• Refine Query
  • Source
  • Publication year
  • to
  • Language
  • 37
  • 2
  • Tagged with
  • 39
  • 33
  • 7
  • 7
  • 5
  • 5
  • 5
  • 5
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • 4
  • About
  • The Global ETD Search service is a free service for researchers to find electronic theses and dissertations. This service is provided by the Networked Digital Library of Theses and Dissertations.
    Our metadata is collected from universities around the world. If you manage a university/consortium/country archive and want to be added, details can be found on the NDLTD website.
21

Σχεδιασμός και υλοποίηση διδακτικής παρέμβασης για τη διάθλαση του φωτός σε υπολογιστικό περιβάλλον

Φύττας, Γιώργος 20 September 2010 (has links)
Στόχος της εργασίας αυτής είναι αφενός μεν η διερεύνηση των νοητικών παραστάσεων των μαθητών 14-15 ετων σε σχέση με τη διάθλαση του φωτός, αφετέρου η διδακτική παρέμβαση σε ένα δείγμα 213 μαθητών διαφόρων σχολείων με τέσσερις διαφορετικές στρατηγικές. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η χρήση των προσομοιώσεων σχεδιασμένων με το λογισμικό ανοικτού τύπου Interactive Physics συνέβαλλε ουσιαστικά στο μετασχηματισμό των αρχικών νοητικών παραστάσων των μαθητών και βελτίωσε ποσοτικά αλλά και ποιοτικά την επίδοση των μαθητών στο γνωστικό αντικείμενο. / This work is the inverstigation of mental representations of 14-15 secondary educatinal students in relation to the refraction of light and the teaching in a samle of 213 students with four different strategies.The results showed that the use of simulations designed with the open source software Interactive Physics significantly contributed to the trasformation of the initial mental representations of students and improved quantitatively and qualitatively the progress of students in the subject .
22

Σχεδίαση, ανάπτυξη, υλοποίηση και αξιολόγηση ενός συστήματος εξ αποστάσεως εκπαίδευσης : μελέτη περίπτωσης του συστήματος Moodle, για την υποστήριξη της ΘΕ ΠΛΗ37 του ΕΑΠ

Δαούσης, Δημήτριος 17 September 2012 (has links)
Το Moodle είναι ένα ελεύθερο σύστημα διαχείρισης και δημιουργίας δυναμικών, ευέλικτων και ευχάριστων online μαθημάτων. Περιγράφεται ως CMS (Course Management System) ή VLE (Virtual Learning Environment), ενώ η φιλοσοφία του στηρίζεται στη διαπίστωση ότι ο άνθρωπος κατακτά τη γνώση όταν αλληλεπιδρά με το περιβάλλον. Στην παρούσα έρευνα περιγράφεται μία μελέτη περίπτωσης για την οποία μελετώνται η σχεδίαση, η ανάπτυξη, η υλοποίηση και η αξιολόγηση ενός Δικτυακού Περιβάλλοντος Υποστήριξης της Θεματικής Ενότητας (ΘΕ) ΠΛΗ37 του ΕΑΠ, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2010-2011. Το Δικτυακό Περιβάλλον της εν λόγω ΘΕ βασίστηκε στην πλατφόρμα Moodle και ο κύριος σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη της σχεδίασης και ανάπτυξης καθώς και της εφαρμογής και αξιολόγησης ενός μαθήματος (ΘΕ ΠΛΗ37) σε προπτυχιακό επίπεδο με τη χρήση ενός υπολογιστικού περιβάλλοντος ασύγχρονης εξ αποστάσεως εκπαίδευσης (εξΑΕ), μέσω των αντιλήψεων, των στάσεων και των πρακτικών χρήσης των φοιτητών. Στα πλαίσια της έρευνας μελετήθηκε, επίσης, η συσχέτιση μεταξύ των πρακτικών χρήσης που ανέπτυξαν οι φοιτητές, και των επιδόσεων τους (τελική βαθμολογία) στην συγκεκριμένη ΘΕ. Για το σκοπό αυτό έγινε χρήση ερωτηματολογίου, πραγματοποιήθηκαν ατομικές συνεντεύξεις αλλά και αξιοποίηση των αρχείων καταγραφής που παρείχε το Moodle. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι υπήρξε άμεση συσχέτιση των πρακτικών χρήσης που ανέπτυξαν οι φοιτητές με τις επιδόσεις τους και ότι οι φοιτητές απέκτησαν θετική στάση αναφορικά με τη χρήση της πλατφόρμας Moodle. / Moodle is a free Course Management System that allows the creation of dynamic, flexible and pleasant online courses. It is described as CMS (Course Management System) or VLE (Virtual Learning Environment), while it’s philosophy is supported in the ascertainment that the person conquers the knowledge when they interact with their environment. In the present research a case study is described, for which the designing, the development, the implementation and the evaluation of a network environment of EAP Thematic Unit PLI37 support is studied, during academic year 2010-2011. The network environment of the Thematic Unit was based on the Moodle platform and the main aim of this work is the study of the course (PLI37) designing and development, as well as its implementation and evaluation. This will be accomplished with the use of an environment of asynchronous remote education via the perceptions, the attitudes and the methods of the use of students. During the research the correlation between the methods of use that was developed by the students, and their records (final grades) in the particular Thematic Unit was studied thoroughly. For this reason, a questionnaire was used, individual interviews were conducted and there was exploitation of log files that were provided by “Moodle”. The results of this research showed not only that there was immediate relation between the (method of use) that the students developed with their records, but also that the students acquired positive attitude towards the use of Moodle.
23

