1 |
Δομή των φακιδίων στο βλαστό των φυτών Olea europaea L. και Cercis siliquastrum L.Καλαχάνης, Δημήτριος 02 December 2008 (has links)
Η δομή των φακιδίων μελετήθηκε κατά τη διάρκεια του έτους με τη χρήση ηλεκτρονικού μικροσκοπίου σάρωσης (Scanning Electron Microscopy – SEM), οπτικού μικροσκοπίου, οπτικού μικροσκοπίου φθορισμού καθώς και με ιστοχημικές τεχνικές. Παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των σχηματισμών των δύο υπό έρευνα φυτών. Τα φακίδια της Olea europaea (ελιά) ανήκουν στον τύπο Magnolia, Populus και Pyrus (Esau, 1965). Τα γεμιστικά κύτταρα είναι φελλοποιημένα, όπως προκύπτει από τις ιστοχημικά δεδομένα μας και δεν υπάρχει κανενός είδους καλυπτήριο στρώμα (closing layer). Χαλαρά διευθετημένα, με λεπτά τοιχώματα κύτταρα εναλλάσσονται ετησίως με κύτταρα με παχιά τοιχώματα με μικρότερους μεσοκυττάριους χώρους. Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, ο φθορισμός της χλωροφύλλης παρατηρήθηκε εντονότερος σε περιοχές του φλοιού παρακείμενες στα φακίδια από ότι σε πιο απομακρυσμένες
Τα φακίδια του Cercis siliquastrum (κουτσουπιά) ανήκουν στον τύπο Prunus και Robinia (Esau, 1965). Χαρακτηρίζονται από στιβάδες χαλαρά διευθετημένων, μη φελλοποιημένων γεμιστικών κυττάρων τα οποία καλύπτονται από ένα στρώμα φελλοποιημένων κυττάρων (closing layer). Το στρώμα αυτό σπάζει κατά την αρχή της βλαστητικής περιόδου εξαιτίας της πιέσεως που δημιουργείται από τα υποκείμενα, μη φελλοποιημένα κύτταρα, τα οποία συνεχώς παράγονται από το φελλογόνιο κατά την περίοδο αυτή και αντικαθίσταται από ένα νέο στρώμα που δημιουργείται προς το τέλος της. Αντιστοιχίες παρατηρήθηκαν με την Olea europaea όσον αφορά στο φθορισμό της χλωροφύλλης. / The structure of primary lenticels of the Mediterranean evergreen Olea europaea and the winter deciduous species Cercis siliquastrum was investigated during the year using scanning electron, conventional bright field and epi-fluorescence microscopy. It was revealed that lenticels of O.europaea do not undergo significant structural changes during the year. The filling tissue of O.europaea lenticels consists of fully-suberized cells which form small intercellular spaces. The air-exposed filling cells are replaced during spring and early summer by new early-suberized cells; further remarkable structural modifications during the year were not observed. On the contrary, lenticels of C. siliquastrum possess a closing layer of suberized cells delimiting an underlying mass of non-suberized filling cells. During the period of high metabolic activity of the plant, i.e. during spring and early summer the suberized closing layer is broken from the pressure the underlying newly formed cells exercise. During late summer a new closing layer is formed, delimiting again the non-suberized underlying filling cells during winter. The possible role of lenticels in the gas exchange process is discussed. In both species the shade adapted parenchyma cells of the cortex beneath lenticels shows bright chlorophyll red auto-fluorescence, a phenomenon which is not yet fully understood.
|
2 |
"Ευφυή" σύνθετα υλικά με ενσωματωμένα κράματα μνήμης σχήματοςΠαππάς, Παναγιώτης - Νεκτάριος 25 January 2010 (has links)
Ο θερμομηχανικός χαρακτηρισμός του κράματος NiTi και η ενσωμάτωση του σε πολυμερική μήτρα με στόχο τη γέννηση εσωτερικών μηχανικών τάσεων όταν υπάρξει θερμική διέγερση, είναι επιγραμματικά ο σκοπός της παρούσας εργασίας. Το ‘ευφυές’ σύστημα που μελετάται στην εργασία αυτή αποτελείται από εποξειδική ρητίνη, ενισχυμένη με ίνες Kevlar 29 και ενσωματωμένα σύρματα Νικελίου-Τιτανίου.
Στο πρώτο πειραματικό μέρος, περιλαμβάνεται η μελέτη και ο θερμομηχανικός χαρακτηρισμός του υλικού. Χρησιμοποιήθηκαν σύρματα NiTi διαμέτρου 0.3mm, αλλά και ράβδοι για τη διεξαγωγή κάποιων συγκεκριμένων πειραμάτων. Οι πειραματικές τεχνικές περιλαμβάνουν μηχανικά πειράματα εφελκυσμού σε σερβοϋδραυλικό πλαίσιο δοκιμών, ηλεκτρονιακή μικροσκοπία σάρωσης (SEM), οπτική μικροσκοπία, χρήση θερμοκάμερας υπερύθρου ακτινοβολίας, διαφορική θερμιδομετρία σάρωσης (DSC), δυναμική μηχανική ανάλυση (DMA), μέτρηση ηλεκτρικών ιδιοτήτων καθώς και ένα πρωτοποριακό σύστημα χαρακτηρισμού υλικών (σύστημα THERMIS), που αναπτύχθηκε στο εργαστήριο. Το δεύτερο τμήμα, περιλαμβάνει τη μελέτη του υβριδικού σύνθετου υλικού. Η παρασκευή του πραγματοποιείται σε αυτόκλειστο φούρνο (autoclave) και για την ενεργοποίηση του και την καταγραφή των παραμέτρων κατά τη λειτουργία του, χρησιμοποιείται το σύστημα THERMIS. Για να επιτευχθεί η σύγκριση μεταξύ της συμπεριφοράς του κράματος όταν αυτό ενεργοποιείται με και χωρίς την πολυμερική μήτρα να το περιβάλει, έχουν επιλεγεί δύο τύποι πειραμάτων: συνεχής ενεργοποίηση για μεγάλο χρονικό διάστημα (χαλάρωση τάσης ενεργοποίησης - activation stress relaxation) και κυκλική ενεργοποίηση-απενεργοποίηση για μεγάλο αριθμό επαναλήψεων (λειτουργική κόπωση – transformation fatigue).
