Spelling suggestions: "subject:"αντίληψη"" "subject:"αντίληψης""
1 |
Η θεωρία της διυποκειμενικότητας του Edmund Husserl στο περιβάλλον των σύγχρονων φιλοσοφικών συζητήσεων για την αντίληψη / Husserl's theory of intersubjectivity in the context of the contemporary philosophical debates on perceptionΚανέλλος, Χρήστος 24 October 2012 (has links)
Μπορεί να συνεισφέρει η θεωρία της διυποκειμενικότητας του Husserl στις σύγχρονες θεωρίες της αντίληψης; Με αφορμή αυτό το ερώτημα εξετάζουμε, αφενός δύο σύγχρονες θεωρίες της αντίληψης - αυτή του Alva Noë και του John McDowell -, αφετέρου τη θεωρία της διυποκειμενικότητας του Edmund Husserl. Προτείνουμε μια γραμμή σκέψης - η οποία περνά μέσα από τις αναλύσεις της χουσσερλιανής φαινομενολογίας για τη διυποκειμενική συγκρότηση του ορίζοντα της αντιληπτικής εμπειρίας και την υπερβατολογική λειτουργία της διυποκειμενικότητας - η οποία θα μπορούσε σε ορισμένα σημεία να ισχυροποιήσει, ή, σε κάποια άλλα, να θέσει εν αμφιβόλω τις θέσεις των Noë και McDowell. Στόχος μας δεν είναι η οριστική απάντηση στα ζητήματα αυτά αλλά η γόνιμη ερωτηματοθεσία μέσα από τη σύζευξη της αναλυτικής και της φαινομενολογικής παράδοσης. / Can Husserl’s theory of intersubjectivity contribute to the contemporary theories of perception? Launching from this question we examine, on the one hand two contemporary theories of perception – Alva Noë’s and John McDowell’s – and, on the other, Husserl’s theory of intersubjectivity. We propose a line of thought - which passes through Husserl’s analysis of the intersubjective constitution of the horizon of perceptual experience and the transcendental function of intersubjectivity – which could, at some parts strengthen, or object at some others, the contemporary theories of Noë and McDowell. Our aim is not the final answers on these issues, but the productive questioning through the conjugation of the analytical and the phenomenological tradition.
|
2 |
Οι αντιλήψεις των παιδιών ηλικίας 11 ετών σχετικά με το περιεχόμενο ενός κλασικού παιδικού μυθιστορήματος της Πηνελόπης Δέλτα, του ΤρελαντώνηΚανελλάκη, Γκόλφω 31 October 2011 (has links)
Η διπλωματική μας εργασία έχει ως θέμα της «οι αντιλήψεις των παιδιών ηλικίας 11 ετών σχετικά με το περιεχόμενο ενός κλασικού παιδικού μυθιστορήματος της Πηνελόπης Δέλτα, του «Τρελαντώνη». Το θέμα της είναι πρωτότυπο καθώς από την βιβλιογραφική μας ανασκόπηση δεν εντοπίσαμε να έχει γίνει και να έχει δημοσιευτεί παρόμοια έρευνα στο παρελθόν. Ο λόγος που ασχοληθήκαμε με την μελέτη του εν λόγω θέματος ήταν το γεγονός ότι ο «Τρελαντώνης» είναι ένα παιδικό μυθιστόρημα ιδιαίτερα αγαπητό στα παιδιά του δημοτικού από το 1932 μέχρι σήμερα, παρόλο που η ιστορία που περιγράφει έχει πραγματοποιηθεί όταν η Πηνελόπη Δέλτα ήταν ακόμη παιδί, δηλαδή στα τέλη του 19ου αιώνα. Μελετώντας προσεκτικά όλα τα κεφάλαια του βιβλίου ξεχωρίσαμε ορισμένες έννοιες που θωρήσαμε ενδιαφέρουσες και θα επιθυμούσαμε να ανακαλύψουμε πώς τις αντιλαμβάνονται τα παιδιά σήμερα. Αυτές είναι η έννοια της ντροπής, του αξιωματικού, του βασιλιά και της ζητιανιάς που υπάρχουν μέσα στα αποσπάσματα-σκηνές του βιβλίου που διαλέξαμε να διαβάσουμε στα παιδιά στα πλαίσια μιας ηχογραφημένης συνέντευξης μαζί τους. Επομένως για την διερεύνηση του συγκεκριμένου θέματος πραγματοποιήσαμε συνέντευξη σε 41 αγόρια και κορίτσια ηλικίας 11 ετών από τον διευρυμένο σύμφωνα με τον Καλλικράτη, Δήμο Πατρέων. Προφανώς τα αποτελέσματα στα οποία καταλήξαμε μπορεί να μην οδηγούν σε γενικεύσεις αλλά έχουν ενδιαφέρον ως ενδείξεις. / -
