του οπτικού πεδίου του ειδικού ενδοσκοπίου. Για τον σκοπό αυτό κατασκευάστηκαν δύο προγράμματα τα οποία μπορούν να χειριστούν ιατρικά δεδομένα και να προσφέρουν εικόνες από το εσωτερικό του μοντέλου του ασθενούς.
Συγκεκριμένα, έγινε μελέτη των βασικών μεθόδων εφαρμογής Επαυξημένης Πραγματικότητας στην χειρουργική, όπως η εγγραφή του ασθενούς, η κατάτμηση των ιατρικών δεδομένων, η τρισδιάστατη ανακατασκευή τους και η ανίχνευση των ενδοσκοπικών εργαλείων και της κάμερας. Παρουσιάστηκε το πλήρες θεωρητικό μοντέλο εφαρμογής επαυξημένης πραγματικότητας και έγινε ανάλυση των επιμέρους διαδικασιών. Κατασκευάστηκαν με την βοήθεια της Matlab δύο προγράμματα με τα αντίστοιχα GUIs για τον προεγχειρητικό σχεδιασμό και την διεγχειρητική καθοδήγηση/επαύξηση αντίστοιχα. Τέλος έγινε δοκιμή των προγραμμάτων χρησιμοποιώντας 22 τομές μαγνητικής τομογραφίας (μορφής DICOM) εγκεφάλου με εμφανή καρκίνο στην αριστερή κοιλία. Επίσης καταγράφηκαν οι εικόνες και τα δεδομένα που παίρνουμε σε κάθε βήμα εφαρμογής των προγραμμάτων με στόχο την αξιολόγηση τους.
Το μοντέλο αυτό κατασκευάστηκε με στόχο την εφαρμογή του σε επεμβάσεις μέσω του ρομποτικού μηχανήματος daVinci. Παρόλα αυτά η γενικότερη εφαρμογή της μεθοδολογίας που αναπτύσσεται μπορεί να βρει εφαρμογές και σε άλλες ενδοσκοπικές επεμβάσεις. / The purpose of this thesis was to develop a model of Augmented Reality to assist the surgeon-operator of a robotic machine. The model has been presented for finding the field of special endoscope. For this purpose we built two programs that can manipulate medical data and provide images of the interior of the patient’s model.
Specifically, a study was done in the basic methods of Augmented Reality application in Surgery such as, the registration of the patient, the segmentation of medical data, their 3D reconstruction and the detection of endoscopic instruments and the camera. Has been presented the complete theoretical model for applying augmented reality and an analysis of individual procedures was done. Moreover we constructed with the help of Matlab two programs with their GUIs, for preoperative planning and intraoperative guidance/augmentation, respectively. Finally the programs were tested, using 22 MRI slices (format DICOM) with visible brain cancer in the left ventricle. Also were recorded images and data that we get at each step of programs implementation in order to evaluate them.
This model was constructed to implement the operations through the daVinci robotic machine. Nevertheless, the general application of the methodology developed in this study may find applications also in other endoscopic procedures
|
13 |
Διερεύνηση της λειτουργικής συμπεριφοράς του ημιαγωγικού στοιχείου ισχύος SiC JFET και εφαρμογή του σε μετατροπέα ανύψωσης τάσηςΧαραλάμπους, Απόλλωνας 21 December 2012 (has links)
Στην παρούσα διπλωματική εργασία διερευνάται η κατασκευαστική δομή και η λειτουργική συμπεριφορά ημιαγωγικών στοιχείων από καρβίδιο πυριτίου (SiC). Συγκεκριμένα, σε μια πρώτη φάση πραγματοποιείται διεξοδική βιβλιογραφική μελέτη των άρθρων που σχετίζονται με το ημιαγωγικό στοιχείο ισχύος SiC JFET και ειδικότερα η διερεύνηση των ιδιοτήτων του εκείνων που το καθιστούν ανώτερο σε σχέση με άλλα ημιαγωγικά στοιχεία ισχύος από πυρίτιο (Si) ή από SiC, για διακοπτικές εφαρμογές μεγάλης ισχύος και θερμοκρασιών, σύμφωνα με τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις. Σε μια δεύτερη φάση, η διπλωματική εργασία αυτή πραγματεύεται την κατασκευή δύο μετατροπέων ανύψωσης τάσης τύπου boost: ο ένας κατασκευάζεται για βέλτιστη λειτουργία με συμβατικά ημιαγωγικά στοιχεία από πυρίτιο (Si MOSFET και Si pn δίοδος), ενώ ο δεύτερος είναι πανομοιότυπος με τον πρώτο με την ουσιαστική διαφορά ότι τα ημιαγωγικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται είναι από καρβίδιο πυριτίου. Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιούνται ένα SiC JFET και μία SiC δίοδος Schottky. Η εργασία αυτή εκπονήθηκε στο Εργαστήριο Ηλεκτρομηχανικής Μετατροπής Ενέργειας του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Υπολογιστών της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών.
Αρχικά γίνεται μια μικρή εισαγωγή στις ιδιότητες του SiC ως υλικού προς χρήση για κατασκευή ημιαγωγικών στοιχείων ισχύος και συγκρίνεται με το Si. Επίσης εξάγονται οι λόγοι εκείνοι που, σύμφωνα με τη βιβλιογραφική μελέτη, καθιστούν το JFET ισχύος ως το καταλληλότερο για να κατασκευαστεί από SiC.
Στη συνέχεια γίνεται εμβάθυνση στη λειτουργική συμπεριφορά του SiC JFET, δηλαδή μελετώνται τα φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα κατά την αγωγή, την αποκοπή και τη μεταβατική του λειτουργία, όπως και η σημασία άλλων ιδιαιτεροτήτων της δομής του που επιδρούν σε αυτήν. Ακολούθως, αποτυπώνονται και μελετώνται 3 βασικές δομές SiC JFET, αναφέρονται τα χαρακτηριστικά τους και επισημαίνονται οι διαφορές τους. Έπειτα, γίνεται αναφορά στην ιδιαιτερότητα των SiC JFET να βρίσκονται σε κατάσταση αγωγής όταν δεν παλμοδοτούνται (normally-on), όπως και στους διακόπτες συνδεσμολογίας σε σειρά (cascode). Στη συνέχεια, καταγράφονται εφαρμογές ισχύος στις οποίες τα SiC JFET βρίσκουν χρήση.
