• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 36
  • 23
  • 3
  • 3
  • 1
  • 1
  • 1
  • 1
  • Tagged with
  • 83
  • 17
  • 16
  • 14
  • 11
  • 10
  • 9
  • 8
  • 8
  • 8
  • 7
  • 6
  • 6
  • 6
  • 6
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
31

Fluorescence enhanced optical tomography on breast phantoms with measurements using a gain modulated intensified CCD imaging system

Godavarty, Anuradha 29 August 2005 (has links)
Fluorescence-enhanced optical imaging using near-infrared (NIR) light developed for in-vivo molecular targeting and reporting of cancer provides promising opportunities for diagnostic imaging. However, prior to the administration of unproven contrast agents, the benefits of fluorescence-enhanced optical imaging must be assessed in feasibility phantom studies. A novel intensified charge-coupled device (ICCD) imaging system has been developed to perform 3-D fluorescence tomographic imaging in the frequency-domain using near-infrared contrast agents. This study is unique since it (i) employs a large tissue-mimicking phantom (~1087 cc), which is shaped and sized to resemble a female breast and part of the extended chest wall region, and (ii) enables rapid data acquisition in the frequency-domain by using a gain-modulated ICCD camera. Diagnostic 3-D fluorescence-enhanced optical tomography is demonstrated using 0.5-1 cc single and multiple targets contrasted from their surrounding by ??M concentrations of Indocyanine green (ICG) in the breast-shaped phantom (10 cm diameter), under varying conditions of target-to-background absorption contrast ratios (1:0 and 100:1) and target depths (up to 3 cm deep). Boundary surface fluorescence measurements of referenced amplitude and phase shift were used along with the coupled diffusion equation of light propagation in order to perform 3-D image reconstructions using the approximate extended Kalman filter (AEKF) algorithm, and hence differentiate the target from the background based on fluorescent optical contrast. Detection of single and multiple targets is demonstrated under various conditions of target depths (up to 2 cm deep), absorption optical contrast ratio (1:0 and 100:1), target volumes (0.5-1 cc), and multiple targets (up to three 0.5 cc targets). The feasibility of 3-D image reconstructions from simultaneous multiple point excitation sources are presented. Preliminary lifetime imaging studies with 1:2 and 2:1 optical contrast in fluorescence lifetime of the contrast agents is also demonstrated. The specificity of the optical imager is further assessed from homogeneous phantom studies containing no fluorescently contrasted targets. While nuclear imaging currently provides clinical diagnostic opportunities using radioactive tracers, molecular targeting of tumors using non-ionizing NIR contrast agents tomographically imaged using the frequency-domain ICCD imaging system could possibly become a new method of diagnostic imaging.
32

