• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 37
  • 2
  • Tagged with
  • 39
  • 33
  • 7
  • 7
  • 5
  • 5
  • 5
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
11

Ανάλυση και υπολογιστική πολυπλοκότητα τεχνικών επίλυσης προβλημάτων γραμμικού προγραμματισμού

Κατσίκης, Αναστάσιος 08 February 2010 (has links)
Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει μια ιστορική αναδρομή σχετικά με τη γέννηση και την ανάπτυξη της Επιχειρησιακής Έρευνας και του Γραμμικού Προγραμματισμού. Επίσης παρουσιάζεται το χρονικό των μεγαλυτέρων ανακαλύψεων: ο αλγόριθμος Simplex (Dantzig-1949), ο ελλειψοειδής αλγόριθμος (Khachian-1979) και ο αλγόριθμος εσωτερικών σημείων (Karmarkar-1983). Στη συνέχεια - δεύτερο κεφάλαιο - γίνεται η θεωρητική θεμελίωση της μεθόδου Simplex, συμπεριλαμβάνοντας τόσο την γεωμετρική-εποπτική παρουσίαση της μεθόδου, όσο και την αυστηρή αλγεβρική τεκμηρίωσή της μέσω θεωρημάτων. Το τρίτο κεφάλαιο αφιερώθηκε στον αλγόριθμο των ελλειψοειδών, στη μέθοδο δηλαδή που ουσιαστικά απέδειξε ότι τα προβλήματα του γραμμικού προγραμματισμού μπορούν να λυθούν σε πολυωνυμικό χρόνο. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η πιο σύγχρονη τάση στον τομέα επίλυσης προβλημάτων γραμμικού προγραμματισμού: οι μέθοδοι εσωτερικού σημείου. Συγκεκριμένα αναπτύσσεται ο αλγόριθμος του Karmakar, η κατηγορία των μεθόδων ομοπαραλληλικής αλλαγής κλίμακας και ο πρωτεύοντας-δυϊκός αλγόριθμος εσωτερικού σημείου. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο περιλαμβάνεται η παρουσίαση της έννοιας της υπολογιστικής πολυπλοκότητας αλγορίθμων, η πλήρης ανάλυση της πολυπλοκότητας των αλγορίθμων Simplex και εσωτερικού σημείου του Karmakar, καθώς και η σύγκριση των δύο αλγορίθμων. / The first chapter includes a historical retrospection in respect of the birth and growth of Operational Research and Linear Programming. Furthermore, the chronicle of the biggest discoveries is presented: the Simplex algorithm (Dantzig-1949), the ellipsoid algorithm (Khachian-1979) and the interior point algorithm (Karmarkar-1983). Thereafter -in the second chapter- the theoretical foundation of Simplex method is presented, including both the geometric- supervisory presentation and the strict algebraic documentation of the method via theorems. The third chapter refers to the ellipsoid algorithm, namely the method that proved that the problems of linear programming can be solved in polynomial time. In the fourth chapter, the most contemporary tendency in the field of solving problems of linear programming, is presented: the methods of interior point. Particularly, the algorithm of Karmakar and the primal-dual algorithm of interior point are expounded. Finally, the fifth chapter includes the presentation of the concept of computational complexity of algorithms, the complete analysis of complexity of algorithms Simplex and interior point of Karmakar, as well as the comparison of the two algorithms.
12

Σφάλματα στις δειγματοληπτικές έρευνες και τρόποι ελαχιστοποίησής τους / Errors in sample surveys and ways of minimization

Πέτρου, Μαρία 12 April 2010 (has links)
Η δειγματοληπτική έρευνα είναι η έρευνα η οποία βασίζεται στο δείγμα για να εξάγει συμπεράσματα για τον πληθυσμό. Στη δειγματοληπτική έρευνα υπάρχουν σφάλματα. Τα σφάλματα είναι οι αποκλίσεις των αποτελεσμάτων της δειγματοληπτικής έρευνας από τις αντίστοιχες πραγματικές τους τιμές. Στην έρευνα αυτή προσπαθούμε να τα ελαχιστοποιήσουμε. Προσπαθούμε να παρέμβουμε επί της διαδικασίας δειγματοληπτικής έρευνας στην οποία υπάρχουν με τέτοιον τρόπο έτσι ώστε τα εξαγόμενα αποτελέσματά της να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στα αντίστοιχα πραγματικά. / In sample survey there are errors. The errors are the declinations between the estimated values and the real ones. In this thesis we try to find ways in order to minimize them.
13