Τεχνικογεωλογικές συνθήκες κατά τη διάνοιξη της σήραγγας Πλατάνου του νέου αυτοκινητόδρομου Κορίνθου – Πατρών. Μηχανική συμπεριφορά των εκσκαπτόμενων μαργολίθων και προβλήματα κατά την β' φάση διάνοιξης

Κουτσιούμπης, Ιωάννης 17 September 2012 (has links)
Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μια προσπάθεια προσέγγισης των γεωλογικών, γεωτεχνικών και γεωμηχανικών χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων των ιζηματογενών μαργαϊκών αποθέσεων της περιοχής του Πλατάνου Αχαΐας. Στην εργασία αυτή, παρουσιάζονται μια σειρά από γεωλογικά, τεκτονικά, στρωματογραφικά, υδρογεωλογικά, μετεωρολογικά και σεισμικά δεδομένα της ευρύτερης περιοχής, ενώ έμφαση δίνεται στην, εξέταση και περιγραφή της κατολισθητικής κίνησης που επηρεάζει τη συγκεκριμένη θέση. Παρατίθενται επίσης γεωτεχνικά και γεωλογικά στοιχεία της διάνοιξης και κατασκευής της σήραγγας του Πλατάνου. Πρόκειται για μια δίδυμη οδική σήραγγα η οποία αποτελεί τμήμα του έργου του νέου αυτοκινητοδρόμου «Ελευσίνα – Κόρινθος – Πάτρα – Πύργος – Τσακώνα» και αποτελεί τμήμα της «Ολυμπίας Οδού». Φιλοξενείται σε νεογενείς σχηματισμούς, κατά βάση μαργαϊκές αποθέσεις και κροκαλοπαγή. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη μαργαϊκή βραχομάζα στην οποία διανοίγεται η σήραγγα, στα πιθανά γεωτεχνικά προβλήματα είτε εντός, είτε και εκτός του έργου καθώς επίσης και στις εν δυνάμει τεχνικές λύσεις που ακολουθήθηκαν. Η μελέτη της δεύτερης και της τρίτης φάσης (Β και Γ Φάσεις διάνοιξης), ιεραρχούνται ως προς την ανάλυσή τους στην εργασία αυτή. Η ταξινόμηση και κατηγοριοποίηση της υφιστάμενης βραχομάζας και ιδιαίτερα των μαργαϊκών αποθέσεων, αποτελεί το βασικό στόχο της έρευνας που έχει πραγματοποιηθεί. Για το σκοπό αυτό, εφαρμόσθηκε μια σφαιρική προσέγγιση που περιελάμβανε τον βιβλιογραφικό προσδιορισμό της βραχομάζας και την κατηγοριοποίησή της μεταξύ των σκληρών εδαφών και των μαλακών βράχων. Επίσης, μελετήθηκαν και αναλύθηκαν μια σειρά από επί τόπου δοκιμές είτε κατά τη διάνοιξη της σήραγγας, είτε κατά τη γεωτεχνική έρευνα που προηγήθηκε. Τέλος, εκτελέστηκε πλήθος εργαστηριακών δοκιμών. Οι εργαστηριακές δοκιμές επικεντρώθηκαν σε δειγματοληψίες από τη χιλιομετρική θέση (Χ.Θ.) 68 + 204 έως την 68 + 396 κατά τη διάνοιξη της Β’ Φάσης της σήραγγας. Οι δοκιμές αυτές είχαν ως στόχο την αναγνώριση και την κατάταξη των μαργαϊκών ιζημάτων από πλευράς φυσικών ιδιοτήτων και επίσης τον προσδιορισμό των μηχανικών ιδιοτήτων του σχηματισμού αυτού. Επιπροσθέτως, ιδιαίτερη προσπάθεια έγινε στην κατεύθυνση να συσχετιστούν τα φυσικά και μηχανικά χαρακτηριστικά της βραχομάζας, όπως αυτά υπολογίστηκαν με βάση τις προαναφερθείσες εργαστηριακές δοκιμές. Τέλος, παρουσιάζονται μια σειρά από χάρτες, δορυφορικές φωτογραφίες, σχήματα, σκαριφήματα, πίνακες, διαγράμματα και φωτογραφίες τόσο από το ίδιο το έργο, όσο και από την ευρύτερη περιοχή, καθώς και το σύνολο των εντύπων των δοκιμών που εκτελέστηκαν. / This thesis is an attempt to approach the geological, geomechanical and geotechnical characteristics and properties of sedimentary marl deposits of the region of Achaia, Platanos. In this paper we presented a series of geological, tectonic, stratigraphic, hydrogeological, meteorological and seismic data in the region, while emphasis is given to examination and description of landslide movement that affects the construction. There are also listed geotechnical and geological evidence of the construction of the tunnel. This is a twin road tunnel that is part of the new highway project "Eleusina - Corinth - Patras - Pyrgos - Tsakona" and is part of the "Olympia Motorway". Hosted in Neogene formations, mainly marl deposits and conglomerates. Particular reference is made to the marl rock mass, in which the tunnel is constructed, the potential geotechnical problems either within or outside the project as well as the potential technical solutions followed. The study of second and third phases (Phases B and C) is ranked on their analysis in this study. The classification and categorization of existing rock mass, especially the marl deposits, is the main objective of the audit is completed. For this purpose, a comprehensive approach that included the determination of rock mass bibliographic and classification of soils between hard and soft rock is implemented. Also studied and analyzed a series of field trials during the geotechnical investigation which preceded it. Finally, numerous laboratory tests performed. The laboratory tests focused on samples from the kilometric position (KP) 68 + 204 to + 396 to 68 during the opening of the Second Phase of the tunnel. These tests were aimed at the identification and classification of marl sediments in terms of physical properties and also to determine the mechanical properties of this group. In addition, special effort was made to correlate the direction of the physical and mechanical characteristics of rock mass, as calculated pursuant to the above laboratory tests. Finally, we present a series of maps, satellite photos, illustrations, drawings, tables, diagrams and photos from both the project itself, and from the area, and all forms of tests performed.
24

