Spelling suggestions: "subject:"ντοπαμίνης""
1 |
Σύνθεση πρωτοτύπων ρετινοειδών κατάλληλων για μελέτες σχέσης δομής - βιολογικής δραστικότηταςΜαγουλάς, Γεώργιος 30 July 2010 (has links)
- / -
|
2 |
Επίδραση των διατροφικών επιπέδων βιταμίνης Α στην οστεολογική ανάπτυξη του λαβρακιού, Dicentrarchus labrax (Linnaeus, 1758)Γλυνάτση, Νομική 23 October 2008 (has links)
Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η επίδραση των διατροφικών επιπέδων βιταμίνης Α στην ανάπτυξη των σκελετικών δυσπλασιών και των μεριστικών χαρακτήρων του λαβρακιού. Εφαρμόσθηκαν 7 διαφορετικά διατροφικά επίπεδα ρετινόλης (0, 5, 10, 15, 25, 35 και 70 mg ρετινόλης ανά Kg ξηράς τροφής) σε 21 νυμφικούς πληθυσμούς λαβρακιού (3 επαναλήψεις ανά διατροφική ομάδα). Η εφαρμογή των διαφορετικών συνθηκών έλαβε χώρα στο διάστημα των πρώτων 45 ημερών ανάπτυξης. Συνολικά μελετήθηκαν 1098 νύμφες και 1053 ιχθύδια.
Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι διαφορετικές συγκεντρώσεις της βιταμίνης Α επιδρούν σημαντικά στην ανάπτυξη σκελετικών παραμορφώσεων στις νύμφες και τα ιχθύδια του λαβρακιού, καθώς επίσης και στους μεριστικούς χαρακτήρες. Οι διάφορες σκελετικές δομές δεν παρουσίασαν την ίδια ευαισθησία στη βιταμίνη Α. Σημαντικά επηρεάστηκαν δομές του κρανίου όπως οι βραγχιοστεγείς ακτίνες, το υοειδές τόξο και οι γνάθοι, καθώς και τα σκελετικά στοιχεία των πτερυγίων. Τα βέλτιστα επίπεδα των εξεταζόμενων συγκεντρώσεων βιταμίνης Α στα οποία παρατηρούνται οι μικρότερες συχνότητες εμφάνισης δυσπλασιών διαφοροποιήθηκαν σημαντικά, ανάλογα με την εξεταζόμενη ανατομική περιοχή. Εντούτοις, η συγκέντρωση 5-10 mg Kg-1 παρατηρήθηκε σε πολλές περιπτώσεις να αντιστοιχεί στο βέλτιστο. Στο εύρος αυτό της συγκέντρωσης ρετινόλης παρατηρήθηκε και η μεγιστοποίηση του ρυθμού σωματικής αύξησης των ατόμων, όπως αυτή εκτιμήθηκε από το ολικός μήκος σώματος στην ηλικία των 45 ημερών μετά την εκκόλαψη.
Όσον αφορά στους μεριστικούς χαρακτήρες, αυξανομένης της συγκέντρωσης
της ρετινόλης οι προ-αιματικοί σπόνδυλοι τείνουν να αυξηθούν ενώ ο αριθμός των ραχιαίων στοιχείων όπως και των δερματοτρίχιων φαίνεται να μειώνεται.
Τα αποτελέσματα συζητούνται ως προς τα αποτελέσματα παρόμοιων εργασιών για άλλα είδη ψαριών, ως προς τους πιθανούς μηχανισμούς δράσης της ρετινόλης, καθώς και ως προς την υπόθεση της αλλαγής των διατροφικών προτιμήσεων του λαβρακιού κατά τη διάρκεια της οντογένεσης. / The goal of the current MSc Thesis was to examine the effect of Vitamin A both on the development of skeletal deformities and of the meristic characters in European sea bass. The experimental design involved 7 different dietary levels of retinol (0, 5, 10, 15, 25, 35, 70 mg retinol kg-1 of dry food) and included 3 repetitions. Due to the fact that both the meristic characters and the skeletal deformities develop during early developmental stages, the application of the experimental dietary levels took place during the first 45 days post hatching. In total 1098 larvae and 1053 juveniles were examined.
Results demonstrated that the different dietary levels of Vitamin A significantly affected the development of skeletal deformities in both the larval and juvenile stage, as well the meristic characters. The different anatomical areas exhibited different sensitivity in Vitamin A. There was a significant effect on cephalic structures such as the branchiostegal rays, hyoid arch and the jaws and on the internal skeletal elements of the fins. The optimum levels of dietary Vitamin A where the lowest frequencies of skeletal deformities were observed differed between the different anatomical areas. However, the dietary level of 5-10 mg Kg-1 was identified as the common optimum. In this range of dietary retinol the growth rate was maximized, as it was estimated by the body fork length at the age of 45 days post hatching.