|
3 |
Αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για τους μαθητές και οι προσδοκίες τους για τη σχολική επίδοση. Μια ερευνητική προσέγγιση σε πολιτισμικά διαφορετικούς μαθητέςΛυκίδη, Σταυρούλα-Φωτεινή 31 January 2013 (has links)
Εξαιτίας της διαπολιτισμικής πραγματικότητας, στις επικοινωνιακές σχέσεις που δημιουργούνται μέσα στη σχολική κοινότητα, τα ερεθίσματα που ανταλλάσσονται αποκωδικοποιούνται βάσει του τρόπου που έχει κατακτήσει ο καθένας στα πλαίσια της δικής του κοινωνίας. Το γεγονός αυτό οδηγεί τόσο τους μαθητές όσο και τους εκπαιδευτικούς στο να αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα ερεθίσματα που δέχεται ο ένας από τον άλλο. Οι αντιλήψεις που σχηματίζονται έχουν ως αποτέλεσμα προσδοκίες, δηλαδή, προβλέψεις για μελλοντικές συμπεριφορές που αναμένουν να εμφανιστούν. Οι αντιλήψεις και οι προσδοκίες με τη σειρά τους φαίνεται να αποτελούν παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη σχολική πορεία του μαθητή. / The communicative relationships that exist into the school community have changed because of the intercultural reality, causing effects to the stimuli that the persons involved in school exchange. The stimuli are decoded due to the way that each person is used to decode them in the terms of his own community. This fact lead both students and teachers to percept the stimuli they exchange in a different way each other. The perceptions that are shaped have as a result the creation of expectations. By expectations we mean the predictions about future behaviors that we expect to appear. The perceptions and the expectations seem to be factors that could affect the school progress of the student.
|
4 |
Πώς και από πού παράγονται τα ούρα μας; Απόψεις και γνώσεις μαθητών του νηπιαγωγείου, του δημοτικού σχολείου και φοιτητών του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. αναφορικά με το ουροποιητικό σύστημαΠαπευθυμίου, Μαρία 06 December 2013 (has links)
Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν οι γνώσεις / αντιλήψεις των μαθητών του Νηπιαγωγείου, της Ε’ και της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού και των φοιτητών του Τ.Ε.Ε.Α.Π.Η. αναφορικά με τα εσωτερικά όργανα του ανθρωπίνου σώματος και ειδικότερα του ουροποιητικού συστήματος.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα, 82 μαθητές ηλικίας 5-6 και 10-12 ετών και 30 τριτοετείς φοιτητές, απάντησαν στα ερωτήματα ενός δομημένου ερωτηματολογίου, όπου ζητήθηκε από τους ερωτηθέντες εκτός των άλλων να αποτυπώσουν μέσω ζωγραφικής τις γνώσεις τους αναφορικά με τα εσωτερικά όργανα του ανθρωπίνου σώματος και ειδικότερα του ουροποιητικού συστήματος. Στη συνέχεια, έγινε διδακτική παρέμβαση ανά τάξη και ζητήθηκε από τους μαθητές του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού Σχολείου να συμπληρώσουν ξανά το ίδιο ερωτηματολόγιο.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης φάνηκε ότι η ηλικία επηρεάζει το γνωστικό επίπεδο των μαθητών, αν και οι διαφορές δεν ήταν τόσο εμφανείς μεταξύ των μαθητών της Ε’ και της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού. Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στο επίπεδο των γνώσεων των μαθητών ανάλογα με το επάγγελμα των γονέων τους, ή με την ύπαρξη κατοικίδιων ζώων στο σπίτι.