Εντοπισμός λιγνιτικών οριζόντων χρησιμοποιώντας τεχνικές σεισμικής ανάκλασης και τοπογραφικές μεθόδους

Παρασκευόπουλος, Παρασκευάς Γ. 13 July 2010 (has links)
- / -
14

Μελέτη έντονων καιρικών φαινομένων με τη βοήθεια δεδομένων δορυφόρων παρακολούθησης του ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος και δεδομένων ατμοσφαιρικής ηλεκτρικής δραστηριότητας

Κατσάνος, Δημήτριος Κ. 30 August 2010 (has links)
- / -
15

Υποδείγματα επιχειρησιακής έρευνας στον προγραμματισμό συντήρησης αεροσκαφών και κάλυψης δρομολογίων / An optimization model for aircraft maintenance scheduling and re-assignment

Σολωμός, Κωνσταντής 20 April 2011 (has links)
Παρουσιάζονται υπολογιστικά μοντέλα τα οποία κατά το παρελθόν έχουν αναλυθεί από διάφορους μελετητές και τα οποία σχετίζονται άμεσα με θέματα δρομολόγησης αεροσκαφών, προγραμματισμού συντηρήσεων αεροσκαφών, καθώς και με τον ημερήσιο και τον μακροχρόνιο προγραμματισμό εργασιών σε στόλο αεροσκαφών αεροπορικών εταιρειών. Στο τέλος της εργασίας γίνεται μια επιλογή ενός εκ των παρουσιασθέντων υπολογιστικών μοντέλων λαμβάνοντας υπόψη τα θετικά και τα αρνητικά σημεία καθ’ ενός από αυτά. Και βέβαια πάντα με σημείο αναφοράς το εξεταζόμενο θέμα, της δρομολόγησης και του προγραμματισμού συντηρήσεων των αεροσκαφών μιας αεροπορικής εταιρείας. Και στο τελευταίο κεφάλαιο, έχοντας επιλέξει και αιτιολογήσει την επιλογή του καταλληλότερου, για την περίπτωσή μας, υπολογιστικού μοντέλου προχωρούμε στην εφαρμογή του με την χρήση του γνωστού υπολογιστικού πακέτου Premium Solver. / Presented computational models that previously have been analyzed by scholars and directly related to issues of aircraft routing, scheduling, aircraft maintenance, and daily and long term planning work on fleet of aircraft carriers. At the end of the work it is selected one of the presented computational models taking into account the positive and negative points of it. And at the last chapter,there are presented the reasons why we did that selection of the model and finally we proceed in the implementation of it using Premium Solver Platform and MS Excel.
16

Demographics and dynamics of firms with R&D activities in Greece

Κούγιας, Ανδρέας 05 March 2012 (has links)
The purpose of this thesis is to draw a first general portrait on the firm level R&D activity in Greece. First the evolution of the distributions of firms undertaking R&D activities in Greece is examined, in respect to their age, size and industry. Afterwards the firms, separated in terms of their persistence in reporting R&D, are investigated for their size and industry distributions. Finally we examine the R&D intensities of the firms according to their relation to the firm size and their regularities indicated by the literature for the manufacturing sector. The data for these examinations come from a firm level panel data, which we constructed with data taken from HELASTAT for all sectors of economic activity and for the period 2001-2008. / --
17