As far as the meristic characters are concerned, the number of pre-haemal
vertebra tended to increase whereas the number of dorsal elements and caudal
dermatotrichia to decrease at elevated retinol levels.
The results are discussed in respect to similar studies for other fish species, the
presumable molecular mechanisms of retinol action, as well as the hypothesis of switching dietary preferences of sea bass during ontogeny.
|
3 |
In vivo και in vitro μελέτες της φυσιολογίας και της φαρμακολογίας της GABA-εργικής συναπτικής αναστολής στον εγκέφαλο μυών και επίμυωνΠετρίδης, Θεόδωρος 26 June 2008 (has links)
Κύριος στόχος της εργασίας ήταν η συγκριτική μελέτη της παλίνδρομης αναστολής μεταξύ του ραχιαίου και του κοιλιακού πόλου του ιππόκαμπου αρουραίου. Χρησιμοποιήθηκε η μεθοδολογία της in vitro διατήρησης τομών ιππόκαμπου και εξωκυττάριων καταγραφών προκλητών δυναμικών πεδίου. Τα αποτελέσματά μας έδειξαν ότι η GABAA εξαρτώμενη παλίνδρομη αναστολή είναι ασθενέστερη, έχει μικρότερη διάρκεια και φθίνει πιο γρήγορα στον κοιλιακό σε σχέση με το ραχιαίο ιππόκαμπο. Χρησιμοποιώντας διάφορα φάρμακα που δρουν ενισχυτικά στον GABAA υποδοχέα δείξαμε ότι υπάρχει λειτουργική διαφοροποίηση του GABAA εξαρτώμενου ανασταλτικού μηχανισμού μεταξύ των δύο πόλων του ιππόκαμπου, ενισχύοντας την υπόθεση της λειτουργικής διαφοροποίησης στο επίπεδο του υποδοχέα μεταξύ των δύο πόλων. Στην in vivo μελέτη, χρησιμοποιώντας το μοντέλο επαγωγής επιληπτικών κρίσεων με χορήγηση πεντυλενοτετραζόλης, δείξαμε ότι η ενίσχυση της GABAA εξαρτώμενης αναστολής απο τα κατασταλτικά φάρμακα συσχετίζεται με το μέγεθος της αντιεπιληπτικής τους δράσης. Επιπλέον, η βιταμίνη D δεν παρουσίασε αντιεπιληπτική δράση στους C57BL/6J μύες, ούτε ενίσχυσε την αναστολή, κάτι που δείχνει ότι δεν έχει επίδραση στον GABAA υποδοχέα ή, τουλάχιστον, στους υπότυπούς του στον ιππόκαμπο. / The major aim of this work was the comparative study of recurrent inhibition between the dorsal and ventral pole of the rat hippocampus. We used the methodology of in vitro maintenance of hippocampal slices and recording of evoked field potentials. We showed that the GABAA mediated recurrent inhibition is weaker, lasts less and decays faster in ventral than in dorsal hippocampus. Using various drugs that act as positive allosteric modulators of the GABAA receptor, we showed that there is a functional differentiation of the GABAA inhibitory mechanism between the two hippocampal poles, strengthening the hypothesis of the functional differentiation at the level of the receptor between the two poles. In the in vivo study, using the pentylenetetrazole model for inducing epileptic seizures, we showed that the enhancement of the GABAA mediated recurrent inhibition correlates with the strength of antiepileptic action of the sedative drugs used. In addition vitamin D did not show antiepileptic action in C57BL/6J mice. Moreover it didn’t enhance recurrent inhibition, showing that it doesn’t have any action on the GABAA receptor or, at least, on its subtypes in hippocampus.
|
4 |
Η εγκυμοσύνη μετά τη χειρουργική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας : Θρεπτική κατάσταση και έκβαση / Pregnancy following bariatric surgery : Nutritional status and outcomeMead, Nancy 09 October 2014 (has links)
Nutritional status during pregnancy and the effects of nutritional deficiencies on pregnancy outcomes following bariatric surgery is an important issue that warrants further study.
Objective: To investigate pregnancy outcomes and nutritional indices following restrictive and malabsorptive procedures.
Setting: University Hospital, Greece.
Methods: We investigated pregnancy outcomes of 113 women who gave birth to 150 children following biliopancreatic diversion (BPD), Roux-en-Y gastric bypass (RYGB) and sleeve gastrectomy (SG) between June 1994 and December 2011. Biochemical indices and pregnancy outcomes were compared among the different types of surgery and to overall 20-year hospital data, as well as to 56 pre-surgery pregnancies in 36 women of the same group.
