Spelling suggestions: "subject:"φύλο"" "subject:"ξύλο""
1 |
Ανάπτυξη μεθόδων αυτόματης αναγνώρισης του φύλου χρηστών σε κείμενα του Παγκοσμίου ιστούΜαλαγκονιάρη, Διονυσία 15 December 2014 (has links)
Είναι γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν καθημερινά να χρησιμοποιήσουν τον Παγκόσμιο Ιστό προκειμένου να εκτελέσουν ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων το οποίο προσφέρεται μέσα από αυτόν. Ο αριθμός των χρηστών του διαδικτύου αυξάνεται συνεχώς, καθώς επίσης και το σύνολο των ποικίλων δραστηριοτήτων που μπορούν να εκτελεστούν μέσω των ιστοσελίδων. Όμως, έχει παρατηρηθεί ότι τα τελευταία χρόνια πέρα από πηγή πληροφόρησης, ο Παγκόσμιος Ιστός αποτελεί και ένα σημαντικότατο μέσο έκφρασης για τους ανθρώπους αλλά και επικοινωνίας μεταξύ τους. Εκατομμύρια χρηστών του Παγκόσμιου Ιστού χρησιμοποιούν καθημερινά εφαρμογές του διαδικτύου μέσω των οποίων αλληλεπιδρούν. Κάθε ένας λοιπόν από αυτούς τους χρήστες μπορεί ελεύθερα να εκφράσει την άποψή του πάνω σε διάφορα ζητήματα που τον απασχολούν, να σχολιάσει της απόψεις των άλλων χρηστών αλλά και να επικοινωνήσει με αυτούς. Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν, οι χρήστες του διαδικτύου μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα σε πολλά μέσα που είναι διαθέσιμα όπως ιστολόγια, φόρουμ, ιστότοπους και μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκειμένου να επικοινωνούν.
Αρκετό ερευνητικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η συλλογή, ανάλυση και αξιολόγηση δεδομένων από τον Παγκόσμιο Ιστό που έχουν παραχθεί από χρήστες. Επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο συσχετισμός του χρήστη με το κείμενο που έχει παράξει, και η αναγνώριση κάποιων κοινωνικών χαρακτηριστικών του, όπως για παράδειγμα, αν ο χρήστης του κειμένου χ είναι άνδρας ή γυναίκα. Μια τέτοια αναγνώριση είναι δυνατή με τον εντοπισμό αντιπροσωπευτικών γνωρισμάτων ανδρικής ή γυναικείας γραφής και λόγου σε κειμενικά δεδομένα χρηστών. Η μελέτη λοιπόν των χαρακτηριστικών του περιεχομένου το οποίο έχει παραχθεί από χρήστες είναι κομβικό σημείο σε μια σειρά ερευνητικών πεδίων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι μελέτες στα πλαίσια του πεδίου της εξόρυξης πληροφορίας (text mining), οι οποίες βασίζονται στο περιεχόμενο των χρηστών για να αλιεύσουν τις απόψεις για ένα θέμα ή για ένα προϊόν. Ως αποτέλεσμα λοιπόν, της συνεχώς αυξανόμενης δραστηριοποίησης των χρηστών είναι η συνεχής αύξηση του όγκου δεδομένων που έχουν παραχθεί από χρήστες (User Generated Content - UGC) στις ιστοσελίδες του Παγκόσμιου Ιστού. Συγκεκριμένα, το πεδίο UGC ([1],[2]) ασχολείται με την αναγνώριση και εξόρυξη web περιεχομένου που έχει παραχθεί από τους χρήστες. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι οι παραπάνω μελέτες που αναφέραμε είναι αρκετά χρήσιμες στην ανάπτυξη ερευνητικών αλλά και εμπορικών εφαρμογών.