Essays on the role of internationalization on the R&D activities

Γκυπάλη, Αρετή 27 May 2014 (has links)
Firms of European small open peripheral economies face an increasing globalization of markets, a strengthening of global value chains, a well documented knowledge and technological gap and these in conjunction to the current crisis at least in the southern part of Europe. These conditions compose a demanding and complex environment within which firms must cope and survive. In this direction, analyzing first and improving in turn competitiveness and productivity of European firms’ has become a primary policy objective of the EU at the national, regional, sectoral and firm level in an attempt to close the growth gap with the United States (Aghion et al., 2008). In this mission, boosting exporting activities and investments in Innovation, R&D and knowledge intensity is of the outmost importance since they are seen as drivers of productivity, growth and competitiveness (EU, 2012). Especially with respect to Greece’s economic outlook and as it has been documented in several European policy documents and analyses, the country’s innovation performance has been consistently characterized as “moderately following” (IUS, 2013) the EU’s innovation leaders. The same picture is sketched with Greek firms’ export performance as a crucial component of its overall competitiveness (European Competitiveness Report, 2012). Examining more closely the relationship between firms’ exporting activities and innovation dynamism, the theoretical and empirical evidence suggests that firms which are presenting innovation activities are more likely to export, more likely to export successfully, and more likely to generate growth from exporting than non-innovating firms (Golovko and Valentini, 2011; Love and Roper, 2013). In other words, innovation and export performance are directly linked with the creation of a sustainable competitive advantage and are considered as a primary precondition for economic growth (Piercy et al., 1998; EU, 2012). More specifically, exporting activities are considered as the primary internationalization mode (Johanson and Valhne, 1977; 2009) and firms’ knowledge and learning processes are expected to play a pivotal part in the internationalization process; firms need to be in a position to apprehend and assimilate new knowledge in order to compete and grow in markets in which they have little or no previous experience (Autio et al. 2000). In this direction, the relationship between the degree of internationalization and the intensity of the production of technological knowledge remains under examination, since the significant heterogeneity in terms of country, industrial distribution, firm size, and other factors has lead to contradictory results (Harris and Li, 2009). In addition, the differential effects of the firms’ environment which in turn can be further specified in various dimensions –such as business culture, organizational characteristics, strategic orientation, national and regional systems of innovation- introduce a significant amount of unobserved heterogeneity in the employed methodological frameworks. At the same time, the causality direction, too closely related to endogeneity issues, between exporting and R&D activities has not been yet addressed adequately. The relevant literature has documented two theoretical strands, the Product Life Cycle and Endogenous Growth theory, which hypothesize on causality direction between exports and R&D activities. More specifically, the Product life cycle theory argues that innovation eventually leads to exporting (Posner, 1961; Vernon, 1966; Krugman, 1979; Dollar, 1986) and this theoretical strand is strongly interrelated with the Market Selection Hypothesis (MSH; Wagner 2007) which favours the argument that exporters have superior performance characteristics than non-exporters. On the other hand, the Endogenous growth models (Grossman and Helpman, 1989, 1990, 1991a; Segerstrom et al., 1990; Young, 1991; Aghion and Howitt, 1998, ch. 11) argue on the reverse direction of causality. The notion behind this is that exporting firms