Οι αναπαραστάσεις των μαθητών του δημοτικού για τις μεταβολές της ύλης: είδη, αιτιακές σχέσεις και μηχανισμοί

Χατζηνικήτα, Βασιλεία 18 September 2009 (has links)
- / -
25

Ακέραιος προγραμματισμός

Ρεντζή, Ρωμαλέα 06 November 2014 (has links)
Ο Ακέραιος Προγραμματισμός είναι κλάδος του Γραμμικού Μαθηματικού Προγραμματισμού, και αποτελεί τμήμα της συνδιαστικής βελτιστοποίησης. Στόχος της χρήσης του είναι η βελτιστοποίηση συστημάτων παραγωγής ή διοίκησης. Ο Ακέραιος Προγραμματισμός χρησιμοποιείται για την επίλυση πρακτικών προβλημάτων, όπως: • Χρονοδιαγράμματα (Scheduling) • Σχεδιασμός παραγωγής • Παράλληλη εκτέλεση εργασιών • Τηλεπικοινωνίες Μπορεί να φαίνεται ότι τα προβλήματα ακεραίου προγραμματισμού είναι εύκολο να λυθούν. Παρ’όλ’αυτά, κάτι τέτοιο δεν ισχύει, διότι οι αστρονομικά μεγάλοι ακέραιοι αριθμοί, καθώς επίσης και η στρογγυλοποίηση και αφαίρεση μη ακεραίων λύσεων από ένα πρόβλημα γραμμικού προγραμματισμού οδηγούν σε προβλήματα και λανθασμένα συμπεράσματα. Οι κυριότερες τεχνικές Ακεραίου Προγραμματισμού είναι οι εξής: • Μέθοδος κλάδου και φραγής (Branch and Bound) • Τεχνικές περιορισμού του εφικτού χώρου (Cutting Planes) • Μέθοδοι απαρίθμησης • Διαμεριστικοί αλγόριθμοι • Αλγόριθμοι βασισμένοι στη θεωρία ομάδων (Gomory) Η προπτυχιακή αυτή διπλωματική εργασία έχει στόχο να παρουσιάσει δύο από αυτές τις τεχνικές λεπτομερώς, την μέθοδο κλάδου και φραγής και τεχνικές περιορισμού του εφικτού χώρου, και να κάνει κατανοητή τη χρησιμότητα των αλγορίθμων αυτών μέσα από παραδείγματα που αφορούν προβλήματα ακέραιου προγραμματισμού. / Integer Programming is a branch of Linear Mathematical Programming, and is part of the combinatorial optimization. The purpose of using the system optimization of production or administration. The Integer Programming is used to solve practical problems, such as: • Timelines (Scheduling) • Production Design • Parallel execution of works • Telecommunications It may seem that the integer programming problems are easy to solve. However, this is not true, because the astronomically large integers, as well as rounding and removing non-integer solutions of a linear programming problem lead to problems and false conclusions. The main technical Integer Programming are: • branch and bound method (Branch and Bound) • Technical limitations of feasible region (Cutting Planes) • Methods of enumeration • Diameristikoi algorithms • Algorithms based on the theory of groups (Gomory) Undergraduate this thesis aims to present two of these techniques in detail, the branch and bound method and techniques to reduce the feasible region, and make understandable the usefulness of these algorithms through examples involving integer programming problems.
26

Αποτελεσματική διοίκηση συγκρούσεων στο πλαίσιο των ναυτιλιακών επιχειρήσεων

Αποστολοπούλου, Αικατερίνη 09 January 2009 (has links)
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη των μεθόδων διαχείρισης των διαφωνιών μεταξύ των στελεχών των ελληνικών ναυτιλιακών επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, πραγματοποιείται η διερεύνηση των συσχετίσεων μεταξύ των μορφών επικοινωνίας και των πέντε μεθόδων διοίκησης συγκρούσεων, καθώς και των σχέσεων των μορφών εξουσίας στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων με τις πέντε μεθόδους διοίκησης συγκρούσεων. Τα πρωτογενή στοιχεία αντλήθηκαν με προσωπική συνέντευξη σε 108 εργαζομένους από Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις του Πειραιά, της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης. Τα ερωτηματολόγια κωδικοποιήθηκαν και ακολούθησε η επεξεργασία τους με το στατιστικό πακέτο SPSS 15.0. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε έλεγχος των υποθέσεων που είχαν τεθεί, μέσω της ανάλυσης παραγόντων που ανέδειξαν νέες μεταβλητές που συσχετίσθηκαν με το συντελεστή συσχέτισης Pearson και την πολλαπλή παλινδρόμηση. / -
27