Στόχος της προτεινόμενης διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη δεδομένων κειμένου τα οποία θα αντλήσουμε από τον Παγκόσμιο Ιστό, εστιάζοντας στα διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά που θα εντοπιστούν τα οποία στη συνέχεια θα βοηθήσουν στην υλοποίηση του συστήματος το οποίο θα μπορεί με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσοστό ακρίβειας να εντοπίζει το φύλο του χρήστη που έχει δημιουργήσει κείμενο στον Παγκόσμιο Ιστό. Μια τέτοια προσπάθεια είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και σημαντική, καθώς καλείται να συμβάλλει στην ερευνητική δραστηριότητα σε αυτό το σχετικά νέο πεδίο ([3], [4]). Η αναγνώριση του φύλου ενός χρήστη, χωρίς σε καμία περίπτωση να θίγεται η ανωνυμία του και τα προσωπικά του δεδομένα, βασίζεται μόνο σε κειμενικά του δεδομένα μπορεί να αποτελέσει ένα ιδιαίτερο εργαλείο με πολλές εφαρμογές. Μια σημαντική εφαρμογή αυτού εργαλείου μπορεί να αποτελέσει και η στοχευμένη διαφήμιση.
Στα πλαίσια της προτεινόμενης διπλωματικής θα ακολουθηθούν τα παρακάτω βήματα. Αρχικά θα μελετηθεί η απαραίτητη βιβλιογραφία, η οποία θα μας παρέχει την απαραίτητη θεωρητική γνώση των επιστημονικών πεδίων που αφορούν στην έρευνά μας, αλλά και τις υπάρχουσες μεθοδολογίες και τεχνικές. Στη συνέχεια θα προχωρήσουμε με τη συλλογή των δεδομένων που θα χρησιμοποιήσουμε κατά τη διάρκεια της εργασίας μας. Από τα κειμενικά δεδομένα που θα συλλέξουμε αλλά και τη βιβλιογραφική επισκόπηση θα προκύψει και η αναγνώριση και η εξαγωγή των χαρακτηριστικών που θα μας βοηθήσουν στην ανίχνευση του γυναικείου/ανδρικού λόγου σε ένα δοκιμαστικό σύνολο δεδομένων. Το επόμενο βήμα θα αποτελεί η ανάπτυξη μετρικών κατηγοριοποίησης κειμένων χρήστη ανάλογα με το φύλο του. Τελειώνοντας, θα αξιολογηθεί αυτή η προσπάθεια κατηγοριοποίησης, ώστε να υλοποιηθεί κατάλληλο σύστημα αναγνώρισης του φύλου χρηστών σε κείμενα του Παγκόσμιου Ιστού. / It is a fact that more and more people choose daily to use the World Wide Web to perform a wide range of activities which are offered through it. The number of internet users is increasing, as well as all the various activities that can be performed through the WebPages. However, it has been observed recently that apart from an information source, the Web is a very important expression tool for people and communication between them. Millions of web users use daily internet applications through which they interact. Each of these users can freely express his opinion on various issues that concern him, to comment on the opinions of other users and communicate with them. According to the above, Internet users can choose among many available means to communicate such as blogs , forums , websites and social media.
The collection, analysis and evaluation of data from the Web produced by users, is interesting in terms of research. Also of particular interest is the correlation between the user and the text that has produced, and the recognition of some social features, such as if the user of the text x is a man or woman. Such recognition is possible by identifying representative features of male or female writing and speech in user’s text data. Therefore the study of content characteristics that have been produced by users is a key point in a number of research fields. An example are the studies within the field of data mining (text mining), which are based on the users content in order to fish their opinions on a topic or product. As a result, the growing user activity is constantly increasing the volume of data generated by users (User Generated Content - UGC) sites on the Web. Specifically, the scope UGC ([1], [2]) deals with the recognition and extraction of web content produced by users. At this point it is important to mention that the above studies are quite useful in developing research and commercial applications.
The purpose of this project is to analyze the text data that we took from the Web, focusing on distinctive features that will be identified, which will later help to be implemented into the system resulting in the gender of the user who created the text on the Web. Such effort is particularly interesting and important, as contributes to research in this relatively new field ( [3 ] , [4 ] ) . Recognizing the gender of a user, without in any way affecting the anonymous and personal data, based only on text data can be a special tool with many applications. A major application of this tool can also be targeted advertising.