access to foreign markets provides them with feedback from their suppliers and/or customers, which gives them the opportunity to transform this knowledge into innovation. This theoretical strand has been recorded as opposite to the market selection hypothesis and is named Learning by Exporting Hypothesis (LEH; Clerides et al., 1998; Salomon and Shaver, 2005) Both the above hypotheses seem plausible and have been empirically but the relevant literature has provided contradictory results. However, it would only make sense to assume that this causality direction may be not so straightforward since causality may run in both directions that is a two-way linkage between a firm’s exporting and innovating activities may exist (Filipescu et al. 2013). The starting point of this PhD thesis lies on the idea that both these activities may influence each other and therefore, is focused on the investigation of the endogeneity between established knowledge creation processes (R&D activities) and internationalization activities as they are depicted in exporting activities. It is worth mentioning that towards the direction of seeking proof for the existence of an endogenous relationship between R&D activities and exports different methodological approaches have been employed. All of them however, examine the existence of endogeneity between the two main firm activities as well as identifying the appropriate set of determinants for each one of the firms’ activities as the relevant literature dictates. In order to (i) sufficiently address the abovementioned multiple heterogeneity, and (ii) be able to compare them, the present research investigates the interrelationship between R&D and exporting activities on two distinctively different groups of firms. More specifically, two different contextual frameworks are employed, one International and one National. The first group of firms focuses on those firms that are considered to be leaders with respect to R&D investments at a global level. The second group of firms under investigation, concerns the Greek firms which are in turn considered leaders within the national system of innovation they operate but have been consistently characterized as moderately followers within the European context (IUS, 2013). Information for the investigation of the international context was provided by the UK Department of Business, Innovation and Skills (BIS, 2007; 2008). Yet, regarding the national context, a profound lack of information exists both with respect to exporting activities but also with respect to R&D activities at the firm level, which inevitably led to the conducting of a field research at the National Level targeting the Manufacturing Sector. In this line, and in order for the gathered information to be comparable with other European surveys on Innovation and in particular with Community Innovation Survey (CIS), the design of the questionnaire was primarily based on the CIS standards. In addition to the data provided by the National survey, all the financial and other information, including annual expenditures on R&D, for the period 2001-2010 was provided by the electronic database “i-mentor”. Based on this information, a better approximation of R&D performance has become feasible through the construction of Greek R&D active manufacturing firms’ R&D stock (Kumbhakar et al., 2012). The main argument supporting this transformation is that fluctuations in R&D investment flows are more volatile than the knowledge stock acquired from such investments (Dierickx and Cool, 1989). The third chapter of this PhD thesis is devoted in presenting the specificities of the field research, the adopted methodology for the construction of firms’ knowledge stock, along with primary descriptive results sketching the outlook of Greek R&D manufacturing firms. The rest of this PhD thesis involves three essays each one of them examining research questions arising from the endogenous relationship between R&D and export activities. / Η ενίσχυση της δυναμικότητας και του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος των επιχειρήσεων με βάση την καινοτομία και την εξωστρέφεια