Επίσης παρατηρήθηκε ότι τα κορίτσια υπολείπονται των αγοριών στην αποτύπωση του ουροποιητικού συστήματος πιθανώς λόγω προκαταλήψεων (taboo). Η διδακτική παρέμβαση βελτίωσε σημαντικά τις γνώσεις των μαθητών αναφορικά με τα εσωτερικά όργανα του ανθρώπινου σώματος και ειδικότερα του ουροποιητικού συστήματος.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης επιβεβαιώνουν προηγούμενες μελέτες και δείχνουν ότι οι μαθητές του Νηπιαγωγείου και του Δημοτικού Σχολείου έχουν περιορισμένες γνώσεις σχετικά με το ουροποιητικό σύστημα, αλλά οι επικεντρωμένες διδακτικές παρεμβάσεις μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά το επίπεδο των γνώσεων τους σχετικά με το θέμα αυτό. / Children’s conceptions about internal human anatomy have been extensively studied. However, scientific data about the urinary tract system are rather scarce.
We used a structured questionnaire and drawing as equipments in 82 students aged 5-6 and 10-12 years and 30 third year university students in order to explore any differences regarding these issues. We also applied a teaching intervention and investigated its possible impact on students’ knowledge about the urinary tract system.
According to our findings, age was a significant determinant of student’s current knowledge, as students of higher classes scored better. In addition, males scored higher than females indicating a possible taboo about this system in young women. We were not able to find any significant impact of parents’ vocational status on students’ perceptions about urinary tract system, nor any impact of the presence of pets at home. The teaching intervention significantly improved students’ knowledge about the urinary tract system irrespective of age.
Our results confirm previous studies about the relative lack of knowledge of young students about the urinary system, but simple structured interventions may help to improve it.
|
5 |
Οι αντιλήψεις των εργαζομένων για τα συστήματα διαχείρισης ποιότητας ISO 9001 και ασφάλειας τροφίμων ISO 22000Αγγελή, Δήμητρα 01 August 2014 (has links)
Η παρούσα εργασία ασχολείται με την καταμέτρηση και αποτύπωση της ποιότητας σε μία μεγάλη εταιρεία, την ΑΒ Βασιλόπουλος.
Ως επί το πλείστον, η αποτύπωση της ποιότητας στις διάφορες εταιρίες πραγματοποιείται με τη χρήση ποικιλίας πιστοποιήσεων μέσω διαφόρων οργανισμών.
Η συγκεκριμένη εργασία επιχειρεί να πραγματοποιήσει μια καταγραφή σχετικά με τα επίπεδα της υφιστάμενης ποιότητας βάσει της άποψης των εργαζομένων στην συγκεκριμένη εταιρεία.
Παράλληλα, έγινε προσπάθεια να αποτυπωθούν οι σημαντικότεροι παράγοντες που, βάσει των απόψεων των εργαζομένων, επηρεάζουν την ποιότητα αυτή.
Βάσει των αποτελεσμάτων της έρευνας προέκυψε το ότι οι εργαζόμενοι κατά κύριο λόγο συμφωνούν πολύ, ότι εκτελούν όλες τις αναγνωρισμένες οδηγίες εργασίας και διαδικασίες ποιότητας και δήλωσαν ότι είναι έτοιμοι για κάθε αλλαγή που μπορεί να προκύψει κατά την εφαρμογή ISO 9001/22000. Επιπλέον δήλωσαν ότι είναι έτοιμοι να ελεγχθούν ανά πάσα στιγμή και πως η ιδέα για συμμετοχή στις δραστηριότητες συνεχής βελτίωσης και ποιότητας τους αρέσει. Τέλος οι περισσότεροι είναι ευτυχείς που επιλέξανε αυτή την εταιρεία να εργαστούν και ένα μεγάλο ποσοστό δήλωσε πως θα παραμείνει στην εν λόγω εταιρεία για τα επόμενα χρόνια.
Η πρωτογενής έρευνα (μέσω της συμπλήρωσης των ερωτηματολογίων) πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2013). / This paper deals with the counting and recording quality in a large company, AB Vassilopoulos.
Mostly, printing quality in various companies through the use of a variety of certifications through various organizations. This paper attempts to make a record of the levels of the existing quality under the view of workers in a particular company. There was also attempt to identify the most important factors that, based on the views of employees, affecting such quality.
Based on the results of the survey revealed that workers largely agree too that perform all identified work instructions and quality procedures and said they were ready for any changes that may arise in implementing ISO 9001/22000. ALSO said it is ready to be tested at any time and that the idea to participate in continuous improvement activities and quality they like. Finally most are glad they chose this company to work and a large percentage said they would remain in the company for years.
