121 |
Ανάπτυξη βάσης δεδομένων για τον προσδιορισμό του δικτύου πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων στον άνθρωπο / Towards the development of a database for the human protein - protein interaction network (Interactome)Τσάφου, Καλλιόπη 20 April 2011 (has links)
Με την αλληλούχιση του ανθρώπινου γονιδιώματος αλλά και άλλων οργανισμών, μια νέα εποχή άρχισε για την επιστήμη της βιολογίας, γνωστή ως "μεταγονιδιωματική εποχή". Ο όρος σε καμιά περίπτωση δεν σηματοδοτεί το τέλος της αλληλούχισης ή της ανάλυσης των ήδη αλληλουχημένων γονιδιωμάτων, απλά δηλώνει πως οι τεχνικοί περιορισμοί για την ανίχνευση γονιδιωματικής πληροφορίας έχουν σε μεγάλο βαθμό αντιμετωπισθεί . Η επόμενη μεγάλη πρόκληση είναι η κατανόηση του πρωτεόματος, δηλαδή του συνόλου των πρωτεϊνών που εκφράζονται σε ένα κύτταρο. Εξαιρετικά σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή αποτελεί η μελέτη του δικτύου των πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων. Οι πρωτεϊνικές αλληλεπιδράσεις αποτελούν ένα ιδιαίτερα σημαντικό πεδίο έρευνας καθώς ρυθμίζουν ένα τεράστιο αριθμό διεργασιών οι οποίες είναι βασικές για τη δομή και τη λειτουργία του. Εκτιμάται πως το δίκτυο των πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων στον άνθρωπο αφορά περίπου 130,000 ζεύγη αλληλεπιδράσεων, ενώ ο αριθμός των αλληλεπιδράσεων που έχουν ταυτοποιηθεί αλλά παραμένει ως ζητούμενο η επιβεβαίωση των αντίστοιχων πειραματικών αποτελεσμάτων, αποτελεί μόνο το 8%, περίπου, του πραγματικού δικτύου.
Ο κύριος όγκος πληροφορίας στο πεδίο αυτό δίνεται μέσα από βάσεις δεδομένων και έρχεται από μεγάλης κλίμακας πειράματα υψηλής απόδοσης τα οποία όμως, έχει βρεθεί πως δίνουν σε μεγάλο ποσοστό ανακριβή αποτελέσματα εξ αιτίας μιας σειράς εγγενών προβλημάτων των μεθόδων και της φύσεως των πρωτεϊνών. Η εκτίμηση του πραγματικού μεγέθους του δικτύου των πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων υποδεικνύει και τον όγκο των δεδομένων που θα παραχθεί στο εγγύς μέλλον αλλά και την ανάγκη για βελτίωση της αξιοπιστίας της πληροφορίας που διατίθεται στις σχετικές βάσεις δεδομένων.
Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η ανάπτυξη μιας αναλυτικής βάσης δεδομένων γνώσης για την ταυτοποίηση δικτύων πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων αντλώντας πληροφορία από επιλεγμένες μετά από αξιολόγηση, δημόσιες βάσεις πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων. Η συλλογή αυτή της πληροφορίας θα οδηγήσει μεσοπρόθεσμα στη δημιουργία μιας βάσης δεδομένων για τη διαχείριση της συλλογής, της οργάνωσης και της ανάκτησης δεδομένων πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων όπου κατάλληλα υπολογιστικά εργαλεία θα αναπτυχθούν ώστε να αξιολογηθεί ο βαθμός αξιοπιστίας της καταχωρημένης σχετικής πληροφορίας σε μια μεγάλη ομάδα δημόσιων γονιδιωματικών βάσεων δεδομένων. Επίσης θα υπάρξει η δυνατότητα χρήσης εργαλείων για την ανάλυση των αξιολογημένων δεδομένων πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων, την μελέτη πρωτεϊνών με άγνωστη λειτουργία αλλά και τον προσδιορισμό μη καταγεγραμμένων έως τώρα πρωτεϊνικών συμπλεγμάτων. / The elucidation of protein-protein interaction (PPI) networks (protein interactomes) is a major objective of systems biology. This task is crucial for furthering our understanding of the cellular machinery dynamics, in light of the fundamental role of proteins in cellular function. The development of high-throughput methods for PPI identification, including the widely used yeast two hybrid and the mass spectrometry of co-immunoprecipitated complexes, drastically increased the PPI data in model organisms and the human. However, these methods suffer from intrinsic detection biases and >70% of false positives. Moreover, independent public databases (dbs) of experimentally derived PPIs exhibit a remarkably limited overlap, mainly due to uncoordinated data validation and curation criteria. These limitations scale up in highly complex systems like the human for which only 8-10% of the estimated PPIs have been determined. Furthermore, new PPI prediction is affected by the current data quality and quantity along with predictive algorithm limitations to incorporate the available protein information. Thus, there is initially a need for a systematic curation of multiple datasets into one common db. We have integrated high- and low- throughput experimental data, ortholog protein interactions, protein domain interactions, and protein structure/function and expression data from twelve highly informative and updated dbs into one local db using the Microsoft_SQL_Server. The db selection was based on their unique gene content, PPIs recorded, annotation depth, curation methodology and relational scheme. This data will be enriched with PPI information mined from the literature. The final dataset will be appropriately scored to rank and validate the PPIs with increased confidence, forming the basis for a human interactome knowledge base.
|
122 |
Σχεδίαση δικτυακής πύλης θεατρικής ομάδαςΓιαννακάς, Φίλιππος 13 September 2011 (has links)
Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας είναι η ανάπτυξη μιας δικτυακής πύλης της Θεατρικής Ερασιτεχνικής Ομάδας του Πανεπιστημίου Πατρών. Επόμενος στόχος είναι η σχεδίαση και η υλοποίηση ενός πρωτοτύπου περιβάλλοντος που περιλαμβάνει εργαλεία για την αποθήκευση, διαχείριση και επεξεργασία των δεδομένων από προηγούμενες θεατρικές παραστάσεις. Συγκεκριμένα, το περιβάλλον αυτό θα πρέπει να παρέχει τις παρακάτω λειτουργίες:
• ιστορικό παραστάσεων
• διαχείριση πληροφορίας
• αναζήτηση
Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε το εργαλείο ανάπτυξης εφαρμογών διαδικτύου (PHP), βάση δεδομένων (MySQL) και το εργαλείο διαχείρισης περιεχομένου (Content Management) Mod-X Revolution. / --
|
123 |
Αποδοτική διάδοση δεδομένων σε δυναμικά ασύρματα δίκτυα αισθητήρων / Efficient data routing in dynamic wireless sensor networksΕυσταθίου, Διονύσιος 06 October 2011 (has links)
Η παρούσα εργασία ασχολείται με κινητά Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων και προτείνεται ένα αποδοτικό πρωτόκολλο διάδοσης για κινητά Δίκτυα Αισθητήρων με σταθερό σταθμό Κόμβο-Πηγή. Επίσης, υλοποιούνται σε πραγματικό πειραματικό δίκτυο ασύρματων αισθητήρων και μελετάται πειραματικά η απόδοση πρωτοκόλλων εξισορρόπησης ενέργειας.