Το επόμενο βήμα είναι η κατασκευή των δύο μετατροπέων boost. Πιο συγκεκριμένα τίθενται οι συνθήκες λειτουργίας που καλούνται να εκπληρώσουν, διαστασιολογούνται τα παθητικά στοιχεία τους και σχεδιάζονται τα κυκλώματα ελέγχου και παλμοδότησης της πύλης. Τέλος, γίνονται μετρήσεις στους δύο μετατροπείς και λαμβάνονται αποτελέσματα που αφορούν τις απώλειες και το βαθμό απόδοσης, απ’ τα οποία εξάγονται χαρακτηριστικές καμπύλες για τον κάθε μετατροπέα. / In this diploma thesis, a bibliographical study of the Silicon Carbide (SiC) power JFET's operational behaviour is conducted. The SiC JFET exhibits such operational properties that help to establish it as an advanced power device, in comparison to other Silicon (Si) and SiC power devices. The SiC JFET is a favorable option for high voltage, high power and high temperature switching applications. Once the bibliographical part is conducted, the design and implementation of a 500 W dc/dc boost converter is discussed and analyzed, that employs a SiC VJFET and a SiC Schottky Barrier Diode (SBD. This converter is compared with an identical, more conventional boost converter that uses a Si MOSFET and a Si pn diode, in terms of efficiency and voltage step-up ratio.
|
14 |
Ανάλυση κινδύνου σε φωτοβολταϊκά συστήματα λόγω πληγμάτων κεραυνούΜπουγιούκος, Παναγιώτης 19 October 2012 (has links)
Το θέμα της παρούσας διπλωματικής είναι η αντικεραυνική προστασία σε κατασκευές που περιέχουν φωτοβολταϊκές διατάξεις και η λήψη κατάλληλων μέτρων προστασίας ώστε το πλήγμα ενός κεραυνού να μην προκαλέσει ανθρώπινες ή οικονομικές και υλικές απώλειες. Στα πλαίσια αυτής της διπλωματικής εργασίας αναπτύχθηκε μια εφαρμογή υπολογισμού του κινδύνου μιας κατασκευής. Το περιβάλλον του προγράμματος είναι κατανοητό από τον χρήστη και απαλλαγμένο όσο κατέστη δυνατό από ανάγκη εισαγωγής αριθμητικών παραμέτρων που αφορούν σε τεχνικά χαρακτηριστικά. Το πρόγραμμα δίνει την δυνατότητα επιλογής στον χρήστη γενικών αλλά και ειδικών χαρακτηριστικών της κατασκευής και του συστήματος αντικεραυνικής προστασίας και εκτελεί πράξεις για τον υπολογισμό του κινδύνου με αντιστοίχιση των χαρακτηριστικών αυτών με αριθμητικές τιμές σύμφωνα με το πρότυπο IEC 62305.
Το πρώτο μέρος αποτελείται από μια απαραίτητη θεωρητική μελέτη και ορισμένες γενικές πληροφορίες για το φαινόμενο του κεραυνού.
Στο δεύτερο μέρος αναλύονται τα χαρακτηριστικά και οι προδιαγραφές που οφείλει να καλύπτει ένα σύστημα αντικεραυνικής προστασίας σύμφωνα με το πρότυπο IEC 62305-2 του οργανισμού IEC. Γίνεται ανάλυση όλων των παραγόντων που συντελούν στον υπολογισμό του κινδύνου , το πώς τα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός συστήματος αντικεραυνικής προστασίας επηρεάζουν τους παράγοντες αυτούς καθώς και μια βήμα προς βήμα μέθοδος για τον υπολογισμό του κινδύνου. Με την ολοκλήρωση της μελέτης και την ανάλυση αυτή δίνονται τα αποτελέσματα περί επάρκειας ή μη του συστήματος αντικεραυνικής προστασίας . Σε περίπτωση αρνητικού πορίσματος ο εξοικειωμένος με το πρότυπο IEC 62305 χρήστης καλείται να μεταβάλει παραμέτρους του συστήματος αντικεραυνικής προστασίας και να προσθέσει νέα μέτρα προστασίας για την μείωση του κινδύνου σε ανεκτά επίπεδα. Για την λήψη μέτρων προστασίας προσφέρεται κατάλληλος αλγόριθμος ώστε να υπάρχει αποτελεσματική εφαρμογή τους και ικανοποιητική μείωση του κινδύνου.
Το τρίτο μέρος περιλαμβάνει μια αναλυτική παρουσίαση του προγράμματος με οδηγίες χρήσης και εξήγηση των βασικών λειτουργιών του. Στο μέρος αυτό ο χρήστης μπορεί να βρει αναλυτικές πληροφορίες για κάθε μεταβαλλόμενη παράμετρο που υπάρχει στις σελίδες εισαγωγής στοιχείων. Αφού ολοκληρωθεί η παρουσίαση του προγράμματος και όλων των σελίδων που αυτό περιέχει ακολουθεί ένα αναλυτικό παράδειγμα χρήσης του και σύγκριση των αποτελεσμάτων του με μια θεωρητική μελέτη για μια ρεαλιστική κατασκευή που περιέχει διατάξεις φωτοβολταϊκών στην οροφή. / The subject of this project is the protection against lightning in constructions that contain photovoltaic systems and also taking the necessary ways of protection, in order for the blow of lightning not to cause human or economical and material losses. Within this project ,an application which calculates the danger of one construction ,in an environment has developed. The environment of the program is understandable of its user and free as far as possible of need for introduction of arithmetical parameters that concern technical characteristics. The program gives the user the opportunity to choose among general and specific characteristics of the construction and the lightning protection system and also performs calculations in order to calculate the danger by matching these characteristics with arithmetical prices according to the standard IEC 62305.
The first part is consisted of a necessary theoretical study and some general information about the lightning phenomenon.
In the second part, the characteristics and the standards that a lightning protection system should cover according to the standard IEC 62305-2 of the organization IEC, are being analyzed. There is an analysis of all the factors that are contracting to the calculation of danger , about how the technical characteristics of a lightning system affect those factors and also , one step by step method in order to calculate danger. With the completion of the study and this analysis , the results about the adequacy or not of the lightning system . In the situation of a negative result , the familiar with the standard IEC 62305 user ,has the opportunity to change the lightning system’s parameters and to add new protection measures in order to decrease the danger in tolerable levels. When it comes to take protection measures, the most suitable algorithm is being offered in order to attain an effective application of them and a satisfying decrease of danger.