έχουν απασχολήσει τόσο την ακαδημαϊκή έρευνα όσο και την πολιτική. Ειδικότερα η Ευρωπαϊκή Ένωση στήριξε την πολιτική της για την κάλυψη του χάσματος, σε σχέση με τους κύριους ανταγωνιστές της, σε αυτούς τους δυο πυλώνες (Lisbon strategy, ….) τουλάχιστον από τις αρχές του 2000. Αναγνωρίζεται ευρύτατα ότι οι πολιτικές αυτές δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα όχι γιατί στους δυο παραπάνω πυλώνες αποδόθηκε δυναμική που στην πραγματικότητα δεν είχαν αλλά γιατί οι επιμέρους πολιτικές που σχεδιάσθηκαν και εφαρμόσθηκαν δεν κατάφεραν αφενός να ενισχύσουν κάθε πυλώνα χωριστά και δεν αναγνώρισαν τις μεταξύ τους αλληλεξαρτήσεις. Έτσι, τα ζητήματα τόσο του τεχνολογικού πλεονεκτήματος όπως αυτό αποτυπώνεται στην καινοτομία όσο και της εξωστρέφειας παραμένουν ιδιαίτερα επίκαιρα ειδικά στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης που είναι κυρίαρχη, αν και ασύμμετρα, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικά για την Ελλάδα, την περισσότερο πληττόμενη από την κρίση Ευρωπαϊκή οικονομία, αν και έχει αναγνωρισθεί τόσο η υστέρηση των επιχειρήσεων σε όρους καινοτομίας και εξαγωγικού προσανατολισμού και αν και έχουν υλοποιηθεί μια σειρά από παρεμβάσεις σε αυτή την κατεύθυνση, το χάσμα τόσο ως προς το μέσο Ευρωπαϊκό αλλά και ως προς τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ παραμένει ιδιαίτερα μεγάλο. Η παρούσα Διδακτορική Διατριβή εστιάζει σε ζητήματα που προκύπτουν από την αλληλεπίδραση των δραστηριοτήτων παραγωγής γνώσης και καινοτομίας από την μια και των δραστηριοτήτων διεθνοποίησης των επιχειρήσεων από την άλλη. Πιο συγκεκριμένα διερευνώνται θέματα που προκύπτουν από την ενδογένεια των διαδικασιών παραγωγής γνώσης που αποτυπώνονται σε διαδικασίες Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ) και δραστηριότητες διεθνοποίησης (internationalization) που με τη σειρά τους αποτυπώνονται σε εξαγωγικές δραστηριότητες. Οι μεθοδολογικές προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται προσαρμόζονται κάθε φορά αφενός στα ιδιαίτερα ερευνητικά ερωτήματα που τίθενται και αφετέρου στην πολλαπλή ετερογένεια που χαρακτηρίζει τις επιχειρήσεις σε μικρή ανοικτή οικονομία, όπως η Ελλάδα, σε σύγκριση με τις ηγέτιδες σε όρους ΕΤΑ επιχειρήσεις διεθνώς. Σε αυτή την κατεύθυνση, διερευνώνται δύο διαφορετικά συστήματα καινοτομίας-διεθνοποίησης, και συγκεκριμένα το Διεθνές και το Εθνικό, που αναφέρονται αντίστοιχα σε δύο διακριτές ομάδες επιχειρήσεων. Η πρώτη ομάδα επιχειρήσεων επικεντρώνεται σε εκείνες που θεωρούνται πρωτοπόροι σε επενδύσεις σε ΕΤΑ σε παγκόσμιο επίπεδο. Η δεύτερη ομάδα επιχειρήσεων που διερευνάται αφορά τις Ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες με τη σειρά τους θεωρούνται πρωτοπόροι εντός του εθνικού συστήματος καινοτομίας στο οποίο δραστηριοποιούνται αλλά ταυτόχρονα έχουν επανειλημμένως χαρακτηριστεί ως «μέτριοι ακόλουθοι» (moderately following) σε όρους καινοτομικής δραστηριότητας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης (IUS, 2013). Ενώ η διαθεσιμότητα των πληροφοριών για τις επιχειρήσεις που αναγνωρίζονται σε διεθνές επίπεδο ως πρωτοπόρες σε επενδύσεις ΕΤΑ προέκυψε από ανοικτής πρόσβασης βάσεις δεδομένων, για την ελληνική περίπτωση παρατηρήθηκε παντελής έλλειψη σχετικών πληροφοριών τόσο όσον αφορά τις δραστηριότητες ΕΤΑ όσο και τις εξαγωγικές δραστηριότητες των ελληνικών επιχειρήσεων. Η έλλειψη αυτή οδήγησε στην διενέργεια έρευνας πεδίου σε Πανελλαδικό επίπεδο στον τομέα της Μεταποίησης. Η παρούσα διδακτορική διατριβή αποτελείται από έξι κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο πραγματοποιείται επισκόπηση της βιβλιογραφίας πάνω στη σχέση των εξαγωγικών δραστηριοτήτων και των δραστηριοτήτων ΕΤΑ τόσο σε θεωρητικό όσο και σε εμπειρικό επίπεδο και τίθεται το γενικό πλαίσιο της ανάλυσης. Σε αυτή την κατεύθυνση, αναδεικνύεται η συμβολή της παρούσας Διατριβής. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στο διεθνές σύστημα καινοτομίας όπου οι επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως χώρας προέλευσης, ανταγωνίζονται σε όρους παραγωγής γνώσης. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται η ύπαρξη ενδογένειας ανάμεσα στην εξαγωγική ένταση από την μια και την ένταση των δραστηριοτήτων ΕΤΑ από την άλλη στη βάση του επιχειρήματος ότι η γνωσιακή βάση (knowledge base) των ηγέτιδων επιχειρήσεων, σε όρους ΕΤΑ, μεγεθύνεται από ροές γνώσης που προκύπτουν τόσο από τις δραστηριότητες ΕΤΑ όσο και από τις εξαγωγικές δραστηριότητες. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βήματα που ακολουθήθηκαν σε σχέση με τον εντοπισμό του πληθυσμού των επιχειρήσεων που καταγράφουν δαπάνες ΕΤΑ στους ετήσιες δημοσιευμένες χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις τους, τα κριτήρια που ακολουθήθηκαν για τον «καθαρισμό» των δεδομένων (data cleaning) καθώς και αναλυτική περιγραφή της έρευνας πεδίου. Επιπλέον, παρουσιάζεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την κατασκευή του αποθέματος γνώσης (knowledge stock) των ελληνικών επιχειρήσεων που παρουσιάζουν δραστηριότητες ΕΤΑ καθώς και βασικά περιγραφικά στατιστικά που προέκυψαν από την πληροφορία που συνελέγη από την έρευνα πεδίου. Στη συνέχεια, το τέταρτο κεφάλαιο της παρούσας διδακτορικής διατριβής τοποθετείται εντός του Ελληνικού Συστήματος και αφορά ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις που παρουσιάζουν δαπάνες σε ΕΤΑ και ανήκουν σε κλάδους χαμηλής έντασης τεχνολογίας. Συγκεκριμένα, τα ερευνητικά ερωτήματα επικεντρώνονται τόσο στην διερεύνηση ύπαρξης όσο και εκδήλωσης διαφορικών επιδράσεων στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα (competitive advantage) των επιχειρήσεων αυτών που προκύπτει από την απόφαση τους να (μην) εξάγουν. Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα προσεγγίζεται από την εκτίμηση της τεχνικής αποτελεσματικότητας (technical efficiency) όπου το απόθεμα γνώσης αποτελεί την τρίτη εισροή μαζί με τις εισροές του κεφαλαίου και της εργασίας. Έτσι δημιουργείται θεωρητικό υπόδειγμα στο πλαίσιο του οποίου η τεχνική αποτελεσματικότητα, μέσω της διαδικασίας μετατροπής δεξιοτήτων (competences) σε ικανοτήτων (capabilities), αποτυπώνει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Σε αυτή την κατεύθυνση υποστηρίζεται ότι το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που βασίζεται στις δραστηριότητες ΕΤΑ των ελληνικών επιχειρήσεων προσδιορίζει ενδογενώς της απόφαση τους να συμμετέχουν στις ξένες αγορές. Το επιχείρημα αυτό στηρίζεται στο ότι οι επιχειρήσεις που καλούνται να αποφασίζουν εάν θα εξάγουν στην πραγματικότητα προεξοφλούν τα αναμενόμενα οφέλη και τα κόστη από τη συγκεκριμένη δραστηριότητα σε σχέση με τη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος που κατέχουν. Με άλλα λόγια, διερευνάται αν το επιχειρηματικό μοντέλο που έχει υιοθετηθεί από τις εξεταζόμενες επιχειρήσεις, και μετατρέπει τις δεξιότητες σε ικανότητες, στην ουσία προσδιορίζει και την απόφαση για εξαγωγές. Το πέμπτο κεφάλαιο της παρούσας Διδακτορικής Διατριβής διερευνά την ύπαρξη ενδογένειας ανάμεσα στις εξαγωγικές δραστηριότητες και τις διαδικασίες παραγωγής γνώσης των ελληνικών μεταποιητικών επιχειρήσεων που παρουσιάζουν δραστηριότητες ΕΤΑ εντός ενός διευρυμένου θεωρητικού πλαισίου όπου συν-θεωρούνται και άλλες στρατηγικές παράμετροι που είναι πιθανό να επηρεάζουν αυτή τη σχέση. Πιο συγκεκριμένα, οι διαδικασίες παραγωγής γνώσης, όπως έχουν αποτυπωθεί στα επιμέρους συστατικά της γνωσιακής βάσης των επιχειρήσεων αλλά και στην στρατηγική διερεύνησης εξωτερικών συνεργασιών για συνεργασίες στις δραστηριότητες ΕΤΑ, συνδέονται με την εξαγωγική και καινοτομική αποδοτικότητα (export and innovation performance). Ένα επιπλέον επίπεδο πολυπλοκότητας προστίθεται όταν ο διττός χαρακτήρας της έντασης των εξωτερικών συνεργασιών σε ΕΤΑ λαμβάνεται υπόψη. Δηλαδή, διερευνάται σε ποιο βαθμό η ένταση των εξωτερικών συνεργασιών για δραστηριότητες ΕΤΑ συνδέεται με την αποδοτικότητα της διεθνοποίησης των ελληνικών επιχειρήσεων καθώς μπορεί να θεωρηθεί ως εναλλακτικός δρόμος διεθνοποίησης τους. Από την άλλη μεριά η διαδικασίες που συγκροτούν το γνωσιακό απόθεμα των επιχειρήσεων μπορεί να συνδέονται και με την καινοτομική τους απόδοση. Τέλος στο έκτο κεφάλαιο συνθέτονται τα συμπεράσματα από το σύνολο της Διατριβής, διατυπώνονται προτάσεις πολιτικής και καταγράφονται αφενός οι ερευνητικοί περιορισμοί αλλά και αφετέρου τα μελλοντικά ερευνητικά σχέδια.
18