Περιβαλλοντική - υδρογεωλογική έρευνα στη λεκάνη του Γλαύκου / Environmental - hydrogeological research of Glafkos river basin

Μανδηλαράς, Δημήτρης 22 June 2007 (has links)
Η λεκάνη του ποταμού Γλαύκου εκτείνεται επί των δυτικών κλιτύων του Παναχαϊκού, στο ΒΔ/κό τμήμα του νομού Αχαΐας, NA/κά της πόλης των Πατρών καταλαμβάνοντας συνολική έκταση 101,67 Km2 και αποτελεί την κύρια πηγή κάλυψης των υδατικών αναγκών της. Χαρακτηρίζεται από μέτρια ανάπτυξη υδρογραφικού δικτύου δενδριτικού τύπου αποστράγγισης και κατά συνέπεια υψηλή διαπερατότητα των πετρωμάτων και σημαντική κατείσδυση, σε βάρος της επιφανειακής απορροής. Οι σπουδαιότεροι από τους χείμαρρους που διαρρέουν την περιοχή έρευνας είναι ο Ξηροπόταμος, ο Φίλιουρας, η Σούτα, του Βερβενίου και το Ελεκιστριάνικο, οι οποίοι συμβάλουν εντός του Γλαύκου. Το αλπικά πτυχωμένο υπόβαθρο της λεκάνης περιλαμβάνει μια ακολουθία προορογενετικών ιζημάτων (πελαγικοί ασβεστόλιθοι, ραδιολαρίτες, κ.α.) της ζώνης Πίνδου, και μια συνορογενετική κλαστική ακολουθία (φλύσχης), που αποτελείται από εναλλαγές ιλυολίθων, ψαμμιτών και σπανιότερα κροκαλοπαγών. Τα στρώματα της ζώνης Πίνδου αναδύθηκαν με την τελική φάση των πτυχώσεων στο Κάτω Ολιγόκαινο, όπου έλαβε χώρα η επώθηση της Πίνδου, υπό μορφή καλύμματος, πάνω στη ζώνη Γαβρόβου – Τριπόλεως. Τα μέτωπα των επωθήσεων μεταξύ των λεπιών και οι άξονες των πτυχώσεων έχουν διεύθυνση ΒΔ – ΝΑ με κατεύθυνση της κίνησης από τα ανατολικά προς τα δυτικά και άμεση σχέση με την πλειονότητα των καρστικών πηγών. Στην περιοχή του Πατραϊκού κόλπου επικρατεί ένα ρομβοειδές σύστημα ρηγμάτωσης με μεγάλης κλίσης και ΑΒΑ/κής και ΔΒΔ/κής διεύθυνσης κανονικά ρήγματα που δημιουργεί ένα μωσαϊκό κατατεμαχισμένων τεκτονικών μπλοκ και μια γενική ανύψωση της περιοχής που συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τη διάνοιξη των κοιλάδων της ευρύτερης περιοχής έρευνας, η οποία συχνά συνοδεύεται από κατολισθήσεις, την καθορίζουν 4 δέσμες νεοτεκτονικών ρηγμάτων, ΒΔ/κής, ΒΑ/κής, ΔΒΔ/κής, και ΒΒΑ/κής διεύθυνσης. Το Πλειοτεταρτογενές επικάλυμμα που εμφανίζεται στην παράκτια και λοφώδη περιοχή αποτελείται από δύο λιθοστρωματογραφικές ενότητες. Η κατώτερη συνίσταται από αργίλους και άμμους, που αποτέθηκαν σε ένα λιμναίο έως υφάλμυρο περιβάλλον ιζηματογένεσης κατά τη διάρκεια του Πλειόκαινου έως το Κατώτερο Πλειστόκαινο και η ανώτερη από Καλάβριας ηλικίας δελταϊκά και χερσαία κροκαλοπαγή. Γενικά οι προσχώσεις χαρακτηρίζονται από λιθολογική ανομοιομορφία τόσο κατά την κατακόρυφη όσο και κατά την οριζόντια διεύθυνση και το πάχος τους παρουσιάζει βαθμιαία αύξηση από τα βορειότερα και νοτιότερα όρια προς το κεντρικό τμήμα της λεκάνης, όπου και υπερβαίνει τα 200 μ. Το ετήσιο ύψος βροχόπτωσης (1071 mm) στην περιοχή έρευνας είναι αρκετά υψηλό για τα δεδομένα της χώρας μας και κυμαίνεται από 640 – 900 mm στις πεδινές περιοχές, ενώ στις ορεινές περιοχές φθάνει τα 1560 mm. Τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια εποχιακή μετακίνηση των βροχοπτώσεων από τον χειμώνα προς την άνοιξη και το φθινόπωρο, η οποία συνεπάγεται απώλεια του διαθέσιμου νερού της ενεργής κατείσδυσης, λόγω αυξημένης εξατμισοδιαπνοής. Από υδρολογικής άποψης η λεκάνη του Γλαύκου δέχεται ετησίως κατά μέσο όρο 108,89 106 m3 νερού από βροχόπτωση, εκ’ των οποίων ποσοστό 48,9 % επανέρχεται στην ατμόσφαιρα με τις διαδικασίες της εξάτμισης και διαπνοής, 28,6 % απορρέει επιφανειακά και 22,5 % κατεισδύει, κυρίως σε σημαντικούς από υδρογεωλογική άποψη σχηματισμούς (ασβεστόλιθους και τεταρτογενείς αποθέσεις). Χαρακτηριστικό υδρογεωλογικό γνώρισμα της περιοχής έρευνας αποτελούν οι ημιαυτόνομες υδρογεωλογικά καρστικές ενότητες, που αναπτύσσονται λόγω της λεπιοειδούς και ρηξιγενούς τεκτονικής στην περιοχή και διαφοροποιούν την κίνηση του υπόγειου νερού. Σχετικά με τις προσχωματικές αποθέσεις του Τεταρτογενούς ο ελεύθερος υδροφόρος ορίζοντας της ανώτερης ζώνης κάμπτεται προοδευτικά και μεταπίπτει σε επάλληλους υπό πίεση υδροφόρους ορίζοντες στην παράκτια ζώνη. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 στην παράκτια περιοχή, λόγω της υπεράντλησης, διαπιστώθηκαν αρνητικές τιμές της πιεζομετρικής επιφάνειας σε απόσταση έως 3 Κm από την ακτή, με συνέπεια την αλμύρινση του προσχωματικού υδροφόρου από τη διείσδυση της θάλασσας. Η μείωση των αντλήσεων στα μέσα της δεκαετίας του ’90 οδήγησαν στην άνοδο των πιεζομετρικών στάθμεων και στην επανεμφάνιση φαινομένων αρτεσιανισμού των γεωτρήσεων της παράκτιας ζώνης. Από την επεξεργασία των αντλητικών δεδομένων διαπιστώθηκε η εμφάνιση υψηλών τιμών του συντελεστή της υδραυλικής αγωγιμότητας τόσο στους προσχωματικούς υδροφόρους της παράκτιας ζώνης, όσο και στους καρστικούς σχηματισμούς. Μικρότερες ταχύτητες κίνησης του υπόγειου νερού εμφανίζουν οι υδροφόροι των αποθέσεων του Νεογενούς, αλλά και των προσχώσεων της νότιας όχθης του ποταμού Γλαύκου σε σχέση με αυτούς της βόρειας όχθης, λόγω της επικράτησης των λεπτομερών έναντι των αδρομερών υλικών. Ο σημαντικότερος παράγοντας τροφοδοσίας του προσχωσιγενή υδροφόρου της λεκάνης του Γλαύκου είναι η πλευρική τροφοδοσία κατά μήκος της κοίτης του ποταμού και εν’ συνεχεία αυτός της πλευρικής τροφοδοσίας από τους ασβεστόλιθους, ενώ λιγότερο σημαντικοί εμφανίζονται οι παράγοντες του απευθείας κατεισδύοντος νερού από τις βροχοπτώσεις και από