Τα πειράματα της λειτουργικής κόπωσης στα σύρματα, έδειξαν ότι η αρχική αναπτυσσόμενη τάση, μειώνεται εκθετικά, συναρτήσει των κύκλων ενεργοποίησης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η κοπωτική συμπεριφορά του σύρματος, δεν εξαρτάται από τη διάρκεια του χρόνου θέρμανσης ανά κύκλο, αλλά από τον αριθμό των κρυσταλλογραφικών μετασχηματισμών μεταξύ οστενιτικής - μαρτενσιτικής φάσης και αντίστροφα. Ο ρυθμός υποβάθμισης της ικανότητας του κράματος να ασκεί μηχανική τάση, είναι πολύ έντονος κατά τη διάρκεια των πρώτων εκατοντάδων κύκλων και μειώνεται όσο το φαινόμενο εξελίσσεται.
Στα σύνθετα υλικά, όπως και στην περίπτωση των συρμάτων SMA, η υποβάθμιση της λειτουργικής ικανότητας των υβριδικών συνθέτων, φαίνεται ότι δεν εξαρτάται από το χρόνο της θέρμανσης ανά κύκλο, αλλά μόνο από το πλήθος των κρυσταλλογραφικών εναλλαγών.
Στα πειράματα χαλάρωσης τάσης, η αρχική τάση των συρμάτων ήταν γύρω στα 500MPa και σύμφωνα με τα πειραματικά αποτελέσματα, με την πάροδο του χρόνου και υπό την επίδραση της θερμοκρασίας, λαμβάνει χώρα εκθετική μείωση του μεγέθους της. Το επίπεδο της θερμοκρασίας λειτουργίας, επηρεάζει δραματικά την υποβάθμιση της μηχανικής αναπτυσσόμενης τάσης, της οποίας ο ρυθμός είναι ιδιαίτερα αυξημένος κατά τις πρώτες ώρες λειτουργιάς του υλικού. Ποιοτικά, το ίδιο φαινόμενο συμβαίνει και στην περίπτωση της χαλάρωσης τάσης ενεργοποίησης των υβριδικών συνθέτων, με τη διαφορά ότι η υποβάθμιση είναι σαφώς πιο έντονη.
Προτείνεται τέλος, η μελέτη της υποβάθμισης της ικανότητας των ενεργοποιητών, με βάση στατιστικά εργαλεία και μεθόδους, κατά αναλογία με άλλα κοπωτικά φαινόμενα στη φύση (κυρίως στη μηχανική), εφόσον ουσιαστικά πρόκειται για ακολουθία δράσεων που τελικά οδηγούν στην απώλεια της ικανότητας των υλικών μας να ασκούν τάση. Συνηγορεί εξάλλου σε αυτό και η μορφή των πειραματικών καμπυλών, που παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα με τις αντίστοιχες καμπύλες S/N, στη μηχανική κόπωση των υλικών. / The present work, aims to the thermo-mechanical characterization of the NiTi Shape Memory Alloy and the characterization of ‘smart’ hybrid composites with embedded SMAs, under thermal activation. The composite structure that is being investigated consists of an epoxy resin matrix, Kevlar 29 fibers and NiTi SMA wires.
The first experimental section deals with the thermo mechanical characterization of the Shape Memory Alloy. 0.3 mm in diameter wires were used. The experimental techniques, include mechanical tests using a servo-hydraulic testing apparatus, scanning electron microscopy (SEM), optical microscopy, thermal IR camera imaging, differential scanning calorimetry (DSC), dynamic mechanical analysis (DMA), electrical measurements and a novel thermo mechanical characterization system (Thermis), which was tailor made according to the needs of this project. The second experimental section deals with the characterization of the composite material, which was developed using a special purpose furnace (autoclave) and was tested on the Thermis system. In order to compare the functionality of the SMA either in free condition or embedded in a polymer matrix, two experiments were chosen: continuous activation for a long time (activation stress relaxation) and recurrent thermal activation (transformation fatigue).
The transformation fatigue experiments showed that the initially developed mechanical stress, reduces exponentially, according to the number of the crystalline transformations. The functional fatigue life of the alloy, does not depend on the heating time per cycle, but is strongly correlated to the number of the recurrent transformation between martensite and austenite. The stress reduction rate is increased during the first cycles and reduces as the phenomenon develops.
As it concerns the composite materials, like the SMA wire case, the reduction of the stress generation capability, is not affected by the heating time per cycle, and is only related to the number of the crystalline transformations.
During the stress relaxation experiments, the initial developed stress of the wires was about 500 MPa and according to the experimental results, as time passes and under the influence of the thermal field, the stress reduces exponentially. The temperature level strongly affects the reduction phenomenon and the reduction rate is very high during the first hours of the experiment. The same behavior is observed not only at the SMA wires but also at the composites, as well, noting that reduction in the later case is much more intense.
At the end, the study of the fatigue and relaxation phenomena, using a statistical approach, is suggested, like many other fatigue cases in nature (especially in mechanics). The fatigue curves presented here resemble to the S/N curves that can derived from the case of mechanical fatigue of other structural materials, like steel or CFR composites.