The primary research (through the completion of questionnaires) took place in September 2013.
|
6 |
Πρωτοπροσωπική μη-εργαλειακή αλληλεξάρτηση αντίληψης-πράξης / Personal level perception-action non-instrumental interdependenceΠίκολας, Κωνσταντίνος 12 March 2015 (has links)
The goal of the present study is to examine the enactive approaches of Susan Hurley and Alva Noë through the prism of Husserlian temporal constitution. In the first part we offer criticism to Hurley’s notion of ‘non-instrumental interdependence of perception and action’. Her grounding of this interdependence on the subpersonal level constitutional sensory input-motor output interdependence will be viewed as necessary but not sufficient for the first-personal level perception-action interdependence. That sufficiency can only be provided through an exposition of their constitutive interdependence at the first-personal level itself by a phenomenological analysis of perceptual and intentional acts. In the second part we examine Noë’s notion of the ‘virtuality’ of perceptual content. By interpreting his relevant concept of ‘free access’ according to the proposed motif of ‘expectation fulfillment’ we suggest that the problem of the virtuality of content should be interpreted as the problem of the constitution of the temporally enduring perceptual object. We shall work out this issue by appealing to the Husserlian account of perception. By a constructive reading of Husserl’s notions of ‘motivation’ and ‘kinesthesis’ we arrive at the ‘subjective temporal self-relating core’ of perceptual and motor acts. It is this functional temporal self-relatedness, described exclusively on the first-personal descriptive level, that finally offers us the sought after first-personal non-instrumental interdependence of perception and action. We finally suggest that augmented by this notion the sensorimotor approaches can have a better understanding of the neuroscientific explanandum and thus be better informed in their potential epistemological role. Some empirical literature is reviewed at the closure of the study in support of our case. / Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η εξέταση των κιναισθητηριακών προσεγγίσεων της Σούζαν Χάρλεϋ και του Άλβα Νόε μέσα από το πρίσμα της χουσερλιανής χρονικής σύνθεσης. Στο πρώτο μέρος ασκούμε κριτική στην έννοια της ‘μη-εργαλειακής αλληλεξάρτησης αντίληψης-πράξης’, της Χάρλεϋ. Η θεμελίωση, εκ μέρους της συγγραφέως, της παραπάνω αλληλεξάρτησης στην συγκροτητική αλληλεξάρτηση αισθητηριακών εισόδων-κινητικών εξόδων του υποπροσωπικού επιπέδου περιγραφής θα χαρακτηριστεί ως αναγκαία αλλά όχι επαρκής για την αλληλεξάρτηση αντίληψης-πράξης στο πρώτο-προσωπικό επίπεδο. Η επάρκεια αυτή μπορεί να χορηγηθεί μόνο μέσα από την έκθεση της συγκροτητικής αλληλεξάρτησης τους στο ίδιο το πρώτο-προσωπικό επίπεδο, δια μίας φαινομενολογικής ανάλυσης των αντιληπτικών και προθεσιακών ενεργημάτων. Στο δεύτερο μέρος εξετάζουμε της έννοια της ‘δυνητικότητας’ του αντιληπτικού περιεχομένου, του Νόε. Ερμηνεύοντας της σχετική έννοια του της ‘ελεύθερης πρόσβασης’ με βάση το μοτίβο της ‘πλήρωσης προσδοκιών’ το οποίο εισάγουμε, προτείνουμε πως το πρόβλημα της δυνητικότητας των αντιληπτικών περιεχομένων θα πρέπει να κατανοηθεί ως πρόβλημα συγκρότησης του χρονικά διαρκούς αντιληπτικού αντικειμένου. Καταπιανόμαστε με αυτό το ζήτημα κάνοντας χρήση της χουσερλιανής άποψης περί αντίληψης. Μέσω μίας εποικοδομητικής ανάγνωσης των εννοιών της ‘κινητοποίησης’ (σχέσης-κινήτρων) και ‘κιναίσθησης’, του Χούσερλ, καταλήγουμε στον ‘υποκειμενικό πυρήνα χρονικού αυτοσχετισμού’ των αντιληπτικών και κινητικών ενεργημάτων. Είναι αυτός ο λειτουργικός χρονικός αυτοσχετισμός, η περιγραφή του οποίου γίνεται κατ’ αποκλειστικότητα στο πρώτο-προσωπικό επίπεδο, ο οποίος μας προσφέρει την ζητούμενη πρώτο-προσωπική μη-εργαλιακή αλληλεξάρτηση αντίληψης-πράξης. Καταλήγουμε προτείνοντας, ότι συνεπικουρούμενες από αυτή την έννοια οι κιναισθητηριακές προσεγγίσεις μπορούν να έχουν μία καλύτερη κατανόηση του νευροφυσιολογικού εξηγητέου και συνεπώς να δύναται να καταστούν πιο ενήμερες όσον αφορά τον πιθανό επιστημολογικό τους ρόλο. Η μελέτη κλείνει με μία ανασκόπηση μέρους της σχετικής εμπειρικής βιβλιογραφίας προς υποστήριξη των θέσεων μας.