το περίσσευμα του προς αρδευτική χρήση νερού. Με βάση το ισοζύγιο εισροών – εκροών των προσχωματικών υδροφόρων της λεκάνης του Γλαύκου, για τα υδρολογικά έτη 1999 – 2002 προέκυψε μέσο ετήσιο πλεόνασμα 6,5*106 m3 νερού. Γενικά, αν εξαιρεθεί η παράκτια ζώνη της λεκάνης του Γλαύκου, η ποιότητα του νερού των προσχωσιγενών υδροφόρων, καθώς και των νεογενών αποθέσεων, αλλά και των καρστικών σχηματισμών της λεκάνης, κρίνεται καλή. Στην πλειονότητά τους τα υπόγεια νερά, όπως και τα επιφανειακά και τα πηγαία, εμφάνιζαν τον τύπο Ca-HCO3, που περιλαμβάνει γενικά νερά με καλή τροφοδοσία και ανανέωση κυρίως κατά μήκος των αξόνων αποστράγγισης. Η χωροχρονική μετακίνηση της ζώνης υφαλμύρινσης στην παράκτια ζώνη, την περίοδο 1999 – 2002, διαπιστώθηκε εκτός από την αυξημένη κατανομή διάφορων ιόντων και με την χρησιμοποίηση των συντελεστών S.A.R., Revelle και Schoeller, αλλά και των λόγων rBr-/rCl- και rBr-/rI-. Στη διάρκεια της περιόδου 1999 – 2002, προέκυψε μια αισθητή μείωση της ρύπανσης από τη διείσδυση θαλασσινού νερού στην παράκτια περιοχή. Σημαντικό ρόλο στην επιτάχυνση του ρυθμού της αποκατάστασης των παράκτιων υδροφόρων της λεκάνης του Γλαύκου διαδραμάτισε η πληθώρα γεωτρήσεων αυτόματης ροής στην παράκτια ζώνη, οι οποίες παροχετεύουν περί τα 3,5*106 m3 ρυπασμένου νερού, σε ετήσια βάση, προς τη θάλασσα. Η θέση και η χωροχρονική μετακίνηση της ζώνης υφαλμύρινσης στην παράκτια ζώνη διαπιστώθηκε επίσης από γεωηλεκτρικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν με τις διατάξεις Schlumberger, Wenner – Schlumberger και Pole – Pole. Από τη γεωηλεκτρική έρευνα διαπιστώθηκε ότι η διείσδυση του υφάλμυρου νερού σπανίως εμφανίζεται με τη μορφή μετώπου, αλλά ακολουθεί επιλεκτικές οδούς μέσω των αδρομερέστερων σχηματισμών, ενώ οι λεπτομερείς αργιλικοί σχηματισμοί παίζουν τον ρόλο υδραυλικού φραγμού. Τέλος, με τη μέθοδο της σεισμικής ανάκλασης προσδιορίστηκαν η γεωμετρία και το βάθος συνάντησης του υποβάθρου στην παράκτια ζώνη. Επισημαίνεται η ανάγκη τεχνητού εμπλουτισμού του προσχωσιγενή υδροφόρου ορίζοντα με τις χειμερινές απορροές του Γλαύκου για την ταχύτερη αποκατάσταση της ποιότητας του νερού και την αύξηση του υδατικού δυναμικού της λεκάνης. Εφαρμόστηκε η μέθοδος DRASTIC για την εκτίμηση της τρωτότητας των υπόγειων νερών απέναντι σε εξωτερική ρύπανση, όπου με βάση τις τιμές του δείκτη DRASTIC κατασκευάστηκε χάρτης τρωτότητας της περιοχής. Περιοχές υψηλής τρωτότητας εντοπίζονται στο παράκτιο τμήμα του υδροφορέα, ενώ αντίθετα περιοχές μέσης τρωτότητας στο Α/κό τμήμα του υδροφορέα. Τέλος, κατασκευάστηκε μαθηματικό ομοίωμα των υδροφορέων της προσχωματικής λεκάνης του Γλαύκου με την εφαρμογή του κώδικα MODFLOW παρέχοντας έτσι ένα όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστο πρότυπο διαχείρισης του υπόγειου υδατικού δυναμικού της περιοχή έρευνας. / The Glafkos’ river basin is extended on the west side of the Panaxaikon mountain in the northwest area of the prefecture of Achaia, southeast of the city of Patras, occupying a total extent of 101,67 Km2 and constituting the main source of Patras’ water needs. It is characterized by the mediocre growth of the hydrographical network (a dendrite type of draining) and consequently the high permeability of rocks and the important infiltration at the expense of the runoff. The most important torrents that flow through the region of research are Xiropotamos, Filiouras, Souta, Verveniou and Elekistrianiko, which contribute inside the Glafkos River. The Alpine folded basin’s basement includes a sequence of pre-orogenetic sediments (marine limestone, radiolarites, etc) of the Pindos zone, and a clastic orogenetic sequence (flysch), which is constituted by alternations of silt rocks, sandstones and rarely conglomerates. The layers of the Pindos zone emerged at the final phase of the folding tectonics in the Lower Oligocene, where the Pindos’ thrust occurred in the form of a nappe, above the Gavrovo – Tripolitsa zone. The foreheads of the thrusts between the slices as well as the axes of folds have a NW – SE direction, with the direction of movement from east to west, and have a direct relation to the majority of the karstic springs. In the region of Patraikos Gulf, what prevails is a rhomboid faulting system with high slope and ENE, WNW directed normal faults that create a mosaic of fragmentized tectonic blocks and a general rising of region that continues until today. The opening up of the valleys in the wider region of research, which is often accompanied by landslides, is determined from 4 bunches of neotectonic faults directed NW, NE, WNW and NNE. The Plio-quaternary cover that appears in the coastal and hilly region is constituted by two stratigraphical units. The lower one consists of clays and sands, which were deposited in a lacustrine to brackish environment of sedimentation during the Pliocene to the Lower Pleistocene and the upper one consists of Calabria dating from the deltaic and land conglomerates. Generally the alluvium deposits are characterized by lithological heterogeneity both at the vertical and the horizontal direction and their thickness presents a gradual increase from the northerner and southerner limits to the central department of the basin, which exceeds 200 m. The annual