|
3 |
Γλωσσικές διεργασίες στη γνωσιακή ψυχοθεραπεία : ανάλυση λόγου γνωσιακών συνεδριών και ανάδειξη γλωσσικών μοτίβων στο πλαίσιο της ψυχοθεραπείας σύμφωνα με τη συστημική λειτουργική γλωσσολογία / Linguistic processes in cognitive psychotherapy : discourse analysis of cognitive sessions and emergence of speech patterns in the context of psychotherapy according to Systemic Functional LinguisticsΡηγάλου, Χριστίνα 05 February 2015 (has links)
Η γνωσιακή ψυχοθεραπεία είναι ένα είδος θεραπείας που στηρίζεται στην παραδοχή ότι οι σκέψεις των ανθρώπων είναι εκείνες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά και τα συναισθήματά τους. Πρόκειται για μια επικοινωνιακή περίσταση με βασικό της εργαλείο το λόγο. Στην παρούσα διπλωματική εργασία θελήσαμε να εξετάσουμε διεξοδικά τη χρήση της γλώσσας στο συγκεκριμένο ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο. Πιο συγκεκριμένα, σκοπός της διπλωματικής εργασίας ήταν η εξέταση των γλωσσικών επιλογών που συντελούνται στο πλαίσιο της γνωσιακής ψυχοθεραπείας και ο βαθμός στον οποίο αυτές οι επιλογές επηρεάζουν τη θεραπευτική σχέση και τη χρήση των θεραπευτικών τεχνικών. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, υιοθετήθηκε η οπτική της συστημικής λειτουργικής γλωσσολογίας, σύμφωνα με την οποία η γλώσσα αποτελεί πόρο νοήματος σε συνάρτηση με το κοινωνικό- πολιτισμικό περιβάλλον. Δόθηκε έμφαση στη διαπροσωπική διάσταση της γλώσσας, επομένως η γνωσιακή ψυχοθεραπεία αντιμετωπίστηκε ως ένα είδος διάδρασης. Το διαπροσωπικό νόημα της γλώσσας είναι εκείνο που μας επιτρέπει να αντιληφθούμε τους ομιλιακούς ρόλους που επιλέγουν οι μετέχοντες στο θεραπευτικό πλαίσιο, τα χαρακτηριστικά τους και τη μεταξύ τους σχέση. Όσον αφορά το μεθοδολογικό πλαίσιο, έγινε ανάλυση λόγου σε αποσπάσματα από γνωσιακές συνεδρίες που αφορούσαν όλα τα στάδια της θεραπείας. Χρησιμοποιήθηκαν δύο μεθοδολογικά εργαλεία: το σύστημα Λειτουργίας του Θεραπευτικού Λόγου (system of Therapeutic Speech) και το σύστημα της Αποτίμησης. Το σύστημα Λειτουργίας του Θεραπευτικού Λόγου προέκυψε από τη σύνθεση των βασικών σημείων δανεισμένων από δύο διαπροσωπικά γλωσσολογικά συστήματα, το διαπροσωπικό σύστημα (Interpersonal System) των Halliday & Hasan (1989) και το σύστημα των Γλωσσικών Λειτουργιών (system of Speech Function) των Halliday and Matthiessen (2004) σε συνδυασμό με την τυπολογία του Labov (1997). Τα αποτελέσματα της ανάλυσης λόγου ανέδειξαν γλωσσικά μοτίβα που διέπουν το θεραπευτικό λόγο γενικά, καθώς και γλωσσικά μοτίβα που αφορούν ειδικά το γνωσιακό ψυχοθεραπευτικό λόγο. Επιπλέον, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γλωσσικές επιλογές των μετεχόντων φαίνεται να διαμορφώνουν τη μεταξύ τους σχέση και να συμβάλουν στη χρήση των θεραπευτικών τεχνικών. / Cognitive psychotherapy is a type of therapy based on the premise that people's thoughts are those that affect their behavior and feelings. It is a communicative circumstance with discourse as its main tool. In the present thesis we wanted to examine in detail the use of language in that particular psychotherapeutic context. More specifically, the thesis’ goal was the investigation of the language choices that occur in the context of cognitive psychotherapy and the extent to which those choices affect the therapeutic relationship and the use of therapeutic techniques. To achieve this goal, the perspective of Systemic Functional Linguistics was adopted, according to which language is a resource of meaning in relation to the socio-cultural environment. Emphasis was given at the interpersonal dimension of language therefore cognitive psychotherapy was treated as a kind of interaction. The interpersonal meaning of language is that which allows us to understand the speech roles chosen by participants in the therapeutic context, their characteristics and their interrelationship. Concerning the methodological framework, a discourse analysis of extracts from cognitive sessions, involving all stages of treatment, took place. Two methodological tools were used: the System of Therapeutic Speech and the Appraisal System. The System of Therapeutic Speech resulted from the synthesis of main elements adopted from two linguistic systems, the Interpersonal System of Halliday & Hasan (1989) and the system of Speech Function of Halliday and Matthiessen (2004) in combination with Labov’s typology (1977). The results of discourse analysis revealed linguistic patterns governing the therapeutic discourse in general as well as linguistic patterns specific to the discourse of cognitive psychotherapy. Furthermore, the results showed that the linguistic choices of the participants seem to shape their relationship and contribute to the use of therapeutic techniques.
|
4 |
Διδασκαλία της λειτουργικής γραμματικής στο δημοτικό σχολείο και ανάπτυξη διδακτικών σεναρίωνΜαρτζάκλη, Νίκη 27 April 2015 (has links)
Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί ο σχεδιασμός του γλωσσικού μαθήματος στο Δημοτικό Σχολείο και ειδικότερα, ο τρόπος διδασκαλίας της γραμματικής της ελληνικής γλώσσας στους μαθητές. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται ο ορισμός της έννοιας γραμματική και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στον τρόπο διδασκαλίας της λειτουργικής γραμματικής και φυσικά η αποτελεσματικότητα της στην επίδοση των μαθητών. Επιπλέον, η διδασκαλία της λειτουργικής γραμματικής συνδέεται με την ανάπτυξη διδακτικών σεναρίων αναφορικά με το γλωσσικό μάθημα. Επιχειρείται, λοιπόν, ο σχεδιασμός κάποιων ενδεικτικών διδακτικών σεναρίων για το γλωσσικό μάθημα για τη Γ΄, Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ Τάξη του Δημοτικού Σχολείου με εστίαση στη διδασκαλία της λειτουργικής γραμματικής. / The purpose of this thesis is the teaching of the language in Primary School and in particular, the instruction method of the Greek language’s grammar. More specifically, the objective is to develop the concept of grammar and to put special emphasis on the teaching of functional grammar and subsequently on its effectiveness on students’ progress. In addition, the instruction of the functional grammar is associated with the development of instructional scenarios in regard to the linguistic subject. It is therefore attempted the design of some prime examples of instructional scenarios for the Third, Fourth, Fifth and Sixth Class of Primary School with a focus on the instruction of functional grammar.