The third part ,contains a detailed feature of the program with use instructions and explanation of its basic operations. In this part, the user can find detailed information about each and every one changing parameter that exists in the pages that data have been introduced. When the feature of the program and all of its contained pages will come to the end , then it comes a detailed example of its use and comparison of its results by one theoretical study referring to a realistic construction that contains photovoltaic systems in its roof.
|
15 |
Production and properties of atmospheric organic particulate matter / Παραγωγή και ιδιότητες ατμοσφαιρικών οργανικών σωματιδίωνΛούβαρης, Ευάγγελος 30 April 2014 (has links)
Atmospheric aerosol contains a variety of both inorganic and organic species and plays a significant role in atmospheric chemistry and physics. Organic compounds are usually the dominant component of the submicrometer particles contributing around 50% of its mass. One of the most important physical properties of organic aerosol is volatility which determines its gas-to particle partitioning and provides both direct information about its origin and indirect information about its chemical composition and age.
The objectives of the Thesis are to measure the volatility distributions of OA produced from olive tree branches burning and of ambient organic aerosol mainly attributed to residential wood burning in Athens. A thermodenuder system operating in a range of residence times was used to measure the aerosol fraction that remains after partial heating. The operation of the thermodenuder system was tested with ammonium sulfate model aerosol. Ammonium sulfate particles are easily produced and behave as non-volatile at lower temperature (25-75oC), as semivolatile at intermediate temperatures (75-120o) and evaporate completely at higher temperatures (T≥ 150oC). Thermodenuder wall losses were determined for our system using sodium chloride particles which are non-volatile even at 500oC. These results are used to post correct the thermodenuder measurements.
Fifty percent of the OA produced during olive tree branches burning evaporated at 113oC at 15.8 s in our thermodenuder. For temperatures higher than 150oC no evaporation occurred. This was attributed to reactions that probably took place inside the thermodenuder at such high temperatures. The post correction of measurement resulted on average in 15-20% increase of the Mass Fraction Remaining values. Fitting our measurements with a thermodenuder dynamic model resulted in a wide volatility distribution including OA with effective saturation concentrations from 10-2-102 μg m-3, vaporization enthalpy of 68±18 kJ mol-1 and mass accommodation coefficient in the range 0.01-0.14. The gas-to-particle partitioning behavior of the produced aerosol from olive tree branches burning was consistent with recent studies for a range of fuels.
Ambient organic aerosol volatility was also determined for wood burning periods in Athens. The estimated volatility distribution of ambient organic aerosol from the thermodenuder dynamic model showed that almost 80% of ambient organic aerosol during the burning periods can be characterized as semivolatile while the other 20% has low volatility. The gas-to-particle partitioning determination showed that the ambient organic aerosol during burning periods in Athens is a little more volatile than both the organic aerosol of wild fires of recent studies in the US and the organic aerosol of olive tree branches burning.
The volatility distributions and enthalpies of vaporization obtained in this study can be used as inputs to Chemical Transport Models simulating the emission, dispersion, and chemical evolution of OA from wood burning. / Το ατμοσφαιρικό αεροζόλ περιέχει πληθώρα τόσο ανόργανων όσο και οργανικών στοιχείων παίζοντας σημαντικό ρόλο στην χημεία και την φυσική της Ατμόσφαιρας.Οι οργανικές ενώσεις αποτελούν συνήθως το κυρίαρχο συστατικό των σωματιδίων διαμέτρου μικρότερης της τάξεως του μm, συνεισφέροντας περίπου το 50% της συνολικής τους μάζας. Μια από τις σημαντικότερες φυσικές ιδιότητες των οργανικών αεροζόλ είναι η πτητικότητά τους , η οποία καθορίζει την κατανομή τους στην αέρια και τη σωματιδιακή φάση καθώς επίσης παρέχει τόσο άμεσες πληροφορίες για την πηγή προέλευσής τους όσο και έμμεσες πληροφορίες σχετικά με τη χημική σύσταση και την ηλικία τους.
Οι στόχοι της Μεταπτυχιακής αυτής διατριβής είναι η μέτρηση της πτητικότητας οργανικών αεροζόλ προερχόμενων από την καύση ελαιοκλάδων καθώς και ατμοσφαιρικών οργανικών αεροζόλ κυριώς προερχόμενων από καύση ξύλων για οικιακή θέρμανση στην Αθήνα. Ένα σύστημα θερμοαπογυμνωτή που μπορεί να λειτουργεί σε ένα εύρος χρόνων παραμονής χρησιμοποιήθηκε για τη μέτρηση του κλάσματος των οργανικών αεροζόλ που παραμένουν στη σωματιδιακή φάση μετά από μερική θέρμανσή τους. Η λειτουργία του θερμοαπογυμνωτή δοκιμάστηκε αρχικά χρησιμοποιώντας αεροζόλ προερχόμενο από διάλυμα Θειϊκού Αμμωνίου. Τα σωματίδια Θειϊκού Αμμωνίου δημιουργούνται έυκολα και συμπεριφέρονται ως μη πτητκά σε χαμηλότερες θερμοκαρασίες (25-75oC), ως ημι-πτητικά σε ενδιάμεσες θερμοκρασίες (75-120oC) και εξατμίζονται πλήρως σε υψηλότερες θερμοκρασίες (T≥150οC). Οι απώλειες σωματιδίων στα τοιχώματα του θερμοαπογυμνωτή καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας σωματίδια παραγόμενα από διάλυμα Χλωριούχου Νατρίου τα οποία είναι μη πτητικά ακόμη και σε θερμοκρασίες που αγγίζουν τους 500οC. Τα αποτελέσματα των απωλειών σωματιδίων στα τοιχώματα του θερμοαπογυμνωτή χρησιμοποιούνται για διόρθωση των πειραματικών αποτελεσμάρων του θερμοαπογυμνωτή.
Το 50% του παραγόμενου οργανικού αεροζόλ λόγω καύσης ελαιοκλάδων εξατμίστηκε στους 113οC για χρόνο παραμονής στο θερμοαπογυμνωτή 15.8 s. Σε θερμοκρασίες μεγαλύτερες των 150οC δεν παρατηρήθηκε επιπλέον εξάτμιση. Αυτό αποδόθηκε σε αντιδράσεις που πιθανόν να λαμβάνουν χώρα μέσα στον θερμοαπογυμνωτή σε τόσο υψηλές θερμοκρασίες. Η διόρθωση των μετρήσεων του θερμοαπογυμνωτή για απώλειες σωματιδίων επάνω στα τοιχώματα του είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του απομένωντος κλάσματος μάζας των οργανικών αεροζόλ στην σωματιδιακή φάση κατά μέσο όρο 15-20%. Προσαρμόζοντας τις μετρήσεις μας σε ένα δυναμικό μοντέλο για τον θερμοαπογυμνωτή είχε ως αποτέλεσμα μια ευρεία κατανομή πτητικότητας η οποία περιείχε οργανικό αεροζόλ με εύρος ενεργών συγκεντρώσεων κορεσμού από 10-2-102 μg m-3, ενθαλπία εξάτμισης 68±18 kJ mol-1 και συντελεστή διαμονής εύρους 0.01-0.14. Ο διαχωρισμός του παραγόμενου οργανικού αεροζόλ από την καύση ελαιοκλάδων σε αέρια και σωματιδική φάση είναι συνεπής με συγχρονες έρευνες που έχουν γίνει για διάφορους τύπους ξύλων που χρησιμοποιούνται ως κάυσιμο.