This thesis will follow the steps below. Initially we will study the necessary literature, which will provide us with the necessary theoretical knowledge in scientific fields related to our research, but also the existing methodologies and techniques. Then we will proceed with the collection of data that will be used during our work. From the text data we collected and literature review, the recognition and extraction of features will occur that will help us to detect the female / male ratio in a test dataset. The next step is to develop categorizing text metrics according to user’s gender. Finally, we evaluate this categorization effort in order to implement an appropriate system that identifies the sex of users in texts of the Web.
|
2 |
Η σημασία του φύλου στην επαγγελματική ανάπτυξη και ωριμότητα μαθητών Γ΄ ΛυκείουΦλίγκου, Ιωάννα 08 May 2012 (has links)
Είναι αναμφισβήτητη και ερευνητικά εδραιωμένη άποψη ότι η βιβλιογραφία σε θέματα που αφορούν στον αντίκτυπο του φύλου στην επαγγελματική ανάπτυξη και ωριμότητα του ατόμου είναι περίπλοκη. Ένα σημαντικό ζήτημα, που αποτελεί το κεντρικό ερώτημα της παρούσας έρευνας, είναι η διαπίστωση της συσχέτισης ή μη του φύλου, ως παράγοντα, με την εξελικτική πορεία του ατόμου, όσον αφορά στον ενσυνείδητο προσανατολισμό του στο χώρο εργασίας. Οι περισσότερες έρευνες υποδεικνύουν ότι οι γυναίκες παρουσιάζονται ως «επαγγελματικά» ωριμότερες από τους άνδρες, ενώ άλλες υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Τα ευρήματα της βιβλιογραφικής επισκόπησης υπογραμμίζουν την ανάγκη εστίασης της προσοχής στην περαιτέρω διερεύνηση του υπό παρουσίαση θέματος. Η παρούσα εμπειρική έρευνα αποσκοπεί στη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στις διάφορες διαστάσεις της επαγγελματικής ωριμότητας (συγκινησιακές διαστάσεις: σχεδιασμός και διερεύνηση σταδιοδρομίας & γνωστικές διαστάσεις: λήψη ορθολογικών αποφάσεων και γνώση του κόσμου της εργασίας) και του φύλου μαθητών Γ΄ Λυκείου επτά Λυκείων του νομού Αχαΐας. Τα αποτελέσματα της έρευνας υπέδειξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ κοριτσιών και αγοριών στις συγκινησιακές και γνωστικές κλίμακες της επαγγελματικής ωριμότητας, όπου διαπιστώθηκε μια τάση υπεροχής των πρώτων έναντι των δεύτερων. / It is undeniable, based on research outcomes, that findings regarding the impact of gender on career development and maturity are complicated. Finding a relation between gender - as a factor – and the evolutionary course of individuals referred to their conscious orientation in their workplace is an important issue, which this work focuses on. Most studies have found that females have higher scores on career maturity measures than males. However, in other studies, no significant gender difference was found. Literature’s review underlines the need for further investigation. The present empirical study aims at investigating the relationship between the level of career maturity dimensions (the affective dimensions such as career planning, career exploration & the cognitive ones such as decision making and knowledge of world of work) and the gender of students of the third class of High school from the prefecture of Achaia. The results show statistically significant differences among females and males in both affective and cognitive dimensions of career maturity, where there was a trend of superiority of females over males.
|
3 |
Ανάλυση των κειμενογλωσσικών επιλογών σε γραπτά μαθητών/ τριών ελληνικής και αλβανικής καταγωγήςΔούκα, Ανθίππη 21 April 2013 (has links)
Σημαντικές μεταβολές παρατηρούνται τις τελευταίες δεκαετίες στις σχολικές τάξεις της χώρας οι οποίες έχουν διαμορφωθεί με την έλευση πλήθους οικονομικών μεταναστών σχεδόν από όλο τον κόσμο. Από τη συνύπαρξη αυτοχθόνων και αλλοδαπών μαθητών ανακύπτουν διάφορα ζητήματα τα οποία έχουν απασχολήσει προηγούμενες μελέτες και σχετίζονται με την κοινωνική και ψυχολογική προσαρμογή των δεύτερων, την εκπαιδευτική τους πορεία καθώς και τον κίνδυνο εκπαιδευτικής αποτυχίας και κοινωνικού τους αποκλεισμού. Ωστόσο, δεν τίθενται συχνά ερευνητικά ερωτήματα που να εστιάζονται στην κειμενογλωσσική συμπεριφορά των μαθητών/τριών αλλοδαπής καταγωγής στο πλαίσιο της παραγωγής γραπτού μαθητικού λόγου και τη σύγκρισή της με τη αντίστοιχη συμπεριφορά των αυτοχθόνων μαθητών/τριών. Προς την κατεύθυνση προσανατολίζεται η παρούσα έρευνα. / Serious changes are observed the last decandes, since 1990, in the schoolrooms of our country because of the constant inflow of economic migrants. The issue of coexistence of migrants and indigenous pupils is central for a lot of previous studies. In other words are related to the social and phychological adjustment of the later, their educational course and the danger of educational failure. Nevertheless there are not a lot of studies wich focus on the textlingustic options of imigrant male and female students while they are writing an essay and the comarison of these otions to greek stundent's textlingustic behavior. Thiw is exactly the main target of our paper.