|
5 |
Μελέτη κατασκευαστικής και λειτουργικής συμπεριφοράς του συστήματος ηλεκτροκίνητου σιδηρόδρομου : ηλεκτροκίνηση των ελληνικών τραίνων : δομή, τροφοδοσία, λειτουργία, εξομοίωση μέσω Η/ΥΤσούρτης, Γεώργιος 03 April 2015 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματεύεται τη μελέτη της κατασκευαστικής και λειτουργικής συμπεριφοράς του συστήματος κίνησης του ηλεκτροκίνητου σιδηροδρόμου. Η εργασία αυτή εκπονήθηκε στο Εργαστήριο Ηλεκτρομηχανικής Μετατροπής Ενέργειας του Τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Τεχνολογίας Υπολογιστών της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πατρών.
Σκοπός της εργασίας αυτής είναι καταρχήν η μελέτη του υπάρχοντος συστήματος ηλεκτροκίνητου σιδηροδρόμου στην Ελλάδα και η μελέτη του ηλεκτροκινητήριου συστήματος μέσω προσομοίωσης χρησιμοποιώντας το λογισμικό matlab/Simulink. Έπειτα γίνεται προσπάθεια διερεύνησης του προβλήματος επιστροφής ενέργειας κατά την πέδηση του συρμού. Αυτό εν γένει οφείλεται στην κατασκευαστική και φυσική ιδιομορφία των ηλεκτρικών μηχανών, οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να συμπεριφερθούν ως γεννήτριες όταν ασκείται αρνητική ροπή στον άξονά τους. Αυτό φυσικά συμβαίνει όχι μόνον όταν πραγματοποιείται πέδη με τη μηχανή, αλλά και όταν ζητείται από αυτή να συγκρατήσει τον συρμό σε μία συγκεκριμένη ταχύτητα στις κατωφέρειες.
6
Διπλωματική Εργασία Τσούρτης Γιώργος
Στη παρούσα εργασία γίνεται μία ιστορική αναδρομή από την προϊστορία ως σήμερα με σκοπό να αντιληφθούμε τη συμβολή του σιδηροδρόμου στις μεταφορές ,αλλά και να έχουμε μία εποπτεία τις πορείας και εξέλιξής του.
Στη συνέχεια εξειδικεύεται στον συρμό του Ο.Σ.Ε. που μελετάμε και γίνεται μία ανάλυση για την διάταξη του συρμού, τα μέσα που χρησιμοποιούνται, (κύριος μετασχηματιστής, διάταξη ηλεκτρονικών στοιχείων ελέγχου των κινητήρων κλπ), αλλά και σύντομη αναφορά στην τεχνολογία αυτών των μέσων.
Ακολουθεί μία εκτενής αναφορά, με φωτογραφικό υλικό, από έναν υποσταθμό τροφοδοσίας του δικτύου ηλεκτροκίνησης (25kV/50Hz μονοφασικό) την ώρα της συντήρησης του.
Περνώντας τώρα στην προσομοίωση, προσδιορίζεται αρχικά ένα μαθηματικό μοντέλο με βάση το οποίο θα στηρίξουμε πέντε διαφορετικές υποθέσεις εργασίας, ούτως ώστε να έχουμε μία πιο εκτενή άποψη για το πρόβλημα που μας απασχολεί. Αφού λοιπόν ορίσουμε τις παραμέτρους και κάνουμε μία εύλογη προσέγγιση, προσομοιώνουμε την κάθε περίπτωση και παραθέτουμε τις ανάλογες κυματομορφές, ώστε να εξάγουμε αντίστοιχα συμπεράσματα.
Τέλος αφού προηγηθεί μία συλλογή στοιχείων για την αναγεννητική πέδηση, ελέγχουμε αν η προτεινόμενη διάταξη πληροί έστω την ηλεκτρική προϋπόθεση, για να είναι εφικτή η επιστροφή ενέργειας από την πέδηση του τραίνου.
Κλείνοντας, καταλήγουμε στα όποια συμπεράσματα-προοπτικές μας επιτρέπει να εξάγουμε η συγκεκριμένη εργασία. / This thesis deals with the study of the construction and functional behavior of the drive system of the electric railway. The work was conducted at the Laboratory of Electromechanical Energy Conversion Department of Electrical Engineering and Computer Engineering from the Polytechnic School of the University of Patras.
The purpose of this work is the first study of the existing system of electric railway in Greece and the design of the drive system by using simulation software matlab / Simulink. Following is investigating the energy recovering problem during braking of the train. This is generally due to construction and physical peculiarity of electrical machines, which have the potential to behave as generators when there is a negative torque on the shaft. This of course happens not only when performing brake with the camera, but when asked it to hold the train at a certain speed on inclines.
The present work is a flashback from prehistory to the present day in order to understand the contribution of rail transport, but also to have an oversight the course and evolution.
Then specializes in train OSE we study and made an analysis of the provision of the train, the instruments used (main transformer, electronic device authentication engine, etc.), but also a brief reference to technology these instruments.
Below is an extensive report, with photographs, of a power substation grid electrification (25kV / 50Hz single phase) at the time of maintenance.
Moving in the simulation, initially defined a mathematical model based on which we will support five different assumptions in order to have a more comprehensive view of the problem that concerns us. Since we define the parameters and make a reasonable approach, we simulate the case and cite similar waveforms to draw appropriate conclusions.
Finally preceded by a collection of data for regenerative braking, check if the proposed arrangement satisfies even the electrical condition to make possible the return of energy from the braking of the train.
