• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 10
  • Tagged with
  • 11
  • 7
  • 5
  • 3
  • 3
  • 3
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • 2
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
1

Τύχη των φαρμακευτικών ουσιών κατά την επεξεργασία υγρών αποβλήτων με διεργασία ενεργού ιλύος και κατά την διάθεσή τους σε υδάτινους αποδέκτες και στο έδαφος

Δρίλλια, Παναγιώτα 10 March 2009 (has links)
Η μελέτη της τάσης να παραμένουν αναλλοίωτες και της επίδρασης των φαρμακευτικών ουσιών στο περιβάλλον παρουσιάζει τα τελευταία έτη αυξανόμενο ενδιαφέρον. Οι φαρμακευτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται από τον άνθρωπο καθώς και οι μεταβολίτες τους, καταλήγουν στις μονάδες βιολογικού καθαρισμού μέσω των λυμάτων των μονάδων παραγωγής τους, των νοσοκομείων, καθώς και των αστικών λυμάτων. Η πιθανή κατάληξη των ουσιών αυτών, εφόσον τα λύματα τυγχάνουν βιολογικής επεξεργασίας, όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις ξενοβιοτικές ουσίες, μπορεί να εμπίπτει σε μια από τις ακόλουθες περιπτώσεις: • Οι φαρμακευτικές ουσίες ή μεταβολίτες τους βιοαποδομούνται. • Οι φαρμακευτικές ουσίες ή οι μεταβολίτες τους είναι ανθεκτικές ενώσεις στη βιοπαδόμηση και ανάλογα με την υδροφοβικότητά τους, προσροφούνται στην ιλύ ή παραμένουν στην υδατική φάση. Οι ουσίες που δεν προσροφούνται στην ιλύ διέρχονται ανέπαφες μέσα από τις μονάδες βιολογικού καθαρισμού και καταλήγουν στα υδάτινα συστήματα. • Οι φαρμακευτικές ουσίες στην περίπτωση που παραμένουν προσροφημένες στην ιλύ, εάν η ιλύς χρησιμοποιηθεί ως εδαφοβελτιωτικό, μπορούν να διασκορπιστούν στους αγρούς κατά την εφαρμογή της ιλύος και να ρυπαίνουν το έδαφος. Οι ουσίες δε που εμφανίζουν κινητικότητα μπορεί να καταλήξουν στα υπόγεια νερά ή στα επιφανειακά ύδατα. Οι λοιπές δεσμεύονται στο έδαφος. Τα περισσότερα φάρμακα σχεδιάζονται να είναι ανθεκτικά ώστε, αφ’ ενός μεν να διατηρούν τη χημική τους ακεραιότητα προκειμένου να επιτελέσουν το θεραπευτικό τους σκοπό, αφ’ ετέρου δε να έχουν βιολογική δράση. Με δεδομένη την ανθεκτικότητά τους, η συνεχής εκπομπή τους στο περιβάλλον έχει ως αποτέλεσμα την παρουσία τους για σημαντικό χρονικό διάστημα, προξενώντας πιθανότατα σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις τόσο στα υδάτινα όσο και εδαφικά οικοσυστήματα. Η άμεση ή έμμεση επαναχρησιμοποίηση των υδάτων έχει ως αποτέλεσμα τη συσσώρευση των ανθεκτικών αυτών ουσιών σε μεγαλύτερες ακόμη συγκεντρώσεις. Στην παρούσα εργασία εξετάζονται έξι φαρμακευτικές ουσίες (προπρανολόλη, διχλωφενακικό νάτριο, σουλφαμεθοξαζόλη, χλωφιβρικό οξύ, καρμπαμαζεπίνη, οφλοξακίνη), οι οποίες έχουν βρεθεί στις εκροές των μονάδων βιολογικού καθαρισμού (Γαλλία, Ελλάδα, Ιταλία, Σουηδία κ.α.) σε συγκεντρώσεις της τάξεως των μικρογραμμαρίων ανά λίτρο. Ερευνήθηκε η τύχη τους σε όλες τις πιθανές διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσουν μετά την διάθεσή τους στο αποχετευτικό σύστημα: σύστημα ενεργού ιλύος, θάλασσα, νερό πηγής και έδαφος. Μελετήθηκε δηλαδή η βιοαποδοσιμότητα τους κατά την διεργασία της ενεργού ιλύος και κατά την παρουσία τους σε υδάτινους αποδέκτες. Επίσης, εξετάστηκε η ικανότητά προσρόφησής τους και η κινητικότητα τους σε δύο διαφορετικούς τύπους εδάφους καθώς επίσης και στην αερόβια και αναερόβια ιλύ. Οι φαρμακευτικές ουσίες, με εξαίρεση την σουλφαμεθοξαζόλη, βρέθηκαν να είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές στα υδάτινα συστήματα κατά την επεξεργασία τους με διεργασία ενεργού ιλύος. Η αποδόμηση της σουλφαμεθοξαζόλης επιτεύχθηκε κάτω από αερόβιες συνθήκες με τη βοήθεια μιας μεικτής εγκλιματισμένης καλλιέργειας μικροοργανισμών, η οποία και αποτελούσε πηγή άνθρακα ή/και πηγή αζώτου. Κάτι τέτοιο συμβαίνει όταν υπάρχει έλλειψη εναλλακτικής πηγής άνθρακα ή αζώτου. Όσον αφορά στην προσρόφηση των ουσιών στο έδαφος και στην ιλύ, οι συντελεστές προσρόφησης που προσδιορίστηκαν ποικίλουν ανάλογα με τη φύση της ουσίας και του στερεού υλικού (υποστρώματος). Η οφλοξακίνη ήταν ισχυρά προσροφούμενο (με εξαίρεση την περίπτωση της αναερόβιας λάσπης), ενώ το χλωφιβρικό οξύ βρέθηκε ότι είναι το ασθενέστερα προσροφούμενο και ότι εμφανίζει ιδιαίτερη κινητικότητα. Επίσης, η προσρόφηση των ουσιών αποδείχτηκε ότι εξαρτάται σημαντικά από το pH του συστήματος και από την ιοντική ισχύ. Τέλος, η τύχη των φαρμακευτικών ουσιών στο έδαφος προσδιορίστηκε με τη βοήθεια λυσιμέτρων. Οι παράμετροι που εξετάστηκαν ήταν: α) ο ρυθμός φόρτισης των φαρμακευτικών ουσιών β) υδραυλική φόρτιση και γ) η επίδραση της «βροχής». Σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στην κινητικότητα των έξι φαρμακευτικών ουσιών, που σχετίζονταν με την ικανότητα προσρόφησης/εκρόφησης των ουσιών, την ποσότητα της ουσίας που εφαρμοζόταν, τη ροή και την ένταση των γεγονότων της «βροχής». / The study of the effect of pharmaceutical substances, as well as their persistence in the environment, has received an increasing interest in the recent years. Pharmaceutical substances used by humans, as well as their metabolites, enter the Sewage Treatment Plants (STP’s) through discharges from production facilities, hospitals and private household effluents. The most likely fate of these substances, provided that the sewages undergo (like all xenobiotic substances) biological treatment, may be one of the following: • The pharmaceutical substances or their metabolites are mineralized by microorganisms to carbon dioxide and water. • The pharmaceutical substances or their metabolites are more or less persistent in the STP, which implies that depending on their lipophilicity, the substances will be partly retained in the sludge or they will remain dissolved in the aquatic phase. The substances that will neither be retained, nor degraded in the STP, easily reach the aquatic systems. • The pharmaceutical substances, in case they are adsorbed on the sludge, if the sludge is used as a soil amendment, may be dispersed on agricultural land. The substances that are mobile in the soil may reach the ground water or leach to a nearby stream. The rest will be retained by soil. Most drugs are designed to be resistant and to maintain their chemical structure, as well as their biological activity, so that they can perform their therapeutic task. All of these factors, together with their continuous discharge, cause them to remain in the environment for significantly extended times, with adverse effects on the aquatic and terrestrial ecosystems. Direct or indirect water reuse leads to accumulation of pharmaceuticals to concentrations much higher than those of the original discharge. In the present work six pharmaceutical substances (propranolol, diclofenac, sulfamethoxazole, clofibric acid, carbamazepine, ofloxacin), which have been found in the effluents of STP’s (France, Greece, Italy, Sweden) in concentrations of the order of micrograms per litter, were examined. Their fate, in all the likely paths that can follow during their disposal in the drainage, such as the process of activated sludge, seawater, fresh water and soil, was studied. The biodegradation of the aforementioned substances was studied during the process of activated sludge as well as when discharged in aquatic (sea and brackish water) receivers. The adsorption capacity and the mobility in two different types of soil, and in the aerobic and anaerobic sludge of the subject substances was investigated. The subject pharmaceutical substances with the sole exception of sulfamethoxazole, were found to be particularly persistent both in the aquatic systems and during their treatment with activated sludge. The biodegradation of sulfamethoxazole was achieved under aerobic conditions in which the substance served both as carbon and nitrogen source for the enriched consortium (i.e. whenever there was a shortage of a carbon or a nitrogen source). As far as the adsorption of the subject substances on soil and on sludge is concerned, the distribution coefficients measured varied depending on the nature of substance and solid material. Ofloxacin was particularly strongly adsorbed (except for the case of using anaerobic biomass for the solid matrix), while clofibric acid was found to be weakly adsorbed. The adsorption of subject substances proved to depend considerably on the pH of system and on the ionic strength. Finally, the fate of pharmaceuticals in soil was also assessed using lysimeter studies. Important parameters investigated included: the pharmaceutical loading rate and the hydraulic loading rate for adsorption and the rate and duration of a “rain” event for desorption. Significant differences in the mobility of the six pharmaceuticals were found and they were correlated with the adsorption/desorption properties of the compounds, the amount of drug applied, the intensity of the “rain” events and the type of the soil.
2