|
4 |
Διερεύνηση της σχέσης επιπέδων λεπτίνης και επιπέδων προ- και αντι-φλεγμονωδών κυτταροκινών σε νεογνά με σκοπό την αναζήτηση πιθανής συμβολής αυξημένων επιπέδων λεπτίνης στην παθογένεια αυτοάνοσων νοσημάτωνΡάπτης, Γεώργιος 06 August 2013 (has links)
Η λεπτίνη παράγεται από τα κύτταρα του λιπώδους ιστού, καθώς και από άλλους ιστούς συμπεριλαμβανομένων του πλακούντος και ρυθμίζει τη πρόσληψη τροφής, τη κατανάλωση ενέργειας, την αναπαραγωγική διαδικασία και τις ανοσολογικές λειτουργίες. Για τη διερεύνηση του ρόλου της λεπτίνης επί του νεογνικού ανοσολογικού συστήματος μετρήσαμε τα επίπεδα λεπτίνης και κυτταροκινών (INF-γ, TNF-α, IL-2, IL-4, IL-10 και IL-12) στον ορό αίματος ομφαλίου λώρου 481 φυσιολογικών νεογνών τα οποία γεννήθηκαν από υγιείς μητέρες. 317 ήταν νεογνά με ιδανικό βάρος γέννησης για την ηλικία κύησης (AGA) και 164 έφεραν αυξημένο βάρος για την ηλικία κύησης (LGA). Η ενδιάμεση συγκέντρωση λεπτίνης σε ολόκληρο το δείγμα ήταν 11.6 ng/ml. Στο 12% AGA νεογνών, τα επίπεδα λεπτίνης ήταν υψηλότερα του μέσου όρου (ενδιάμεση τιμή 34 ng/ml). Στο 33% των νεογνών αυτών (4% του ολικού δείγματος) τα επίπεδα λεπτίνης κυμαίνονταν μεταξύ 37.5-204 ng/ml, στην ομάδα αυτή βρέθηκαν επίσης υψηλά επίπεδα ιντερφερόνης-γ (μέση τιμή 27.11 pg/ml, διακύμανση 17.5-38.5 pg/ml). Κατόπιν μελετήσαμε εάν η λεπτίνη μπορεί να επηρεάσει τη γονιδιακή έκφραση κυτταροκινών στα Τ κύτταρα και μονοκύτταρα αίματος ομφαλίου λώρου. Η καλλιέργεια των κυττάρων ομφαλίου λώρου (Τ ή μονοκυττάρων) AGA νεογνών, τυχαία επιλεγμένων ή κυττάρων περιφερικού αίματος ενηλίκου, με λεπτίνη είχε σαν αποτέλεσμα τη γονιδιακή έκφραση IL-2, INF-γ και IL-4 από τα κύτταρα του ομφαλίου λώρου, καθώς και από τα Τ κύτταρα του ενηλίκου όπως και την έκφραση IL-10 κυρίως από τα μονοκύτταρα αίματος ομφαλίου λώρου. Σημαντικά υψηλότερη γονιδιακή έκφραση INF-γ παρατηρήθηκε σε Τ κύτταρα ομφαλίου λώρου θήλεος τα οποία καλλιεργήθηκαν με λεπτίνη συγκριτικά με τα Τ κύτταρα ομφαλίου λώρου άρρενος.