Finally, we come to any conclusions-our outlook allows to extract the specific task.
|
6 |
Αναγνώριση λειτουργικών υπο-δομών στο πρωτεϊνικό δίκτυο του Saccharomyces cerevisae συνδυάζοντας δεδομένα έκφρασης γονιδίων και αλληλεπίδρασης πρωτεϊνώνΔημητρακοπούλου, Κωνσταντίνα 23 December 2008 (has links)
Τα τελευταία χρόνια κυριαρχεί στο χώρο της γενωμικής έρευνας η τεχνολογία των μικροσυστοιχιών, η οποία επέτρεψε την ποσοτική μέτρηση της έκφρασης χιλιάδων γονιδίων ταυτόχρονα. Παρόλο που τα δεδομένα έκφρασης των γονιδίων μπορεί να εμπεριέχουν θόρυβο και να μην είναι πλήρως αντικειμενικά, εντούτοις περιγράφουν την έκφραση όλου του γονιδιώματος ενός οργανισμού, κάτι το οποίο δεν ήταν εφικτό τις προηγούμενες δεκαετίες. Επίσης ένα άλλο είδος δεδομένων που συνέβαλλε δραστικά στην κατανόηση των δυναμικών διεργασιών του κυττάρου ήταν τα δεδομένα πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων (πρωτεΐνη-πρωτεΐνη). Μεγάλης κλίμακας τεχνικές όπως το διυβριδικό σύστημα του σακχαρομύκητα και η φασματομετρία μάζας καθαρισμένων πρωτεϊνικών συμπλόκων παρήγαγαν μεγάλη ποσότητα πληροφορίας για τις σχέσεις μεταξύ των γονιδιακών προϊόντων. Επίσης και αυτό το είδος δεδομένων χαρακτηρίζεται από πολλές αναληθείς αλληλεπιδράσεις και στην εργασία αυτή χρησιμοποιούνται οι πιο έγκυρες από αυτές.
Ταυτόχρονα ξεκίνησε μια προσπάθεια να περιγραφούν οι δυναμικές διεργασίες του κυττάρου μέσα από βιολογικά δίκτυα π.χ. γονιδιακά, πρωτεϊνικά, μεταβολικά κτλ. Ακόμα μεγαλύτερη πρόκληση είναι η εύρεση υποδικτύων με βιολογικά διακριτό ρόλο, τα οποία ονομάζονται λειτουργικές υπο-δομές. Η ανίχνευση τέτοιων υπο-δομών θα συντελέσει στην κατανόηση των σχέσεων μεταξύ των γονιδίων ή των προϊόντων τους αλλά και στην επισήμανση γονιδίων ή πρωτεϊνών που δεν έχουν χαρακτηριστεί ακόμα.
Στην εργασία αυτή τέλος περιγράφονται τρόποι ομαδοποίησης των δεδομένων γονιδιακής έκφρασης, αναλύονται διεξοδικά τα δίκτυα αλληλεπίδρασης πρωτεϊνών και παρουσιάζονται τρόποι ομαδοποίησης αυτών. Επίσης προτείνεται ενοποίηση των παραπάνω δεδομένων στον οργανισμό Saccharomyces cerevisiae με σκοπό την ανίχνευση λειτουργικών υπο-δομών στον πρωτεϊνικό του γράφο. Επιπρόσθετα, η ανίχνευση αυτών των υπο-δομών υλοποιήθηκε με έναν νέο αλγόριθμο, τον Detect Module from Seed Protein (DMSP), ο οποίος δεν διαμερίζει το γράφο σε ομάδες όπως οι κλασικοί τρόποι ομαδοποίησης αλλά χτίζει υπο-δομές ξεκινώντας από μια πρωτεΐνη-«σπόρο». / -
|
7 |
Συνδυασμός μεθόδων απεικόνισης ανθρωπίνου εγκεφάλου και υποσυνείδητη αντίληψηΚορίνη, Παναγιώτα 21 December 2012 (has links)
H προβολή υποσυνείδητων μηνυμάτων είναι η διαδικασία έκθεσης ερεθισμάτων κάτω από το κατώφλι της συνειδητοποίησης. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να επηρεαστούν οι σκέψεις, τα συναισθήματα και ενέργειες του ανθρώπου. Η υποσυνείδητη αντίληψη συμβαίνει όταν οι πληροφορίες αποθηκεύονται στο ανθρώπινο μυαλό, χωρίς ο δέκτης να έχει συνειδητά επίγνωση του προβλήματος. Οι πληροφορίες φτάνουν στο μυαλό, γιατί ενώ δεν είναι συνειδητά αντιληπτές, γίνονται αντιληπτές από το υποσυνείδητο κομμάτι του εγκεφάλου.
Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η αποτίμηση των πιθανών διαφορών στις καταγραφές ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος (ΕΕG) και προκλητών δυναμικών (ERPs) κατά την υποβολή ενός ατόμου σε οπτικά υποσυνείδητα ερεθίσματα σε σύγκριση με καταγραφές χωρίς ερέθισμα. Στην εργασία χρησιμοποιήθηκε ένα ερευνητικό πρωτόκολλο το οποίο εξετάζει το πώς επηρεάζουν τα υποσυνείδητα ερεθίσματα τη λήψη αποφάσεων και την εγκεφαλική λειτουργία.
Στο πρώτο μέρος της εργασίας (κεφάλαια 1 και 2) γίνεται μια συνοπτική αναφορά στις κυριότερες μεθόδους απεικόνισης εγκεφάλου, όπως το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και την λειτουργική απεικόνιση Μαγνητικού Συντονισμού καθώς και στον συνδυασμό τους για πιο ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το κεφάλαιο 3 αναφέρεται κυρίως σε θέματα σχετικά τα προκλητά δυναμικά, καθώς και την υποσυνείδητη αντίληψη. Στο κεφάλαιο 4 περιγράφεται η πειραματική διαδικασία και η μετρητική διάταξη που χρησιμοποιήθηκε καθώς και η παρουσίαση της επεξεργασίας των μετρήσεων μέσω του eeglab. Τέλος, στο κεφάλαιο 5 παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της επεξεργασίας σε διαγράμματα προκλητών δυναμικών και φασματικής ισχύος καθώς επίσης και τα συμπεράσματα της εργασίας αυτής. / The display of subliminal messages is the process of stimuli exposure below the threshold of awareness. Through this procedure the thoughts, feelings and actions of a human can be influenced. The subliminal perception occurs when information stored in the human mind without the receiver being consciously aware of it. The information reaching the brain is perceived by the subconscious part of the brain.