Η αρχιτεκτονική του Αγίου Όρους : πύργοι και αρσανάδες

Παπαντωνίου, Παναγιώτης, Πίτσης, Χαράλαμπος 14 January 2009 (has links)
Αντικείμενο αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη και η αξιολόγηση δεδομένων που αφορούν τις εργασίες αποκατάστασης παραδοσιακών ιστορικών κτιρίων και πιο συγκεκριμένα των κτιρίων του Αγίου Όρους. Ειδικότερα, τα κτίρια που μας απασχόλησαν είναι οι Πύργοι και οι Αρσανάδες των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους, όπου κάποιοι από αυτούς είναι ερειπωμένοι ενώ σε κάποιους άλλους έχουν γίνει εργασίες αποκατάστασης. Στα πρώτα στάδια της εργασίας, ερευνήθηκε βιβλιογραφία που αφορούσε γενικότερα το Άγιο Όρος, την αρχιτεκτονική του αλλά και τη γεωμορφολογία της περιοχής, ώστε να αποκτηθεί ένα επίπεδο εξοικείωσης με βασικές έννοιες και αρχές που θα μας ήταν απαραίτητες για την συνέχεια. Στα πλαίσια αυτής της μελέτης, δανειστήκαμε βιβλία από την Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Πατρών όπως και από των Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πάτρας. Επίσης, από την βιβλιοθήκη του ΤΕΕ Πατρών. Τέλος, επισκεφτήκαμε και δανειστήκαμε βιβλία από τις ανάλογες βιβλιοθήκες του Πανεπιστημίου αλλά και του ΤΕΕ που βρίσκονται στην Αθήνα. Στη συνέχεια, μετά από την μελέτη του υλικό που βρήκαμε, επισκεφτήκαμε στη Θεσσαλονίκη το Κέντρο Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς (Κε.Δ.Α.Κ) αλλά και την Αθωνική Τεχνική όπου έχει αναλάβει πολλά έργα αποκατάστασης σε Μονές και Πύργους του Αγίου Όρους. Εκεί βρήκαμε κυρίως τεχνικές μελέτες καθώς και φωτογραφικό υλικό από διάφορες επεμβάσεις στη χερσόνησο των συγκεκριμένων φορέων. Όλες οι μελέτες που έφτασαν στα χέρια μας έχρηζαν προσεκτικής σπουδής, διαλογής και καταγραφής, αλλά περισσότερο σεβασμού στον τρόπο σκέψης και στην πνευματική ιδιοκτησία που "δανειστήκαμε" από τους μελετητές. Έπρεπε με λίγα λόγια να εξάγουμε τις αρχές με τις οποίες έγιναν οι επεμβάσεις στα παραδοσιακά κτίρια και ασφαλώς, λαμβάνοντας τα στοιχεία που μας ενδιαφέρουν, να τις αποτυπώσουμε χωρίς να χάσουν την έννοια και τη σημασία τους. Αργότερα στην τελευταία φάση της διπλωματικής εργασίας, επισκεφτήκαμε το Άγιο Όρος και τους συγκεκριμένους Πύργους και αρσανάδες που επικεντρωθήκαμε, για την εκτενέστερη αλλά και προσωπική μελέτη και φωτογράφηση των στοιχείων που μας χρειαζόταν για την διεκπεραίωση της εργασίας. Στο Άγιο Όρος κάθε κατασκευή κρύβει και μια καινούργια γνώση για την παλιά τεχνολογία, αναλλοίωτη μετά από σχεδόν μια χιλιετία και αποτελεί μια πρόκληση για τους μηχανικούς και ένα πλούτο για εμάς τους φοιτητές. Προσπαθήσαμε και νομίζουμε πετύχαμε να φέρουμε κοντά στους συναδέλφους μας συγκεντρωμένα, στοιχεία σκόρπια που αφορούν την παραδοσιακή κατασκευή καθώς και τις μεθόδους αποκατάστασης αυτών, που είναι εκ των πραγμάτων δύσκολο να συναντηθούν σε κάποιο βιβλίο. Και εδώ πιστεύουμε πως η παρούσα εργασία συμβάλει. Στο Κεφάλαιο 1 παρατίθενται γενικά στοιχεία για την ιστορία της Αθωνικής χερσονήσου, για τη διοίκηση του Αγίου Όρους καθώς και τη συνταγματική του προστασία. Στο Κεφάλαιο 2 γίνεται μια αναφορά στα πλούσια φυσικά χαρακτηριστικά της χερσονήσου, όπως και στη γεωτεκτονική θέση που κατέχει και που επηρεάζει και τη σεισμικότητα της περιοχής. Στο Κεφάλαιο 3 επικεντρωνόμαστε στη δόμηση στο Άγιο Όρος. Συγκεκριμένα με την Αγιορείτικη αρχιτεκτονική και την προέλευσή της, αλλά και τους κανόνες και τις αρχές δόμησής της. Επίσης, ασχολούμαστε με τις κατηγορίες κτισμάτων που βρίσκονται στο Άγιο Όρος οι οποίες είναι οι Μονές, οι Σκήτες, τα Κελλία, οι Καλύβες, τα Καθίσματα και τα Ησυχαστήρια ή Ασκητήρια. Στο Κεφάλαιο 4 αναφερόμαστε στην αποκατάσταση των οικισμών που περιγράφτηκε, στους τρόπους και τις μεθόδους επέμβασης και συγκεκριμένα σε ξύλινα δομικά στοιχεία αλλά και τοιχοποιίες, στοιχεία που αποτελούν κυρίως τους οικισμούς του Αγίου Όρους. Στο Κεφάλαιο 5 ξεκινάμε με μια ιστορική αναφορά σε Πύργους και Αρσανάδες του Όρους καθώς και στην αρχιτεκτονική τους. Στη συνέχεια γίνεται η ταξινόμησή τους ανάλογα με τα κατασκευαστικά και μορφολογικά τους στοιχεία. Τέλος το μεγαλύτερο τμήμα της εργασίας αποτελεί η παρουσίαση των επεμβάσεων και των εργασιών αποκατάστασης που έχουν γίνει σε κάποιους από αυτούς ενώ παρουσιάζονται και δυο από τους πολλούς ερειπωμένους πύργους της χερσονήσου. Το Κεφάλαιο 6 κλείνει με κάποιες παρατηρήσεις και συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε μετά την επεξεργασία και μελέτη των στοιχείων που παρουσιάστηκαν προηγουμένως. / This project is about reconstruction work made in traditional and historical buildings. In addition, the project is focused in the traditional and historical buildings of holy mountain Agio Oros and especially those of the ports and the towers.
33