Συμπερασματικά, η παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων λεπτίνης και INF-γ στον ορό αίματος ομφαλίου λώρου φυσιολογικών AGA νεογνών, καθώς και το γεγονός ότι η λεπτίνη μπορεί άμεσα να διεγείρει τη γονιδιακή έκφραση κυτταροκινών σε κύτταρα ομφαλίου λώρου (Τ και μονοκύτταρα) δείχνει ότι τα υψηλά επίπεδα λεπτίνης μπορούν ανεξάρτητα να επηρεάσουν το ανοσολογικό σύστημα των φυσιολογικών νεογνών και να συμβάλλουν στη Th1 διαφοροποίηση της ανοσολογικής απόκρισης. / Leptin is a hormone synthesized by adipocytes and other tissues, including the placenta, and it regulates food intake and energy expenditure, reproductive and immune functions. To investigate the role of leptin in neonatal immunity, we measured serum leptin and cytokine (INF-γ, TNF-α, IL-2, IL-4, IL-10, IL-12) levels in cord blood (cb) of 481 healthy neonates, born to healthy mothers, of which 317 were appropriately grown for gestational age (AGA) and 164 were large for gestational age (LGA). The median serum leptin concentration in the whole sample was 11.6 ng/ml. In 12% AGA neonates, leptin levels were well above average, with a median of 34 ng/ml. In 33% of these neonates (4% of the total sample) leptin levels ranged between 37.5-204 ng/ml; in this group, significantly elevated levels of serum IFN- were also found (mean 27.11 pg/ml, range 17.5-38.5 pg/ml). We then investigated whether leptin can independently influence cytokine gene expression by cb T-cells and monocytes (Mc). Culture of cb T-cells or Mc, isolated from randomly selected AGA neonates or adult peripheral blood mononuclear cells (PBMC), with leptin, resulted in upregulation of IL-2, IFN- and IL-4 gene expression in cb and adult T-cells and IL-10 gene expression mainly in cb-Mc. Significantly higher expression of IFN- occurred in female cb-T-cells cultured with leptin, compared with male cb-T-cells. In conclusion, the concurrent presence of high concentrations in both leptin and INF- in cb of healthy AGA infants, together with the fact that leptin can directly upregulate cytokine gene expression in cb T and Mc cells, indicate that abnormally high leptin levels can independently influence the immune system of healthy newborns, and may mediate gender differences in the development of a Th1 polarized immune response.
|
5 |
Ορθογραφικά λάθη Ελλήνων και αλλοδαπών μαθητών ΔημοτικούΤζωρτζάτου, Κυριακούλα 21 April 2013 (has links)
Στην εργασία αυτή εστιάζουμε την προσοχή μας στα ορθογραφικά λάθη που εντοπίσαμε σε εκθέσεις αλλοδαπών μαθητών που φοιτούν στις τρεις τελευταίες τάξεις του ελληνικού δημοτικού σχολείου. Στόχος μας είναι η διερεύνηση των εξωγλωσσικών παραγόντων της καταγωγής των αλλοδαπών μαθητών, της περιοχής όπου διαβιούν, του φύλου και της ηλικίας τους στην ανάπτυξη της ορθογραφικής τους ικανότητας στην ελληνική γλώσσα. / In this paper we focus our attention on spelling errors we found in writings of immigrant pupils who study at the three last classes of primary greek school. Our aim is to research the impact of exoglossic parametres, such as the pupil's origin, the region of their living, the puppil's gender and their age, on the development of their spelling capacity in greek language.
|
6 |
Συγκριτική μελέτη παρανοϊκής μορφής σχιζοφρένειας πρώιμης και όψιμης έναρξηςΣκώκου, Μαρία 17 September 2012 (has links)
Τα δημογραφικά χαρακτηριστικά και η συμπτωματολογία και της παρανοειδούς μορφής σχιζοφρένειας πρώιμης και όψιμης έναρξης μελετήθηκαν σε 88 ασθενείς, που νοσηλεύθηκαν στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Πατρών, από 15-3-2005 έως 7-5-2008. Εξ’ αυτών, 60, 46 άνδρες και 14 γυναίκες, ενεφάνιζαν πρώιμη έναρξη της νόσου, πριν από την ηλικία των 30 ετών, ενώ 21, 8 άνδρες και 13 γυναίκες, ασθένησαν όψιμα, με έναρξη νόσου σε ηλικία ≥35 ετών.