Απλή & πολλαπλή ανάλυση αντιστοιχιών (simple & multiple correspondence analysis) και πρακτική εφαρμογή τους σε έρευνα αγοράς (market research) με τη χρήση των στατιστικών πακέτων SPSS & MINITAB

Γεωργιτσόπουλος, Άγγελος 18 June 2014 (has links)
Ένα από τα πιο αποτελεσματικά μέσα για την επιτυχία ενός προϊόντος είναι αναμφισβήτητα η Έρευνα Αγοράς (Market Research). Η έρευνα υλοποιείται σε αντιπροσωπευτικό δείγμα ενός συγκεκριμένου υπό μελέτη πληθυσμού, με απώτερο σκοπό να εξαχθούν συμπεράσματα από την ποσοτική στατιστική επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων σχετικά με τις απόψεις, τις στάσεις και τις συμπεριφορές που διαθέτουν οι καταναλωτές, τις τάσεις και τις προοπτικές ενός κλάδου, το μερίδιο αγοράς που αντιστοιχεί σε κάποιο προϊόν ή επίσης και τη γνώση που έχουν οι καταναλωτές όσον αφορά τη μάρκα ή την εικόνα ενός προϊόντος. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων επιτυγχάνεται με χρήση διαφόρων στατιστικών τεχνικών, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνεται και η Ανάλυση Αντιστοιχιών (Correspondence Analysis). Η Ανάλυση Αντιστοιχιών (Correspondence Analysis) είναι μια διερευνητική τεχνική ανάλυσης δεδομένων που απεικονίζει γραφικά πίνακες συνάφειας και πολυμεταβλητά κατηγορικά δεδομένα, ενώ παράλληλα τις τελευταίες δεκαετίες έχει σημειώσει ταχύτατη εξέλιξη και ανάπτυξη. Η Ανάλυση Αντιστοιχιών βρίσκει εφαρμογή τόσο στην Έρευνα Αγοράς, ακριβώς λόγω της κατηγορικής φύσεως των δεδομένων που προκύπτουν σε έρευνες τέτοιου τύπου, όσο και γενικότερα στις κοινωνικές επιστήμες όπου συνήθως χρειάζεται ένα στατιστικό «εργαλείο» για να ελέγξει τις αντιστοιχίες- συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών και να τις αποδώσει με τη βοήθεια ενός γραφήματος. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η θεωρητική, πρακτική και υπολογιστική επισκόπηση της συγκεκριμένης στατιστικής μεθόδου καθώς και η υλοποίησή της στα στατιστικά πακέτα SPSS & MINITAB, με τη χρήση κατάλληλων δεδομένων από τον τομέα της Έρευνας Αγοράς. Θα δοθεί έμφαση περισσότερο στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων παρά στις μαθηματικές και τεχνικές λεπτομέρειες των διαδικασιών της εφαρμογής. / One of the most effective means for the success of a product is indisputably the Market Research. The research is conducted in a representative sample of a specific population under study with the aim to draw conclusions which are derived from the quantitative statistical processing and analysis of data on the opinions, the attitudes and behaviors that consumers have, the trends and the prospects of a branch, the market share which is corresponding to a product or also the knowledge that consumers have got as far as it concerns the brand or product image. The statistical analysis of the results is accomplished by using different statistical techniques including Correspondence Analysis. The Correspondence Analysis is an exploratory data analysis technique that depicts graphically contingency tables and multivariate categorical data, while the last decades it has made rapid progress and development. The Correspondence Analysis is applicable to Market Research, just because of the categorical nature of data obtained in researches of this type and generally in social sciences, where commonly a statistical tool is needed to check on the correspondences- correlations among the variables and yield them through a graph. The purpose of this study is the theoretical, practical and computational survey of this specific statistical method and its implementation in the statistical packages SPSS & MINITAB by using appropriate data from Market Research. Emphasis will be given more on the interpretation of results despite the mathematical and technical details of the method procedures.
19