height of rainfall (1071 mms) in the region of research is quite high for our country’s data and fluctuates from 640 to 900 mms in flat regions, whereas in the mountainous regions it reaches 1560 mms. During the last years, what takes place is a seasonal displacement of rainfall from winter to spring and autumn, which leads to the loss of the available water of the active infiltration because of increased evaporotranspiration. From a hydrologic aspect, the Glafkos basin receives annually, on average, 108,89 106 m3 of the water from rainfall, from which 48,9 % comes back to atmosphere with the processes of evaporation and transpiration, 28,6 % rises on the surface and 22,5 % infiltrates, mainly in important, from a hydrogeological aspect, formations (limestones and quaternary depositions). The semi-independent hydrogeologically karstic units, which are developed because of the laminated and faulty tectonics in the region and differentiate the movement of groundwater, constitute a characteristic hydrogeological feature of the region of research. In relation to the alluvium deposits, the unconfined aquifer of the superior area is progressively bent and falls into successive under pressure (confined) aquifers in the coastal area. At the beginning of the ‘90s in the coastal region, because of the overpumping, negative values of the piezometric surface in a distance up to 3 Km from the coastline were realised, having as a consequence the salinity of coastal alluvium aquifer from the seawater intrusion. The reduction of pumping in the middle of the ‘90s led to the rise of piezometric levels and to the reappearance of the phenomena of artesian wells in the coastal area. Due to the elaboration of the pumping data, what was realised is the appearance of high values of the hydraulic conductivity’s factor in the alluvium aquifers of the coastal zone as well as in the karstic aquifers. The aquifers of the Neogene formations as well as the alluvium aquifers of the southern bank of the river Glafkos present a smaller speed of movement of groundwater as compared to those of the northern bank, because of the predominance of the fine-grained clastics. The most important factor of the recharge of the Glafkos’ basin alluvium aquifer is basically the costal recharge from the river bank and then follows the inductive recharge from the limestones, whereas the direct infiltrated water from the rainfall and from the surplus of the irrigation water seem to be the least important factors. Based on the balance of the inflows – outflows of the Glafkos’ basin alluvium aquifer, an average annual surplus of 6,5*106 m3 of water has resulted, during the hydrologic years 1999 –2002. Generally, the quality of water in the alluvium aquifers as well as in the aquifers of Neogene formations, but also that in the karstic aquifers is considered to be good, if the coastal area of the Glafkos’ basin is excluded. Most of the groundwater, as well as the surface and spring water, presented the geochemical type Ca-HCO3, which generally includes water of good recharge and renewal, mainly along the drainage axes. The time-space movement of the brackish zone in the coastal area, in the period 1999 –2002, was realised not only by the increased distribution of various ions but also by the utilisation of factors S. A. R., Revelle and Schoeller, as well as the ratios rBr-/rCl- and rBr-/rI-. During the period 1999 – 2002, a perceptible reduction of the pollution from the saline intrusion in the coastal region took place. The abundance of wells of automatic flow into coastal area, which drain 3,5*106 m3 of brackish water, annually, to the sea played an important role in the acceleration of the restoration of the coastal basin aquifers of the river Glafkos. The position and the time-space movement of the brackish zone in the coastal area was realised also by geoelectrical researches that took place with the dispositions Schlumberger, Wenner – Schlumberger and Pole – Pole. Geoelectrical research revealed that seawater intrusion rarely appears in the form of a forehead, but follows selective paths via the coarse-grained clastics, while the fine-grained clastic formations play the role of a hydraulic barrier. Finally, the geometry and the depth of the basement in the coastal area were determined with the application of the seismic reflection method. The need of artificial enrichment of the alluvium aquifer from the wintry flows of the Glafkos River is pointed out, for a more rapid restoration of the water quality and the increase of the Glafkos’ basin water potential. The DRASTIC method was applied for the estimation of the vulnerability of the groundwater towards exterior pollution, where based on the DRASTIC indicator’s values, a map of the vulnerability of the region of research was constructed. Areas of high vulnerability are located in the coastal part of the aquifer, while areas of medium vulnerability are located in the eastern part of the basin. Finally, a mathematic model of the Glafkos’ basin alluvium aquifers was constructed with the application of code MODFLOW, thus providing an as much as possible reliable model of the management of the Glafkos’ basin groundwater potential.
28