Etude biodémographique de deux populations des Alpes Occidentales : chiomonte (Haute Vallée de Susa - Italie) et L'Argentière - La-Bessée (Hautes Alpes-France) / Bio-demographical study on two western alpine populations : chiomonte (Haute Vallée de Susa-Italy) and L'Argentière-La-Bessée (Hautes Alpes-France)

Girotti, Marilena 07 December 2010 (has links)
La recherche en anthropologie biodémographique effectuée sur les communautés de Chiomonte(Haute Vallée de Suse), de 1670 à 1929, et de L’Argentière-la-Bessée (Hautes-Alpes), de 1690 à1889, a permis d’analyser les changements survenus tout au long de ces siècles pour ces deux pays.L’analyse des naissances a permis d’avoir un tableau général des deux populations, pouvant êtreinterprété tant au niveau biologique-démographique qu’au niveau économique-culturel.L’analyse des décès a mis en évidence l’importance des facteurs environnementaux sur l’évolutionde la mortalité, même si l’on peut reconnaître que, grâce à l’amélioration des conditions de vie, il ya eu une diminution du taux de mortalité infantile et infanto-juvénile ainsi qu’une augmentationprogressive des décès des personnes âgées.La culture, la société, l’économie et la religion sont les facteurs les plus importants qui influencentle comportement matrimonial; mais l’environnement aussi a joué un rôle important.La reconstruction des familles de Chiomonte nous a permis de constater que les changements auniveau économique et social qui se sont produits entre 1670 et 1830 ont eu des répercussions,quoique de manière différente, sur les aspects relatifs à la structure et à la descendance des familles.L’augmentation de la duré de la vie a produit une augmentation de la durée des mariages et ladécroissance de la mortalité infantile a déterminé un accroissement du nombre d’enfants quiatteignent l’âge reproductif. Restent, par contre, relativement constants l’âge des conjoints à leurpremier mariage, le nombre d’enfants l’intervalle protogénésique ainsi que l’intervalleintergénésique. / The research on biodemographical anthropology worked out on the community of Chiomonte(Haute Vallée de Suse), from 1670 to 1929, and of L’Argentière-la-Bessée (Hautes-Alpes), from1690 to 1889, has allowed the analysis of the changes in the periods considered in these twocountries.The analysis of births has worked out an overall view of the two populations both from a biologicdemographicperspective and from and economic-cultural one.The analysis of deaths has highlighted the importance of environmental factors on death, although ithas been possible to define that through better conditions of life, infantile and juvenile mortality ratecould decreased as well as old aged people mortality increased.Culture, society, economy and religion are the main factors which influenced marriage behaviors ;also environment played an important role.Families’ reconstructions in Chiomonte enabled us to understand that economical changes whichoccurred from 1670 and 1830 had different consequences on the structure and the lineage of thefamily. The increase of life time led to an increase of marriages and at the same time the decrease ofinfantile mortality determined the rise of children who reached the reproductive age.On the other hand, the age of partners at their first marriage, the number of children, theprotogenesic and intergenesic intervals remain constant.
34

Les dépôts coquilliers de Baie-Comeau (Québec, Canada) : Communautés d'invertébrés marins, compositions isotopiques, géochimiques et reconstructions paléo-environnementales

Bourgeois-Roy, Andréanne January 2015 (has links)
On retrouve dans la vallée de la rivière aux Anglais, dans la région de Baie-Comeau, sur la Haute-Côte-Nord du Saint-Laurent, d’importants dépôts coquilliers naturels holocènes. Datés de 10,4 à 9,6 ka BP (Bernatchez et al., 1999), ils ont été formés lors de la submersion par la mer de Goldthwait. Une étude détaillée des invertébrés marins composant un de ces dépôts ainsi que des analyses isotopiques (δ18O, δ13C) et géochimiques effectuées sur des coquilles de Mytilus edulis ont permis de décrire l’habitat dans lequel les invertébrés de ce dépôt ont vécu. La communauté marine identifiée et les compositions δ18O ont démontré que les espèces du dépôt ont vécu dans un milieu marin assez stable, froid, peu profond et de salinité supérieure à 20 ‰. Les compositions δ18O ont aussi démontré que la température moyenne annuelle de l’eau dans la mer de Goldthwait était environ 6 °C plus froide que celle de l’eau de l’estuaire maritime du Saint-Laurent moderne.
35

The Evolution of Miocene Climates in North China: Preliminary Results of Quantitative Reconstructions From Plant Fossil Records