Καθορισμός πτητικότητας ατμοσφαιρικών οργανικών αεροζόλ έγινε επίσης για περιόδους που χαρακτηρίστηκαν ως περίοδοι καύσης ξύλων για οικιακή θέρμαση κατά τη διάρκεια εντατικών μετρήσεων στην Αθήνα το χειμώνα του 2013. Η εκτιμώμενη κατανομή πτητικότητας του ατμοσφαιρικού οργανικού αεροζόλ από το δυναμικό μοντέλο του θερμοαπογυμνωτή έδειξε ότι περίπου ένα ποσοστό 80% του παραγόμενου ατμοσφαιρικού οργανικού αεροζόλ κατά τις περιόδους κάυσης μπορεί να χαρακτηριστεί ως ημι-πτητικό ενώ το υπόλοιπο 20% έχει χαμηλή πτητικότητα. Ο διαχωρισμός του ατμοσφαιρικού οργανικού αεροζόλ κατά τις περιόδους καύσης σε αέρια και σωματιδιακή φάση εμφανίζει το ατμοσφαιρικό οργανικό αεροζόλ ως ελάχιστα πιο πτητικό από τα οργανικά αεροζόλ προερχόμενα από τις έρευνες με τους διάφορους τύπους ξύλων ως καύσιμα που πραγματοποιήθηκαν στις Η.Π.Α καθώς και από το παραγόμενο οργανικό αεροζόλ προερχόμενο από την καύση ελαιοκλάδων.
Οι κατανομές πτητικότητας καθώς και οι ενθαλπίες εξάτμισης που βρέθηκαν στην παρούσα εργασία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δεδομένα εισαγωγής σε μοντέλα χημικής μεταφοράς προσομοιώνοντας τις εκπομπές, τη διασπορά και τη χημική εξέλιξη του οργανικού αεροζόλ προερχόμενο από καύση ξύλων.
|
16 |
Χρήση υβριδικών, εξελικτικών αλγορίθμων σε on line προβλήματα ομαδοποίησης / Use of hybrid, evolutionary algorithms for on line clustering problemsΔανελάτος, Ευάγγελος 17 May 2007 (has links)
Υλοποιούμε οχτώ αλγορίθμους που επιλύουν on line προβλήματα ομαδοποίησης. Αναπτύσουμε τρεις νέες μορφές υβριδικών αλγορίθμων. Εφαρμόζουμε όλους τους παραπάνω αλγορίθμους σε τεχνητά δεδομένα και καταγράφουμε την αποτελεσματικότητά τους. Μεταβαίνουμε από την ομαδοποίηση στην ταξινόμηση. Επιλύουμε δύο προβλήματα ταξινόμησης του πραγματικού κόσμου και βλέπουμε πως κυμαίνονται τα ποσοστά επιτυχούς ταξινόμησης. Παραθέτουμε τα συγκριτικά γραφήματα των αποτελεσμάτων όλων των αλγορίθμων. / We implement eight algorithms that solve on line problems of clustering and we develope three new forms of hybrid algorithms. We apply these algorithms in artificial data and we record their effectiveness. Also we go from clustering to classification. Finally we solve two problems of classification from the real world and we appose the comparative graphs of the results of our algorithms.
|
17 |
Ανάπτυξη αριθμητικού μοντέλου υπολογισμού των στρεβλώσεων κατασκευαστικών στοιχείων υψηλής ολοκλήρωσης που συγκολλούνται με LASERΤσίρκας, Σωτήρης Α. 25 June 2007 (has links)
Σκοπός της παρούσης διατριβής είναι η ανάπτυξη ενός γρήγορου και ευέλικτου (παραµετρικού) αριθµητικού µοντέλου, µε βάση τα πεπερασµένα στοιχεία, για την πρόβλεψη των στρεβλώσεων ολοκληρωµένων κατασκευαστικών στοιχείων που συγκολλούνται µε Laser. Το µοντέλο που θα αναπτυχθεί θα αξιολογηθεί για την εκτίµηση των παραµέτρων συγκόλλησης, καθώς και για την πρόβλεψη της σειράς των ραφών συγκόλλησης πριν την παραγωγή του ολοκληρωµένου κατασκευαστικού στοιχείου, έτσι ώστε οι στρεβλώσεις να είναι οι ελάχιστες δυνατές. Η ανάπτυξη ενός αριθµητικού µοντέλου που θα επιτρέπει την ακριβή πρόβλεψη των στρεβλώσεων, απαιτεί να ληφθούν υπόψη κατά το δυνατόν µε πληρότητα και ακρίβεια οι παράµετροι της διεργασίας της συγκόλλησης και οι µηχανισµοί που λαµβάνουν χώρα κατά την συνολική διαδικασία. Έτσι ώστε, να επιτευχθεί µια ικανοποιητική προσοµοίωση της διεργασίας της συγκόλλησης. Εποµένως, το µοντέλο υπολογισµού των στρεβλώσεων πρέπει να περιέχει πληροφορίες ή να δηµιουργεί µε τη βοήθεια υπορουτινών δεδοµένα για σειρά ερωτηµάτων, όπως είναι ο τρόπος µε τον οποίο αποδίδεται η ενέργεια από την θερµική πηγή, πως και πόση από την ενέργεια αυτή χάνεται ή απορροφάται το υλικό, τι µηχανισµοί συγκόλλησης εµφανίζονται και πότε, πως επηρεάζονται οι θερµικές και µηχανικές ιδιότητες του υλικού µε τη θερµοκρασία και τι µετασχηµατισµοί φάσεων λαµβάνουν χώρα στην µικροδοµή του υλικού κατά την πλήρη διεργασία της συγκόλλησης. Στο σηµείο αυτό είναι απαραίτητο να διευκρινισθεί ότι στους στόχους της παρούσης διατριβής, δεν περιλαµβάνεται τόσο η παραγωγή νέας γνώσης