The object of this diploma thesis is to assess the possible differences in electroencephalogram (EEG) and event - related potentials (ERPs) recordings during the presentation of visual subliminal stimuli compared to non – subliminal conditions. A protocol that examines how subliminal stimuli influence the decision making and the cerebral operation is used.
In the first part of the thesis (chapters 1 and 2) there is a brief review of the main brain imaging methods such as EEG and fMRI as well as the combination of them. Chapter 3 reveals issues about event - related potentials and mostly about subliminal perception. In chapter 4, the experiment and the measuring devices used are described, and there is also a presentation of the analysis by using the eeglab. Finally, chapter 5 includes the results of analysis on event - related potential and spectral power graphs, as well as the conclusions of this work.
|
8 |
Ο λόγος της Ιστορίας και της Βιολογίας στα σχολικά εγχειρίδια του Γυμνασίου : κειμενικά είδη και συστημική λειτουργική ανάλυσηΠαπαγιαννόπουλος, Ιωάννης 01 February 2013 (has links)
Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση των γλωσσικών χαρακτηριστικών στα κειμενικά είδη που εμφανίζονται στα σχολικά εγχειρίδια της Ιστορίας και της Βιολογίας του γυμνασίου, με βάση το θεωρητικό πλαίσιο και τη μεθοδολογία της Συστημικής Λειτουργικής Γλωσσολογίας (ΣΛΓ). Συγκεκριμένα, αναλύονται οι λεξικoγραμματικοί πόροι και τα σημασιολογικά χαρακτηριστικά σε είκοσι τέσσερα συνολικά κείμενα από τα σχολικά εγχειρίδια. Η έρευνα εστιάζει στις διαδικασίες και τους μετέχοντες (σύστημα μεταβιβαστικότητας), στη λεξική πυκνότητα, στην τροπικότητα, στη γραμματική μεταφορά (ιδίως στην ονοματοποίηση), στην χρονικότητα και την αιτιότητα και στις συνδετικές σχέσεις. Οι διαφοροποιήσεις του λόγου των ανθρωπιστικών και φυσικών επιστημών, η αφαίρεση και η τεχνικότητα, και τα σύνδρομα χαρακτηριστικών που χαρακτηρίζουν τα κειμενικά είδη, εξετάζονται σε συσχέτιση και με τα ευρήματα συναφών ερευνών που έχουν γίνει τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς (κυρίως στην Αυστραλία). Όπως προκύπτει από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, τα χαρακτηριστικά αυξάνονται από τη μία τάξη στην άλλη και εντοπίζονται διαφορές στα δύο αντικείμενα. Η ανασυγκρότηση της γνώσης απαιτεί από τα παιδιά του γυμνασίου εξοικείωση με τις γραμματικές μορφές της γραπτής γλώσσας και του τρόπου που αναπτύσσονται στα κειμενικά είδη στα διάφορα μαθήματα. Επιπλέον, προτείνεται η συστηματικότερη ανάλυση και προσαρμογή των εργαλείων της ΣΛΓ στην ελληνική γλώσσα, δεδομένου ότι έχει εφαρμοστεί κατά κύριο λόγο στην αγγλική, και, τέλος, γίνονται κάποιες προεκτάσεις στην εκπαίδευση και τον γραμματισμό με γνώμονα μια ισονομιστική και χειραφετητική γνώση. / The purpose of this study is to investigate the language of genres in History and Biology school textbooks in early secondary school (gymnasio), within the frame of systemic functional linguistics (SFL). More specifically, our aim is to analyze the lexicogrammar and semantics of twenty four texts from school textbooks. The study focuses on processes and participants (system of transitivity), lexical density, modality, grammatical metaphor (especially nominalization), temporality, causality and conjunctive relations. Differences in discourse of humanities and natural sciences, technicality and abstraction, and the co-occurrence (syndromes) of characteristics in different genres are considered in relation with the findings of relevant Greek and international researches. According to data analysis, there is an increasing tension from lower to higher grade and some differences between the two subject areas. The reconstruction of knowledge demands from early secondary pupils familiarization with grammatical forms of written language and with the way that they are deployed in school genres. Furthermore, it is suggested more specific analysis and adaptation of SFL tools in Greek language, given that they have implemented basically in English, and, finally, our remarks are extended to education and literacy under the rule of equal opportunities and emancipative knowledge.