Συνεκρίθησαν τα δημογραφικά στοιχεία, η συχνότητα κατάχρησης ή εξάρτησης τον καπνό, οινόπνευμα και κάνναβη, τα στοιχεία προνοσηρών διαταραχών προσωπικότητας, ο αριθμός και ο τύπος των προδρόμων συμπτωμάτων, η διάρκεια της πρόδρομης φάσης και η συμπτωματολογία της ενεργού φάσης μεταξύ των ασθενών πρώιμης και όψιμης έναρξης, συνολικά και χωριστά για τα δύο φύλα, καθώς και μεταξύ ανδρών και γυναικών, στις δύο ηλικιακές ομάδες. Οι κλίμακες που εφαρμόσθηκαν ήταν οι SCID-I/P, PANSS, Calgary Depression Scale, SCID-II, καθώς και κλινική συνέντευξη για τα πρόδρομα συμπτώματα.
Τα στοιχεία αναλύθηκαν με τις στατιστικές δοκιμασίες Wilcoxon rank-sum και χ2.
Οι ασθενείς πρώιμης έναρξης, και ιδιαίτερα οι άνδρες, είχαν στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν γεννηθεί σε αστική περιοχή σε σχέση με τους ασθενείς όψιμης έναρξης. Οι γυναίκες όψιμης έναρξης είχαν το μεγαλύτερο ποσοστό έγγαμης συμβίωσης από όλες τις άλλες ομάδες.
Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά στη χρήση καπνού, οινοπνεύματος και κάνναβης μεταξύ των ομάδων πρώιμης και όψιμης έναρξης, συνολικά ή χωριστά στα δύο φύλα. Στην ομάδα πρώιμης έναρξης, οι άνδρες παρουσίαζαν σε μεγαλύτερη συχνότητα χρήση αλκοόλ και κάνναβης σε σχέση με τις γυναίκες. Παρομοίως, οι άνδρες όψιμης έναρξης κάπνιζαν και έτειναν να χρησιμοποιούν κάνναβη σε μεγαλύτερο ποσοστό από τις γυναίκες.
Στην προνοσηρή περίοδο, οι πρώιμης έναρξης ασθενείς έχουν σημαντικά περισσότερα στοιχεία αποφευκτικής διαταραχής προσωπικότητας σε σχέση με τους όψιμης έναρξης. Αυτό το εύρημα πλησιάζει τη στατιστική σημαντικότητα και στο δείγμα των γυναικών. Οι ασθενείς όψιμης έναρξης, στο συνολικό δείγμα και στο δείγμα των ανδρών, εμφανίζουν στατιστικώς σημαντικά περισσότερα στοιχεία παθητικο-επιθετικής διαταραχής προσωπικότητας σε σχέση με τους ασθενείς πρώιμης έναρξης. Στην ομάδα με την πρώιμη έναρξη, οι άνδρες είχαν περισσότερα στοιχεία σχιζότυπης και παρανοειδούς διαταραχής προσωπικότητας από τις γυναίκες, ενώ οι τελευταίες είχαν περισσότερα στοιχεία καταθλιπτικής διαταραχής προσωπικότητας. Στους ασθενείς όψιμης έναρξης, οι άνδρες είχαν περισσότερα στοιχεία ιστριονικής, ναρκισσιστικής και αντικοινωνικής διαταραχής από τις γυναίκες.
Στην πρόδρομη φάση, οι ασθενείς πρώιμης έναρξης παρουσιάζουν στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό αρνητικών συμπτωμάτων, στο συνολικό δείγμα και στο δείγμα των ανδρών. Στο συνολικό δείγμα, τα συμπτώματα της εκσεσημασμένης κοινωνικής απομόνωσης και της έκπτωσης της συγκέντρωσης παρατηρούνται σε στατιστικώς σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό στην ομάδα με την πρώιμη έναρξη σε σχέση με την ομάδα όψιμης έναρξης. Στους ασθενείς που νόσησαν πρώιμα, οι γυναίκες είχαν μικρότερη διάρκεια πρόδρομης περιόδου από τους άνδρες.