για την ίδια την διεργασία της συγκόλλησης, όσο η ενσωµάτωση σε έναν ενιαίο κώδικα της σύγχρονης επιστηµονικής γνώσης για την διεργασία της συγκόλλησης. Στον γράφοντα δεν είναι γνωστή η ύπαρξη τέτοιων ολοκληρωµένων υπολογιστικών µοντέλων. Είναι εύλογο ότι ένα τέτοιο µοντέλο µη γραµµικής θερµικής-µηχανικής µεταβατικής ανάλυσης, το οποίο επιπλέον θα λαµβάνει υπόψη τους σχηµατισµούς φάσεων της µικροδοµής του υλικού που λαµβάνουν χώρα κατά την διεργασία της συγκόλλησης, αναµένεται να είναι πολύπλοκο και να απαιτεί µεγάλους χρόνους υπολογισµού. Με σκοπό την δηµιουργία ενός γρήγορου και ευέλικτου (παραµετρικού) µοντέλου, στόχος της εργασίας είναι η ανάπτυξη εναλλακτικών υπολογιστικών τεχνικών στον κώδικα των πεπερασµένων στοιχείων, για την ελαχιστοποίηση του χρόνου προσοµοίωσης της συγκόλλησης και του υπολογισµού των στρεβλώσεων πολύπλοκων ολοκληρωµένων εξαρτηµάτων. / -
|
18 |
Η σκλήρυνση κατά πλάκας στην περιοχή της δυτικής Ελλάδας - επιδημιολογία της νόσου και κλινική μελέτη των πασχόντωνΓουρζουλίδου, Ευθυμία 23 October 2008 (has links)
Από τη μελέτη μας πάνω στην ΣκΠ τα τελευταία 23 χρόνια, προέκυψαν στοιχεία χρήσιμα τόσο για την επιδημιολογία της νόσου στην περιοχή μελέτης όσο και για τα κλινικά χαρακτηριστικά αυτής .
Μετά από λεπτομερή εξέταση όλων των στοιχείων που υπήρχαν καταχωρημένα στο αρχείο της κλινικής από το 1984 ( έτος έναρξης λειτουργίας της κλινικής είναι το 1983 στο Γενικό νομαρχιακό Νοσοκομείο «Αγ. Ανδρέας») ως και το 2006, βρήκαμε ότι σε αυτό το διάστημα των 23 χρόνων είχαν γίνει 1651 εισαγωγές-νοσηλείες ασθενών με συμπτωματολογία πιθανής ή βεβαίας ΣκΠ. Με τον έλεγχο και τη διασταύρωση των στοιχείων που ακολούθησε, καταλήξαμε στον αριθμό των 834 εισαγωγών-νοσηλειών ασθενών με διάγνωση βεβαίας ΣκΠ.
Η μορφή της νόσου ήταν: RRMS (υποτροπιάζουσα με εξάρσεις και υφέσεις ΣΚΠ) για το 61.7% των ασθενών, SPMS (δευτεροπαθώς προιούσα ΣΚΠ) για 22.1% και PPSM (πρωτοπαθώς προϊούσα ΣΚΠ) για το 16.2% των ασθενών.
Από τον συνολικό αριθμό περιστατικών με τη νόσο της ΣκΠ, 483(57.9%) ήταν γυναίκες και 351 ( 42.1%) άνδρες, δηλαδή αναλογία των γυναικών προς τους άνδρες 1.4.
Η μέση ηλικία του συνόλου των ασθενών βρέθηκε 38.04 χρόνια με τυπική απόκλιση (SD) 11.9 χρόνια και εύρος 69 χρόνια. Η στατιστική επεξεργασία των δεδομένων έδειξε ότι υπάρχει διαφορά στην ηλικία μεταξύ των δύο φύλων, με μικρότερη αυτή των γυναικών (Ζ =-4.261, p-value <0.001<0.05). Δηλαδή νοσούν περισσότερες γυναίκες και σε μικρότερη ηλικία σε σχέση με τους άνδρες.
Αναλύοντας τη μέση ηλικία του συνολικού δείγματος ως προς το έτος της νοσηλείας (από το 1984 ως το 2006) βρήκαμε μια διακύμανση αυτού με τη μέση τιμή του να κυμαίνεται μεταξύ 30.45 και 41.25 χρόνια και την τυπική απόκλιση (SD) να φτάνει τα 14.3 χρόνια.
Επίσης βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στις μέσες τιμές ηλικίας των ασθενών κατά το πρώτο ή τα πρώτα συμπτώματα της νόσου μεταξύ των δύο φύλων (t=(348)=2.451, p-value=0.015<0.05). Η μέση ηλικία του δείγματος στο πρώτο σύμπτωμα της πάθησης ήταν 31,41 χρόνια (SD = 10,970), ευρήματα που συμφωνούν με τα διεθνή δεδομένα (μέση ηλικία εκδήλωσης της νόσου το διάστημα μεταξύ 20 και 40 χρόνων).
Μελετήσαμε την εκδήλωση της νόσου κατά την έναρξή της και κατατάξαμε τα δεδομένα σύμφωνα με τα λειτουργικά συστήματα κατά Kurtzke που είναι αποδεκτά στην EDSS (Expanded Disability Status Scale). 19.5% των πασχόντων είχαν συμμετοχή πολλών συστημάτων κατά Kurtzke, όταν το 80.5% είχε μεμονωμένη κλινική εκδήλωση σε ένα λειτουργικό σύστημα. Τα αισθητικά συμπτώματα παρατηρήθηκαν σε 33.2% των ασθενών, πυραμιδικά συμπτώματα είχαν 22.3% και συμπτώματα από την όραση το 27.0%.
Η διαφορά σε χρόνια μεταξύ του 1ου συμπτώματος και της βεβαίας διάγνωσης της νόσου είχε μέση τιμή 2.6 χρόνια με τυπική απόκλιση (SD) 5.6 και εύρος 40.
Την μέση τιμή της κλίμακας αξιολόγησης της ανικανότητας (EDSS) τη βρήκαμε 2.88 (SD=1.8). Ο έλεγχος της κλίμακας αυτής ως προς το φύλο ανέδειξε στατιστικά σημαντική διαφορά της μεταβλητής ως προς το φύλο (p-value 0.002<0.05) με μεγαλύτερη EDSS να παρουσιάζουν οι άνδρες.