Results: Anemia was observed in 24.2% and 15.6% of pregnancies following BPD and RYGB, respectively. Vitamin B12 levels decreased postoperatively in all groups, with no further decrease during pregnancy; however, low levels were observed not only after BPD (11.7%) and RYGB (15.6%), but also after SG (13.3%). Folic acid levels increased. Serum albumin levels decreased in all groups during pregnancy, but hypoproteinemia was seen only after BPD. Neonates after BPD had significantly lower average birth weight without a higher frequency of low birth weight defined as less than 2500gr. A comparison of neonatal data between babies born before surgery (BS) and siblings born after surgery (AS) showed that AS newborns had lower average birth weight with no significant differences in body length or head circumference and no cases of macrosomia.
Conclusions: Our study showed reasonably good pregnancy outcomes in this sample population following all types of bariatric surgery provided nutritional supplement guidelines are followed. Closer monitoring is required in pregnancies following malabsorptive procedures especially regarding protein nutrition. / Η θρεπτική κατάσταση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και οι συνέπειες διατροφικών ανεπαρκειών στην έκβαση της, που ακολουθεί μια χειρουργική επέμβαση για κλινική σοβαρή παχυσαρκία αποτελεί θέμα που χρήζει περαιτέρω έρευνας.
Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης ήταν η διερεύνηση της θρεπτικής κατάστασης και της έκβασης της εγκυμοσύνης, τόσο στις μητέρες όσο και στα νεογνά, σε γυναίκες που είχαν υποβληθεί στο παρελθόν σε περιοριστικές και δυσαπορροφητικές επεμβάσεις για κλινικά σοβαρή παχυσαρκία.
Μελετήθηκαν 113 γυναίκες που γέννησαν 150 παιδιά μετά από χολοπαγκρεατική εκτροπή (BPD), Roux-en-Y γαστρική παράκαμψη (RYGB) και επιμήκη γαστρεκτομή μεταξύ Ιουνίου 1994 και Δεκεμβρίου 2011. Συγκρίθηκαν τα αποτελέσματα των θρεπτικών δεικτών και της έκβασης της εγκυμοσύνης μεταξύ των επεμβάσεων καθώς και με τα 20ετή στοιχεία γεννήσεων του νοσοκομείου μας και τα αποτελέσματα από 56 προεγχειρητικές εγκυμοσύνες σε 36 από τις ίδιες γυναίκες.
Αναιμία παρατηρήθηκε σε 24.2% και 15.6% των κυήσεων μετά από BPD και RYGB, αντίστοιχα. Τα επίπεδα της βιταμίνης B12 μειώθηκαν μετεγχειρητικά σε όλες τις ομάδες, χωρίς περαιτέρω μείωση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης• όμως, χαμηλά επίπεδα παρατηρήθηκαν σε κάποιες γυναίκες όχι μόνο μετά από BPD (11.7%) και RYGB (15.6%), αλλά και μετά από SG (13.3%). Τα επίπεδα του φυλλικού οξέος αυξήθηκαν μετεγχειρητικά και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Η τιμή της αλβουμίνης μειώθηκε σε όλες τις ομάδες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά υποπρωτεϊναιμία παρατηρήθηκε μόνο μετά από BPD. Τα νεογνά μετά από BPD είχαν χαμηλότερο μέσο όρο βάρους γέννησης (p<0.05), χωρίς να υπάρχει μεγαλύτερη συχνότητα χαμηλού βάρους γέννησης (<2500gr). Η σύγκριση μεταξύ των νεογνών που γεννήθηκαν πριν και μετά το χειρουργείο έδειξε ότι τα νεογνά που γεννήθηκαν μετά είχαν χαμηλότερο βάρος (p<0.001) χωρίς σημαντικές διαφορές στη διάρκεια κύησης, στο μήκος ή στην περίμετρο της κεφαλής και καθόλου μακροσωμία.
Συμπερασματικά, η δική μας μελέτη έδειξε σχετικά καλή θρεπτική κατάσταση και έκβαση στη εγκυμοσύνη μετά από όλους τους τύπους επεμβάσεων στη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα εφόσον υπάρχει συστηματική παρακολούθηση και ακολουθούνται οι διατροφικές οδηγίες. Πιο στενή παρακολούθηση χρειάζεται μετά από δυσαπορροφητικές επεμβάσεις ιδιαίτερα ως προς το θέμα της πρωτεϊνικής θρέψης
|
Page generated in 0.0317 seconds