Τα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων αποτελούνται από μεγάλο αριθμό αυτόνομων συσκευών με περιορισμένες δυνατότητες επικοινωνίας, αποθήκευσης, επεξεργασίας και ενέργειας, που τοποθετούνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή ενδιαφέροντος στην οποία δεν υπάρχει καμία εκ των προτέρων εγκατεστημένη δικτυακή υποδομή και γνώση της τοπολογίας. Οι κόμβοι επικοινωνούν και συνεργάζονται μεταξύ τους και ακροάζονται το περιβάλλον με τη χρήση αισθητήρων με στόχο να φέρουν σε πέρας εφαρμογές όπως είναι, ο έλεγχος κυκλοφορίας, η συλλογή μετεωρολογικών δεδομένων, η παρακολούθηση του περιβάλλοντος καθώς και εφαρμογές ασφαλείας.
Η δρομολόγηση δεδομένων στα ασύρματα δίκτυα αισθητήρων γίνεται ως εξής, οι αισθητήρες-κόμβοι συλλέγουν δεδομένα από το περιβάλλον που ακροάζονται και τα προωθούν σε γειτονικούς κόμβους με στόχο να φτάσουν κάποια στιγμή (multi-hop routing) σε ένα κόμβο-πηγή (sink) ο οποίος έχει απεριόριστο αποθηκευτικό χώρο και ενέργεια.
Για την αύξηση της διάρκειας ζωής ενός ασύρματου δικτύου αισθητήρων έχουν αναπτυχθεί διάφορες τεχνικές όπως είναι οι τεχνικές εξισορρόπησης ενέργειας. Στόχος στο πρόβλημα της εξισορρόπησης κατανάλωσης ενέργειας σε ένα ασύρματο δίκτυο αισθητήρων είναι να επιτύχουμε ίση κατανάλωση ενέργειας ανά κόμβο του δικτύου ώστε να μεγιστοποιήσουμε τη διάρκεια ζωής του δικτύου αποφεύγοντας την πρόωρη αποσύνδεση του δικτύου.
Τα προτεινόμενα πρωτόκολλα για κινητά δίκτυα αισθητήρων αξιολογήθηκαν πειραματικά μέσω διεξοδικής προσομοίωσης, χρησιμοποιώντας ποικίλες τιμές για βασικές παραμέτρους του δικτύου και συγκρίθηκαν με υπάρχουσες ευρέως αποδεκτές μεθόδους. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τόσο ο χρόνος παράδοσης των μηνυμάτων, όσο και η ενέργεια που απαιτείται διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα, βελτιώνοντας σημαντικά την προηγούμενη σχετική έρευνα.
Όσον αφορά τα πρωτόκολλα εξισορρόπησης ενέργειας, υλοποιήθηκαν σε πραγματικό πειραματικό δίκτυο και αξιολογήθηκαν πειραματικά μέσω πραγματικών πειραμάτων. Τα πειραματικά αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τα θεωρητικά αποτελέσματα των μελετώμενων πρωτοκόλλων. / In this thesis we study Sensor Networks that are highly dynamic and mobile, and we propose a new efficient routing protocol for mobile Sensor Networks with a static base-station/sink. Moreover, we implement energy balancing data propagation protocols in a wireless sensor network test-bed and we investigate their performance.
Wireless Sensor Networks consist of a large number of small, autonomous devices, that have limited communication, storage, computational and energy resources, that are deployed in a specific area of interest where there is no prior established network infrastructure and knowledge of topology. The nodes communicate and cooperate with each other and sense the environment by using sensors to carry out applications such as control traffic, weather monitoring, environmental monitoring and security applications.
The routing of data in wireless sensor network is done as follows, the sensor-nodes sense the environment, collect data and relay the data to adjacent nodes in order to reach in a multi-hop way to a base station (sink) which has unlimited storage and energy resources.
There have been developed various techniques to increase the lifetime of a wireless sensor network such as energy balancing propagation techniques. The goal of the energy balancing propagation schemes is to achieve equal energy consumption per node in order to maximize the lifetime of the network by avoiding early disconnection of the network.
An extensive performance comparison of the protocols for mobile sensor networks proposed in this study to relevant methods from the state of the art demonstrates significant improvements i.e. latency is reduced by even four times while keeping energy dissipation and delivery success at very satisfactory levels.
Regarding the energy balancing protocols, we have implemented them in a real experimental testbed and evaluated them experimentally via real experiments. The experimental results confirm the theoretical results of the studied protocols.
|
124 |
Ανάπτυξη συστήματος επεξεργασίας δεδομένων τηλεπισκόπησης για αυτόματη ανίχνευση και ταξινόμηση περιοχών με περιβαλλοντικές αλλοιώσειςΧριστούλας, Γεώργιος 31 May 2012 (has links)
Η παρούσα διατριβή είχε σαν κύριο στόχο την ανάλυση και επεξεργασία των δεδομένων SAR υπό το πρίσμα του περιεχομένου υφής για την ανίχνευση περιοχών με περιβαλλοντικές αλλοιώσεις όπως είναι οι παράνομες εναποθέσεις απορριμμάτων. Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονταν από τον δορυφόρο ENVISAT και το όργανο ASAR του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος με διακριτική ικανότητα 12.5m και 30m για τις λειτουργίες μονής και διπλής πολικότητας αντίστοιχα καθώς και από τον δορυφόρο Terra-SAR με διακριτική ικανότητα 3m και HH πολικότητα. Χρησιμοποιήθηκαν κλασσικές τεχνικές ανάλυσης και ταξινόμησης υφής όπως GLCM, Markov Random Fields, Gabor Filters και Neural Networks. Η μελέτη προσανατολίστηκε στην ανάπτυξη νέων μεθόδων ταξινόμησης υφής για αυξημένη αποτελεσματικότητα. Χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα πολυφασματικά και SAR. Για τα πολυφασματικά δεδομένα προτάθηκε η χρήση της spectral co-occurrence ως χαρακτηριστικό υφής που χρησιμοποιεί πληροφορία φασματικού περιεχομένου. Για τα δεδομένα SAR αναπτύχθηκε μία νέα μέθοδος ταξινόμησης η οποία βασίζεται σε συνήθεις περιγραφείς υφής (GLCM, Gabor, MRF) οι οποίοι μελετώνται για την ικανότητά τους να διαχωρίζουν ζεύγη μεταξύ τάξεων. Για κάθε ζεύγος τάξεων προκύπτουν χαρακτηριστικά υφής που βασίζονται στις στατιστικές ιδιότητες της cumulative καθώς και της πρώτης και δεύτερης τάξης αυτής. Η μέθοδος leave one out χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό των χαρακτηριστικών που μπορούν να διαχωρίσουν τα δείγματα ανά ζεύγη τάξεων στα οποία αντιστοιχίζεται και ένας ξεχωριστός και ανεξάρτητος γραμμικός ταξινομητής. Η τελική ταξινόμηση γίνεται με τη μέθοδο της πλειοψηφίας η οποία εφαρμόζεται στο πρόβλημα των δύο τάξεων και τριών τάξεων αλλά επεκτείνεται και στο πρόβλημα των N-τάξεων δεδομένης της ύπαρξης κατάλληλων χαρακτηριστικών. / Texture characteristics of MERIS data based on the Gray-Level Co-occurrence Matrices (GLCM) are explored as far as their classification capabilities are concerned. Classification is employed in order to reveal four different land cover types, namely: water, forest, field and urban areas. The classification performance for each cover type is studied separately on each spectral band, while the combined performance of the most promising spectral bands is explored. In addition to GLCM, spectral co-occurrence matrices (SCM) formed by measuring the transition from band-to-band are employed for improving classification results. Conventional classifiers and voting techniques are used for the classification stage. Furthermore, the properties of texture characteristics are explored on various types of grayscale or RGB representations of the multispectral data, obtained by means of principal components analysis (PCA), non-negative matrix factorization (NMF) and information theory. Finally, the accuracy of the proposed classification approach is compared with that of the minimum distance classifier.