Μελετήθηκε η μέση ετήσια επίπτωση της πάθησης ανά φύλο και για τον συνολικό πληθυσμό μας. Από 2,7 /100.000 το διάστημα 1984-1989 η επίπτωση στους άνδρες, γίνεται 8,44/100.000 κατοίκους το 2002-2006. Για τις γυναίκες η μεταβολή για τα ίδια χρονικά διαστήματα είναι από 2,70/100.000 σε 13,26 /100.000 κατοίκους. Στο σύνολο των ασθενών η επίπτωση αυξήθηκε από 2,71 το 1984-1989 σε 10,73/100.000 κατοίκους το 2002-2006.
Η τιμή του επιπολασμού που βρήκαμε είναι 119,61/100.000 κατοίκους στις 31 Δεκεμβρίου 2006. Η μεγαλύτερη τιμή επιπολασμού καταγράφηκε στην ηλικιακή ομάδα 35-54 χρόνων, με κορυφή στην ηλικία 45-54 χρόνων. Επιπλέον οι γυναίκες έδειξαν μεγαλύτερη τιμή επιπολασμού σε σύγκριση με το ανδρικό φύλο. Αυτά τα ευρήματα συμφωνούν με δημοσιεύσεις που υποστηρίζουν τον υψηλότερο επιπολασμό των γυναικών .
Οι τιμές μας είναι μεγαλύτερες από όλες όσες αφορούν στον ελλαδικό χώρο, αλλά είναι κοντά στις τιμές που πρόσφατα δημοσιεύτηκαν στην νότια Ιταλία, την Σικελία, 165.8/100.000, την Κατάνια της νοτιοδυτικής Ιταλίας με 92.0/100.000, τη Γένοβα με 94.0/100.000, την Κωνσταντινούπολη στηΤουρκία με`101.4/100.000, την Ισπανία στα Κανάρια Νησιά με 77.5/100.000 κατοίκους. Ο εποπολασμός στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά από 10.1/100.000 το 1984 στην νότια Ελλάδα, 29.5 /100.000 το 1990 στη βόρεια Ελλάδα και 38.9/100.000 στον Έβρο στις 31 Δεκεμβρίου 1999, σε 119,61/100.000 πληθυσμού στις 31 Δεκεμβρίου 2006 στη περιοχή της δυτικής Ελλάδας, τιμή που είναι παραπλήσια με αυτήν που δίνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για τη χώρα μας.
Η ετήσια επίπτωση (τυποποιημένη τιμή σε σχέση με τον πρότυπο ευρωπαϊκό πληθυσμό) της ΣΚΠ αυξήθηκε από 2,23/100.000 το 1984 σε 9,48 /100.000 κατοίκους το 2006 για την περιοχή της δυτικής Ελλάδας. Αυτές οι τιμές που βρήκαμε είναι ανάμεσα στις μεγαλύτερες στην Ευρώπη και επιβεβαιώνουν τον Rosati190 που ισχυρίζεται ότι οι χαμηλές τιμές που δημοσιευτήκαν από προηγούμενες μελέτες στην Ελλάδα, δεν αντανακλούν τη πραγματική συχνότητα της νόσου στη χώρα μας. Παρά τις αυξημένες ενδείξεις ότι η γενετική προδιάθεση/ευπάθεια μπορεί να επηρεάζει την νόσηση με ΣΚΠ, ένα απόλυτα γενετικό μοντέλο δεν φαίνεται ότι μπορεί να εξηγήσει τις αλλαγές που φαίνονται και είναι βέβαιο ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες ή το γεωγραφικό πλάτος δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Παράγοντες που συνετέλεσαν στην εύρεση αυξημένων τιμών είναι :
οι αλλαγές σε επίπεδο υποδομών στις κατά τόπους νομαρχίες, που είχαν ως αποτέλεσμα τη γρήγορη και εύκολη πρόσβαση των ασθενών στο Νοσοκομείο,
η βελτίωση του εθνικού συστήματος υγείας και της παροχής νευρολογικών υπηρεσιών,
η ευκολία στην πραγματοποίηση των εξετάσεων (π.χ. ΕΝΥ και μαγνητικής τομογραφίας, ιδιαίτερα χρήσιμων για τη διάγνωση της νόσου),
η εγρήγορση και ενημέρωση των ασθενών αλλά και του γενικού πληθυσμού πάνω σε θέματα υγείας και
η ευχέρεια των ιατρών –νευρολόγων να θέτουν τη διάγνωση, βασισμένοι στα διεθνώς αποδεκτά διαγνωστικά κριτήρια.
Τα ευρήματά μας τοποθετούν την περιοχή σε ζώνη υψηλής επικινδυνότητας για τη νόσο και αντανακλούν μια τάση αυξητική της επίπτωσής της στην περιοχή της δυτικής Ελλάδας την περίοδο 1984-2006. Σκόπιμο θα ήταν να γίνουν μελλοντικές μελέτες προκειμένου να καταγραφούν οι τάσεις του επιπολασμού και της επίπτωσης της πάθησης στη χώρα μας και να διερευνηθούν οι πιθανοί παράγοντες κινδύνου για αυτήν (γενετικοί, λοιμώδεις, περιβαλλοντικοί ή άλλοι).Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τόσο την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση των πασχόντων και των ποικίλων προβλημάτων τους (κινητικών, συναισθηματικών, νοητικών, κοινωνικοοικονομικών), όσο και την κατανόηση του μηχανισμού παθογένεσης της νόσου με στόχο την επίτευξη της πλέον αποτελεσματικής θεραπείας της και ενδεχομένως και η πρόληψή της . / From our 23 year study on MS useful clinical and demographical data were obtained. After careful observation of our data from the Neurological clinic (beginning in 1983 from Agios Andreas General Hospital) we found 1651 cases with possible or definite MS. Of these, 834 eventually had definite MS. From the total 834 patients included in the study, the course of disease was not specified in 12 patients, as they lacked follow up data, although they had the diagnosis of definite MS. For the remaining 822 the course of disease was remitting-relapsing in 61.7%, secondary progressive in 22.1% and primary progressive in 16.2%.
According to the Kurtzke functional systems incorporated in the Expanded Disability Status Scale (EDSS) many of our patients had more than one manifestation at onset. Specifically, 19.5 % had multiple Kurtzke functional systems involved, while 80.5% had their initial clinical manifestation in only one functional system. Sensory symptoms were observed in 33.2% of our patients, pyramidal symptoms in 22.3% and symptoms of the visual system in 27.0%. The remaining patients were suffering from signs of the cerebellar system (5.1%), symptoms of the urogenital system (3.5%), brainstem system (3.8%) and symptoms related to mental and other functions e.g., seizures and non specific pain. The mean score for the Kurtzke Expanded Disability Status Scale (EDSS) was 2.88 (SD= 1.8), range (0-9.5), with males showing significantly higher disability compared to females (Z = -3.138, p< .001).