Liu, Yu Sheng, Utescher, Torsten, Zhou, Zhekun, Sun, Bainian 01 May 2011 (has links)
The Miocene climate evolution in North China is preliminarily discussed by means of comparisons in seven climate parameters quantitatively reconstructed by the Coexistence Approach on 34 selected macro- and microfloras over North China. The Miocene temperatures show no great difference in the western and eastern part of North China. Temperature fluctuations, particularly in mean annual temperature, are found within floras from several sites. The fluctuation pattern, from a climate optimum in the Mid Miocene to cooling decline in the Late Miocene, is generally consistent with the global trend of Miocene temperature change. The reconstructed precipitation from all the sites studied shows much wetter conditions in North China during the Miocene than at present, which corroborates the results from paleoprecipitation proxy of fossil mammals. Like the situation in paleo-temperature, the Miocene precipitation from North China shows no distinct difference between the western and eastern regions. It is suggested that North China, particularly in the western part, was by no means under an arid or semi-arid environment during the Miocene. North China is an ideal region for study of the impact of the East Asian monsoon system, however, the pattern of precipitation change derived from the monsoon index (MSH) and mean annual precipitation (MAP) shows contradictory results. Therefore, there appears no definite conclusion on when the East Asian summer monsoon intensified. Possible reasons for inconsistency in temperature and precipitation changes are discussed. Directions of future work to improve the resolution of climate evolution are also pointed out.
36

NC-AFM studies on CeO2 film and CeO2 crystal surfaces

Olbrich, Reinhard 30 May 2018 (has links)
Cerium oxide has become an outstanding material in catalytic applications over the last decades. In this thesis, the morphology and atomic structure of thick cerium oxide films and ceria single crystals is investigated by non-contact atomic force microscopy (NC-AFM) and Kelvin probe force microscopy (KPFM). The ceria films are prepared by annealing cycles from room temperature up to 1100K in ultra high vacuum (UHV) and in an oxygen atmosphere. The films exhibit large smooth terraces separated predominantly by O-Ce-O triple layer height step edges but in contrast to the ceria single crystals some inhomogeneities are observed on the terraces. By annealing the film at 1020K to 1070K in UHV several intermediate phases can be stabilized ranging from the fully oxidized phase CeO2 to the fully reduced phase Ce2O3. These phases have a unique stoichiometry with regular arranged vacancies in the surface and subsurface as revealed by density functional theory (DFT) calculations. The film can be reoxidized by annealing in an oxygen atmosphere as shown by X-ray spectroscopy (XPS). The annealing in oxygen atmosphere also results in a surface with less inhomogeneities. This makes the ceria films an excellent model system for catalytic applications. Further in this thesis a measurement series exhibiting absorbed water on the film surface is presented and discussed. Also line defects observed on the film and on the single crystal are analyzed.
37

Effects of Terrain on Reconstructions of Mobility in Past Populations

Whittey, Erin M 24 March 2017 (has links)
Femoral and tibial diaphyseal geometry has frequently been used to evaluate mobility and other patterns of physical activity in past populations. The high antero-posterior (A-P) to medio-lateral (M-L) bending rigidity ratio (IX/IY) typical of many hunter-gatherer femora, for instance, may reflect mechanical loads associated with long distance travel. The possible confounding effect of physical terrain on lower limb diaphyseal morphology is rarely evaluated. This study investigated the possible effect of terrain on lower limb shape ratios (IX/IY) and bending and torsional strength (ZP) in adult skeletons from Europe, North America, Africa, and Asia, covering a time span from around 30,000 BP to the present. Midshaft femoral and tibial cross-sectional geometric properties for 3515 individuals were gathered from databases kindly provided by researchers. Geographic coordinates were found for each archaeological site. Local terrain for each site was quantified with ArcGIS 10 mapping software using USGS elevation data, and characterized as flat, hilly, or mountainous. Analysis of variance shows significant differences (pP) of both femoral and tibial midshaft among the three terrain categories, with more A-P oriented diaphyseal shapes and greater strength in hilly and mountainous groups, even after correcting for the effect of subsistence on these cross-sectional properties. These results suggest that terrain needs to be taken into account in analyses of lower limb diaphyseal structure and mobility. Latitude and coastal proximity were also investigated as possible biogeographic factors in the morphology of lower limb diaphyses.
38

Independent Evaluations of Seasonal Antarctic Sea Ice Extent Reconstructions During the 20th Century

McCreary, Riley 05 June 2023 (has links)
No description available.
39

Atomic Manipulation and Tunneling Spectroscopy on Metal and Semiconductor Surfaces

Acharya, Danda Pani January 2007 (has links)
No description available.
40

A Study of the Effects of Strong Magnetic Fields on the Image Resolution of PET Scanners

Burdette, Don Joesph 09 September 2009 (has links)
No description available.

Page generated in 0.1111 seconds