|
9 |
Μεταβολομική ανάλυση κυττάρων HeLa μετά από υπερέκφραση της πρωτεΐνης DGCR14, ενός παράγοντα που σχετίζεται με το σωματίδιο συναρμογής (spliceosome)Καυκιά, Ελένη 02 March 2015 (has links)
Στην μετα-γονιδιωματική εποχή, την εποχή της συστημικής βιολογίας, η κατανόηση της πολυπλοκότητας της κυτταρικής φυσιολογίας απαιτεί την ανάλυση της δυναμικής των δικτύων βιομοριακών αλληλεπιδράσεων σε όλα τα μοριακά επίπεδα κυτταρικής λειτουργίας. Με τη σειρά της, η λειτουργική γονιδιωματική, ένας θεμελιώδης λίθος της συστημικής βιολογίας, στοχεύει στον πολυδιάστατο χαρακτηρισμό ενός γονιδίου, συνδυάζοντας δεδομένα από τις τεχνολογίες υψηλής απόδοσης. Είναι αυτή ακριβώς η ενοποίηση όλων των μοριακών προτύπων για ένα διαταραγμένο βιολογικό σύστημα που μπορεί να δώσει πληροφορίες αναφορικά με την λειτουργία ενός αγνώστου γονιδίου. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα Διπλωματική Εργασία αποτελεί μέρος της ολιστικής λειτουργικής ανάλυσης δύο αλληλεπιδρώντων, αγνώστου βιολογικού ρόλου, πρωτεϊνών, της DGCR14 και της FRA10AC1, οι οποίες έχουν απομονωθεί ως συστατικά του σωματιδίου συναρμογής και έχουν συσχετιστεί με νευρολογικές ασθένειες. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην μεταβολομική μελέτη των μοριακών επιπτώσεων της υπερέκφρασης της DGCR14 σε ένα ανθρώπινο κυτταρικό μοντέλο, τα κύτταρα HeLa, με την χρήση της αέριας χρωματογραφίας - φασματομετρία μάζας. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, θέματα σχετικά με τις δυνατότητες ποσοτικοποίησης των πολυβηματικών ομικών αναλύσεων έπρεπε να επιλυθούν. Μια σημαντική παράμετρος αφορά στην γρήγορη αδρανοποίηση των ενζυματικών διεργασιών έτσι ώστε οι αποκτηθέντες μετρήσεις να αντικατοπτρίζουν την πραγματική κυτταρική φυσιολογία. Για τον σκοπό αυτό, ο πειραματικός σχεδιασμός πρέπει να τροποποιείται κατάλληλα έτσι ώστε οποιεσδήποτε απαιτούμενες προ-αναλυτικές διαδικασίες χειρισμού των κυττάρων να έχουν ελάχιστη επίδραση στην φυσιολογία τους. Μελετήσαμε συνεπώς την επίδραση τεσσάρων πρωτοκόλλων συλλογής προσκολλημένων κυττάρων και δύο διαφορετικών διαλυμάτων έκπλυσης στο μεταβολικό πρότυπο κυττάρων HeLa. Τα μεταβολομικά δεδομένα αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της καρκινικής μεταβολικής φυσιολογίας και το πρωτόκολλο με την ελάχιστη δυνατή επίδραση στην κυτταρική φυσιολογία καθορίστηκε. Μεταξύ των αποτελεσμάτων αυτής της μελέτης, πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την μεταβολική φυσιολογία των αθανατοποιημένων κυτταρικών σειρών προέκυψαν, οι οποίες ενίσχυσαν σημαντικά την υπάρχουσα γνώση γύρω από τον καρκινικό μεταβολισμό, σε σταθερές ή μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες. Επακόλουθα, η βελτιστοποίηση της διαδικασίας συλλογής είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία ενός αντιπροσωπευτικού μεταβολικού προτύπου κυττάρων HeLa πάνω στο οποίο πραγματοποιήθηκε η αξιολόγηση της υπερέκφρασης της πρωτεΐνης DGCR14 χωρίς να επισκιάζεται από πειραματικές αποκλίσεις εισαγόμενες από την διαδικασία χειρισμού των κυττάρων. Αναφορικά με τα κύτταρα που υπερεκφράζουν την DGCR14, η μεταβολομική ανάλυση εντόπισε μια αλλαγή φυσιολογίας συνδεόμενη με συγκεκριμένα μεταβολικά μονοπάτια τα οποία υποδηλώνουν έντονο μεταβολικό στρες. Για να διερευνήσουμε την συσχέτιση της υπερέκφρασης της DGCR14 με τον παραπάνω μεταβολικό φαινότυπο, χρησιμοποιήσαμε το ανακατασκευασμένο δίκτυο πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων του σωματιδίου συναρμογής στον άνθρωπο και το δίκτυο πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων στον άνθρωπο από την μετα-βάση δεδομένων PICKLE, προκειμένου να αντλήσουμε επιπλέον πληροφορίες για τον ρόλο της DGCR14 βάσει της θέσης της σε σχέση με άλλους κόμβους και υπερ-κόμβους. Μια πιθανή λειτουργική συσχέτιση της DGCR14 με αυτοφαγικούς και λυσοσωμικούς μηχανισμούς βρέθηκε, η οποία θα αξιολογηθεί και μελλοντικά μέσω της ανάλυσης, ξεχωριστά και συνδυαστικά, των μοριακών συνεπειών της υπερ- και υπο-έκφρασης σε όλα τα μοριακά επίπεδα κυτταρικής λειτουργίας. / In the post-genomic, systems biology era, developing a systems level understanding of a physiological process requires the analysis of biomolecular network dynamics at all molecular levels of cellular function. Likewise, functional genomics, an essential foundation of systems biology research, aims to define and analyze gene function at a global level by integrating data obtained from multiple high-throughput technologies. It is the integration of all the molecular profiles for a systematically perturbed system that can provide insight about the function of unknown genes. Along these lines, the present study is part of the systematic functional analysis of two interacting, but yet of unknown biological role, spliceosomal proteins, DGCR14 and FRA10AC1, that have both been implicated in neurological diseases. The present work focuses on studying the molecular consequences of DGCR14 overexpression in a human cell model, HeLa cells, at the metabolic level using Gas Chromatography-(ion trap) Mass Spectrometry. However, to succeed in this, issues regarding the quantification capabilities of the multistep omic analysis procedures needed to be resolved. A major concern refers to the fast quenching of any enzymatic processes, so that the acquired measurements indeed reflect the cellular physiology in vivo. To this end, the experimental design should be appropriately adjusted so that any required sample handling actions before quenching have a minimal effect on cellular physiology. Thus, we investigated the effect of four cell collection protocols and two different washing solutions on the intracellular metabolic profile measurements of a HeLa cell culture. The measurements were interpreted in the context of the known cancer cell metabolic physiology and the protocol with the minimum possible effect on cellular physiology was specified. Among the results of this study, valuable information about the metabolic physiology of the immortal cell line arise, which improved our knowledge about cancer metabolism under steady or varying environmental conditions. Subsequently, the optimization of the collection procedure enabled us to establish a representative metabolic profile of HeLa cells against which the overexpression of DGCR14 was evaluated without being obscured by the effect of the sample handling. Regarding the overexpressing cells, the metabolomic analysis detected a trend of physiological change connected to specific metabolic pathways indicating strong metabolic stress. To understand how DGCR14 overexpression generates this particular metabolic phenotype, we used the human spliceosomal complex protein-protein interaction (PPI) network and the integrated human PPI meta-database PICKLE to extract additional information about DGCR14 role based on its location with respect to other nodes and hubs. A possible functional correlation of DGCR14 to autophagic and lysosomal mechanisms was established, that will be further evaluated in the future through the analysis, separately and in combination, of the consequences of DGCR14 over- and under-expression at all molecular levels of cellular function.