The mean age of the total sample of MS patients was 38.04 years, (SD =12.34) and the age range (15-75 years). Mean age of females was 36.61 years, (SD= 12.40) and for males 40.08 years, (SD=11.96). The mean age at onset of the first symptom for males was 32.97 years, (SD = 11.85) range (9-66 years), and 30.29 years, (SD= 10.16) for females, range (9-68). A dependent samples t-test indicated a significant difference between the mean age at onset between males and females [t (348) = 2.451, p = .015], with females showing earlier age at onset of first symptoms. As a group the mean age at onset was 31.41 years, (SD= 10.97), a finding that is congruent with international data (mean age of disease onset between 20-40 years old). The mean duration of illness, from onset of disease until diagnosis was 2.62 years, (SD= 5.26) range (0- 40 years).
We calculated mean annual incidence rate of definite MS for the period 1984 - 2006, which increased from 2.71 for the period 1984 -1989 to 8.44/100,000 in 2002-2006 for males. For females we had increases from 2, 70/100.000 to 13, 26 /100.000. The total increase in incidence was from 2.71 to 10.73/100,000 population.
We found a prevalence rate of 119.61/100,000 population and an increase in the mean annual incidence rate from 2.71 for the period 1984 -1989 to 10.73/100,000 in 2002-2006. The highest prevalence rate was in the 35-54 age range, with a peak in the 45 -54 range. Women also generally had higher rates than men. These figures place western Greece in the high risk area (and agree with the international literature) and are higher than reported previously in Greece but close to those reported recently in Southern Italy, Caltanissetta 165.8/100.00, and Catania 92.0/100,000, northwestern Italy, Genoa 94.0/100,000, Turkey, Istanbul 101.4/100.000, and Spain, Canary islands 77.5/100,000 population.
The prevalence of MS in Greece rose significantly from 10.1/100.000 as recorded in 1984, 29.5 /100,000180 in 1990, in northern Greece and 38.9/100,000181 in Evros, on December 31, 1999 to 119.61/100,000177 population on December 31, 2006 in western Greece.
The crude annual incidence rate increased from 2.11/100,000 in 1984 to 8.77/100,000 population in 2006. In the beginning of 1990, incidence rates were relatively low, gradually increasing from 1994 onwards, and eventually reaching a peak 14.85/100,000 population in 2004. The rates reported in this study are among the highest in Europe, and confirm Rosati in that the substantially lower prevalence rates noted in previous surveys in Greece, do not actually reflect the true frequency of MS in the country
Factors that influenced our findings include:
The decreasing delay in the time between symptom onset and diagnosis of MS noted in the study clearly reflects the contribution of the most recently proposed diagnostic criteria of McDonald for MS, which rely heavily on the use of MRI findings.
With formal alterations in diagnostic criteria as applied in the study, increased awareness of MS due to easier availability and access to MRI and CSF analysis, in addition to increased awareness of MS therapies, the proportion of minimally affected individuals diagnosed with MS appears to be increasing substantially in western Greece.
Furthermore, the inclusion of only definite cases in serial prevalence studies like this survey, provide the most reliable and comparable estimate of MS frequency
Easier diagnosis of MS from neurologists and changes in diagnostic criteria probably affected the incidence and prevalence rates noted in this study.
Although these findings support the role of exogenous factors towards the acquisition of MS during the studied period, interactions between genetic background and environmental factors are noted as a possible cause of MS. Future studies are however needed in order to further examine epidemiological issues in Western Greece and the possible predisposing variables (genetic, viral, environmental or combination of these) towards MS acquisition. This will result in better health – care for these patients including their motor, emotional, cognitive and socioeconomic needs and the under covering of the mechanism of pathogenesis for the disease process, leading to better therapeutic and possibly preventive strategies.
|
19 |
Χρήση της OLAP τεχνικής στην οπτικοποίηση κανόνων Data mining / Visualization of Data mining rules using OLAPΓκίζα, Ειρήνη 27 August 2008 (has links)
Η διαδικασία εξόρυξης από δεδομένα [Data Mining] αποτελεί μια συνεχώς αναπτυσσόμενη διαδικασία ανακάλυψης γνώσης μέσω της εξαγωγής μέχρι πρότινος άγνωστης πληροφορίας από μεγάλες εμπορικές και επιστημονικές βάσεις δεδομένων. Η διαδικασία εξόρυξης από δεδομένα εξάγει κανόνες δια μέσου της επεξεργασίας κατηγορικών ή αριθμητικών δεδομένων, από βάσεις πολλών διαστάσεων (> από 4 χαρακτηριστικά). Η ταξινόμηση, η ομαδοποίηση και η συσχέτιση αποτελούν τις πιο γνωστές και πλέον χρησιμοποιούμενες τεχνικές Data Mining. Ωστόσο συνήθως και οι κανόνες που εξάγονται από τα δεδομένα μπορεί να είναι πολλοί και δυσνόητοι στον τελικό χρήστη/ αναλυτή ο οποίος ενδέχεται να μην είναι εξοικειωμένος με τις τεχνικές της Μηχανικής Μάθησης. Προκειμένου να επιλυθεί αυτό το πρόβλημα τα τελευταία έτη έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές οπτικοποίησης (Visualization) τόσο των δεδομένων που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία Data Mining (ανεπεξέργαστα δεδομένα) όσο και των κανόνων που εξάγονται από την εφαρμογή της. Όλες οι τεχνικές οπτικοποίησης προσπαθούν να εκμεταλλευτούν την αντιληπτική ικανότητα του χρήστη στην κατανόηση των εξαγόμενων προτύπων. Επιπρόσθετα ο χρήστης τείνει να εμπιστεύεται περισσότερο ένα αποτέλεσμα όταν το κατανοεί πλήρως. Ο σκοπός των τεχνικών οπτικοποίησης συνίσταται ακριβώς σε αυτό. Στη διεθνή βιβλιογραφία έχουν παρουσιαστεί αρκετές μέθοδοι οπτικής παρουσίασης των δεδομένων ενώ τα τελευταία χρόνια η επιστημονική κοινότητα έχει εστιάσει το ενδιαφέρον της και στην οπτικοποίηση των αποτελεσμάτων του Data Mining.
Στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι πέρα από την παράθεση των τεχνικών οπτικής παρουσίασης των εξαγόμενων κανόνων των διαδικασιών συσχέτισης [association], ταξινόμησης [classification] και [clustering] που έχουν παρουσιαστεί από την επιστημονική κοινότητα την τελευταία εικοσαετία, η παρουσίαση μιας νέας τεχνικής οπτικοποίησης των κανόνων data mining με χρήση της τεχνολογίας On Line Analytical Processing [OLAP]. Σε πιο ειδικό πλαίσιο, η προτεινόμενη τεχνική χρησιμοποιεί το δυσδιάστατο πίνακα που χρησιμοποιούν τα περισσότερα OLAP μοντέλα και την έννοια της ιεραρχίας προκειμένου να οπτικοποιήσει ένα σημαντικό αριθμό κανόνων data mining και από τις τρεις (3) προαναφερόμενες τεχνικές. Επίσης, παρουσιάζονται τα πειραματικά αποτελέσματα της οπτικοποίησης που δείχνουν πώς η προτεινόμενη τεχνική είναι χρήσιμη στην ανάλυση και στην κατανόηση των εξαγόμενων κανόνων. / Data Mining is an emerging knowledge discovery process of extracting previously unknown, actionable information from very large scientific and commercial databases. Usually, a data mining process extracts rules by processing high dimensional categorical and/or numerical data (> 4 attributes). Classification, Clustering and Association constitute for the most well known Data Mining tasks.
However, in the data mining context often the user has to analyze hundreds of extracted rules in order to grasp valuable knowledge. Thus, the analysis of such rules by means of visual tools has evolved rapidly in recent years. Visual data mining attempts to take advantage of humans’ ability to perceive pattern and structure in visual form. The end user trusts more a result if he understand it completely. And this is the purpose of visual techniques. There have been proposed many techniques for visualizing the data in literature, whereas the last years many researchers have focused on the visualization of data mining results (knowledge visualization).
Researchers have developed many tools to visualize data mining rules. However, few of these tools can handle effectively more than some dozens of data mining rules. In this thesis, we propose a new visualization technique of data mining rules based On Line Analytical Processing [OLAP]. More specifically, the proposed technique utilizes the standard two dimensional cross-tabulation table of most OLAP models in order to visualize even a great number of data mining rules from all techniques. We also present experimental results that demonstrate how the proposed technique is useful and helpful for analyzing and understanding extracted data mining rules.
|
20 |
Η επίδραση του electronic world of mouth στη συμπεριφορά του καταναλωτήΖωγόπουλος, Γιάννης 03 October 2011 (has links)
Στη διπλωματική αυτή εργασία θα αναλύσουμε, θεωρητικά και εμπειρικά, ένα παράγοντα που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την καταναλωτική συμπεριφορά. Ειδικότερα, θα ασχοληθούμε με την Electronic Word of Mouth επικοινωνία που ασκείται από τους καταναλωτές στα διάφορα διαδικτυακά κοινωνικά δίκτυα. Στην προσπάθεια μας να ερμηνεύσουμε τον όρο αυτό όσο γίνεται καλύτερα θα σας παρουσιάσουμε τη θεωρητική ανάλυση του Word of Mouth και του Electronic Word of Mouth όπως έχει καταγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία. Στα πλαίσια αυτής της ανάλυσης θα προσπαθήσουμε να σας παρουσιάσουμε το θεωρητικό υπόβαθρο της επικοινωνίας αυτής και να αναδείξουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που αποκομίζουν οι καταναλωτές αλλά και οι επιχειρήσεις από την κατάλληλη αξιοποίηση της Word of Mouth και της Electronic Word of Mouth επικοινωνίας. Θα σας παρουσιάσουμε τα συμπεράσματα μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί και αναφέρονται στην ισχύ της Word of Mouth και της Electronic Word of Mouth επικοινωνίας έναντι της διαφήμισης, την στάση του καταναλωτή απέναντι στα προϊόντα που έχει σχηματίσει θετική ή αρνητική εντύπωση, μέσω της κατανάλωσής τους, και τις ανάλογες συστάσεις που πραγματοποιεί σε φίλους και γνωστούς του. Έπειτα θα σας παρουσιάσουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στη Word of Mouth και την Electronic Word of Mouth επικοινωνία, καθώς και την εμπλοκή της Electronic Word of Mouth επικοινωνίας στα διάφορα διαδικτυακά κοινωνικά δίκτυα.
Επιπρόσθετα, θα σας παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποιήσαμε, με τη συλλογή πρωτογενών δεδομένων, ώστε να καταφέρουμε να αναλύσουμε την καταναλωτική συμπεριφορά των νέων ανθρώπων και να εκτιμήσουμε το βαθμό που ο παράγοντας αυτός, δηλαδή η Electronic Word of Mouth επικοινωνία που πραγματοποιείται στα διάφορα διαδικτυακά κοινωνικά δίκτυα, επιδρά στις αγοραστικές τους αποφάσεις.
Εν κατακλείδι, θα σας παρουσιάσουμε τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη στατιστική ανάλυση του ερωτηματολογίου καθώς και τις προτάσεις μας προς τα στελέχη του τμήματος μάρκετινγκ των διαφόρων επιχειρήσεων. / In this dissertation we will analyze theoretically and empirically, a factor that significantly affects consumer behavior. In particular, we address the Electronic Word of Mouth communication brought by consumers in various online social networks. In our effort to interpret the condition as best we will present the theoretical analysis of Word of Mouth and Electronic Word of Mouth as recorded in the literature. In this analysis we will try to present the theoretical background of this communication and to highlight the advantages and disadvantages accruing to consumers and businesses by exploiting the Word of Mouth and Electronic Word of Mouth Communication. We will present the findings of studies conducted and reported in the power of Word of Mouth and Electronic Word of Mouth Communication over the ad, its attitude toward consumer products has made a positive or negative impression through their consumption, and relevant recommendations made to friends and acquaintances. Then we will present the similarities and differences between the Word of Mouth and Electronic Word of Mouth communication and involvement Electronic Word of Mouth communication in various online social networks.
Additionally, we will present the results of the survey we conducted by collecting primary data that we can analyze the consumer behavior of young people and to assess the extent to which this factor, namely the Electronic Word of Mouth communication involved in various online social networks, it affects their purchasing decisions.
In conclusion, we will present the findings of the statistical analysis of the questionnaire as well as our proposals to the executives of the marketing department of various companies.
|
Page generated in 0.0528 seconds