Κατά την ενεργό φάση, η ομάδα πρώιμης έναρξης εμφάνιζε βαρύτερη συνολική αρνητική συμπτωματολογία, καθώς και βαρύτερα τα συμπτώματα της έλλειψης αυθορμητισμού και των διαταραχών της βούλησης. Αντίθετα, οι ασθενείς όψιμης έναρξης έτειναν νε έχουν βαρύτερο το σύμπτωμα της καχυποψίας/ιδεών δίωξης. Στο δείγμα των ανδρών, οι ασθενείς πρώιμης έναρξης είχαν στατιστικώς σημαντικά βαρύτερη συνολική αρνητική συμπτωματολογία, συναισθηματική αμβλύτητα και έλλειψη αυθορμητισμού. Στο δείγμα των γυναικών δεν ανευρέθησαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές. Στους ασθενείς όψιμης έναρξης, οι άνδρες εμφάνιζαν σημαντικά βαρύτερες παραληρητικές ιδέες σε σχέση με τις γυναίκες. Ως προς την καταθλιπτική συμπτωματολογία, δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των ομάδων.
Συνολικά τα παραπάνω ευρήματα υποδεικνύουν την τροποποιητική επίδραση του φύλου και της ηλικίας έναρξης στην κλινική εμφάνιση της παρανοϊκής μορφής σχιζοφρένειας, κατά την προνοσηρή περίοδο, πρόδρομη και ενεργό φάση, πιθανόν ως αποτέλεσμα των διεργασιών ανάπτυξης και ωρίμανσης του εγκεφάλου με την πάροδο της ηλικίας, στα δύο φύλα. / The demographic features and symptomatology of young and late onset paranoid schizophrenia were studied in a sample of 88 patients who were consecutively hospitalized in the Psychiatric Department of the University Hospital of Patras, from 3-15-2005 to 5-7-2008. The sample consisted of 60 patients, 46 men and 14 women, with young onset paranoid schizophrenia, before the age of 30, and 21 late onset patients, 8 men and 13 women, with onset of the illness after the age of 35 years old.
Demographic features, rates of smoking and alcohol and cannabis use, premorbid personality disorder features, the number and type of prodromal symptoms, the duration of the prodromal period and the symptomatologies of the active phase were compared between young and late onset groups, in the total sample and separately for the two sexes, and between the two sexes in each age group. SCID-I/P, PANSS, Calgary Depression Scale, SCID-II, and a clinical interview for the prodromal symptoms were applied.
Statistical analysis was performed by applying the Wilcoxon rank-sum and chi-square tests.
Young onset patients, particularly men, were more likely to have been born in urban regions, compared with late onset patients. Late onset women were most frequently married, compared with all other groups.
There was not any significant difference regarding use of nicotine, alcohol or cannabis between young and late onset patients. In the young onset group, men more frequently used alcohol and cannabis than women. Similarly, late onset men smoked and tended to use cannabis more often than late onset women.
In the premorbid period, young onset patients have significantly more traits of avoidant personality disorder compared with late onset patients. This finding tended to be significant in the female sample, as well. Late onset patients had significantly more traits of passive-aggressive personality disorder than young onset patients, in the total and male sample. In the young onset group, men had significantly more traits of paranoid and schizotypal personality disorder than women, whereas women had more traits of the depressive personality disorder. In the late onset group, men had more histrionic, narcissistic and antisocial traits than women.
In the prodromal phase, young onset patients present with significantly more negative prodromal symptoms, in the total and the male sample. In the total sample, marked isolation and impairment of concentration are observed at a significantly higher rate in the young onset group, than in late onset patients. Also, in the young onset group, women had significantly shorter duration of prodromal period than men.
During the active phase, young onset patients had significantly heavier total score of negative symptomatology, heavier lack of spontaneity and heavier disturbances of volition. On the other hand, late onset patients tended to suffer from heavier suspiciousness/ideas of persecution. In the male sample, young onset patients had heavier total negative symptomatology, blunted affect and lack of spontaneity. There were not any significant differences in the female sample. In the late onset group, men had heavier delusions than women. There was not any significant difference regarding depressive symptoms among the groups.
Our findings indicate the modulatory effect of age of onset and sex on the clinical presentation of paranoid schizophrenia, in the premorbid period, prodromal and active phases, possibly following the developmental and maturational procedures that take place in the brain, throughout the life span, in the two sexes.
|
Page generated in 0.0205 seconds