|
7 |
Καταγραφή και επεξεργασία εγκεφαλικών προκλητών δυναμικών σε πειραματικές συνθήκες με υποσυνείδητα ερεθίσματαΤσιανάκα, Ελένη 22 September 2009 (has links)
Το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα αποτελεί μία μέθοδο καταγραφής των ηλεκτρικών σημάτων που παράγονται στο εσωτερικό του εγκεφάλου. Τα ηλεκτρικά αυτά σήματα διαχέονται από το σημείο που παράγονται προς την εξωτερική δερματική επιφάνεια του κρανίου όπου μετρώνται ως διαφορές δυναμικού.
Αντικείμενο της διπλωματικής εργασίας είναι η σχεδίαση και η υλοποίηση μίας πειραματικής συνθήκης και της αντίστοιχης πειραματικής διάταξης, η οποία θα επιτρέπει την καταγραφή των Προκλητών δυναμικών του ατόμου που θα εκτελεί το πείραμα. Το κλινικό πρωτόκολλο που χρησιμοποιήθηκε εξετάζει δύο βασικά θέματα. Το πρώτο αφορά την αντίληψη του ανθρώπου για το χρόνο και το δεύτερο το πώς επηρεάζουν τα υποσυνείδητα μηνύματα τη λήψη αποφάσεων και την εγκεφαλική λειτουργία.
Αρχικά, στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας διπλωματικής εργασίας, αναφέρονται οι βασικές αρχές του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος και το σύστημα διάδοσης της πληροφορίας στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Επιπλέον περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η καταγραφή του σήματος του εγκεφαλογραφήματος και των Προκλητών Δυναμικών. Στη συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η θεωρία στην οποία βασίστηκε ο σχεδιασμός του κλινικού πρωτοκόλλου και η οποία αφορά δύο θέματα, την αντίληψη του ανθρώπου για το χρόνο και την επιρροή των υποσυνείδητων μηνυμάτων στη λήψη αποφάσεων.
Στα επόμενα κεφάλαια περιγράφεται το κλινικό πρωτόκολλο που χρησιμοποιήθηκε και οι πειραματικές συνθήκες που εξετάστηκαν κατά τη διεξαγωγή των πειραμάτων. Ακόμα, γίνεται περιγραφή τόσο του υλικού όσο και του λογισμικού μέρους της πειραματικής διάταξης που αναπτύχθηκε για την υλοποίηση του κλινικού πρωτοκόλλου. Η πειραματική διάταξη που αναπτύχθηκε στα πλαίσια της διπλωματικής επιτρέπει τη σύνδεση με Ηλεκτροεγκεφαλογράφο με αποτέλεσμα τον συγχρονισμό της πειραματικής ακολουθίας και της καταγραφής του ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος και των Προκλητών Δυναμικών.
Με την πειραματική διάταξη που αναπτύχθηκε έγιναν δύο πειράματα. Η καταγραφή της εγκεφαλικής δραστηριότητας του κάθε εξεταζόμενου (ΗΕΓ) ήταν συνεχής για όλη τη διάρκεια της δοκιμασίας. Η εξαγωγή των Προκλητών Δυναμικών έγινε μετά το τέλος της καταγραφής με το πρόγραμμα EEGLAB, με το οποίο έγινε και η επεξεργασία τους. Τα Προκλητά Δυναμικά απεικονίστηκαν τόσο σε δισδιάστατα όσο και σε τρισδιάστατα μοντέλα κεφαλιών ενώ εξετάστηκε και το φασματικό περιεχόμενο του σήματος του ηλετροεγκεφαλογραφήματος για τις διάφορες πειραματικές συνθήκες.