A simple and effective classification method is furthermore proposed for remote sensed data that is based on a majority voting schema. We propose a feature selection procedure for exhaustive search of occurrence measures resulting from fundamental textural descriptors such as Co-occurrence matrices, Gabor filters and Markov Random Fields. In the proposed method occurrence measures, that are named texture densities, are reduced to the local cumulative function of the texture representation and only those that can linearly separate pairs of classes are used in the classification stage, thus ensuring high classification accuracy and reliability. Experiments performed on SAR data of high resolution and on a Brodatz texture database have given more than 90% classification accuracy with reliability above 95%.
|
125 |
Παράγοντες επίδρασης των άμεσων ξένων επενδύσεωνΝομικού, Ερωφίλη 18 July 2013 (has links)
Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (Α.Ξ.Ε.) θεωρούνται ως ένα σημαντικό εργαλείο στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και διαδραματίζουν έναν κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη των οικονομιών πολλών χωρών, μέσω της βελτίωσης της υποδομής τους, των τεχνικών τους δεξιοτήτων, των ικανοτήτων των επιχειρηματιών και των οικονομικών πόρων, αναφορικά με τα έσοδα της κυβέρνησης και το ξένο συνάλλαγμα. Η παρούσα εργασία εκπονείται με απώτερο σκοπό να εξετάσει κατά πόσο α) ο πραγματικός κατά κεφαλήν ρυθμός ανάπτυξης του Α.Ε.Π., β) ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού, γ) το ποσοστό ανεργίας, δ) ο υφιστάμενος αριθμός των τηλεφωνικών γραμμών ανά 100 κατοίκους, ε) το εργατικό δυναμικό που κατέχει δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθώς και στ) το ονομαστικό κόστος εργασίας, επηρεάζουν τις εισροές Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στις χώρες που βρίσκονται α) στην Ε.Ε. – 27, β) στην Ευρωζώνη καθώς και γ) στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά εκτός Ευρώ, αναφορικά με τα έτη 2002 – 2010. Αναλυτικότερα, η τρέχουσα μελέτη αποτελείται από πέντε κεφάλαια καθώς και από ένα παράρτημα. Κατ’ αρχάς, το πρώτο (1ο) κεφάλαιο εξετάζει ορισμένες βασικές έννοιες της διεθνούς επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εν συνεχεία, στο δεύτερο (2ο) κεφάλαιο, παρουσιάζονται οι έξι προαναφερθέντες προσδιοριστικοί παράγοντες, οι οποίοι είναι ικανοί να εξηγήσουν την επένδυση των Πολυεθνικών Επιχειρήσεων σε μια δεδομένη τοποθεσία. Επιπροσθέτως, στο τρίτο (3ο) κεφάλαιο, αναλύονται τα υποδείγματα εκείνα που στηρίζονται σε πάνελ δεδομένα. Στο τέταρτο (4ο) κεφάλαιο, δε, πραγματοποιείται η εμπειρική ανάλυση με τη βοήθεια του στατιστικού πακέτου, STATA και ταυτόχρονα, διαφαίνονται τα αντίστοιχα αποτελέσματα αυτής, αναφορικά με τη σχέση των εισροών Α.Ξ.Ε. και των εξεταστέων παραγόντων, σε κάθε μια ομάδα χωρών (Ε.Ε. – 27, χώρες Ευρωζώνης και χώρες εκτός Ευρώ) ξεχωριστά, κατά τα έτη 2002 – 2010. Στη συνέχεια, στο πέμπτο (5ο) κεφάλαιο της παρούσας εργασίας, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που εκπίπτουν από τη συγκεκριμένη ανάλυση και παράλληλα, δίδονται ορισμένες ενδιαφέρουσες προτάσεις για μελλοντική έρευνα. Εν κατακλείδι, η τρέχουσα μελέτη ολοκληρώνεται με την εισαγωγή ενός παραρτήματος, το οποίο αποτελεί ένα συνοπτικά χρήσιμο εγχειρίδιο εντολών του πακέτου STATA και ίσως συμβάλλει στην κατανόηση και εξυπηρέτηση του εκάστοτε χρήστη αυτού. / Foreign Direct Investment (F.D.I.) is considered as an important tool in the process of globalization and plays a crucial role in the development of economies of many countries, by improving the quality of their infrastructure, their technical skills, entrepreneur capabilities and financial resources, in terms of government revenues and foreign exchange. This dissertation takes part in order to examine whether a) Real G.D.P. Growth Rate per Capita, b) Annual Inflation Rate (Inflation is measured by the Annual Growth Rate of the G.D.P. Deflator), c) Unemployment Rate (Total Unemployment as a percentage of Total Labor Force), d) Telephone Lines per 100 people, e) Labor Force with Secondary Education and f) Nominal Labor Cost (Labor Cost Index, Nominal Value – Annual Data), affect F.D.I. inflows a) in the 27 European Union member countries, b) in the Eurozone countries and c) in the Non – Eurozone countries, during the period 2002 – 2010. Specifically, this study consists of five chapters and an appendix. First of all, the first (1st) chapter examines concepts relevant to the international business activity. Moreover, the second (2nd) chapter presents the above six determinants of Foreign Direct Investment, which is able to explain the establishment of MNEs in a specific location. Furthermore, the third (3rd) chapter concerns those models based on panel data. Τhe fourth (4th) chapter incorporates the empirical analysis, using the statistical package, STATA, and simultaneously, its corresponding results, regarding the relationship between F.D.I. inflows and their possible six determinants, in each group of countries separately (E.U. – 27 member countries, Eurozone and Non – Eurozone countries), during the period 2002 – 2010. Moreover, the fifth (5th) chapter shows the final results, which are extracted from the specific analysis and at the same time, it provides some interesting proposals for further research. Finally, this study is completed with the introduction of an annex, which is a useful manual of STATA commands and perhaps, make users become more convenient and confident with this package.
|
126 |
Η αντιμετώπιση της πληροφοριακής υπερφόρτωσης ενός οργανισμού με χρήση ευφυών πρακτόρωνΚόρδαρης, Ιωάννης 26 August 2014 (has links)
Η πληροφοριακή υπερφόρτωση των χρηστών αποτελεί βασικό πρόβλημα ενός οργανισμού. Η συσσώρευση μεγάλου όγκου πληροφορίας στα πληροφοριακά συστήματα, προκαλεί στους χρήστες άγχος και υπερένταση, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνει την ικανότητά τους για λήψη αποφάσεων. Λόγω αυτού, η επίδραση της πληροφοριακής υπερφόρτωσης στους οργανισμούς είναι καταστροφική και απαιτείται η αντιμετώπισή της. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης της πληροφοριακής υπερφόρτωσης όπως τα συστήματα υποστήριξης λήψης αποφάσεων, τα συστήματα φιλτραρίσματος πληροφορίας, οι αποθήκες δεδομένων και άλλες τεχνικές της εξόρυξης δεδομένων και της τεχνητής νοημοσύνης, όπως είναι οι ευφυείς πράκτορες.
Οι ευφυείς πράκτορες αποτελούν εφαρμογές που εφάπτονται της τεχνικής νοημοσύνης, οι οποίες έχουν την ικανότητα να δρουν αυτόνομα, συλλέγοντας πληροφορίες, εκπαιδεύοντας τον εαυτό τους και επικοινωνώντας με τον χρήστη και μεταξύ τους. Συχνά, υλοποιούνται πολυπρακτορικά συστήματα προκει-μένου να επιλυθεί ένα πρόβλημα του οργανισμού. Στόχος τους είναι να διευκολύνουν τη λήψη αποφάσεων των χρηστών, προτείνοντας πληροφορίες βάσει των προτιμήσεών τους.
Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να αναλύσει σε βάθος τους ευφυείς πράκτορες, σαν μία αποτελεσματική μέθοδο αντιμετώπισης της πληροφοριακής υπερφόρτωσης, να προτείνει πειραματικούς πράκτορες προτά-σεων και να εξετάσει επιτυχημένες υλοποιήσεις. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται ένα ευφυές σύστημα διδασκαλίας για την ενίσχυση του e-Learning/e-Teaching, προτείνεται ένα σύστημα πρακτόρων για τον οργανισμό Flickr, ενώ εξετάζεται το σύστημα προτάσεων του Last.fm και ο αλγόριθμος προτάσεων του Amazon.
Τέλος, αναλύεται μια πειραματική έρευνα ενός ευφυούς πράκτορα προτάσεων, ο οποίος αντιμετώπισε με επιτυχία την αντιληπτή πληροφοριακή υπερφόρτωση των χρηστών ενός θεωρητικού ηλεκτρονικού καταστήματος. Τα αποτελέσματα του πειράματος παρουσίασαν την επίδραση της αντιληπτής πληροφοριακής υπερφόρτωσης και του φορτίου πληροφορίας στην ποιότητα επιλογής, στην εμπιστοσύνη επιλογής και στην αντιληπτή αλληλεπίδραση μεταξύ ηλεκτρονικού καταστήματος και χρήστη, ενώ παρατηρήθηκε η καθοριστική συμβολή της χρήσης των ευφυών πρακτόρων στην αντιμετώπιση της πληροφοριακής υπερφόρτωσης. / -
|
127 |
Τεχνικογεωλογικές συνθήκες στη λεκάνη δυτικής Θεσσαλίας - Γεωμηχανικά χαρακτηριστικά των τεταρτογενών αποθέσεων : ανάλυση με χρήση γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών / Engineering-geological conditions in the western Thessaly basin - Geomechanical characteristics of the quaternary deposits : analysis using geographic information systemsΑποστολίδης, Εμμανουήλ 07 May 2015 (has links)
Η παρούσα διατριβή έχει ως στόχο τη διερεύνηση των τεχνικογεωλογικών συνθηκών που επικρατούν στη λεκάνη Δυτικής Θεσσαλίας, με χρήση και εφαρμογή των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, καθώς επίσης τον προσδιορισμό και τη στατιστική επεξεργασία των τιμών των γεωμηχανικών χαρακτηριστικών των τεταρτογενών αποθέσεων που δομούν το πεδινό της τμήμα.
Στο πλαίσιο αυτό σχεδιάστηκαν ογδόντα (80) θεματικοί χάρτες με χρήση Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, από τους οποίους επιλέχτηκαν τελικά για παρουσίαση, εντός και εκτός κειμένου, οι πενήντα εννέα (59). Επίσης, συντάχτηκε πλήθος πινάκων, σχημάτων, χαρτογραφικών ή στατιστικών διαγραμμάτων, ενώ παράλληλα παρουσιάστηκε σειρά φωτογραφιών.
Αναλυτικότερα, δίνεται κατ΄αρχήν το τεχνικογεωλογικό πλαίσιο της λεκάνης στην οποία εντάσσεται η παραπάνω έρευνα, με βάση την ανάλυση και σύνθεση στοιχείων που αναφέρονται στις γεωμορφολογικές και κλιματολογικές συνθήκες, το υδρομετεωρολογικό καθεστώς, τη σεισμικότητα και σεισμική επικινδυνότητα, τη λιθολογική σύσταση και δομή των σχηματισμών, τις υδρογεωλογικές και υδρολιθολογικές συνθήκες, καθώς και τις αποσαθρωτικές και διαβρωτικές διεργασίες των γεωλογικών σχηματισμών που δομούν την περιοχή έρευνας.
Ακολούθως, παρουσιάζονται αναλυτικά οι τεχνικογεωλογικές συνθήκες που επικρατούν στη λεκάνη Δυτικής Θεσσαλίας και συντάχτηκε τεχνικογεωλογικός χάρτης σε κλίμακα 1:100.000. Στον εν λόγω χάρτη διακρίνονται είκοσι τρείς (23) τεχνικογεωλογικές ενότητες, έξι (6) για τις τεταρτογενείς αποθέσεις, δύο (2) για τους μεταλπικούς σχηματισμούς (νεογενή και μολάσσες) και δέκα πέντε (15) για τους σχηματισμούς του αλπικού υποβάθρου. Ο χάρτης αυτός συνοδεύεται από αναλυτικό Υπόμνημα.
Στη συνέχεια, αναλύονται τα γεωμηχανικά χαρακτηριστικά (φυσικές ιδιότητες και μηχανικές παράμετροι) των τεταρτογενών αποθέσεων της περιοχής έρευνας, περιγράφεται η Βάση Γεωτεχνικών Δεδομένων που δημιουργήθηκε και παρατίθεται στατιστική ανάλυση των τιμών από τις παραπάνω παραμέτρους, καθώς και των αποτελεσμάτων από τις επί τόπου δοκιμές πρότυπης διείσδυσης και υδροπερατότητας. Ειδικότερα, έγινε συγκέντρωση, αξιολόγηση, τυποποίηση και καταγραφή-αρχειοθέτηση στην παραπάνω Βάση Δεδομένων των Γεωτεχνικών Πληροφοριών οι οποίες προέρχονται από 1.039 γεωτρήσεις που είχαν εκτελέσει διάφοροι φορείς του Δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στο πεδινό τμήμα της λεκάνης Δυτικής Θεσσαλίας. Συνολικά καταχωρήθηκαν 22.463 εγγραφές σε έξι (6) Πίνακες, που στον καθένα αποθηκεύονται διαφορετικά τμήματα της γεωπληροφορίας.
Επίσης, πραγματοποιήθηκε λεπτομερής ανάλυση του τεχνικoγεωλογικού πλαισίου και των σημαντικότερων παραμέτρων που υπεισέρχονται στο πρόβλημα των κατολισθήσεων. Ακολούθως, έγινε στατιστική επεξεργασία των στοιχείων της Βάσης Δεδομένων Κατολισθήσεων που δημιουργήθηκε και διερευνήθηκαν αναλυτικά οι σημαντικότεροι από τους παράγοντες που θεωρούνται υπεύθυνοι για την εκδήλωση κατολισθητικών φαινομένων και λαμβάνονται υπόψη στην εκτίμηση των επιδεκτικών προς κατολίσθηση περιοχών. Συνολικά αποτυπώθηκαν 979 θέσεις εκδήλωσης κατολισθήσεων, ενώ συντάχτηκε Χάρτης απογραφής κατολισθητικών φαινομένων και Χάρτης επιδεκτικότητας κατολισθήσεων στα όρια της λεκάνης Δυτικής Θεσσαλίας.
Τέλος, καταγράφηκαν και αποτυπώθηκαν εδαφικές υποχωρήσεις που εκδηλώθηκαν σε οικισμούς (εντός ή εκτός οικιστικού ιστού) στην ευρύτερη περιοχή Φαρσάλων-Σοφάδων, ενώ διερευνήθηκαν τα πιθανά αίτια και ο μηχανισμός εκδήλωσης των φαινομένων αυτών. / The investigation of engineering-geological conditions of the Western Thessaly basin and the analysis of geomechanical characteristics of the Quaternary deposits, which occur in the flat part of the region, are examined in this thesis. In this framework, eighty (80) thematic maps have been produced using Geographic Information Systems. In addition, many tables, drawings, cartographic or statistical diagrams have been created. Moreover, a large number of photographs are also presented.