Μοντέλα για το χρονοπρογραμματισμό έργων με περιορισμένους πόρους

Κάντζαρη, Μαρία 27 July 2010 (has links)
Η παρούσα εργασία παρουσιάζει το μαθηματικό υπόβαθρο της διαχείρισης των έργων. Η πολυπλοκότητα του όλου εγχειρήματος, έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη ενός διακλαδικού κλάδου με βάση την Επιχειρησιακή Έρευνα. Στο πρώτο κεφάλαιο δίνονται οι αναγκαίοι ορισμοί, ενώ στο δεύτερο καταγράφεται η ιστορική εξέλιξη της διαχείρισης των έργων. Στο τρίτο κεφάλαιο δίνεται η προσέγγιση του προβλήματος μέσω της δικτυωτής ανάλυσης. Το τέταρτο κεφάλαιο ασχολείται με τη μέθοδο PERT, η οποία με τη βοήθεια της Θεωρίας Πιθανοτήτων εκτιμά το χρόνο περάτωσης του έργου μέσω σταθμισμένων μέσων όρων. Για το σκοπό αυτό γίνεται σύγκριση διαφόρων υποθέσεων για τις κατανομές των χρόνων περάτωσης των επιμέρους δραστηριοτήτων. Στη διαχείριση των έργων σημαντικό ρόλο για την επίτευξη των στόχων παίζει η αποδοτική αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων. Έτσι, στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μέθοδος της κρίσιμης διαδρομής (CPM) για την εκτίμηση της βέλτιστης σχέσης χρόνου-κόστος ενός έργου. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με μία αναφορά στη χρήση του γραμμικού μοντέλου στη διαχείριση των έργων. Ακολουθεί η επίλυση ενός υποθετικού αλλά ρεαλιστικού προβλήματος με τη χρήση του λογισμικού Microsoft Project 2007© παράλληλα με οδηγίες χρήσης του. / The present work presents the mathematic background of project management. The complexity of all undertaking, has led to the growth of one of intersectorial branch with base the Operational Research. In the first chapter are given the necessary definitions, while in second is recorded the historical development of project management. In the third chapter is given the approach of problem via the reticular analysis. The fourth chapter deals with the method of PERT, which with the help of Theory of Probabilities appreciates per year finalization of work via parked means. For this aim becomes comparison of various affairs for the distributions of years of finalization of individual activities. In the project management important role for the achievement of objectives plays the efficient exploitation of available resources. Thus, in the fifth chapter is presented the method of critical path (CPM) for the estimate of most optimal relation of time-cost of project. The chapter is completed with a report in the use of linear model in the project management. Follows the resolution of hypothetical but realistic problem with the use of software Microsoft Project 2007© in step with its directives of use.
29