Από την ανάλυση των καταγραφών παρατηρήθηκαν κάποιες διαφορές μεταξύ των συνθηκών του πειράματος οι οποίες περιείχαν υποσυνείδητα μηνύματα και αυτών που δεν περιείχαν. Οι κορυφώσεις του δυναμικού εντοπίστηκαν τις ίδιες χρονικές στιγμές για όλες τις συνθήκες ενώ το πλάτος τους ήταν διαφορετικό μεταξύ των συνθηκών στις οποίες δινόταν στους εξεταζόμενους η σωστή απάντηση με υποσυνείδητο μήνυμα και σε αυτές που δεν δινόταν. / The electroencephalogram constitutes a method for recording electrical signals produced in the interior of the brain. These electric signals are diffused from the point of the brain where they are produced to the exterior dermal surface of the skull where they are measured as potential differences.
The object of this diploma thesis is the design and the development of an experiment and the corresponding experimental setup, which allows the recording of the Event Related Potentials of the person who executes the experiment. The clinical protocol that is used examines two fundamental issues. The first is related to time perception while the second one examines if and how subliminal messages influence the decision making and the cerebral operation.
Initially, in the first chapter of the present diploma thesis, the fundamentals of the Electroencephalogram and the system that is responsible for the distribution of the information inside the human brain is described. Following, Electroencephalogram and Event Related Potentials (ERPs) recordings are described. In the second chapter the theory on which the planning of the clinical protocol was based is presented. It concerns two research fields of psychophysiology; time perception and the influence of subliminal messages in decision-making.
In the next chapters the clinical protocol and the experimental conditions that were examined during the experiments are described. Furthermore, there is a description of both the software and the hardware modules of the developed system. The experimental setup that was developed in the framework of the diploma thesis allows the connection to an Electroencephalograph and appropriate trigger signals are used in order to synchronize stimuli and recordings of EEG and ERPs.
Two experiments were conducted. The recording of the brain activity was continuous for the whole duration of the experimental procedure. The Event Related Potentials were extracted post-hoc, after the end of the recording, using the EEGLAB software. The Event Relates Potentials were mapped both on two-dimensional and on three-dimensional head models. The spectrum of the electroencephalogram was also examined for the various experimental conditions.
Analysis of the recordings revealed differences between the experimental conditions that contained subliminal messages in the EEG and ERPs. The ERPs’ peaks were detected at the same time delays for all the conditions. However, the amplitude of the peaks differed between the conditions where the right answers were given with subliminal messages and those that did not contain any subliminal messages.
|
8 |
Μελέτη ατομοκεντρικών επικοινωνιώνΧριστοδουλοπούλου, Επιστήμη 20 April 2011 (has links)
Αυτή η εργασία περιγράφει το όραμα των I-centric επικοινωνιών (ατομοκεντρικών) - ένα νέο παράδειγμα για μελλοντικά συστήματα τηλεπικοινωνιών. Ο κύριος στόχος αυτής της προσέγγισης είναι να εξετάσει την ανθρώπινη επικοινωνιακή συμπεριφορά. Η εργασία αυτή εστιάζει στην εννοιολογική ολοκλήρωση όλων των πτυχών των ατομοκεντρικών επικοινωνιών. Εξετάζοντας την επικοινωνιακή συμπεριφορά του ανθρώπου, είναι προφανές, ότι οι άνθρωποι συχνά αλληλεπιδρούν με ένα σύνολο αντικειμένων στο περιβάλλον τους. Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, μια προσέγγιση είναι να μη δημιουργηθούν συστήματα επικοινωνίας που βασίζονται σε εξειδικευμένες τεχνολογίες αλλά να βασίζονται στην ανάλυση του μεμονωμένου χώρου επικοινωνίας. Το αποτέλεσμα θα είναι ένα σύστημα επικοινωνιών που προσαρμόζεται στις απαιτήσεις κάθε ατόμου (ατομοκεντρικό).