The engineering-geological framework of the basin is given in detail, based on the analysis and composition of collected data, regarding, specifically, the geomorphological and hydrometeorological conditions, the seismicity and seismic hazard, the lithological characteristics and structure of the geological formations, the hydrogeological conditions, as well as the weathering and erosion processes exhibited in the geological formations that occur in the basin.
Furthermore, an engineering-geological map of the Western Thessaly basin at a scale of 1:100,000 has been compiled, aiming to facilitate both urban planning and industrial development of the basin’s wider area. It is considered that this map may well contribute to the optimization of land use planning and improve the allocation and planning of civil engineering projects. The formations encountered in the basin are grouped into twenty three (23) engineering-geological unities, with regard to their geotechnical behaviour.
The entire study, engaged to this thesis, was basically based on data from both in situ investigations and geotechnical information derived and evaluated from the utilisation of 1,039 existing boreholes and trial pits, in the plain part of the Western Thessaly basin. Totally 22,463 records were created and allocated in six (6) Tables. In each one of these tables different kind of geo-information were stored. The values of the above parameters were critically examined. Besides, statistical analysis was carried out on Standard Penetration and Permeability Tests result. All the geotechnical characteristics of the Quaternary deposits (physical properties and mechanical parameters) have been analyzed and a Geotechnical Database was created and presented in this thesis.
Furthermore, a landslide inventory map of the Western Thessaly basin has been compiled. Many technical reports and studies, which refer to landslide occurrences, mainly obtained from the Institute of Geology and Mineral Exploration (IGME) were used to analyse and record all the landslides of the study area. A Database, using Microsoft Access, has been compiled. The connection between the Database system and Geographic Information Systems was established with the defined coordinates of the locations of existing landslide occurrences. After the necessary modifications, 979 landslide events were recorded and digitally stored. Also, a simple statistical evaluation of the available recordings was applied for the assessment of the engineering-geological data regarding the lithology and geomechanical characteristics of the encountered various geo-materials.
Finally, the surface subsidence ruptures manifested in the basin’s area have been investigated.
|
128 |
Σχεδιασμός και ανάλυση μηχανισμών για μετάδοση δεδομένων πραγματικού χρόνου σε κινητά δίκτυα επικοινωνιώνΑλεξίου, Αντώνιος Γ. 27 February 2009 (has links)
Η ασύρματη επικοινωνία αποκτά ιδιαίτερη αξία σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που η μορφολογία του εδάφους της δεν επιτρέπει πολλές φορές τη χρήση εναλλακτικών μέσων μετάδοσης όπως για παράδειγμα οι οπτικές ίνες. Ειδικότερα ο τομέας της κινητής τηλεφωνίας είναι ένας ταχύτατα εξελισσόμενος τομέας ο οποίος στις μέρες μας βρίσκεται σε ένα στάδιο μετεξέλιξής του καθώς το πέρασμα από τη δεύτερη στην τρίτη γενιά είναι πλέον γεγονός. Στη μεγάλη εξέλιξη του τομέα αυτού συμβάλουν τα μέγιστα και οι απαιτήσεις των σύγχρονων καιρών για ένα ενοποιημένο και λειτουργικό σύστημα κινητής τηλεφωνίας παρέχοντας πληθώρα υπηρεσιών στους πελάτες – χρήστες του.
Είναι γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, η χρήση των κινητών δικτύων τρίτης γενιάς – UMTS (Universal Mobile Telecommunications System) έχει αρχίσει να επεκτείνεται. Τα νέα αυτά κινητά δίκτυα αντικαθιστούν τα υπάρχοντα κινητά δίκτυα δεύτερης γενιάς και επιπλέον προσφέρουν προηγμένες υπηρεσίες στους κινητούς χρήστες. Στην πραγματικότητα είμαστε περισσότερο κοντά παρά ποτέ στο όραμα της ενοποίησης των δικτύων παγκοσμίως καθώς επίσης και στο όραμα του “Mobile Broadband”.
Είναι εύλογο λοιπόν, οι χρήστες των κινητών δικτύων τρίτης γενιάς να έχουν πλέον την απαίτηση να εκτελούν εφαρμογές και να προσπελαύνουν υπηρεσίες οι οποίες μέχρι σήμερα μπορούσαν να διατεθούν αποκλειστικά από τα συμβατικά ενσύρματα δίκτυα. Έτσι λοιπόν στις μέρες μας ακούμε για υπηρεσίες πραγματικού χρόνου όπως mobile internet, mobile TV, mobile gaming, mobile streaming κ.α.
Στόχος της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη και η ανάλυση των μηχανισμών που κρύβονται πίσω από τις παραπάνω εφαρμογές πραγματικού χρόνου. Πρόκειται για μια προσπάθεια να αναλυθούν όλοι οι υπάρχοντες μηχανισμοί μετάδοσης δεδομένων σε πραγματικό χρόνο πάνω από κινητά δίκτυα επικοινωνιών αλλά επίσης και να προταθούν νέοι μηχανισμοί για την όσο το δυνατόν βέλτιστη (από άποψη απόδοσης και ικανοποίησης του τελικού χρήστη) μετάδοση των δεδομένων.
Γενικότερα οι μηχανισμοί μετάδοσης δεδομένων διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες:
• Μηχανισμοί για μετάδοση δεδομένων σημείου προς σημείο (point-to-point data transmission - Unicast).
• Μηχανισμοί για μετάδοση δεδομένων από ένα σημείο προς πολλά σημεία (point-to-multipoint data transmission).
Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία μηχανισμών στην παρούσα διδακτορική διατριβή αναλύονται και προτείνονται μηχανισμοί οι οποίοι προσαρμόζουν το ρυθμό μετάδοσης των δεδομένων ανάλογα με τις συνθήκες φόρτου που επικρατούν στο δίκτυο. Οι μηχανισμοί αυτοί που ονομάζονται μηχανισμοί προσαρμογής του ρυθμού μετάδοσης των δεδομένων είναι κυρίως μηχανισμοί οι οποίοι χρησιμοποιούνται για μετάδοση εφαρμογών πραγματικού χρόνου όπως είναι για παράδειγμα η μετάδοση video σε πραγματικό χρόνο ή μια βιντεοκλήση μεταξύ δύο συνδρομητών ενός δικτύου κινητής τηλεφωνίας.
Οι μηχανισμοί προσαρμογής της μετάδοσης πολυμέσων είναι μηχανισμοί μετάδοσης πολυμεσικών (adaptive streaming multimedia) δεδομένων πάνω από δίκτυα, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να προσαρμόζουν τη μετάδοση των πολυμεσικών δεδομένων στην τρέχουσα κατάσταση του δικτύου. Για την υλοποίηση μηχανισμών προσαρμογής της μετάδοσης απαιτείται ανάπτυξη μηχανισμών τόσο για την παρακολούθηση της κατάστασης του δικτύου όσο και για την προσαρμογή των πολυμεσικών δεδομένων στις εκάστοτε δικτυακές συνθήκες. Ο κύριος στόχος αυτών των μηχανισμών είναι η προσαρμογή του ρυθμού μετάδοσης δεδομένων στο δίκτυο κάθε φορά που οι δικτυακές συνθήκες μεταβάλλονται.
Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά ενός δικτύου κινητών επικοινωνιών τρίτης γενιάς είναι η εισαγωγή της υπηρεσίας Multimedia Broadcast / Multicast Service (MBMS). To MBMS έχει σαν κύριο σκοπό την υποστήριξη IP εφαρμογών πανεκπομπής (broadcact) και πολυεκπομπής (multicast) επιτρέποντας με αυτό τον τρόπο την παροχή υπηρεσιών υψηλού ρυθμού μετάδοσης σε πολλαπλούς χρήστες με οικονομικό τρόπο. Έτσι λοιπόν, όσον αφορά τη δεύτερη κατηγορία μηχανισμών, η multicast μετάδοση δεδομένων σε κινητά δίκτυα επικοινωνιών είναι μια νέα λειτουργικότητα η οποία βρίσκεται ακόμη στο στάδιο των δοκιμών και της προτυποποίησης της. Ένας multicast μηχανισμός μεταδίδει τα δεδομένα μόνο μία φορά πάνω από κάθε σύνδεσμο που αποτελεί τμήμα των μονοπατιών προς τους προορισμούς. Είναι προφανής η αύξηση της απόδοσης που προσφέρει το multicasting λόγω του γεγονότος ότι εκμεταλλεύεται την κατανομή των χρηστών μέσα στο δίκτυο προς όφελος της οικονομίας στην αποστολή πακέτων. Στην παρούσα διδακτορική διατριβή προτείνεται ένας multicast μηχανισμός ο οποίος προσφέρει αξιόπιστη μετάδοση δεδομένων από έναν κεντρικό εξυπηρετητή προς μια ομάδα κινητών χρηστών ενός δικτύου UMTS. Ο συγκεκριμένος μηχανισμός εκτός από τη λειτουργικότητα της multicast δρομολόγησης των πακέτων στους κόμβους του δικτύου, υποστηρίζεται επίσης από ένα σχήμα διαχείρισης της ομάδας των multicast χρηστών. Επιπλέον, στο μηχανισμό έχει ενσωματωθεί επιπλέον λειτουργικότητα η οποία εξασφαλίζει την αδιάλειπτη μετάδοση των δεδομένων στην ομάδα των multicast χρηστών ακόμα και όταν αυτοί βρίσκονται σε διαρκή κίνηση (Handover functionality).
Επιπλέον, στην παρούσα διδακτορική διατριβή γίνεται μια προσπάθεια να αξιολογηθούν όλοι οι υπάρχοντες μηχανισμοί που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο UMTS για μετάδοση δεδομένων από έναν αποστολέα προς μια ομάδα παραληπτών. Συγκεκριμένα, οι τρεις μηχανισμοί που αναλύονται είναι ο Broadcast μηχανισμός, o Multiple Unicast μηχανισμός και ο Multicast μηχανισμός. Η αξιολόγηση των μηχανισμών γίνεται με χρήση ενός αναλυτικού μοντέλου το οποίο μετρά το τηλεπικοινωνιακό κόστος μετάδοσης των δεδομένων από τον έναν κόμβο του δικτύου στον άλλον. Το συγκεκριμένο μοντέλο αναπτύχθηκε στα πλαίσια της παρούσας διδακτορικής διατριβής. Οι μηχανισμοί αξιολογούνται για διάφορες τοπολογίες του δικτύου και διαφορετικές κατανομές των χρηστών στο δίκτυο.
Τέλος, αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής αποτελεί η αξιολόγηση των καναλιών μεταφοράς του UMTS και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη multicast μετάδοση των δεδομένων. Ειδικότερα, η επιλογή του κατάλληλου καναλιού μεταφοράς των δεδομένων στο ασύρματο μέσο είναι μια δύσκολη διαδικασία καθώς μια λανθασμένη επιλογή καναλιού μπορεί να οδηγήσει στην αστοχία ενός ολόκληρου κελιού. Τα κανάλια τα οποία αξιολογούνται είναι τα: Forward Access Channel, High Speed – Downlink Shared Channel και Dedicated Channel. Τα παραπάνω κανάλια μεταφοράς αξιολογούνται με βάση το ρυθμό μετάδοσης τους, την απαιτούμενη ισχύ που πρέπει να ανατεθεί από το σταθμό βάσης για καθένα από αυτά, τον αριθμό των χρηστών που μπορούν να εξυπηρετήσουν και τέλος την ποιότητα υπηρεσιών για κάθε χρήστη. / As communications technology is being developed, users’ demand for multimedia services raises. Meanwhile, the Internet has enjoyed tremendous growth in recent years. Consequently, there is a great interest in using the IP-based networks to provide multimedia services. One of the most important areas in which the issues are being debated, is the development of standards for the Universal Mobile Telecommunications System (UMTS).
UMTS constitutes the third generation (3G) of cellular wireless networks which aims to provide high-speed data access along with real time voice calls. Wireless data is one of the major boosters of wireless communications and one of the main motivations of the next generation standards.
The recent years, the usage of third generation cellular networks has begun to rise all over the world. These new infrastructures substitute the existed second generation cellular networks and offer broadband services to mobile users. Through the 3G mobile networks, the mobile users have the opportunity to run applications and realize services that offered until today only by wired networks. Such broadband services are mobile Internet, mobile TV, mobile gaming, mobile streaming, video calls etc.
The main target of this dissertation is the study and the analysis of the mechanisms that are operated behind the above mentioned services and applications. More specifically, we analyze already existed mechanisms used for the transmission of real time services over 3G networks and furthermore we propose new mechanisms for the effective data transmission in 3G networks in terms of network performance and satisfaction of the mobile user.
Generally, we consider two categories of mechanisms for the data transmission:
• Mechanisms for point to point data transmission.
• Mechanisms for point to multipoint data transmission.
Regarding the first category of the mechanisms, in this dissertation, we analyze and propose mechanisms for real time data transmission in 3G networks. We focus firstly on schemes that reliable transmit the real time data to mobile users and secondly on mechanisms for adaptive multimedia transmission in UMTS.
Bandwidth is a valuable and limited resource for UMTS and every wireless network, in general. Therefore, it is of extreme importance to exploit this resource in the most efficient way. It is essential for a wireless network to have an efficient bandwidth allocation scheme in order the mobile user to experience both real time applications and Internet applications such as HTTP or SMTP. Consequently, when a user experiences a real time application, there should be enough bandwidth available at any time for any other application that the mobile user might realize. In addition, when two different applications run together, the network should guarantee that there is no possibility for any of the above-mentioned applications to prevail against the other by taking all the available channel bandwidth. Taking into consideration the fact that Internet applications adopt mainly TCP as the transport protocol, while real time applications mainly use RTP, the network should guarantee that RTP does not prevail against the TCP traffic. Consequently, this means that there should be enough bandwidth available in the wireless channel for the Internet applications to run properly. To this direction, rate control of real time applications is an important issue in mobile networks. With the aid of rate control schemes the network could adapt the packet transmission rate of real time applications according to the current network conditions giving the opportunity to the mobile users to experience both real time and non real time applications at the same time in their mobile devices.
Regarding the second category of the mechanisms, although UMTS networks offer high capacity, the expected demand will certainly overcome the available resources. Thus, the multicast transmission over the UMTS networks constitutes a challenge and an area of research. To this direction the third Generation Partnership Project (3GPP) is currently standardizing the Multimedia Broadcast/Multicast Service (MBMS) framework of UMTS. In this dissertation, we present a new mechanism for the efficient multicast data routing in UMTS. The proposed mechanism is enhanced with multicast group management functionality as well as with functionality related to the user mobility (handover and relocation).
Furthermore, it is known that multicasting is more efficient method of supporting group communication than unicasting or broadcasting, as it allows transmission and routing of packets to multiple destinations using fewer network resources. In this dissertation, the three above mentioned methods of supporting group communication in UMTS are analyzed in terms of their performance. The critical parameters of primary interest for the evaluation of any method are the packet delivery cost and the scalability of the method.