Αξιολόγηση της φήμης των φαρμακευτικών εταιριών από τα στελέχη της φαρμακευτικής αγοράς

Κωσταράς, Δημήτριος 24 January 2011 (has links)
Παγκόσμια η φαρμακευτική αγορά ορίζεται από εταιρίες όπως οι: GlaxoSmithKline, Sanofi, Novartis, Roche, Wyeth, Merck, Pfizer, Eli Lilly, Abbott και πολλές άλλες που ανταγωνίζονται σκληρά για μεγαλύτερη διείσδυση στην φαρμακευτική αγορά. Οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται όχι μόνο προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό μερίδιο αγοράς μέσω της στρατηγικής τους τοποθέτησης, αλλά μάχονται κυριολεκτικά σε συνθήκες υπέρ ανταγωνισμού για να εξασφαλίσουν τον σεβασμό και την αφοσίωση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων: πελατών, εργαζομένων, μετόχων, κοινωνίας. Τι αναμένει όμως κάθε ομάδα συμφερόντων(stakeholders) προκειμένου να αποκομίσει θετική αντίληψη για μια επιχείρηση; Εμπιστοσύνη, σεβασμός, αξιοπιστία, κοινωνική υπευθυνότητα είναι οι κρίσιμοι παράγοντες. Η ευνοϊκή φήμη εξασφαλίζει για τις επιχειρήσεις: προνομιακή τιμολόγηση για τα προϊόντα, μειωμένο κόστος λειτουργίας, σταθερότητα, ικανούς εργαζόμενους, μειωμένο ρίσκο στις αποφάσεις. Κατά καιρούς έχουν προταθεί διάφορες προσεγγίσεις σχετικά με την κατάταξη των εταιριών βάσει της αντίληψης που υπάρχει για αυτές τις εταιρίες από τις ομάδες των stakeholders. Η πλέον γνωστή προσέγγιση είναι αυτή του Fombrun, η οποία προτείνει την αξιολόγηση της φήμης των εταιριών στην βάση των εξής παραμέτρων: αξιοπιστία διοίκησης, ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών, καινοτομικότητα, μακροπρόθεσμες επενδύσεις, διαχείριση και προσέλκυση ικανών εργαζομένων, κοινωνική υπευθυνότητα, οικονομική ευρωστία, αξιοποίηση στοιχείων ενεργητικού. Η παρούσα εργασία εστιάζει το ενδιαφέρον της στον παράγοντα που λέγεται φήμη των φαρμακευτικών εταιριών, και αναζητά μέσω της βιβλιογραφίας τις παραμέτρους που ως μεταβλητές προσδιορίζουν τον παράγοντα φήμη. Εν τέλει, αξιοποιώντας τα στοιχεία που θα προκύψουν από την πρωτογενή έρευνα θα αξιολογήσουμε την κάθε εταιρία που συμπεριλάβαμε στην έρευνα για κάθε μεταβλητή. Τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα θεωρούν ως πλέον σημαντικό παράγοντα στην οικοδόμηση της εταιρικής φήμης την ποιότητα της διοίκησης μιας εταιρίας. οι εταιρίες που αξιολογήθηκαν στην ποσοτική έρευνα είναι: Gsk, Pfizer, Novartis, Astra, Merck, Sanofi, Lilly, Wyeth. Η έρευνα στηρίζεται στην ποσοτική ερεύνα με ερωτηματολόγια και απευθύνεται σε στελέχη φαρμακευτικών εταιριών που εργάζονται στα τμήματα: sales, marketing, medical, HR, finance. Γεωγραφικά η έρευνα καλύπτει όλη την επικράτεια και το μέγεθος του δείγματος είναι 200 στελέχη. Η στατιστική επεξεργασία των ερωτηματολογίων έγινε κατόπιν κωδικοποίησης των απαντήσεων που ακολουθούν κλίμακα Likert, με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS V.18 και του MS Excel 2007. Επίσης για να εξαχθούν συμπεράσματα ανάλογα με ποιοτικά χαρακτηριστικά του δείγματος όπως το τμήμα που εργάζονται χρησιμοποιήθηκαν στατιστικές παραγοντικές μέθοδοι και τα αποτελέσματα υποβλήθηκαν σε έλεγχο υποθέσεων μέσω Τ- test και One way ANOVA. / Companies and executives compete in order to secure competitive advantage and earn respect from stakeholders (employees, customers, society, investors). Some of the well known pharmaceutical companies which are: GlaxoSmithKline, Sanofi, Novartis, Roche, Wyeth, Merck, Pfizer, Eli Lilly, Abbott. What are the expectations of the stakeholders? : Trustworthiness, respect, reliability, social responsibility, are critical success factors. A favorable reputation provides a lot of benefits for a company: preferential pricing, cost saving, stability, talented employees, dejected risk in decision making process are some of them. Our dissertation focuses on reputation of pharmaceutical companies seeking for factors which construct a favorable corporate reputation. The most famous model has been proposed by C. Fombrun and evaluate companies on the following parameters: reliable management, quality of products and services, innovativeness, long term investments, talent management, social responsibility, economic soundness, use of assets. Our survey will utilize the results in order to rank the biggest pharmaceutical companies which operate in Greek market, based on these dimensions. Employees who participated in this reserch work in pharmaceutical sector and specifically in sales, marketing, medical, HR and finance department. The size of sample was 200 participants. We used SPSS V.18 for the statistical analysis and one way Anova analysis in order to check our assumptions.
3

Μεταλλικές ενδοπροθέσεις που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες στο ενδαγγειακό μοντέλο φλεβών κονίκλου

Κίτρου, Παναγιώτης 18 June 2014 (has links)
Το παρόν πρωτόκολλο σχεδιάστηκε προκειμένου να εκτιμήσει την ασφάλεια και την feasibility των μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες (Drug-Eluting Stents, DES) έναντι των απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων (Bare-Metal Stents, BMS) στο φλεβικό μοντέλο κονίκλου, χρησιμοποιώντας Οπτική Συνεκτική Τομογραφία (Frequency Domain – Optical Coherence Tomography, FD-OCT). Μέθοδοι Δεκατρείς λευκοί κόνικλοι Νέας Ζηλανδίας υποβλήθηκαν σε τοποθέτηση μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν Zotarolimus (Group DES) στη μία κοινή λαγόνιο φλέβα και απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων (Group BMS) στην απέναντι κοινή λαγόνιο. Τα πρωτογενή καταληκτικά σημεία περιελάμβαναν την τεχνική επιτυχία της τοποθέτησης των μεταλλικών ενδοπροθέσεων καθώς και την σύγκριση της νεοενδοθηλιακής υπερπλασίας ανάμεσα στα δύο υπό μελέτη σύνολα με την βοήθεια την οπτικής συνεκτικής τομογραφίας. Αποτελέσματα Η τεχνική επιτυχία της τοποθέτησης 13 μεταλλικών ενδοπροθέσεων που απελευθερώνουν φαρμακευτικές ουσίες και 13 απλών μεταλλικών ενδοπροθέσεων ήταν 100% (26/26 μεταλλικές ενδοπροθέσεις). Τρεις κόνικλοι πέθαναν (3/13, 23%) μέσα στις πρώτες 45 μέρες. Τα υπόλοιπα 10/13 ζώα (77%) θανατώθηκαν την 90η μέρα από την ημέρα τοποθέτησης των μεταλλικών ενδοπροθέσεων. Οι 20 μεταλλικές ενδοπροθέσεις (stents) αφαιρέθηκαν με επιτυχία. Επιτυχής FD-OCT πραγματοποιήθηκε σε όλα τα τμήματα των κοινών λαγόνιων φλεβών που αφαιρέθηκαν, 10 στο Group DES και 10 στο Group BMS. Δεν υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά στην μέση νεοενδοθηλιακή υπερπλασία ανάμεσα στα δύο σύνολα (3.02±1.19mm2 στο Group DES, έναντι 2.76±1.17mm2 στο Group BMS). Συμπέρασμα Σε αυτό το πειραματικό πρωτόκολλο, η τοποθέτηση DES στο φλεβικό αγγειακό σύστημα ήταν δυνατή. Η νεοενδοθηλιακή υπερπλασία ήταν παρόμοια και στα δύο σύνολα μετά από περίοδο ελέγχου τριών μηνών. / This protocol was designed to evaluate the safety and feasibility of drug-eluting stents (DES) implantation, as well as to compare their long-term results vs. bare-metal stents (BMS) in a rabbit venous model, using Frequency-Domain Optical Coherence Tomography (FD-OCT). Methods Thirteen New Zealand white rabbits underwent implantation of a Zotarolimus-eluting stent in the iliac vein (Group DES) and a BMS in the contralateral iliac vein (Group BMS). Study’s primary endpoints included technical success and the comparison of in-stent neointimal hyperplasia in the two study groups using ex vivo FD-OCT, at 3 months. Results Thirteen DES and 13 BMS were successfully implanted. Technical success rate was 100% (26/26 stents). Three animals (3/13, 23.0%) died within the first 45 days. The remaining 10/13 animals (77%) were euthanized at the 90th day following stent implantation. The 20 stents were successfully removed. Successful ex vivo FD-OCT was performed in all stent-implanted iliac vein segments; 10 in group DES and 10 in group BMS. There was no statistically significant difference in the mean neointimal thickness (NIT) between the two groups (3.02±1.19mm² in group DES vs. 2.76±1.17mm² in group BMS; p=0.0501). Conclusions In this experimental protocol, DES application in the venous system was safe and feasible. Hyperplasia thickness was similar in both groups after 3 months follow-up.
4