Το σύστημα επικοινωνιών θα ενεργεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ανθρώπου, που απεικονίζουν τις πρόσφατες ενέργειές του ώστε να προσαρμόζεται αυτόματα σε αυτές. Οι ατομοκεντρικές υπηρεσίες προσαρμόζονται στους μεμονωμένους χώρους επικοινωνίας και τις καταστάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο το «I», σημαίνει το εγώ ή το άτομο, και Centric σημαίνει προσαρμογή στις απαιτήσεις του «εγώ» και το περιβάλλον του ατόμου. Οι παραπάνω λογικές απαιτούν νοημοσύνη στην παροχή υπηρεσιών προκειμένου να προσωποποιηθούν, να προσαρμοστούν στις περιστασιακές και περιβαλλοντικές συνθήκες και να ελέγχουν το μεμονωμένο χώρο επικοινωνίας. Ένα ατομοκεντρικό σύστημα επικοινωνιών παρέχει τη νοημοσύνη που απαιτείται για τη διαμόρφωση του χώρου επικοινωνίας του κάθε ατόμου που προσαρμόζεται στα ενδιαφέροντα, το περιβάλλον, και τις προτιμήσεις του.
Η εργασία εισάγει το όραμα των ατομοκεντρικών επικοινωνιών, που ακολουθείται από την ανάπτυξη ενός προτύπου αναφοράς για τις ατομοκεντρικές επικοινωνίες. Από τη στιγμή που το όραμα και το πρότυπο αναφοράς είναι γενικές έννοιες, εισάγεται στη συνέχεια ένα αρχιτεκτονικό πλαίσιο για τις ατομοκεντρικές επικοινωνίες. Αυτό το πλαίσιο χρησιμοποιείται για να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί ένα ατομοκεντρικό σύστημα επικοινωνιών. / This thesis describes the vision of I-centric communications – a new paradigm for future telecommunication systems. The main objective of this approach is to consider the human communication behaviour. The focus of this thesis is on the conceptual integration of all aspects of I-centric communications. Looking at the communication behaviour of human, it is obvious, that human beings frequently interact with a set of objects in their environment. Following this view, a new approach is not to build communication systems based on specific technologies, but on the analysis of the individual communication space. The result is a communication system that adapts to the demands of each individual (I-centric).
The communication system will act on behalf of human’s demands, reflecting recent actions to enable self-adaptation. I-centric Services adapt to individual communication spaces and situations. In this context ‘I’ means I, or individual, ‘Centric’ means adaptable to I requirements and the individual’s environment. The rationales above require intelligence in service provisioning in order to personalize, adapt to situational and environmental conditions, to monitor and to control the individual communication space. I-centric communications system will provide the intelligence required for modelling the communication space of each individual adapting to its interests, environment, and preferences.
The thesis introduces the vision of I-centric communications, followed by the development of a reference model for I-centric communications. Since both, the vision and the reference model, are general, an architectural framework for I-centric communications is introduced later on. This framework is used to design and implement an I-centric communications system.
|
9 |
Πειραματική διερεύνηση φωνολογικών παραγόντων της ελληνικής γλώσσας στη δυσλεξίαΠαντελή, Μαρία 07 June 2013 (has links)
Η εξελικτική δυσλεξία είναι μια ειδική μαθησιακή δυσκολία στην κατάκτηση του γραπτού λόγου που δεν σχετίζεται με χαμηλό νοητικό δυναμικό, ελλιπείς εκπαιδευτικές ευκαιρίες ή κάποιο εμφανές αισθητηριακό ή νευρολογικό πρόβλημα. Σύμφωνα με την «υπόθεση των φωνολογικών αναπαραστάσεων», που έχει υποστηριχθεί από δεδομένα στην αγγλική γλώσσα, τα άτομα με δυσλεξία παρουσιάζουν δυσκολία στην επαρκή αποθήκευση και ανάσυρση ακολουθιών ήχων που απαρτίζουν λέξεις, δηλαδή στη διαμόρφωση επαρκών «φωνολογικών αναπαραστάσεων».
Στην παρούσα εργασία εξετάστηκε συστηματικά η παραπάνω υπόθεση. Δύο ομάδες 25 (επιλεγμένων από την κοινή τάξη) και 20 (με επίσημη διάγνωση από το ΚΕΔΔΥ) δυσλεξικών μαθητών εξετάστηκαν παράλληλα με δύο ομάδες ελεγχου: η πρώτη ίδιας χρονολογικής ηλικίας και καλής αναγνωστικής ικανότητας και η δεύτερη μικρότερης χρονολογικής ηλικίας και ανάλογης αναγνωστικής ικανότητας με τους δυσλεξικούς.