Finally, this dissertation analyses the role of power control in the multicast transmission in UMTS. It is proposed a power control scheme for the efficient radio bearer selection in MBMS. The choice of the most efficient transport channel in terms of power consumption is a key point for the MBMS since a wrong transport channel selection for the transmission of the MBMS data could result to a significant decrease in the total capacity of the system. Various UMTS transport channels are examined for the transmission of the multicast data and a new algorithm is proposed for the more efficient usage of power resources in the base station.
|
129 |
Περίληψη βίντεο με μη επιβλεπόμενες τεχνικές ομαδοποίησηςΜπεσύρης, Δημήτριος 11 October 2013 (has links)
Η ραγδαία ανάπτυξη που παρουσιάστηκε τα τελευταία χρόνια σε διάφορους τομείς της πληροφορικής με την αύξηση της ισχύος επεξεργασίας και της δυνατότητας αποθήκευσης ενός τεράστιου όγκου δεδομένων έδωσε νέα ώθηση στον τομέα διαχείρισης, αναζήτησης, σύνοψης και εξαγωγής της πληροφορίας από ένα βίντεο. Για την διαχείριση αυτής της πληροφορίας αναπτύχθηκαν τεχνικές περίληψης βίντεο. Η περίληψη ενός βίντεο υπό μορφή μιας στατικής ακολουθίας χαρακτηριστικών καρέ, μειώνει τον απαραίτητο όγκο της πληροφορίας που απαιτείται σε συστήματα αναζήτησης, ενώ διαμορφώνει την βάση για την αντιμετώπιση του σημασιολογικού περιεχομένου του σε εφαρμογές ανάκτησης.
Το ερευνητικό αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής αναφέρεται σε τεχνικές αυτόματης περίληψης βίντεο με χρήση της θεωρίας γράφων, για την ανάπτυξη μη επιβλεπόμενων αλγόριθμων ομαδοποίησης. Κάθε καρέ της ακολουθίας του βίντεο δεν αντιμετωπίζεται ως ένα διακριτό στοιχείο, αλλά λαμβάνεται υπόψη ο βαθμός συσχέτισης μεταξύ τους. Με αυτόν τον τρόπο το πρόβλημα της ομαδοποίησης ανάγεται από μια τυπική διαδικασία αναγνώρισης ομάδων σε ένα σύστημα ανάλυσης της δομής που περιέχεται στο σύνολο των δεδομένων. Ακόμη παρουσιάζεται μια νέα τεχνική βελτίωσης του βαθμού ομοιότητας των καρέ, η οποία βασίζεται στο θεωρητικό φορμαλισμό τεχνικών ημί-επιβλεπόμενης εκμάθησης, με χρήση όμως αλγόριθμων δυναμικής συμπίεσης, για την αναπαράσταση του οπτικού περιεχομένου τους. Τα αναλυτικά πειραματικά αποτελέσματα που παρατίθενται, αποδεικνύουν την βελτίωση της απόδοσης των προτεινόμενων μεθόδων σε σχέση με γνωστές τεχνικές περίληψης. Τέλος, προτείνονται κάποιες μελλοντικές κατευθύνσεις έρευνας στο αντικείμενο που πραγματεύεται η παρούσα διατριβή, με άμεσες επεκτάσεις στο πεδίο ανάκτησης εικόνας και βίντεο. / The rapid development witnessed in the recent years enabling the storage and processing of a huge amount of data, in various fields of computer technology and image/video understanding, has given new impetus to the field of video manipulation, browsing, indexing, and retrieval. Video summarization, as a static sequence of key frames, reduces the amount of information required for video searching, while provides the basis for understanding the semantic content in video retrieval applications.
The research subject of this doctoral thesis is the incorporation of graph theory and unsupervised clustering algorithms in Automatic Video Summarization applications of large video sequences. In this context, every frame from a video sequence is not processed as a discrete element, but the relations between the frames are considered. Thus, the clustering problem is transformed from a typical computation procedure, to the problem of data structure analysis. Detailed experimental results demonstrate the performance improvement provided by the proposed methods in comparison with well-known video summarization techniques from the literature. Finally, future research directions are proposed, directly applicable to the fields of image and video retrieval.
|
130 |
Αποδοτικά πρωτόκολλα συλλογής δεδομένων σε ασύρματα δίκτυα αισθητήρωνΑγγελόπουλος, Κωνσταντίνος Μάριος 12 October 2013 (has links)
Το Διαδίκτυο αναμφίβολα αποτελεί την μεγαλύτερη ανακάλυψη στον τομέα διάδοσης της πληροφορίας από την εποχή του Γουτεμβέργιου και της τυπογραφίας, έχοντας ριζικά αλλάξει τον τρόπο επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης των ανθρώπων. Στον πυρήνα του Διαδικτύου βρίσκονται τεχνολογίες οι οποίες αναπτύχθηκαν με σκοπό την επίτευξη επικοινωνίας ανάμεσα σε ετερογενή συστήματα και δίκτυα. Με αυτό τον τρόπο, ενώ το Διαδίκτυο αρχικά αποτελείτο αποκλειστικά από δίκτυα υπολογιστών, στην συνέχεια ενσωματώθηκαν σε αυτό και άλλοι τύποι δικτύων όπως τα σταθερά τηλεφωνικά δίκτυα, τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, τα δορυφορικά δίκτυα, κ.α. Πλέον το Διαδίκτυο αποτελεί ένα μετα-δίκτυο δικτύων το οποίο συνεχίζει να επεκτείνεται και οι αντίστοιχες υποστηρικτικές τεχνολογίες συνεχίζουν να εξελίσσονται. Στο ορατό μέλλον, στο Διαδίκτυο θα προστεθούν και τα ενσωματωμένα συστήματα ελέγχου πραγματώνοντας με αυτό τον τρόπο το όραμα του Διαδικτύου των Αντικειμένων (Internet of Things).
Η κύρια υποστηρικτική τεχνολογία για το Διαδίκτυο των Αντικειμένων είναι τα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων (Α.Δ.Α.). Τα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων αποτελούν μία ειδική κατηγορία κατανεμημένων και αυτό-οργανούμενων δικτύων τα οποία υπόσχονται να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στον φυσικό και τον ψηφιακό κόσμο. Αποτελούνται από μικρές αυτόνομες συσκευές, περιορισμένων υπολογιστικών δυνατοτήτων, εξοπλισμένες με ψηφιακούς αισθητήρες. Οι συσκευές αυτές συλλέγουν δεδομένα και δουλεύοντας συνεργατικά μεταξύ τους, τα διαδρομούν μέσω πολύ-βηματικών μεταδόσεων. Με αυτό τον τρόπο, αν και ο κάθε κόμβος του δικτύου χαρακτηρίζεται από σημαντικούς περιορισμούς (στην υπολογιστική ισχύ, την ενέργεια, την ασύρματη επικοινωνία, κ.α.) τα δίκτυα τα οποία συντίθενται είναι σε θέση να φέρουν εις πέρας δύσκολα υπολογιστικά προβλήματα, παράγοντας και διακινώντας μεγάλες ποσότητες πληροφορίας.
Η διατριβή που κρατάτε στα χέρια σας αποτελεί προϊόν πρωτότυπης έρευνας σε ζητήματα αποδοτικής συλλογής δεδομένων από Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων, ενώ έχει παρουσιαστεί σε γνωστά επιστημονικά περιοδικά και ανταγωνιστικά συνέδρια διεθνούς κύρους. Το κείμενο είναι οργανωμένο σε τρεις ενότητες.