Προσδιορισμός παρασιτοκτόνων και φαρμακευτικών ουσιών στο υδατικό σύστημα του ποταμού Αχελώου και μελέτη της φωτολυτικής και φωτοκαταλυτικής διάσπασης επιλεγμένων ρύπων

Σταμάτης, Νικόλαος 07 May 2015 (has links)
Η ανθρώπινη δραστηριότητα (γεωργική, βιομηχανική, αστική κ.α.) καθώς και η διαχείριση των λυμάτων στις μονάδες επεξεργασίας υγρών αποβλήτων (ΜΕΥΑ) επηρεάζουν τα επιφανειακά και υπόγεια υδατικά συστήματα όπως ποτάμια, λίμνες, λιμνοθάλασσες, θάλασσες κ.α. αποτελούν σημαντικές πηγές ρύπανσης και επιφέρουν επιπτώσεις στα οικοσυστήματα αυτά. Η μεταφορά, η κατανομή και η απομάκρυνση των οργανικών μικρορύπων όπως είναι τα παρασιτοκτόνα, οι φαρμακευτικές ενώσεις, οι ενώσεις που περιέχονται στα προϊόντα προσωπικής φροντίδας, κ.α., καθώς και οι μεταβολίτες τους, αποτελεί τις τελευταίες δεκαετίες αντικείμενο συστηματικής έρευνας προκαλώντας το ενδιαφέρον τόσο της επιστημονικής κοινότητας όσο και της κοινωνίας γενικότερα. Ο ποταμός Αχελώος (η κατώτερη λεκάνη απορροής του), που βρίσκεται στην Δυτική Ελλάδα καθώς και η μονάδα επεξεργασίας υγρών αποβλήτων (ΜΕΥΑ) της πόλης του Αγρινίου της οποίας τα επεξεργασμένα λύματα απορρίπτονται σε αυτόν, αποτελεί την περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής. Πρόκειται για ένα υδατικό σύστημα υψηλής περιβαλλοντικής σημασίας αφού συνδέεται με τις λίμνες Τριχωνίδα και Λυσιμαχία καθώς και με τις λιμνοθάλασσες Μεσολογγίου και Αιτωλικού. Επιπροσθέτως, το δέλτα του ποταμού προστατεύεται από διεθνείς περιβαλλοντικές συνθήκες (Ramsar και Natura 2000). Η κατώτερη λεκάνη απορροής του Αχελώου περιλαμβάνει μεγάλες εκτάσεις καλλιεργούμενης γης (πεδιάδες Αγρινίου και Νεοχωρίου-Κατοχής). Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι: (α) η μελέτη των επιπέδων των συγκεντρώσεων της μεταβολής (χρονικής και χωρικής) και των επιπτώσεων παρασιτοκτόνων, φαρμακευτικών ενώσεων που ανήκουν σε διαφορετικές χημικές ομάδες και οργανικών ενώσεων προϊόντων προσωπικής φροντίδας στον ποταμό Αχελώο, (β) η απομάκρυνσή τους από την μονάδα επεξεργασίας υγρών αποβλήτων της πόλης του Αγρινίου, (γ) η μελέτη των επιπέδων ρύπανσης από τα επεξεργασμένα λύματα που καταλήγουν στον Αχελώο, (δ) η φωτολυτική και φωτοκαταλυτική αποικοδόμηση (κινητική, μηχανισμοί αποικοδόμησης, σχηματισμός παραπροϊόντων) επιλεγμένων οργανικών ενώσεων από τις παραπάνω ομάδες (του παρασιτοκτόνου tebuconazole και της βακτηριοκτόνου triclosan) στην υδατική φάση (απεσταγμένο νερό και επεξεργασμένα λύματα) ως εναλλακτική τεχνολογία επεξεργασίας για την μείωση των επιπέδων ρύπανσης από τις μονάδες βιολογικού καθαρισμού. Αναπτύχθηκαν και εφαρμόστηκαν πολυ-υπολειμματικές μεθοδολογίες προσδιορισμού των παρασιτοκτόνων και φαρμακευτικών ενώσεων σε δείγματα από τον ποταμό Αχελώο και από την ΜΕΥΑ του Αγρινίου. Η μεθοδολογία περιελάμβανε την απομόνωση των ενώσεων με την τεχνική της υγρής-στερεάς εκχύλισης και τον προσδιορισμό τους με τεχνικές αέριας χρωματογραφίας. Επιλέχτηκαν 32 ενώσεις παρασιτοκτόνων και μεταβολιτών τους (alachlor, atrazine, atrazine desethyl, EPTC, s-metolachlor, simazine, trifluralin, azinphos methyl, chlorpyrifos, chlorpyrifos methyl, chlorfenviphos, diazinon, dichlorvos, dimethoate, fenthion, fenthion sulfoxide, malaoxon, methidathion, methyl parathion, cyproconazole, pyrimethanil, triadimefon, pirimiphos methyl, isoproturon, diuron, carbofuran, quinalphos, triazophos, phosalone, pyrazophos, penconazole, tebuconazole) σύμφωνα με προηγούμενες και σύγχρονες χρήσεις τους στην λεκάνη απορροής του ποταμού Αχελώου. Για την ανίχνευση και την ποσοτικό προσδιορισμό τους χρησιμοποιήθηκε η αέρια χρωματογραφία με ανιχνευτή θερμοϊονισμού φλόγας (GC-FTD) και με φασματομετρία μάζας (GC-MS). Επίσης, έγινε επιλογή 12 φαρμακευτικών ενώσεων και μεταβολιτών τους (salicylic acid, paracetamol, clofibric acid, ibuprofen, phenazone, gemfibrozile, triclosan, naproxen, diclofenac, carbamazepine, caffeine, fenofibrate) σύμφωνα με τα δεδομένα ανίχνευσης και επιπέδων συγκέντρωσης που έχουν καταγραφεί στην Ευρώπη και σε ελάχιστες μελέτες για τον Ελλαδικό χώρο. Για την ανίχνευση και την ποσοτικό προσδιορισμό τους χρησιμοποιήθηκε επίσης αέρια χρωματογραφία με φασματομετρία μάζας (GC-MS). Η χωρική και χρονική διακύμανση των συγκεντρώσεων των παρασιτοκτόνων παρακολουθήθηκε από τον Μάρτιο του 2005 έως τον Φεβρουάριο του 2008. Η χρονική περίοδος δειγματοληψίας περιλαμβάνει ένα έτος πριν την κατάργηση της καλλιέργειας του καπνού, η οποία έγινε σταδιακά από 1/1/2006 μετά την αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) σχετικά με τις καλλιέργειες καπνού, και δύο έτη μετά με συνέπεια οι αλλαγές στις γεωργικές χρήσεις γης να εμφανίσουν σημαντικές επιδράσεις στις εισροές παρασιτοκτόνων στον ποταμό Αχελώο. Τις μεγαλύτερες συχνότητες ανίχνευσης εμφάνισαν από τα εντομοκτόνα τα diazinon (78.6%) και fenthion (52.6%), από τα ζιζανιοκτόνα τα DEA (69.3%) και alachlor (50%) και από τα μυκητοκτόνα τα pyrimethanil (67,3%) και tebuconazole (44,7%). Η στατιστική ανάλυση των συγκεντρώσεων των ανιχνευθέντων παρασιτοκτόνων ανέδειξε σημαντικά μεγαλύτερες συγκεντρώσεις την περίοδο εφαρμογής τους, δηλαδή την άνοιξη και τις αρχές του καλοκαιριού, καθώς και μια αυξητική τάση κατά μήκος του ποταμού προς τα σημεία δειγματοληψίας που βρίσκονται στο δέλτα του ποταμού. Διαπιστώθηκε επίσης μείωση των μέσων τιμών των συγκεντρώσεων των παρασιτοκτόνων τα έτη 2006 και 2007 σε σχέση με το 2005 αποδεικνύοντας ότι η κατάργηση της καλλιέργειας του καπνού και η αλλαγή καλλιεργειών είχε σημαντική επίδραση στα επίπεδα ρύπανσης του ποταμού. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώθηκε και από την εκτίμηση του κινδύνου που υπολογίστηκε ξεχωριστά για κάθε έτος δειγματοληψίας με την προσδιοριστική μέθοδο του πηλίκου κινδύνου (Risk Quotient). Έτσι, το 2005 έξι παρασιτοκτόνα εμφάνισαν υψηλή επικινδυνότητα, ενώ το 2007 μόλις ένα. Η παρουσία και η απομάκρυνση των παρασιτοκτόνων από τη μονάδα επεξεργασίας υγρών αποβλήτων του Αγρινίου μελετήθηκε για χρονική περίοδο δεκατεσσάρων μηνών (Απρίλιος 2007-Μάιος 2008). Τα ζιζανιοκτόνα isoproturon, atrazine και ο μεταβολίτης DEA, alachlor, τα μυκητοκτόνα tebuconazole και cyproconazole και τα εντομοκτόνα diazinon, methidathion, chlorfenviphos και chlorpyriphos εντοπίστηκαν πιο συχνά στα δείγματα εισροής και εκροής. Οι εποχιακές διακυμάνσεις που παρατηρήθηκαν για τα περισσότερα παρασιτοκτόνα δείχνουν ότι στο παντοροϊκό σύστημα της μονάδας επεξεργασίας υγρών αποβλήτων καταλήγουν τα υπολείμματα των παρασιτοκτόνων από τις γεωργικές εφαρμογές στην περιαστική περιοχή καθώς και από την καταπολέμηση των παρασίτων στην πόλη, με υψηλότερες συγκεντρώσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου κύριας εφαρμογής τους από τα μέσα Μαρτίου έως τα τέλη Ιουνίου. Εξαίρεση στην παραπάνω τάση παρατηρήθηκε στα μυκητοκτόνα της κατηγορίας των υποκατεστημένων αζολών, εκτός του triadimefon, όπου ανιχνεύσεις καταγράφηκαν για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα κατά τη διάρκεια του έτους, λόγω της χρήσεις τους ως συντηρητικά-βιοκτόνα σε επιφάνειες και επιχρίσματα. Μελετήθηκε επιπρόσθετα το ποσοστό της απομάκρυνσης των παρασιτοκτόνων κατά τα στάδια της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων. Η % απομάκρυνση συνολικά για όλα τα στάδια της επεξεργασίας, για τα ζιζανιοκτόνα κυμάνθηκε από 65% έως 77%, για τα alachlor και trifluralin αντίστοιχα, ενώ για το DEA έφτασε το 82%, για τα εντομοκτόνα κυμάνθηκε μεταξύ 62% και 98% για τα chlorfenviphos και dichlorvos, αντίστοιχα ενώ από όλα τα μυκητοκτόνα, το triadimefon εμφάνισε την μεγαλύτερη μέση απομάκρυνση (93%) και το pyrimethanil την μικρότερη (46%). Γενικά, η πρωτοβάθμια επεξεργασία στην ΜΕΥΑ δεν συμβάλει σημαντικά στην απομάκρυνση των παρασιτοκτόνων από τα υγρά λύματα, ενώ η τριτοβάθμια είναι αποτελεσματική για ένα μικρό αριθμό παρασιτοκτόνων. Αναδείχτηκε ότι μια σημαντική πηγή εισόδου παρασιτοκτόνων στον ποταμό Αχελώο αποτελούν και οι εκροές από την ΜΕΥΑ του Αγρινίου, αφού μόνο μερικές από αυτές τις ενώσεις απομακρύνονται σε υψηλά ποσοστά κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των αποβλήτων. Με στόχο την διερεύνηση της ρύπανσης του ποταμού Αχελώου από τις 12 επιλεχθέντες φαρμακευτικές ουσίες, έγιναν μηνιαίες δειγματοληψίες για χρονικό διάστημα ενός έτους ή 14 μηνών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προέκυψαν, το salicylic acid, η paracetamol, το carbamazepine και η caffeine ανιχνεύθηκαν στο 100 % των δειγμάτων, ενώ η υψηλότερη συγκέντρωση που ανιχνεύθηκε ήταν 350,13 ng/L για την paracetamol. Σύμφωνα με την στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων δεν παρατηρήθηκαν εποχιακές διαφορές στις μέσες τιμές των συγκεντρώσεων των φαρμακευτικών ενώσεων. Αντίθετα, για την χωρική κατανομή τους παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά (Ρ<0,050) για το σημείο δειγματοληψίας, που βρίσκεται μετά την έξοδο της ΜΕΥΑ της πόλης του Αγρινίου για το σύνολο των ενώσεων που μελετήθηκαν. Τέλος, πραγματοποιήθηκε η εκτίμηση του κινδύνου για δύο σενάρια: της γενικής (RQm) και της ακραίας υπόθεσης (RQex) όπου η διάμεση και η μέγιστη συγκέντρωση που προσδιορίστηκαν, χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του πηλίκου κινδύνου. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν και για τα δύο σενάρια ότι μόνο το triclosan εμφανίζει υψηλή επικινδυνότητα ενώ οι υπόλοιπες ενώσεις εμφανίζουν χαμηλή ή μέτρια επικινδυνότητα. Τα επίπεδα συγκέντρωσης της ομάδας των φαρμακευτικών ουσιών καθώς και η απομάκρυνσή τους από τη ΜΕΥΑ του Αγρινίου εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια μιας δεκατετράμηνης δειγματοληψίας. Οι περισσότερες από αυτές (salicylic acid, clofibric acid, paracetamol, caffeine, gemfibrozil, triclosan, diclofenac και carbamazepine) ανιχνεύτηκαν σε ποσοστό 100% των αναλυθέντων δειγμάτων. Οι υψηλές συχνότητες ανίχνευσης οφείλονται είτε στην συχνή τους κατανάλωση (π.χ. salicylic acid, clofibric acid, paracetamol, caffeine και gemfibrozil), είτε στα μικρά ποσοστά απομάκρυνσής τους κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας στη ΜΕΥΑ (π.