Υλοποίηση γραμμικού προγραμματισμού σε λογισμικό γραφικού περιβάλλοντος

Τσουκαλάς Κακλής, Διονύσιος 06 November 2014 (has links)
Στην παρούσα Διπλωματική Εργασία, παρουσιάζεται η πολύ γνωστή μέθοδος Simplex. Με τη βοήθεια της μεθόδου Simplex, μπορούμε να επιλύσουμε προβλήματα γραμμικού προγραμματισμού, ακέραιου γραμμικού προγραμματισμού καθώς και διάφορες παραλλαγές των παραπάνω. Ειδικότερα για τον ακέραιο γραμμικό προγραμματισμό, παρουσιάζονται κάποιες από τις πιο γνωστές μεθόδους αναζήτησης, οι οποίες ανήκουν στην οικογένεια μεθόδων “Branch And Bound”. Επίσης κάποιες τεχνικές αναζήτησης των βέλτιστων λύσεων στο δένδρο που δημιουργείται από τις προηγούμενες τεχνικές. Τα παραπάνω υλοποιήθηκαν σε ένα λογισμικό με γραφικό περιβάλλον (GUI), το οποίο είναι συμβατό με τις περισσότερες εκδόσεις του Λειτουργικού Συστήματος, Windows της Microsoft και χωρίς να χρειάζονται κάτι επιπλέον σε έναν Προσωπικό Υπολογιστή. / This thesis presents the well-known method Simplex. With method Simplex, we can solve problems of linear programming, integer linear programming and several variants of the above. Especially for the integer linear programming, presented some of the most known search methods, which belong to the family of methods "Branch And Bound". Also presented some search techniques for optimal solutions in the tree, generated by the same techniques. These were implemented in a software with graphical interface (GUI), which is compatible with most versions of the Microsoft Windows OS, with a simple installation.
20

Επέκταση μάρκας (brand extension) - έρευνα αγοράς : η περίπτωση της ΕΒΓΑ / Brand extension : launching a new product in the market

Σταματοπούλου, Ανθή 03 March 2008 (has links)
Η μελέτη πραγματεύεται το λανσάρισμα στην αγορά ενός νέου προϊόντος μέσω επέκτασης μάρκας. Συγκεκριμένα, γίνεται μια έρευνα αγοράς, κατά πόσο οι καταναλωτές ενδιαφέρονται ή όχι να αγοράσουν το νέο προϊόν που προτίθεται η εταιρία EΒΓΑ να κυκλοφορήσει, το κρουασάν FOLIE με επικάλυψη τη σοκολάτα του παγωτού STATUS. / This study is about launching a new product in the market through brand extension. Particularly,it is a market survey, whether the consumers are interested in buying the new product that EVGA company is planning to release or not.This product is the croissant Folie covered with real chocolate of the STATUS ice-cream.

Page generated in 0.0173 seconds