Διερεύνηση των προσδιοριστικών παραγόντων της περιβαλλοντικής καινοτομίας : μια μελέτη περίπτωσης από ένα δείγμα ελληνικών επιχειρήσεων

Βορρίση, Βασιλική-Διονυσία 14 February 2012 (has links)
Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δημιουργήσει τρόπους ευαισθητοποίησης των βιομηχανιών για περιβαλλοντικά ζητήματα, προάγοντας την εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ). Στην παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζουμε εμπειρικά τη σχέση ανάμεσα στην υιοθέτηση περιβαλλοντικής καινοτομίας από τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΤΑ). Η συγκεκριμένη οικονομετρική μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα που δημιουργήθηκαν μέσω ερωτηματολογίου που συμπληρώθηκε από επιχειρήσεις που βρίσκονται στον κλάδο των Χημικών και των Μεταλλικών. Αναφορικά με τη θεωρητική προσέγγιση, η εργασία μας εστιάζει στις αντικρουόμενες προσεγγίσεις της υπόθεσης αμοιβαίου οφέλους (win-win) του Porter, 1991 και των Porter και Van der Linde, 1995 με την νεοκλασική θεωρία, που είχε ως κύριους εκφραστές της, τους Jaffe και Palmer 1995,1997. Σύμφωνα με την οικονομετρική ανάλυση η πιθανότητα μια επιχείρηση να υιοθετήσει περιβαλλοντικές πρακτικές, στα πλαίσια ΕΤΑ, επηρεάζεται θετικά από την συνεχή εξαγωγική δραστηριότητα της τελευταίας δεκαετίας καθώς και από το μέγεθος της επιχείρησης. Ωστόσο, η οικονομετρική ανάλυση έδειξε επίσης ότι άλλοι παράγοντες που είχαν προταθεί στη βιβλιογραφία, όπως ο τρόπος εξαγωγών της επιχείρησης και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες που ακολουθεί, έχουν μη στατιστικά σημαντική επίδραση ως προς την περιβαλλοντική καινοτομία. Τέλος, η πιθανότητα υιοθέτησης περιβαλλοντικής καινοτομίας επηρεάζεται αρνητικά από τη μεγάλη δυσκολία που συναντούν οι επιχειρήσεις λόγω της αυστηρότητας των νομοθετικών ρυθμίσεων. / The three last decades the European Commission has been placing an emphasis on promoting the CSR that aims to support the industry’s realization of environmental innovations in order to achieve a reduction of all environmental impacts. The present study investigates the realization of environmental innovation by companies involved in Research and Development, which belong to chemical and metal industry. This study is based on a unique firm level data set of the Greek industry. A theoretical approach of Porter Hypothesis has been developed. According to the econometric analysis, the probability of a firm to adopt environmental technologies under R&D activities is positively affected by the continuing export activity in the last ten years and the size of the firm. However, the econometric analysis also showed that other factors that have been suggested in literature, such as the export method of the company and bureaucratic procedures do not have significant effect on environmental innovation. Finally, the probability of the adoption of environmental innovation is negatively affected by the great difficulty faced by firms due to the stringency of regulation.
30

Τάσεις και προοπτικές φαρμακευτικής αγοράς - καινοτόμα φάρμακα

Φαρμάκης, Κωνσταντίνος 30 May 2012 (has links)
Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία στηρίχθηκε στις αρχές του Φαρμακευτικού Μάρκετινγκ για την σκιαγράφηση του τομέα της καινοτομίας στην Φαρμακευτική Αγορά. Ακολουθείται μία σταδιακή, ορθολογική, οργανωμένη και ακριβή διαδικασία αναγνώρισης των χαρακτηριστικών που απαρτίζουν τη φαρμακευτική αγορά, σατον Ελληνικό χώρο με συνεχή αναφορά στα διεθνή δεδομένα που ούτως ή άλλως επηρεάζουν τον τομέα του φαρμάκου. Ειδικότερα αναλύεται η φαρμακευτική αγορά τόσο από την πλευρά των φαρμακευτικών επιχειρήσεων που αποτελούν την π[λευρά της προσφοράς, όσο και απο την πλευρά των ασθενών - καταναλωτών που αποτελούν την πλευρά της ζήτησης. Αναλύοντας τις τάσεις και τις προοπτικές καθώς και την αξία της καινοτομίας στην φαρμακευτική αγορά, μελετώντας συγκεκριμένα εργαλεία- στρατηγικές. / This diploma thesis wiil be based on the principles of Pharmaceutical Marketing for the delineation of innovation in the Pharmaceutical market. It follows a gradual, rational, organized and accurate indentification process of the characteristics that make up the Pharmaceutical market in the Greek area, with constant reference to international data anyway affecting the field of medicine. In particular, the Pharmaceutical market in analyzed both by the Pharmaceutical companies that form the sypply side and from the perspective of patients - who are consumers demand. In thiw contex, specific tools - stratefies are studied, aimed at addressing the immediate cause of the detetioration in the value of innovation in the pharmaceutical market through these its trends and prospects are analyzed.

Page generated in 0.0181 seconds