χ. carbamazepine), είτε και στους δύο παραπάνω λόγους (π.χ. triclosan και diclofenac). Οι μέσες τιμές απομάκρυνσης των φαρμακευτικών ενώσεων από τη ΜΕΥΑ υπολογίστηκαν μεταξύ 46,3% και 96,8%, με τις υψηλότερες τιμές να καταγράφονται για το naproxen (96,8%) και την caffeine (96%) ενώ οι χαμηλότερες για το carbamazepine (46,3%) και το triclosan (63,2%). Κατά τη διάρκεια των χειμερινών μηνών παρατηρήθηκαν μικρότερες μέσες τιμές απομάκρυνσης λόγω των χαμηλότερων θερμοκρασιών αλλά και λόγω των βροχοπτώσεων που προκαλούν αραίωση από τη μια και μικρότερους υδραυλικούς χρόνους παραμονής των λυμάτων στη ΜΕΥΑ από την άλλη. Μελετήθηκε η φωτολυτική και φωτοκαταλυτική αποικοδόμηση (κινητική, μηχανισμοί αποικοδόμησης, σχηματισμός παραπροϊόντων) επιλεγμένων οργανικών ενώσεων από τις παραπάνω ομάδες (του παρασιτοκτόνου tebuconazole και της βακτηριοκτόνου triclosan) στην υδατική φάση (απεσταγμένο νερό και επεξεργασμένα λύματα) ως εναλλακτική τεχνολογία επεξεργασίας για την μείωση των επιπέδων ρύπανσης από τις μονάδες βιολογικού καθαρισμού. Το tebuconazole επιλέχθηκε λόγω της μεγάλης εφαρμογής του τα τελευταία χρόνια σε γεωργικές και αστικές χρήσεις, της μικρής του απομάκρυνσης κατά την επεξεργασία των υγρών αποβλήτων στη ΜΕΥΑ και της μεγάλης ανθεκτικότητάς του στο περιβάλλον. Το triclosan παρόλο που δεν ανιχνεύτηκε σε μεγάλες συγκεντρώσεις, επιλέχθηκε επειδή είναι η μόνη από τις φαρμακευτικές ενώσεις που μελετήθηκαν που εμφανίζει υψηλή επικινδυνότητα για το περιβάλλον ,καθώς επίσης και λόγω της χημικής του δομής, που είναι παρόμοια και μπορεί να είναι πρόδρομη με ιδιαίτερα τοξικές ενώσεις όπως τα πολυχλωριωμένα φουράνια και οι διοξίνες. Επιδεικνύει ανθεκτικότητα στην αποικοδόμησή του ενώ αποδεδειγμένα προκαλεί ενδοκρινική διαταραχή σε έμβια όντα. Ως πρώτος στόχος της μελέτης της φωτοκαταλυτικής αποικοδόμησης ήταν η διερεύνηση των βασικών πειραματικών παραμέτρων που επιδρούν στο ρυθμό και την απόδοση της φωτοκαταλυτικής οξείδωσης (συγκέντρωση του καταλύτη, αρχική συγκέντρωση του ρύπου, ένταση της ακτινοβολίας) και η εύρεση των βέλτιστων συνθηκών για τη μέγιστη φωτοκαταλυτική δραστικότητα με τη χρήση Κεντρικού Σύνθετου Πειραματικού Σχεδιασμού (Central Composite Design, CCD) και μεθοδολογία απόκρισης επιφανείας. Εν συνεχεία μελετήθηκε η κινητική της αποικοδόμησής τους σε διάφορες πειραματικές συνθήκες, η εκτίμηση του βαθμού ανοργανοποίησης των ρύπων και τέλος η μελέτη του μηχανισμού της αποικοδόμησής τους. Τα πειράματα της φωτόλυσης και της φωτοκατάλυσης πραγματοποιήθηκαν σε φωτο-αντιδραστήρα με χρήση οργανολογίας (SUNTEST XLS+, ATLAS) που προσομοιώνει την ηλιακή ακτινοβολία. Ο ποσοτικός προσδιορισμός των tebuconazole και triclosan για τη μελέτη της κινητικής της αντίδρασης διάσπασης σε υδατικά διαλύματα πραγματοποιήθηκε με υγρή χρωματογραφία υψηλής απόδοσης (HPLC). Στα δείγματα που λαμβάνονταν σε τακτά χρονικά διαστήματα εκτός από τη συγκέντρωση του ρύπου, προσδιορίζονταν και ο ολικός οργανικός άνθρακας (TOC) καθώς και οι συγκεντρώσεις των ανόργανων ιόντων που προκύπτουν από την διάσπαση της μητρικής ένωσης με τη χρήση ιοντικού χρωματογράφου. Επίσης, για την διερεύνηση του μηχανισμού των αντιδράσεων της φωτοκαταλυτικής διάσπασης των επιλεχθέντων ρύπων έγινε κινητική μελέτη με τη χρήση παρεμποδιστών ενώ παράλληλα προσδιορίστηκαν τα ενδιάμεσα προϊόντα της διάσπασής τους με ταυτοποίηση τους σε αέριο χρωματογράφο με φασματοσκοπία μάζας (GC-MS). Από τα αποτελέσματα των πειραμάτων του Κεντρικού Σύνθετου Πειραματικού Σχεδιασμού (CCD), οι βέλτιστες συνθήκες για την αποδόμηση του tebuconazole βρέθηκαν να είναι Cteb=1ppm, CTiO2=550ppm, I=650W/m2 ενώ για το triclosan Ctric=1ppm, CTiO2=550ppm, I=700W/m2. Στις βέλτιστες συνθήκες πραγματοποιήθηκαν τα πειράματα κινητικής μελέτης με ή χωρίς παρεμποδιστές, μελέτης των ενδιάμεσων προϊόντων της φωτοκαταλυτικής τους διάσπασης καθώς και της ανοργανοποίησής τους. Η διάσπαση των ρύπων ακολούθησε κινητική ψευδό-πρώτης τάξης. Τα αποτελέσματα από τα πειράματα κινητικής με χρήση παρεμποδιστών κατέδειξαν ότι η φωτοκαταλυτική αποικοδόμηση του tebuconazole λαμβάνει χώρα κυρίως μέσω των ελευθέρων ριζών υδροξυλίου και με μικρότερη συμμετοχή και των θετικών οπών. Αντίστοιχα, για το triclosan η φωτοκαταλυτική αποικοδόμηση λαμβάνει χώρα κυρίως μέσω ελευθέρων ριζών υδροξυλίου. Σχεδόν πλήρης ανοργανοποίηση επιτυγχάνεται μετά το τέλος της φωτοκαταλυτικής διεργασίας για το triclosan, ενώ για το tebuconazole, το άζωτο προσδιορίστηκε στο 80% της θεωρητικά αναμενόμενης ποσότητάς του που απελευθερώνεται στο διάλυμα με τη μορφή ΝΟ3- και ΝΟ2-, γεγονός που υποδηλώνει ότι είτε τα τελικά οργανικά προϊόντα διάσπασης του tebuconazole (αζολικοί δακτύλιοι) απαιτούν μεγάλους χρόνους ακτινοβόλησης για την αποικοδόμησή τους είτε ότι σχηματίζεται ελεύθερο Ν2 μετά τη διάνοιξη του αζολικού δακτυλίου. Τέλος, μετά την ανίχνευση και ποσοτικοποίηση των ενδιαμέσων προϊόντων των αντιδράσεων της φωτοκαταλυτικής διάσπασης των δύο ρύπων προτάθηκαν οι μηχανισμοί αποικοδόμησής τους σε υδατικά συστήματα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της φωτοκαταλυτικής οξείδωσης των δύο ρύπων-μοντέλων που μελετήθηκαν στην παρούσα διατριβή η εφαρμογή της φωτοκατάλυσης σε ευρύτερη κλίμακα και σε πραγματικά υδατικά απόβλητα και συστήματα επεξεργασίας φυσικών νερών είναι μια γρήγορη και πολύ αποδοτική τεχνολογία επεξεργασίας οργανικών μίκρο-ρύπων. Απαιτείται όμως έλεγχος και βελτιστοποίηση των διαφόρων παραμέτρων που επιδρούν στην απόδοση της διεργασίας και η χρήση ηλιακής ακτινοβολίας, ώστε η εφαρμογής της να είναι πιο εφικτή τόσο από οικονομική όσο και περιβαλλοντική άποψη. Επιπλέον, η δυνατότητα συνδυασμού της μεθόδου αυτής με άλλες μεθόδους επεξεργασίας, βιολογικές ή/και φυσικοχημικές, θα μπορούσε να αποτελέσει μια πιο ολοκληρωμένη και οικονομική λύση σε προβλήματα περιβαλλοντικής ρύπανσης, σύμφωνα με τα σύγχρονα κριτήρια και τις απαιτήσεις. / Human activities (agricultural, industrial, urban, etc.) and wastewater disposal in sewage treatment plants affect surface and ground water bodies such as rivers, lakes, lagoons, sea waters etc., consisting major pollution sources leading to significant negative impacts on ecosystems. The transportation, distribution and elimination of organic micropollutants, such as pesticides, pharmaceutical and personal care products compounds, etc., and their metabolites has been the subject of systematic research in recent decades, arousing a great interest for both the scientific community and modern societies. The lower part of Acheloos River basin, located in Western Greece, and the wastewater treatment plant (WWTP) of Agrinio city, the effluents of which discharge into the river, are selected to be studied in the present thesis in order to monitor the occurrence, patterns and effects of organic micropollutants such as pesticides and pharmaceutical compounds in the sewage-impacted river as well as the removal of such pollutants using conventional (WWTP) and alternative advanced oxidation (photocatalysis) technologies. Acheloos River is one of the most important water resources in Greece with a great environmental significance since it is connected with the lakes Trichonida, Lysimachia and the Messolonghi and Etoliko lagoons. In addition, river's delta is protected by international environmental conventions (Ramsar and Natura 2000). The lower basin Acheloos includes large areas of cultivated land (Agrinio and Neochori-Katochi plains). The aims of the present study were the study of: (a) the occurrence and patterns (temporal and spatial distribution), of selected pesticides, pharmaceutical compounds and personal care products, belonging to different chemical groups in Acheloos River as well as the assessment of the environmental risk associated with their levels in river waters; (b) the occurrence and the removal rates along the secondary and tertiary treatments in the wastewater plant of Agrinio city; (c) the pollution levels from wastewater discharges into Acheloos River; (d) the photolytic and photocatalytic degradation (kinetic studies, degradation mechanisms, by-products formation, mineralization) of selected model compounds (pesticide tebuconazole and antimicrobial triclosan) within the detected micro-pollutants in different water substrates (distilled water and treated wastewater) as an alternative treatment technology for the reduction of pollution levels of the sewage treatment plants. For the achievement of the above aims and objectives two multi-residue methods have been developed and applied for the determination of pesticide and pharmaceutical compounds in water samples sampled from the river and the influent and effluents of WWTP. The analytical method included the isolation of compounds from the water matrices using solid phase extraction and the qualitative and quantitative determination by gas chromatography techniques using selective detectors (FTD) and mass spectrometry. Thirty-two pesticides including metabolites were selected (i.e. alachlor, atrazine, atrazine desethyl, EPTC, s-metolachlor, simazine, trifluralin, azinphos methyl, chlorpyrifos, chlorpyrifos methyl, chlorfenviphos, diazinon, dichlorvos, dimethoate, fenthion, fenthion sulfoxide, malaoxon, methidathion, methyl parathion, cyproconazole, pyrimethanil, triadimefon, pirimiphos methyl, isoproturon, diuron, carbofuran, quinalphos, triazophos, phosalone, pyrazophos, penconazole, tebuconazole) according to previous and current agricultural and urban uses in the basin river. In addition, twelve pharmaceutical compounds and metabolites (i.e. salicylic acid, paracetamol, clofibric acid, ibuprofen, phenazone, gemfibrozil, triclosan, naproxen, diclofenac, carbamazepine, caffeine, fenofibrate) were chosen according to the occurrence and data reported in the open literature for other water bodies in Europe and few studies in Greece. Gas chromatography mass spectrometry (GC-MS) was also used for the detection and the quantification of pharmaceutical compounds. Spatial and temporal variations in pesticide concentrations were monitored during the period March 2005 - February 2008. Sampling period began one year before the restrictions imposed in tobacco cultivation (from 1/1/2006), the main agricultural activity in the area, within the framework of Common Agricultural Policy, and lasted two years after the restriction in order to reveal probable changes in pesticide uses and inputs to the river flow. The most frequently detected pesticides within the monitoring period were diazinon (78.6%) and fenthion (52.6%), from the group of insecticides, DEA (69.3%) and alachlor (50%) from the group of herbicides and pyrimethanil (67.3%) and tebuconazole (44.7%) from the group of fungicides. Statistical analysis of the detected pesticide concentrations showed significantly higher concentrations during the spring and early summer coinciding frequently with the application periods, and an increasing trend along the river flow with the sampling sites located in the river's delta presenting the higher concentration levels. It was also found that mean concentrations of pesticides in years 2006 and 2007 were lower compared with the year 2005 proving that the restrictions of tobacco cultivation and changes in land uses had a significant effect on Acheloos River pesticide pollution levels. This is further confirmed by conducting the risk assessment for each year of the sampling period using the risk quotient method. Six pesticides showed high risk, in 2005 while just one in 2007. The occurrence and the removal of pesticides from the wastewater treatment plant of Agrinio were studied for a period of fourteen months (April 2007-May 2008). The herbicides isoproturon, atrazine and its metabolite DEA, alachlor, the insecticides diazinon, methidathion, chlorfenviphos and chlorpyriphos and the fungicides tebuconazole, cyproconazole were the most frequently detected in influent and effluent samples. Seasonal variations for the majority of pesticides showed that pesticide inputs in wastewater treatment plant from agricultural cultivations in the suburban area and pesticides control in the city, presented higher concentrations during the main period of applications from mid-March to late June. Fungicides belonging to the chemical group of substituted azoles were the exception to the above trend, except triadimefon, and were detected for longer periods during the year because of their uses as preservatives-biocides to surfaces and coatings of buildings. Additionally, the removal rates of pesticides during secondary and tertiary treatment of the WWTP were studied. Mean removal rates (%) after primary and secondary treatment ranged between 31% for pyrimethanil to 97% for dichlorvos. Mean cumulative removals (%) for the whole treatment ranged between 46% pyrimethanil to 93% for triadimefon. Generally, primary treatment in WWTP did not remove significantly pesticides from wastewater, while tertiary treatment was effective for a small number of pesticides. Based on the results of the pesticide occurrence and removal rates, the WWTP of Agrinio city should be considered as a significant point source of pesticides in Acheloos River. The occurrence and the removal of pharmaceuticals along wastewater treatment plant of Agrinio were also studied for the same sampling period (April 2007-May 2008). Most of the analyzed compounds (salicylic acid, clofibric acid, paracetamol, caffeine, gemfibrozil, triclosan, diclofenac and carbamazepine) were detected in 100% of the samples. The observed high detection frequencies were associated either to their frequent consumption (e.g. salicylic acid, clofibric acid, paracetamol, caffeine and gemfibrozil), or low elimination during treatment (e.g. carbamazepine), or both of the above reasons (e.g. triclosan and diclofenac). The highest mean removals after tertiary treatment were measured for naproxen (96.8%), caffeine (96%) and ibuprofen (92.3%), (except phenazone removals were not determined due to the low frequency of detection), while the lowest for carbamazepine (46.3%) and triclosan (63.2%). Between secondary and tertiary treatment mean removal efficiencies ranged from 18.3% for carbamazepine to 67.4% for naproxen. Lower mean removal rates were determined during winter probably due to low temperatures and high rainfall, causing dilution and lower hydraulic residence times in WWTP. Regarding the occurrence of pharmaceutical compounds along the river flow salicylic acid, paracetamol, carbamazepine and caffeine were detected in 100% of samples analyzed, while the highest detected concentration was 350,13 ng/L, recorded for paracetamol. Statistical analysis did not revealed seasonal differences in mean concentrations of pharmaceutical compounds. In contrary, spatial distribution showed statistically significant difference (P <0.050) for the sampling station located afterwards the discharge of WWTP for all studied compounds. Finally, risk assessment was estimated using the risk quotient method for different scenarios: the general (RQm) and extreme (RQex), where median and maximum concentrations were used respectively. The obtained results using both scenarios revealed that only triclosan exhibited high risk while the rest of the compounds presented low or moderate risk. Photolytic and photocatalytic degradation (kinetic studies, degradation mechanisms, by-products formation, mineralization) of the pesticide tebuconazole and the antibacterial compound triclosan were studied in different aqueous matrices (distilled water and treated wastewater) Tebuconazole was chosen due to its wide application in recent years in agricultural and urban uses, low removal efficiency during treatment in WWTP and high persistence in aquatic environment. Although triclosan was not extensively detected, it was selected due to the high risk determined, and because of its chemical structure, which is similar to highly toxic compounds such as polychlorinated furans and dioxins and may be a precursor for the formation of them. Triclosan exhibited also resistance to degradation and causes endocrine disruption in living organisms. Photolysis of tebuconazole was a very low process, thus the environmental significance for the degradation of tebuconazole is considered negligible. On the contrary, significant photolysis rates were determined for triclosan with half lives of about 7 days using mean solar irradiance intensity for Greece. Primary goal of the photocatalytic study was to explore experimental parameters of photocatalytic degradation that affect the rate and efficiency of oxidation reaction (catalyst concentration, initial pollutant concentration, radiation intensity) and to find the optimum conditions for maximum photocatalytic activity, using Central Composite Design (CCD) and response surface methodology. The kinetics of the photocatalytic degradation and the degree of mineralization were studied in different experimental conditions. Photolytic and photocatalytic experiments were performed using SUNTEST XLS+ instrument, from ATLAS, simulating solar radiation. Quantification of tebuconazole and triclosan for the kinetic studies in aquatic solutions was carried out by high performance liquid chromatography (HPLC). Samples taken periodically during photocatalytic process were filtered and analyzed for determining the concentration of the pollutant, the concentration of total organic carbon (TOC) using a TOC instrument, as well as the concentration of inorganic ions resulting from the decomposition of the parent compound using ion chromatography. The determined optimum experimental conditions using CCD and RSm methodologies were Cteb=1 ppm, CTiO2=550 ppm, I=650 W/m2 for tebuconazole and Ctric=1 ppm, CTiO2=550 ppm, I=700 W/m2 for triclosan. Degradation kinetics of both pollutants followed pseudo-first order model. In order to investigate the major reactive species taking part of the photocatalytic degradation mechanism of the selected pollutants, kinetic studies using scavengers were conducted, while by-products were identified by means of gas chromatography-mass spectrometry (GC-MS). Kinetic experiments using scavengers showed that the photocatalytic degradation of tebuconazole occurred primarily via hydroxyl radical and to a lesser extent by positive holes. Triclosan photocatalytic degradation took place mainly through hydroxyl radicals. Almost complete mineralization was achieved for triclosan, while for tebuconazole, more than 80% of the theoretically expected amount of nitrogen was determined as NO3- and NO2-, suggesting either that the final organic decomposition products of tebuconazole require longer irradiation times for degradation or that free N2 was formed during degradation of azole rings. Finally, the mechanisms of the photocatalytic degradation of both compounds were proposed based on the detection and semi-quantification of by-products performed by gas chromatography-mass spectrometry. According to the results obtained for the photocatalytic oxidation of the two model-pollutants, photocatalysis could be a very fast and efficient treatment technology for the removal of organic micro-pollutants from real wastewaters and natural waters. However, before implementation it is necessary to control and optimize various parameters that affect the efficiency of process such as the catalyst loading, the intensity of solar radiation etc., in order to be more feasible both economically and environmentally. Moreover, the possibility of combining this method with other conventional biological and/or physicochemical methods of treatment, could result in a more integrated and cost-effective solution for environmental pollution problems in accordance with modern standards and requirements.
5