|
10 |
Η γλωσσικά εδραιωμένη νοηματοδότηση έργων τέχνης από τα παιδιά στο πρώτο σχολείοΛογοθέτη, Ανθή 07 October 2014 (has links)
Η παρούσα μελέτη διερευνά τον τρόπο με τον οποίο τα παιδιά πρωτοσχολικής ηλικίας νοηματοδοτούν τα έργα τέχνης, και ειδικότερα τους πίνακες ζωγραφικής, στο πλαίσιο μιας οργανωμένης διδακτικής συνθήκης που σχετίζεται με το πεδίο της γλωσσικής και εικαστικής αγωγής και ανάπτυξης. Συγκεκριμένα,ακολουθώντας την κοινωνιοσημειωτική προοπτική της Συστημικής Λειτουργικής Γλωσσολογίας (ΣΛΓ) καθώς και μία γνωστική προσέγγιση για τις τέχνες στην εκπαίδευση, αναλύονται οι γλωσσικές πραγματώσεις μιας ομάδας παιδιών νηπιαγωγείου που αφορούν στην ερμηνεία 10 επιλεγμένων από την εκπαιδευτικό-ερευνήτρια πινάκων ζωγραφικής στις διαδοχικές φάσεις μιας λειτουργικά νοηματοδοτημένης διδακτικής παρέμβασης.
Η έρευνα προσανατολίζεται στις δυνατότητες για την ενεργοποίηση των προϋπαρχουσών εμπειριών και γνώσεων των παιδιών και των διαδικασιών συλλογισμού και μάθησης πάνω στο κείμενο κατά την την ερμηνεία των έργων τέχνης. Επιπλέον, εξετάζεται η προοπτική της εν λόγω διαδικασίας για εμπλοκή των παιδιών με ποικίλα κειμενικά είδη καθώς και με σημειωτικές διαδικασίες («ειδικές» μορφές γλωσσικής σημείωσης) που συναρτώνται άμεσα με τη μετάβαση από το πεδίο της κοινής, καθημερινής γνώσης στη συστηματική, εκπαιδευτική γνώση. Βάσει της ανάλυσης των αποτελεσμάτων, η νοηματοδότηση των πινακων ζωγραφικής από τα παιδιά συναρτάται άμεσα με ζητήματα ανάκλησης από την πρότερη εμπειρία και γνώση τους (οικογενειακό, κοινωνικό και διδακτικό πλαίσιο), καθώς και το συμφραστικό και κειμενικό πλαίσιο αναφοράς, χρήσης συγκεκριμένων κειμενικών ειδών (περιγραφή, εξήγηση, επιχειρηματολογία και αφήγηση) και εμπλοκής με σημειωτικές διαδικασίες (κατονομασία, γενίκευση, χρήση αιτιωδών και χρονικών συνδέσεων κ.ά.) που μπορούν να θεωρηθούν ως γλωσσικά επιτεύγματα εφόσον εμπίπτουν στο πεδίο της «γλωσσικής προετοιμασίας» για την μετάβαση στη σχολική γνώση.
Τα παιδιά νοούνται ως κοινωνικά τοποθετημένα υποκείμενα που συνομιλούν προκειμένου να διαπραγματευτούν το νόημα ή να παράγουν νέα νοήματα. Με δεδομένο ότι η γλωσσική ανάπτυξη δε συνιστά μία απλή ατομική διαδικασία αλλά συντελείται μέσα και μέσω διαλόγων, μέσω, δηλαδή, της ανθρώπινης και κοινωνικής αλληλόδρασης που κατασκευάζει και διατηρεί τη γλώσσα, κατανοούμε τη σημαντικότητα του σχολείου ως πλαίσιο στο οποίο συντελούνται συστηματικές και στοχοθετημένες πρακτικές γραμματισμού. Εστιάζοντας στον γραμματισμό ως τόπο μετάβασης από την κοινή (commonsense) στη μη κοινή (uncommonsense) γνώση, στην παρούσα μελέτη αναλύονται οι γλωσσικές διεπιδράσεις παιδιών πρωτοσχολικής ηλικίας σε μια διδακτική παρέμβαση στοχευμένη στην νοηματοδότηση πινάκων ζωγραφικής βάσει του θεωρητικού πλαισίου που παρέχει η εκπαιδευτική γλωσσολογία του ρεύματος της συστημικής λειτουργικής γλωσσολογίας (ΣΛΓ). / The purpose of this study is to investigate the way in which kindergarteners make meaning of works of art, in particular paintings, within an organized didactic project to the field of language and art education. More specifically, based on the socio-semiotic perspective of educational linguistics in the frame of Systemic Functional Linguistics (SFL) as well as a cognitive approach to arts in education, the study focus on the linguistic developments of a group of Greek kindergarteners, during successive phases of an art-and-language literacy intervention, in their effort to construe 10 paintings selected by the teacher - researcher.
Following SLF framework, language development does not constitute an individual process but occurs in and through dialogue, through, social interaction in specific socio-cultural context. By these means, systematic and meaningful school literacy interaction is to be considered the dialogic context in which the transition from commonsense to uncommonsense knowledge is taking place.
Through the analysis of the exchanges between children and their preschool teacher, by employing the tools provided by SLF, the research aims to explore children’s pre-existing experience and knowledge as well as the learning and reasoning processes, when they are trying to construe art paintings. More specifically, it aims to explore how children are engaged with various genres (such as description, explanation, argumentative, narrative) as well as the semiotic processes ("specific" forms of linguistic semiosis) that are directly related to the transition from common to systematic, educational knowledge. After our analysis, the meaning-making of the paintings by the children are not only directly linked to the recall of past experience and knowledge (family, social and educational context) but, more interestingly, with the use of specific genre and with the engagement with semiotic processes (naming, generalization, use of causative and time connectors, etc.) which can be considered as linguistic achievements provided they fall into the "linguistic preparation" for the transition to school knowledge. Our findings offer some evidence for both for language-based learning and knowledge and for literacy specific semiotic processes.
|
Page generated in 0.0521 seconds