Διαπιστώθηκαν ήπιες δυσκολίες των δυσλεξικών αναφορικά με την ποιότητα των φωνολογικών τους αναπαραστάσεων, όπως αξιολογήθηκε από την ικανότητά τους στην κατονομασία εικόνων. Από την άλλη, οι συσχετίσεις της επίδοσής τους στην κατονομασία εικόνων με επιδόσεις σε δοκιμασίες επεξεργασίας εξερχόμενης και εισερχόμενης φωνολογικής πληροφορίας, αλλά και φωνολογικής επίγνωσης, βασισμένων μάλιστα στα ίδια στοιχεία του λεξικού με εκείνα που είχαν χρησιμοποιηθεί στη δοκιμασία κατονομασίας εικόνων, δεν ήταν σε όλες τις περιπτώσεις ιδιαίτερα ισχυρές.
Πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες για τις δυσκολίες των δυσλεξικών μαθητών στο φωνολογικό επίπεδο διερευνήθηκαν τόσο σε γνωστικό όσο και σε αντιληπτικό επίπεδο. Σε γνωστικό επίπεδο, ο παράγοντας της «συχνότητας» της φωνολογικής αναπαράστασης φάνηκε να σχετίζεται ισχυρότερα με την ποιότητα των φωνολογικών αναπαραστάσεων όλων των μαθητών ανεξάρτητα από το επίπεδο αναγνωστικής ικανότητας, σε σχέση με τον παράγοντα του «αριθμού των συλλαβών». Τέλος, σε αντιληπτικό επίπεδο εξετάστηκαν δύο παράμετροι της ακουστικής αντίληψης ως πιθανοί αιτιολογικοί παράγοντες των δυσκολιών των δυσλεξικών στη φωνολογική επεξεργασία: α. η αντίληψη ταχύτατα παρουσιαζόμενων ακουστικών ερεθισμάτων (Tallal) και β. η αντίληψη του κέντρου του ακουστικού ερεθίσματος (p-center, Goswami). Τα αποτελέσματα δεν φαίνεται να υποστηρίζουν τις υποθέσεις για πιθανά ελλείμματα στις συγκεκριμένες παραμέτρους ακουστικής αντίληψης που εξετάστηκαν. / Developmental dyslexia is a specific learning difficulty in acquiring literacy skills that manifests despite normal IQ, adequate educational opportunity and in the absence of any obvious sensory or neurological damage. According to the “Phonological Representations Hypothesis”, a hypothesis that has been supported by research in English, a core deficit for individuals with dyslexia is a difficulty in accurately storing and retrieving the sound sequences that make up words, or “phonological representations”.
In this thesis the “Phonological Representations Hypothesis” of dyslexia was tested and elaborated. Two groups of 25 (chosen from normal classes) and 20 (with formal diagnosis from the National Center of Diagnosis, Differential Diagnosis and Educational Support of Greece) dyslexics were assessed alongside chronological age and reading ability matched groups.
Mild difficulties of dyslexics were found as far as the quality of the phonological representations is concerned, as indexed by picture naming. Assossiations between performance in picture naming and performance on related input and output phonological processing tasks and phonological awareness taks were not in all cases strong.
Possible reasons for dyslxexic’s phonological difficulties were investigated at both cognitive and perceptual levels. As far as the cognitive level is concerned, “frequency” rather than “ length” of the phonological representation was found to be associated more strongly with the quality of the phonological representation of all students independently of their reading ability. As far as the perceptual level is concerned, two different explanatory factors for dyslexic’s difficulties in phonological processing were assessed: a. perception of rapidly presented auditory stimuli (Tallal, 1980) and b. perception of the perceptual center of acoustic signals (p-center, Goswami, 2002). Results are not stronlgy supportive of the two hypotheses tested concerning deficits in parameters of perception of acoustic stimuli.
|
10 |
Το χρώμα στη ζωγραφική: Maurice Merleau-PontyΓραμμάτη, Εύη 17 September 2012 (has links)
Στην παρούσα εργασία παρουσιάζουμε τη θέση του χρώματος στη φιλοσοφία του Merleau-Ponty για τη ζωγραφική, έχοντας εξετάσει και τον τρόπο που αυτό λειτουργεί στην αντίληψη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, διερευνούμε την αισθητική του Merleau-Ponty, αναδεικνύοντας κάποιες από τις δυνατότητες καθώς και κάποιους περιορισμούς της. / This thesis is an attempt to present Merleau-Ponty's philosophy of painting through the notion of colour.
|
Page generated in 0.1052 seconds