Αξιολόγηση εταιρικής φήμης των φαρμακευτικών εταιριών από την πλευρά των ιατρών πελατών τους

Βενιού, Αναστασία 02 February 2011 (has links)
Η αγορά των συνταγογραφούμενων φαρμάκων λειτουργεί σε ένα πολύπλοκο περιβάλλον που διαμορφώνεται από ισχυρές κυβερνητικές πιέσεις, ριζικές αλλαγές στην ιατρική περίθαλψη σε παγκόσμιο επίπεδο, αυξανόμενο συγκεντρωτισμό της αγοράς και μεγαλύτερο ανταγωνισμό από αντίγραφα φάρμακα. Δημιουργείται έτσι η πιεστική ανάγκη για τις φαρμακευτικές εταιρίες να συγκεκριμενοποιήσουν την εικόνα που έχουν οι μέτοχοί τους για αυτές (εταιρική εικόνα) και αν είναι εφικτό να προσπαθήσουν να την διαμορφώσουν. Η δημιουργία και διατήρηση μιας θετικής εταιρικής φήμης είναι μια πολύ δύσκολη και πολύπλοκη διαδικασία, που λίγες εταιρίες κατορθώνουν να πετύχουν. Περισσότερη μελέτη του αντικειμένου υποστηρίζει την άποψη ότι υπάρχουν πολλοί εσωτερικοί παράγοντες που πρέπει να ρυθμιστούν από μια εταιρία για να απολαμβάνει ευνοϊκή φήμη από τους ομάδες ενδιαφερομένων (stakeholders). Οι εσωτερικοί παράγοντες αφορούν πληροφορίες ή σήματα που εκπέμπουν οι εταιρίες, σχετικά με την οικονομική και λογιστική τους επίδοση, την ύπαρξη θεσμικών επενδυτών στο μετοχικό τους κεφάλαιο, και την στρατηγική τους τοποθέτηση. Στηριζόμενοι σε αυτές τις πληροφορίες οι stakeholders, αξιολογούν την εταιρική φήμη. Ο απώτερος σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αξιολόγηση των παραγόντων που προσδιορίζουν την εταιρική φήμη στο φαρμακευτικό κλάδο, καθώς και ο τρόπος που συσχετίζονται μεταξύ τους. / The market of prescribed medicines functions in a complicated environment that is shaped by powerful governmental pressures, radical changes in the medical care in world level, increasing centralism of market and bigger competition than generic medicines. It's thus created the pressing need for the pharmaceutical companies to particularise the picture that have their shareholders for them (corporate picture) and if it is feasible they try they shape it. The creation and maintenance of positive corporate reputation is a very difficult and complicated process that few companies are achieving. Further study of the object supports the opinion that there are a lot of internal factors that should be regulated from a company in order to achieve a favourable reputation from their stakeholders. The internal factors concerns information and data that companies are emitting, with regards to their financial and accounting record, the existence of institutional investors in their participial capital, and their strategic placement. Based on this information the stakeholders are evaluating the corporate reputation. The ultimate aim of present study is the evaluation of factors that determines the corporate reputation in the pharmaceutical industry, as well as the way they are related to each other.
6

Η εικόνα των καταναλωτών για το ελληνικό φαρμακείο και ο βάθμος ικανοποίησης τους από τις παρεχόμενες φαρμακευτικές υπηρεσίες