Στην πρώτη ενότητα μελετώνται θέματα κίνησης στα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων. Πιο συγκεκριμένα προτείνεται μια οικογένεια ευρετικών αλγορίθμων για την γρήγορη και αποδοτική συλλογή δεδομένων από δίκτυα τα οποία χαρακτηρίζονται από έντονη και δυναμική κινητικότητα των κόμβων. Επιπλέον, μελετώνται οι τυχαίοι περίπατοι ως απλές, αποδοτικές στρατηγικές κίνησης κέντρων ελέγχου για την συλλογή δεδομένων σε δίκτυα αισθητήρων με στατικούς κόμβους. Για την αναπαράσταση των δικτύων χρησιμοποιούνται τα μοντέλα του πλέγματος και των τυχαίων γεωμετρικών γράφων.
Στην δεύτερη ενότητα μελετώνται δύο πρόσφατα θεμελιωμένα προβλήματα στα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων (σχετιζόμενα με πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις) και παρουσιάζονται αντίστοιχες πρωτότυπες προσεγγίσεις. Το πρώτο πρόβλημα εξετάζει την διαδρόμηση δεδομένων με πρωτόκολλα χαμηλής ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας υπό το πρίσμα των Ασύρματων Δικτύων Αισθητήρων. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι το πρόβλημα ανάγεται ευρύτερα σε ετερογενή ασύρματα δίκτυα. Το δεύτερο πρόβλημα εξετάζει την διαχείριση ενέργειας σε Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων στα οποία μία ειδική μονάδα κινούμενη μέσα στο δίκτυο επαναφορτίζει τους κόμβους μέσω ασύρματης μετάδοσης ενέργειας.
Στην τρίτη ενότητα παρουσιάζονται μια σειρά πρότυπων συστημάτων και εφαρμογών του Μελλοντικού Διαδικτύου, που αναπτύχθηκαν στα πλαίσια της παρούσας διατριβής. Τα συστήματα συνδυάζουν τα Ασύρματα Δίκτυα Αισθητήρων με την νέας γενιάς στοίβα πρωτοκόλλων επικοινωνίας IPv6 καθιστώντας δυνατή την απρόσκοπτη και διαφανή επικοινωνία των κόμβων του δικτύου με το Διαδίκτυο και τον έξω κόσμο. Οι εφαρμογές των συστημάτων περιλαμβάνουν την ανάπτυξη ενός έξυπνου/πράσινου δωματίου και αντίστοιχων σεναρίων χρήσης του με δυνατότητες απομακρυσμένου ελέγχου μέσω Διαδικτύου (προσωποποίηση της συμπεριφοράς του δωματίου στον χρήστη, αλληλεπίδραση του δωματίου στην φυσική παρουσία, ασφαλής εκκένωση κτηρίου σε συνθήκες κινδύνου, κ.α.), την ανάπτυξη πρότυπου συστήματος έξυπνης άρδευσης, τον εντοπισμό θέσης με υψηλή ακρίβεια σε εσωτερικό χώρο, καθώς και την επεξεργασία κοινωνικής σηματοδότησης κατά την διάρκεια ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων.
Με την παρούσα διδακτορική διατριβή κλείνει ένας κύκλος έρευνας που διήρκεσε κάτι λιγότερο από πέντε χρόνια. Ωστόσο, αρκετά θέματα θα αποτελέσουν και στο μέλλον πεδίο έντονης ερευνητικής δραστηριότητας. Η εκπεμπόμενη ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία κατά την διάρκεια ασύρματων μεταδόσεων δεδομένων είναι ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα από την πλευρά της ασφάλειας της δημόσιας υγείας. Πιστεύουμε όμως ότι αξίζει να μελετηθεί και από τον κλάδο της Επιστήμης των Υπολογιστών καθώς το πλήθος των ασύρματων δικτύων και η πυκνότητα της περιρρέουσας ακτινοβολίας στην καθημερινή μας ζωή ολοένα και αυξάνεται. Ένα δεύτερο πεδίο έρευνας αναδύεται από την πραγμάτωση του Διαδικτύου των Αντικειμένων και τις δυνατότητες που αυτό παρέχει στα πλαίσια του Μελλοντικού Διαδικτύου. Ενδεικτικά αναφέρεται η ανάδειξη νέων μοντέλων δικτύων στα πρότυπα των κοινωνικών δικτύων, τα οποία θα περιλαμβάνουν αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε ανθρώπους και σε αντικείμενα.
Καλή Ανάγνωση. / The Internet is undoubtedly the biggest breakthrough in dissemination of information since the era of Gutenberg and the printing press that has radically changed the way of communication and interaction among people. At the core of the Internet lie technologies which are developed to achieve communication between heterogeneous systems and networks. In this way, while the Internet initially consisted exclusively of computer networks, it then incorporated other types of networks as well, such as land line telephone networks, cellular networks, satellite networks, social networks and so on. Nowadays, the Internet is a meta-network of networks which continues to expand and relevant enabling technologies continue to evolve. In the foreseeable future, the Internet will also include embedded control systems, thus realizing the vision of the Internet of Things.
The main enabling technology of the Internet of Things vision is Wireless Sensor Networks (WSNs). Wireless Sensor Networks are a special class of distributed and self-organized networks which promise to bridge the gap between the physical and digital world. A WSN consists of small autonomous devices with minimal computational capabilities that are equipped with digital sensors. These devices collect data from their immediate environment and working collaboratively with each other, propagate them via multi-hop transmissions. In this way, although each node of the network is characterized by significant limitations (in terms of computational power, energy reserves, wireless communication capabilities, etc.) the formed networks are able to carry out difficult computational problems and thus to generate and route large amounts of information.
The dissertation that you hold in your hands is the product of original and novel research on several aspects of efficient data collection from Wireless Sensor Networks. Corresponding research findings have been published in prestigious scientific journals and competitive, peer-reviewed international conferences. The dissertation is organized into three parts.
In the first part mobility aspects of Wireless Sensor Networks are studied. More specifically, a family of heuristic algorithms is proposed for fast and efficient data collection in networks that are characterized by diverse and dynamic node mobility. Moreover, random walks are studied as simple, efficient mobility strategies for data collection in sensor networks in which sensor motes are stationary. Sensor networks are modeled either as Grids or as Random Geometric Graphs.
In the second part two recently acquired problems in Wireless Sensor Networks (associated with recent technological advances) are studied. The first problem examines data routing protocols that yield low electromagnetic radiation in the context of Wireless Sensor Networks. The second problem examines energy management in Wireless Sensor Networks in which a special unit (namely the Charger) traverses the network area and is able to recharge sensor motes via wireless energy transfer.
In the third part a series of prototype systems and applications for the Future Internet that have been developed in the context of this dissertation are presented. These systems combine Wireless Sensor Networks with the new generation, IPv6 Internet protocol stack, thus allowing seamless and transparent communication between sensor motes and the rest of the Internet world. These systems include the development of a smart / green room and corresponding use-case scenarios (room adaptation to human presence, safe evacuation in emergency conditions, etc.), the development of a prototype smart irrigation system, fine grained in-door localization, and social signal processing.
This dissertation concludes a research cycle, which lasted a little less than five years. However, there is more than enough space for future research. The emitted electromagnetic radiation during wireless data transmissions is a controversial issue in terms of public health. However, we believe that it worth’s to be studied from an ICT point of view as the number of wireless networks in our everyday life keeps growing. A second area of research emerges from the realization of the Internet of Things vision and the opportunities it provides as part of the Future Internet; for instance the emergence of a new social network paradigm, that will capture interactions between humans and objects.
|
Page generated in 0.0465 seconds