Πλακούτση, Αγγελική 29 July 2011 (has links)
Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών, στην κατεύθυνση “Φαρμακευτικό Μάρκετινγκ”, του τμήματος Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Πατρών. Σκοπός της εργασίας ήταν να ερευνηθούν τα κριτήρια με βάση τα οποία οι καταναλωτές επιλέγουν το φαρμακείο που θα κάνουν τις αγορές τους, την εικόνα που έχουν για το ελληνικό φαρμακείο και κυρίως για το φαρμακοποιό, και το βαθμό ικανοποίησής τους από τη στάση του φαρμακοποιού και γενικά από τις υπηρεσίες που παρέχονται στο φαρμακείο. Παράλληλα, επιδίωξη της εργασίας ήταν να μελετήσει τις σχέσεις που μπορεί να υπάρχουν: • μεταξύ των διαφόρων χαρακτηριστικών του φαρμακείου, ως προς τη σημαντικότητά τους, για τους καταναλωτές κατά την επιλογή του φαρμακείου που θα πραγματοποιήσουν τις αγορές τους, • μεταξύ των χαρακτηριστικών-κριτηρίων αυτών και δημογραφικών χαρακτηριστικών, • μεταξύ της εικόνας των καταναλωτών για το φαρμακοποιό ως επιστημονικό σύμβουλο και δημογραφικών χαρακτηριστικών, • μεταξύ του βαθμού ικανοποίησης από τις παρεχόμενες φαρμακευτικές υπηρεσίες και δημογραφικών χαρακτηριστικών. Ειδικότερα στοχεύουμε στη συσχέτιση των δημογραφικών χαρακτηριστικών με: (α) το κριτήριο της τοποθεσίας του φαρμακείου, (β) το κριτήριο της εξυπηρετικότητας στο φαρμακείο, (γ) το κριτήριο του διαθέσιμου χώρου πάρκινγκ του φαρμακείου, (δ) το κριτήριο της ωραίας διακόσμησης του φαρμακείου, (ε) το κριτήριο της παρουσίας εξειδικευμένου επιστήμονα (π.χ. αισθητικός, διαιτολόγος) στο φαρμακείο, (στ) την εικόνα του φαρμακοποιού ως επιστημονικού συμβούλου, (ζ) το βαθμό ικανοποίησης των καταναλωτών από τις παρεχόμενες φαρμακευτικές υπηρεσίες. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε πρωτότυπο ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου. Το σχήμα που εφαρμόστηκε για την επιλογή του δείγματος είναι η “στρωματοποιημένη τυχαία δειγματοληψία.” Ερωτήθηκαν 200 άτομα σε δείγμα δύο επαρχιακών πόλεων, οι οποίες επιλέχθηκαν σύμφωνα με τη “βολική δειγματοληψία.” Η συλλογή των στοιχείων έγινε τον Ιούλιο του 2008. Από την ανάλυση των δεδομένων βρέθηκε ότι η σειρά μειούμενης σημαντικότητας των κριτηρίων, που επηρεάζουν τους καταναλωτές στην επιλογή του φαρμακείου που θα κάνουν τις αγορές τους, είναι η εξής: η βολική τοποθεσία, οι χαμηλές τιμές, το επίπεδο εξυπηρέτησης, ο ευγενικός φαρμακοποιός, η μεγάλη ποικιλία των προϊόντων, η καλή φήμη του φαρμακείου, η παρουσία εξειδικευμένου επιστήμονα στο φαρμακείο, η ωραία διακόσμηση του φαρμακείου. Επίσης, βρέθηκε ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση: (α) μεταξύ του φύλου και του κριτηρίου της εξυπηρετικότητας, (β) μεταξύ του επιπέδου μόρφωσης, της ηλικίας, του εισοδήματος, και του αριθμού των παιδιών των καταναλωτών, με την εικόνα που έχουν για τον φαρμακοποιό ως επιστημονικό σύμβουλο, (γ) μεταξύ του φύλου, της ηλικίας, του επιπέδου μόρφωσης, της οικογενειακής κατάστασης, και της επαγγελματικής κατάστασης των καταναλωτών, με τον βαθμό ικανοποίησης των καταναλωτών από την αξία των υπηρεσιών που παρέχουν τα φαρμακεία σήμερα. Ακόμη, βρέθηκε ότι οι άνδρες θεωρούν πιο σημαντικό το διαθέσιμο χώρο πάρκινγκ σε ένα φαρμακείο προκειμένου να το επιλέξουν για τις αγορές τους, σε σχέση με τις γυναίκες. Επιπλέον, οι γυναίκες θεωρούν σημαντικότερο κριτήριο την ωραία διακόσμηση στο φαρμακείο από τους άντρες για την επιλογή του φαρμακείου. Σημαντικό εύρημα είναι ότι οι γυναίκες συμφωνούν περισσότερο από τους άντρες στο ότι ο φαρμακοποιός είναι κυρίως επιστημονικός σύμβουλος. / This study is a survey of customers shopping in Greek pharmacies and their satisfaction from purchases, pharmaceutical services and store atmosphere. Concretely, the objective is to study the following: i) the factors that affect patients to choose a pharmacy for their shopping (aesthetical, designing, personnel), ii) patients’ view for the role of pharmacists (consulters, businessman, doctor’s assistant), iii) patients’ satisfaction from pharmaceutical services. The data collected from a sample of 200 patients-customers, in two small Greek cities. The sampling method was convenient sampling and the sampling plan was stratified random sampling. Age was used as layer sampling. SPSS (statistical package for the social sciences) statistical program was used for the inductive data analysis. From the statistical analysis, we found the importance of some factors that affect patients in choosing pharmacy for their shopping. When choosing a pharmacy, its location was considered the most important factor. Less important factors were prices, service, personnel’s attitude, wide choice, specialized scientist in pharmacy (dietician) and pharmacy decoration. It was also found that for men is very important the available parking in order to choose pharmacy. Women consider more important beautiful pharmacy decoration in order to choose it. Relation was not found between sex and pharmacy personnel service, and, location and age. The role of the pharmacy personnel was viewed in three different ways, as: counselor, doctor’s assistant and businessman. It was also believed that sometimes the pharmacy personnel might play a double role-both as doctor and pharmacist. Women, married, separated thought that pharmacist is basically counselor. It is very important that women think of pharmacist as mainly scientific advisor, more than men. It is important that patients believe that pharmacists need more scientific education. Relation was not found between education, age, income, number of children and pharmacy’s view as scientific advisor. Customers were satisfied from their pharmacist’s: behavior-kindness, secrecy, help choosing the right medicine, professional consultation. A percentage of 37% of patients are very satisfied from their pharmacist’s advice. 50% of patients are very satisfied from the existing schedule of pharmacies. Important relation was found between patients’ income, children number and satisfaction. Patients having income above 3000 were more satisfied from pharmaceutical services, than customers with lower income, maybe because they do not experience health system with the same way. Customers with one or two kids feel more satisfaction from pharmaceutical services, maybe because they are new parents and this feeling is unknown. Relation was not found between sex, age, education, professional situation and satisfaction from pharmaceutical services. Customers are more satisfied: i) when their pharmacist helps them to select the correct medicine, despite when their pharmacist provides them some advice with regard to their medication treatment, ii) when their pharmacist is secretive concerning their health problems despite when their pharmacist has polite behavior. The results of research can be the reason for same or similar researches in the future in Greece, as health products are a very important part of economy.
7

Εταιρική κοινωνική ευθύνη στις φαρμακευτικές εταιρείες

Τούμπουλη, Ευδοκία 11 July 2013 (has links)
H Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ) είναι η οικειοθελής δέσμευση των επιχειρήσεων για ένταξη στις επιχειρηματικές τους πρακτικές δράσεων κοινωνικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής διάστασης, χωρίς δέσμευση από τη νομοθεσία και έχουν σχέση με όλους όσους επηρεάζονται από τις δραστηριότητές τους. Ο κύριος σκοπός μιας εταιρείας είναι η μεγιστοποίηση των κερδών της, αλλά μέσα από τη διασφάλιση μιας βιώσιμης ανάπτυξης. Οι επιχειρήσεις διαπιστώνουν ότι η κοινωνική αποδοχή τους δεν συναρτάται μόνο με τις καλές οικονομικές επιδόσεις, την τήρηση των νόμων και κάποιο φιλανθρωπικό έργο ή χορηγίες. Η φιλοσοφία και οι δράσεις Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης αποτελούν σήμερα την πιο ολοκληρωμένη επιχειρηματική στρατηγική που μπορεί να εγγυάται μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα σε μια εταιρεία και ταυτοχρόνως ευημερία για όλη την κοινωνία. Στην παρούσα εργασία, συλλέξαμε τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο που κατασκευάσαμε από 16 φαρμακευτικές εταιρείες και έπειτα τις επεξεργαστήκαμε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS. Τα αποτελέσματα μας έδειξαν, ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ελλαδικό χώρο, εντάσσουν προγράμματα ΕΚΕ στις επιχειρηματικές τους πρακτικές δίνοντας μεγάλη έμφαση στον τομέα της υγείας και των ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Οι περισσότερες από αυτές δήλωσαν ότι δεν έχουν μείωση στον προϋπολογισμό τους, όσον αφορά τα προγράμματα ΕΚΕ παρά την περίοδο οικονομικής κρίσεως που διανύουμε. / -
8

Αξιολόγηση ιστοσελίδων φαρμακευτικών εταιρειών

Παναγιωτοπούλου, Αναστασία 27 April 2015 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να γίνει μία προσπάθεια ανάλυσης της ποιότητας δικτυακών τόπων φαρμακευτικών εταιρειών, έχοντας υπόψη το πώς γίνεται μία γενική αξιολόγηση των χαρακτηριστικών των ιστοσελίδων καθώς παρουσιάζει αρκετά κοινά κριτήρια με την αξιολόγηση ιστοσελίδων φαρμακευτικών εταιρειών. Οι φαρμακευτικές εταιρείες που συμμετείχαν ως δείγμα στην έρευνά μας δραστηριοποιούνται τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και παγκοσμίως και είναι είτε εθνικές είτε πολυεθνικές εταιρείες. Οι διαδικτυακοί τόποι που αναλύσαμε ήταν είκοσι σε αριθμό και τα δεδομένα προέκυψαν με τη βοήθεια των λογιστικών φύλλων στο Excel. Τα χρώματα, οι γραμματοσειρές, τα στοιχεία πλοήγησης είναι λειτουργικά και ευπαρουσίαστα χωρίς περιττά και δύσχρηστα στοιχεία. Τα ερευνητικά συμπεράσματα υποδεικνύουν πως σε υψηλό βαθμό η κατασκευή των ιστοσελίδων έχει γίνει σε περιβάλλον φιλικό προς τους χρήστες, δίνοντας τη δυνατότητα για εύκολη πλοήγηση και αναζήτηση θεμάτων που άπτονται των ενδιαφερόντων τους. / The purpose of this paper is to analyse the quality of websites of pharmaceutical companies, having regard how is generally the evaluation of the websites as it presents several common criteria to evaluation of pharmaceutical companies’ websites. Pharmaceutical companies involved in our survey sample are active both in Greece and worldwide and are either national or multinational companies. The websites we analyzed were twenty and the data obtained with the help of a spreadsheet in Excel. The colors, fonts, navigability are functional and presentable without unnecessary and inconvenient items. The research findings indicate that these websites has been designed in an environmentally friendly frame for users, allowing them easy navigation and searching issues of their interests.
9

Επίδραση ξενοβιοτικών ουσιών και του διαλυμένου οξυγόνου στη διεργασία της νιτροποίησης και βελτιστοποίηση της απομάκρυνσης αζώτου από αστικά λύματα

Δοκιανάκης, Σπυρίδων 22 June 2007 (has links)
Η ΒΥΠ διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή στο βιβλιοστάσιο διδακτορικών διατριβών που βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου της. / Η βιολογική απομάκρυνση του αζώτου μέσω της νιτροποίησης και της απονιτροποίησης είναι οι διεργασίες οι οποίες χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία των αστικών και των βιομηχανικών υγρών αποβλήτων καθώς και για την προεπεξεργασία του πόσιμου νερού. Η νιτροποίηση (βιολογική οξείδωση της αμμωνίας) υλοποιείται από δύο διαφορετικές κατηγορίες αυτότροφων βακτηριών. Η πρώτη ομάδα (νιτρωδοποιητές) μετατρέπει την αμμωνία ( + 4 NH ) σε νιτρώδη ( − 2 NO ) και στη συνέχεια η δεύτερη ομάδα, οι νιτρικοποιητές, οξειδώνει περαιτέρω το ενδιάμεσο προϊόν σε νιτρικά. Η απονιτροποίηση είναι η βιολογική διεργασία, η οποία ευθύνεται για την απομάκρυνση του αζώτου με τη μορφή των νιτρικών και/ή νιτρωδών από τα απόβλητα με μετατροπή σε αέριο άζωτο. Τα τελευταία χρόνια, γίνεται σημαντική ερευνητική προσπάθεια για να παρακαμφθεί το στάδιο της νιτρικοποίησης. Είναι επιθυμητό η αμμωνία να οξειδώνεται σε νιτρώδη και μετά απευθείας να λαμβάνει χώρα η απονιτροποίηση, παρά να γίνεται πρώτα η μετατροπή σε νιτρικά στα συστήματα απομάκρυνσης αζώτου. Θεωρητικά εξοικονομείται περίπου 25% σε δέκτη ηλεκτρονίων (οξυγόνο) και 40% σε δότη ηλεκτρονίων, ενώ επίσης ο ρυθμός απονιτροποίησης αυξάνεται κατά 63% με μικρότερη παραγωγή βιομάζας για κάθε μονάδα αζώτου που απομακρύνεται, πράγμα το οποίο είναι πολύ ελκυστικό από οικονομικής πλευράς, καθώς μειώνεται αρκετά το κόστος λειτουργίας της διεργασίας. Η παράκαμψη αυτή συνήθως επιτυγχάνεται ρυθμίζοντας κατάλληλα τη συγκέντρωση του διαλυμένου οξυγόνου, το pH και τη θερμοκρασία. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να εξεταστεί το φαινόμενο «υστέρησης» που παρουσιάζουν οι νιτρικοποιητικοί μικροοργανισμοί εξαιτίας της μετάβασης από ανοξικές σε αερόβιες συνθήκες. Επίσης το συγκεκριμένο φαινόμενο μοντελοποιήθηκε για τη διεργασία της νιτροποίησης για (α) ένα αντιδραστήρα συνεχούς λειτουργίας (CSTR) στον οποίο λάμβανε χώρα ανάπτυξη βιομάζας τόσο στον υγρό όγκο όσο και στα τοιχώματα του αντιδραστήρα (προσκολλημένη) και (β) σε αντιδραστήρες διαλείποντος έργου. Με σκοπό να παρακαμφθεί η νιτρικοποίηση χρησιμοποιήθηκε ένας αντιδραστήρας διαλείποντος έργου (SBR) για να προσομοιωθεί η διεργασία της νιτροποίησης λαμβάνοντας υπόψη το φαινόμενο υστέρησης των νιτρικοποιητικών βακτηρίων. Η προσομοίωση αυτή έδειξε ότι είναι δυνατό να παρακαμφθεί η νιτρικοποίηση χρησιμοποιώντας 3 ζεύγη αερόβιας – ανοξικής φάσης, με συνολική διάρκεια κάθε φάσης 4.5 και 5.5 ωρών αντίστοιχα, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα σχεδόν πλήρη απομάκρυνση του αζώτου. Οι μονάδες βιολογικής επεξεργασίας των υγρών αποβλήτων γίνονται συχνά δέκτες αρκετών ξενοβιοτικών ουσιών, τα οποία πρέπει να επεξεργαστούν ταυτόχρονα με τα αστικά απόβλητα προτού εναποτεθούν στους υδάτινους αποδέκτες. Η παρουσία αυτών των ουσιών στις εισροές των βιολογικών καθαρισμών είναι πιθανόν παρεμποδιστικός παράγοντας για ευαίσθητες βιολογικές διεργασίες όπως η νιτροποίηση. Παρεμπόδιση αυτής της διεργασίας, μπορεί κάτω από ανεξέλεγκτες συνθήκες να οδηγήσει σε αποτυχία της βιολογικής απομάκρυνση αζώτου. Στην παρούσα διατριβή εξετάστηκε η τυχόν παρεμπόδιση 12 ξενοβιοτικών ουσιών σε (α) νιτρωδοποιητικά βακτήρια και (β) νιτρικοποιητικά βακτήρια τα οποία είχαν απομονωθεί από την ενεργό ιλύ. Από τα πειράματα αυτά προέκυψαν αξιοσημείωτα φαινόμενα παρεμπόδισης για κάποιες από τις εξεταζόμενες ουσίες. Η συγκεκριμένη παρεμπόδιση μοντελοποιήθηκε χρησιμοποιώντας το μη – ανταγωνιστικό μοντέλο παρεμπόδισης. / In the recent years significant research effort has been spent in bypassing the nitrification process. It is beneficial if ammonium is oxidized to nitrite and is thereafter directly denitrified rather than first being converted to nitrate in biological nitrogen removal systems. the bypass is often accimplished by changing the concentration of the dissolved oxygen, the pH and the temperature. The aim of this work was to examine the \"delay\" effect exhibited by nitrite oxidezers during the transition from anoxic to aerobic conditions. Furthermore, this effect was modeled for the nitrification process that took place in a)a continuously stirred tank reactor (CSTR) and b)in batch reactors. In order to bypass nitrification, a system called Sequencing Batch Reactor (SBR) was used to simulate the nitrification process by taking into account the delay effect of nitrite oxidizers. Sewage Treatment Plants (STPs) are usual receptors of xenobiotic compounds which may inhibit biological processes such as nitrification irrevesibly. This work also examined the possible inhibitory effect of twelve xenobiotic compounds an a)a mixed culture of autotrophic ammonium-oxidizing bacteria and b)nitrite-oxidizing bacteria isolated from activated sludge.
10

Καταναλωτική συμπεριφορά πελατών φαρμακείων και βαθμός ικανοποίησης από τις αγορές, τις υπηρεσίες και την ατμόσφαιρα του φαρμακείου / Pharmacy customers shopping styles and satisfaction from purchases, services and store atmosphere

Κατερίνης, Ιωάννης 14 May 2007 (has links)
Η μελέτη είναι μια προσπάθεια ανίχνευσης της καταναλωτικής συμπεριφοράς των πελατών των Ελληνικών φαρμακείων και του βαθμού ικανοποίησης τους από τις αγορές, τις υπηρεσίες και την ατμόσφαιρα του φαρμακείου με τη χρήση ερωτηματολογίου και τη μέθοδο της βολικής δειγματοληψίας σε δείγμα εκατό ατόμων. Σημαντική παράμετρος αποτέλεσε η εμπιστοσύνη των πελατών στο φαρμακοποιό. Για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναζητήθηκαν στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στα δημογραφικά στοιχεία, τα καταναλωτικά πρότυπα και τις μεταβλητές ατμόσφαιρα φαρμακείου, εμπιστοσύνη στο φαρμακοποιό και ικανοποίηση από τις φαρμακευτικές υπηρεσίες. / This study is a survey of customers shopping behavior in Greek pharmacies, and their satisfaction from purchases, pharmaceutical services and store atmosphere using a questionnaire among a hundred customers sample. An important factor was trust upon the pharmacist. Conclusions made out of statistically significant correlations among demographics, consumers shopping styles and variables such as satisfaction from pharmaceutical services, trust upon the pharmacist and pharmacies atmosphere.

Page generated in 0.0306 seconds